Ένας παλιός καραβοκύρης μου έλεγε: «Είχαμε τότε τα ιστιοφόρα. Και δεν φοβόμασταν την ανοιχτή θάλασσα, γιατί το πανί κρατούσε το καράβι, και έπαιζε με το κύμα. Δυσκολία πολλή συναντούσαμε, όταν πλησιάζαμε στη στεριά. Και όταν πηγαίναμε τους υποψήφιους μοναχούς στο Όρος, ξέραμε ότι δεν θα τους ξαναπαίρναμε. Τους χάναμε, δεν ξανάβγαιναν έξω, όπως δεν γυρίζουν πίσω οι πεθαμένοι που τους πάνε στο κοιμητήριο».
Το Άγιον Όρος το χαρακτήρισε κοιμητήριο, τάφο, όπου μπαίνει κανείς και δεν βγαίνει έξω. Και είχε δίκιο. Μπορούμε να πούμε ότι το Άγιον Όρος είναι ένα κοιμητήριο νεκρών σπόρων, από όπου βλάστησε μια άλλη ζωή και ανθοφορία.
Το Άγιον Όρος είναι κάτι που σε συγκινεί βαθύτατα και σε έλκει. Κάτι που έχει σχέση με ένα θάνατο και με μια ζωή. Ο υποψήφιος μοναχός έρχεται στο Άγιον Όρος. Μένει εν ελευθερία. Θέλει να δει ποιές αντιδράσεις δημιουργούνται μέσα του με το τόπο. Και οι αντιδράσεις είναι διάφορες, ποικίλλουν κατά τα πρόσωπα και κατά τις αναζητήσεις των.
Εάν η κλίση σου είναι γιʼ αυτή τη ζωή, τη λογική, τον τόπο και το κλίμα, τότε μένεις. Γίνεται η κουρά σου. Και το άγιο Θυσιαστήριο, η αγία Τράπεζα είναι ο Τάφος ο πανάγιος του Χριστού, απʼ όπου ανατέλλει ως Νυμφίος εκ παστάδος φωτεινής. Και αγαπάς έναν Τάφο. Και προσπίπτεις στον Τάφο, επειδή αγαπάς τη ζωή.
Η πρώτη ευχή των παλαιών αγιορειτών σε ένα νέο μοναχό είναι: «Καλή υπομονή». Αυτή η υπομονή, το να μένεις εκούσια υπό, είναι μια ευλογία που κρύβει μέσα της πολύ δυναμισμό, γιατί σε ωθεί προς τον δρόμο της εκουσίου νεκρώσεως, της ταφής εις την «γην την αγαθήν», απʼ όπου ελευθερώνεται, ενεργοποιείται κάποιος δυναμισμός κεκρυμμένος και συνεπτυγμένος μέσα σου, και βλαστάνει ο σπόρος της υπάρξεως σου αποδίδων «καρπόν εκατονταπλασίονα»
Και για να συμβεί αυτό, θα πρέπει ο σπόρος της υπάρξεως σου να είναι ζωντανός, να έχει το στοιχείο που μπορεί να αντέξει στη διαδικασία της ζωηφόρου νεκρώσεως. Και θα πρέπει να έλθει η ώρα σου, να ωριμάσει ο σπόρος, να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος ότι αυτή είναι η μόνη πορεία του, και δεν γίνεται διαφορετικά.
Και περνά ο χρόνος, για να έλθει η ώρα. Και η τελική ώρα είναι τόσο φρικτή, που θα θέλαμε πάση θυσία να την παρακάμψωμε, να την αποφύγομε. Όμως δεν γίνεται διαφορετικά, εάν δεν πιούμε το πικρό ποτήριο του θανάτου.
Η μελέτη του θανάτου είναι μελέτη ζωής. Αυτό που αναπόφευκτα βλέπουμε μπροστά μας να πλησιάζει είναι ο θάνατος. Αυτό που υπάρχει μέσα μας είναι η δίψα της αιώνιας ζωής.
Και επειδή αγάπησες το δρόμο αυτής της ζωής και ασκήσεως, προχωρείς. Αρχίζεις να θάπτεσαι, να ζεις τη νέκρωση και να τρέφεσαι από ζωή ανώλεθρο, από χαρά που δεν παρέρχεται.
Όταν βαπτίζεται «εις τον θάνατον» του Ιησού, ενδύεσαι τον Χριστό και παίρνεις όνομα. Όταν γίνεσαι μοναχός λαμβάνεις δεύτερο βάπτισμα και παίρνεις νέο όνομα.
Η ακολουθία της κουράς σου λέει όλη την αλήθεια για τη ζωή της ασκήσεως που σε περιμένει. Σου μιλά για την άφατη χαρά και αγαλίαση που θα φτάσεις, αφού περάσεις ατέλειωτα βάσανα και απρόσμενους πειρασμούς. Σου περιγράφει ξεκάθαρα «πάντα τα λυπηρά και επίπονα της χαροποιού κατά Θεόν ζωής» εν τέλει όλα οδηγούν σε μια δοκιμασία όπου απειλείται το παν, σε μια κρίση που ξεπερνά συχνά τη λογική και την αντοχή του.
Εκείνη την ώρα της έσχατης απορίας και εγκαταλείψεως, αν συνειδητά πεις με όλη σου την ύπαρξη «ας γίνει το θέλημά Σου, Θεέ μου, ό,τι κι αν μου στοιχίσει»,τότε αλλάζεις όλος. Ενδύεσαι τον Χριστό. Αλλάζει όνομα ο τόπος. Γίνεσαι άλλος.
«Οι δε υπομένοντες τον Θεόν αλλάξουσιν ισχύν, πτεροφυήσουσιν ως αετοί, δραμούνται και ου κοπιάσουσιν». Τότε ζεις τις συνέπειες της ευχής «καλή υπομονή». Νοιώθεις ότι έζησες μια ζωή, για να φτάσεις σε κείνη τη στιγμή και σʼ εκείνο τον τόπο. Αυτή η στιγμή είναι αστραπή και αιωνιότης.
Τότε δεν έχεις καμία απορία. Δεν αναπολείς τίποτε, ούτε προσδοκάς. Η θεία επίσκεψη δια μας εξαφάνισε τον χωρισμό σε παρελθόν και μέλλον, κάνοντας τα πάντα ένα παρόν πλησμονής.
Ακινητείς. Μένεις ενεός. Γεμάτος έκπληξη. Με ανοιχτές τις αισθήσεις. Με το να είσαι όλος μια αίσθηση.
Αξιολογείς τα πάντα διαφορετικά. Βρίσκεις τον πλούτο, τη δόξα και τον παράδεισο εκεί όπου άλλοι βλέπουν τη συμφορά που πρέπει να αποφύγουν.
«Βασιλεύς της Δόξης» γνωρίζεται ο Χριστός πάνω στο Σταυρό και απλωμένος ύπτιος νεκρός στον Επιτάφιο Θρήνο. Από τότε ευφραίνεσαι περιφρονούμενος. Χαίρεσαι υποτιμούμενος. Και βοηθείσαι διαγραφόμενος.
Γράφεται στις πλάκες τις καρδιάς σου ένας νόμος, όπως γράφτηκε στις πέτρινες πλάκες στο όρος Σινά. Η νέα νομοθεσία, της αγάπης, που τη δέχτηκες προσωπικά, σε σφράγισε, ως «σφραγίς δωρεάς Πνεύματος Αγίου». Φέρεις επάνω σου το μοναχικό σχήμα, που είναι σταυρός, με την ομολογία της νίκης: Ι(ησού)Σ Χ(ριστό) Σ ΝΙΚΑ. Φ (ως) Χ(ριστού) Φ(αίνει) Π(άσι). Τ (όπος) Κ(ρανίου) Π(αράδεισος) Γ(έγονε).
Έκτοτε κυκλοφορείς διαφορετικά. Κουβαλάς την εμπειρία αυτή ως αιμορραγία. Κουβαλάς τη θανή, που σε έφερε στη ζωή. Δεν βγαίνεις έξω από τον τάφο. Τρέφεσαι απʼ αυτόν, όπως το φυτό από τις ρίζες του μέσα στη γη. Από αυτή την εμπειρία αρθρώνεται ο λόγος σου, διαμορφώνεται ο χώρος σου. Είναι όλα φανέρωση αυτής της νεκραναστάσεως. Είναι όλα ντυμένα με σεμνότητα κατανύξεως και πηγαίο δυναμισμό αιωνίου ζωής.
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, γνήσιος αγιορείτης, το λέει ξεκάθαρα, ότι το βάθρο όπου πατά δεν είναι, όπως πολλοί νομίζουν, σκαμνί ή θρόνος, αλλά είναι ο τάφος του, απʼ όπου μιλά ο νεκρός εαυτός του.
του Πανοσ. Αρχιμανδρίτου π. Βασιλείου Γοντικάκη
Εισήγηση σε συνέδριο «Φως Χριστού φαίνει πάσι», 27 Νοεμβρίου 1997
Θεώρηση χώρου και χρόνου στο Άγιον Όρος
Συντονιστής: Συντονιστές
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 2298
- Εγγραφή: Δευ Νοέμ 14, 2005 6:00 am
- Τοποθεσία: Ηλίας @ Θεσσαλονίκη
Μοναχική μύηση (Κουρά)
µοναχός, όπως και κάθε πλάσµα, του Θεού γεννιέται και πεθαίνει. Όµως η γέννηση του µοναχού δεν ταυτίζεται µε τη βιολογική γέννηση, αλλά µε µια νέα ταυτότητα που αποκτά κατόπιν µακροχρόνιας και έντονης µύησης και δοκιµασίας. Τα θέσµια του Ορθόδοξου µοναχισµού και κατεξοχήν του Αγίου Όρους, προϋποθέτουν µια τέτοια πορεία.
Ο υποψήφιος αρχικά εντάσσεται δοκιµαστικά σε µια αδελφότητα. Εκεί, υπό την καθοδήγηση του Γέροντα - Ηγουµένου, ακολουθεί ένα πρόγραµµα προσευχής και διακονίας και συνυφασµένης κατήχησης, που τηρείται για ένα χρόνο ή και περισσότερο. Ως δόκιµος, συνήθως ο υποψήφιος δε φέρει παρά µόνο "σκουφάκι", κατόπιν ευχής που του διαβάζεται.
Ύστερα από απόφαση του ηγουµενοσυµβουλίου ορίζεται η στιγµή της κουράς του υποψήφιου µοναχού. Την ιεροτελεστία θα τελέσει κάποιος ιεροµόναχος, ενώ ο ηγούµενος θα παραστέκεται στον προσερχόµενο µοναχό ως ανάδοχός του. Ο υποψήφιος, φορώντας συνήθως λευκές κάλτσες και λευκή φανέλλα, µετά την είσοδο του ευαγγελίου στη Θεία Λειτουργία, οδηγούµενος υπό του ηγουµένου, φέρεται από τη θύρα του ναού κάτω από τον πολυέλαιο. Εκεί, αφού βάλει µετάνοια προς τα τέσσερα σηµεία του ορίζοντα, προχωρεί και βάζει τρεις µετάνοιες στις εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και του αγίου που τιµάται το Καθολικό. Έπειτα βάζει µετάνοια, παίρνει την ευχή του Ηγουµένου και στέκεται στα αριστερά του µε σταυρωµένα τα χέρια.
Μετά την ψαλµωδία των διατεταγµένων απολυτικίων, ο ιερέας κατηχεί τον µέλλοντα µοναχό διαβάζοντας την ευχή "Άνοιξον τα της καρδίας σου ώτα, Αδελφέ,…". Ακολουθούν ερωταποκρίσεις ανάµεσα στον ιερέα και τον υποψήφιο που βεβαιώνουν την εκούσια προσέλευσή του στη µοναχική πολιτεία. Σ' όσες ερωτήσεις απαντά θετικά ακούµε την ευλογηµένη απόκριση "Ναι, του Θεού συνεργούντος µοι, τίµιε Πάτερ". Αµέσως µετά τις ερωταποκρίσεις συνεχίζεται η κατήχηση υπό του ιερέως. Νέα στιχοµυθία έπεται. Μετά και το πέρας αυτής της στιχοµυθίας, ο ιερέας απευθύνει ευχή ζητώντας τη βοήθεια του Θεού για τον κειρόµενο µοναχό. Ακολουθεί η εκφώνηση του ονόµατος του µοναχού. Ο ιερέας τότε τρεις φορές θα δώσει στον κειρόµενο µοναχό το ψαλίδι της κουράς του και ο µοναχός άλλες τρεις αντίστοιχα θα αντιδώσει το ψαλίδι διαµέσου του Ηγουµένου στον ιερέα. Ο ιερέας κείρει την κόµη του γονυκλινή υποψήφιου στο όνοµα της Αγίας Τριάδος, ενώ οι χοροί ψάλλουν τρεις φορές το "Κύριε Ελέησον". Ο τυπικάρης (µοναχός υπεύθυνος για την τήρηση του τυπικού) στη συνέχεια φέρνει τα µοναχικά ενδύµατα από το Ιερό Βήµα και τα επιδίδει στον ιερέα. Αυτός, αφού τα ευλογήσει τα παραδίδει στον Ηγούµενο, ο οποίος και ντύνει το νέο µοναχό. Έτσι µε τη σειρά του φορά το ζωστικό, το αγγελικό σχήµα, το πολυσταύρι, τη ζώνη, το ράσο, τα υποδήµατα, το καλυµµαύχι, το κουκούλι και τέλος τον µανδύα. Συνεχίζεται η Θεία Λειτουργία ψαλλοµένου του "Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε..". Θα ακολουθήσουν τα αναγνώσµατα και ο ιερέας θα δώσει στο νέο µοναχό σταυρό, κοµποσχοίνι και λαµπάδα αναµµένη. Ο νέος µοναχός θα µεταλάβει πρώτος χωρίς να βγάλει το κουκούλι του. Αφού µοιραστεί το αντίδωρο, οι άλλοι µοναχοί µε τη σειρά πηγαίνουν στο νέο αδελφό που στέκεται σε στασίδι, ασπάζονται το σταυρό που κρατά και του εύχονται "καλό παράδεισο" ή άλλες αρµόζουσες ευχές. Ακολουθεί η τράπεζα, όπου ο νεοκαρείς µοναχός κάθεται πλησίον του ηγουµένου.
Τα µοναχικά ενδύµατα είναι µαύρα. Το µεγάλο σχήµα που µοιάζει µε πετραχήλι είναι µαύρο κεντηµένο µε κόκκινο ή άσπρες και χρωµατιστές κλωστές. Πάνω του αναπαρασταίνονται ο σταυρός του Κυρίου µε τη λόγχη και τον σπόγγο εκατέρωθεν και από κάτω µια νεκροκεφαλή. Αριστερά και δεξιά έχει σε συντοµογραφίες τις επιγραφές:
ΜΙΧΑΗΛ ΓΑΒΡΙΗΛ
ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΝΙΚΑ
Τούτο το Σχήµα δαίµονες φρίτουσσι
Θεού θέα Θείον Θαύµα
Χριστός Χριστιανοίς χαράν χαρίζει
Φως Χριστού φαίνει πάσι
Τόπος Κρανίου Παράδεισος γέγονε Αδάµ
Τι συμβολίζουν τα Ενδύματα των μοναχών
Φως μοναχοίς άγγελοι. Φως δε πάντων ανθρώπων μοναδική Πολιτεία, είναι η ζωή κατά μίμηση των Αγγέλων, αυτή στήριξε και στηρίζει την Οικουμένη και ο άνθρωπος, ο χριστιανός που ενδύεται το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα είναι άξιος πολλών επαίνων και μακαρισμών.
Όταν κάποιος, λοιπόν, προσέρχεται για να αφιερώσει τη ζωή του εξ όλης της ψυχής και της διανοίας του στο Νυμφίο Χριστό τότε χαίρεται και αγάλλεται ο ουρανός και πανηγυρίζει ο κόσμος των Αγγέλων γιατί ένας ακόμα άνθρωπος τάχθηκε να μιμηθεί τη ζωή τους. Ο μοναχός και η μοναχή κινούνται μέσα στην ιερή προσμονή του Ουράνιου Νυμφίου τους. Ζουν και κινούνται σε μια πνευματική όαση με το νοσταλγικό λόγο «ελθέτω χάρις και παρελθέτω ο κόσμος ούτος». Και μαζί με τον κόσμο παρέρχεται το όνομα το παλαιό και λαμβάνει νέο όνομα, διότι αφού εγκαταλείπει τον παλαιό άνθρωπο και ενδύεται το νέο άνθρωπο.
Την ώρα της μοναχικής κουράς προσέρχεται ο δόκιμος μοναχός ή μοναχή ανυπόδητος, ασκεπής, φορώντας μόνο έναν απλό λευκό χιτώνα και δηλώνοντας έτσι ότι όλα τα περιττά και κοσμικά τα απέρριψε και είναι έτοιμος να ενδυθεί το τιμημένο ράσο και τα άγια ρούχα του μοναχού.
Κατά τη μοναχική κουρά ο δόκιμος μοναχός ή μοναχή, ενδύεται το λέντιον (ή ζωστικό ή αντερί) το οποίο είναι μαύρου χρώματος, που συμβολίζει το χιτώνα της ευφροσύνης και της αγαλλιάσεως αντί της γυμνώσεως και της καταισχύνης, την οποία φορέσαμε με τηνπαρακοή μας και αντί της φθοράς και του θανάτου που μας προξένησε αυτή η παρακοή και την οποία φθορά αναιρεί το μοναχικό σχήμα με την υπακοή και τον ενάρετο βίο. Ο χιτώνας αυτός ονομάζεται χιτώνας δικαιοσύνης γιατί η λέξη δικαιοσύνη σημαίνει κάθε αρετή και ο μοναχός φορώντας το οφείλει να γίνει πρόθυμος για κάθε αρετή. Μάλιστα το μαύρο χρώμα του σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι πάντοτε οχυρωμένος πίσω από το πένθος για την αμαρτία και την ξενιτεία για τον κόσμο.
Έπειτα ο μοναχός ή η μοναχή ενδύεται τον ανάλαβο (το πολυσταύρι) ο οποίος φοριέται από τους ώμους μπροστά και πίσω σταυροειδώς και σχηματίζει το σημείο του σταυρού, όχι μία, αλλά πολλές φορές. Εικονίζει το σημείο του σταυρού και σημαίνει ότι ο μοναχός αναλαμβάνει το σταυρό του επί των ώμων του και ακολουθεί το Δεσπότη Χριστό. Καθώς το πολυσταύρι περιέχει πολλούς σταυρούς και περιβάλλει μπροστά και πίσω το σώμα του μοναχού και της μοναχής το περιφράσσει και το οχυρώνει απ' τις προσβολές του διαβόλου και από κάθε κακή επιθυμία.
Έπειτα ζώνεται γύρω απ' τη μέση του δερμάτινη ζώνη «εις νέκρωσιν σώματος και ανακίνισιν πνεύματος». Η ζώνη αποτελεί σημείον σωφροσύνης, καθαρότητας και νεκρώσεως των κινήσεων της σάρκας κι επίσης σημείον ισχύος εναντίον των παθών και παράλληλα στήριξη στις πράξεις των εντολών.
Κατόπιν, ο μοναχός ή η μοναχή φορά τα σανδάλια, που όπως λένε τα λόγια της μοναχικής κουράς, με τα οποία ετοιμάζεται να εφαρμόσει και να διάδοση το ευαγγέλιο της ειρήνης. Επίσης, τα σανδάλια αυτά τον προφυλάσσουν για να μην προσκρούσουν τα πόδια του και να μην δαγκωθεί από το νοητό όφι, αλλά να επιβαίνει πάνω σ' αυτούς και να καταπατεί λέοντα και δράκοντα δηλαδή τα κρυφά και φθονερά θηρία της κακίας. Με τα σανδάλια αυτά θα τρέχει κατευθείαν την οδό του Ευαγγελίου μέχρις ότου φτάσει στους Ουρανούς, εκεί που είναι το πολίτευμα των μοναχών, κατά τον Απόστολο Παύλο.
Κατόπιν ενδύεται το παλλίον (εξώρασο) του μεγάλου και αγγελικού σχήματος και όπως λέγει στη μο
ναχική κουρά το ενδύεται ως στολή αφθαρσίας και σεμνότητος και ως σημείο της σκέπης του Θεού για την ευλαβή του ζωή αιώνια σε εκείνον ο οποίος θα το λάβει και αποτελεί τη θεία περιβολή που του χαρίζει το Άγιο Πνεύμα.
Κατόπιν ενδύεται το κουκούλιον της ακακίας ως περικεφαλαία ελπίδος για τη σωτηρία μέσω της εκ Θεού επισκιάσεως της χάριτος, αλλά και για την ύψωση του νου του μέσω της ταπεινοφροσύνης και της ακακίας όπως ακριβώς είναι τα άδολα νήπια, αλλά και για τη Θεού φύλαξη και περίθαλψη της κεφαλής με όλα τα αισθητήρια. Το κουκούλιο κρέμεται μπροστά και πίσω, εκεί όπου βρίσκεται το λογιστικό και η καρδιά.
Τελευταία, ενδύεται το μανδύα, ο οποίος θεωρείται το τελειώτατον ένδυμα και το περιεκτικό όλων, σημαίνει δε τη φυλακτική και σκεπαστική δύναμη του Θεού, ταυτόχρονα το συνεσταλμένο ευλαβές και ταπεινό της Μοναχικής ζωής, ενώ το ότι δεν έχει μανίκια σημαίνει ότι καθ' όλη τη ζωή του όλα τα μέλη του είναι νεκρά για κάθε κοσμική εργασία και αμαρτία. Αφήνει μόνο ελεύθερο το κεφάλι το οποίο βλέπει προς το Θεό και φρονεί τα θεία και ανατρέχει μόνο προς το Θεό. Αλλά, όπως είπαμε και πριν, ακόμα και το κεφάλι του μοναχού ή της μοναχής είναι σκεπασμένο με το κουκούλιο για να μη θεωρηθεί ότι έχει ασκεπή και ακάλυπτα τα αισθητήρια.
Στο σύνολό τους, όλα τα ρούχα του μοναχού εικονίζουν τη νέκρωση του Χριστού μας. Ως τάφος εικονίζεται ο μανδύας και ως εντάφια τα υπόλοιπα ρούχα. Ο ανάλαβος και το Μεγάλο Σχήμα δηλώνουν ότι είναι εσταυρωμένος ο μοναχός για τον κόσμο, όπως άλλωστε το υποσχέθηκε. Το κουκούλιο του εικονίζει το σουδάριο κι έτσι όλος ο μοναχός μιμείται με το σχήμα του τον σταυρωθέντα Δεσπότη του, ο oποίος πέθανε και τυλίχτηκε στα σπάργανα και στο σουδάριο.
Σε όλη του τη ζωή πλέον, ό,τι φορά, θα του υπενθυμίζει ότι συνεσταυρώθηκε με το Χριστό και συνεκρώθηκε μαζί Του και οφείλει να αγωνιστεί για να συναναστηθεί και να συνανυψωθεί και να αναφανεί συγκληρονόμος της πατρικής Βασιλείας και των αγαθών των ετοιμασμένων προ καταβολής κόσμου...