Φιλενωτικόν ή αλλιώς ευπρεπώς περί των θέσεων του Bessarion
Συντονιστής: Συντονιστές
Γ. Βαλσάμης
Ὀρθοδοξία, Καθολικισμός, Εὐρώπη
Πέρα ἀπὸ κάθε διαφορὰ μὲ τοὺς ὀρθόδοξους, οἱ καθολικοὶ δὲν εἶναι πάντως κι αὐτοὶ χριστιανοί;
Χριστιανὸς μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι οὔτε κἂν ἕνας ὀρθόδοξος, ὥστε ἂν κάποιος συμμερίζεται τὸν καθολικισμό, δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι “οἱ καθολικοὶ εἶναι χριστιανοί”, ὅπως αὐτὸς ποὺ ἀπορρίπτει τὸν καθολικισμό, δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι “οἱ καθολικοὶ δὲν εἶναι χριστιανοί”, παρὰ μόνο ἂν ἐννοεῖ ὅτι ἔχουν ἢ δὲν ἔχουν ἀπὸ τὸν πολιτισμικὸ χῶρο τοῦ καθολικισμοῦ μεγαλύτερη ἢ μικρότερη συμπαράσταση γιὰ νὰ γίνουν ἢ νὰ μή γίνουν χριστιανοί. Ὁ χριστιανισμὸς εἶναι προσωπικὴ καὶ ὄχι μαζικὴ κατάσταση, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Μακάριος, “ἡ ψυχὴ ποὺ ἀγαπάει τὴν ἀλήθεια ἐρευνᾶ τὴ ρίζα αὐτὴ τῶν πραγμάτων, καὶ δὲν νομίζει ὅτι ὁ χριστιανισμὸς ὑπάρχει ἐπιφανειακά, δὲν ἀπομένει σὲ ἐξωτερικοὺς τύπους κανόνων καὶ λατρειῶν, ἀλλὰ μὲ τὴν πίστη ποθεῖ καὶ μέσα στὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος παίρνει ὣς τὸ πιὸ μεγάλο βάθος της πληρότητα γνώσης, τὸ ὁποῖο ἀκριβῶς εἶναι ὁ ἀληθινὸς χριστιανισμός”.[1]
Ὁ καθολικισμὸς συμπαρίσταται ἢ ἐμποδίζει τὴν πίστη;
Ὁ καθολικισμὸς ὡς τέτοιος εἶναι ἀντιχριστιανικός. Οἱ προερχόμενοι ἀπὸ τὸν καθολικισμὸ ἅγιοι ἔχουν προοδεύσει εἰς πεῖσμα τῆς παραδόσεώς τους καὶ ὄχι βοηθούμενοι ἀπὸ τὴν παράδοσή τους. Ὅπως κάθε ἅγιος πολεμάει μὲ δαιμονικὲς δυνάμεις, οἱ ὁποῖες προσπαθοῦν νὰ ἐνισχύουν τὴν ἁμαρτία του, ἔτσι οἱ ἅγιοι τῆς Δύσης, ἀνάμεσα στὶς διάφορες δαιμονικὲς δυνάμεις ἔχουν νὰ πολεμήσουν μὲ τὴν ἴδια τὴν παράδοσή τους, ἡ ὁποία ὡς παπικὴ ἔκανε καὶ κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιὰ νὰ ἐνισχύει τὴν ἁμαρτία τους. Ὁ καθολικισμὸς βοηθάει τοὺς καθολικούς, στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολικισμός, δηλαδὴ στὸν βαθμὸ ποὺ περιέχει στοιχεῖα καὶ τρόπους τῆς Ὀρθοδοξίας.
Οἱ ἅγιοι τῆς Δύσης δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχαν καταλάβει καὶ μάλιστα προειδοποιήσει γιὰ τὴν ἀντιχριστιανικότητα τοῦ καθολικισμοῦ;
Ὁ καθολικισμὸς δὲν γεννήθηκε ἀκαριαῖα, ἀλλὰ μὲ ἀνεπαίσθητες σταδιακὲς ἀλλοιώσεις. Ἀκόμη καὶ σὲ περιόδους μεγάλης ἔντασης τῶν καθολικιστικῶν χαρακτηριστικῶν, δὲν εἶναι ἀπόλυτος ἀντιχριστιανισμός, δηλαδὴ δὲν εἶναι μόνο καθολικισμός. Σήμερα ποὺ ἡ ἐπαφὴ τῶν πολιτισμῶν εἶναι μεγαλύτερη, πολλοὶ καθολικοὶ ἔχουν προειδοποιήσει γιὰ τὴν ἀντιχριστιανικότητα τοῦ καθολικισμοῦ, καὶ μάλιστα ἔχουν μεταστραφεῖ στὴν Ὀρθοδοξία. Ἄλλοι δὲν γνώρισαν τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸ ἐλάχιστο ἀλήθειας ποὺ ὑπάρχει στὸν καθολικισμό, ὑπερίσχυσε τῆς κακοποιήσεως τὴν ὁποία ὑπέστησαν ἀπὸ τὴν παράδοσή τους, κι ἔτσι ἐμπόδισε τὴν ἀπόρριψή της.
Θὰ μποροῦσαν οἱ καθολικοὶ νὰ ἰσχυριστοῦν ὅτι ἡ ὀρθόδοξη παράδοση συμπαρίσταται στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι ὀρθόδοξη ἀλλὰ καθολική;
Μόνο ἀερολογικῶς θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ ἰσχυριστοῦν. Ἂν ἡ ἀντιστροφὴ ἴσχυε, τότε ἐκεῖ ποὺ τὰ καθολικὰ στοιχεῖα εἶχαν μεγαλύτερη ἰσχὺ καὶ καθαρότητα, δηλαδὴ στὶς (πρώην) καθολικὲς κοινωνίες, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχε ὑπάρξει μεγαλύτερη ἁγιότητα – πιὸ ἀληθινὴ πίστη, θεολογία, ζωὴ μὲ τὸν Χριστό. Ὅμως αὐτὸ δὲν συμβαίνει, ὅπως οἱ ἴδιοι οἱ καθολικοὶ γνωρίζουν καὶ συχνὰ παραδέχονται. Ἑπομένως, ἡ καθολικὴ παράδοση συμπαρίσταται στοὺς πιστοὺς τῆς Δύσης στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολική, καὶ ἡ ὀρθόδοξη κακοποιεῖ τοὺς δικούς της, στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι ὀρθόδοξη, ἀλλὰ ὑποχωρεῖ πρὸς κακόδοξες παραδόσεις. Ἡ βάση γιὰ ἑνότητα ἀνάμεσα σὲ καθολικοὺς καὶ ὀρθόδοξους, δὲν εἶναι μιὰ ἀφηρημένη κοινή μας ‘χριστιανικότητα’, ἀλλὰ ἡ Ὀρθοδοξία· γιατὶ αὐτὸ ποὺ σώζει στὸν καθολικισμό, εἶναι τὰ ὅσα ὀρθόδοξα στοιχεῖα του, ὥστε ἡ πολιτισμικὴ ἢ ‘βοηθητικὴ’ ἢ δευτερεύουσα χριστιανοσύνη τῶν ὅποιων λαῶν θὰ εἶναι τόσο πιὸ πραγματικὴ ὅσο πιὸ Ὀρθόδοξη, ἢ ἀλλοιῶς θὰ εἶναι πλασματικὴ καὶ θὰ μεγαλώνει διαφθορά.
Μὲ ποιό τρόπο μποροῦμε νὰ μεταδίδουμε τὴν Ὀρθοδοξία;
Μὲ τὸ νὰ εἴμαστε ὀρθόδοξοι.
Ὑπάρχει μόνο ‘ἐσωστρεφὴς’ μετάδοση τῆς πίστης στοὺς καθολικούς;
Ἱεραποστολὴ ὑπάρχει μόνο ἂν ὁ ἄλλος ἔχει προϋποθέσεις γιὰ νὰ παραλάβει, γι’ αὐτὸ κανένας λαὸς δὲν βαπτίσθηκε ἢ δὲν παρέμεινε στὸ βάπτισμά του, ἂν ἡ προηγούμενη ἱστορία του ἦταν καθοριστικὰ ἀντιχριστιανική, ὁπότε καταλαβαίνουμε ἐπίσης, ὅτι μιὰ ‘καλὴ θέληση’ ἡ ὁποία θὰ ζητοῦσε, γιὰ παράδειγμα, μεταστροφὴ τοῦ Ἰσλάμ, θὰ ἀποδεικνυόταν οὐτοπική. Ἔστω ἐξ ἀδρανείας εἴτε κενοδοξίας εἴτε φοβίας, ὁ καθολικισμὸς ὡς τέτοιος αὐτοκαλεῖται χριστιανικός, καὶ μάλιστα μὲ πληρότητα χριστιανικότητας, δηλαδὴ δὲν βλέπει, πρὸς τὸ παρόν, λόγο μεταστροφῆς στὴν Ὀρθοδοξία. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ ‘ἐξωστρεφὴς’ ἱεραποστολὴ θὰ σήμαινε βιαιότητα καὶ προσηλυτισμό, ἀκόμη κι ἂν βασιζόταν σὲ ‘εἰρηνικὰ’ μέσα, γιατὶ θὰ ἀπευθυνόταν σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἤδη τὴν ἔχουν ἀπορρίψει. ‘Ἐξωστρεφῆ’ ἱεραποστολὴ ἔχει ἐπιχειρήσει καὶ ἐπιχειρεῖ μᾶλλον ὁ ἴδιος ὁ παπισμὸς πρὸς τὴν Ὀρθοδοξ
ία, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ὁ αὐταρχισμὸς προσιδιάζει στὴ φύση τοῦ παπισμοῦ. Δυνατότητα διδαχῆς ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Ὀρθοδοξίας ὑπάρχει μόνο μὲ τὸ παράδειγμά της, δηλαδὴ μὲ τὸν τρόπο ποὺ βιώνουν τὴν πίστη τους οἱ Ὀρθόδοξοι λαοί. Τὴν ὅση ‘ἐξωστρέφεια’ τῆς ὀρθόδοξης ἱεραποστολῆς πρὸς τὸν παπισμὸ ἀναλαμβάνουν τότε ἄλλοι παράγοντες, ἀπρόβλεπτοι καὶ αὐθόρμητοι, φαινομενικὰ ἄσχετοι, ὅπως εἶναι ἡ μετανάστευση. Κάθε περίπτωση ἐπαφῆς καθολικῶν καὶ ὀρθοδόξων, μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ ἱεραποστολή, στὸν βαθμὸ ποὺ οἱ ὀρθόδοξοι εἶναι καὶ χριστιανοί, στὸν βαθμὸ ποὺ οἱ καθολικοὶ θέλουν νὰ συμμετέχουν σὲ τέτοια ἐπαφή, καὶ στὸν βαθμὸ ποὺ ἡ ἐπαφὴ δὲν ἔχει τὸν χαρακτῆρα ἀμοιβαίας ἀμφισβήτησης (κοινῶς λεγομένου ‘διαλόγου’), ἀλλὰ μονοσήμαντη φορά, ἀπό τὴν Ὀρθοδοξία πρός τὸν καθολικισμό.
Τὸ νὰ πιστεύουμε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἔχει νὰ μάθει τίποτε ἀπὸ τὸν καθολικισμό, δὲν εἶναι ἔπαρση;
Ἡ ἔπαρση προϋποθέτει αὐταπάτη, ἑπομένως ὑπάρχει ἔπαρση ἀκόμη καὶ στὴν χαμηλὴ ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό, ἂν εἶναι ψευδής. Ὁ ἀδίκως ταπεινούμενος δὲν εἶναι ταπεινός, γιατὶ ἐπαίρει τὸν ἑαυτό του ὑπεράνω τῆς πραγματικότητος τὴν ὁποία μειώνει ἀδίκως. Ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ νὰ ἔχει κάτι νὰ διδαχθεῖ ἀπὸ τὸν καθολικισμό, στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολικισμός, δηλαδὴ στὸν βαθμὸ ποὺ περιέχει στοιχεῖα ἀλήθειας, τὰ ὁποῖα τότε διαφέρουν ἀπὸ τὰ δικά μας μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἕνας ὀρθόδοξος Πατέρας διαφέρει ἀπὸ ἕναν ἄλλο. Ὅπως θὰ εἴμασταν φτωχότεροι ἂν εἴχαμε λιγώτερους Πατέρες, ἔτσι μποροῦμε νὰ εἴμαστε πλουσιώτεροι γνωρίζοντας τὴν Ὀρθοδοξία τοῦ καθολικισμοῦ. Γιὰ παράδειγμα, στὸν Μάιστερ Ἔκκαρτ ὑπάρχουν ὡς κάποιο βαθμὸ στοιχεῖα καθολικά, ὅπως εἶναι ὁ (μετρημένος κατὰ κανόνα) σχολαστικισμὸς τῶν λατινικῶν διατριβῶν του. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ὑπερκυριαρχοῦν στὶς γερμανικές του ὁμιλίες στοιχεῖα Ὀρθόδοξα, σὲ βαθμὸ ποὺ φανερώνουν τὸν Ἔκκαρτ μοναδικῆς σημασίας Θεολόγο ἀνάμεσα στοὺς μεγαλύτερους Θεολόγους τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπου ὀφείλεται ἐν μέρει καὶ ἡ καταδίκη του ἀπὸ τὸν πάπα. Ἂν δὲν ἔχουμε ἢ ἂν χάσουμε τὴν ἱκανότητα διακρίσεως τῶν Ὀρθόδοξων στοιχείων, ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν στὴν καθολικὴ ἢ ὅποια παράδοση, στὸν ἴδιο βαθμὸ θὰ ἔχουμε ἐπίσης χάσει τὴν ἴδια τὴ δική μας Ὀρθοδοξία, εἴτε αὐτὸ ἐκφραστεῖ μὲ μισαλλοδοξία, εἴτε μὲ σχετικισμό.
Ἂν ὁ καθολικισμὸς ἐπιμένει στὸν ἑαυτό του καὶ ἐμεῖς στὸν δικό μας, πῶς εἶναι δυνατὴ ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν;
Ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν εἶναι φραστικὸ σχῆμα χωρὶς πραγματικὸ περιεχόμενο, γιατὶ ἡ ἐκκλησία εἶναι ἤδη ἑνωμένη, καὶ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ δὲ καθολικὴ ἔχει ἐκκλησιαστικὰ στοιχεῖα στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολικὴ ἀλλὰ ὀρθόδοξη. Κυρίως χρειάζεται ἡ φυσιολογική, αὐθόρμητη καὶ σταδιακὴ μεταστροφὴ τῶν καθολικῶν στὴν Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ κάθαρσή τους ἀπὸ τὰ καθολικὰ στοιχεῖα, ἡ ὁποία δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι μακρόχρονη καὶ νὰ συνεπάγεται ἐπίσης τῶν ἐμπλουτισμὸ τῶν ὀρθόδοξων πολιτισμικῶν μορφῶν μὲ στοιχεῖα προερχόμενα ἀπὸ τοὺς καθολικοὺς ἢ πρώην καθολικοὺς λαούς, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ οἱ Σλάβοι ἐμπλούτισαν τὸν βυζαντινὸ πολιτισμό. Δηλαδή, παραμένει πάντα τὸ Βυζάντιο, στὸ ὁποῖο συμβάλλουν καὶ τὸ ὁποῖο διαμορφώνουν, ἐμπλουτίζουν, ἢ ἐνδεχομένως ἀποδυναμώνουν ἢ ἀπαρνοῦνται ὅσοι λαοὶ γίνονται ἢ ἤδη εἶναι ὀρθόδοξοι. Στὸ παραισθητικὸ σχῆμα περὶ ‘ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν’, συνυπάρχει ἡ παραίσθηση περὶ ἐμμονῆς τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν ἑαυτό της. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἐμμένει στὸν ἑαυτό της ἀλλὰ στὴν ἀλήθεια. Χάρη στὴν ἀλήθευσή της ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ταυτίζει τὴν πίστη μὲ τὴν ἰδεολογία, ὅπως ἔκανε ὁ παπισμός, ἑπομένως δὲν ἔχει λόγο νὰ τὴν μεταδίδει μὲ βία καὶ δόλο, οὔτε κἂν μὲ τὴν ἁπλὴ πειθώ. Παρομοίως ἐξηγεῖται ἡ φαινομενικὴ ‘διαλλακτικότητα’ τῶν σημερινῶν καθολικῶν, ὅπου ἐλλείψει ἐπιβλητικῆς ἰσχύος ἡ ἰδεολογικὴ πίστη ἐκφράζεται μὲ καθαρότερο καιροσκοπισμό, προκειμένου διὰ συμβιβασμῶν καὶ συμφωνιῶν νὰ ἐξασφαλισθεῖ τὸ θεωρούμενο ὡς ὕψιστο ἀγαθὸ τῆς ἐξωτερικῆς συμβασιακῆς συγκολλήσεως καὶ δῆθεν ‘ἑνώσεως’.
Εἶναι λάθος νὰ θέλουμε τὴν ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης;
Ναί. Ἔτσι χρησιμοποιούμενη ἡ λέξη ‘χριστιανοσύνη’ παύει νὰ σημαίνει τὴν ἁγιότητα τῶν ἁγίων, καὶ γίνεται ἀφηρημένη ἔννοια ἡ ὁποία περιλαμβάνει πλῆθος ἰδιαίτερων ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους ὑποτάσσει χονδρικὰ σὲ κατ' ἐπίφασιν εἴτε ἀδοκίμαστα ‘χριστιανικὰ’ χαρακτηριστικά, ὅπως εἶναι, γιὰ παράδειγμα, ἡ βαπτισματικὴ ὁμολογία πίστεως. Ἡ ἑνότητα τῆς πίστης, ἡ ζωντανὴ ἑνότητα ζωντανῆς χριστιανοσύνης, ὑπάρχει σὲ ἕναν ἅγιο ‘μόνο’ του, στὴν ἁγιότητα τοῦ κόσμου του, ἡ ὁποία πηγάζει ἀπὸ τὴν πλήρη προσωπικὴ σχέση του μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους. Ἡ ἐξάπλωση τῆς ἑνότητας αὐτῆς σὲ ὅλους, δὲν εἶναι ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης, ἀλλὰ ἑνοποίηση τοῦ ἀποξενωμένου κόσμου μέσα στὴ χριστιανοσύνη, δηλαδὴ ἐκκλησιαστικοποίηση (στὴν ἰδανικὴ περίπτωση) ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Μιλῶντας γιὰ ‘ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης’ προϋποθέτουμε κακ&
#8182;ς ὅτι ὑπάρχει κάτι κακῶς διαιρεμένο, δηλαδὴ ἡ ‘χριστιανοσύνη’. Ἔτσι προλαμβάνουμε τὸ ζητούμενο, καὶ συκοφαντοῦμε τὴν ἤδη ὑπαρκτὴ ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης στὸν θεούμενο κόσμο κάθε ἁγίου.
Μὲ ποιοὺς τρόπους μποροῦμε νὰ ἐπιδιώκουμε τὴν ἐπέκταση τῆς χριστιανοσύνης;
Αὐτὸ ἔχει ἀπαντηθεῖ παραπάνω, στὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἱεραποστολή. Ἐπιδιώκουμε τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ζήσουν ἀκόμη περισσότεροι τὴν πληρότητα ζωῆς τοῦ κόσμου τῶν ἁγίων μας, μὲ τὸ νὰ εἴμαστε χριστιανοὶ καὶ ὀρθόδοξοι, δηλαδὴ βιώνοντας, ἀναγνωρίζοντας καὶ διακρίνοντας τὴν ὀρθοδοξία καὶ τὴ χριστιανικότητα ὅπου καὶ ἂν ὑπάρχει, στὸν βαθμὸ ποὺ ὑπάρχει.
Ἡ ἀναγνώριση ἀλήθειας σὲ μή-ὀρθόδοξες παραδόσεις, δὲν ὁδηγεῖ σὲ σχετικισμό;
Αὐτὸ εἶναι φραστικὸ σχῆμα χωρὶς πραγματικὸ περιεχόμενο, γιατὶ ἡ ἀλήθεια τὴν ὁποία ἀναγνωρίζουμε σὲ μή-ὀρθόδοξες παραδόσεις, δὲν ἀνήκει στὶς παραδόσεις αὐτὲς ὡς μή-ὀρθόδοξες, ἀλλὰ στὸν βαθμὸ τῆς ὀρθοδοξίας τους. Δηλαδὴ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἀλλοῦ ἢ καὶ σὲ μᾶς τοὺς ἴδιους ἐνδέχεται νὰ ἔχει ἀναμιχθεῖ σὲ διάφορους βαθμοὺς μὲ ἀλλοτριωτικὰ χαρακτηριστικά, ἢ ἀλλοιῶς, ἔχουμε καταλάβει ζωντανὰ καὶ πραγματικὰ ὅτι ἕνας πολιτισμὸς ὡς τέτοιος δὲν ἀποτελεῖται μόνο ἀπὸ ἐγκλήματα καὶ διαφθορά. Εἴτε ἔχουμε διαφθαρεῖ εἴτε ὄχι κατὰ περιόδους, πάντως ἡ ἀλήθεια βρίσκεται στὸν πιὸ οἰκεῖο της πολιτισμικὰ χῶρο, ὅταν βρίσκεται στὴν Ὀρθοδοξία. Γιὰ παράδειγμα, δὲν ὑπάρχει οὔτε ἔχει ὑπάρξει γνωστός μας πολιτισμὸς σὲ καμμιὰ περίοδο, οὔτε κἂν στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, ποὺ νὰ ἔχει συμβολίσει καὶ κατανοήσει τὴν ἀγάπη τόσο ταιριαστὰ μὲ τὴν ἀγάπη, ὅσο ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμός. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἁπλὰ ἀκριβὲς νὰ λέμε ὅτι ὁ Βυζαντινὸς εἶναι ὁ ὑψηλότερος μέχρι σήμερα πολιτισμός, ἂν τὸ ὕψος ἑνὸς πολιτισμοῦ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν κυρίως ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι ἡ Θεολογική, καὶ ἂν τὸν ὀνομάζουμε πολιτισμὸ στὸν βαθμὸ ποὺ ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ἔχει γίνει ἀλήθεια τῆς κοινωνίας ὡς τέτοιας.
Ἔχουμε ‘παρακμάσει’ σὲ σχέση μὲ τὸν Βυζαντινὸ πολιτισμό;
Τὸ ἐρώτημα εἶναι παραπλανητικό, γιατὶ προϋποθέτει ὅτι ὁ σημερινὸς πολιτισμὸς τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν εἶναι ὁ Βυζαντινός. Σωστὰ θὰ ρωτούσαμε: ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμὸς ἔχει παρακμάσει σήμερα, βρίσκεται σὲ περίοδο παρακμῆς του; Γιατὶ πάντως συνεχίζεται καὶ δὲν παύει μὲ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης. Ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμὸς ὑφίσταται διαφόρων βαθμῶν καὶ διαστάσεων μεταμορφώσεις ἤδη μὲ τὴν ἱεραποστολή. Ἂν δεῖ κανεὶς μιὰ εἰκόνα τοῦ Πανσέληνου καὶ μία τοῦ Ρουμπλιώφ, καταλαβαίνει τὸν ἴδιο πολιτισμό, καὶ μαζὶ διαφορές. Οἱ συγκεκριμένες διαφορὲς ἀνήκουν στὸ κοινό τους, δὲν τὸ ἐπιβουλεύονται, ὁπότε μιλοῦμε γιὰ ἐπέκταση καὶ ἐμπλουτισμὸ τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ καὶ σὲ ἄλλες διαστάσεις ἐκτὸς τῆς ἑλληνοβυζαντινῆς, ἑνωμένες μαζί της οὐσιωδῶς καὶ ἐσωτερικῶς. Ἔτσι μποροῦμε στὸ μέλλον νὰ ἔχουμε γερμανοβυζαντινὴ διάσταση, γαλλοβυζαντινή, κλπ., ὅπως στὸ παρελθὸν εἴχαμε ἰταλοβυζαντινὴ καὶ ἀκόμα σήμερα ἑλληνοβυζαντινὴ καὶ σλαβοβυζαντινή. Περιόδους κρίσης γνώρισε ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμὸς καὶ παλαιότερα, γιὰ παράδειγμα τὴν ἐποχὴ τῆς εἰκονομαχίας. Σὲ τέτοια κρίση βρίσκεται σήμερα ἐπίσης, χωρὶς νὰ εἶναι καθόλου βέβαιο ὅτι θὰ τὴν ὑπερβεῖ, ὅπως δὲν ἦταν βέβαιο οὔτε στὸ παρελθόν.
Ἐνδεχόμενη κατάρρευση τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ, σημαίνει ἀφανισμὸ τῆς Ὀρθοδοξίας;
Κατάρρευση τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ θὰ σήμαινε κατάργηση τῆς εἰκονογραφικῆς μας γλώσσας, λήθη τῶν Βυζαντινῶν Πατέρων, κλπ., ἑπομένως θὰ σήμαινε ἐπίσης ἀφανισμὸ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὀρθοδοξία χωρὶς τὸ Βυζάντιο δὲν νοεῖται. Κατὰ κύριο λόγο ἡ Ὀρθοδοξία δημιούργησε τὸν Βυζαντινὸ πολιτισμό, ὥστε αὐτὸς ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐκείνη, καὶ ὄχι ἐκείνη ἀπὸ αὐτόν. Ὅμως τὸ γεγονὸς ὅτι δημιούργησε τὸν συγκεκριμένο πολιτισμὸ ἀντὶ ἄλλων δυνατῶν, σημαίνει πὼς ὅσο ὑπάρχει Ὀρθοδοξία θὰ ὑπάρχει ἐπίσης κάποιου βαθμοῦ Βυζαντινὸς πολιτισμός.
Μποροῦμε νὰ ἀποφύγουμε τὴν κατάργηση τοῦ Βυζαντίου ἀπὸ τὴν πολυπολιτισμικότητα τῆς εὐρωπαϊκῆς ἕνωσης, ἂν δὲν ἑνωθοῦμε μὲ τὸν παπισμό;
Τὸ ἐρώτημα προλαμβάνει ἢ εὐνοεῖ ὡς προϋπόθεση ὅτι ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν εἶναι μᾶλλον κάτι καλό. Τὸ ἀντίθετο ἰσχύει: εἶναι δυνατὸ νὰ ἀποφύγουμε τὴν πολτοποίηση, ἂν ἑνωθοῦμε μὲ τὸν παπισμό; Τέτοιο ἐνδεχόμενο δὲν ὑφίσταται. Ἡ ἕνωση τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὸν παπικὸ κλῆρο θὰ ἀπαγορεύσει στὴν Ὀρθοδοξία νὰ ἔχει λαϊκὸ καὶ κοινωνικὸ πολιτισμό, νὰ εἶναι πίστη λαῶν καὶ κοινωνιῶν, καὶ ὄχι μόνο ἀτόμων καὶ ὁμάδων, ἀκόμη καὶ ἂν ἦταν τυπικῶς ‘ὀρθόδοξη’ ἕνωση. Αὐτὸ θὰ συμβεῖ διότι ἡ ἕνωση θὰ ἐμφανίσει στὴ σκέψη τῶν ἴδιων τῶν λαῶν ὡς κατ’ οὐσίαν ἰσότιμες καὶ στὴ συνέχεια ἀσήμαντες τὶς πάμπολλες διαφορὲς στὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ποὺ ὑπάρχουν ἀνάμεσα στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸν παπισμό, ὥστε γιὰ τοὺς λαοὺς ἡ παράδοση θὰ γίνει κάτι νεφελῶδες καὶ κατόπιν ἀσήμαντο, ἀσχέτως ἂν οἱ Ἐκκλησίες ἐπηρεάζουν δῆθεν ‘χριστιανικὰ’ τοὺς θεσμοὺς τῆς εὐρωπαϊκῆς ἕνωσης. Τ
052;ν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν συνήθως ὑποστηρίζει, ρητὰ ἢ μή, ἡ προϋπόθεση ὅτι “ὅλοι χριστιανοὶ εἴμαστε”, ἡ ὁποία ἀνταποκρίνεται στὸ πολυπολιτισμικώτερο “ὅλοι ἄνθρωποι εἴμαστε” γιὰ νὰ καταλήξει στὸ τελείως ἀπρόσωπο ὅτι ἔχουμε “ἀνθρώπινα δικαιώματα”, τὰ ὁποῖα προτάσσουμε καὶ σεβόμαστε, ὁπότε ἡ ἀλήθεια ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὴ συμβατικότητα. Μερικὲς στοιχειώδεις κοινὲς πραγματικότητες ἔρχονται νὰ ἀποκτήσουν κυριαρχικὴ σημασία εἰς βάρος διαφορῶν ποὺ (τουλάχιστον) στὴν πράξη θεωροῦνται ἐπουσιώδεις. Ἔτσι ὁ “φιλειρηνισμός”, ἡ “συμφιλίωση” καὶ ἡ “ἀνεκτικότητα” γίνονται προσχήματα ὥστε ἡ ὁρμὴ γιὰ πραγματικὴ καὶ ἀληθινὴ ζωή, νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὴν ὁρμὴ γιὰ ἠθικῶς ὀργανωμένη ἐπιβιοσυμβίωση. Παραμερίζοντας τὴν ἀλήθεια γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν παπισμὸ καὶ δῆθεν νὰ ἀντισταθοῦμε στὴν ἐκκοσμίκευση, σημαίνει ὅτι δὲν θὰ ἔχουμε τί νὰ ὑπερασπίσουμε καὶ πῶς νὰ ἀντισταθοῦμε, τὸ ὁποῖο ἀδυνατεῖ νὰ καταλάβει ἡ ἀφιλοσόφητη φύση τοῦ παπισμοῦ. Ὁ παπισμὸς ἀνησυχεῖ γιὰ τὸν ἠθικὸ σχετικισμὸ ποὺ ἁπλώνεται στὴν Εὐρώπη, ὥστε ἐνεργεῖ ἀστυνομικὰ καὶ καλεῖ ὅλες τὶς χριστιανικὲς ὁμολογίες νὰ ἑνωθοῦν στὸ ἰσχυρότερο δυνατὸ ἀφιλοσόφητο καὶ ἀλειτούργητο θρησκευτικὸ-ἀστυνομικὸ σῶμα. Ἡ βοήθεια πρὸς τὸν ἐκκοσμικευμένο ἄνθρωπο δὲν χρειάζεται ἰσχυρότερα κέντρα μιᾶς προοπτικῆς ποὺ θὰ προβάλλεται ὡς ‘ἱερή’, ἐνῶ δὲν θὰ εἶναι παρὰ προβολὴ τῆς ἴδιας τῆς ‘ἐκκλησιαστικῆς’ ἐκκοσμίκευσης στὸν οὐρανὸ ὡς Κράτος χοντροκομμένης, ἱστορικὰ ἀνερμάτιστης καὶ ἐπιτεχνημένης μεταφυσικῆς, ἀπ’ ὅπου ἡ ὅποια ἠθικὴ θὰ ἀπορρέει καθοριστικὰ καὶ διαρκῶς ὕποπτη, ἐπίβουλη, αὐθαίρετη, διφορούμενη, κατὰ βάθος ἀπολύτως κενή, στηριζόμενη στὴ λυκοφιλία τῶν Ἐκκλησιῶν, τὴν ψευδοένωση ἀσύμβατων πολιτισμῶν. Ἡ φιλία ὑπερβαίνει ὅλα τὰ πολιτισμικὰ δεδομένα, ὅμως ἡ ἴδια γίνεται ἐπίσης πολιτισμός, δηλαδὴ ὡς τέτοια δὲν δημιουργεῖ ἀσήμαντους πολιτισμούς, δὲν τοὺς ἀνανεώνει καὶ ἀναπλάθει σχετικοποιῶντας τους, οὔτε τοὺς ὑπερβαίνει ὑποτιμῶντας τους. Ὁ παπισμὸς μεταφέρει τὴν πολυπολιτισμικὴ νοοτροπία στὸ ἐπίπεδο τῶν ἐκκλησιῶν, καὶ προτείνει τὴν ὑπερφιλία, ποὺ ὅμως δὲν εἶναι παρὰ συμβιβασμός, μὲ ἀνώτατο ὅριο τὸν ἁπλὸ συναισθηματισμό, ὑποχρεωμένον κι αὐτὸν στὴν κατάρρευσή του μὲ τὴν κατάρρευση ὅλων μαζὶ τῶν παραδόσεων τῆς λεγόμενης ‘χριστιανοσύνης’.
Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνει τὸν παπισμὸ ἀντιβυζαντινό;
Ὅ,τι κάνει ἀντιβυζαντινὸ τὸν μουσουλμανισμό, τὸν ἑβραϊσμό, κλπ., δηλαδὴ ἡ ἀντιχριστιανικότητά του.
Γιατί ὁ παπισμὸς ἐκφράζεται σήμερα θετικὰ γιὰ τὸ Βυζάντιο καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ μάλιστα ἐπιθυμεῖ τὴν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν;
Ὁ παπισμὸς καὶ σὲ περιόδους τοῦ παρελθόντος ἔνοιωθε ἀξία στὸ Βυζάντιο καὶ μὲ τὸν τρόπο του ἐπιθυμοῦσε τὴν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν. Αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ἐνδιαφέρεται ὡς παπισμός, εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος εἶναι ὡς παπισμός, ζητῶντας τὴν εὐρύτερη δυνατὴ θεσμικὴ συγκόλληση θρησκευτικῆς ἀστυνομίας, μὲ βάση μιὰ πολιτισμικὰ ἀνερμάτιστη, δηλαδὴ πλαστὴ καὶ τυχοδιωκτική, κοινὴ ἰδεολογία ‘χριστιανικῆς’ ἐπίφασης, ὥστε ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸν ἀκρωτηριασμὸ τῆς ζωῆς πρὸς ὄφελος τῆς ἐπιβίωσης τέρατος, ἀσώματης καὶ ἀπρόσωπης κεφαλῆς. Ὁ παπικὸς ὁλοκληρωτισμὸς σήμερα μετατίθεται σταδιακὰ ἀπὸ τὸν στυγνὸ φασισμὸ στὸν ‘φιλελεύθερο’ πολυπολιτισμό, ὅπου καὶ τὸ Βυζάντιο καὶ ὅλα ἔχουν ἐνδεχομένως καὶ ἰσότιμη θέση, γιατὶ ὅλα ὑποτιμῶνται καὶ ὑποτάσσονται στὸ ὕψιστο ἀγαθὸ τῆς ἴδιας τῆς Ὁλοκληρώσεως, νοούμενης ὡς συμβατικῆς συσχετίσεως.
Ἂν ὁ παπισμὸς ἔχει γίνει πολυπολιτισμικός, γιατί ἀρνεῖται τὴν εἴσοδο μουσουλμανικῶν χωρῶν στὴν εὐρωπαϊκὴ ἕνωση;
Ἐπειδὴ δὲν ἔχει γίνει πολυπολιτισμικός, ἀλλὰ τείνει νὰ γίνει. Ὅταν τὰ πράγματα τὸν 'ἐξαναγκάσουν', δὲν θὰ διστάσει νὰ γίνει πολυπολιτισμικὸς στὸν μεγαλύτερο δυνατὸ βαθμό, καὶ ἤδη ἄρχισε νὰ τὸ κάνει, ὅπως δὲν ἔχει διστάσει κατὰ καιροὺς νὰ πάρει τὶς πιὸ ἀντιφατικὲς ἀποφάσεις στὰ ἴδια τὰ δόγματα τῆς πίστης. Παρόμοια μετάθεση συμβαίνει στὸ Φανάρι, ἔχοντας ἀρχίσει ἤδη πρὸ τῆς ἁλώσεως καὶ ἀποτραπεῖ χάρη στὸν Βυζαντινὸ λαό. Σήμερα τὸ Φανάρι προωθεῖ τὴν ‘ἔνταξη’ τοῦ Ἰσλὰμ στὴν εὐρωπαϊκὴ ἕνωση, δηλαδή, μὲ τὶς πιὸ καλὲς προθέσεις ἔστω, πάντως στὴν πράξη καταργεῖ τὸν Βυζαντινὸ καὶ προετοιμάζει τὸν ‘ἀποφασισμένο’ χριστιανισμὸ τῶν στενῶν κύκλων, δηλαδὴ συμβάλλει στὴν παποπροτεσταντικὴ κατάσταση. Ὅμως ἀποφεύγοντας τὸ μαρτύριο διανοίγει τὸν χριστιανισμὸ στὸν ὁρίζοντα τῆς συμβασιακότητας, ὥστε προοπτικὴ τῶν στενῶν κύκλων δὲν εἶναι κἂν ὁ αὐτοπεριορισμὸς στὴ στενότητά τους, ἀλλὰ ἡ παποπροτεσταντικὴ 'κοινωνία' ἰσορροπίας τῶν δυνάμεων καὶ πολλαπλῶν συμβάσεων, στὴν διαμόρφωση τῶν ὁποίων θὰ συμμετέχουν καὶ οἱ ‘Ἐκκλησίες’ στὸν βαθμὸ ποὺ θὰ τοὺς ἀναλογεῖ. Γι’ αὐτὸ ἐπιδιώκει παράλληλα τὴν ἕνωση μὲ τὸν ἐθισμένο στὴν ἀπρόσωπη συμβατικότητα παπικὸ κλῆρο. Ὁ παπισμὸς ἀπὸ τὴν πλευρά του ἐκμεταλλεύεται τὸν ἐκτεταμένο ἐκδυτικ
ισμὸ τῶν ἴδιων τῶν λαῶν πιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, γιὰ νὰ ἀφανίσει τὴν Ὀρθοδοξία στὴν οὐσία, ἂν ὄχι καὶ τυπικῶς, πάντοτε μὲ τὴν καλὴ προαίρεση τῆς ‘τῶν πάντων ἑνώσεως’.
Σὲ ἄτομα καὶ μικρὲς ὁμάδες δὲν γεννήθηκε ὁ χριστιανισμός; Γιατί τώρα λέμε πὼς αὐτὸ ζημιώνει;
Ἡ πίστη δὲν γεννιέται οὔτε σὲ ἄτομα ἢ ὁμάδες, οὔτε σὲ κοινωνίες καὶ λαούς, ἀλλὰ στὴ ζωντανὴ μνήμη καθενὸς προσωπικὰ τῆς πρὶν ἀπὸ τὴν πτώση ἕνωσης μὲ τὸν Λόγο. Καὶ ὅπως στὴν ἑνότητα αὐτὴ ὑπάρχει ἐπίσης ἑνότητα μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους, ἔτσι μετὰ τὴν πτώση ἡ μικρὴ ἢ μεγάλη ζωντανὴ μνήμη καθενὸς τὸν στρέφει στοὺς ἄλλους καὶ γεννιοῦνται οἰκογένειες, κοινότητες, λαοὶ καὶ κοινωνίες, ὁ πολιτισμὸς τῶν ὁποίων διαμορφώνεται ἀπὸ τὴν ποιότητα καὶ τὴν ἔνταση τῆς κοινῆς τους μνήμης. Ὅπως μαρτυροῦν οἱ Γραφές, ὁ Χριστὸς δὲν ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μιλήσει στὰ παιδιὰ ἢ γιὰ νὰ κάνει οἰκογένεια καὶ νὰ τὰ ἀναθρέψει ‘σωστά’, κλπ., οὔτε γιὰ νὰ συναντήσει ἕναν ἄνθρωπο μόνο του. Ἔχει δημιουργήσει χιλιάδες καὶ μυριάδες ἔλλογων ὄντων καὶ τὰ ἔχει δημιουργήσει ὅλα μαζί. Ἡ ὁρμὴ τῆς Δημιουργίας, ὅσο καὶ ἡ φυγὴ ὅσων θέλησαν νὰ μή ζήσουν μαζί Του, εἰκονίζονται ἐδῶ ὡς στροφὴ ἢ ἀποστροφὴ καθενὸς πρὸς τὸν Λόγο ποὺ ὑπάρχει στὸ κάθε τι, ὥστε ὅπως κανεὶς ποτὲ δὲν εἶναι πράγματι τὸ ἐγὼ ποὺ ὀνειρεύτηκε ὁ Καρτέσιος, οὔτε κἂν ὁ ἴδιος ὁ Καρτέσιος, πίστη καὶ ἀπιστία δὲν γεννιοῦνται ποτὲ σὲ ἀπόλυτη ἐρημιά, ἀλλὰ στὴν ἀναφορὰ καθενὸς στὸ κάθε τι. Δὲν ὑπάρχει τὸ ἄτομο καὶ ὁ κόσμος, εἶναι ὁ κόσμος μέσα σὲ κάθε ἄνθρωπο ὁλόκληρος, ὁ κόσμος ὡς ἄνθρωπος καὶ ὁ ἄνθρωπος ὡς κόσμος, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὴ σημασία, ποιότητα, ἔνταση, κλπ., καὶ ποτὲ ἀπολύτως διαφορετική. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες καταλάβαιναν ὅτι τὸ ὅμοιο ἑνώνεται μὲ τὸ ὅμοιο, καὶ τὰ διάφορα διαιροῦνται, δηλαδὴ ποτὲ δὲν ὑπολόγισαν ὡς κρίσιμη τὴν ἀπόλυτη ἑνότητα τοῦ κόσμου γιὰ ὅλους, στὸν στοιχειώδη καὶ ἀπειροελάχιστο βαθμὸ ποὺ εἶναι ὑπαρκτή, δηλαδὴ στὸ Εἶναι ὡς τέτοιο. Τὸ πρόσωπό τους ἄνθιζε, δὲν μποροῦσε κἂν νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸ Εἶναι καθεαυτό, πρὸς τὸ ὁποῖο στρέφεται κάθε στεγνὴ ψυχὴ καὶ ἐπίφαση ‘κοινωνίας’. Μὲ τὴ συνείδηση τοῦ Εἶναι ἄρχισαν νὰ παρηγοροῦνται καὶ νὰ βεβαιώνονται γιὰ τὴν αἰωνιότητα τοῦ προσώπου, χάριν τοῦ ὁποίου ζητοῦσαν τὸ Εἶναι. Ἐφόσον ