Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
Συντονιστής: Συντονιστές
Στην σκήτη του αγίου Βασιλειου
Στην σκήτη του αγίου Βασιλειου(1 923-38)
Καί συνεχίζει ό Γέροντας 'Αρσένιος:
«Λαμβανομένου ύπ' δψιν οτι έπρεπε ν' απαλλάξουμε κυρίως τόν Γέροντα από τό βαρύ εργόχειρο, εστρεψαμε τό βλέμμα μας στην σκήτην τοϋ "Αη-Βασίλη, δπου βρήκαμε ενα τόπον πολύ άπόμερον, ήσυχον, αλλά καί δύ-σβατον.
'Αφού μετά χαράς συμφώνησε καί τό γεροντάκι μας, μιαν καλήν πρωίαν, άφοϋ αποχαιρετήσαμε τό κατανυκτικό εκκλησάκι τοϋ Ευαγγελισμού καί δλους τους γείτονες, μ' ενα μουλάρι τόν ανεβάσαμε, μαζί μέ λίγα πράγματα απαραίτητα, στον "Αη-Βασίλη.
Αλλά τ' απότομα καί άπρόκρημνα αυτά βραχάκια δικαιωματικώς έπρεπε νά γίνουν καί κατοικία τοϋ πρώτου άσκητοΰ καί αρχηγού τοϋ μοναχικού τάγματος. "Ετσι λοιπόν, αφιερώσαμε τό εκκλησάκι πού κτίσαμε εις τόν Μέγαν Πρόδρομον.
'Εδώ πιά σ' αυτόν τόν εύλογημένον τόπον, αρχίσαμε τους μεγάλους αγώνες μας.
Έν τω μεταξύ τό γεροντάκι μας, απαλλαγμένο πιά από τά βιωτικά, είχε ξανανοιώσει κι έδωσε στό έξης όλο τό δυναμικό του σέ ανώτερους πνευματικούς αγώνες καί ολονύκτιες στάσεις». Θέλοντας και λίγο νά μάς διασκεδάσει ό πάππους 'Αρσένιος, δπως συχνά έσυνήθιζε, έπρόσθεσε:
«Κατά τό τέλος της ζωής του, δπως ήταν φυσικό, εξασθένησαν οί δυνάμεις τοϋ Γέροντα μας καί δέν μπορούσε νά βγάλη την άγρυπνίαν καί τά κομποσχοίνια πού έβγαζε πρώτα.
Τόν καιρόν εκείνον άσκήτευε στον "Αη-Βασίλην ό Μοναχός Ματθαίος, ό μετέπειτα αρχηγός τής μερίδος των Ματθαίκών παλαιοημερολογιτών. Αυτός συνήθιζε, κατά τίς κοινές συναθροίσεις, νά βγαίνη στον άμβωνα καί νά κάμνη κήρυγμα στους ασκητές. Μιά μέρα λέγει στό κήρυγμα, "αδελφοί, έκολοβώθησαν α'ι ήμέραι".
Επιστρέφοντας στό σπίτι, μάς λέγει τό γεροντάκι μέ δλην του τήν απλότητα: "Μωρέ μπράβο στον π. Ματθαίον! Σήμερα μοϋ έλυσε τήν άπορίαν. "Ωστε γι' αυτό τώρα δέν βγάζω πολλά κομποσχοίνια δπως πρώτα, έκολοβώθησαν (έμίκραναν) οί ημέρες! ". 'Αλλά καί ό π. 'Αρσένιος πάλιν μέ τήν ϊδιαν απλότητα: ""Οχι Γέροντα, αδυνάτισες καί κοιμάσαι"· καί ό πάππους ξανά, "όχι, τό λέει ό Ματθαίος, έκολοβώθησαν οί νύκτες"».
Μέ τέτοιο σπάνιο χάρισμα άπλότητος, τό γεροντάκι αυτό, εγκατέλειψε τά πρόσκαιρα, άφοϋ προεΐδε καί τό τέλος του, αφήνοντας πλέον τους δύο υποτακτικούς του πλαισιωμένους διά παντός μέ τήν εύχήν του.
Καί συνεχίζει ό Γέροντας 'Αρσένιος:
«Λαμβανομένου ύπ' δψιν οτι έπρεπε ν' απαλλάξουμε κυρίως τόν Γέροντα από τό βαρύ εργόχειρο, εστρεψαμε τό βλέμμα μας στην σκήτην τοϋ "Αη-Βασίλη, δπου βρήκαμε ενα τόπον πολύ άπόμερον, ήσυχον, αλλά καί δύ-σβατον.
'Αφού μετά χαράς συμφώνησε καί τό γεροντάκι μας, μιαν καλήν πρωίαν, άφοϋ αποχαιρετήσαμε τό κατανυκτικό εκκλησάκι τοϋ Ευαγγελισμού καί δλους τους γείτονες, μ' ενα μουλάρι τόν ανεβάσαμε, μαζί μέ λίγα πράγματα απαραίτητα, στον "Αη-Βασίλη.
Αλλά τ' απότομα καί άπρόκρημνα αυτά βραχάκια δικαιωματικώς έπρεπε νά γίνουν καί κατοικία τοϋ πρώτου άσκητοΰ καί αρχηγού τοϋ μοναχικού τάγματος. "Ετσι λοιπόν, αφιερώσαμε τό εκκλησάκι πού κτίσαμε εις τόν Μέγαν Πρόδρομον.
'Εδώ πιά σ' αυτόν τόν εύλογημένον τόπον, αρχίσαμε τους μεγάλους αγώνες μας.
Έν τω μεταξύ τό γεροντάκι μας, απαλλαγμένο πιά από τά βιωτικά, είχε ξανανοιώσει κι έδωσε στό έξης όλο τό δυναμικό του σέ ανώτερους πνευματικούς αγώνες καί ολονύκτιες στάσεις». Θέλοντας και λίγο νά μάς διασκεδάσει ό πάππους 'Αρσένιος, δπως συχνά έσυνήθιζε, έπρόσθεσε:
«Κατά τό τέλος της ζωής του, δπως ήταν φυσικό, εξασθένησαν οί δυνάμεις τοϋ Γέροντα μας καί δέν μπορούσε νά βγάλη την άγρυπνίαν καί τά κομποσχοίνια πού έβγαζε πρώτα.
Τόν καιρόν εκείνον άσκήτευε στον "Αη-Βασίλην ό Μοναχός Ματθαίος, ό μετέπειτα αρχηγός τής μερίδος των Ματθαίκών παλαιοημερολογιτών. Αυτός συνήθιζε, κατά τίς κοινές συναθροίσεις, νά βγαίνη στον άμβωνα καί νά κάμνη κήρυγμα στους ασκητές. Μιά μέρα λέγει στό κήρυγμα, "αδελφοί, έκολοβώθησαν α'ι ήμέραι".
Επιστρέφοντας στό σπίτι, μάς λέγει τό γεροντάκι μέ δλην του τήν απλότητα: "Μωρέ μπράβο στον π. Ματθαίον! Σήμερα μοϋ έλυσε τήν άπορίαν. "Ωστε γι' αυτό τώρα δέν βγάζω πολλά κομποσχοίνια δπως πρώτα, έκολοβώθησαν (έμίκραναν) οί ημέρες! ". 'Αλλά καί ό π. 'Αρσένιος πάλιν μέ τήν ϊδιαν απλότητα: ""Οχι Γέροντα, αδυνάτισες καί κοιμάσαι"· καί ό πάππους ξανά, "όχι, τό λέει ό Ματθαίος, έκολοβώθησαν οί νύκτες"».
Μέ τέτοιο σπάνιο χάρισμα άπλότητος, τό γεροντάκι αυτό, εγκατέλειψε τά πρόσκαιρα, άφοϋ προεΐδε καί τό τέλος του, αφήνοντας πλέον τους δύο υποτακτικούς του πλαισιωμένους διά παντός μέ τήν εύχήν του.
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 2629
- Εγγραφή: Τρί Μαρ 21, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Γεωργία@Κόρινθος
Ο Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
Μικρές διδαχές του παππού
Αν και ο παππούς από ταπείνωσιν, σε κοινές συνάξεις ποτέ δεν ελάμβανε τον λόγον, όμως το δωμάτιόν του αποτελούσε μιαν μικρήν αίθουσα διδασκαλίας, εις την οποίαν κατέφευγαν πολλοί αδελφοί προς στηριγμόν και του υπέβαλλαν διάφορες ερωτήσεις.
Ένας αδελφός ρώτησε:
- Παππού, όταν υπηρετούμε στο διακόνημα πρέπει να λέμε και την ευχήν;
- Βεβαίως˙ η ευχή δεν πρέπει να σταματά.
- Προσπαθούμε να λέμε συνέχεια την ευχήν, αλλά ο νους μας περισπάται.
- Όταν λέμε την ευχήν όσο μπορούμε, ζορίζουμε και το μυαλό να καταλαβαίνουμε τι λέμε. Αυτό όμως για να το πετύχουμε θέλει πολλήν βίαν. Όμως, όταν δουλεύης, λέγε συνέχεια με το στόμα « Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ο νους σίγουρα φεύγει˙ πάει στην δουλειά˙ ταξιδεύει εδώ ή εκεί˙ όμως το αυτί ακούει ˙ κάτι πιάνει˙ και σιγά –σιγά το κατεβάζει στην καρδιάν . Αλλά και να μην καταλαβαίνεις εσύ την ευχήν, όμως ο σατανάς καταλαβαίνει πολύ καλά και τρέμει μόνο που ακούει τ’ όνομα του Χριστού.
Εχθές μου λέγει ο μάγειρας: « Ευλόγησον , μου κόλλησεν το φαϊ». «Σίγουρα είχες μέσα σου κάποιον κακόν λογισμόν» του απαντώ. «Δεν θυμάμαι, Γέροντα». Τότε λέω: « Ο νους σου κάπου ρέμβαζε και ευχήν γιοκ» (δεν έλεγες). «Μα έχουν αυτά σχέσιν;». «Και μεγάλην σχέσιν˙ παρατήρησε να δης, όσες φορές λες συνέχεια ευχήν, δεν σου κολλάει ποτέ φαγητό, και να δης και τι γλυκά φαγητά θα κάμνης!».
Ο Γέροντάς μας (Ιωσήφ) συνήθιζε να μας μαγειρεύη. Τον έβλεπα όσην ώραν μαγείρευε, τα μάτια του δεν στέγνωναν από τα δάκρυα. Εκείνην την ώραν που βρισκόταν ο νους του; Και να ‘ξερες τι νόστιμα φαγητά έφτιαχνε! Μέχρι σε πανηγύρια τα καλύβια τον καλούσαν να τους μαγειρεύη.
Λέγοντας αυτά ο παππούς γυρνά λίγο πειρακτικά στον μάγειρα και λέει: « Ναι, αλλά ο π. … δεν λέει την ευχή για να μη του κολλήση το φαϊ». Εμείς φυσικά γελούσαμε˙ ήταν και εύθυμος ο παππούς.
Εφύγαμε χαρούμενοι˙ αλλά στον μάγειραν τυπώθηκαν βαθειά μέσα του τα λόγια: «Όσην ώρα μαγείρευε ο Γέροντας δεν στέγνωναν τα μάτια του. Πού άραγε ήταν ο νους του;».
Άλλος αδελφός ρώτησε:
- Παππού, πολλοί μοναχοί συνηθίζουν να λένε χαιρετισμούς όταν δουλεύουν, αντί ευχήν. Τι είναι καλύτερα;
- Α! Τους χαιρετισμούς πολύ αγαπά η Παναγία μας. Εμείς με τον Γέροντα τους λέγαμε σαν δουλεύαμε, απ’ έξω, δυό –τρεις φορές την ημέρα. Να, εδώ έχουμε ένα βιβλιαράκι με τους χαιρετισμούς που στην αρχήν αναφέρει ότι η παναγία μας φανερώθηκε σε πολλούς Αγίους και τους υποσχέθηκε ότι, όποιος λέει τους χαιρετισμούς της κάθε μέρα, θα τον φυλάη και σ’ αυτήν την ζωήν, αλλά και μετά θάνατον θα τον υπερασπίση ενώπιον του Υιού της. Η βάσις βέβαια είναι η ευχή. Αν έχεις προθυμίαν στην ευχήν, μην την κόβης˙ τα λέει όλα. Αν αδυνατίσει η ευχή, τότε πες τους χαιρετισμούς. Ακόμα και το «Θεοτόκε Παρθένε» πολύ αγαπά η Παναγία μας. Κάποτε σαν το λες κάμποσες φορές ,σου προσφέρει ένα γλύκισμα η Παναγία μας που δεν περιγράφεται.
- Γέροντα, όταν από την πολλήν κούρασιν παραλύη το σώμα, μπορούμε να λέμε ξαπλωμένοι την ευχήν;
- Ο Χριστός μας οικονομά σύμφωνα με τις δυνάμεις μας. Αν πραγματικά δεν μπορούμε ούτε όρθιοι ούτε γονατιστοί ούτε και καθιστοί, τότε μας οικονομά ακόμα και ξαπλωμένους. Αν όμως έχουμε δυνάμεις, ο σατανάς εκεί είναι˙ αμέσως φέρνει αμέλειαν και ύπνον. Έχει και χειρότερα.
- Γέροντα, κρασί επιτρέπεται να πίνουμε;
- Κάνετε καλά με τον πνευματικό σας. Όμως προσέξτε γιατί το κρασί στον νέον γίνεται αίμα˙ στον γέρον γίνεται νερό. Για φαϊ ακόμα και στις νηστείες αν τρώτε λίγο το πρωί , δεν βλάπτει. Καλύτερα να τρώμε δυο φορές και να νικήσουμε το κέρατο της υπερηφανείας, όπως λέει ο «Κλίμακας» , παρά μια φορά και να νομίζουμε ότι κάτι κάνουμε.
Ο παππούς , ύστερα από την τόσο σκληρήν άσκησιν των πρώτων χρόνων, προσαρμόστηκε στο τέλος, αφού ήδη εδάμασε τα ατίθασα πάθη, στο κοινοβιακό πρόγραμμα, τρώγοντας όμως πάντοτε με εγκράτεια. Αναλογιζόμενος δε τους πρότερους αγώνες ενοχλείτο από τον λογισμόν˙ γι’ αυτό και συνήθιζε να μας λέει: «Μου ‘δωσε κι εμένα δυο χαρίσματα ο Θεός˙ το ένα να τρώω δυό φορές την ημέρα, και το άλλο, να μην αρρωστήσω ποτέ ούτε χάπι να βάλω στο στόμα μου».
Αλλά μήπως δεν ήταν ειδική χάρις, ύστερα από τόσους σκληρούς αγώνες, ποτέ να μην αρρωστήση; Αλλά και το σώμα να μη λούση ποτέ με νερό για παραπάνω από εβδομήντα χρόνια, εκτός από τα πόδια και το κεφάλι; Και όμως το σώμα του παππού , είχε πάντα ένα ευχάριστο άρωμα της ερήμου.
Αφήνω τους ψύλλους, τους κοριούς, τις ψείρες που ήσαν μόνιμοι κάτοικοι των δυο ασκητών. Φορολογώντας και αυτό ακόμα το λίγο αίμα που τους απέμενε, ύστερα από την τόσον αυστηρήν νηστείαν και σκληραγωγίαν του σώματος. Και εν τούτοις ο παππούς, ούτε ποτέ αρρώστησε, ούτε οι δυνάμεις του κατέπεσαν μέχρι γήρατος.
Σε μιαν άλλην μικρήν συνάθροισιν, μεταξύ άλλων μας είπε:
- Προσέχετε όσο μπορείτε να είναι αναπαυμένοι όλοι οι πατέρες μαζί σας. Αν στο κοινόβιο αναπαύσης ενενηνταεννιά αδελφούς και από απροσεξία λυπήσης έναν, εκείνος ο ένας στέκει εμπόδιο στην προσευχή.
Μια μέρα ένας αδελφός που έβαλε μετάνοιαν και μου λέγει: «Ευλόγησον, Γέροντα˙ στενοχώρησα κάποιον αδελφόν και η προσευχή δεν πάει καλά». Του λέω: «Ε! δεν είναι τίποτε˙ βάλε μια μετάνοια στον αδελφό να γίνη αγάπη και θα ‘ρθη πάλιν η προσευχή». Αφού έβαλα Γέροντα σ’ εσένα μετάνοια, δεν φτάνει;». « Α! όχι-λέω- δεν φτάνει. Και αυτού που έφταισες θα βάλης μετάνοιαν». Τον είδα, κλωτσούσε λίγο μέσα του. Τελικά πήγε και έβαλε μετάνοιαν. Την άλλη μέρα γύρισε και μου λέει: « Ευχαριστώ, Γέροντα για την συμβουλήν˙ εψές όλη νύκτα προσευχόμουν με χαράν και κατάνυξιν».
- Γέροντα, καλό είναι να βάζουμε μετάνοιαν. Όμως τυχαίνει να βάλης σε κάποιον μετάνοιαν και να μη την δεχτή˙ τι να κάμουμε;
- Εσύ έβαλες μετάνοιαν; Είσαι ελεύθερος˙ μόνον πρόσεξε ν’ αγαπάς. Μάλιστα στο εξής, μέχρι να δεχτή την μετάνοιάν σου, να του τραβάς κι ένα μικρό κομποσχοίνι.
Οι απλές αλλά σοφές αυτές συμβουλές πολλές φορές μέχρι σήμερα φάνηκαν πραγματικό στήριγμα στην μοναχικήν μας πορείαν.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Αν και ο παππούς από ταπείνωσιν, σε κοινές συνάξεις ποτέ δεν ελάμβανε τον λόγον, όμως το δωμάτιόν του αποτελούσε μιαν μικρήν αίθουσα διδασκαλίας, εις την οποίαν κατέφευγαν πολλοί αδελφοί προς στηριγμόν και του υπέβαλλαν διάφορες ερωτήσεις.
Ένας αδελφός ρώτησε:
- Παππού, όταν υπηρετούμε στο διακόνημα πρέπει να λέμε και την ευχήν;
- Βεβαίως˙ η ευχή δεν πρέπει να σταματά.
- Προσπαθούμε να λέμε συνέχεια την ευχήν, αλλά ο νους μας περισπάται.
- Όταν λέμε την ευχήν όσο μπορούμε, ζορίζουμε και το μυαλό να καταλαβαίνουμε τι λέμε. Αυτό όμως για να το πετύχουμε θέλει πολλήν βίαν. Όμως, όταν δουλεύης, λέγε συνέχεια με το στόμα « Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ο νους σίγουρα φεύγει˙ πάει στην δουλειά˙ ταξιδεύει εδώ ή εκεί˙ όμως το αυτί ακούει ˙ κάτι πιάνει˙ και σιγά –σιγά το κατεβάζει στην καρδιάν . Αλλά και να μην καταλαβαίνεις εσύ την ευχήν, όμως ο σατανάς καταλαβαίνει πολύ καλά και τρέμει μόνο που ακούει τ’ όνομα του Χριστού.
Εχθές μου λέγει ο μάγειρας: « Ευλόγησον , μου κόλλησεν το φαϊ». «Σίγουρα είχες μέσα σου κάποιον κακόν λογισμόν» του απαντώ. «Δεν θυμάμαι, Γέροντα». Τότε λέω: « Ο νους σου κάπου ρέμβαζε και ευχήν γιοκ» (δεν έλεγες). «Μα έχουν αυτά σχέσιν;». «Και μεγάλην σχέσιν˙ παρατήρησε να δης, όσες φορές λες συνέχεια ευχήν, δεν σου κολλάει ποτέ φαγητό, και να δης και τι γλυκά φαγητά θα κάμνης!».
Ο Γέροντάς μας (Ιωσήφ) συνήθιζε να μας μαγειρεύη. Τον έβλεπα όσην ώραν μαγείρευε, τα μάτια του δεν στέγνωναν από τα δάκρυα. Εκείνην την ώραν που βρισκόταν ο νους του; Και να ‘ξερες τι νόστιμα φαγητά έφτιαχνε! Μέχρι σε πανηγύρια τα καλύβια τον καλούσαν να τους μαγειρεύη.
Λέγοντας αυτά ο παππούς γυρνά λίγο πειρακτικά στον μάγειρα και λέει: « Ναι, αλλά ο π. … δεν λέει την ευχή για να μη του κολλήση το φαϊ». Εμείς φυσικά γελούσαμε˙ ήταν και εύθυμος ο παππούς.
Εφύγαμε χαρούμενοι˙ αλλά στον μάγειραν τυπώθηκαν βαθειά μέσα του τα λόγια: «Όσην ώρα μαγείρευε ο Γέροντας δεν στέγνωναν τα μάτια του. Πού άραγε ήταν ο νους του;».
Άλλος αδελφός ρώτησε:
- Παππού, πολλοί μοναχοί συνηθίζουν να λένε χαιρετισμούς όταν δουλεύουν, αντί ευχήν. Τι είναι καλύτερα;
- Α! Τους χαιρετισμούς πολύ αγαπά η Παναγία μας. Εμείς με τον Γέροντα τους λέγαμε σαν δουλεύαμε, απ’ έξω, δυό –τρεις φορές την ημέρα. Να, εδώ έχουμε ένα βιβλιαράκι με τους χαιρετισμούς που στην αρχήν αναφέρει ότι η παναγία μας φανερώθηκε σε πολλούς Αγίους και τους υποσχέθηκε ότι, όποιος λέει τους χαιρετισμούς της κάθε μέρα, θα τον φυλάη και σ’ αυτήν την ζωήν, αλλά και μετά θάνατον θα τον υπερασπίση ενώπιον του Υιού της. Η βάσις βέβαια είναι η ευχή. Αν έχεις προθυμίαν στην ευχήν, μην την κόβης˙ τα λέει όλα. Αν αδυνατίσει η ευχή, τότε πες τους χαιρετισμούς. Ακόμα και το «Θεοτόκε Παρθένε» πολύ αγαπά η Παναγία μας. Κάποτε σαν το λες κάμποσες φορές ,σου προσφέρει ένα γλύκισμα η Παναγία μας που δεν περιγράφεται.
- Γέροντα, όταν από την πολλήν κούρασιν παραλύη το σώμα, μπορούμε να λέμε ξαπλωμένοι την ευχήν;
- Ο Χριστός μας οικονομά σύμφωνα με τις δυνάμεις μας. Αν πραγματικά δεν μπορούμε ούτε όρθιοι ούτε γονατιστοί ούτε και καθιστοί, τότε μας οικονομά ακόμα και ξαπλωμένους. Αν όμως έχουμε δυνάμεις, ο σατανάς εκεί είναι˙ αμέσως φέρνει αμέλειαν και ύπνον. Έχει και χειρότερα.
- Γέροντα, κρασί επιτρέπεται να πίνουμε;
- Κάνετε καλά με τον πνευματικό σας. Όμως προσέξτε γιατί το κρασί στον νέον γίνεται αίμα˙ στον γέρον γίνεται νερό. Για φαϊ ακόμα και στις νηστείες αν τρώτε λίγο το πρωί , δεν βλάπτει. Καλύτερα να τρώμε δυο φορές και να νικήσουμε το κέρατο της υπερηφανείας, όπως λέει ο «Κλίμακας» , παρά μια φορά και να νομίζουμε ότι κάτι κάνουμε.
Ο παππούς , ύστερα από την τόσο σκληρήν άσκησιν των πρώτων χρόνων, προσαρμόστηκε στο τέλος, αφού ήδη εδάμασε τα ατίθασα πάθη, στο κοινοβιακό πρόγραμμα, τρώγοντας όμως πάντοτε με εγκράτεια. Αναλογιζόμενος δε τους πρότερους αγώνες ενοχλείτο από τον λογισμόν˙ γι’ αυτό και συνήθιζε να μας λέει: «Μου ‘δωσε κι εμένα δυο χαρίσματα ο Θεός˙ το ένα να τρώω δυό φορές την ημέρα, και το άλλο, να μην αρρωστήσω ποτέ ούτε χάπι να βάλω στο στόμα μου».
Αλλά μήπως δεν ήταν ειδική χάρις, ύστερα από τόσους σκληρούς αγώνες, ποτέ να μην αρρωστήση; Αλλά και το σώμα να μη λούση ποτέ με νερό για παραπάνω από εβδομήντα χρόνια, εκτός από τα πόδια και το κεφάλι; Και όμως το σώμα του παππού , είχε πάντα ένα ευχάριστο άρωμα της ερήμου.
Αφήνω τους ψύλλους, τους κοριούς, τις ψείρες που ήσαν μόνιμοι κάτοικοι των δυο ασκητών. Φορολογώντας και αυτό ακόμα το λίγο αίμα που τους απέμενε, ύστερα από την τόσον αυστηρήν νηστείαν και σκληραγωγίαν του σώματος. Και εν τούτοις ο παππούς, ούτε ποτέ αρρώστησε, ούτε οι δυνάμεις του κατέπεσαν μέχρι γήρατος.
Σε μιαν άλλην μικρήν συνάθροισιν, μεταξύ άλλων μας είπε:
- Προσέχετε όσο μπορείτε να είναι αναπαυμένοι όλοι οι πατέρες μαζί σας. Αν στο κοινόβιο αναπαύσης ενενηνταεννιά αδελφούς και από απροσεξία λυπήσης έναν, εκείνος ο ένας στέκει εμπόδιο στην προσευχή.
Μια μέρα ένας αδελφός που έβαλε μετάνοιαν και μου λέγει: «Ευλόγησον, Γέροντα˙ στενοχώρησα κάποιον αδελφόν και η προσευχή δεν πάει καλά». Του λέω: «Ε! δεν είναι τίποτε˙ βάλε μια μετάνοια στον αδελφό να γίνη αγάπη και θα ‘ρθη πάλιν η προσευχή». Αφού έβαλα Γέροντα σ’ εσένα μετάνοια, δεν φτάνει;». « Α! όχι-λέω- δεν φτάνει. Και αυτού που έφταισες θα βάλης μετάνοιαν». Τον είδα, κλωτσούσε λίγο μέσα του. Τελικά πήγε και έβαλε μετάνοιαν. Την άλλη μέρα γύρισε και μου λέει: « Ευχαριστώ, Γέροντα για την συμβουλήν˙ εψές όλη νύκτα προσευχόμουν με χαράν και κατάνυξιν».
- Γέροντα, καλό είναι να βάζουμε μετάνοιαν. Όμως τυχαίνει να βάλης σε κάποιον μετάνοιαν και να μη την δεχτή˙ τι να κάμουμε;
- Εσύ έβαλες μετάνοιαν; Είσαι ελεύθερος˙ μόνον πρόσεξε ν’ αγαπάς. Μάλιστα στο εξής, μέχρι να δεχτή την μετάνοιάν σου, να του τραβάς κι ένα μικρό κομποσχοίνι.
Οι απλές αλλά σοφές αυτές συμβουλές πολλές φορές μέχρι σήμερα φάνηκαν πραγματικό στήριγμα στην μοναχικήν μας πορείαν.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 2629
- Εγγραφή: Τρί Μαρ 21, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Γεωργία@Κόρινθος
Re: Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
Συμβουλές και θαυμαστά γεγονότα από την ζωήν του Γερο-Αρσενίου
«Ένας άλλος, από άλλην συνοδείαν, ήλθε στην καλογερικήν με πολλήν ζέσιν˙ υποτάχτηκε σ’ ένα σκληρό Γεροντάκι πάρα κάτω και στην αρχήν αγωνιζόταν πάρα πολύ. Όλη νύχτα αγρυπνία, ορθοστασία, μετάνοιες, νηστείες, υπακοή, καθαρή εξομολόγησις κλπ.
Έλα όμως , που μετά από δυό-τρία χρόνια χαλάρωσε, έδωσεν εξουσίαν στον πειρασμόν και άρχισε να πηγαίνη πίσω-πίσω. Εθόλωνε στην προσευχήν το μυαλό, καθόταν, κοιμόταν˙ ξυπνούσε κομμένος ˙ ξανακοιμόταν και τέλος πάντων σκοτωνόταν να βγάλει τα πνευματικά του καθήκοντα. Δεν φτάνει αυτό˙ τον πλακώνει και το δαιμόνιον της πορνείας και τον πολεμούσε φοβερά.
Συγχρόνως του ‘φερνε απόγνωσιν και τον ψιθύριζε στ’ αυτί ότι μ’ αυτά τα χάλια σίγουρα θα κολαστή. Το φοβερότερο όμως˙ του έβαλεν και ντροπήν για να μη εξομολογιέται και του ‘λεγε: “Ταλαίπωρε, εσύ που έβγαζες τόσες αγρυπνίες με τόσες μετάνοιες, τόσα δάκρυα, τόσον αγώνα, τώρα τι να πης στον Γέροντα; “ Αν ακούση αυτά τα χάλια σου και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας σίγουρα θα σε διώξη. Δεν φεύγεις από μόνος σου;”. “Αλλά πάλιν πρέπει να βρω κάποιαν πρόφασιν”, σκεφτόταν- τι να κάνω;
Φαίνεται όμως τον λυπήθηκεν ο Θεός και του ‘βαλε τον λογισμόν: “ δεν πας στον π. Αρσένιον να πης τους λογισμούς σου;”.
Έρχεται το καλογέρι με κατεβασμένο κεφάλι από ντροπή και με πολλήν προσπάθειαν κατάφερε να μου τα πη όλα και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας. Αυτός ως άπειρος ενόμιζεν ότι, αν εξωμολογιόταν, θα τον επρόσβαλλα. Όμως εγώ, ξέροντας από την πείρα μου τις τέχνες του διαβόλου, τον έβαλα στην αγκαλιά μου και του λέω:
- Μπράβο παιδί μου˙ κατάλαβα ότι είσαι αγωνιστής και σ’ αγαπά ο Χριστός.
- Μα εμένα Γέροντα;
- Ναι, εσένα και για να σου το αποδείξω ,πες μου ειλικρινά˙ όταν αγωνιζόσουν σκληρά και ούτε πολέμους είχες, τι ιδέαν είχες για τον εαυτό σου;
- Τότε Γέροντα, ήμουν ένας μικρός άγιος˙ τώρα είμαι ο χειρότερος όλων.
- “ Ο Θεός σχωρέσει σε”. Τώρα μιλάς σωστά. Όλοι οι αγώνες και οι κόποι μας πρέπει να καταλήξουν εις την ταπεινοφροσύνην. Ποτέ δεν ήσουν άγιος, αλλά σ’ εσκέπαζεν η χάρις του Θεού και νόμιζες ότι είναι κάτι δικό σου˙ γι’ αυτό σε άφησεν η χάρις για να καταλάβης τον εαυτόν σου. Όμως με την εξομολόγησιν πάλιν θα ξανάλθη η χάρις ˙ μόνο μην ντρέπεσαι στο εξής να εξομολογιέσαι στον Γέροντα σου και να κρατάς σφικτά πάντα αυτόν τον λογισμόν: “Εγώ δεν είμαι τίποτε˙ ό,τι καλόν έχω είναι από τον Θεόν, δι’ ευχών του Γέροντά μου. Αν μ’ εγκαταλείψη ξαναπέφτω αμέσως”. Έκτοτε το καλογέρι ξεμολογιόταν στον Γέροντά του και μέχρι τώρα αγωνίζεται με πολλήν προθυμίαν».
Απ’ αυτά τα παραδείγματα βγαίνει το συμπέρασμα, ότι ο παππούς , σαν επισφράγισμα των σκληρών αγώνων του, έφθασεν ο ίδιος σε μέτρον ταπεινοφροσύνης και έμαθε δια Πνεύματος Αγίου τα ίδια λόγια , που είπε στον σύγχρονόν του Ρώσσον ασκητήν Σιλουανόν ο Χριστός: «κράτα τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου» .
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
«Ένας άλλος, από άλλην συνοδείαν, ήλθε στην καλογερικήν με πολλήν ζέσιν˙ υποτάχτηκε σ’ ένα σκληρό Γεροντάκι πάρα κάτω και στην αρχήν αγωνιζόταν πάρα πολύ. Όλη νύχτα αγρυπνία, ορθοστασία, μετάνοιες, νηστείες, υπακοή, καθαρή εξομολόγησις κλπ.
Έλα όμως , που μετά από δυό-τρία χρόνια χαλάρωσε, έδωσεν εξουσίαν στον πειρασμόν και άρχισε να πηγαίνη πίσω-πίσω. Εθόλωνε στην προσευχήν το μυαλό, καθόταν, κοιμόταν˙ ξυπνούσε κομμένος ˙ ξανακοιμόταν και τέλος πάντων σκοτωνόταν να βγάλει τα πνευματικά του καθήκοντα. Δεν φτάνει αυτό˙ τον πλακώνει και το δαιμόνιον της πορνείας και τον πολεμούσε φοβερά.
Συγχρόνως του ‘φερνε απόγνωσιν και τον ψιθύριζε στ’ αυτί ότι μ’ αυτά τα χάλια σίγουρα θα κολαστή. Το φοβερότερο όμως˙ του έβαλεν και ντροπήν για να μη εξομολογιέται και του ‘λεγε: “Ταλαίπωρε, εσύ που έβγαζες τόσες αγρυπνίες με τόσες μετάνοιες, τόσα δάκρυα, τόσον αγώνα, τώρα τι να πης στον Γέροντα; “ Αν ακούση αυτά τα χάλια σου και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας σίγουρα θα σε διώξη. Δεν φεύγεις από μόνος σου;”. “Αλλά πάλιν πρέπει να βρω κάποιαν πρόφασιν”, σκεφτόταν- τι να κάνω;
Φαίνεται όμως τον λυπήθηκεν ο Θεός και του ‘βαλε τον λογισμόν: “ δεν πας στον π. Αρσένιον να πης τους λογισμούς σου;”.
Έρχεται το καλογέρι με κατεβασμένο κεφάλι από ντροπή και με πολλήν προσπάθειαν κατάφερε να μου τα πη όλα και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας. Αυτός ως άπειρος ενόμιζεν ότι, αν εξωμολογιόταν, θα τον επρόσβαλλα. Όμως εγώ, ξέροντας από την πείρα μου τις τέχνες του διαβόλου, τον έβαλα στην αγκαλιά μου και του λέω:
- Μπράβο παιδί μου˙ κατάλαβα ότι είσαι αγωνιστής και σ’ αγαπά ο Χριστός.
- Μα εμένα Γέροντα;
- Ναι, εσένα και για να σου το αποδείξω ,πες μου ειλικρινά˙ όταν αγωνιζόσουν σκληρά και ούτε πολέμους είχες, τι ιδέαν είχες για τον εαυτό σου;
- Τότε Γέροντα, ήμουν ένας μικρός άγιος˙ τώρα είμαι ο χειρότερος όλων.
- “ Ο Θεός σχωρέσει σε”. Τώρα μιλάς σωστά. Όλοι οι αγώνες και οι κόποι μας πρέπει να καταλήξουν εις την ταπεινοφροσύνην. Ποτέ δεν ήσουν άγιος, αλλά σ’ εσκέπαζεν η χάρις του Θεού και νόμιζες ότι είναι κάτι δικό σου˙ γι’ αυτό σε άφησεν η χάρις για να καταλάβης τον εαυτόν σου. Όμως με την εξομολόγησιν πάλιν θα ξανάλθη η χάρις ˙ μόνο μην ντρέπεσαι στο εξής να εξομολογιέσαι στον Γέροντα σου και να κρατάς σφικτά πάντα αυτόν τον λογισμόν: “Εγώ δεν είμαι τίποτε˙ ό,τι καλόν έχω είναι από τον Θεόν, δι’ ευχών του Γέροντά μου. Αν μ’ εγκαταλείψη ξαναπέφτω αμέσως”. Έκτοτε το καλογέρι ξεμολογιόταν στον Γέροντά του και μέχρι τώρα αγωνίζεται με πολλήν προθυμίαν».
Απ’ αυτά τα παραδείγματα βγαίνει το συμπέρασμα, ότι ο παππούς , σαν επισφράγισμα των σκληρών αγώνων του, έφθασεν ο ίδιος σε μέτρον ταπεινοφροσύνης και έμαθε δια Πνεύματος Αγίου τα ίδια λόγια , που είπε στον σύγχρονόν του Ρώσσον ασκητήν Σιλουανόν ο Χριστός: «κράτα τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου» .
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 2629
- Εγγραφή: Τρί Μαρ 21, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Γεωργία@Κόρινθος
Re: Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
Ανάγνωσις
Αλλά και την ανάγνωσιν ο παππούς, την θεωρούσε απαραίτητον κι έλεγε: « Η ανάγνωσις είμαι και αυτή ένα είδος προσευχής. Εμεί κάθε μέρα διαβάζαμε ένα-δυό κεφάλαια Αγ. Γραφή και μετά διαβάζαμε πατερικά βιβλία. Όσο για τον άγιο Ισαάκ τον Σύρον, τον κρατούσαμε πάντα στη μασχάλη μας. Άλλο βιβλίο να μην έχης, ο Ισαάκ ο Σύρος φθάνει∙ τα λέει όλα. όμως διαβάζαμε και Κλίμακα, Αββά Δωρόθεον, Ευεργετινόν, άγιο Μακάριον κλπ. αλλά και τους βίους των αγίων μας. Όταν διαβάζουμε βίους αγίων κερδίζουμε δυό πράγματα. Πρώτον, το παράδειγμα των αγώνων τους, μας ξυπνά από την νάρκην της αμελείας, και δεύτερον οι άγιοι, όταν διαβάζουμε τον βίον τους με ευλάβειαν, πρεσβεύουν στον Χριστόν για μας.
Πάντοτε όμως πρέπει να προσευχόμαστε προτού αρχίσουμε το διάβασμα. Μετά την προσευχή διαβάζουμε τον βίον κάποιου αγίου και τόσο μας συγκινεί, όπου δεν μπορούμε να σταματήσουμε τα δάκρυα. Αυτό συμβαίνει διότι η προσευχή φωτίζει το μυαλό».
- Παππού, από την Αγ.Γραφήν τι να διαβάζουμε περισσότερον;
- Όλη η Αγ. Γραφή είναι θεόπνευστη και πρέπει να την διαβάζουμε. Από την Π. Διαθήκη πρέπει να διαβάζουμε το ψαλτήρι∙ είναι πολύ δυνατή προσευχή.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Αλλά και την ανάγνωσιν ο παππούς, την θεωρούσε απαραίτητον κι έλεγε: « Η ανάγνωσις είμαι και αυτή ένα είδος προσευχής. Εμεί κάθε μέρα διαβάζαμε ένα-δυό κεφάλαια Αγ. Γραφή και μετά διαβάζαμε πατερικά βιβλία. Όσο για τον άγιο Ισαάκ τον Σύρον, τον κρατούσαμε πάντα στη μασχάλη μας. Άλλο βιβλίο να μην έχης, ο Ισαάκ ο Σύρος φθάνει∙ τα λέει όλα. όμως διαβάζαμε και Κλίμακα, Αββά Δωρόθεον, Ευεργετινόν, άγιο Μακάριον κλπ. αλλά και τους βίους των αγίων μας. Όταν διαβάζουμε βίους αγίων κερδίζουμε δυό πράγματα. Πρώτον, το παράδειγμα των αγώνων τους, μας ξυπνά από την νάρκην της αμελείας, και δεύτερον οι άγιοι, όταν διαβάζουμε τον βίον τους με ευλάβειαν, πρεσβεύουν στον Χριστόν για μας.
Πάντοτε όμως πρέπει να προσευχόμαστε προτού αρχίσουμε το διάβασμα. Μετά την προσευχή διαβάζουμε τον βίον κάποιου αγίου και τόσο μας συγκινεί, όπου δεν μπορούμε να σταματήσουμε τα δάκρυα. Αυτό συμβαίνει διότι η προσευχή φωτίζει το μυαλό».
- Παππού, από την Αγ.Γραφήν τι να διαβάζουμε περισσότερον;
- Όλη η Αγ. Γραφή είναι θεόπνευστη και πρέπει να την διαβάζουμε. Από την Π. Διαθήκη πρέπει να διαβάζουμε το ψαλτήρι∙ είναι πολύ δυνατή προσευχή.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 424
- Εγγραφή: Τετ Μάιος 14, 2008 5:00 am
Re: Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
H καλύτερη θεολογία είναι το να διαβάζεις τη ζωή,το έργο και τους λόγους αυτών των συγχρονων γερόντων που μας 'εστειλε ο Κύριος .Πόσο πολυ συγκινεί η ζωή τους και τα έργα τους.Φάρος φωτεινός μες την σύγχρονη άβυσσο που ζούμε.
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 2629
- Εγγραφή: Τρί Μαρ 21, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Γεωργία@Κόρινθος
Re: Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
Από την ζωήν του παππού
Μια μέρα στο Μοναστήρι μας, όπου ο παππούς διήνυσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ένας αδελφός του είπε:
- Παππού, έκαμα τις μετάνοιές μου, αλλά έπαθα υπερκόπωσιν.
- Πόσες μετάνοιες έκαμες;
- Εκατόν πενήντα.
Γυρίζει σε λίγο ο παππούς και λέγει: «Μωρέ, έκαμε 150 μετάνοιες κι έπαθεν υπερκόπωσιν!». Το ‘λεγε με όλην του την απλότητα και εθαύμαζε.
Επειδή έτυχε να συναθροισθούν μερικοί νέοι εκεί, βρήκα την ευκαιρία και τον ερώτησα για να ωφεληθούμε.
- Εσείς, παππού, πόσες μετάνοιες εκάμνατε;
- Εμείς όταν ήμασταν νέοι βγάζαμε μέχρι 3000 μετάνοιες και τα κομποσχοίνια τα τραβούσα όλη νύχτα με σταυρούς. Μια φορά, όμως, επιάστηκεν ο ώμος μου και το ‘πα στον Γέροντα. Από τότε μ’ έβαλε να κάμνω δίχως σταυρούς τα κομποσχοίνια, εκτός βέβαια αυτά που υποχρεώνει ο καθημερινός μας κανόνας.
- Αν είναι ευλογημένο, πέστε μας λίγα λόγια από τους αγώνες σας με τον Γέροντα.
- Τα πρώτα χρονιά στον Άη-Βασίλη, αφού θάψαμε το γεροντάκι μας, αγωνιζόμασταν οι δυο μας, αλλά ο καθένας ξεχωριστά στο κελλάκι του.
Με πρωτοβουλίαν του Γέροντα δοκιμάσαμε όλους τους τρόπους αγρυπνίας που γράφουν οι άγιοι πατέρες. Για ένα μεγάλο διάστημα, στο κρεββάτι ποτέ δεν ξαπλώσαμε. Η αγρυπνία μας ξεκινούσε από το απόγευμα και τελείωνε το πρωί με το φως του ήλιου.
Όταν πια ξημέρωνε, κουρασμένοι, παϊλντισμένοι, καθόμασταν στο στασίδι ή σ’ ένα σκαμνί, για ν’ αποδώσουμε τον απαιτούμενο φόρον στο σαρκίον, πριν ξεκινήσουμε για το εργόχειρο. Όσο για φαγητό τρώγαμε πάντοτε, όλον τον χρόνον μια φορά την ημέραν, κυρίως παξιμάδι ή ψωμί, αν τύχαινε, και ό,τι άλλο πρόχειρο χωρίς λάδι, εκτός Σαββατοκύριακο.
Την ημέραν δουλεύσαμε εργόχειρο, εγώ όμως περισσότερο εφρόντιζα για τις εξωτερικές ανάγκες του κελλιού και συγχρόνως ασταμάτητα λέγαμε το “Κύριε Ιησού Χριστέ…” . Η αργολογία για τον Γέροντα ήταν θανάσιμο αμάρτημα”.
- Αμάν, Γέροντα, έτσι που μας λέτε εμείς θα κολασθούμε.
- Όχι, δεν είναι έτσι. Μη κοιτάτε εμάς. Εσείς δυό πράματα αν κάμετε, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη . Υπακοή και τα πνευματικά σας∙ όσο για μετάνοιες, όσες κρίνει ο Γέροντας για τον καθένα κατά δύναμιν.
Ακόμα θα σας πω άλλα δυό πράματα. Προσέχετε όσο μπορείτε την γλώσσαν∙ όχι ν’ αργολογή και να κατακρίνη, αλλά σαν υπηρετάτε, να λέτε συνέχειαν την ευχήν. Είναι δύσκολα αυτά τα πράγματα;
- Όχι, Γέροντα.
- Άντε στην ευχή μου κι αν εφαρμόσετε αυτά, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη. Ο άγγελος ο φύλακας, μπροστά σας πορεύεται.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Μια μέρα στο Μοναστήρι μας, όπου ο παππούς διήνυσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ένας αδελφός του είπε:
- Παππού, έκαμα τις μετάνοιές μου, αλλά έπαθα υπερκόπωσιν.
- Πόσες μετάνοιες έκαμες;
- Εκατόν πενήντα.
Γυρίζει σε λίγο ο παππούς και λέγει: «Μωρέ, έκαμε 150 μετάνοιες κι έπαθεν υπερκόπωσιν!». Το ‘λεγε με όλην του την απλότητα και εθαύμαζε.
Επειδή έτυχε να συναθροισθούν μερικοί νέοι εκεί, βρήκα την ευκαιρία και τον ερώτησα για να ωφεληθούμε.
- Εσείς, παππού, πόσες μετάνοιες εκάμνατε;
- Εμείς όταν ήμασταν νέοι βγάζαμε μέχρι 3000 μετάνοιες και τα κομποσχοίνια τα τραβούσα όλη νύχτα με σταυρούς. Μια φορά, όμως, επιάστηκεν ο ώμος μου και το ‘πα στον Γέροντα. Από τότε μ’ έβαλε να κάμνω δίχως σταυρούς τα κομποσχοίνια, εκτός βέβαια αυτά που υποχρεώνει ο καθημερινός μας κανόνας.
- Αν είναι ευλογημένο, πέστε μας λίγα λόγια από τους αγώνες σας με τον Γέροντα.
- Τα πρώτα χρονιά στον Άη-Βασίλη, αφού θάψαμε το γεροντάκι μας, αγωνιζόμασταν οι δυο μας, αλλά ο καθένας ξεχωριστά στο κελλάκι του.
Με πρωτοβουλίαν του Γέροντα δοκιμάσαμε όλους τους τρόπους αγρυπνίας που γράφουν οι άγιοι πατέρες. Για ένα μεγάλο διάστημα, στο κρεββάτι ποτέ δεν ξαπλώσαμε. Η αγρυπνία μας ξεκινούσε από το απόγευμα και τελείωνε το πρωί με το φως του ήλιου.
Όταν πια ξημέρωνε, κουρασμένοι, παϊλντισμένοι, καθόμασταν στο στασίδι ή σ’ ένα σκαμνί, για ν’ αποδώσουμε τον απαιτούμενο φόρον στο σαρκίον, πριν ξεκινήσουμε για το εργόχειρο. Όσο για φαγητό τρώγαμε πάντοτε, όλον τον χρόνον μια φορά την ημέραν, κυρίως παξιμάδι ή ψωμί, αν τύχαινε, και ό,τι άλλο πρόχειρο χωρίς λάδι, εκτός Σαββατοκύριακο.
Την ημέραν δουλεύσαμε εργόχειρο, εγώ όμως περισσότερο εφρόντιζα για τις εξωτερικές ανάγκες του κελλιού και συγχρόνως ασταμάτητα λέγαμε το “Κύριε Ιησού Χριστέ…” . Η αργολογία για τον Γέροντα ήταν θανάσιμο αμάρτημα”.
- Αμάν, Γέροντα, έτσι που μας λέτε εμείς θα κολασθούμε.
- Όχι, δεν είναι έτσι. Μη κοιτάτε εμάς. Εσείς δυό πράματα αν κάμετε, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη . Υπακοή και τα πνευματικά σας∙ όσο για μετάνοιες, όσες κρίνει ο Γέροντας για τον καθένα κατά δύναμιν.
Ακόμα θα σας πω άλλα δυό πράματα. Προσέχετε όσο μπορείτε την γλώσσαν∙ όχι ν’ αργολογή και να κατακρίνη, αλλά σαν υπηρετάτε, να λέτε συνέχειαν την ευχήν. Είναι δύσκολα αυτά τα πράγματα;
- Όχι, Γέροντα.
- Άντε στην ευχή μου κι αν εφαρμόσετε αυτά, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη. Ο άγγελος ο φύλακας, μπροστά σας πορεύεται.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
- faviola
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 721
- Εγγραφή: Σάβ Σεπ 17, 2011 4:39 pm
- Τοποθεσία: Άννα, Κόρινθος
Re: Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
Τι ευλογημένο γεροντάκι! Δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους παλαιούς ασκητές .... Την ευχή του να χουμε.
Κύριε τό σόν θέλημα γενέσθω και μή τό 'εμόν.
Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 2629
- Εγγραφή: Τρί Μαρ 21, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Γεωργία@Κόρινθος
Re: Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
Και δύο περιστατικά θαυμαστής επιστροφής
«Έχουμε και μερικές εξαιρέσεις μοναχών που γυρίσαν ξανά πίσω με μεγάλην μετάνοιαν. Μιάν τέτοιαν περίπτωσιν έχουμεν του ίδιου του Γέροντά μας, Εφραίμ του βαρελά. Αυτός όταν ξεκίνησε για μοναχός, δεν είχε ιδέα πώς να πολεμήση με “τας αρχάς και εξουσίας του σκότους”, έδειξε όμως καλήν προαίρεσιν. Ακούοντας ότι ένας θείος του είναι μοναχός, γεννήθηκε στην αθώαν καρδίαν του ο πόθος να τον μιμιθή. Έτσι μια μέρα έφτασε στο καλυβάκι του Ευαγγελισμού στα Κατουνάκια, κοντά στον θείον του Γ. Ιωσήφ.
Ο πειρασμός όμως όταν είδε άλλον ένα νέον να φορά μαύρα και ν’ αρματώνεται εναντίον του, τί έκαμε; Κατ’ αρχάς διεγείρει στον νέον τα σαρκικά πάθη με πολλήν δριμύτητα. Ο νέος προς στιγμήν τα ‘χασε. “Τώρα- λέει – τι να κάνω; Δύσκολα τα πράγματα”.
Δυστυχώς , δεν πρόλαβε ο Γέροντάς του να τον διδάξει περί των παγίδων του εχθρού και ότι το φάρμακο είναι η εξομολόγησις. Ο νέος έχοντας άγνοιαν αλλά με αγαθήν προαίρεσιν, έτρεξε στην εικόνα του Ευαγγελισμού και λέει στην Παναγίαν μας, όπως ένα μωρό στην μάνα του: « Παναγία μου, όπως βλέπω, είναι δύσκολα τα πράγματα, γι’ αυτό σκέφτηκα να μ’ αφήσης να βγω λίγο στον κόσμο να παντρευτώ, να μου περάση ο πόλεμος και σου υπόσχομαι ότι πάλιν θα γυρίσω πίσω».
Την άλλη μέρα χαιρετά τον θείον και του λέγει: “προς το παρόν είναι ανάγκη να βγω έξω, αλλά θα ξαναγυρίσω”. Βγαίνει λοιπόν έξω˙ βρήκε και γυναίκα για γάμο. Όμως ο νέος ήθελε καλές εξηγήσεις από την αρχήν. Της λέει: “Εγώ σκοπεύω να παντρευτώ μόνο για λίγο καιρό και μετά θα γίνω μοναχός , δέχεσαι;”. Η γυναίκα το πήρε στα ελαφρά. «Σίγουρα μας αστειεύει», σκέφτηκε.
Γίνεται ο γάμος˙ στον χρόνο πάνω, να και το παιδί. Χαρές, βαφτίσια κ.λπ. Κατόπιν όμως ο νεαρός έκατσε και το σκέφτηκε καλά˙ “σ’ ένα χρόνο κι ένα παιδί ˙ αν κάτσω κι άλλο, να δεύτερο, τρίτο.. ε τότε πάει η καλογερική˙ θα δεθώ γερά”. Φωνάζει λοιπόν την γυναίκα του και της λέει:
- Θυμάσαι τι συμφωνήσαμε πριν παντρευτούμε; Λοιπόν ο γάμος τέρμα˙ αύριο φεύγω για μοναχός.
Η γυναίκα έπεσε κυριολεκτικά από τα σύννεφα. Φωνές, κλάματα.
- Εμένα δεν λυπάσαι˙ αυτό το βρέφος τι χρωστά; Ποιός θα το κοιτάξη … ;
- Αν το μωρό είναι εμπόδιο, αυτό εύκολο είναι˙ περίμενε και θα δης.
Τρέχει στην εικόνα της Παναγίας μας και της λέει: «Παναγία μου, εγώ την υπόσχεσίν μου δεν αρνούμαι, όμως στέκει εμπόδιον το μωρό». Την ίδια νύκτα κι όλας, παράλαβε η Παναγία μας την αθώα ψυχή του παιδιού στα ουράνια. Μετά την ταφήν του βρέφους, ακάθεκτος ο νέος επανέρχεται στο θέμα.
- Λοιπόν τώρα, αγαπητή μου, ελευθερωθήκαμε από το μωρό, καιρός είναι να πάω στον προορισμό μου.
Η γυναίκα πάλιν ανένδοτη.
- Και πώς θα ζήσω, πώς θα τα βγάζω πέρα μόνη μου;
Τότε ο σύζυγος της λέει.
- Το παιδί το ταχτοποίησα, λοιπόν η σειρά σου ˙ περίμενε λίγο να το πω στην Παναγία…
Μόλις ακούει η γυναίκα αυτά τ’ ανέλπιστα λόγια τρόμαξε. Έπεσε στα πόδια του και παρακαλούσε:
- Όχι αγαπημένε μου˙ άσε με να ζήσω και πήγαινε όπου θέλεις.
Το πρωί του ετοίμασε όλα τα πράγματα του και τον άφησε ελεύθερο. Εκείνος δρομαίως έφτασε κατευθείαν στα Κατουνάκια, στον θείον του και αφού πια έμαθε πώς ν’ αποκρούη τις δαιμονικές επιθέσεις , παρέμεινε μέχρι τέλους υπόδειγμα αρετής για όσους τον γνώρισαν. Σ’ αυτό το γεροντάκι αξιωθήκαμε να υποταγούμε μέχρι της τελευτής του και να λάβουμε την άγιαν ευχήν του.
Άλλο ένα γεροντάκι στην Ι.Μ. Γρηγορίου, τον παρέσυρε η μητρική αγάπη , όταν ήταν νέος, να βγη λίγο στον κόσμον˙ εκεί έπεσε σε στημένη παγίδα και έμπλεξε στα δίκτυα του γάμου. Γέννησε κι ένα αγοράκι το οποίο με τους αθώους οφθαλμούς του, έβλεπε στο στήθος του πατέρα του ένα κόκκινο σταυρό του Αγγελικού Σχήματος.
