ΗΤΑΝ ΠΕΡΙΠΟΥ ΠΡΙΝ 2 ΧΡΟΝΙΑ ΟΤΑΝ ΜΙΑ ΚΟΠΕΛΑ ΣΠΟΥΔΑΖΕ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΛΟΝΙΚΗ, ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΡΧΙΣΩ ΝΑ ΜΠΑΙΝΩ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΟΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΙΣΘΑΝΟΤΑΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΛΑ ΓΙΑ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΠΗΓΑΙΝΕ ΠΑΝΤΟΤΕ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΚΑΘΟΤΑΝ ΜΕΣΑ ΗΡΕΜΟΥΣΕ ΚΑΙ ΕΠΑΙΡΝΕ
ΔΥΝΑΜΗ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΚΑΝΕ ΣΥΧΝΑ ΚΑΙ ΜΟΥ ΕΚΑΝΕ ΚΑΙ ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΤΟΤΕ. ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ ΤΣΑΚΩΘΗΚΕ ΜΕ ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΗΣ ΣΕ ΜΠΑΡΑΚΙ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΠΑΕΙ, ΤΟΤΕ ΑΥΤΗ ΕΦΥΓΕ ΚΛΑΙΓΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΠΗΡΕ ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ, ΣΤΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΝΑΣ ΜΕ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΤΙΣ ΛΕΕΙ ΧΥΔΑΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ
ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΑΕΙ ΤΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΤΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΕΧΕΙ ΠΑΡΕΙ ΣΤΟ ΚΥΝΗΓΙ
ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΑΝΟΙΧΤΟ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΗΣ ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ , ΤΟΤΕ ΜΠΑΙΝΕΙ ΜΕΣΑ ΤΡΕΧΕΙ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΡΕΣΕΨΙΟΝ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΓΥΡΩ ΣΤΑ 25ΚΑΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΚΑΛΑΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΒΟΗΘΗΣΗ, ΕΚΕΙΝΟΣ ΑΜΕΣΩΣ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΘΗΚΕ ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΣΕ ΝΑ ΤΗΝ ΗΡΕΜΙΣΕΙ , Ο ΑΛΛΟΣ Ο ΤΥΠΟΣ ΠΟΥ ΤΗΝ ΚΥΝΗΓΟΥΣΕ ΜΟΛΙΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΝΑ ΜΠΑΙΝΕΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΕΦΥΓΕ, Ο ΝΕΟΣ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΣΤΗΝ ΡΕΣΕΨΙΟΝ ΠΡΟΣΦΕΡΘΗΚΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΗΓΕ ΕΩΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ ΤΗΣ, ΣΟΚΑΡΙΣΜΕΝΗ ΚΑΘΩΣ ΗΤΑΝ ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΕ ΚΑΝ, ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΤΟ ΠΡΩΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΗΤΑΝ ΝΑ ΠΑΕΙ ΝΑ ΤΟΝ ΒΡΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΕΙ, ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΚΑΙ ΡΩΤΑΕΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΝΕΑΡΟ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΣΤΗΝ ΡΕΣΕΨΙΟΝ, ΤΟΤΕ ΜΙΑ ΠΟΥ ΔΟΥΛΕΥΕ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΗΣ ΛΕΕΙ ΠΩΣ ΕΧΤΕΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΕΟΣ ΣΤΗΝ ΡΕΣΕΨΙΟΝ ΑΛΛΑ ΜΙΑ ΚΟΠΕΛΑ
Ένα θαύμα από τον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης
Συντονιστής: Συντονιστές
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1547
- Εγγραφή: Δευ Δεκ 18, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα
Re: Ένα θαύμα από τον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης
kαι καποια άλλα θαύματα παλαιοτερα μεν, αγνωστα δε:
Ο τυφλός της Κωνσταντινούπολης
Ενας άνθρωπος από την Θεσσαλονίκη πηγε στην Κωνστάντινούπολη και έκει έπεσε σε μεγάλη ασθένεια, τυφλώθηκε και περπατούσε μέσα στην πόλη σκοντάφτοντας από τόπο σε τόπο και γυρεύοντας γιατρεία. Θυμήθηκε τον μεγαλομάρτυρα Δημήτριο, και δεν έπαυε να παρακαλεί τον άγιο νύκτα και ήμέρα, και έλεγε: Μακαρί να ήμουν στην πατρίδα μου την Θεσσαλονίκη, να παρακαλέσω τον αγιο και ήθελα ίατρευθή. Τη νυκτα φαίνεται στον υπνο του ο Αγιος και λέγει: Γιατί εισαι, άνθρωπε, όλιγόπιστος, και νομίζεις, ότι μόνο στην πατρίδα μου φθάνω σ’ όποιον με επικαλεσθεί; Οχι, αλλά και έκει και παντού φθάνω καλούμενος. Σήκω και σύρε στην εκκλησία της Θεοτόκου στον τόπο που ονομάζεται Οικονομειο, και έκει θα με βρεις, και θα σου φανερωθω, και αμέσως θα δεις το φως. Ξύπνησε ο άνθρωπος εκείνος, και ρωτώντας βρίσκει την έκκλησία της Παναγίας Θεοτόκου και ρωτα που είναι ζωγραφισμένος ο Αγιος Δημήτριος, και του λένε. Έδω ειναι η αγία του εικόνα. Πέφτει λοιπόν μπροστά στην αγία εικόνα ο τυφλός με πολλά δάκρυα έβρεχε το σώμα του και τη γη κι έλεγε:
- Δεν θα σταματήσω, άγιε του Θεού, να κυλιεμαι μπροστά στην αγία σου εικόνα, έως οτου γιατρεύσεις τα μάτια μου, για να δω τη θεία σου μορφή και ευπρέπεια.
Νύχτα ήταν και φαίνεται ο μάρτυς στον άνθρωπο εκείνο τον τυφλό, και πιάνει με τα δάκτυλα του τα ματια τυφλού και τα ανοίγει ήσυχα. Ο Αγιος Δημήτριος λειτούργησε ως γιατρός και έσφιξε τα μάτια του τυφλού πολύ δυνατά και πόνεσαν τόσο που ο ασθενής ξύπνησε απο τον ύπνο του έντρομος. Σήκωσε τα μάτια του στην είκόνα του αγίου Δημητρίου, και είπε:
- Σε βλέπω μάρτυρα του Χρίστου, βλέπω την θαυμαστή και γλυκεια εικόνα σου και σε ευχαριστώ, μεγαλομάρτυς Δημήτριε, διότι ελευθέρωσες τα μάτια μου από τα δάκρυα και τα πόδια μου από τα σκοντάματα. Και ετσι γιατρεύθηκε από τον άγιο ο άνθρωπος εκείνος. Οταν τον είδαν όλοι οι άλλοι θαύμασαν.
Ο τυφλός της Αδριανούπολης
Ενας άνθρωπος από την Άδριανούπολη τυφλώθηκε και έβαλε στο νου του, να πάει στη Θεσσαλονίκη στον ναό του αγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου να γιατρευθεί. Και ετοιμάσθηκε να κινήσει, αλλά οι συγγενείς του τον εμπόδιζαν λέγοντάς του:
- Που θέλεις να πας άνθρωπε, που δεν μπορείς να περπατήσεις τόσο δρόμο πεζός, ενω μάλιστα είσαι και τυφλός! Κάτσε στο σπίτι σου και παρακάλεσε τον Θεό και τον άγιο και θα σε ελεήσουν κι εσένα, διότι η ο δρόμος είναι πολύς και επικίνδυνος.
Εκείνος όμως κίνησε στο δρόμο σκοντάφτοντας και χάνοντάς τον, και με πολύ κόπο, όσο μπορούσε, πήγαινε. Αύτον τον ταλαίπωρο βλέποντας άπό μακριά τους κόπους και την προθυμία του ο μεγαλομάρτυς Δημήτριος έρχεται καβαλλάρης και συναπαντα τον τυφλόνεκείνον άνθρωπο, και του λέει, σαν να μην ήξερε:
— Που πηγαίνεις έτσι μοναχός, άνθρωπε, τυφλός και ταλαίπωρος;
Και εκείνος είπε:
— Πηγαίνω στον τάφο του αγίου Δημητρίου να αναβλέψω
Λέγει ο άγιος:
Δεν μπορείς να πας διοτι ο δρόμος ειναι μακρυνός και δύσκολος.
Κι εκείνος είπε πάλι, οπως είπε και στους συγγενείς του:
— Έάν και δύο χρόνια παιδευτω περπατώντας, δεν θα σταματήσω, έως οτου πάω εκεί.
