2. Ευχή εις τον κύριον ημών Ιησούν Χριστόν Μιχαήλ Κριτόπουλου του Ιμβρίου ( 4 )
Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ο μόνος συμπαθής και ευδιάλλακτος, η του ελέους πηγή ,το της φιλανθρωπίας ανεξάντλητον πέλαγος, ο μη δικαίους ελθών καλέσαι αλλά αμαρτωλούς μετανοούντας, πρόσδεξαι , ο εβδομηντάκις επτά συγχωρείν αμαρτίας Πέτρω τω κορυφαίω των σων Μαθητών και Αποστόλων εγκελευσάμενος ερωτήσαντι ,άμα μεν εκ τούτου και το άπειρον της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας εμφαίνων, άμα δε και πάσι τοις ημαρτηκόσιν ευσπλάχνως και συμπαθώς θύραν μετανοίας ανοίγων και καιρόν επιστροφής χαριζόμενος, και τη απογνώσει μηδαμού χώραν διδούς. Αυτός, Δέσποτα φιλάνθρωπε, Θεέ πάσης παρακλήσεως, Πατήρ οικτιρμών, ελέους Κύριε, συμπαθείας άβυσσε, αγαθότητος πέλαγος, ευσπλαχνίας πηγή, μακροθυμίας τε και ανεξικακίας ακένωτε θησαυρέ, πλανωμένων οδηγέ, πεπτοκότων ανόρθωσις ,απηλπισμένων ελπίς, απεγνωσμένων παραμυθία, και πάσι πάντα ων και γινωσκόμενος διʼ εμέ και την εμήν σωτηρίαν, πρόσδεξαι νυν καμέ τον αμαρτωλόν και ανάξιον δούλον σου μετανοούντα και προσερχόμενον μετά συντετριμμένης καρδίας και πνεύματος ταπεινώσεως, και λύσιν εξαιτούντα των πολλών και δεινών πλημμελημάτων ,ων εν γνώσει τε και αγνοία ασύγγνωστα ήμαρτον παρά πάντα τον βίον, καταπατήσας μεν τους νόμους τους σους, αθετήσας δε τας σας εντολάς, παραβάς δε τα σα προστάγματα , αλογήσας δε των χρηστών σου και σωτηριών παραγγελμάτων, όλος τε μακρυνθείς από σου και των σων ,και οπίσω της πονηράς διανοίας μου πορευθείς και γενόμενος επίχαρμα τω διαβόλω και τοις πονηροίς αυτού δαίμοσιν, εξ άπαντος τρόπου τούτων πληρών τα προστάγματα.
Και νυν , Κύριε, Κύριε, ώσπερ εκ βαθυτάτου ύπνου και μέθης ή κάρου οψέ και μόνον ανανήψας της αμαρτίας και εις εμαυτόν συστραφείς και συναίσθησιν λαβών των οικείων κακών ,πανταχόθεν τε εμαυτόν εξετάσας και έρημον ευρών παντός αγαθού ,και της φωτοειδούς και λαμπράς καταστολής του θείου λουτρού ήν με ενέδυσας, γυμνόν όλον και εξηπορημένον υπό της αμαρτίας και στένοντα και τρέμοντα και λιμώττοντα και πάσι κακοίς ενεχόμενον, όλος τε εξαπορηθείς και πάντων των άλλων απογνούς, εις μνήμην ήκον της προτέρας ζωής εν η με κατέστησας, και ης δια κακίαν εκπέπτωκα, και των χρηστών σου και κηδεμονικών άμα και φιλαγάθων και πατρικών ανεμνήσθην σπλάχνων, και προς τον εμόν γνησίως επιστρέφω Δεσπότην , και θαρρούντως εμαυτόν τοις ποσίν επιρρίπτω τοις σοις, μέγα κεκραγώς και βοών εκ βάθους ψυχής κατά τον άσωτον εκείνον υιόν «ήμαρτον εις τον ουρανόν , Κύριε, και ενώπιόν σου». Δέξαι ουν με, αγαθέ και φιλάνθρωπε Κύριε, μετανοούντα και επιστρέφοντα και προσερχόμενον θαρρούντως τη ση αφάτω χρηστότητι και αμέτρω συμπαθεία και υπεραγάθω βασιλεία. Δέξαι με τον ανάξιον δούλον σου, τον πολλά επταικότα και παροργίσαντα και παραπικράναντα τα φιλάνθρωπα σπλάχνα σου. Δέξαι με το πλάσμα των χειρών σου , το ίδιον δημιούργημα, ο ετίμησας οικεία εικόνι και τη κατά πάντων αρχή, ω μόνω λόγον εχαρίσω των άλλων ζώων, και ο πολλοίς και μεγάλοις εκόσμησας αγαθοίς, υπέρ ου νόμον έδωκας. Προφήτας απέστειλας ,άλλα μυρία ειργάσω. διʼ ον άνθρωπος γέγονας Θεός ων και Δεσπότης, και πάσαν την φρικτήν οικονομίαν εκτελέσας, και πάθη και σταυρόν υπομείνας και θάνατον και ταφήν, ίνα και θανάτου και παθών και αμαρτίας ελευθερώσης εμέ και προς την προτέραν επανάξης οικειότητα και υιοθεσίαν, και της σης βασιλείας κληρονόμον ποιήσης.
