Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία στον 20ο αιώνα

Ότι έχει σχέση με την Ορθοδοξία γενικότερα.

Συντονιστές: konstantinoupolitis, Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
ψυχουλα
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 2324
Εγγραφή: Σάβ Δεκ 06, 2008 11:36 am
Τοποθεσία: Αθήνα

Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία στον 20ο αιώνα

Δημοσίευση από ψυχουλα »

ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΔΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΠΑΣΙΟΥΔΗ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΕΙΚΟΣΤΟ ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
(Φαινομενολογία, Πνευματικότητα, New Age και σύγχρονη Ορθόδοξη θεολογία)
Διάλεξη στα πλαίσια της εκδήλωσης προς τιμήν των Τριών Ιεραρχών,
Bielefeld, 04.02.2001

ΠΗΓΗ: http://www.orthodoxie.net/gr/Texte/Text ... on_Gr.html

"........................Στον επιστημονικό τομέα η θεωρία της σχετικότητας του Einstein θέτει σε αμφισβήτηση το κοσμοείδωλο της επιστημονικής κοινότητας και αρχίζει να κλονίζει επιστημονικά τα θεμέλια του θετικισμού. Στο επίπεδο της θεωρητικής και φιλοσοφικής σκέψης εμφανίζεται ο Edmund Husserl, ο οποίος θεμελιώνει τη Φαινομενολογία. Η Φαινομενολογία είναι καταρχήν μία μέθοδος ερμηνείας. Αντιδρώντας στο ψυχολογισμό και τη σχετικοποίηση από το Ρομαντισμό η Φαινομενολογική Ερμηνευτική προσπαθεί να προχωρήσει πέρα από κάθε μορφή είτε αντικειμενοποίησης είτε υποκειμενοποίησης της πραγματικότητας. Κατά κοινή διαπίστωση όλων των ιστορικών της Φιλοσοφίας το έργο του Husserl αποτελεί μία αντίδραση και μία προσπάθεια υπέρβασης του κυρίαρχου μέχρι τότε καρτεσιανού διαχωρισμού υποκειμένου-αντικειμένου στην ερμηνεία του κόσμου, διαχωρισμού που αποτέλεσε τη βάση του Ορθολογισμού και του θετικισμού και ολόκληρης της δυτικής φιλοσοφικής σκέψης από το 17ο αιώνα και εξής. Με τη Φαινομενολογία η αξία της προσωπικής εμπειρίας του υποκειμένου επαναθεωρείται επιστημονικά και επανεκτιμάται με βάση συγκεκριμένους κανόνες οι οποίοι δεν επιτρέπουν τη διολίσθηση στην υποκειμενοποίηση. Η Φαινομενολογία δίδει το σύνθημα για «επιστροφή στα φαινόμενα». Προσπαθεί να ανακαλύψει την «ουσία» των φαινομένων, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή και αξία στον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο γίνονται αντιληπτά. Ο τρόπος αυτός δεν είναι τυχαίος. Αντίθετα, ανήκει στην ίδια την 'ουσία' του πράγματος. Η Φαινομενολογία δεν εφαρμόζει a priori θέσεις και απόψεις στην ερμηνεία των φαινομένων, αλλά προσπαθεί να τα αφήσει 'να μιλήσουν μόνα τους'.

Η μέθοδος αυτή άνοιξε το δρόμο για μια επανεκτίμηση του θρησκευτικού βιώματος και του θρησκευτικού φαινομένου γενικότερα, το οποίο στα πλαίσια της προϊούσας ατομικοποίησης του δυτικού πολιτισμού, του ορθολογισμού, του θετικισμού και του ρομαντισμού, είχε παραμεριστεί στα άκρα του ενδιαφέροντος, θεωρούμενο ως μία υπόθεση ατομική και υποκειμενική, ανάξια επιστημονικής ενασχόλησης και έρευνας. Για το λόγο αυτό η μέθοδος της Φαινομενολογίας υιοθετήθηκε με ενθουσιασμό από τους θρησκειολόγους και τους θεολόγους για την αποψυχολογικοποίηση του θρησκευτικού φαινομένου και την εύρεση μιας κατάλληλης γλώσσας και μεθόδου για την επιστημονική περιγραφή του.

Η μέθοδος αυτή της Φαινομενολογίας, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στην επιστήμη της Γλωσσολογίας, στην επιστήμη της μελέτης των Πολιτισμών διαφόρων μη ευρωπαϊκών λαών, στη Σημειολογία, την Επιστημολογία, αλλά και τις ανατροπές στις φυσικές επιστήμες μέσω νέων θεωριών (θεωρία σχετικότητας, κβαντοφυσική κλπ.) διαμόρφωσαν νέα δεδομένα για την ερμηνεία του κόσμου. Στις παραπάνω επιστημονικές εξελίξεις, τις οποίες αναφέρουμε μόνο ονομαστικά για να μη μακρύνουμε το λόγο, θα πρέπει να προστεθεί και η κριτική (αυτοκριτική) του δυτικού πολιτισμού και της εξέλιξης του από τον Υπαρξισμό και άλλα φιλοσοφικά ρεύματα του 20ου αιώνα, καθώς βεβαίως και από τις Τέχνες και τα Γράμματα.

Τα νέα αυτά δεδομένα έχουν κλονίσει επιστημονικά και φιλοσοφικά τον Ορθολογισμό, την Ατομικοποίηση, το θετικισμό του δυτικού πολιτισμού, την αισιοδοξία και πίστη του στην αέναη πρόοδο. Το πρόβλημα ωστόσο βρίσκεται στο γεγονός ότι τα παραπάνω θεμέλια του δυτικού πολιτισμού στηρίζουν και στηρίζονται ακόμη από την Οικονομία του και τη (βασικά) συνδεδεμένη μ' αυτήν έρευνα και ανάπτυξη των Επιστημών, την πρόοδο της τεχνολογίας και την Πολιτική. Η Οικονομία, η Πολιτική και μερίδα της Επιστήμης συνεχίζουν ακόμη να στηρίζουν τους μύθους που δημιούργησε η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός με τον Ορθολογισμό και το θετικισμό για μια επίγεια ευτυχία του ανθρώπου και της κοινωνίας του. Και αυτό παρά τις τραγικές διαψεύσεις μέσω της φρίκης των δύο παγκοσμίων πολέμων, των πολλών φρικτών πολέμων που λαμβάνουν χώρα σε διάφορα σημεία του πλανήτη μας, των οικολογικών καταστροφών και γενικότερα των συνεπειών της αλόγιστης χρήσης και εκμετάλλευσης της φύσης από τον άνθρωπο, των κοινωνικών προβλημάτων, της αποτυχίας και χρεωκοπίας των ιδεολογιών και των πολιτικών ουτοπιών, κ.ο.κ. Αναρωτιέται κανείς πώς είναι ακόμη δυνατό να πιστεύουμε και να εμπιστευόμαστε ως άτομα και ως κοινωνίες τις αντιλήψεις αυτές. Η απάντηση είναι πώς η ανάπτυξη της τεχνολογίας και οι ευκολίες που αυτή συνεπιφέρει για την καθημερινότητα μας αποτελεί το άλλοθι του σύγχρονου πολιτισμού, ένα γοητευτικό άλλοθι, που αποκοιμίζει τις συνειδήσεις μας γλυκά και ευχάριστα μπροστά στην τηλεόραση ή στον υπολογιστή και τον υπέροχο και απέραντο κόσμο του Internet.

Πολλοί ωστόσο πολίτες αυτού του κόσμου, πολλά μέλη αυτών εδώ των κοινωνιών αισθάνονται μία ανασφάλεια για το μέλλον. Η ανασφάλεια αυτή μεγαλώνει και καταλαμβάνει όλο και περισσότερους ανθρώπους λόγω των αυξανόμενων προβλημάτων και δυσλειτουργιών της εποχής της Παγκοσμιοποίησης. Η ανεργία, οι φυσικές καταστροφές (τεράστιες πλημμύρες, αλλαγή κλίματος, σεισμοί), τα μεγάλα ατυχήματα (αεροπορικά, τρένων κλπ.), το φαινόμενο των νεόπτωχων και η αυξανόμενη ακρίβεια, το ασφαλιστικό πρόβλημα, τα προβλήματα υγείας και κυρίως η εξάπλωση του καρκίνου και του AIDS, όλα αυτά θέτουν τον άνθρωπο και πολίτη των παγκοσμιοποιημένων κοινωνιών των αρχών της τρίτης μετά Χριστόν χιλιετίας μπροστά σε τεράστια ερωτηματικά, μπροστά σε μία υπαρξιακή αγωνία χωρίς τέλος. Και όσο και αν έχει τη δυνατότητα και του έχουν μάθει να ξεγελάει αυτή την αγωνία και να αποσιωπά αυτά τα ερωτήματα, δεν μπορεί να απαλλαγεί από αυτά, γιατί τον τριγυρίζουν σαν τις ερινύες καθημερινά και γίνονται ιδιαίτερα ενοχλητικά.

Στα πλαίσια αυτά παρατηρείται μία αυξανόμενη στροφή του ανθρώπου προς τη θρησκευτικότητα και την πνευματικότητα. Προς κάθε είδος θρησκευτικότητας και πνευματικότητας που μπορεί να χρησιμεύσει ως καταφύγιο και ως ανακούφιση από τα αδιέξοδα και τα προβλήματα της καθημερινότητας, από την υπαρξιακή αγωνία και τρέλας της σύγχρονης ζωής. Έτσι, μία πληθώρα εκπροσώπων διαφόρων θρησκευτικών παραδόσεων και διαφόρων παραδόσεων πνευματικότητας, βλέπουν την κατάσταση ως τη χρυσή ευκαιρία να πάρουν την εκδίκηση τους από το δυτικό πολιτισμό, να ανεβάσουν τη θέση τους, τον κύκλο των ανθρώπων που επηρεάζουν, τους οπαδούς τους, και φυσικά και τα κέρδη τους. Η παγκοσμιοποιημένη αγορά και οι ανάγκες του εμπορίου δημιουργούν τις ιδανικότερες προϋποθέσεις για μία προώθηση του θρησκευτικού φαινομένου και της πνευματικότητας ως εμπορεύματος παυσίπονου και παυσίλυπου, θαυματουργικού, θεραπευτικού, αναγεννητικού. Η αγορά, είτε εκούσια και συνειδητά είτε απλώς επειδή τη βολεύει, δημιούργησε μία νέα θρησκεία, που αποτελεί συνοθύλευμα όλων των θρησκευτικών παραδόσεων, πίστεων και πνευματικοτήτων, τη Νέα Εποχή, το New Age.

«Η Νέα Εποχή αναγγέλλει το Ευχάριστο Νέο της οικουμενικής συμφιλίωσης της ψυχής και του σώματος, του θηλυκού και του αρσενικού, του πνεύματος και της ύλης, του ανθρώπινου και του θεϊκού, της θρησκείας και της επιστήμης, όλων των θρησκειών μεταξύ τους, του γιν και του γιανγκ. Ο άνθρωπος προσεγγίζει, επιτέλους, τις όχθες της ειρηνικής ύπαρξης. Η περιπλάνηση του Οδυσσέα τελειώνει στην Καλυψώ. Η νύχτα της ετερότητας τελειώνει, ιδού οι διαπροσωπικές σχέσεις. Στο Σύμπαν της διαίρεσης της Δύσης αντιτίθεται το Σύμπαν της συμμετοχής της Νέας Εποχής. Βρισκόμαστε στη σφαίρα της απόλυτης ευτυχίας, άρα δεν υπάρχει πια επιθυμία. Όταν, όμως, η επιθυμία πραγματοποιείται, εξακολουθούμε να έχουμε την ανθρώπινη ιδιότητα; Έχουμε την αίσθηση πως από τον πλήρη άνθρωπο της Νέας Εποχής λείπει κάτι και, ίσως, αυτό να είναι η ίδια η έλλειψη!», γράφει ο Michel Lacroix, στο βιβλίο του Το New Age (Αθήνα, Π.Τραυλός-Ε.Κωσταράκη, 1997) (1).

Με το κίνημα της Νέας Εποχής συνεχίζεται ουσιαστικά η πίστη του Διαφωτισμού στην πρόοδο και τη δυνατότητα της επίτευξης της ευτυχίας σ' αυτόν τον κόσμο. Η Νέα Εποχή 'βάζει τα δυνατά' της για να εξισορροπήσει τις αρνητικές συνέπειες της ανάπτυξης του δυτικού πολιτισμού και μας υπόσχεται υγεία και πνευματική ισορροπία ούτως ώστε να μπορέσουμε να απολαύσουμε τα αγαθά του τεχνολογικού κόσμου που επέρχεται. Είναι σαν να μας λέει: 'κάντε λίγη υπομονή! Ο νέος κόσμος έρχεται! Όλα τα προβλήματα της καθημερινότητας θα λυθούν από την Επιστήμη και την Τεχνολογία, ενώ η Πνευματικότητα της Νέας Εποχής θα αναλάβει την ψυχολογική σας υποστήριξη και υγιεία!

Η Νέα Εποχή με τα σύμβολα της, την Τέχνη της, τις τεχνικές χαλάρωσης, αναγέννησης, πνευματικής ανάπτυξης, την εναλλακτική ιατρική, την εναλλακτική (οικολογική) διατροφή έχει βρει τεράστια απήχηση στον απογοητευμένο και αποπροσανατολισμένο σύγχρονο άνθρωπο. Του ανανεώνει τις ελπίδες. Του δίδει νέες δυνάμεις για την καθημερινή του ζωή. Του ανοίγει νέους δρόμους και προοπτικές.

Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι το εξής: αν πράγματι ισχύουν όλα όσα επαγγέλλεται η Νέα Εποχή δεν είναι κάτι το θαυμάσιο; Δεν πρόκειται για μία εκπληκτική πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού, ο οποίος μπροστά στα όρια της ανάπτυξης του δυτικού πολιτισμού κατάφερε να βρει τις δυνάμεις εκείνες που θα τον ανανεώσουν και θα τον εξισορροπήσουν; Μήπως αν όλοι ενστερνιστούμε τα οράματα και τις τεχνικές της Νέας Εποχής καταφέρουμε να πραγματοποιήσουμε τον Παράδεισο επί της γης;

Τα ερωτήματα αυτά είναι πολύ σοβαρά και θα πρέπει να δοθεί μία ικανοποιητική και υπεύθυνη απάντηση. Καταρχήν θα πρέπει να σημειωθεί όσον αφορά τις επαγγελίες της Νέας Εποχής ότι πρόκειται μόνο για υποσχέσεις και ελπίδες, προς το παρόν τουλάχιστον. Οι επιμέρους επιτυχίες των διαφόρων πνευματικοτήτων σε μεμονωμένους ανθρώπους ή σύνολα ανθρώπων δεν θα πρέπει να αγνοούνται, αλλά ούτε και να υπερεκτιμούνται. Για μία συνολική και υπεύθυνη εκτίμηση θα πρέπει να περιμένουμε τον παράγοντα χρόνο. Κατά πόσο θα υπάρξει διάρκεια των όποιων επιτευγμάτων και των όποιων κινήσεων μέσα στο χρόνο;

Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι σε πολλά ζητήματα οι απόψεις των διαφόρων πνευματικοτήτων της Νέας Εποχής κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Η εξισορρόπηση σώματος και ψυχής είναι πράγματι ένα ζητούμενο για το δυτικό πολιτισμό, ο οποίος μέσω της δαιμονοποίησης του σώματος που προήλθε από μία αιρετική, δηλαδή άστοχη, ερμηνεία του Ευαγγελίου και του Χριστιανισμού στα πλαίσια της δυτικής Εκκλησίας (Ρωμαιοκαθολικής και Προτεσταντικής), οδήγησε τον πολιτισμό σε ακραία φαινόμενα (πουριτανισμό από τη μία πλευρά και σεξουαλική απελευθέρωση από την άλλη). Το ίδιο ισχύει και για το ζήτημα της σχέσεως Πνεύματος και Ύλης. Στα πλαίσια της δυτικής θεολογίας έλαβε χώρα ένας βαθύς διαχωρισμός πνεύματος και ύλης, απαράδεκτος για την ορθόδοξη παράδοση, ο οποίος οδήγησε στην αντίδραση του υλισμού και του ηδονισμού. Η Νέα Εποχή, πράγματι, προσπαθεί να δώσει απαντήσεις και λύσεις στα υπαρξιακά προβλήματα και στις υπαρξιακές αγωνίες του δυτικού ανθρώπου. Πολλές φορές μάλιστα επιχειρεί τη ριζική αλλαγή νοοτροπίας του, η οποία και μόνο μπορεί να φέρει αποτελέσματα, σε αντίθεση με τα ημίμετρα που λαμβάνει ο ίδιος ο δυτικός πολιτισμός, που έχουν το χαρακτήρα παυσίπονου και παυσίλυπου και δε στοχεύουν στην αληθινή θεραπεία των βαθύτερων αρρωστιών και προβλημάτων του.

Το πρόβλημα ωστόσο βρίσκεται στο ότι και η Νέα Εποχή εντάσσεται στα πλαίσια αυτού του δυτικού τρόπου σκέψης. Οι διάφορες παραδόσεις πνευματικότητας που μπορεί να μεταφέρουν εμπειρίες αιώνων ζωής διαφόρων λαών απομονώνονται από το πλαίσιο τους, προσαρμόζονται στα σύγχρονα δεδομένα και το χειρότερο, γίνονται εργαλεία, εντυπωσιακά και επιβλητικά, στα χέρια επιτήδειων ανθρώπων, που τα χρησιμοποιούν για να ελέγχουν τους άλλους, για να βγάζουν χρήματα, για να κάνουν εμπόριο. Οι σχετικές καταγγελίες είναι πάρα πολλές και συχνά απασχολούν και τη Δικαιοσύνη. Οι τεχνικές χαλάρωσης γίνονται επικίνδυνα εργαλεία στα χέρια 'ειδικών' που τις χρησιμοποιούν για να αποκοιμίζουν ταραγμένες συνειδήσεις με σκοπό να δημιουργηθεί σχέση εξάρτησης και 'λατρείας' και όχι με σκοπό τη θεραπεία τους.

Πάντως, για να γυρίσουμε στον αρχικό προβληματισμό που εκφράσαμε λίγο παραπάνω, δεν είναι λίγοι και αυτοί οι άνθρωποι, νέες και νέοι συχνά, που καταφεύγουν και στις χριστιανικές Εκκλησίες, και ιδιαίτερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, για να βρουν καταφύγιο, αποκούμπι και ηρεμία από τα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου, από την αυξανόμενη ανασφάλεια για το μέλλον και τα άλλα προβλήματα που σημειώσαμε. Η αύξηση του εκκλησιάσματος είναι εμφανής στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Πολλές φορές οι άνθρωποι τρέχουν στην Εκκλησία με την ίδια νοοτροπία που τρέχουν και στους διάφορους μέντορες της Νέας Εποχής, στους διαφόρους σοφούς και θεραπευτές. Στην Ελλάδα μάλιστα που η Εκκλησία είναι πιο προσιτή, σε αντίθεση με τους εκπροσώπους της Νέας Εποχής που συναντούν κάποια εμπόδια στην εξάπλωση τους, είναι πάρα πολλοί αυτοί που πηγαίνουν στην Εκκλησία όχι για να συναντήσουν τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, τον Αναστάντα θεάνθρωπο, όχι για να θεραπευτούν από Αυτόν, αλλά έτσι γενικά και αόριστα, για το καλό... 'Καλό δεν είναι να μου διαβάσετε μια ευχή;' ρωτάνε πολλές φορές, χωρίς να γνωρίζουν τι είναι η ευχή, τι είναι προσευχή, στο όνομα ποιανού και με τη δύναμη ποιανού μπορεί να 'επιδράσει' αυτή η ευχή. Πηγαίνουν στην Εκκλησία από φόβο, από απόγνωση, από αγωνία. Με αυτά που λεω δεν κρίνω τους ανθρώπους αυτούς. Απλώς προσπαθώ να αναλύσω κάποιες καταστάσεις βαθύτερα. Στο κάτω κάτω οι φόβοι τους και οι αγωνίες τους και βάσιμες είναι και σοβαρές. Και δυστυχώς, πολλές φορές αυτοί οι άνθρωποι βρίσκουν στο χώρο της Εκκλησίας ανθρώπους που δεν τους δείχνουν το πρόσωπο του Χριστού, δεν τους οδηγούν στο Χριστό, αλλά στον εαυτό τους, στον τάδε ή τον δείνα γέροντα, στην τάδε ή τη δείνα εκκλησιαστική ή θρησκευτική οργάνωση!... Ή, ακόμη χειρότερα, τους δείχνουν μία παραποιημένη εικόνα του Χριστού, ένα Χριστό αλλιώτικο, προσαρμοσμένο στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της εποχής. Οι άνθρωποι αυτοί εξισώνουν τον εαυτό τους και την Εκκλησία του Χριστού (αλίμονο!) με τους μέντορες της Νέας Εποχής και το συνοθύλευμα αυτών των πνευματικοτήτων. Και μάλιστα στο όνομα του Χριστού! Γι' αυτό και είναι αρκετά επικίνδυνοι!...

Υπάρχει ωστόσο μία ειδοποιός διαφορά. Μία πολλή σημαντική διαφορά! Η Εκκλησία είναι πράγματι η Εκκλησία του Χριστού. Είναι μια Εκκλησία που έχει ιστορία δύο χιλιάδων χρόνων επί της γης. Που έχει εμπειρία ζωής τεράστια. Που έχει περάσει παρόμοιους πειρασμούς πολλές φορές στην ιστορία της. Που έχει δουλέψει τα μεγάλα ζητήματα και τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής του ανθρώπου με τρόπο υπαρξιακό, και έχει δώσει λύσεις και θέσεις που δοκιμάζονται με σχετική επιτυχία ή αποτυχία εδώ και αιώνες. Είναι μια Εκκλησία στην οποία υπάρχει ποικιλία ανθρώπων, χαρισμάτων, φωνών. Υπάρχουν κριτικές φωνές. Υπάρχει αμφισβήτηση. Υπάρχει έλεγχος συνειδήσεων. Υπάρχει πολλή ελευθερία να μπει και να βγει κανείς όποτε θέλει... Και σε τελική ανάλυση; Είναι ο τόπος όπου η παρουσία του θεού είναι ιδιαίτερα έντονη, αλλά και ιδιαίτερα προσιτή στον άνθρωπο, μέσω της Ενανθρώπισης του Υιού Του, του Ιησού Χριστού, ο Οποίος παραμένει μεθ' ημών μέχρι τη συντέλεια των αιώνων, εν Αγίω Πνεύματι, με το σώμα Του, την Εκκλησία.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η ορθόδοξη παράδοση διαθέτουν όλα εκείνα τα στοιχεία που έχει ανάγκη ο σημερινός δυτικός πολιτισμός για να Ισορροπήσει". Στην αυθεντική ορθόδοξη παράδοση υπάρχει αρμονία σώματος και ψυχής, πνεύματος και ύλης, θηλυκού και αρσενικού, φύσης και ανθρώπου. Απόδειξη; Η ζωή των αγίων!...

Αλλά και θεωρητικά, σε επίπεδο θεολογικό και φιλοσοφικό, η ορθόδοξη παράδοση διαθέτει την επεξεργασία των ζητημάτων αυτών, τη θεμελίωση τους στην Αγία Γραφή, στην ίδια τη ζωή, στην Ιστορία.

Τα ζητήματα αυτά και τις θέσεις της ορθόδοξης παράδοσης προσπαθεί να προβάλλει στο σημερινό κόσμο η ορθόδοξη θεολογία και οι ανά τον κόσμο εκπρόσωποί της. θέλουν έτσι να δώσουν λόγο 'περί της εν ημίν ελπίδος'.

Εδώ ωστόσο γεννάται ένα ακόμη ερώτημα; Αν η Ορθοδοξία και η παράδοση της διαθέτουν τόση αρμονία, τόση τελειότητα, το αρχαιοελληνικό μέτρο, τόση δυναμική και τόσες λύσεις στα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου, γιατί η εικόνα που παρουσιάζουν σήμερα οι ορθόδοξοι λαοί και οι Εκκλησίες τους δεν είναι ανάλογη; Γιατί στην Ορθόδοξη Ελλάδα έχουμε τα ίδια προβλήματα, και σε μεγάλη μάλιστα ένταση, με την κατεξοχήν μήτρα του δυτικού πολιτισμού, τη (Ρωμαιοκαθολική και Προτεσταντική) Δυτική Ευρώπη;

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα δοθεί σε δύο επίπεδα, στο επίπεδο των αρχών και στο επίπεδο της ιστορίας.

Στο επίπεδο των αρχών θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ορθόδοξη παράδοση δεν βλέπει ως δυνατή την επί γης πραγμάτωση του Παραδείσου. Οι ευσεβείς πόθοι του δυτικού ανθρώπου για μια συνεχή πρόοδο και για μια επίτευξη της ορθολογικοποίησης της ζωής, της επίτευξης της ευτυχίας και της λύσης των προβλημάτων μέσω της ανάπτυξης των ικανοτήτων του ανθρώπου, δεν ανήκουν στα πιστεύω της ορθόδοξης παράδοσης. Άσχετα βέβαια αν στην πράξη εκατομμύρια μέλη των ορθοδόξων εκκλησιών μοιράζονται με τους δυτικούς αδελφούς τους τους κρυφούς αυτούς πόθους... Οι πόθοι βέβαια δεν είναι σε καμία περίπτωση κακοί ή μεμπτέοι για τίποτε. Αλίμονο αν η παράδοσης της απόλυτης αγάπης και της θυσίας που ενσαρκώνει η Ορθοδοξία δεν επιθυμούσε και αυτή τη λύση όλων των κοινωνικών προβλημάτων και τη γενική ευτυχία!... Το ζήτημα ωστόσο είναι ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό στα πλαίσια αυτής εδώ της ζωής, έτσι όπως την έχει διαμορφώσει ο άνθρωπος με τις ελεύθερες επιλογές του από τα πρώτα χρόνια που δημιουργήθηκε και κατοίκησε τη γη. Η πραγματικότητα της αμαρτίας και του κακού έχει σοβαρές και καταστρεπτικές, διαβρωτικές διαστάσεις και δυνάμεις. Η Ορθοδοξία πιστεύει στην Ανάσταση, σε μία νέα ζωή, έτσι όπως την είδε και τη βλέπει να προβάλλει μέσα από τον κενό τάφο του Αναστάντος Χριστού, έτσι όπως τη ζει και την προγεύεται στην Ευχαριστία της, στο εσχατολογικό δείπνο της Βασιλείας των Ουρανών που στρώνει καθημερινά ο Δεσπότης Χριστός σ' όσους Τον ακολουθούν, σ' όσους ανταποκρίνονται στη θεία Του πρόσκληση, σ' όσους ακούν το χτύπο στη θύρα της καρδιάς τους από τον ουράνιο Νυμφίο.

Στο επίπεδο της Ιστορίας τώρα. Η ορθόδοξη παράδοση είναι μία ζωντανή παράδοση που επιχειρεί να ενσαρκώσει στην ιστορία την παρουσία του θεού. θέτει τους ανθρώπους μπροστά σ' ένα αγώνισμα, σ' ένα δρόμο, που καλούνται εφ' όρου ζωής να τον περπατήσουν σηκώνοντας έναν ή περισσότερους σταυρούς, για να φτάσουν κάποτε στην Ανάσταση. Στο δρόμο αυτό συμβαίνει συχνά να υπάρχουν πτώσεις, κατρακύλες, τραυματισμοί, οπισθοχωρήσεις. Η δύναμη ωστόσο του ζωοποιού σταυρού, τα άγια μυστήρια, οι άγγελοι και οι άγιοι σκέπουν και δυναμώνουν τους αγωνιστές. Πρόκειται για μία δραματική ιστορία, γεμάτη εναλλαγές, με επιτυχίες και αποτυχίες και πολλή τραγικότητα. Παρόμοια είναι και η ιστορία της ορθόδοξης θεολογίας. Κάποιες φορές λάμπει και φωτίζει τον κόσμο, ενώ άλλες φορές χάνει τον προσανατολισμό της και προκαλεί συγχύσεις και αγκυλώσεις...

Στη διάρκεια του εικοστού αιώνα η ορθόδοξη θεολογία πέρασε αρκετές περιπέτειες. Με σχετική αφαίρεση και σχηματοποίηση θα μπορούσε ωστόσο να παρατηρήσει κανείς την εξής ελπιδοφόρο εξέλιξη. Τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα η θεολογία κινείται σε δυτικά σχήματα, ακαδημαϊκά, άσχετα με τη ζωή, την κοινωνία και την Εκκλησία. Ακολουθώντας και μιμούμενοι ως ένα σημείο τους δυτικούς συναδέλφους τους οι Έλληνες ακαδημαϊκοί θεολόγοι προσπαθούν να βάλουν τη θεολογία σε καλούπια, προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα θεολογικό σύστημα, με βάση την παράδοση και τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η μεθοδολογία τους είναι δυτική, και προέρχεται από την παράδοση του σχολαστικισμού. Γι΄ αυτό και η θεολογία τους είναι εν πολλοίς ξύλινη, πολύ ακαδημαϊκή. Το 1936 ωστόσο συγκαλείται το πρώτο διεθνές θεολογικό συνέδριο των Ορθόδοξων θεολογικών Σχολών στην Αθήνα. Το συνέδριο αυτό αποτελεί ορόσημο στη νεώτερη ιστορία της ορθόδοξης θεολογίας. Συζητιούνται πολλά και σημαντικά ζητήματα και επιχειρούνται ανοίγματα. Στο συνέδριο αυτό συμμετέχουν και οι ρώσοι θεολόγοι της διασποράς, που έχουν ως ακαδημαϊκό και πνευματικό κέντρο την Ορθόδοξη Ακαδημία του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι. Οι ρώσοι αυτοί ζουν στη δύση, ζυμώνονται με τα προβλήματα του δυτικού κόσμου, παρακολουθούν και συμμετέχουν στη διαμόρφωση της Οικουμενικής Κίνησης και καλούνται να παρουσιάσουν την Ορθοδοξία μ' ένα τρόπο δυναμικό στο δυτικό κόσμο. Έτσι μεταφέρουν και στην Αθήνα ένα νέο, φρέσκο αέρα στις θεολογικές σπουδές. Χαρακτηριστικό και ιστορικό έμεινε το 'σύνθημα' του π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ για «επιστροφή στους πατέρες» της Εκκλησίας. Με τη συμβολή κατά μεγάλο μέρος των ρώσων θεολόγων της διασποράς θα λάβει χώρα και στην Ελλάδα, από τη δεκαετία του εξήντα και μετά μία γνήσια θεολογική αναγέννηση. Νέοι θεολόγοι θα ασχοληθούν με την κριτική του πολιτισμού, της κοινωνίας, αλλά και της Εκκλησίας, θα ανατρέξουν στις πηγές, στη Βίβλο, τους πατέρες, τα λειτουργικά κείμενα και θα διατυπώσουν μία θεολογία που έχει αναφορά στο σύγχρονο κόσμο και την κοινωνία. Έτσι θα αλλάξει σιγά σιγά το μοντέλο της θεολογίας: από σχολαστικό θα αρχίσει να κινείται πιο κοντά στην παράδοση των πατέρων της Εκκλησίας. Οι μέθοδοι ερμηνείες, αλλά και η θεματική θα μεταβληθούν, θα γίνουν ανοίγματα προς την κοινωνία. Σήμερα ο διάλογος αυτός επιχειρείται μέσα από τα διάφορα θεολογικά περιοδικά, αλλά και από μονογραφίες ειδικά αφιερωμένες στην κοινωνική και πολιτική διάσταση της εκκλησιαστικής παράδοσης και διδασκαλίας και τις συνέπειες που αυτή έχει για τη ζωή του κόσμου. Η ανανέωση της θεολογίας συνέτεινε στην ανανέωση του μοναχισμού, αλλά και της ενοριακής ζωής. Η θεολογία έγινε περισσότερο 'υπαρξιακή', θέτει ως κέντρο τη ζωή και προσπαθεί να κινηθεί στα πλαίσια ενός μοντέλου που απορρέει περισσότερο από τη βίωση της εκκλησιαστικής πίστης και παράδοσης, από τη λειτουργική ζωή, από τη ζωή της εκκλησιαστικής οικογένειας, του ζωντανού σώματος του Χριστού. Το έργο βέβαια που έχει να επιτελέσει η θεολογία είναι ακόμη τεράστιο και οι προκλήσεις από την ιστορία, την κοινωνία και τον πολιτισμό καθημερινές, έντονες και πολλές φορές δραματικές. Γι' αυτό και το έργο αυτό κάθε άλλο παρά απλό και εύκολο είναι. Με τη χάρη ωστόσο του Αγίου Πνεύματος και τη συστηματική δουλειά των εκατοντάδων (χιλιάδων) θεολόγων η θεολογία μπορεί να αναδείξει στους χαλεπούς καιρούς μας την 'εν ημίν' ελπίδα, την ελπίδα που απορρέει από τα καλά νέα της Βασιλείας του θεού, από το Ευαγγέλιο και την ιστορική του βίωση στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία.

Ανακεφαλαιώνοντας θα ήθελα να σημειώσω τους στόχους της διάλεξης αυτής. Ξεκίνησε με μία συνοπτικότατη παρουσίαση των εξελίξεων στη σκέψη και τις αντιλήψεις στο δυτικό πολιτισμό μετά την Αναγέννηση και το Διαφωτισμό. Στη συνέχεια παρουσιάστηκε η Φαινομενολογική μέθοδος ως αντιπροσωπευτικό παράδειγμα μίας προσπάθειας της δυτικής σκέψης και της επιστήμης να προχωρήσει πέρα από τα όρια της αντίθεσης υποκειμενικού-αντικειμενικού που είχε θέσει ο Καρτέσιος το 17ο αιώνα, πέρα τόσο από το θετικισμό όσο και από το Ρομαντισμό. Σ' ολόκληρο τον 20ο αιώνα, οι επιστημονικές ανακαλύψεις κλόνισαν τα θεμέλια του θετικισμού και του Ορθολογισμού. Έτσι όμως κλονίστηκε και η υποτιθέμενη αντίθεση ανάμεσα στην πίστη και στην επιστήμη, όπως επίσης και η αντίληψη ότι η θρησκεία και το θρησκευτικό φαινόμενο είναι απολύτως υποκειμενικά, είναι μύθοι και δοξασίες που ταίριαζαν μόνο στις πρώιμες φάσεις του πολιτισμού και της ανθρώπινης ιστορίας (μία αντίληψη που κυριάρχησε στον 19ο αιώνα και πρεσβεύεται και σήμερα από πολλούς, γιατί 'βολεύει').

Η αλλαγή αυτή στις επιστημονικές αντιλήψεις και τη φιλοσοφική σκέψη δεν είχε δυστυχώς σοβαρές συνέπειες στο χώρο της Οικονομίας και της Πολιτικής, και έτσι τα προβλήματα του δυτικού πολιτισμού και τα αδιέξοδα του οδηγούν στις μέρες μας χιλιάδες ανθρώπους στην απόγνωση. Ένα επικίνδυνο αποκούμπι στην αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου προσφέρει η Νέα Εποχή, το New Age. Το στήριγμα αυτό είναι επικίνδυνο γιατί, ενώ περιέχει σπερματικά σπουδαία οράματα και απαντήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, πλασάρεται με τέτοιο τρόπο ώστε να προκαλεί περισσότερο σύγχυση, να γίνεται όργανο στα χέρια κάποιων επιτήδειων ή απλά στα χέρια των εμπόρων.

Με αυτοκριτική διάθεση τονίστηκε ότι και στο χώρο της Εκκλησίας μπορεί να συναντήσει κανείς ανθρώπους με τη νοοτροπία της Νέας Εποχής, αλλά τονίστηκαν και σι σημαντικότατες και ριζικότατες διαφορές του κινήματος αυτού με την Εκκλησία του Χριστού. Η Εκκλησία εξάλλου δεν στοχεύει στη δημιουργία ενός επίγειου παράδεισου, αλλά στέκεται ασκητικά μέσα στον κόσμο, με αγώνα και προσευχή, προγευόμενη τα έσχατα, τη Βασιλεία του θεού, την οποία προσδοκά και λαχταρά με όλη της τη δύναμη.

Στο επίπεδο της θεολογίας στον 20ο αιώνα παρατηρείται μία προσπάθεια αποβολής του σχολαστικισμού, του ορθολογισμού και του ακαδημαϊσμού και μία επιστροφή από τη μία πλευρά στις πηγές (Αγία Γραφή και πατέρες της Εκκλησίας) και από την άλλη πλευρά στη ζωή, στον άνθρωπο και τις ανάγκες της κοινωνίας. Η αναγέννηση της ορθόδοξης θεολογίας μας γεμίζει με ελπίδες για αρωγή στην προσωπική και την κοινωνική μας ζωή με στόχο μία νηφαλιότερη διάβαση από τις συμπληγάδες του πελάγους των σύγχρονων προβλημάτων.

Με βάση την παραπάνω ανάλυση επιτρέψτε μου να κλείσω τη σημερινή ομιλία με κάποια επίκαιρα σχόλια και κάποιες 'παραινέσεις'.

Η χρεωκοπία του σύγχρονου κόσμου είναι εμφανής. Όλο και περισσότεροι διανοούμενοι, σκεπτόμενοι άνθρωποι, διαπιστώνουν τα αδιέξοδα του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού. Μία μεγάλη μερίδα σύγχρονων ανθρώπων προσπαθεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα αυτά μέσω της στροφής της στην πνευματικότητα και τις μεθόδους της Νέας Εποχής.

Εμείς οι Έλληνες, οι Ορθόδοξοι τουλάχιστον Έλληνες, κατέχουμε έναν τεράστιο θησαυρό, την ορθόδοξη μας παράδοση, αλλά φαίνεται να μην το έχουμε συνειδητοποιήσει. Η ορθόδοξη παράδοση μπορεί να μας δώσει τα κριτήρια εκείνα που θα μας επιτρέψουν να διαβούμε το σύγχρονο πέλαγος. Εμείς όμως είτε μαχόμαστε την Ορθοδοξία και την Εκκλησία είτε δεν κάνουμε αρκετά για να ενσαρκώσουμε αυτή την παράδοση στο σύγχρονο κόσμο. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω πως όσοι μάχονται την Ορθοδοξία, είτε τη μάχονται με κριτήρια, θέσεις και επιχειρήματα που έχουν κλείσει τον ιστορικό τους κύκλο στο χώρο του δυτικού πολιτισμού και των δυτικών κοινωνιών και έχουν οδηγηθεί (εκ των πραγμάτων) στη χρεωκοπία, είτε (το συνηθέστερο) μάχονται κάποια φαντάσματα Ορθοδοξίας, υπαρκτές δυστυχώς καρικατούρες Ορθοδοξίας. Υπάρχουν από την άλλη πλευρά πάλι πολλοί που είναι 'περήφανοι' για την Ορθοδοξία, "ερωτευμένοι" μαζί της, κλπ. κλπ., αλλά την αντιλαμβάνονται είτε καθαρά ιδεολογικά είτε ως ένα πολιτιστικό μόνο μέγεθος. Έτσι όμως 'μειώνεται' η Ορθοδοξία σε κάτι εξωτερικό, σε κάτι κλειστό, σε κάτι που δεν έχει ζωντάνια και ζωτικότητα, καταντά ' μουσειακό είδος".

Η Ορθοδοξία όμως δεν είναι για το μουσείο. Η Ορθόδοξη Παράδοση διαθέτει μία πείρα ζωής και πολιτισμού αιώνων: έχει επεξεργαστεί πάμπολλα ζητήματα (προσωπικά και κοινωνικά) των ανθρώπων και έχει προτάσεις που έχουν δοκιμαστεί για αιώνες. Όλα αυτά βέβαια δε θα πρέπει να γίνονται κατανοητά με τη λογική του σούπερ μάρκετ, από το οποίο μπορεί ο καθένας να 'αγοράσει' αυτό μόνο που θέλει ή τον εξυπηρετεί! Το κυριότερο είναι ότι η Ορθόδοξη Παράδοση βιώνεται κοινωνικά στα πλαίσια ενός ζωντανού σώματος, της Εκκλησίας, όπου συμμετέχουν όλες οι κοινωνικές τάξεις και όλες οι ηλικίες, όπου συναντά κανείς όλων των ειδών τους χαρακτήρες και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για έλεγχο των απόψεων του καθενός στο φως της κοινότητας. Στην Εκκλησία (σαν σύνολο) δεν υπάρχει η λογική και η ψυχολογία της κλίκας, της ομάδας που κάνει κάτι το "επαναστατικό", το Ιδιαίτερο", που έχει ανάγκη από εσωτερική συσπείρωση και άμυνα απέναντι στους εχθρούς. Υπάρχει ελευθερία απόλυτη, υπάρχει κριτική ανοιχτή και πολλή πολλή πείρα ζωής που βοηθάει τον άνθρωπο στην αποφυγή κακοτοπιών. Στο σημείο αυτό διευκρινίζω ότι αναφέρομαι στην Εκκλησία σαν σύνολο και όχι στους κατά τόπους και κατά περίπτωση εκφραστές της Παράδοσης της και της Πίστης της (οι οποίοι μπορεί να μην τηρούν κανένα από τα παραπάνω χαρακτηριστικά!). Επειδή ακριβώς όμως η Εκκλησία είναι ένα τεράστιο σώμα και μπορεί κανείς να κινηθεί με ελευθερία αξιοθαύμαστη μέσα σ" αυτό, μπορεί να βρει αυτό που ζητά αν ψάξει.

Επειδή αυτή είναι η αληθινή ορθόδοξη παράδοση εμείς οι Έλληνες δεν έχουμε ανάγκη τα κηρύγματα και τις επαγγελίες της Νέας Εποχής. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να "εκμεταλλευτούμε" και να γνωρίσουμε καλύτερα τη δική μας παράδοση, η οποία μπορεί να μας γεμίσει τη ζωή με περιεχόμενο, αξίες, οράματα και τη δύναμη της πραγμάτωσης τους.

Επειδή όμως η κατάσταση του σύγχρονου κόσμου είναι τραγική και η ανάγκη κάτι να γίνει επείγουσα θα ήθελα να τελειώσω εκφράζοντας τις παρακάτω παροτρύνσεις:

- προς την Εκκλησία (σαν σύνολο): θα πρέπει να "αφουγκραστεί" την αγωνία του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού μέσα στον οποίο πλέον ζουν και κινούνται όλα τα μέλη της . θα πρέπει να καλλιεργήσει νέους επιστημονικούς κλάδους όπως η Ποιμαντική Ψυχολογία, η Φιλοσοφία της θρησκείας, κλπ.

- προς τους ιερείς: θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις νέες εξελίξεις, τόσο στον επιστημονικό χώρο όσο και στο χώρο των πνευματικών αναζητήσεων. θα πρέπει να διαβάζουν συνεχώς (εκτός από τα κείμενα της Παράδοσης: Αγία Γραφή και πατερικά κείμενα) και σύγχρονες μελέτες. Οι ιερείς βέβαια γνωρίζουν τον κόσμο και τα προβλήματα του από την καθημερινή επαφή που έχουν μαζί του. Ωστόσο η θεωρητική περιγραφή των προβλημάτων βοηθά στην καλύτερη κατανόηση τους, σ" όλες τους τις διαστάσεις, καθώς και στην εξεύρεση πιθανών λύσεων.

- Προς τους εκπαιδευτικούς: θα πρέπει και αυτοί να "αφουγκραστούν" την αγωνία του δυτικού πολιτισμού και του σύγχρονου ανθρώπου και να προσπαθήσουν, αποβάλλοντας τις κατά ή υπέρ προκαταλήψεις τους για την Ορθόδοξη Παράδοση και την Εκκλησία, να ενσκήψουν στα αληθινά, δοκιμασμένα ιστορικά, κριτήρια της ορθοδόξου παραδόσεως, τα οποία αποτελούν τη νηφαλιότερη και σφαιρικότερη διευθέτηση (και σε εσχατολογική προοπτική, λύση) των προβλημάτων του σύγχρονου ανθρώπου που ζει στις πόλεις, στις κοινωνίες του εικοστού πρώτου αιώνα, στο παγκόσμιο χωριό που λέγεται Γη.

Οι άγιοι τρεις σοφοί Ιεράρχες, οι μέγιστοι φωστήρες της Τρισηλίου θεότητας και των ελληνικών γραμμάτων αποτελούν ένα πρότυπο ζωής και για μας σήμερα. Εκείνοι σαν τις εργατικές μέλισσες εράνισαν την ελληνική παιδεία, τόσο του αρχαίου κόσμου όσο και της εποχής τους, και μάζεψαν το μέλι εκείνο με το οποίο 'έντυσαν' και 'ερμήνευσαν' το χριστιανικό Ευαγγέλιο, παρουσιάζοντας το έτσι με τρόπο υπαρξιακό, άμεσο και ιδανικό για τους ανθρώπους της εποχής τους, κατ' αρχήν, αλλά και διαχρονικά για όλη την Εκκλησία. Ο χριστιανικός τους Ελληνισμός έγινε μία χαρακτηριστική διάσταση της εκκλησιαστικής παράδοσης, απέκτησε μόνιμο και ουσιαστικό χαρακτήρα και είναι αυτός που μας δείχνει το δρόμο προς το μέλλον πέρα από κάθε είδους μικρότητες, είτε πολιτικές, είτε εθνικιστικές, είτε ιδεολογικές, είτε θρησκευτικές, είτε (ψευδο)επιστημονικές. Η προφητική διάσταση της θεολογίας τους μας αποτελεί παράκληση για τις ψυχές και τις συνειδήσεις μας και μας γεμίζει με ελπίδα και αισιοδοξία που προέρχεται από μια αστείρευτη πηγή, το όραμα και το βίωμα του Παραδείσου, της Βασιλείας του θεού, την οποία προγευόμαστε λειτουργικά, και η οποία λειτουργική πρόγευση μας καθιστά όλους και όλες θεολόγους της αρρήτου σοφίας και οικονομίας του Θεού! ............."
«Όπου έρως θείος ήψατο καρδίας, εκεί φόβος ρημάτων ουκ ίσχυσε».
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ορθοδοξία”