Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Συντονιστής: Συντονιστές
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1547
- Εγγραφή: Δευ Δεκ 18, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα
Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Ακόμα μια συγκλονιστική και πραγματική διήγηση του πατρός Στεφάνου Αναγνωστολπούλου το 2003 και με πολλά διδακτικά συμπερασματα για όλους μας για την υπομονή και τη δοξολογία στις θλίψεις και τις στεναχώριες μας (Πηγή: http://agia-varvara.blogspot.com/2003/03/blog-post.html)
"...Πριν από χρόνια βρέθηκα σ’ ένα νοσοκομείο για να εξομολογήσω εκτάκτως έναν ετοιμοθάνατο από καρκίνο.Και ήτο μόνος εις το θάλαμο, το διπλανό κρεβάτι ήταν άδειο, και έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας και μου εξομολογήθηκε τα εξής.
Είμαι εδώ περίπου ένα μήνα, και είχα στο διπλανό κρεβάτι για σύντροφο έναν αρκετά μεγάλον άνθρωπο, γύρω στα ογδόντα χρόνια. Εγώ είμαι σαράντα δύο ετών.
Εκείνος μέσα στους φρικτούς πόνους που είχε, έλεγε συνεχώς «Δόξα σοι ο Θεός, Δόξα σοι ο Θεός, Δόξα σοι ο Θεός», και έλεγε και διάφορες άλλες προσευχές και ανεπαύετο και ξεκουράζετο και γω δεν ξέρω με ποιόν τρόπον, αντιθέτως δε εγώ αγανακτούσα, όχι μόνον από τους πόνους τους φρικτούς που είχα, αλλά και γιατί έβλεπα αυτόν τον συνασθενή μου να δοξολογεί συνεχώς τον Θεόν.
Και του έλεγα «σκάσε επιτέλους να λές αυτό το «δόξα σοι ο Θεός», δε βλέπεις πως αυτός ο Θεός μας βασανίζει».
«Δεν μας βασανίζει». Απλώς μας καθαρίζει από την βρωμιά. Και αν ησχολήσω με καμία σκληρή δουλειά, όπου τα ρούχα σου και το σώμα σου θα βρωμούσαν κυριολεκτικώς και θα εχρειάζεσο μία σκληρή βούρτσα για να καθαριστείς καλά, και συ και το σώμα σου και τα ρούχα σου, κατά τον ίδιον τρόπον λοιπόν και ο Θεός χρησιμοποιεί, την αρρώστια σαν ευεργετικό καθαρισμό της ψυχής, για να την προετοιμάσει για την Βασιλεία των Ουρανών.»
«Δεν πιστεύω σε τίποτα, ούτε στον Θεόν, ούτε σ’ αυτά τα κολοκύθια που μου λές περί Βασιλείας του Θεού σου».
«Ε, τότε θα περιμένεις να δεις τον τρόπον με τον οποίον εγώ θα αποχωριστώ από το σώμα».
Και η ημέρα αυτή έφτασε. Και θέλησαν μέσα στο νοσοκομείο όπως ήταν και καθήκον τους να βάλλουν ένα παραβάν, - αλλά διαμαρτυρήθηκε ο εν λόγω κύριος του οποίου το όνομα αν δεν απατώμαι ήτο Ξενοφών, και είπε -
«όχι, δεν θέλω (το παραβάν), θέλω να δω πως αυτός ο άνθρωπος θα πεθάνει».
Και πράγματι λοιπόν έφτασε η στιγμή αυτή, την ώρα του θανάτου. Δοξολογούσε συνεχώς τον Θεόν, άρχισε να λέγει τους Χαιρετισμούς, είπε το «Θεοτόκε Παρθένε», σταύρωσε … εσταυρώνετο συνεχώς, έκαμε το σημείον του Σταυρού, σήκωσε για μια στιγμή τα χέρια ψηλά και είπε
«Καλώς τον άγγελόν μου, σε ευχαριστώ που ήρθες, με τόση λαμπρά συνοδεία να πάρεις και να παραλάβεις την ψυχή μου. Σε ευχαριστώ πολύ».
Έκαμε το σημείον του Σταυρού, σηκώθηκε ψηλά, σήκωσε τα χέρια του, ξάπλωσε, τα σταύρωσε και εκοιμήθη.
