Ορθόδοξος Μοναχισμός....

Πνευματικά άρθρα και Αναγνώσματα.Αποσπάσματα από διάφορα βιβλία.

Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές

Απάντηση
anny
Έμπειρος Αποστολέας
Έμπειρος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 307
Εγγραφή: Τετ Φεβ 07, 2007 6:00 am

Ορθόδοξος Μοναχισμός....

Δημοσίευση από anny »

Το κείμενο που ακολουθεί, είναι του Σεβασμιωτάτου Ιεροθέου Βλάχου.
Είναι ένα σταχυολόγημα, πάνω στο βιβλίο του "Ο Μοναχισμός, ως Προφητική, Αποστολική, και μαρτυρική ζωή"
Είναι ένα συμπαγές πνευματικό απαύγασμα, οδηγός για όσους από μας, αναζητούμε την πνευματική ένωσή μας με το Θεό.


3. Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες

Νομίζω ότι ο τίτλος του βιβλίο αυτού είναι εκφραστικός και δείχνει την διήκουσα έννοιά του, ότι, δηλαδή, η μοναχική ζωή είναι προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή.

Προφήτες είναι όσοι βλέπουν τον Θεό και έχουν γνώση του Θεού. Γι' αυτόν τον λόγο στην Παλαιά Διαθήκη οι Προφήτες ονομάζονταν «ορώντες» η «βλέποντες», όπως ο Προφήτης Σαμουήλ, επειδή έβλεπαν τον άσαρκο Λόγο το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ασάρκως και με αυτήν την προοπτική κατευθύνουν τον λαό.

Προφήτες υπάρχουν και στην Καινή Διαθήκη. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά η μόνη διαφορά είναι ότι οι Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη έβλεπαν την πρώτη παρουσία του Λόγου, ενώ οι Προφήτες της Καινής Διαθήκης βλέπουν τήνΔευτέρα Παρουσία του Λόγου.

Οι Προφήτες είχαν νοερά προσευχή και θεωρία Θεού. Η νοερά προσευχή είναι έκφραση της αγάπης στον Θεό και η θεωρία του Θεού είναι η αποκάλυψη του ιδίου του Θεού στον άνθρωπο.

Απόστολοι είναι οι ευλογημένοι εκείνοι άνδρες, οι οποίοι δέχθηκαν την κλήση από τον Χριστό, απετάγησαν τα πάντα, ακολούθησαν τον Χριστό, είδαν τον Χριστό διδάσκοντα και θαυματουργούντα, μερικοί απ α?¬τούς είδαν την δόξα της θεότητός Του στο Όρος Θαβώρ, όλοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα αισθητώς και όλοι έδωσαν την μαρτυρία περί του Χριστού. Έπειτα, οι Μαθητές υπέστησαν το μαρτύριο για την αγάπη του Χριστού, εκτός από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, ο οποίος δεν τελείωσε την ζωή του μαρτυρικώς, αλλά ο ίδιος βίωσε όλο το μαρτύριο πάνω στον Γολγοθά και γι' αυτό δεν χρειάσθηκε να περάση και ο ίδιος από το προσωπικό μαρτύριο.

Μάρτυρες είναι εκείνοι που έδωσαν την μαρτυρία για τον Χριστό και υπέστησαν το μαρτύριο. Κατά την διδασκαλία της Εκκλησίας, το μαρτύριο δεν είναι αποτέλεσμα τόλμης, ισχυράς θελήσεως και θάρρους, αλλά καρπός θεωρίας. Δηλαδή, οι Μάρτυρες έλαβαν μεγάλη Χάρη από τον Θεό, αυτή η Χάρη δια της ψυχής μεταφέρθηκε στο σώμα και γι' αυτό άντεξαν όλα τα φοβερά βασανιστήρια. Στα Συναξάρια των αγίων βλέπουμε ότι οι μάρτυρες είχαν μέσα τους μεγάλη αγάπη για τον Θεό, αδιάλειπτη νοερά προσευχή και πολλές φορές είχαν και θεωρία Θεού.

Και οι τρεις αυτές κατηγορίες (Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες) είχαν κοινή ζωή. Κέντρο της ζωής τους ήταν ο Χριστός, ο άσαρκος και σεσαρκωμένος Λόγος. Είχαν κοινωνία με τον Λόγο του Θεού. Έζησαν όλη την μέθοδο της Ορθοδόξου ευσεβίας και τους βαθμούς της πνευματικής τελειώσεως που είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής κάνει λόγο για πρακτική φιλοσοφία (κάθαρση), φυσική θεωρία (φωτισμός) και μυστική θεολογία (θέωση). Η κάθαρση της καρδιάς είναι η απαλλαγή του ανθρώπου από την ηδονή και την οδύνη. Φωτισμός του νοός είναι η απαλλαγή του ανθρώπου από την λήθη και την άγνοια, οπότε αναπτύσσεται η νοερά καρδιακή προσευχή. Και θέωση είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από την φαντασία και την λογική επεξεργασία.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίον ζούσε η Παναγία στα Άγια των Αγίων παρουσίασε όλο το περιεχόμενο του Ορθοδόξου Ησυχασμού. Γράφει ότι η Παναγία ελευθέρωσε τον νου της από την αίσθηση και τα αισθητά, ελευθερώθηκε από την φαντασία και στην συνέχεια είδε το άκτιστο Φως. Η παρουσία της για δώδεκα χρόνια μέσα στα Άγια των Αγίων στην πραγματικότητα ήταν μέθεξη της θεωρίας του Θεού, κατά την διάρκεια της οποίας έγινε αναστολή και των σωματικών ενεργειών.

Υπάρχουν πολλά χωρία στις επιστολές των αγίων Αποστόλων που δείχνουν όλη αυτήν την πνευματική πορεία του ανθρώπου προς την θέωση. Θα ήθελα να παρουσιάσω μόνον ένα από αυτά, που το συναντούμε στο πρώτο κεφάλαιο της Β Καθολικής Επιστολής του Αποστόλου Πέτρου.

Ο Απόστολος Πέτρος, καθοδηγώντας τους Χριστανούς, δεν το κάνει χρησιμοποιώντας «σεσοφισμένους μύθους», αλλά με την εμπειρία της θεοπτίας την οποία ο ίδιος είχε στο Όρος Θαβώρ. Αναφέρεται στο ότι γνώρισε την δύναμη και παρουσία του Κυρίου Ιησού Χριστού, έγινε επόπτης της μεγαλειότητος του Θεού και άκουσε την φωνή της μεγαλοπρεπούς δόξης του Πατρός «ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εις ον εγώ ευδόκησα» (Β Πέτρ. α , 16-18). Αυτή η θεωρία τον ενέπνεε, και την θέτει ως το ύψος και το τέλος της πνευματικής ζωής. Ο σκοπός του ανθρώπου είναι να φθάση σε αυτήν την πνευματική γνώση του Θεού. Αυτή είναι η πραγματική θεολογία.

Ο Απόστολος Πέτρος οδηγεί τους Χριστιανούς προς αυτήν την εμπειρία. Μάλιστα διαγράφει και την πορεία που οδηγεί σε αυτήν την προσωπική γνώση του Θεού. Και αυτό συνιστά την ορθόδοξη ποιμαντική.

Στην αρχή της επιστολής του κάνει λόγο για το ότι όλοι οι Χριστιανοί ελάβαμε «ισότιμον πίστιν εν δικαιοσύνη του Θεού ημών και σωτήρος Ιησού Χριστού» (Β Πέτρ. α , 1). Η πίστη είναι «ισότιμη», δηλαδή όλοι έχουν την δυνατότητα να αποκτήσουν αυτήν την ίδια ζωή. Δεν υπάρχουν προνομιούχοι και μη σε αυτήν την πνευματική πορεία.

Όπως γράφει στην συνέχεια, όλοι οι Χριστιανοί εκλήθησαν γι' αυτήν την γνώση και σε όλους δόθηκαν «τα τίμια και μέγιστα επαγγέλματα», δηλαδή οι πολύτιμες και μεγάλες υποσχέσεις για να γίνουν «θείας κοινωνοί φύσεως» (Β Πέτρ. α , 3-4).

Όμως καταγράφει και τον τρόπο με τον οποίο φθάνει κανείς σ αυτό το ύψος της πνευματικής ζωής. Κυρίως γράφει δύο καταστάσεις, η μία είναι η κάθαρση της καρδιάς με την ασκητική ζωή, και η δεύτερη είναι ο φωτισμός του νοός με την έλευση του Παναγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά.

Ο άνθρωπος μπορεί να γίνη κοινωνός θείας φύσεως, δηλαδή κοινωνός της θείας ενεργείας που προέρχεται από την φύση του Θεού, και αυτό γίνεται όταν ο άνθρωπος αποφύγη τον κόσμο «εν επιθυμία φθοράς». Οι Χριστιανοί πρέπει να προσφέρουν «σπουδήν πάσαν», δηλαδή να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να προσθέσουν επάνω στην πίστη την αρετή, επάνω στην αρετή την γνώση, επάνω στην γνώση την εγκράτεια, επάνω στην εγκράτεια την υπομονή, επάνω στην υπομονή την ευσέβεια, επάνω στην ευσέβεια την φιλαδελφία και επάνω στην φιλαδελφία την αγάπη. Οι Χριστιανοί θα πρέπη να καθαρίζουν τον εαυτό τους από παλαιές αμαρτίες και να σπουδάζουν, δηλαδή να δείχνουν μεγάλο ζήλο και να καταβάλλουν προσπάθεια στο να αποδεικνύουν «βεβαίαν την κλήσιν και την εκλογήν», διότι με αυτόν τον τρόπο θα τους χορηγηθή «η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του Κυρίου ημών και σωτήρος Ιησού Χριστού» (Β Πέτρ. α , 4-11).

Στο χωρίο αυτό φαίνεται ότι της θεωρίας του Θεού, που συνδέεται με την θέα της Βασιλείας του Θεού και μπορεί όλοι να φθάσουν εκεί, προηγείται η ασκητική ζωή, η κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη, διότι έτσι ανταποκρίνεται ο άνθρωπος στην κλήση και την εκλογή του Θεού.

Και έως ότου φθάση κανείς στην θέα της Βασιλείας του Θεού που είναι η θέα του ακτίστου Φωτός, υπάρχει το λυχνάρι του προφητικού λόγου. Γράφει: «και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, ω καλώς ποιείτε προσέχοντες ως λύχνω φαίνοντι εν αυχμηρώ τόπω, έως ου ημέρα διαυγάση και φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών» (Β Πέτρ. α , 19). Εδώ σαφέστατα φαίνεται ότι της μεγάλης ημέρας, δηλαδή της θέας της Βασιλείας του Θεού, η οποία θα ανατείλη στην καρδιά, προηγείται ο λύχνος που φέγγει σε ένα σκοτεινό μέρος. Αυτός ο λύχνος είναι ο φωτισμένος νους με την νοερά προσευχή.

Με άλλα λόγια, στο καταπληκτικό αυτό κείμενο φαίνεται όλη η πορεία του Χριστιανού προς την θέωση. Όλοι έχουν λάβει την κλήση να φθάσουν στην θέα του ακτίστου Φωτός, όλοι έχουν την «ισότιμον πίστιν» με τους Αποστόλους, όλοι έχουν λάβει τις ίδιες επαγγελίες, αλλά πρέπει να περάσουν μέσα από την κάθαρση της καρδιάς, την απόκτηση των ευαγγελικών αρετών και τον φωτισμό του νοός. Πάντως, η θέα του ακτίστου Φωτός αποτελεί το τέλος της πνευματικής ζωής.

Αυτό έζησαν όλοι οι άγιοι με διαφόρους τρόπους και βαθμούς, Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, όσιοι, ασκητές.



4. Η μοναχική ζωή

Στην αποστ
ολική εποχή, όπως το βλέπουμε να αναλύεται στο βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» και τις επιστολές τους, οι πρώτοι Χριστιανοί ζούσαν αυτήν την προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή. Όταν διαβάση κανείς προσεκτικά τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, θα διαπιστώση ότι οι πρώτοι Χριστιανοί είχαν λάβει το Άγιον Πνεύμα, είχαν νοερά προσευχή, και, κατά διαφόρους βαθμούς, είχαν εμπειρία θεώσεως.

Για παράδειγμα θα ήθελα να αναφέρω τον λόγο του Αποστόλου Παύλου που συνδέει το «πνεύμα της υιοθεσίας» με την νοερά προσευχή, η οποία γίνεται με το Άγιον Πνεύμα μέσα στην καρδιά. Αυτό το βλέπουμε στην προς Ρωμαίους Επιστολή (Ρωμ. η , 14-17) και στην προς Γαλάτας Επιστολή (Γαλ. δ , 4-7).

Όταν, όμως, οι Χριστιανοί εκκοσμικεύθηκαν, και εν πολλοίς χάθηκε αυτή η πνευματική ζωή, τότε αναπτύχθηκε η τάξη των αναχωρητών και των μοναχών, που ζούσαν την προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή.

Οι πραγματικοί μοναχοί είναι προφήτες, γιατί έχουν κοινωνία με τον Θεό εν Αγίω Πνεύματι, έχουν νοερά προσευχή και πολλοί από αυτούς φθάνουν την θεωρία του Θεού. Συγχρόνως είναι απόστολοι, γιατί απετάγησαν τα πάντα, υποτάσσονται στον Χριστό, γνωρίζουν τα μυστήρια της Βασιλείας των Ουρανών, μετέχουν της θεοπτίας του Όρους Θαβώρ, των Παθών και της Σταυρώσεως του Χριστού, αλλά και της Αναστάσεώς Του, λαμβάνουν το Άγιον Πνεύμα. Επί πλέον είναι μάρτυρες, γιατί βιώνουν τον Σταυρό του Χριστού, σταυρώνουν στην σάρκα με τις επιθυμίες, λαμβάνουν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος μέχρι το σώμα τους, ώστε να μπορούν να μαρτυρήσουν για τον Χριστό, όταν το απαιτήσουν οι περιστάσεις.

Βεβαίως, όπως και σε άλλους τομείς της εκκλησιαστικής ζωής, έτσι και στον μοναχισμό, παρατηρεί κανείς το φαινόμενο της εκκοσμικεύσεως, που είναι η αλλοίωση του μοναχικού «πνεύματος». Δηλαδή, αντί ο μοναχισμός να βιώνεται ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή, βιώνεται ως μια καλή ηθική και κοινωνική ζωή. Γι' αυτό η Εκκλησία δια των Οικουμενικών Συνόδων και των μεγάλων Πατέρων, εθέσπισε τους ιερούς Κανόνας, δια των οποίων διασφαλίζεται η μέθοδος της θεραπείας, η πορεία του ανθρώπου προς την θέωση, δια της καθάρσεως και του φωτισμού, καθορίζεται το «εκκλησιαστικό φρόνημα» και η εκκλησιολογία του μοναχισμού. Όταν και οι μοναχοί ζουν αυτήν την ποιμαντική την οποία έχουν καθορίσει οι Πατέρες της Εκκλησίας δια των Συνόδων και των ιερών Κανόνων, τότε ζουν την προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή.

Ζώντας δε αυτήν την πνευματική ζωή, ελευθερώνονται από τα πάθη της φιλαυτίας, της φιληδονίας και της φιλαργυρίας, θεραπεύουν το λογιστικό, το επιθυμικό και το θυμικό, ζουν με «πνεύμα» υπακοής στον συνοδικό θεσμό και το πολίτευμα της Εκκλησίας, αποφεύγουν τον φανατισμό και τον εθνοφυλετισμό, υπερβαίνουν ακόμη και την θρησκεία, η οποία πολλές φορές καταδυναστεύει τον άνθρωπο. Είναι γνωστόν ότι κάθε κοσμική εξουσία εκμεταλλεύεται την θρησκεία, όμως δεν μπορεί η κοσμική εξουσία να εκμεταλλευθή τον άνθρωπο που εμπνέεται από την ορθόδοξη νηπτική παράδοση.

Όσοι ακολουθούν την μέθοδο της ορθοδόξου ευσεβείας, την ησυχαστική - νηπτική παράδοση, είναι ελεύθεροι από κοσμικές νοοτροπίες, εμπνέονται από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και είναι απελεύθεροι Ιησού Χριστού, αγαπούν όλους τους ανθρώπους εν Αγίω Πνεύματι και είναι ακόμη και ωφέλιμοι στην κοινωνία. Απτό παράδειγμα είναι ο άγιος Νικόδημος από την Tismana, του οποίου εορτάζουμε τα 600 χρόνια από την κοίμησή του και για τον οποίο έχουμε ακούσει τόσα πολλά στο παρόν Συνέδριο, ότι απέκτησε κοινωνία με τον Θεό και υπήρξε και ευεργετικός παράγων και στην κοινωνία των ανθρώπων.

Τελειώνοντας θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι τα Ορθόδοξα Μοναστήρια, όπως τα συναντούμε σε πολλά πατερικά κείμενα, ονομάζονται «ιερά φροντιστήρια», μέσα στα οποία οι μοναχοί μαθαίνουν την υπαρξιακή γνώση του Θεού και γι' αυτό είναι οι πραγματικές Θεολογικές Σχολές και οι πραγματικές πνευματικές ιατρικές Σχολές. Οι Ορθόδοξοι μοναχοί θεραπεύουν την ύπαρξή τους από την φιλαυτία, οδηγούνται στην φιλοθεΐα και την φιλανθρωπία, από την ιδιοτελή αγάπη φθάνουν στην ανιδιοτελή αγάπη.

Οι μοναχοί που ακολουθούν την Ορθόδοξη Παράδοση δεν είναι περίεργοι και αφύσικοι άνθρωποι, ούτε αναρχικοί της κοινωνίας, αλλά οι πλέον φυσικοί άνθρωποι, που ζουν ευαγγελικά, δηλαδή τηρούν το Ευαγγέλιο, τις εντολές του Χριστού, και είναι οι αληθινοί Χριστιανοί. Και γι' αυτούς ισχύει όσα γράφονται στην προς Διόγνητο επιστολή του Β αιώνος, ότι «επί γης διατρίβουσιν, αλλ' εν ουρανώ πολιτεύονται». Οι αληθινοί μοναχοί πλησιάζουν την ζωή των Πρωτοπλάστων πριν την πτώση τους, και ακόμη προσεγγίζουν την ζωή των αγγέλων και των αγίων μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Αναγνώσματα”