Λέει ο άγιος
— Επειδή έχεις τόση προθυμία να πας, έλα καβαλλίκευσε έδω πίσω μου πάνω στο άλογο να σε μεταφέρω καμπόσο τόπο να αναπαυθείς. Καβαλλίκευσε λοιπόν, και τον πηγε εκείνη την ημέρα στη Θεσσαλονίκη μέσα στην έκκλησία. Ο τυφλός, μη γνωρίζοντας το θαυμα και τον τόπο που βρισκόταν στεκόταν συλλογισμένος. Και του φαινόταν, ότι τον γέλασε ο άνθρωπος εκείνος και τον έφερε πάλι στο παζάρι της Άδριανουπόλεως, και άρχισε να κατηγορεί εκείνο όπου τον άνέβασε στο άλογό του λέγοντας:
— Τι είχε με έμενα ο άνθρωπος εκείνος και δεν άφησε να σκοντάφτω στο δρόμο μου; Με γέλασε. Άλλοίμονο σε μενα τον τυφλό και ταλαίπωρο.
Και μερικοί που τον άκουαν του ειπάν:
— Ω άνθρωπε, εσύ είσαι στη Θεσσαλονίκη μέσα στην έκκλησία του αγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, και φαντάζεσαι ότι εισαι μέσα στο παζάρι της Άδριανουπόλεως;
Και ο ταλαίπωρος οπως άκουσε αυτά τα λόγια, έξεπλάγη και έμεινε άφωνος για πολλές ώρες. Κατόπιν τούτου φαίνεται λοιπόν ο μεγαλομάρτυς Δημήτριος, προς αυτόν στο όνειρό του τη νύχτα έκείνη, και του λέει:
— Ω, άνθρωπε, μη πιάνεις μόνον με τα χέρια σου αυτη την έκκλησία μου και καταλαβαίνεις την εύπρέπειά της, άλλα δες την με τα μάτια σου. Και άνοιξαν τα μάτια του, και είδε την θέση και την εύπρέπειά του ναου, και δόξασε τον Θεό και τον μεγαλομάρτυρα Δημήτριο.
Ο τυφλός της Κωνσταντινούπολης
Ενας άνθρωπος από την Θεσσαλονίκη πηγε στην Κωνστάντινούπολη και έκει έπεσε σε μεγάλη ασθένεια, τυφλώθηκε και περπατούσε μέσα στην πόλη σκοντάφτοντας από τόπο σε τόπο και γυρεύοντας γιατρεία. Θυμήθηκε τον μεγαλομάρτυρα Δημήτριο, και δεν έπαυε να παρακαλεί τον άγιο νύκτα και ήμέρα, και έλεγε: Μακαρί να ήμουν στην πατρίδα μου την Θεσσαλονίκη, να παρακαλέσω τον αγιο και ήθελα ίατρευθή. Τη νυκτα φαίνεται στον υπνο του ο Αγιος και λέγει: Γιατί εισαι, άνθρωπε, όλιγόπιστος, και νομίζεις, ότι μόνο στην πατρίδα μου φθάνω σ’ όποιον με επικαλεσθεί; Οχι, αλλά και έκει και παντού φθάνω καλούμενος. Σήκω και σύρε στην εκκλησία της Θεοτόκου στον τόπο που ονομάζεται Οικονομειο, και έκει θα με βρεις, και θα σου φανερωθω, και αμέσως θα δεις το φως. Ξύπνησε ο άνθρωπος εκείνος, και ρωτώντας βρίσκει την έκκλησία της Παναγίας Θεοτόκου και ρωτα που είναι ζωγραφισμένος ο Αγιος Δημήτριος, και του λένε. Έδω ειναι η αγία του εικόνα. Πέφτει λοιπόν μπροστά στην αγία εικόνα ο τυφλός με πολλά δάκρυα έβρεχε το σώμα του και τη γη κι έλεγε:
- Δεν θα σταματήσω, άγιε του Θεού, να κυλιεμαι μπροστά στην αγία σου εικόνα, έως οτου γιατρεύσεις τα μάτια μου, για να δω τη θεία σου μορφή και ευπρέπεια.
Νύχτα ήταν και φαίνεται ο μάρτυς στον άνθρωπο εκείνο τον τυφλό, και πιάνει με τα δάκτυλα του τα ματια τυφλού και τα ανοίγει ήσυχα. Ο Αγιος Δημήτριος λειτούργησε ως γιατρός και έσφιξε τα μάτια του τυφλού πολύ δυνατά και πόνεσαν τόσο που ο ασθενής ξύπνησε απο τον ύπνο του έντρομος. Σήκωσε τα μάτια του στην είκόνα του αγίου Δημητρίου, και είπε:
- Σε βλέπω μάρτυρα του Χρίστου, βλέπω την θαυμαστή και γλυκεια εικόνα σου και σε ευχαριστώ, μεγαλομάρτυς Δημήτριε, διότι ελευθέρωσες τα μάτια μου από τα δάκρυα και τα πόδια μου από τα σκοντάματα. Και ετσι γιατρεύθηκε από τον άγιο ο άνθρωπος εκείνος. Οταν τον είδαν όλοι οι άλλοι θαύμασαν.
Ο τυφλός της Αδριανούπολης
Ενας άνθρωπος από την Άδριανούπολη τυφλώθηκε και έβαλε στο νου του, να πάει στη Θεσσαλονίκη στον ναό του αγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου να γιατρευθεί. Και ετοιμάσθηκε να κινήσει, αλλά οι συγγενείς του τον εμπόδιζαν λέγοντάς του:
- Που θέλεις να πας άνθρωπε, που δεν μπορείς να περπατήσεις τόσο δρόμο πεζός, ενω μάλιστα είσαι και τυφλός! Κάτσε στο σπίτι σου και παρακάλεσε τον Θεό και τον άγιο και θα σε ελεήσουν κι εσένα, διότι η ο δρόμος είναι πολύς και επικίνδυνος.
Εκείνος όμως κίνησε στο δρόμο σκοντάφτοντας και χάνοντάς τον, και με πολύ κόπο, όσο μπορούσε, πήγαινε. Αύτον τον ταλαίπωρο βλέποντας άπό μακριά τους κόπους και την προθυμία του ο μεγαλομάρτυς Δημήτριος έρχεται καβαλλάρης και συναπαντα τον τυφλόνεκείνον άνθρωπο, και του λέει, σαν να μην ήξερε:
— Που πηγαίνεις έτσι μοναχός, άνθρωπε, τυφλός και ταλαίπωρος;
Και εκείνος είπε:
— Πηγαίνω στον τάφο του αγίου Δημητρίου να αναβλέψω
Λέγει ο άγιος:
Δεν μπορείς να πας διοτι ο δρόμος ειναι μακρυνός και δύσκολος.
Κι εκείνος είπε πάλι, οπως είπε και στους συγγενείς του:
— Έάν και δύο χρόνια παιδευτω περπατώντας, δεν θα σταματήσω, έως οτου πάω εκεί.
Λέει ο άγιος
— Επειδή έχεις τόση προθυμία να πας, έλα καβαλλίκευσε έδω πίσω μου πάνω στο άλογο να σε μεταφέρω καμπόσο τόπο να αναπαυθείς. Καβαλλίκευσε λοιπόν, και τον πηγε εκείνη την ημέρα στη Θεσσαλονίκη μέσα στην έκκλησία. Ο τυφλός, μη γνωρίζοντας το θαυμα και τον τόπο που βρισκόταν στεκόταν συλλογισμένος. Και του φαινόταν, ότι τον γέλασε ο άνθρωπος εκείνος και τον έφερε πάλι στο παζάρι της Άδριανουπόλεως, και άρχισε να κατηγορεί εκείνο όπου τον άνέβασε στο άλογό του λέγοντας:
— Τι είχε με έμενα ο άνθρωπος εκείνος και δεν άφησε να σκοντάφτω στο δρόμο μου; Με γέλασε. Άλλοίμονο σε μενα τον τυφλό και ταλαίπωρο.
Και μερικοί που τον άκουαν του ειπάν:
— Ω άνθρωπε, εσύ είσαι στη Θεσσαλονίκη μέσα στην έκκλησία του αγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, και φαντάζεσαι ότι εισαι μέσα στο παζάρι της Άδριανουπόλεως;
Και ο ταλαίπωρος οπως άκουσε αυτά τα λόγια, έξεπλάγη και έμεινε άφωνος για πολλές ώρες. Κατόπιν τούτου φαίνεται λοιπόν ο μεγαλομάρτυς Δημήτριος, προς αυτόν στο όνειρό του τη νύχτα έκείνη, και του λέει:
— Ω, άνθρωπε, μη πιάνεις μόνον με τα χέρια σου αυτη την έκκλησία μου και καταλαβαίνεις την εύπρέπειά της, άλλα δες την με τα μάτια σου. Και άνοιξαν τα μάτια του, και είδε την θέση και την εύπρέπειά του ναου, και δόξασε τον Θεό και τον μεγαλομάρτυρα Δημήτριο.
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1547
- Εγγραφή: Δευ Δεκ 18, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα
Re: Ένα θαύμα από τον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης
Πηγή των παραπάνω κειμένων: http://www.oikad.gr/F652D8AE.el.aspx
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1547
- Εγγραφή: Δευ Δεκ 18, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα
Re: Ένα θαύμα από τον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης
Ο Άγιος Δημήτριος θαυματουργεί και στους Τούρκους...
Παραμονή του Αγ. Δημητρίου ξανά εμείς στην Πόλι. Ρωτούμε στο Πατριαρχείο που να εκκλησιασθούμε. Πάντα το κάνουμε αυτό. Πηγαίνουμε όπου μας συνιστούν. Συνήθως εκεί οπού λειτουργεί ο Πατριάρχης ή ο Πατριαρχικός Επίτροπος. Και οι λίγοι προσκυνηταί είναι μια παρηγοριά. Μας λέγουν λοιπόν να πάμε για τη λειτουργία στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου Ξηροκρήνης (Κουρού Τσεσμέ) προς την πλευρά του Βοσπόρου...
Πηγαίνουμε στην Ξηροκρήνη. Ο Πατριάρχης απουσιάζει στην Αμερική. Χοροστατεί ο Πατριαρχικός Επίτροπος. Όρθρος, Θεία Λειτουργία, Θείο Κήρυγμα, όλα καλά. Εκκλησία ανακαινισμένη. Κόσμος αρκετός. Ενορίτες; όχι. Η τελευταία ενορίτισσα, ονόματι Αικατερίνη, πέθανε πριν τέσσερα χρόνια. Όσο ευρισκόμουν μέσα στο Ναό άκουα ένα συνεχή θόρυβο σαν να κυλούσε κάπου νερό. Δεν έδωσα σημασία. Ίσως επηρεασμένος απ’ την ονομασία της περιοχής. Ξηροκρήνη, άρα νερό δεν έχει.
Η Θεία Λειτουργία τελείωσε. Η δεξίωσις γίνεται στον γυναικωνίτη. Ανεβαίνω. Βλέπω όμως ότι ο πολύς κόσμος εξαφανίζεται δεξιά σε μια στενή σκάλα. Που πάνε; ρώτησα. Στό αγίασμα, μου απαντούν. Ακολουθώ. Εισέρχομαι σ' ένα ευρύχωρο παρεκκλήσι. Αριστερά σε μια δεξαμενή κυλά το αγίασμα. Ήταν ο θόρυβος πού άκουγα. Αλλά δεν ήταν η πηγή. Οι προσκυνηταί χάνονται από μπροστά μου. Μπαίνουν σε μια σπηλιά. Ακολουθώ. Υγρασία παντού. Οι τοίχοι στάζουν. Μικροί σταλακτίτες κρέμονται πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Σχεδόν ακουμπώ στην οροφή. Μου θυμίζει το Ευπαλίνειον όρυγμα της Σάμου. Το αγίασμα τρέχει κάτω απ’ τα πόδια μας. Η σπηλιά, αλλού πελεκημένη στο βράχο αλλού χτιστή είναι ελαφρώς ανηφορική. Κόσμος πολύς μπαίνει, λίγοι βγαίνουν. Ευτυχώς χωρούν. Κάπου κάπου υπάρχει και ένας ηλεκτρικός λαμπτήρας. Προχωρούμε αργά για ώρα πολλή. Πόσα μέτρα προχωρήσαμε; εκατό; διακόσια; Ίσως και παραπάνω. Δεν μπόρεσα να υπολογίσω. Τέλος έφθασα στο αγίασμα. Αναβλύζει από τον βράχο. Ύδωρ εκ πέτρας. Πίνουμε και επιστρέφουμε. Στο παρεκκλήσι βλέπω δυο ζευγάρια δεκανίκια κι άλλα τάματα. Φτάνω στον γυναικωνίτη. Οι προσφωνήσεις και οι αντιφωνήσεις είχαν τελειώσει. Είχε αρχίσει το κέρασμα. Κάθομαι ανάμεσα σε δύο πρεσβυτέρους. Τον εφημέριο Διπλοκιονίου (Μπεσίκτας) και τον εφημέριο Μεγάλου Ρεύματος (Αρναούτ-κιοϊ). Πιάσαμε κουβέντα. Εξελίχθηκε εις αποκαλύψεις.
Αρχίζω τις ερωτήσεις: Είδα κάτι πατερίτσες επάνω, ποιος τις άφησε; Οι «λεγάμενοι» (εννοεί τους Τούρκους) μου απήντησε. Εδώ, πάτερ μου, γίνονται πολλά θαύματα. Έρχονται «λεγάμενοι» απ’ όλα τα μέρη της Τουρκίας, λούζονται με το αγίασμα, πίνουν και θεραπεύονται. Επειδή εδώ δεν υπάρχει τακτικός εφημέριος, ερχόμαστε εμείς εκ περιτροπής και λειτουργούμε κάθε Σάββατο. Έρχονται πολλοί. Το καλοκαίρι εκατοντάδες. Γεμίζει ο ναός, οι γυναικωνίτες, η αυλή. Όταν γίνεται η Μεγάλη Είσοδος στρώνονται στο δάπεδο του ναού τόσοι πολλοί πού δυσκολευόμαστε να περάσουμε. Μας ζητούν να τους κοινωνήσουμε. Αυτό δεν είναι για σας, τους λέμε. Τους δίδουμε όμως λίγο ψωμάκι κομμένο σαν αντίδωρο προς παρηγορίαν τους. Ανεβαίνουν στο αγίασμα, λούζονται, πίνουν, ζητούν να προσκυνήσουν Σταυρό. Τον βάζουμε σ' ένα τραπεζάκι και τον προσκυνούν. Δεν τον κρατούμε γιατί υπάρχουν καταδότες. Θα μας καταγγείλουν ότι κάνουμε προσηλυτισμό. Τα δεκανίκια πού είδες τα άφησαν πέρυσι. Μάλιστα ένας ήρθεν απ’ το Ερζερούμ. Είδε όραμα τον Άγιο Δημήτριο. Θα πάς, του λέγει, στο τάδε μέρος και θα λουσθείς τρεις φορές στο αγίασμα μου και θα θεραπευθείς. Ξεκίνησε απ’ τα βάθη της Μικράς Ασίας, ήλθε, έπραξεν όπως του παρήγγειλεν ο Άγιος και έγινε καλά.
Ήλθε με πατερίτσες και έφυγε πηδώντας. Άφησε στον Άγιο τα δεκανίκια του. Είναι αθώες ψυχές πάτερ μου, και τις ακούει ο Θεός. Και συμπληρώνει ο εφημέριος του Μεγάλου Ρεύματος, με την ωραία Πολιτική προφορά του. -Δέκα πέντε χρόνια παπάς είμαι, άμα ένα όραμα δεν είδα. Αυτοί «λεγάμενοι» είναι, αλλόθρησκοι είναι, οράματα βλέπουν, όνειρα βλέπουν. Τι πράγματα είναι αυτά; Του απαντώ: Εμείς, πάτερ μου, βρισκόμαστε μέσα στην αλήθεια, κολυμπάμε μέσα στο θαύμα της Εκκλησίας. Δεν χρειαζόμαστε οράματα. Άμα ζεις μέσα στο άπλετο φως, τι θα σε ωφελήσει το φως ενός κεριού ή έστω μιας λαμπάδας; Αυτοί ζουν μέσα στα πηχτά σκοτάδια, εις το ψηλαφητόν σκότος. Γι αυτό τους δίδει ο Άγιος Θεός λίγο φως, κάποια οράματα, κάποια θαύματα. - "Αν είναι έτσι καλά είναι.,.
Συγκλονισμένος σκέπτομαι μέσα στο λεωφορείο, επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο.
- Τι συμβαίνει άραγε; Είναι αταβισμός; Είναι αναμνήσεις μιας χριστιανικής καταγωγής πού ποτέ ενδεχομένως δεν λησμονήθηκε; Είναι μία πρόγευσις των όσων μέλλουν να συμβούν; Ή είναι αυτά και πολλά άλλα μαζί; Μόνον ο φιλάνθρωπος Θεός γνωρίζει. «Τις γαρ έγνω νουν Κυρίου, ή τις σύμβουλος αυτόν εγένετο;» (προς Ρωμαίους ΙΑ', 34).
(Από το βιβλίο: «Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο» του αρχιμ. Δοσιθέου Κανέλλου – Εκδ. Ι.Μ. Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας)
Αναδημιοσίευση απο το http://stratisandriotis.blogspot.com/20 ... .html#more
Παραμονή του Αγ. Δημητρίου ξανά εμείς στην Πόλι. Ρωτούμε στο Πατριαρχείο που να εκκλησιασθούμε. Πάντα το κάνουμε αυτό. Πηγαίνουμε όπου μας συνιστούν. Συνήθως εκεί οπού λειτουργεί ο Πατριάρχης ή ο Πατριαρχικός Επίτροπος. Και οι λίγοι προσκυνηταί είναι μια παρηγοριά. Μας λέγουν λοιπόν να πάμε για τη λειτουργία στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου Ξηροκρήνης (Κουρού Τσεσμέ) προς την πλευρά του Βοσπόρου...
Πηγαίνουμε στην Ξηροκρήνη. Ο Πατριάρχης απουσιάζει στην Αμερική. Χοροστατεί ο Πατριαρχικός Επίτροπος. Όρθρος, Θεία Λειτουργία, Θείο Κήρυγμα, όλα καλά. Εκκλησία ανακαινισμένη. Κόσμος αρκετός. Ενορίτες; όχι. Η τελευταία ενορίτισσα, ονόματι Αικατερίνη, πέθανε πριν τέσσερα χρόνια. Όσο ευρισκόμουν μέσα στο Ναό άκουα ένα συνεχή θόρυβο σαν να κυλούσε κάπου νερό. Δεν έδωσα σημασία. Ίσως επηρεασμένος απ’ την ονομασία της περιοχής. Ξηροκρήνη, άρα νερό δεν έχει.
Η Θεία Λειτουργία τελείωσε. Η δεξίωσις γίνεται στον γυναικωνίτη. Ανεβαίνω. Βλέπω όμως ότι ο πολύς κόσμος εξαφανίζεται δεξιά σε μια στενή σκάλα. Που πάνε; ρώτησα. Στό αγίασμα, μου απαντούν. Ακολουθώ. Εισέρχομαι σ' ένα ευρύχωρο παρεκκλήσι. Αριστερά σε μια δεξαμενή κυλά το αγίασμα. Ήταν ο θόρυβος πού άκουγα. Αλλά δεν ήταν η πηγή. Οι προσκυνηταί χάνονται από μπροστά μου. Μπαίνουν σε μια σπηλιά. Ακολουθώ. Υγρασία παντού. Οι τοίχοι στάζουν. Μικροί σταλακτίτες κρέμονται πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Σχεδόν ακουμπώ στην οροφή. Μου θυμίζει το Ευπαλίνειον όρυγμα της Σάμου. Το αγίασμα τρέχει κάτω απ’ τα πόδια μας. Η σπηλιά, αλλού πελεκημένη στο βράχο αλλού χτιστή είναι ελαφρώς ανηφορική. Κόσμος πολύς μπαίνει, λίγοι βγαίνουν. Ευτυχώς χωρούν. Κάπου κάπου υπάρχει και ένας ηλεκτρικός λαμπτήρας. Προχωρούμε αργά για ώρα πολλή. Πόσα μέτρα προχωρήσαμε; εκατό; διακόσια; Ίσως και παραπάνω. Δεν μπόρεσα να υπολογίσω. Τέλος έφθασα στο αγίασμα. Αναβλύζει από τον βράχο. Ύδωρ εκ πέτρας. Πίνουμε και επιστρέφουμε. Στο παρεκκλήσι βλέπω δυο ζευγάρια δεκανίκια κι άλλα τάματα. Φτάνω στον γυναικωνίτη. Οι προσφωνήσεις και οι αντιφωνήσεις είχαν τελειώσει. Είχε αρχίσει το κέρασμα. Κάθομαι ανάμεσα σε δύο πρεσβυτέρους. Τον εφημέριο Διπλοκιονίου (Μπεσίκτας) και τον εφημέριο Μεγάλου Ρεύματος (Αρναούτ-κιοϊ). Πιάσαμε κουβέντα. Εξελίχθηκε εις αποκαλύψεις.
Αρχίζω τις ερωτήσεις: Είδα κάτι πατερίτσες επάνω, ποιος τις άφησε; Οι «λεγάμενοι» (εννοεί τους Τούρκους) μου απήντησε. Εδώ, πάτερ μου, γίνονται πολλά θαύματα. Έρχονται «λεγάμενοι» απ’ όλα τα μέρη της Τουρκίας, λούζονται με το αγίασμα, πίνουν και θεραπεύονται. Επειδή εδώ δεν υπάρχει τακτικός εφημέριος, ερχόμαστε εμείς εκ περιτροπής και λειτουργούμε κάθε Σάββατο. Έρχονται πολλοί. Το καλοκαίρι εκατοντάδες. Γεμίζει ο ναός, οι γυναικωνίτες, η αυλή. Όταν γίνεται η Μεγάλη Είσοδος στρώνονται στο δάπεδο του ναού τόσοι πολλοί πού δυσκολευόμαστε να περάσουμε. Μας ζητούν να τους κοινωνήσουμε. Αυτό δεν είναι για σας, τους λέμε. Τους δίδουμε όμως λίγο ψωμάκι κομμένο σαν αντίδωρο προς παρηγορίαν τους. Ανεβαίνουν στο αγίασμα, λούζονται, πίνουν, ζητούν να προσκυνήσουν Σταυρό. Τον βάζουμε σ' ένα τραπεζάκι και τον προσκυνούν. Δεν τον κρατούμε γιατί υπάρχουν καταδότες. Θα μας καταγγείλουν ότι κάνουμε προσηλυτισμό. Τα δεκανίκια πού είδες τα άφησαν πέρυσι. Μάλιστα ένας ήρθεν απ’ το Ερζερούμ. Είδε όραμα τον Άγιο Δημήτριο. Θα πάς, του λέγει, στο τάδε μέρος και θα λουσθείς τρεις φορές στο αγίασμα μου και θα θεραπευθείς. Ξεκίνησε απ’ τα βάθη της Μικράς Ασίας, ήλθε, έπραξεν όπως του παρήγγειλεν ο Άγιος και έγινε καλά.
Ήλθε με πατερίτσες και έφυγε πηδώντας. Άφησε στον Άγιο τα δεκανίκια του. Είναι αθώες ψυχές πάτερ μου, και τις ακούει ο Θεός. Και συμπληρώνει ο εφημέριος του Μεγάλου Ρεύματος, με την ωραία Πολιτική προφορά του. -Δέκα πέντε χρόνια παπάς είμαι, άμα ένα όραμα δεν είδα. Αυτοί «λεγάμενοι» είναι, αλλόθρησκοι είναι, οράματα βλέπουν, όνειρα βλέπουν. Τι πράγματα είναι αυτά; Του απαντώ: Εμείς, πάτερ μου, βρισκόμαστε μέσα στην αλήθεια, κολυμπάμε μέσα στο θαύμα της Εκκλησίας. Δεν χρειαζόμαστε οράματα. Άμα ζεις μέσα στο άπλετο φως, τι θα σε ωφελήσει το φως ενός κεριού ή έστω μιας λαμπάδας; Αυτοί ζουν μέσα στα πηχτά σκοτάδια, εις το ψηλαφητόν σκότος. Γι αυτό τους δίδει ο Άγιος Θεός λίγο φως, κάποια οράματα, κάποια θαύματα. - "Αν είναι έτσι καλά είναι.,.
Συγκλονισμένος σκέπτομαι μέσα στο λεωφορείο, επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο.
- Τι συμβαίνει άραγε; Είναι αταβισμός; Είναι αναμνήσεις μιας χριστιανικής καταγωγής πού ποτέ ενδεχομένως δεν λησμονήθηκε; Είναι μία πρόγευσις των όσων μέλλουν να συμβούν; Ή είναι αυτά και πολλά άλλα μαζί; Μόνον ο φιλάνθρωπος Θεός γνωρίζει. «Τις γαρ έγνω νουν Κυρίου, ή τις σύμβουλος αυτόν εγένετο;» (προς Ρωμαίους ΙΑ', 34).
(Από το βιβλίο: «Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο» του αρχιμ. Δοσιθέου Κανέλλου – Εκδ. Ι.Μ. Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας)
Αναδημιοσίευση απο το http://stratisandriotis.blogspot.com/20 ... .html#more