Και ξαφνικά το δωμάτιο, λέγει, μαρτυρώντας ο Ξενοφών ο ασθενής, ο άπιστος και ο άθεος και βλάσφημος, ότι το δωμάτιο έλαμψε περισσότερο από ότι αν το φώτιζε ένας μεσημεριάτικος ήλιος. Σαν να ήταν δέκα ήλιοι και περισσότερο. Τόσο πολύ φωτίστηκε το δωμάτιο. Για λίγο βέβαια, γιατί έσβησε το φως, ήρθε η φυσική κατάστασις, αλλά το δωμάτιο όμως εκείνο, επλημμύρισε από ευωδία, η οποία σκορπίστηκε σε όλο το διάδρομο, και έτρεχαν οι άλλοι ασθενείς να διαπιστώσουν από πού εξήρχετο αυτή η άρρητος ευωδία.
«Έτσι πάτερ μου επίστευσα, γι’ αυτό και σε φώναξα για να εξομολογηθώ. Αλλά το απόγευμα της ίδια μέρας, τάβαλα με τους δικούς μου, τάβαλα με τον πατέρα μου, με τη μάνα μου, με τα μεγαλύτερα τα αδέλφια μου, με τους συγγενείς και τους φίλους και τους φώναζα και τους έλεγα, γιατί δεν μου μιλήσατε για τον Θεόν. Ότι υπάρχει Θεός και υπάρχει και θάνατος, και κάποτε αυτή η ψυχή θα χωριστεί από το σώμα για να δώσει το λόγο της, γιατί με οδηγούσατε εσείς με τις συμβουλές σας και με τους τρόπους σας, και με την ίδια σας την διαγωγή μέσα στους δρόμους της αμαρτίας, στα καπηλιά και στα κέντρα της διασκεδάσεως, μέσα στην αμαρτία, στην ανηθικότητα, στη βρωμιά, στην κλεψιά, στην απάτη, στο ψέμα, στη συκοφαντία, στην κακία, στην υπερηφάνεια, στην κενοδοξία, στον εγωισμό, στο πείσμα… Γιατί δεν μου διδάξατε την αρετή, γιατί δεν μου διδάξατε την αγάπη, γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Χριστό, γιατί;
Αλλά το έλεος του Θεού όμως ήτο μεγάλο. Ήτο μεγάλο.
Και η εξομολόγησή του ήτο ειλικρινής, και σε δυο τρείς μέρες που έφυγε από αυτόν εδώ τον κόσμο ο Ξενοφών, εδοξολογούσε και αυτός τον Θεόν και εκοιμήθη ησύχως..."
Σημείωση efthumhs: Στο site της πηγής υπάρχει μια ακόμα σχετική διήγηση
"...Πριν από χρόνια βρέθηκα σ’ ένα νοσοκομείο για να εξομολογήσω εκτάκτως έναν ετοιμοθάνατο από καρκίνο.Και ήτο μόνος εις το θάλαμο, το διπλανό κρεβάτι ήταν άδειο, και έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας και μου εξομολογήθηκε τα εξής.
Είμαι εδώ περίπου ένα μήνα, και είχα στο διπλανό κρεβάτι για σύντροφο έναν αρκετά μεγάλον άνθρωπο, γύρω στα ογδόντα χρόνια. Εγώ είμαι σαράντα δύο ετών.
Εκείνος μέσα στους φρικτούς πόνους που είχε, έλεγε συνεχώς «Δόξα σοι ο Θεός, Δόξα σοι ο Θεός, Δόξα σοι ο Θεός», και έλεγε και διάφορες άλλες προσευχές και ανεπαύετο και ξεκουράζετο και γω δεν ξέρω με ποιόν τρόπον, αντιθέτως δε εγώ αγανακτούσα, όχι μόνον από τους πόνους τους φρικτούς που είχα, αλλά και γιατί έβλεπα αυτόν τον συνασθενή μου να δοξολογεί συνεχώς τον Θεόν.
Και του έλεγα «σκάσε επιτέλους να λές αυτό το «δόξα σοι ο Θεός», δε βλέπεις πως αυτός ο Θεός μας βασανίζει».
«Δεν μας βασανίζει». Απλώς μας καθαρίζει από την βρωμιά. Και αν ησχολήσω με καμία σκληρή δουλειά, όπου τα ρούχα σου και το σώμα σου θα βρωμούσαν κυριολεκτικώς και θα εχρειάζεσο μία σκληρή βούρτσα για να καθαριστείς καλά, και συ και το σώμα σου και τα ρούχα σου, κατά τον ίδιον τρόπον λοιπόν και ο Θεός χρησιμοποιεί, την αρρώστια σαν ευεργετικό καθαρισμό της ψυχής, για να την προετοιμάσει για την Βασιλεία των Ουρανών.»
«Δεν πιστεύω σε τίποτα, ούτε στον Θεόν, ούτε σ’ αυτά τα κολοκύθια που μου λές περί Βασιλείας του Θεού σου».
«Ε, τότε θα περιμένεις να δεις τον τρόπον με τον οποίον εγώ θα αποχωριστώ από το σώμα».
Και η ημέρα αυτή έφτασε. Και θέλησαν μέσα στο νοσοκομείο όπως ήταν και καθήκον τους να βάλλουν ένα παραβάν, - αλλά διαμαρτυρήθηκε ο εν λόγω κύριος του οποίου το όνομα αν δεν απατώμαι ήτο Ξενοφών, και είπε -
«όχι, δεν θέλω (το παραβάν), θέλω να δω πως αυτός ο άνθρωπος θα πεθάνει».
Και πράγματι λοιπόν έφτασε η στιγμή αυτή, την ώρα του θανάτου. Δοξολογούσε συνεχώς τον Θεόν, άρχισε να λέγει τους Χαιρετισμούς, είπε το «Θεοτόκε Παρθένε», σταύρωσε … εσταυρώνετο συνεχώς, έκαμε το σημείον του Σταυρού, σήκωσε για μια στιγμή τα χέρια ψηλά και είπε
«Καλώς τον άγγελόν μου, σε ευχαριστώ που ήρθες, με τόση λαμπρά συνοδεία να πάρεις και να παραλάβεις την ψυχή μου. Σε ευχαριστώ πολύ».
Έκαμε το σημείον του Σταυρού, σηκώθηκε ψηλά, σήκωσε τα χέρια του, ξάπλωσε, τα σταύρωσε και εκοιμήθη.
Και ξαφνικά το δωμάτιο, λέγει, μαρτυρώντας ο Ξενοφών ο ασθενής, ο άπιστος και ο άθεος και βλάσφημος, ότι το δωμάτιο έλαμψε περισσότερο από ότι αν το φώτιζε ένας μεσημεριάτικος ήλιος. Σαν να ήταν δέκα ήλιοι και περισσότερο. Τόσο πολύ φωτίστηκε το δωμάτιο. Για λίγο βέβαια, γιατί έσβησε το φως, ήρθε η φυσική κατάστασις, αλλά το δωμάτιο όμως εκείνο, επλημμύρισε από ευωδία, η οποία σκορπίστηκε σε όλο το διάδρομο, και έτρεχαν οι άλλοι ασθενείς να διαπιστώσουν από πού εξήρχετο αυτή η άρρητος ευωδία.
«Έτσι πάτερ μου επίστευσα, γι’ αυτό και σε φώναξα για να εξομολογηθώ. Αλλά το απόγευμα της ίδια μέρας, τάβαλα με τους δικούς μου, τάβαλα με τον πατέρα μου, με τη μάνα μου, με τα μεγαλύτερα τα αδέλφια μου, με τους συγγενείς και τους φίλους και τους φώναζα και τους έλεγα, γιατί δεν μου μιλήσατε για τον Θεόν. Ότι υπάρχει Θεός και υπάρχει και θάνατος, και κάποτε αυτή η ψυχή θα χωριστεί από το σώμα για να δώσει το λόγο της, γιατί με οδηγούσατε εσείς με τις συμβουλές σας και με τους τρόπους σας, και με την ίδια σας την διαγωγή μέσα στους δρόμους της αμαρτίας, στα καπηλιά και στα κέντρα της διασκεδάσεως, μέσα στην αμαρτία, στην ανηθικότητα, στη βρωμιά, στην κλεψιά, στην απάτη, στο ψέμα, στη συκοφαντία, στην κακία, στην υπερηφάνεια, στην κενοδοξία, στον εγωισμό, στο πείσμα… Γιατί δεν μου διδάξατε την αρετή, γιατί δεν μου διδάξατε την αγάπη, γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Χριστό, γιατί;
Αλλά το έλεος του Θεού όμως ήτο μεγάλο. Ήτο μεγάλο.
Και η εξομολόγησή του ήτο ειλικρινής, και σε δυο τρείς μέρες που έφυγε από αυτόν εδώ τον κόσμο ο Ξενοφών, εδοξολογούσε και αυτός τον Θεόν και εκοιμήθη ησύχως..."
Σημείωση efthumhs: Στο site της πηγής υπάρχει μια ακόμα σχετική διήγηση
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 963
- Εγγραφή: Σάβ Ιαν 31, 2009 1:23 pm
- Τοποθεσία: Κορινθία
Re: Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Συγκλονιστικό!
ΔΟΨΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ
ΔΟΨΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ
Λογίζομαι γάρ ότι ουκ άξια τά παθήματα του νυν καιρού πρός τήν μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 6173
- Εγγραφή: Παρ Ιουν 19, 2009 12:19 pm
Re: Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΝΑ ΣΗΜΕΙΩΣΩ ΚΑΙ ΕΓΩAndreasmas έγραψε:Συγκλονιστικό!
ΔΟΨΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ
ΔΟΨΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ ΤΟ ΘΕΜΑ ΔΕΝ ΣΗΚΩΝΕΙ ΓΕΛΑΚΙΑ
ΔΟΞΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ
ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΑΝΔΡΕΑ
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 963
- Εγγραφή: Σάβ Ιαν 31, 2009 1:23 pm
- Τοποθεσία: Κορινθία
Re: Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Καλή σου μέρα καλέ μου αδελφέ Βασίλη!
Πότε θα έλθει όμως κι αυτός ο Μάιος!
Σαν πολύ δεν αργεί;
Πότε θα έλθει όμως κι αυτός ο Μάιος!
Σαν πολύ δεν αργεί;
Λογίζομαι γάρ ότι ουκ άξια τά παθήματα του νυν καιρού πρός τήν μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 963
- Εγγραφή: Σάβ Ιαν 31, 2009 1:23 pm
- Τοποθεσία: Κορινθία
Re: Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Καλή σου μέρα καλέ μου αδελφέ Βασίλη!
Πότε θα έλθει όμως κι αυτός ο Μάιος!
Σαν πολύ δεν αργεί;
Πότε θα έλθει όμως κι αυτός ο Μάιος!
Σαν πολύ δεν αργεί;
Λογίζομαι γάρ ότι ουκ άξια τά παθήματα του νυν καιρού πρός τήν μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 963
- Εγγραφή: Σάβ Ιαν 31, 2009 1:23 pm
- Τοποθεσία: Κορινθία
Re: Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Όταν βιάζεσαι να τα αποτελέσματα
Λογίζομαι γάρ ότι ουκ άξια τά παθήματα του νυν καιρού πρός τήν μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 25441
- Εγγραφή: Παρ Απρ 13, 2007 5:00 am
- Τοποθεσία: Απόστολος @ Άγιος Δημήτριος (Μπραχάμι)
Re: Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Να 'σαι καλά ρε Ευθύμη για τα κείμενα που μας παραθέτεις!
Μελίζεται και διαμερίζεται ο Αμνός του Θεού, ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανόμενος, αλλά τους μετέχοντας αγιάζων.
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1547
- Εγγραφή: Δευ Δεκ 18, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα
Re: Έξοδος ψυχής δικαίου σε νοσοκομείο - πραγματικό περιστατικό
Ακόμα ένα θαυμαστό σύγχρονο περιστατικό έξόδου δικαίου σε νοσοκομείο (στην Πάτρα αυτή τη φορά). Το διηγείται - ποιος άλλος - ο πατηρ Στέφανος Αναγνωστόπουλος στο http://agia-varvara.blogspot.com/2009/0 ... st_01.html με αφορμή τη διήγηση του βίου του Αγίου Τρύφωνος.
"...Το Σεπτέμβριο που μας πέρασε του ’08, μια οικογένεια με καταγωγή απ’ τα Καλάβρυτα, ήλθε να προσκυνήσει στο μοναστήρι της Παναγίας της Βαρνάκωβας (σημείωση eftumhs: στη Φωκίδα). Εκεί μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, μπροστά στην γερόντισσα, και σε άλλες αδελφές, αυθόρμητα η μητέρα, καθώς και η κόρη, μάνα και κόρη ήτανε, μια κοπέλα γύρω στα τριάντα, ενώ ήσαν ακόμα μέσα στην εκκλησία, θέλησαν να διηγηθούν μια εμπειρία τους, από τον θάνατον του πατέρα τους. Πολύ ωφέλιμη διήγησις. Γιατί ήταν ζωντανή η μαρτυρία. Μαζί τους την απόλαυσα.
Ο άνδρας μου, λέει, υπήρξε ένας εκλεκτός άνθρωπος και χριστιανός, με τακτικό εκκλησιασμό, με εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία. Τις κρυφές του ελεημοσύνες δεν τις ξέρω. Βασανίστηκε για οκτώ ολόκληρα χρόνια από καρκίνο, χωρίς να γογγύσει. Προσηύχετο ανελλιπώς, και επειδή δεν ήξερε άλλες προσευχές, έλεγε το «Πάτερ ημών». Να λοιπόν, άλλος άγιος Τρύφων
- «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η Βασιλεία Σου,» και ξανά πάλι, και ξανά πάλι, και ξανά πάλι. έτσι :
- Βρέ πατέρα, υπάρχουν και άλλες, να δε διαβάζεις εδώ…
- Όχι, όχι αυτό εμένα με ξεκουράζει, με αναπαύει, αφήστε με.
Το τελευταίο καιρό νοσηλευόταν στο νοσοκομείο του Αγίου Ανδρέου στην Πάτρα. Κι εκεί στο κρεβάτι του πόνου, ψέλλιζαν συνεχώς τα χείλη του «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς». Μια μέρα λέει η μητέρα, αντίκρισα το εξής. Μπαίνοντας μέσα στο θάλαμο, που είχε τέσσερα κρεβάτια, μια φωτεινή νεφέλη, μπήκε στο δωμάτιο ανάλαφρη, που μ’ έκανε και μένα να νοιώσω κάποια άγνωστη ευχαρίστηση και δροσιά, και τύλιξε το κρεβάτι του άρρωστου συζύγου μου. Έμεινα κατάπληκτη αλλά δε μίλησα. Μετά από λίγη ώρα, αυτή η νεφέλη εξαφανίστηκε απ’ το δωμάτιο, χωρίς να είναι τα παράθυρα ανοικτά, ούτε απ’ τα παράθυρα, ούτε απ’ τους τοίχους, ούτε απ’ την πόρτα, απ’ το πουθενά ήρθε, απ’ το πουθενά έφυγε. Το εμπιστεύτηκα στην κόρη μου από δω, και ας σας διηγηθεί λέει αυτή τα παρακάτω.
Και λέει τώρα, ομιλεί πλέον η κόρη. Όταν μου είπε η μητέρα μου, το και το, δεν το πήρα στα σοβαρά και της είπα,
- Ω καημένη μάνα, απ’ την κούραση τζάμωσαν τα τζάμια σου και δεν έβλεπες καλά !
Την άλλη μέρα όμως, όταν μπήκα στο θάλαμο του πατέρα μου, είδα και γω το ίδιο θέαμα. Όλο το κρεβάτι του ήταν τυλιγμένο, σαν με ομίχλη φωτεινή, λαμπερή. Φωτεινή μεν νεφέλη, αλλά πυκνή. Τόσο πυκνή, που δεν φαινόταν ο πατέρας μου. Και να φανταστείτε, πως τον αδελφό μου, που καθόταν δίπλα του σε μια καρέκλα, τον έβλεπα από τα μάτια και πάνω. Σώμα δε φαινόταν. Ήταν κι αυτό μέσα στην φωτεινή ομίχλη, την πυκνή.
Από την έκπληξή μου, ταράχτηκα τόσο πολύ ώστε κόντεψα να πέσω, κι έπιασα τα κάγκελα του κρεβατιού για να μη σωριαστώ κάτω. Μετά από λίγο, τα πάντα εξαφανίστηκαν, και ήταν όπως συνήθως.
Τις τελευταίες μέρες ο πατέρας μου, πολύ ήρεμα συμβούλευε την από δω μητέρα μου, και της έλεγε:
-«Γυναίκα πρόσεξε!». «Πρόσεξε πολύ, σαν θα φύγω, δεν θέλω φωνές και τσιρίδες. Και συ και τα παιδιά θα είστε απολύτως ήσυχοι. Θα γονατίσετε και θα προσεύχεστε.»
Ακούσατε τι είπε ο ετοιμοθάνατος; «Θα γονατίστε και θα προσεύχεστε.» Η μάνα μου όμως σαν τον είδε να παίρνει την τελευταία του αναπνοή και να εκπνέει, πανικόβλητη βγήκε από το δωμάτιο, για να φωνάξει τους γιατρούς. Μεσ’ την ταραχή που είχε, μόλις βγήκε απ’ την πόρτα, σωριάστηκε κάτω φωνάζοντας και το όνομα του ανδρός. Δημήτρηηηηη ! τσιρίζοντας βέβαια. Εγώ ούτε που σηκώθηκα να τρέξω κοντά στη σωριασμένη μάνα μου. Όλη η προσοχή μου ήταν στον πατέρα μου, που φαινόταν, που έδειχνε, σαν να είχε πεθάνει. Με τη φωνή όμως που έβγαλε η μάνα μου, συνέβη κάτι το καταπληκτικό. Βλέπω το στήθος του πατέρα μου να φουσκώνει παράξενα, και σε λίγο σα να επανήρχετο στη ζωή. Ανοίγει τα μάτια του και επιτακτικά μου είπε :
- Πού είναι η μάνα σου; Ταραγμένη εγώ του είπα ότι βγήκε έξω. Τότε επανέλαβε σοβαρά :
- Θέλω τη γυναίκα μου, τη μάνα σου. Φώναξέ την αμέσως.
Τότε έτρεξα έξω, την είδα σε ένα φορείο και πάνω της οι γιατροί προσπαθούσαν να την συνεφέρουν. Όταν όμως άκουσε ότι την ζητούσε ο πατέρας μου, αμέσως συνήλθε, πήδηξε από το φορείο, και έτρεξε στο δωμάτιό του. Εκείνος ήρεμος αλλά εξαντλημένος, όταν την είδε, χωρίς να μιλήσει, σήκωσε το χέρι του και το κίνησε σα να έλεγε, έτσι, «θέλεις ξύλο». Όταν συνήλθε περισσότερο, ύστερα από καμιά ώρα, παραπονέθηκε και της είπε:
- «Δεν σου είπα βρε γυναίκα, να είσαι ήσυχη και να μην φωνάξεις και να μην τσιρίξεις; Με γύρισες πίσω !!! Είχα πάει σε ένα πολύ ωραίο μέρος, γεμάτο φως θεϊκό! Και δεν ήθελα να γυρίσω πίσω με τίποτα. Άμα πας στον παράδεισο, δεν θέλεις να γυρίσεις πίσω. Το κατάλαβες αυτό γυναίκα;»
Έζησε μερικές μέρες ακόμα, αλλά βασανίστηκε πολύ, παραταύτα όμως, εξακολουθουσε να προσεύχεται με το «Πάτερ ημών εν τοις ουρανοίς». Ξέχασα να σας πω ότι σε όλο αυτό το διάστημα, έτσι παραμονής του στο νοσοκομείο κοινωνούσε τακτικά.
Την τελευταία ημέρα ήταν απόλυτα ήρεμος και χωρίς πόνο, και είχε μία πληρεστάτη διαύγεια.
Ρώτησε για μια στιγμή,
- Τι ώρα είναι;
Του λένε,
- Έξι και είκοσι.
- Πρωί ή βράδυ;
- Απόγευμα, του λέει η κόρη, πατέρα, απόγευμα είναι.
Τότε πλησίασε τις δύο παλάμες και τις κύλισε τη μια αριστερά και την άλλη δεξιά, που σημαίνει «ήρθε το τέλος», κάπως έτσι, με συγχωρείτε δεν μπορώ να ανοίξω το άλλο το χέρι, έτσι.
- Τελειώσαμε.
Και ξανασταύρωσε τα χέρια πάνω στο στήθος του. Μας κοίταξε με αγάπη και είπε τις τελευταίες λέξεις με μια απέραντη γαλήνη.
- Και τώρα καληνύχτα. Καλή αντάμωση στον Παράδεισο! Σας αγαπώ!
Και ξέπνευσε, χωρίς το καταλάβομε. Εμείς νομίζαμε πως νύσταξε και κοιμήθηκε. Εκείνος όμως πέρασε στην αιωνιότητα τόσο ήρεμα που κανείς από μας, τόσο αμαρτωλοί ήμαστε, δεν το πήραμε είδηση. Ο Θεός του χάρισε ειρηνικό και ευλογημένο τέλος όλων των αγώνων του, της αγόγγυστης υπομονής του, της πίστεώς του, και της μετανοίας του, και της συνεχούς προσευχής του. Για τις άλλες αρετές δεν γνωρίζουμε τίποτα, μόνον αυτός και ο Θεός...."
"...Το Σεπτέμβριο που μας πέρασε του ’08, μια οικογένεια με καταγωγή απ’ τα Καλάβρυτα, ήλθε να προσκυνήσει στο μοναστήρι της Παναγίας της Βαρνάκωβας (σημείωση eftumhs: στη Φωκίδα). Εκεί μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, μπροστά στην γερόντισσα, και σε άλλες αδελφές, αυθόρμητα η μητέρα, καθώς και η κόρη, μάνα και κόρη ήτανε, μια κοπέλα γύρω στα τριάντα, ενώ ήσαν ακόμα μέσα στην εκκλησία, θέλησαν να διηγηθούν μια εμπειρία τους, από τον θάνατον του πατέρα τους. Πολύ ωφέλιμη διήγησις. Γιατί ήταν ζωντανή η μαρτυρία. Μαζί τους την απόλαυσα.
Ο άνδρας μου, λέει, υπήρξε ένας εκλεκτός άνθρωπος και χριστιανός, με τακτικό εκκλησιασμό, με εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία. Τις κρυφές του ελεημοσύνες δεν τις ξέρω. Βασανίστηκε για οκτώ ολόκληρα χρόνια από καρκίνο, χωρίς να γογγύσει. Προσηύχετο ανελλιπώς, και επειδή δεν ήξερε άλλες προσευχές, έλεγε το «Πάτερ ημών». Να λοιπόν, άλλος άγιος Τρύφων
- «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η Βασιλεία Σου,» και ξανά πάλι, και ξανά πάλι, και ξανά πάλι. έτσι :
- Βρέ πατέρα, υπάρχουν και άλλες, να δε διαβάζεις εδώ…
- Όχι, όχι αυτό εμένα με ξεκουράζει, με αναπαύει, αφήστε με.
Το τελευταίο καιρό νοσηλευόταν στο νοσοκομείο του Αγίου Ανδρέου στην Πάτρα. Κι εκεί στο κρεβάτι του πόνου, ψέλλιζαν συνεχώς τα χείλη του «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς». Μια μέρα λέει η μητέρα, αντίκρισα το εξής. Μπαίνοντας μέσα στο θάλαμο, που είχε τέσσερα κρεβάτια, μια φωτεινή νεφέλη, μπήκε στο δωμάτιο ανάλαφρη, που μ’ έκανε και μένα να νοιώσω κάποια άγνωστη ευχαρίστηση και δροσιά, και τύλιξε το κρεβάτι του άρρωστου συζύγου μου. Έμεινα κατάπληκτη αλλά δε μίλησα. Μετά από λίγη ώρα, αυτή η νεφέλη εξαφανίστηκε απ’ το δωμάτιο, χωρίς να είναι τα παράθυρα ανοικτά, ούτε απ’ τα παράθυρα, ούτε απ’ τους τοίχους, ούτε απ’ την πόρτα, απ’ το πουθενά ήρθε, απ’ το πουθενά έφυγε. Το εμπιστεύτηκα στην κόρη μου από δω, και ας σας διηγηθεί λέει αυτή τα παρακάτω.
Και λέει τώρα, ομιλεί πλέον η κόρη. Όταν μου είπε η μητέρα μου, το και το, δεν το πήρα στα σοβαρά και της είπα,
- Ω καημένη μάνα, απ’ την κούραση τζάμωσαν τα τζάμια σου και δεν έβλεπες καλά !
Την άλλη μέρα όμως, όταν μπήκα στο θάλαμο του πατέρα μου, είδα και γω το ίδιο θέαμα. Όλο το κρεβάτι του ήταν τυλιγμένο, σαν με ομίχλη φωτεινή, λαμπερή. Φωτεινή μεν νεφέλη, αλλά πυκνή. Τόσο πυκνή, που δεν φαινόταν ο πατέρας μου. Και να φανταστείτε, πως τον αδελφό μου, που καθόταν δίπλα του σε μια καρέκλα, τον έβλεπα από τα μάτια και πάνω. Σώμα δε φαινόταν. Ήταν κι αυτό μέσα στην φωτεινή ομίχλη, την πυκνή.
Από την έκπληξή μου, ταράχτηκα τόσο πολύ ώστε κόντεψα να πέσω, κι έπιασα τα κάγκελα του κρεβατιού για να μη σωριαστώ κάτω. Μετά από λίγο, τα πάντα εξαφανίστηκαν, και ήταν όπως συνήθως.
Τις τελευταίες μέρες ο πατέρας μου, πολύ ήρεμα συμβούλευε την από δω μητέρα μου, και της έλεγε:
-«Γυναίκα πρόσεξε!». «Πρόσεξε πολύ, σαν θα φύγω, δεν θέλω φωνές και τσιρίδες. Και συ και τα παιδιά θα είστε απολύτως ήσυχοι. Θα γονατίσετε και θα προσεύχεστε.»
Ακούσατε τι είπε ο ετοιμοθάνατος; «Θα γονατίστε και θα προσεύχεστε.» Η μάνα μου όμως σαν τον είδε να παίρνει την τελευταία του αναπνοή και να εκπνέει, πανικόβλητη βγήκε από το δωμάτιο, για να φωνάξει τους γιατρούς. Μεσ’ την ταραχή που είχε, μόλις βγήκε απ’ την πόρτα, σωριάστηκε κάτω φωνάζοντας και το όνομα του ανδρός. Δημήτρηηηηη ! τσιρίζοντας βέβαια. Εγώ ούτε που σηκώθηκα να τρέξω κοντά στη σωριασμένη μάνα μου. Όλη η προσοχή μου ήταν στον πατέρα μου, που φαινόταν, που έδειχνε, σαν να είχε πεθάνει. Με τη φωνή όμως που έβγαλε η μάνα μου, συνέβη κάτι το καταπληκτικό. Βλέπω το στήθος του πατέρα μου να φουσκώνει παράξενα, και σε λίγο σα να επανήρχετο στη ζωή. Ανοίγει τα μάτια του και επιτακτικά μου είπε :
- Πού είναι η μάνα σου; Ταραγμένη εγώ του είπα ότι βγήκε έξω. Τότε επανέλαβε σοβαρά :
- Θέλω τη γυναίκα μου, τη μάνα σου. Φώναξέ την αμέσως.
Τότε έτρεξα έξω, την είδα σε ένα φορείο και πάνω της οι γιατροί προσπαθούσαν να την συνεφέρουν. Όταν όμως άκουσε ότι την ζητούσε ο πατέρας μου, αμέσως συνήλθε, πήδηξε από το φορείο, και έτρεξε στο δωμάτιό του. Εκείνος ήρεμος αλλά εξαντλημένος, όταν την είδε, χωρίς να μιλήσει, σήκωσε το χέρι του και το κίνησε σα να έλεγε, έτσι, «θέλεις ξύλο». Όταν συνήλθε περισσότερο, ύστερα από καμιά ώρα, παραπονέθηκε και της είπε:
- «Δεν σου είπα βρε γυναίκα, να είσαι ήσυχη και να μην φωνάξεις και να μην τσιρίξεις; Με γύρισες πίσω !!! Είχα πάει σε ένα πολύ ωραίο μέρος, γεμάτο φως θεϊκό! Και δεν ήθελα να γυρίσω πίσω με τίποτα. Άμα πας στον παράδεισο, δεν θέλεις να γυρίσεις πίσω. Το κατάλαβες αυτό γυναίκα;»
Έζησε μερικές μέρες ακόμα, αλλά βασανίστηκε πολύ, παραταύτα όμως, εξακολουθουσε να προσεύχεται με το «Πάτερ ημών εν τοις ουρανοίς». Ξέχασα να σας πω ότι σε όλο αυτό το διάστημα, έτσι παραμονής του στο νοσοκομείο κοινωνούσε τακτικά.
Την τελευταία ημέρα ήταν απόλυτα ήρεμος και χωρίς πόνο, και είχε μία πληρεστάτη διαύγεια.
Ρώτησε για μια στιγμή,
- Τι ώρα είναι;
Του λένε,
- Έξι και είκοσι.
- Πρωί ή βράδυ;
- Απόγευμα, του λέει η κόρη, πατέρα, απόγευμα είναι.
Τότε πλησίασε τις δύο παλάμες και τις κύλισε τη μια αριστερά και την άλλη δεξιά, που σημαίνει «ήρθε το τέλος», κάπως έτσι, με συγχωρείτε δεν μπορώ να ανοίξω το άλλο το χέρι, έτσι.
- Τελειώσαμε.
Και ξανασταύρωσε τα χέρια πάνω στο στήθος του. Μας κοίταξε με αγάπη και είπε τις τελευταίες λέξεις με μια απέραντη γαλήνη.
- Και τώρα καληνύχτα. Καλή αντάμωση στον Παράδεισο! Σας αγαπώ!
Και ξέπνευσε, χωρίς το καταλάβομε. Εμείς νομίζαμε πως νύσταξε και κοιμήθηκε. Εκείνος όμως πέρασε στην αιωνιότητα τόσο ήρεμα που κανείς από μας, τόσο αμαρτωλοί ήμαστε, δεν το πήραμε είδηση. Ο Θεός του χάρισε ειρηνικό και ευλογημένο τέλος όλων των αγώνων του, της αγόγγυστης υπομονής του, της πίστεώς του, και της μετανοίας του, και της συνεχούς προσευχής του. Για τις άλλες αρετές δεν γνωρίζουμε τίποτα, μόνον αυτός και ο Θεός...."