Ο πατέρας , που ήξερε τι σημαίνει, δεν άντεξε τον έλεγχον της συνειδήσεως˙ γύρισε στην Μονήν του και έκτοτε αποτελούσε υπόδειγμα μετανοίας σ’ όλην την αδελφότητα˙ αλλά για να φανερώση και ο Θεός , ότι εδέχθη την μετάνοιάν του , μόλις πρόσφατα που κοιμήθηκε μάθαμε ότι μυρόβλησε το σώμα του. Αυτός είναι ο μοναχός Μακάριος Γρηγοριάτης., που κοιμήθηκε το 1975.
Εγνώρισα και μερικές ακόμα παρόμοιες εξαιρέσεις, όμως τους πιο πολλούς δυστυχώς τους καταπίνει ο κόσμος. Γι’ αυτό σας τα λέω, όσο μπορούμε να προσέχουμε»…
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
«Έχουμε και μερικές εξαιρέσεις μοναχών που γυρίσαν ξανά πίσω με μεγάλην μετάνοιαν. Μιάν τέτοιαν περίπτωσιν έχουμεν του ίδιου του Γέροντά μας, Εφραίμ του βαρελά. Αυτός όταν ξεκίνησε για μοναχός, δεν είχε ιδέα πώς να πολεμήση με “τας αρχάς και εξουσίας του σκότους”, έδειξε όμως καλήν προαίρεσιν. Ακούοντας ότι ένας θείος του είναι μοναχός, γεννήθηκε στην αθώαν καρδίαν του ο πόθος να τον μιμιθή. Έτσι μια μέρα έφτασε στο καλυβάκι του Ευαγγελισμού στα Κατουνάκια, κοντά στον θείον του Γ. Ιωσήφ.
Ο πειρασμός όμως όταν είδε άλλον ένα νέον να φορά μαύρα και ν’ αρματώνεται εναντίον του, τί έκαμε; Κατ’ αρχάς διεγείρει στον νέον τα σαρκικά πάθη με πολλήν δριμύτητα. Ο νέος προς στιγμήν τα ‘χασε. “Τώρα- λέει – τι να κάνω; Δύσκολα τα πράγματα”.
Δυστυχώς , δεν πρόλαβε ο Γέροντάς του να τον διδάξει περί των παγίδων του εχθρού και ότι το φάρμακο είναι η εξομολόγησις. Ο νέος έχοντας άγνοιαν αλλά με αγαθήν προαίρεσιν, έτρεξε στην εικόνα του Ευαγγελισμού και λέει στην Παναγίαν μας, όπως ένα μωρό στην μάνα του: « Παναγία μου, όπως βλέπω, είναι δύσκολα τα πράγματα, γι’ αυτό σκέφτηκα να μ’ αφήσης να βγω λίγο στον κόσμο να παντρευτώ, να μου περάση ο πόλεμος και σου υπόσχομαι ότι πάλιν θα γυρίσω πίσω».
Την άλλη μέρα χαιρετά τον θείον και του λέγει: “προς το παρόν είναι ανάγκη να βγω έξω, αλλά θα ξαναγυρίσω”. Βγαίνει λοιπόν έξω˙ βρήκε και γυναίκα για γάμο. Όμως ο νέος ήθελε καλές εξηγήσεις από την αρχήν. Της λέει: “Εγώ σκοπεύω να παντρευτώ μόνο για λίγο καιρό και μετά θα γίνω μοναχός , δέχεσαι;”. Η γυναίκα το πήρε στα ελαφρά. «Σίγουρα μας αστειεύει», σκέφτηκε.
Γίνεται ο γάμος˙ στον χρόνο πάνω, να και το παιδί. Χαρές, βαφτίσια κ.λπ. Κατόπιν όμως ο νεαρός έκατσε και το σκέφτηκε καλά˙ “σ’ ένα χρόνο κι ένα παιδί ˙ αν κάτσω κι άλλο, να δεύτερο, τρίτο.. ε τότε πάει η καλογερική˙ θα δεθώ γερά”. Φωνάζει λοιπόν την γυναίκα του και της λέει:
- Θυμάσαι τι συμφωνήσαμε πριν παντρευτούμε; Λοιπόν ο γάμος τέρμα˙ αύριο φεύγω για μοναχός.
Η γυναίκα έπεσε κυριολεκτικά από τα σύννεφα. Φωνές, κλάματα.
- Εμένα δεν λυπάσαι˙ αυτό το βρέφος τι χρωστά; Ποιός θα το κοιτάξη … ;
- Αν το μωρό είναι εμπόδιο, αυτό εύκολο είναι˙ περίμενε και θα δης.
Τρέχει στην εικόνα της Παναγίας μας και της λέει: «Παναγία μου, εγώ την υπόσχεσίν μου δεν αρνούμαι, όμως στέκει εμπόδιον το μωρό». Την ίδια νύκτα κι όλας, παράλαβε η Παναγία μας την αθώα ψυχή του παιδιού στα ουράνια. Μετά την ταφήν του βρέφους, ακάθεκτος ο νέος επανέρχεται στο θέμα.
- Λοιπόν τώρα, αγαπητή μου, ελευθερωθήκαμε από το μωρό, καιρός είναι να πάω στον προορισμό μου.
Η γυναίκα πάλιν ανένδοτη.
- Και πώς θα ζήσω, πώς θα τα βγάζω πέρα μόνη μου;
Τότε ο σύζυγος της λέει.
- Το παιδί το ταχτοποίησα, λοιπόν η σειρά σου ˙ περίμενε λίγο να το πω στην Παναγία…
Μόλις ακούει η γυναίκα αυτά τ’ ανέλπιστα λόγια τρόμαξε. Έπεσε στα πόδια του και παρακαλούσε:
- Όχι αγαπημένε μου˙ άσε με να ζήσω και πήγαινε όπου θέλεις.
Το πρωί του ετοίμασε όλα τα πράγματα του και τον άφησε ελεύθερο. Εκείνος δρομαίως έφτασε κατευθείαν στα Κατουνάκια, στον θείον του και αφού πια έμαθε πώς ν’ αποκρούη τις δαιμονικές επιθέσεις , παρέμεινε μέχρι τέλους υπόδειγμα αρετής για όσους τον γνώρισαν. Σ’ αυτό το γεροντάκι αξιωθήκαμε να υποταγούμε μέχρι της τελευτής του και να λάβουμε την άγιαν ευχήν του.
Άλλο ένα γεροντάκι στην Ι.Μ. Γρηγορίου, τον παρέσυρε η μητρική αγάπη , όταν ήταν νέος, να βγη λίγο στον κόσμον˙ εκεί έπεσε σε στημένη παγίδα και έμπλεξε στα δίκτυα του γάμου. Γέννησε κι ένα αγοράκι το οποίο με τους αθώους οφθαλμούς του, έβλεπε στο στήθος του πατέρα του ένα κόκκινο σταυρό του Αγγελικού Σχήματος.
Ο πατέρας , που ήξερε τι σημαίνει, δεν άντεξε τον έλεγχον της συνειδήσεως˙ γύρισε στην Μονήν του και έκτοτε αποτελούσε υπόδειγμα μετανοίας σ’ όλην την αδελφότητα˙ αλλά για να φανερώση και ο Θεός , ότι εδέχθη την μετάνοιάν του , μόλις πρόσφατα που κοιμήθηκε μάθαμε ότι μυρόβλησε το σώμα του. Αυτός είναι ο μοναχός Μακάριος Γρηγοριάτης., που κοιμήθηκε το 1975.
Εγνώρισα και μερικές ακόμα παρόμοιες εξαιρέσεις, όμως τους πιο πολλούς δυστυχώς τους καταπίνει ο κόσμος. Γι’ αυτό σας τα λέω, όσο μπορούμε να προσέχουμε»…
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