Θρησκευτική ποίηση
Συντονιστής: Συντονιστές
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
''Αγρυπνία''
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Ψίθυροι με κυκλώνουνε
Σφιχτά με αγκαλιάζουν,
Μπαίνουν από την σάρκα μου
Και μέσα μου φωλιάζουν,
Απλώνονται σιγά σιγά,
Στο πνεύμα, στην χαρά μου,
Και κάνουνε κατάληψη,
Στο νου και στην καρδιά μου.
Το είναι μου σμιλεύουνε
Με προσοχή μεγάλη,
Γιατί μ’ ανακαινίζουνε
Με του θεού την χάρη.
Ένταση νιώθω μέσα μου,
Σωρεία συναισθημάτων,
Γαλήνη, αγάπη, απανεμιά,
Στρατιές αμαλγαμάτων,
Και από κει ξανά μ’ ορμή
Στα χείλη μου ανεβαίνουν,
Kαι ψαλμωδίες γίνονται
Eνω όλα σωπαίνουν,
Mία σιωπή που ακούγεται
Σε όλον τον πλανήτη,
Στο χάος, στο διάστημα,
Μες στου Θεού το σπίτι.
Σείεται όλος ο ναός
Από την υμνωδία,
Νιώθω ότι είσαι εδώ κι Εσύ,
Παρθένα μου Κυρία.
Μες στην Αγγελική σιωπή
Έρχεται και η χάρη,
Μ αυτή που απλόχερα ο Θεός
Μας έχει περιβάλλει.
Οι Ιερείς τριγύρω μου,
Με ωδές με περικλείουν,
Με ύμνους με τυλίγουνε,
Και το στερέωμα σείουν.
Σκιές μοναχών διάσπαρτες,
Λίγο καμπουριασμένες,
Μα νιώθεις από απόσταση
Ότι είναι αγιασμένες.
Κυρτά κεριά, που στάζουνε
Χρυσό στα δάχτυλα μου,
Ψάχνουνε δίοδο για να μπουν,
Οι φλόγες στην καρδιά μου.
Φυτίλια σιγοκαίγονται
Και σιγομουρμουρίζουν,
Ευχές για όλα τα παιδιά
Που το κακό εμποδίζουν,
Καντήλια που τρεμοπαίζοντας,
Ψάχνουν την αυταπάτη,
Ρίχνοντας φως διάχυτο
Στου κόσμου την απάτη,
Θυμίαμα μοναδικό,
Μπαίνει μες στην πνοή μου,
Γεμίζοντας μελωδικά
Με νότες την ψυχή μου.
Θεέ μου τι ομορφιά ειν’ αυτή
Η αλήθεια των πραγμάτων,
Αισθάνομαι αλκοολικός,
Πότης συναισθημάτων.
Σκύβοντας το κεφάλι μου,
Βλέπω τον ουρανό μου,
Και με τα μάτια μου κλειστά
Κοιτάζω τον Θεό μου.
Κι έτσι συνεχίστηκε
Ετούτη η αγρυπνία,
Γλυκιά και κατανυκτική
Με Θεια συνοδεία,
Μ’ ευχές στου κόσμου τις ψυχές
Ώσπου να ξημερώσει,
Και προσευχές στον Ουρανό,
Ο Κύριος να μας σώσει.
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Ψίθυροι με κυκλώνουνε
Σφιχτά με αγκαλιάζουν,
Μπαίνουν από την σάρκα μου
Και μέσα μου φωλιάζουν,
Απλώνονται σιγά σιγά,
Στο πνεύμα, στην χαρά μου,
Και κάνουνε κατάληψη,
Στο νου και στην καρδιά μου.
Το είναι μου σμιλεύουνε
Με προσοχή μεγάλη,
Γιατί μ’ ανακαινίζουνε
Με του θεού την χάρη.
Ένταση νιώθω μέσα μου,
Σωρεία συναισθημάτων,
Γαλήνη, αγάπη, απανεμιά,
Στρατιές αμαλγαμάτων,
Και από κει ξανά μ’ ορμή
Στα χείλη μου ανεβαίνουν,
Kαι ψαλμωδίες γίνονται
Eνω όλα σωπαίνουν,
Mία σιωπή που ακούγεται
Σε όλον τον πλανήτη,
Στο χάος, στο διάστημα,
Μες στου Θεού το σπίτι.
Σείεται όλος ο ναός
Από την υμνωδία,
Νιώθω ότι είσαι εδώ κι Εσύ,
Παρθένα μου Κυρία.
Μες στην Αγγελική σιωπή
Έρχεται και η χάρη,
Μ αυτή που απλόχερα ο Θεός
Μας έχει περιβάλλει.
Οι Ιερείς τριγύρω μου,
Με ωδές με περικλείουν,
Με ύμνους με τυλίγουνε,
Και το στερέωμα σείουν.
Σκιές μοναχών διάσπαρτες,
Λίγο καμπουριασμένες,
Μα νιώθεις από απόσταση
Ότι είναι αγιασμένες.
Κυρτά κεριά, που στάζουνε
Χρυσό στα δάχτυλα μου,
Ψάχνουνε δίοδο για να μπουν,
Οι φλόγες στην καρδιά μου.
Φυτίλια σιγοκαίγονται
Και σιγομουρμουρίζουν,
Ευχές για όλα τα παιδιά
Που το κακό εμποδίζουν,
Καντήλια που τρεμοπαίζοντας,
Ψάχνουν την αυταπάτη,
Ρίχνοντας φως διάχυτο
Στου κόσμου την απάτη,
Θυμίαμα μοναδικό,
Μπαίνει μες στην πνοή μου,
Γεμίζοντας μελωδικά
Με νότες την ψυχή μου.
Θεέ μου τι ομορφιά ειν’ αυτή
Η αλήθεια των πραγμάτων,
Αισθάνομαι αλκοολικός,
Πότης συναισθημάτων.
Σκύβοντας το κεφάλι μου,
Βλέπω τον ουρανό μου,
Και με τα μάτια μου κλειστά
Κοιτάζω τον Θεό μου.
Κι έτσι συνεχίστηκε
Ετούτη η αγρυπνία,
Γλυκιά και κατανυκτική
Με Θεια συνοδεία,
Μ’ ευχές στου κόσμου τις ψυχές
Ώσπου να ξημερώσει,
Και προσευχές στον Ουρανό,
Ο Κύριος να μας σώσει.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
''Αίνος και ευχαριστία''
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Θρόισμα φύλλων σέρνεται
Στην άκρη του αυτιού μου,
Κι αμέσως κοντοστέκομαι,
Γοργά μπαίνεις στο νου μου.
Βλέπω φυτά να ανθίζουνε,
Λουλούδια να μιλάνε,
Για την αγάπη του Θεού
Όλα να συζητάνε.
Το χώμα άλλα προσκυνούν,
Με ευλάβεια το φιλούνε,
Τον Κτίστη, τον Δημιουργό
Και Κύριο ευχαριστούνε.
Γαρδένιες μου χαμογελούν,
Τριαντάφυλλα μου γνέφουν,
Γαρύφαλλα μου τραγουδούν,
Και την καρδιά μου θρέφουν,
Γλαδιόλες ψιθυρίζουνε,
Μπουμπούκια μου γελούνε,
Κι οι παπαρούνες γύρω μου
Γλυκά συνομιλούνε.
Το νέκταρ τους χαρούμενα
Στις μέλισσες το δίνουν,
Κι αυτές με μιαν υπόκλιση
Ωδή τους απευθύνουν.
Τα χόρτα μύρο πέταγαν
Παντού σ’ όλη την πλάση,
Και αγκαλιάζανε σφιχτά
Eνα εικονοστάσι.
Ζωύφια, που χορεύανε
Τριγύρω απ’ το καντήλι,
Και από την πολλή χαρά
Φιλούσαν το φυτίλι,
Η φλόγα, χάιδευε γλυκά
Μια μικρή εικόνα,
Που είχε, την Παναγία mas με τον Χριστό
Στην αγκαλιά ακόμα.
Πουλάκια τιτιβίζουνε,
Ηδέως κελαηδούνε,
Πως είναι ο αληθινός Θεός
Γλυκά μας τραγουδούνε.
Πατέρα μου, Μητέρα μου
Σεις είστε η ζωή μου,
Κρατήστε με παρακαλώ
Και σώστε την ψυχή μου.
Οι θάμνοι μου χαϊδεύουνε
Τα πόδια όπως περνάω,
Πού είναι η αιώνια ζωή;
Αμέσως τους ρωτάω,
Οι μαργαρίτες γύρω μου,
Ύμνους μου τραγουδούνε,
Κρίνοι με αγκαλιάζουνε,
Και με καθοδηγούνε,
Τα δένδρα με προσέχουνε
Μη με χτυπάει τ’ αγέρι,
Κάποιος γλυκά με έπιασε
Απ’ το μικρό μου χέρι,
Νιώθω σφιχτά να με κρατά,
Στον ήλιο με πηγαίνει,
Με την γαλήνη συντροφιά,
Νιώθω να μ’ ανασταίνει.
Θee moy και Πατέρα μου,
Ζυμώνεις την καρδιά μου,
Κουράγιο μόνο δίνε μου
Μείνε στα όνειρα μου.
Δύσβατο δρόμο διάλεξε
Αυτός που μ’ οδηγούσε,
Μα εγώ τον εμπιστεύτηκα,
Και η ψυχή σκιρτούσε.
Ήχος οξύς ακούστηκε,
Εσχισε τον αέρα,
Σε νύχτα μετατράπηκε
Η λαμπερή ημέρα.
Πλατάγιασμα εκκωφαντικό
Μπροστά στο πρόσωπο μου,
Ευθύς στην πλάτη έβαλες
Τον ξύλινο σταυρό μου.
Αρχίζει η ανάβαση,
Η αιμάτινη πορεία,
Ο δρόμος σου, που μ’ οδηγεί
Στην μια Σωτηρία.
λουλούδια που ματώνουνε
Και πια δε μου μιλούνε,
Στηρίζουν την προσπάθεια,
Και τον Θεό υμνούνε,
Το χώμα που σηκώνεται
Επάνω μου κολλάει,
Να με ελεήσει ο Θεός
Κι αυτό παρακαλάει.
Βάτα τη σάρκα σκίζουνε
Να φύγουν οι αμαρτίες,
Θεέ μου δως μου δύναμη
Διωξ’ τις αδυναμίες,
Για να κερδίσω Ακριβέ
Θέση στο ποίμνιο σου,
Και να γευτώ ο δυστυχής
και τον Παράδεισο σου.
Πορεία εναγώνια,
Με πόνο και αγάπη,
Μόνη διέξοδος aytή
Στου κόσμου την απάτη.
Στενό το μονοπάτι σου
Έχει πολλά αγκάθια,
Όμως με την αγάπη σου
Τα έκανα κομμάτια.
Στο τέλος της διαδρομής,
Εκεί με περιμένεις,
Κάπου στο μέσο της κορυφής
Τον έπαινο κραδαίνεις,
Βραβείο για τους νικητές
Τους χιλιοματωμένους,
Των αρετών τους μαχητές,
Και τους στεφανωμένους.
Να μην ξεχνάς αγωνιστή
Τα λόγια του Κυρίου
Για να κερδίσεις τη ζωή
Αυτής της αιωνίου.
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Θρόισμα φύλλων σέρνεται
Στην άκρη του αυτιού μου,
Κι αμέσως κοντοστέκομαι,
Γοργά μπαίνεις στο νου μου.
Βλέπω φυτά να ανθίζουνε,
Λουλούδια να μιλάνε,
Για την αγάπη του Θεού
Όλα να συζητάνε.
Το χώμα άλλα προσκυνούν,
Με ευλάβεια το φιλούνε,
Τον Κτίστη, τον Δημιουργό
Και Κύριο ευχαριστούνε.
Γαρδένιες μου χαμογελούν,
Τριαντάφυλλα μου γνέφουν,
Γαρύφαλλα μου τραγουδούν,
Και την καρδιά μου θρέφουν,
Γλαδιόλες ψιθυρίζουνε,
Μπουμπούκια μου γελούνε,
Κι οι παπαρούνες γύρω μου
Γλυκά συνομιλούνε.
Το νέκταρ τους χαρούμενα
Στις μέλισσες το δίνουν,
Κι αυτές με μιαν υπόκλιση
Ωδή τους απευθύνουν.
Τα χόρτα μύρο πέταγαν
Παντού σ’ όλη την πλάση,
Και αγκαλιάζανε σφιχτά
Eνα εικονοστάσι.
Ζωύφια, που χορεύανε
Τριγύρω απ’ το καντήλι,
Και από την πολλή χαρά
Φιλούσαν το φυτίλι,
Η φλόγα, χάιδευε γλυκά
Μια μικρή εικόνα,
Που είχε, την Παναγία mas με τον Χριστό
Στην αγκαλιά ακόμα.
Πουλάκια τιτιβίζουνε,
Ηδέως κελαηδούνε,
Πως είναι ο αληθινός Θεός
Γλυκά μας τραγουδούνε.
Πατέρα μου, Μητέρα μου
Σεις είστε η ζωή μου,
Κρατήστε με παρακαλώ
Και σώστε την ψυχή μου.
Οι θάμνοι μου χαϊδεύουνε
Τα πόδια όπως περνάω,
Πού είναι η αιώνια ζωή;
Αμέσως τους ρωτάω,
Οι μαργαρίτες γύρω μου,
Ύμνους μου τραγουδούνε,
Κρίνοι με αγκαλιάζουνε,
Και με καθοδηγούνε,
Τα δένδρα με προσέχουνε
Μη με χτυπάει τ’ αγέρι,
Κάποιος γλυκά με έπιασε
Απ’ το μικρό μου χέρι,
Νιώθω σφιχτά να με κρατά,
Στον ήλιο με πηγαίνει,
Με την γαλήνη συντροφιά,
Νιώθω να μ’ ανασταίνει.
Θee moy και Πατέρα μου,
Ζυμώνεις την καρδιά μου,
Κουράγιο μόνο δίνε μου
Μείνε στα όνειρα μου.
Δύσβατο δρόμο διάλεξε
Αυτός που μ’ οδηγούσε,
Μα εγώ τον εμπιστεύτηκα,
Και η ψυχή σκιρτούσε.
Ήχος οξύς ακούστηκε,
Εσχισε τον αέρα,
Σε νύχτα μετατράπηκε
Η λαμπερή ημέρα.
Πλατάγιασμα εκκωφαντικό
Μπροστά στο πρόσωπο μου,
Ευθύς στην πλάτη έβαλες
Τον ξύλινο σταυρό μου.
Αρχίζει η ανάβαση,
Η αιμάτινη πορεία,
Ο δρόμος σου, που μ’ οδηγεί
Στην μια Σωτηρία.
λουλούδια που ματώνουνε
Και πια δε μου μιλούνε,
Στηρίζουν την προσπάθεια,
Και τον Θεό υμνούνε,
Το χώμα που σηκώνεται
Επάνω μου κολλάει,
Να με ελεήσει ο Θεός
Κι αυτό παρακαλάει.
Βάτα τη σάρκα σκίζουνε
Να φύγουν οι αμαρτίες,
Θεέ μου δως μου δύναμη
Διωξ’ τις αδυναμίες,
Για να κερδίσω Ακριβέ
Θέση στο ποίμνιο σου,
Και να γευτώ ο δυστυχής
και τον Παράδεισο σου.
Πορεία εναγώνια,
Με πόνο και αγάπη,
Μόνη διέξοδος aytή
Στου κόσμου την απάτη.
Στενό το μονοπάτι σου
Έχει πολλά αγκάθια,
Όμως με την αγάπη σου
Τα έκανα κομμάτια.
Στο τέλος της διαδρομής,
Εκεί με περιμένεις,
Κάπου στο μέσο της κορυφής
Τον έπαινο κραδαίνεις,
Βραβείο για τους νικητές
Τους χιλιοματωμένους,
Των αρετών τους μαχητές,
Και τους στεφανωμένους.
Να μην ξεχνάς αγωνιστή
Τα λόγια του Κυρίου
Για να κερδίσεις τη ζωή
Αυτής της αιωνίου.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
''Αμαρτίες''
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Αρρώστια αθεράπευτη
Νιώθω να μεγαλώνει,
Μοιάζει με νόσο τρομερή,
Τον κόσμο μου κυκλώνει.
Την απειλή την ένιωσα,
Έντονα μου μιλούσε,
Ώσπου μου εκμυστηρεύθηκε
Το μέρος όπου ζούσε.
Χρόνια μου πέρασαν στον νου
Παλιά και περασμένα,
Τα αισθήματα μου είναι πια
Χρόνια απονευρωμένα.
Πάγωσα απ’ τον τρόμο μου
Συνειδητοποιώντας,
Πως θύμα ήμουν πάντοτε,
Κι είπα μονολογώντας...
Πατέρα μου, συγχώρα με,
Που επέτρεψα τον φόνο,
Συγχώρεσε με πιο πολύ,
Που μ’ είχα αφήσει μόνο,
Και ήμουνα μακριά από Σε
Και ζούσα την απάτη,
Αντί νά ’μαι στα πόδια σου
Να βιώνω την αγάπη.
Μου έδωσες και κατάλαβα
Πώς λειτουργεί η νόσος,
Όπως μας λέει κι ο Σαρώφ
Αυτός ο Άγιος ρώσος,
Πως μπαίνει μέσα στο κορμί
Απ’ όλες τις αισθήσεις,
Και πόσο συστηματικά
Έχουμε παραισθήσεις,
Πως σου μικραίνει την ψυχή,
Φαρμάκι την ποτίζει,
Πως την χαράζει με γυαλί,
Κι αλόγως την ορίζει,
Πως ρίχνει σκόνη θλίψεως,
Με τρούφα συνηθείας,
Μελαγχολίας ζάχαρη,
Και μίσος εκ καρδἰας,
Πως πασπαλίζει άψινθο
Με προσοχή μεγάλη,
Και πως φροντίζει πάντοτε
ΝΑ ζεις στην παραζάλη,
Πως κάνει το πικρό γλυκό,
Και το ξινό συνήθεια,
Πως τα επικαλύπτει όλα αυτά,
Και πως γελά μειλίχια,
Πως βάζει μάσκα διάφανη,
Άχρωμη οφθαλμαπάτη,
Συνέταιροι πως είμαστε
Βάφοντας την απάτη,
Το χρώμα που καθένας μας
Μόνος του το ορίζει,
Βάζοντας με προτίμηση
Τον τόνο που χρυσίζει.
Πως βάζει στο αίμα μας χολή,
Στα μάτια μας ρητίνη,
Και πως αλόγως προσπαθεί
Κανένας να μη μείνει,
Όρθιος και με λογική,
Με σκέψη και αξία,
Μ’ ανθρώπινη υπόσταση
Μα και με αληθεία.
Άμμο σου βάζει στο φαΐ,
Και λάσπη στο νερό σου,
Και θρόνο για να κάθεται
Το υπέρμετρο εγώ σου,
Πως πρώτα σε ψηλό σκαμνί
Μ’ αγάπη σε καθίζει,
Και πως τα πόδια πελεκά
Και σε κατακρημνίζει,
Πως παίζει με την πείνα σου,
Σου σπέρνει κούφιες λύσεις,
Σου βάζει πρόκες να πατάς,
αγκάθια να μασήσεις,
Πως κόσμο ψεύτικο πικρό,
Σου φτιάχνει για να ζήσεις,
Και πως απόγνωση ευθύς,
Για να αυτοκτονήσεις.
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Αρρώστια αθεράπευτη
Νιώθω να μεγαλώνει,
Μοιάζει με νόσο τρομερή,
Τον κόσμο μου κυκλώνει.
Την απειλή την ένιωσα,
Έντονα μου μιλούσε,
Ώσπου μου εκμυστηρεύθηκε
Το μέρος όπου ζούσε.
Χρόνια μου πέρασαν στον νου
Παλιά και περασμένα,
Τα αισθήματα μου είναι πια
Χρόνια απονευρωμένα.
Πάγωσα απ’ τον τρόμο μου
Συνειδητοποιώντας,
Πως θύμα ήμουν πάντοτε,
Κι είπα μονολογώντας...
Πατέρα μου, συγχώρα με,
Που επέτρεψα τον φόνο,
Συγχώρεσε με πιο πολύ,
Που μ’ είχα αφήσει μόνο,
Και ήμουνα μακριά από Σε
Και ζούσα την απάτη,
Αντί νά ’μαι στα πόδια σου
Να βιώνω την αγάπη.
Μου έδωσες και κατάλαβα
Πώς λειτουργεί η νόσος,
Όπως μας λέει κι ο Σαρώφ
Αυτός ο Άγιος ρώσος,
Πως μπαίνει μέσα στο κορμί
Απ’ όλες τις αισθήσεις,
Και πόσο συστηματικά
Έχουμε παραισθήσεις,
Πως σου μικραίνει την ψυχή,
Φαρμάκι την ποτίζει,
Πως την χαράζει με γυαλί,
Κι αλόγως την ορίζει,
Πως ρίχνει σκόνη θλίψεως,
Με τρούφα συνηθείας,
Μελαγχολίας ζάχαρη,
Και μίσος εκ καρδἰας,
Πως πασπαλίζει άψινθο
Με προσοχή μεγάλη,
Και πως φροντίζει πάντοτε
ΝΑ ζεις στην παραζάλη,
Πως κάνει το πικρό γλυκό,
Και το ξινό συνήθεια,
Πως τα επικαλύπτει όλα αυτά,
Και πως γελά μειλίχια,
Πως βάζει μάσκα διάφανη,
Άχρωμη οφθαλμαπάτη,
Συνέταιροι πως είμαστε
Βάφοντας την απάτη,
Το χρώμα που καθένας μας
Μόνος του το ορίζει,
Βάζοντας με προτίμηση
Τον τόνο που χρυσίζει.
Πως βάζει στο αίμα μας χολή,
Στα μάτια μας ρητίνη,
Και πως αλόγως προσπαθεί
Κανένας να μη μείνει,
Όρθιος και με λογική,
Με σκέψη και αξία,
Μ’ ανθρώπινη υπόσταση
Μα και με αληθεία.
Άμμο σου βάζει στο φαΐ,
Και λάσπη στο νερό σου,
Και θρόνο για να κάθεται
Το υπέρμετρο εγώ σου,
Πως πρώτα σε ψηλό σκαμνί
Μ’ αγάπη σε καθίζει,
Και πως τα πόδια πελεκά
Και σε κατακρημνίζει,
Πως παίζει με την πείνα σου,
Σου σπέρνει κούφιες λύσεις,
Σου βάζει πρόκες να πατάς,
αγκάθια να μασήσεις,
Πως κόσμο ψεύτικο πικρό,
Σου φτιάχνει για να ζήσεις,
Και πως απόγνωση ευθύς,
Για να αυτοκτονήσεις.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
Αν ο Χριστός σου κτυπήσεις την πόρτα...
Αν ο Χριστός χτυπήσει την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;.
Θα έλθει ίσως σαν άλλοτε φτωχός
Κι αποδιωγμένος.
Σαν ένας εργάτης,
Σαν ένας άεργος
Η ένας απεργός που αγωνίζεται σε δίκαιη απεργία.
Μπορεί να είναι ασφαλιστής
Κι ακόμη πωλητής ανεμιστήρων ...;
Θ' ανεβαίνει, αδιάκοπα σκαλοπάτια,
Θα σταματά σε κεφαλόσκαλα
Μ΄ ένα χαμόγελο γλυκό
Στο θλιμμένο του πρόσωπο ...;
Μα το κατώφλι σας είναι τόσο σκοτεινό ...;
Άλλωστε, πως να δεις το χαμόγελο αυτών που διώχνεις!
«Δεν μ' ενδιαφέρει ...;», θα πείτε,
πριν ακόμη τον ακούσετε.
Κι αν βγει η μικρή σας υπηρέτρια, θα επαναλάβει το μάθημά της:
«Η κυρία έχει τους φτωχούς της»
και θα βροντήξει την πόρτα
καταπρόσωπο στον Φτωχό
που είναι ο ίδιος ο Σωτήρας.
Μπορεί ακόμη να είναι πρόσφυγας,
Ένας από τα δεκαπέντε εκατομμύρια προσφύγων,
Με κάποιο διαβατήριο του Ο.Η.Ε. στο χέρι,
Ένας από αυτούς που κανείς δεν τους θέλει
και που περιπλανιούνται σ' αυτή την έρημο,
Τον Κόσμο,
Ένας από εκείνους που πρέπει να πεθάνουν,
«γιατί κανείς δεν ξέρει από που έρχονται
άνθρωποι σαν κι αυτούς ...;».
Μπορεί να είναι κάποιος μαύρος,
Στην Αμερική,
Ένας νέγρος, όπως τον λεν,
Που κατάκοπος ζητιανεύει άσυλο μες στα ξενοδοχεία της Νέας Υόρκη,
Σαν άλλοτε, στην Ναζαρέτ,
Η Παναγία.
Αν ο Χριστός χτυπήσει αύριο την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;
Θα έχει όψη κουρασμένη,
Καθώς είναι εξαντλημένος,
Συντριμμένος,
Αφού πρέπει να βαστάζει
Όλα τα βάσανα της γης ...;
Πρόσεξε! ...;Κανείς δεν δίνει δουλειά
Σ' έναν τόσο κουρασμένο ...;
Καθώς μάλιστα αν Τον ρωτήσεις:
«Τι ξέρεις να κάνης;»
Δεν μπορεί ν' απαντήσει: όλα.
«Από που έρχεσαι;»
Δεν μπορεί να σου πει: από παντού.
«Τι θέλεις να κερδίσεις:»
Δεν μπορεί να πει: εσάς!
Έτσι, θα ξαναφύγει,
πιο κουρασμένος και συντριμμένος,
παίρνοντας μαζί Του, μες στα γυμνά Του χέρια,
την Ειρήνη.
Αν ο Χριστός χτυπήσει την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;.
Θα έλθει ίσως σαν άλλοτε φτωχός
Κι αποδιωγμένος.
Σαν ένας εργάτης,
Σαν ένας άεργος
Η ένας απεργός που αγωνίζεται σε δίκαιη απεργία.
Μπορεί να είναι ασφαλιστής
Κι ακόμη πωλητής ανεμιστήρων ...;
Θ' ανεβαίνει, αδιάκοπα σκαλοπάτια,
Θα σταματά σε κεφαλόσκαλα
Μ΄ ένα χαμόγελο γλυκό
Στο θλιμμένο του πρόσωπο ...;
Μα το κατώφλι σας είναι τόσο σκοτεινό ...;
Άλλωστε, πως να δεις το χαμόγελο αυτών που διώχνεις!
«Δεν μ' ενδιαφέρει ...;», θα πείτε,
πριν ακόμη τον ακούσετε.
Κι αν βγει η μικρή σας υπηρέτρια, θα επαναλάβει το μάθημά της:
«Η κυρία έχει τους φτωχούς της»
και θα βροντήξει την πόρτα
καταπρόσωπο στον Φτωχό
που είναι ο ίδιος ο Σωτήρας.
Μπορεί ακόμη να είναι πρόσφυγας,
Ένας από τα δεκαπέντε εκατομμύρια προσφύγων,
Με κάποιο διαβατήριο του Ο.Η.Ε. στο χέρι,
Ένας από αυτούς που κανείς δεν τους θέλει
Και που περιπλανιούνται σ' αυτή την έρημο,
Τον Κόσμο,
Ένας από εκείνους που πρέπει να πεθάνουν,
«γιατί κανείς δεν ξέρει από που έρχονται
άνθρωποι σαν κι αυτούς ...;».
Μπορεί να είναι κάποιος μαύρος,
Στην Αμερική,
Ένας νέγρος, όπως τον λεν,
Που κατάκοπος ζητιανεύει άσυλο μες στα ξενοδοχεία της Νέας Υόρκη,
Σαν άλλοτε, στην Ναζαρέτ,
Η Παναγία.
Αν ο Χριστός χτυπήσει αύριο την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;
Θα έχει όψη κουρασμένη,
Καθώς είναι εξαντλημένος,
Συντριμμένος,
Αφού πρέπει να βαστάζει
Όλα τα βάσανα της γης ...;
Πρόσεξε! ...;Κανείς δεν δίνει δουλειά
Σ' έναν τόσο κουρασμένο ...;
Καθώς μάλιστα αν Τον ρωτήσεις:
«Τι ξέρεις να κάνης;»
Δεν μπορεί ν' απαντήσει: όλα.
«Από που έρχεσαι;»
Δεν μπορεί να σου πει: από παντού.
«Τι θέλεις να κερδίσεις:»
Δεν μπορεί να πει: εσάς!
Έτσι, θα ξαναφύγει,
πιο κουρασμένος και συντριμμένος,
παίρνοντας μαζί Του, μες στα γυμνά Του χέρια,
την Ειρήνη.
Αν ο Χριστός χτυπήσει την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;.
Θα έλθει ίσως σαν άλλοτε φτωχός
Κι αποδιωγμένος.
Σαν ένας εργάτης,
Σαν ένας άεργος
Η ένας απεργός που αγωνίζεται σε δίκαιη απεργία.
Μπορεί να είναι ασφαλιστής
Κι ακόμη πωλητής ανεμιστήρων ...;
Θ' ανεβαίνει, αδιάκοπα σκαλοπάτια,
Θα σταματά σε κεφαλόσκαλα
Μ΄ ένα χαμόγελο γλυκό
Στο θλιμμένο του πρόσωπο ...;
Μα το κατώφλι σας είναι τόσο σκοτεινό ...;
Άλλωστε, πως να δεις το χαμόγελο αυτών που διώχνεις!
«Δεν μ' ενδιαφέρει ...;», θα πείτε,
πριν ακόμη τον ακούσετε.
Κι αν βγει η μικρή σας υπηρέτρια, θα επαναλάβει το μάθημά της:
«Η κυρία έχει τους φτωχούς της»
και θα βροντήξει την πόρτα
καταπρόσωπο στον Φτωχό
που είναι ο ίδιος ο Σωτήρας.
Μπορεί ακόμη να είναι πρόσφυγας,
Ένας από τα δεκαπέντε εκατομμύρια προσφύγων,
Με κάποιο διαβατήριο του Ο.Η.Ε. στο χέρι,
Ένας από αυτούς που κανείς δεν τους θέλει
και που περιπλανιούνται σ' αυτή την έρημο,
Τον Κόσμο,
Ένας από εκείνους που πρέπει να πεθάνουν,
«γιατί κανείς δεν ξέρει από που έρχονται
άνθρωποι σαν κι αυτούς ...;».
Μπορεί να είναι κάποιος μαύρος,
Στην Αμερική,
Ένας νέγρος, όπως τον λεν,
Που κατάκοπος ζητιανεύει άσυλο μες στα ξενοδοχεία της Νέας Υόρκη,
Σαν άλλοτε, στην Ναζαρέτ,
Η Παναγία.
Αν ο Χριστός χτυπήσει αύριο την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;
Θα έχει όψη κουρασμένη,
Καθώς είναι εξαντλημένος,
Συντριμμένος,
Αφού πρέπει να βαστάζει
Όλα τα βάσανα της γης ...;
Πρόσεξε! ...;Κανείς δεν δίνει δουλειά
Σ' έναν τόσο κουρασμένο ...;
Καθώς μάλιστα αν Τον ρωτήσεις:
«Τι ξέρεις να κάνης;»
Δεν μπορεί ν' απαντήσει: όλα.
«Από που έρχεσαι;»
Δεν μπορεί να σου πει: από παντού.
«Τι θέλεις να κερδίσεις:»
Δεν μπορεί να πει: εσάς!
Έτσι, θα ξαναφύγει,
πιο κουρασμένος και συντριμμένος,
παίρνοντας μαζί Του, μες στα γυμνά Του χέρια,
την Ειρήνη.
Αν ο Χριστός χτυπήσει την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;.
Θα έλθει ίσως σαν άλλοτε φτωχός
Κι αποδιωγμένος.
Σαν ένας εργάτης,
Σαν ένας άεργος
Η ένας απεργός που αγωνίζεται σε δίκαιη απεργία.
Μπορεί να είναι ασφαλιστής
Κι ακόμη πωλητής ανεμιστήρων ...;
Θ' ανεβαίνει, αδιάκοπα σκαλοπάτια,
Θα σταματά σε κεφαλόσκαλα
Μ΄ ένα χαμόγελο γλυκό
Στο θλιμμένο του πρόσωπο ...;
Μα το κατώφλι σας είναι τόσο σκοτεινό ...;
Άλλωστε, πως να δεις το χαμόγελο αυτών που διώχνεις!
«Δεν μ' ενδιαφέρει ...;», θα πείτε,
πριν ακόμη τον ακούσετε.
Κι αν βγει η μικρή σας υπηρέτρια, θα επαναλάβει το μάθημά της:
«Η κυρία έχει τους φτωχούς της»
και θα βροντήξει την πόρτα
καταπρόσωπο στον Φτωχό
που είναι ο ίδιος ο Σωτήρας.
Μπορεί ακόμη να είναι πρόσφυγας,
Ένας από τα δεκαπέντε εκατομμύρια προσφύγων,
Με κάποιο διαβατήριο του Ο.Η.Ε. στο χέρι,
Ένας από αυτούς που κανείς δεν τους θέλει
Και που περιπλανιούνται σ' αυτή την έρημο,
Τον Κόσμο,
Ένας από εκείνους που πρέπει να πεθάνουν,
«γιατί κανείς δεν ξέρει από που έρχονται
άνθρωποι σαν κι αυτούς ...;».
Μπορεί να είναι κάποιος μαύρος,
Στην Αμερική,
Ένας νέγρος, όπως τον λεν,
Που κατάκοπος ζητιανεύει άσυλο μες στα ξενοδοχεία της Νέας Υόρκη,
Σαν άλλοτε, στην Ναζαρέτ,
Η Παναγία.
Αν ο Χριστός χτυπήσει αύριο την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;
Θα έχει όψη κουρασμένη,
Καθώς είναι εξαντλημένος,
Συντριμμένος,
Αφού πρέπει να βαστάζει
Όλα τα βάσανα της γης ...;
Πρόσεξε! ...;Κανείς δεν δίνει δουλειά
Σ' έναν τόσο κουρασμένο ...;
Καθώς μάλιστα αν Τον ρωτήσεις:
«Τι ξέρεις να κάνης;»
Δεν μπορεί ν' απαντήσει: όλα.
«Από που έρχεσαι;»
Δεν μπορεί να σου πει: από παντού.
«Τι θέλεις να κερδίσεις:»
Δεν μπορεί να πει: εσάς!
Έτσι, θα ξαναφύγει,
πιο κουρασμένος και συντριμμένος,
παίρνοντας μαζί Του, μες στα γυμνά Του χέρια,
την Ειρήνη.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- panagiotisspy
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 7181
- Εγγραφή: Πέμ Ιουν 04, 2009 4:57 am
- Τοποθεσία: ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
+1000....fotis έγραψε:Αν ο Χριστός σου κτυπήσεις την πόρτα...
Αν ο Χριστός χτυπήσει την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;.
Θα έλθει ίσως σαν άλλοτε φτωχός
Κι αποδιωγμένος.
Σαν ένας εργάτης,
Σαν ένας άεργος
Η ένας απεργός που αγωνίζεται σε δίκαιη απεργία.
Μπορεί να είναι ασφαλιστής
Κι ακόμη πωλητής ανεμιστήρων ...;
Θ' ανεβαίνει, αδιάκοπα σκαλοπάτια,
Θα σταματά σε κεφαλόσκαλα
Μ΄ ένα χαμόγελο γλυκό
Στο θλιμμένο του πρόσωπο ...;
Μα το κατώφλι σας είναι τόσο σκοτεινό ...;
Άλλωστε, πως να δεις το χαμόγελο αυτών που διώχνεις!
«Δεν μ' ενδιαφέρει ...;», θα πείτε,
πριν ακόμη τον ακούσετε.
Κι αν βγει η μικρή σας υπηρέτρια, θα επαναλάβει το μάθημά της:
«Η κυρία έχει τους φτωχούς της»
και θα βροντήξει την πόρτα
καταπρόσωπο στον Φτωχό
που είναι ο ίδιος ο Σωτήρας.
Μπορεί ακόμη να είναι πρόσφυγας,
Ένας από τα δεκαπέντε εκατομμύρια προσφύγων,
Με κάποιο διαβατήριο του Ο.Η.Ε. στο χέρι,
Ένας από αυτούς που κανείς δεν τους θέλει
και που περιπλανιούνται σ' αυτή την έρημο,
Τον Κόσμο,
Ένας από εκείνους που πρέπει να πεθάνουν,
«γιατί κανείς δεν ξέρει από που έρχονται
άνθρωποι σαν κι αυτούς ...;».
Μπορεί να είναι κάποιος μαύρος,
Στην Αμερική,
Ένας νέγρος, όπως τον λεν,
Που κατάκοπος ζητιανεύει άσυλο μες στα ξενοδοχεία της Νέας Υόρκη,
Σαν άλλοτε, στην Ναζαρέτ,
Η Παναγία.
Αν ο Χριστός χτυπήσει αύριο την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;
Θα έχει όψη κουρασμένη,
Καθώς είναι εξαντλημένος,
Συντριμμένος,
Αφού πρέπει να βαστάζει
Όλα τα βάσανα της γης ...;
Πρόσεξε! ...;Κανείς δεν δίνει δουλειά
Σ' έναν τόσο κουρασμένο ...;
Καθώς μάλιστα αν Τον ρωτήσεις:
«Τι ξέρεις να κάνης;»
Δεν μπορεί ν' απαντήσει: όλα.
«Από που έρχεσαι;»
Δεν μπορεί να σου πει: από παντού.
«Τι θέλεις να κερδίσεις:»
Δεν μπορεί να πει: εσάς!
Έτσι, θα ξαναφύγει,
πιο κουρασμένος και συντριμμένος,
παίρνοντας μαζί Του, μες στα γυμνά Του χέρια,
την Ειρήνη.
Νάσαι καλά βρε Φώτη αδελφέ μου..
Ο Χριστός είναι ο κάθε πλησίον μας,
που όσο περισσότερο φαίνεται ότι έχει την ανάγκη μας,
στην ουσία,
τόσο περισσότερο έχουμε εμείς τη δική Του ανάγκη....
Δεν χρειάζεται να Τον αναγνωρίσουμε..
Γιατί ο Ίδιος μας δίδαξε,
να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους,
και μας έκανε "εύκολο" το έργο..
Όλους....
Όλους ανεξαιρέτως..
Γιατί,
αν αγαπήσουμε ΟΛΟΥΣ τους ανθρώπους, εκτός από μόνο έναν,
τότε αυτός ο ένας,
δυστυχώς,
θα είναι ο Ένας,
Εκείνος,
που δεν Τον αναγνωρίσαμε....
Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων,Αγάπην δε μη έχω,γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν και έχω πάσαν την πίστιν,ώστε όρη μεθιστάνειν,Αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
''Εγωισμός''
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Ταπείνωση και συντριβή
Η πρώτη διδαχή του,
Τα πόδια όταν τους έπλυνε
Μας δίδαξε η ψυχή του.
Των μαθητών του δουλικό
Έγινε απ’ αγάπη,
Είναι η πιο σημαντική
Αποφυγή απ’ τα πάθη.
Εισιτήριο για την είσοδο
Απ’ την ωραία πύλη,
Του παραδείσου το κλειδί
Όπου είναι όλοι φίλοι.
Ετούτο το παράδειγμα
Και τούτη την θυσία,
Όλοι πρέπει να ζήσουμε
Με μιαν ομοφωνία.
Άρπαξε την ταπείνωση
Και θάψε την βαθιά σου,
Στον νου σου και στην σκέψη σου
Βάλτηνε στην καρδιά σου.
Δάσκαλο ταπεινό να βρεις
Μόνο για αυτόν να ψάχνεις,
Γιατί ο υπερήφανος
Σε σύννεφα ζει πάχνης,
Ομίχλη όπου δεν μπορείς
Εύκολα να ξεφυγeiς,
Και δεν σου επιτρέπεται
Tiπota να γνωρίζεις,
Και μια τέτοια κατάσταση
Όταν κανείς βιώνει,
Αμέσως ο εγωισμός
Έρχεται και φουντώνει,
Τα χέρια του στα μάτια μας
Προσεκτικά tα χώνει,
Τα αυτιά μας με πεποίθηση
Και θράσος τα βουλώνει,
Χώνεται μες στην ψυχή
Και τρύπες τη γεμίζει,
Και την αγάπη του Θεού
Γλυκά την σατιρίζει,
Και από εκεί με πονηριά
Σαν μέλι κατεβαίνει,
Καλύπτει όλη την καρδιά
Σαν πέτρα την σκληραίνει,
Όμως πώς μπορεί άνθρωπος
Καρδιά πέτρινη να χει;
Τι τρέχει απ τις φλέβες του
Όταν τον σκίζει αγκάθι;
Ότι καρδιά έχει κανείς
Κι αυτός έτσι θα γίνει,
Και ότι υπάρχει μέσα εκεί
Από αυτό θα δίνει.
Σκληρή καρδιά, σκληρά φιλιά
Θα δίνει που θα κόβουν,
Και τα όνειρα κι αυτά σκληρά,
Που απ’ το Θεό ξεκόβουν.
Αν όμως έχεις ζυμωτή
Βάλει μες στην καρδιά σου,
Θα έρθει ξάφνου ξαστεριά
Σ’ όλα τα όνειρα σου,
Θα μαλακώσει η ψυχή,
Θα έρθει καλοκαίρι,
Το αριστερό γοργά θα δει
Και το δεξί το χέρι.
Η Θεια Χάρις σαν το δει
Θα μπει στην αγκαλιά σου,
Και από εκεί με μιας θα μπει
Κι ο Κύριος στην καρδιά σου.
Ταπείνωση και συντριβή
Πρώτα λοιπόν να βρούμε,
Και θα’ρθει κι ο Πανάγαθος
Αγάπη να αισθανθούμε.
Του Παναγιώτη Γ. ''ΕΜΑΝΟΥΗΛ''
Ταπείνωση και συντριβή
Η πρώτη διδαχή του,
Τα πόδια όταν τους έπλυνε
Μας δίδαξε η ψυχή του.
Των μαθητών του δουλικό
Έγινε απ’ αγάπη,
Είναι η πιο σημαντική
Αποφυγή απ’ τα πάθη.
Εισιτήριο για την είσοδο
Απ’ την ωραία πύλη,
Του παραδείσου το κλειδί
Όπου είναι όλοι φίλοι.
Ετούτο το παράδειγμα
Και τούτη την θυσία,
Όλοι πρέπει να ζήσουμε
Με μιαν ομοφωνία.
Άρπαξε την ταπείνωση
Και θάψε την βαθιά σου,
Στον νου σου και στην σκέψη σου
Βάλτηνε στην καρδιά σου.
Δάσκαλο ταπεινό να βρεις
Μόνο για αυτόν να ψάχνεις,
Γιατί ο υπερήφανος
Σε σύννεφα ζει πάχνης,
Ομίχλη όπου δεν μπορείς
Εύκολα να ξεφυγeiς,
Και δεν σου επιτρέπεται
Tiπota να γνωρίζεις,
Και μια τέτοια κατάσταση
Όταν κανείς βιώνει,
Αμέσως ο εγωισμός
Έρχεται και φουντώνει,
Τα χέρια του στα μάτια μας
Προσεκτικά tα χώνει,
Τα αυτιά μας με πεποίθηση
Και θράσος τα βουλώνει,
Χώνεται μες στην ψυχή
Και τρύπες τη γεμίζει,
Και την αγάπη του Θεού
Γλυκά την σατιρίζει,
Και από εκεί με πονηριά
Σαν μέλι κατεβαίνει,
Καλύπτει όλη την καρδιά
Σαν πέτρα την σκληραίνει,
Όμως πώς μπορεί άνθρωπος
Καρδιά πέτρινη να χει;
Τι τρέχει απ τις φλέβες του
Όταν τον σκίζει αγκάθι;
Ότι καρδιά έχει κανείς
Κι αυτός έτσι θα γίνει,
Και ότι υπάρχει μέσα εκεί
Από αυτό θα δίνει.
Σκληρή καρδιά, σκληρά φιλιά
Θα δίνει που θα κόβουν,
Και τα όνειρα κι αυτά σκληρά,
Που απ’ το Θεό ξεκόβουν.
Αν όμως έχεις ζυμωτή
Βάλει μες στην καρδιά σου,
Θα έρθει ξάφνου ξαστεριά
Σ’ όλα τα όνειρα σου,
Θα μαλακώσει η ψυχή,
Θα έρθει καλοκαίρι,
Το αριστερό γοργά θα δει
Και το δεξί το χέρι.
Η Θεια Χάρις σαν το δει
Θα μπει στην αγκαλιά σου,
Και από εκεί με μιας θα μπει
Κι ο Κύριος στην καρδιά σου.
Ταπείνωση και συντριβή
Πρώτα λοιπόν να βρούμε,
Και θα’ρθει κι ο Πανάγαθος
Αγάπη να αισθανθούμε.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
Η καλύτερη ευχή !
Να ’ν’ η αγάπη σας της θάλασσας αφρόκυμα
που τα χαϊδεύει κι ημερεύουν τ’ άγρια κύματα,
να ’ναι τα λόγια σας δαντέλα από μάλαμα
καθώς του άλλου θα αγγίζουν την ψυχή,
να ’ν’ το χαμόγελο στα χείλη σας ολόγλυκο,
σαν την κηρήθρα που ξεχείλισε το μέλι,
να ’ν’ οι ματιές σας σαν τ’ αστέρια π’ ασημίζουνε,
να ’ν’ η σιωπή σας σαν σεμνό ηλιοβασίλεμα,
μενεξεδιά ν’ ανθίζουν πάλι τα γλυκόλογα,
σαν την πηγή που ξαποσταίνει να ’ν’ το δάκρυ σας,
να ’ναι το χάδι σας μπαλσάμι γιατρικό,
το πρόσωπό σας σαν βελούδινη πανσέληνο,
το σπιτικό σας σαν το στάχυ να ’ν’ μεστό!
Μα το καλύτερο ακόμα δεν το ευχήθηκα,
το πιο τρανό, το πιο ψηλό, το πιο μεγάλο.
Σαν το αμπέλι καρπερό και ετοιμότρυγο
Να ’ναι οι μέρες, να ’ν’ οι ώρες, να ’ν’ το σπίτι σας,
μπροστά στο θρόνο Του σεμνά να τ’ απιθώσετε,
στο Βασιλιά μας, στο Σωτήρα και τον Κύρη σας,
να κάμει Εκείνος τη ζωή σας ένα θαύμα Του,
το πιο γλυκόπιοτο κρασί σ’ ολη τη γη,
γιατί δε θα ’ναι καλεσμένος επισκέπτης σας,
μα θα ’ναι ο Κύριος! ετούτης της γιορτής.
Να ’ν’ η αγάπη σας της θάλασσας αφρόκυμα
που τα χαϊδεύει κι ημερεύουν τ’ άγρια κύματα,
να ’ναι τα λόγια σας δαντέλα από μάλαμα
καθώς του άλλου θα αγγίζουν την ψυχή,
να ’ν’ το χαμόγελο στα χείλη σας ολόγλυκο,
σαν την κηρήθρα που ξεχείλισε το μέλι,
να ’ν’ οι ματιές σας σαν τ’ αστέρια π’ ασημίζουνε,
να ’ν’ η σιωπή σας σαν σεμνό ηλιοβασίλεμα,
μενεξεδιά ν’ ανθίζουν πάλι τα γλυκόλογα,
σαν την πηγή που ξαποσταίνει να ’ν’ το δάκρυ σας,
να ’ναι το χάδι σας μπαλσάμι γιατρικό,
το πρόσωπό σας σαν βελούδινη πανσέληνο,
το σπιτικό σας σαν το στάχυ να ’ν’ μεστό!
Μα το καλύτερο ακόμα δεν το ευχήθηκα,
το πιο τρανό, το πιο ψηλό, το πιο μεγάλο.
Σαν το αμπέλι καρπερό και ετοιμότρυγο
Να ’ναι οι μέρες, να ’ν’ οι ώρες, να ’ν’ το σπίτι σας,
μπροστά στο θρόνο Του σεμνά να τ’ απιθώσετε,
στο Βασιλιά μας, στο Σωτήρα και τον Κύρη σας,
να κάμει Εκείνος τη ζωή σας ένα θαύμα Του,
το πιο γλυκόπιοτο κρασί σ’ ολη τη γη,
γιατί δε θα ’ναι καλεσμένος επισκέπτης σας,
μα θα ’ναι ο Κύριος! ετούτης της γιορτής.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
Πιστεύω σε Σένα
Με ρωτούν πώς αισθάνομαι
και αν η αγάπη μου είναι αληθινή
και πώς ξέρω πως θα τα βγάλω πέρα
Και με κοιτούν και συνωφρυώνονται ( κατσουφιάζουν )
θα ήθελαν να με πετάξουν έξω απ' αυτή την πόλη
Δεν με θέλουν τριγύρω
γιατι ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
Μου δείχνουν τον δρόμο προς την πόρτα
Μου λένε « Μην ξαναγυρίσεις πια »
γιατί δεν αισθάνομαι όπως θα ήθελαν αυτοί
Και εγώ πορεύομαι μόνος μου
χίλια μίλια μακριά απ' το σπίτι
αλλά δεν αισθάνομαι μόνος
γιατί ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ μέσα στα δάκρυα και μέσα στο γέλιο
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ ακόμη και όταν είμαστε μακριά ο ένας απ' τον άλλο
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ ακόμη και το πρωινό
ω, όταν η αυγή πλησιάζει
ω, όταν η νύχτα εξαφανίζεται
ω, αυτό το συναίσθημα είναι εδώ μες στην καρδιά μου,
Μην με αφήσεις να απομακρυνθώ
κράτα με εκεί που είσαι εσύ
όπου θα μπορώ πάντοτε να ανανεώνομαι
Και αυτό που μου έδωσες σήμερα
αξίζει περισσότερο απ' όσο θα μπορούσα να πληρώσω
και ότι και να λένε οι άλλοι ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ όταν ο χειμώνας μετατρέπεται σε καλοκαίρι
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ όταν το άσπρο γίνεται μαύρο
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ ακόμη και αν οι άλλοι είναι περισσότεροι
ω, ακόμη και αν η γη με ταρακουνήσει,
ω, ακόμη και αν οι φίλοι μου με εγκαταλείψουν,
ω, ούτε αυτό δεν θα μπορούσε να με κάνει να γυρίσω πίσω
Μην με αφήσεις να αλλάξω την καρδιά μου
Κράτα με μακριά
απ' όλα τα σχέδια που καταστρώνουν εναντίον μου
και δεν με νοιάζει ο πόνος
δεν με νοιάζει η βροχή που πέφτει πάνω μου
Ξέρω πως θα αντέξω
γιατί ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
Με ρωτούν πώς αισθάνομαι
και αν η αγάπη μου είναι αληθινή
και πώς ξέρω πως θα τα βγάλω πέρα
Και με κοιτούν και συνωφρυώνονται ( κατσουφιάζουν )
θα ήθελαν να με πετάξουν έξω απ' αυτή την πόλη
Δεν με θέλουν τριγύρω
γιατι ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
Μου δείχνουν τον δρόμο προς την πόρτα
Μου λένε « Μην ξαναγυρίσεις πια »
γιατί δεν αισθάνομαι όπως θα ήθελαν αυτοί
Και εγώ πορεύομαι μόνος μου
χίλια μίλια μακριά απ' το σπίτι
αλλά δεν αισθάνομαι μόνος
γιατί ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ μέσα στα δάκρυα και μέσα στο γέλιο
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ ακόμη και όταν είμαστε μακριά ο ένας απ' τον άλλο
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ ακόμη και το πρωινό
ω, όταν η αυγή πλησιάζει
ω, όταν η νύχτα εξαφανίζεται
ω, αυτό το συναίσθημα είναι εδώ μες στην καρδιά μου,
Μην με αφήσεις να απομακρυνθώ
κράτα με εκεί που είσαι εσύ
όπου θα μπορώ πάντοτε να ανανεώνομαι
Και αυτό που μου έδωσες σήμερα
αξίζει περισσότερο απ' όσο θα μπορούσα να πληρώσω
και ότι και να λένε οι άλλοι ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ όταν ο χειμώνας μετατρέπεται σε καλοκαίρι
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ όταν το άσπρο γίνεται μαύρο
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ ακόμη και αν οι άλλοι είναι περισσότεροι
ω, ακόμη και αν η γη με ταρακουνήσει,
ω, ακόμη και αν οι φίλοι μου με εγκαταλείψουν,
ω, ούτε αυτό δεν θα μπορούσε να με κάνει να γυρίσω πίσω
Μην με αφήσεις να αλλάξω την καρδιά μου
Κράτα με μακριά
απ' όλα τα σχέδια που καταστρώνουν εναντίον μου
και δεν με νοιάζει ο πόνος
δεν με νοιάζει η βροχή που πέφτει πάνω μου
Ξέρω πως θα αντέξω
γιατί ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΕ ΣΕΝΑ
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
Πάσχα θὰ κάμω πάλι σήμερα,
γιατὶ θὰ κοινωνήσω πάλι!
Πάσχα θὰ κάμω πάλι σήμερα,
κι εἶν᾿ ἡ λαχτάρα μου μεγάλη!
Ὁ λειτουργός προβαίνει ἐπίσημα
τ᾿ Ἅγια κρατώντας ὑψωμένα,
μὰ Ἐσὺ μᾶς κράζεις μὲ τὰ χείλη του·
πιστοί μου ἐλᾶτε πρὸς ἐμένα.
Σεμνὰ κι ἀθόρυβα προσέρχονται·
θερμὸς στὰ μάτια ὁ πόθος λάμπει·
κι ἀνοίγουν οἱ καρδιές ἐφτάδιπλες,
ὁ Βασιληᾶς τῶν ὅλων νἄμπη.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Ἰδού βαδίζω... . Γήινο τίποτα
δὲν ἔχει τώρα ὁ λογισμός μου,
γιατὶ μὲ κάλεσε συντράπεζο
ὁ Βασιληᾶς ὅλου τοῦ κόσμου.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Ἰδού Στὸ βῆμα τῶν πατέρων μου
ρυθμίζω τὸ δικό μου βῆμα,
κι Ἐσύ μὲ δέχεσαι ὡς τοὺς δέχτηκες,
θύτης Ἐσὺ μαζί καὶ θῦμα!
Στὴν ὀμορφιά μας τὴν πρωτόπλαστη
μᾶς ξαναφέρν᾿ ἡ δύναμή σου.
Στὴν ὀμορφιά μας τὴν πρωτόπλαστη
καὶ στὶς χαρές τοῦ παραδείσου.
Ἀγγέλων λύρες ἁρμονίζονται
καὶ χαρουβείμ δοξολογοῦνε,
κι ἀρχάγγελοι ἔσκυψαν, θαυμάζοντας,
τὴ μυστικὴ ἕνωση νὰ δοῦνε...
Σ᾿ εὐχαριστῶ ποὺ καταδέχτηκες
στὴ φάτνη τούτη νὰ ξανάρθης.
Ὦ, μεῖνε χρόνια, χρόνια ἀτέλειωτα
μέσα μου, ἀφέντης καὶ μονάρχης.
γιατὶ θὰ κοινωνήσω πάλι!
Πάσχα θὰ κάμω πάλι σήμερα,
κι εἶν᾿ ἡ λαχτάρα μου μεγάλη!
Ὁ λειτουργός προβαίνει ἐπίσημα
τ᾿ Ἅγια κρατώντας ὑψωμένα,
μὰ Ἐσὺ μᾶς κράζεις μὲ τὰ χείλη του·
πιστοί μου ἐλᾶτε πρὸς ἐμένα.
Σεμνὰ κι ἀθόρυβα προσέρχονται·
θερμὸς στὰ μάτια ὁ πόθος λάμπει·
κι ἀνοίγουν οἱ καρδιές ἐφτάδιπλες,
ὁ Βασιληᾶς τῶν ὅλων νἄμπη.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Ἰδού βαδίζω... . Γήινο τίποτα
δὲν ἔχει τώρα ὁ λογισμός μου,
γιατὶ μὲ κάλεσε συντράπεζο
ὁ Βασιληᾶς ὅλου τοῦ κόσμου.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Ἰδού Στὸ βῆμα τῶν πατέρων μου
ρυθμίζω τὸ δικό μου βῆμα,
κι Ἐσύ μὲ δέχεσαι ὡς τοὺς δέχτηκες,
θύτης Ἐσὺ μαζί καὶ θῦμα!
Στὴν ὀμορφιά μας τὴν πρωτόπλαστη
μᾶς ξαναφέρν᾿ ἡ δύναμή σου.
Στὴν ὀμορφιά μας τὴν πρωτόπλαστη
καὶ στὶς χαρές τοῦ παραδείσου.
Ἀγγέλων λύρες ἁρμονίζονται
καὶ χαρουβείμ δοξολογοῦνε,
κι ἀρχάγγελοι ἔσκυψαν, θαυμάζοντας,
τὴ μυστικὴ ἕνωση νὰ δοῦνε...
Σ᾿ εὐχαριστῶ ποὺ καταδέχτηκες
στὴ φάτνη τούτη νὰ ξανάρθης.
Ὦ, μεῖνε χρόνια, χρόνια ἀτέλειωτα
μέσα μου, ἀφέντης καὶ μονάρχης.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
- fotis
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4712
- Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
- Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ
Re: Θρησκευτική ποίηση
ΘΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΩ.
ΓΙΑ όσα πρόβατα Σου
δεν Σε γνωρίζουν και γι' αυτό και δεν επικοινωνούν μαζί Σου,
θα επικοινωνώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
κλαίνε για τις οποίες παραβάσεις τους και εκτροπές
τους, μικρές ή μεγάλες, τις εν γνώσει ή εν αγνοία
τους,
Θα κλαίω εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
βυθίζονται ατό βούρκο της αμαρτίας χάνοντας την
αγνότητα τους, θα θρηνώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
κοιμούνται τον μακάριο ύπνο της αμελείας και
αδιαφορίας, θα ξαγρυπνώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
ΣΕ βλασφημούν και Σε περιφρονούν, γιατί ποτέ
Τους δεν γνώρισαν πραγματικά, θα Σε υμνώ και
Θα Σε δοξολογώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
Είναι δέσμια οποιουδήποτε πάθους, γονατιστός
Θα Σε, ικετεύω να τα ελευθέρωσης από τα φοβερά
δεσμά τους.
Για όσα πρόβατα Σου
Πέφτουν σε χέρια λύκων, με αγωνιά και απελπισμένα
Σου κράζω. Κύριε, Κύριε, Κύριε, σώσε τα!
γλίτωσε τα!
Για όσα πρόβατα Σου
βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση, σε
σε αδυναμία να σκεφτούν και μη μπορώντας
να βρουν τη σωτήρια διέξοδο από τον λαβύρινθο,
στον οποίο βρίσκονται, θα Σου δέομαι εγώ.
Με όσα πρόβατα Σου
αγωνίζονται ειλικρινά, και δακρύζουν και πονούν
και πασχίζουν και ματώνουν και αδιάκοπα
προσπαθούν να «τελέσωσι τον δρόμον» τους με χαρά.
για να φέρουν σε αίσιο πέρας το έργο της σωτηρίας τους.
Θα συναγωνίζομαι και εγώ «εν τοις προσευχαίς»,
ώστε να αξιωθούν να λάβουν το στεφάνι της νίκης,
το όποιο «αποδώσεις Συ ο δίκαιος Κριτής
εν εκείνη τη ήμερα».
ΓΙΑ όσα πρόβατα Σου
δεν Σε γνωρίζουν και γι' αυτό και δεν επικοινωνούν μαζί Σου,
θα επικοινωνώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
κλαίνε για τις οποίες παραβάσεις τους και εκτροπές
τους, μικρές ή μεγάλες, τις εν γνώσει ή εν αγνοία
τους,
Θα κλαίω εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
βυθίζονται ατό βούρκο της αμαρτίας χάνοντας την
αγνότητα τους, θα θρηνώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
κοιμούνται τον μακάριο ύπνο της αμελείας και
αδιαφορίας, θα ξαγρυπνώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
ΣΕ βλασφημούν και Σε περιφρονούν, γιατί ποτέ
Τους δεν γνώρισαν πραγματικά, θα Σε υμνώ και
Θα Σε δοξολογώ εγώ.
Για όσα πρόβατα Σου
Είναι δέσμια οποιουδήποτε πάθους, γονατιστός
Θα Σε, ικετεύω να τα ελευθέρωσης από τα φοβερά
δεσμά τους.
Για όσα πρόβατα Σου
Πέφτουν σε χέρια λύκων, με αγωνιά και απελπισμένα
Σου κράζω. Κύριε, Κύριε, Κύριε, σώσε τα!
γλίτωσε τα!
Για όσα πρόβατα Σου
βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση, σε
σε αδυναμία να σκεφτούν και μη μπορώντας
να βρουν τη σωτήρια διέξοδο από τον λαβύρινθο,
στον οποίο βρίσκονται, θα Σου δέομαι εγώ.
Με όσα πρόβατα Σου
αγωνίζονται ειλικρινά, και δακρύζουν και πονούν
και πασχίζουν και ματώνουν και αδιάκοπα
προσπαθούν να «τελέσωσι τον δρόμον» τους με χαρά.
για να φέρουν σε αίσιο πέρας το έργο της σωτηρίας τους.
Θα συναγωνίζομαι και εγώ «εν τοις προσευχαίς»,
ώστε να αξιωθούν να λάβουν το στεφάνι της νίκης,
το όποιο «αποδώσεις Συ ο δίκαιος Κριτής
εν εκείνη τη ήμερα».
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.