Ει τοίνυν ταύτα φιλανθρώπως πάντα και πεποίηκας και υπέμεινας διʼ εμέ, πως νυν εάσης, Ω Δέσποτα, θήραμα γενέσθαι τω διαβόλω, και της σης απείρου δυνάμεώς τε και αγαθότητος και σοφίας κατακαυχήσασθαι τον αποστάτην και πονηρόν δραπέτην δαίμονα, ως μη μόνον τον άνθρωπον απατήσαντα και της του παραδείσου διαγωγής εξορίσαντα, και της εκείσε στερήσαντα μακαρίας ζωής, αλλά και μετά την απόρρητον οικονομίαν και την φρικωδεστάτην θυσίαν και το χυθέν αίμα το σον και δεσποτικόν, το μέγα και περιβόητον διʼ ου ημάς εξηγόρασας, έτι και νυν συναρπάζειν δυνάμενον τους τοσούτου τιμήματος ωνητούς δούλους σου, και προς το οικείον της απωλείας συναπάγοντα βάραθρον; Μη, Δέσποτα φιλάνθρωπε, μη , Βασιλεύ αιώνιε, μη , παντοδύναμε Κύριε, μη τηλικαύτην νίκην νικήση καθʼ ημών ο της αληθείας εχθρός, ο αλιτήριος δαίμων, μηδέ τοσούτον δυνηθείη η ημετέρα κακία.
Ήμαρτον μεν, αλλά σου ουκ απέστην. Ήμαρτον, αλλά σε Θεόν επιγράφομαι. ήμαρτον πολλά και μεγάλα, ομολογώ. Αλλ΄ είσω πίπτω της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας. αύτη δε πέρας ουκ έχει. Τι τοσούτον ήμαρτον ο πηλός, όσον αυτός δύνασαι λύειν; τι τοσούτον παρέβην, όσον αυτός συγχωρείς; τι τοσούτον ηνόμησα, όσον αυτός αφίης; Τι τοσούτον έπταισα ,όσον αυτός συμπαθείς; εύσπλαχνος φύσει και μακρόθυμος ων, ουδέν μέγα πάντα τα των ανθρώπων αμαρτήματα εις εν συνελθόντα προς την άπειρον άβυσσον της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας παραβαλλόμενα. Και δια τούτο, Δέσποτα φιλάνθρωπε, δικαιολογούμαι ,ου προς την εμήν καθαρότητα αποβλέπων, ακάθαρτος γαρ εγώ παντός μάλλον και βέβηλος, και πόρρω των σων εντολών και τη ισχύι και τω βορβόρω των εμών αμέτρων κακών, ώσπερ συς όλος εγκαλινδούμενος ,αλλά το άπειρον της σης χρηστότητος εννοών, και προς το ύψος και μεγαλείον της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας ορών ,ην ουδέν των ανθρωπίνων αμαρτημάτων νικήσαι δύναται.
