Μεγάλη Εβδομάδα και τα Πάθη

Ότι έχει σχέση με την Ορθοδοξία γενικότερα.

Συντονιστές: konstantinoupolitis, Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
Harrys1934
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1041
Εγγραφή: Πέμ Σεπ 28, 2006 5:00 am
Τοποθεσία: ¨οπου γη και Πατρις
Επικοινωνία:

Μεγάλη Εβδομάδα και τα Πάθη

Δημοσίευση από Harrys1934 »

ΜΕΓΑΛΗ ΒΔΟΜΑΔΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΘΗ

Βράδυ Μεγάλο εβδομαδιάτικο περίλυπα μες τις πενθοφορούσες εκκλησίες. Με τις μελωδικές ακολουθίες… Την Κυριακή το βράδυ πρώτο σήμαντρο για την ακολουθία του Νυμφίου.
Την απαρχήν Παθών « διάβασε ο Γέροντας μες στις σελίδες του ιερού βιβλίου. Βράδυ Δευτέρας. Για τις πέντε φρόνιμες και για τις πέντε ανόητες παρθένες. Κι’ έγειραν ως κι’ οι εικόνες οι αμίλητες κι άκουγαν σκεπτικές και λυπημένες.

Τρίτη βράδυ. Ως πέρα μοσκοβόλησε «της αλειψάσης γυναικός» το μύρο.
Τετάρτη βράδυ. Δείπνος Μυστικός κι η θεϊκή ταπεινοσύνη στο Νιπτήρα. Κι έχουμε συνηθίσει απλά να ψάλλουμε κι εμείς τα Πάθη στη φτωχή μας λύρα.
Μεγάλη Πέμπτη. Δώδεκα Ευαγγέλια.. Η προδοσία του μαθητή και φίλου, ο Πέτρος, ο Πιλάτος, το Πραιτώριο, και «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου»

Για τελευταία βραδιά Τον είχανε μαζί τους- τους Τον έπαιρναν πια οι κακοί κι’ ύστερα ο θάνατος-κι όμως μιαν ώρα καν «ουκ ίσχυσαν» κοντά Του «γρηγορήσαι».
Είχαν αγανακτήσει για το μάταια (ως είπανε) χυμένο μύρο, άλλοι αν θάναι πρώτοι νοιάστηκαν κι ένας μαχαίρι απόψε τράβηξε και Τον αρνήθηκε ύστερα «μεθ’ όρκου»

Σαν ήρθες Κύριε, στο σπίτι του φίλου μας Ματθαίου,, του τελώνη και αμαρτωλού, τότε κι άλλοι πολλοί μαζί κι εγώ, αγύρτες σαρκολάτρες, όλοι τιποτένιοι, από το γνώριμο μας σπιτικό ξεθαρρεμένοι μπήκαμε μέσα και –να φανταστείς! Καθώς στρωθήκαμε στο δείπνο, άλλος εδώ κι άλλος εκεί, με Σένα τον Θεό και με τους άγιους μαθητές Σου μπερδέψαμε τους άθλιους εαυτούς μας και τις αμαρτίες μας! Γιατί Εσύ από μας αυτές επήρες, κι εμείς επήραμε εσένα…

Παρασκευή το βράδυ ο Επιτάφιος. Πλήθος κεριά μες στην γλυκιάν εσπέρα Κιόλας ο κόσμος ψάλτες κι εξαπτέρυγα, να σιγολέν το «΄΄ω γλυκύ μου Έαρ..» Βράδια Μεγαλοβδομαδιάτικα περίλυπα …..Κι όπως θλιμμένα ανιστορούσε τα Πάθη, μ’ ελπίδες χρυσαφένιες ετοιμάζουνε το
βράδυ της Ανάστασης που θα αρθεί

Είμαι πράγματι βασιλιάς! Μα, όπως βλέπεις, στεφανωμένος με αγκάθια. Γιατί είμαι βασιλιάς του Πόνου. Με καλάμι εμπαιχτικό στο χέρι. Γιατί θα είμαι ο βασιλιάς των ονειδιζομένων. Με χλαμύδα κόκκινη. Γιατί είμαι βασιλιάς, που θέλω ν’ απορροφήσω και να στεγνώσω σ’ αυτή τη χλαμύδα όλα τα αίματα,

Με τα χέρια απλωμένα στο Σταυρό. Γιατί είμαι βασιλιάς, που θέλω ν’ αγκαλιάσω όλους τους ανθρώπους μαζεμένους κάτω από τη σκιά του Σταυρού μου. Με την πλευρά κεντημένη. Γιατί είμαι βασιλιάς που πρόσφερα τη δική μου καρδιά στη λόγχη του στρατιώτη για να μπορώ να ζητήσω σαν θρόνο μου τις καρδιές όλων των ανθρώπων.

Μεγάλυνον, ψυχή μου τον εξαναστάντα τριήμερον εκ τάφου, Χριστόν τον ζωοδότην.
Τι ζητείται τον ζώντα μετά των νεκρών; Ηγέρθη..

Δεν γνωρίζουμε εάν στο Γολγοθά κατά την Σταύρωση βρισκόταν εκεί και οι γονείς του Ληστή. Εάν όμως είχαν πάει θα ήσαν όχι μόνο θλιμμένοι αλλά και κοινωνικά, όπως θα λέγαμε σήμερα, μειωμένοι. Δεν ήσαν παρά οι γονείς ενός μόνο κακούργου. Είχαν βγάλει και είχαν δώσει στην Κοινωνία ένα ληστή! Και ήσαν απόβλητοι της Κοινωνίας.

Όλα όμως αυτά ίσχυαν προ του «Τετέλεσται». Μετά απ’ αυτό και χάρις σε ένα μνήσθητι μου» οι γονείς αυτοί έγιναν οι γονείς του πρώτου πολίτη της βασιλείας των Ουρανών. Άς μη θλίβονται λοιπόν οι πονεμένοι γονείς. Για κανένα παιδί δεν ειπώθηκε ακόμη το ¨Τετέλεσται»

Αξίωσε με, Κύριε, να Σε ψηλαφήσω με πίστη, όπως ο Θωμάς, να Σε δεχθώ στη βάρκα της ζωής μου όπως ο Πέτρος. Να γείρω στο στήθος Σου, όπως ο Ιωάννης, να περπατήσω μαζί Σου, όπως οι δύο μαθητές εις Εμμαούς, να Σε φιλοξενήσω μέσα μου, όπως η Μάρθα και Μαρία

Υψώνεται καρφωμένος στο Σταυρό. Κρατά τα χέρια Του απλωμένα πάνω στο ξύλο του Σταυρού. Δεν μπορεί πια α ζυμώσει με τα χέρια Του πηλό για να χρίσει τα μάτια του τυφλού. Δεν μπορεί να χαϊδέψει τα μαλλάκια των παιδιών και να πει «άφετε τα παιδία ελθείν προς με»

Δεν μπορεί να απλώσει τα χέρια αυτά πάνω από το νεκροκρέβατο του υιού της χήρας Ναϊν ¨η της θυγατέρας του Ιαείρου. Να αρπάσει» και κρατήσει τον ολιγόπιστο Πέτρο, όταν τρίκλιζε και βυθιζόταν στα κύματα της Γεννησαρέτ. Τίποτα από αυτά!

Τα χέρια που έπλασαν «εκ του χοός» τον άνθρωπον, τα κάρφωσαν οι άνθρωποι με ασάλευτα καρφιά
Δύο ξύλα δέντρου κόπηκαν
Και γίνηκαν σταυρός
Που υψώθηκε στο Γολγοθά.
Και τότε αίμα Λυτρωτικό
Σημάδεψε δυό λέξεις:
Πίστη στον κατακόρυφό
Τον ουρανό να βλέπει.
Αγάπη στ» οριζόντιο
Τον κόσμο ν’αγκαλιάζει



Χάρης
[Αλλά ;ώς ο ληστής ομολογώ Σοι,
Μνύσθητί μου, Κύριε,
Εν τη Βασιλεία Σου.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ορθοδοξία”