Δέξαι ουν με, Κύριε, επιστρέφοντα μετά δακρύων και στεναγμών και μεταννοούντα εφʼ οις επλημμέλησα ,και συγγνώμην αιτούντα . κάμφθητι ταις εμαίς λιταίς και δεήσεσι. Σπλαχνήθιτι ως συμπαθής ,οίκτειρον ως μακρόθυμος ,ελέησον ως φιλάνθρωπος και συγχώρησόν μοι όσα σοι ήμαρτον. Δέξαι με τον σον δούλον ,ευχαριστούντα μεν, ότι ουκ ήδη συναπώλεσάς με ταις ανομίαις μου, μακροθυμήσας επʼ εμοί. εξαιτούντα δε λύσιν των επταισμένων μοι και τελείαν απαλλαγήν και συγχώρησιν παρά της σης αγαθότητος.
Εις δε το εξής ικετεύω και πάνυ δέομαι ,στήριξόν με εν τη ση πίστει και ελπίδι και αγάπη βεβαία. και ακλόνητον διατήρησον πάσαις ταις του πονηρού μεθοδείαις και προσβολαίς. ίνα μη συναρπάση με η κακία προς βάραθρον της απωλείας. μηδέ γένωμαι θήραμα τω εχθρώ. Αγγέλω πιστώ φύλακι παρακατάθου την εμήν ζωήν, οδηγούντι και ενισχύοντι προς το ποιείν το σον θέλημα και τας σας καλώς αποπληρούν εντολάς.
Ναι, Δέσποτα μακρόθυμε, πολυέλεε Κύριε, νοητέ ήλιε, βασιλεύ της δόξης, των κατʼ εμέ αμαρτιών η τελεία συγχώρησις και συμπάθεια. Ναι, γλυκύτατε Ιησού, αναψυχή μου και παρηγορία ,παραμυθία, παράκλησις, γλυκυθυμία, γάνος της εμής ψυχής, χαρά πεπληρωμένη, αγάπη τελεία, έρως θεοειδής, ζωή άλυπος, έφεσις των καλών, ειρήνη υπερέχουσα πάντα νουν .
Ναι, φως των εμών οφθαλμών , χειρών έκτασις, ποδών βάσις, μελών συμφυΐα, ολοκληρία του όλου μου σώματος ,απλώς πάντα. Σοι μόνω, Δέσποτα Χριστέ, προσανέχω. σοι ζω ,σοι κινούμαι. Σοι και ειμι ,ει και ήμαρτον υπέρ πάντας . Κάθαρόν μου τον νουν της υλικής προσπαθείας και των ματαίων εννοιών, και των ατόπων και πονηρών ενθυμήσεων και προλήψεων, αι με συνέχουσι και συμπνίγνουσι νυν και πολιορκούσι. Δος μοι πόθον ψυχής αγαθόν και λογισμόν έμμονον, και καρδιακήν έφεσιν, και μελέτην διηνεκή της σης φωτοπαρόχου μνήμης και τελείας αγάπης. ώστε φαντάζεσθαι το σον εράσμιον κάλλος αεί, και την σην ωραιότητα βλέπειν. Απόπλυνον τελείως του σπίλου της αμαρτίας και απόσμηξόν μου τον ρύπον παντός εμπαθούς και μολυσμού και κηλίδος σαρκός και πνεύματος. Και παράσχου μοι σταθηράν γαλήνην και ειρήνην βαθείαν των λογισμών. ίνα δια πάντων της σης απολαύσας χρηστότητος και μακροθυμίας και της πολλής αγαθότητος ,και του σου θείου ελέους πλουσίως τυχών, ευχαριστώ, δοξάζω, υμνώ και μεγαλύνω το σον πανάγιον όνομα, και του ανάρχου σου Πατρός και του παναγίου και αγαθού και ζωοποιού σου Πνεύματος ,νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Από το «Μέγα Προσευχητάριον»
Α. Σιμονωφ
Εκδόσεις Ρηγόπουλου
Ευχή εις τον κύριον ημών Ιησούν Χριστόν Μιχαήλ Κριτόπουλου
Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές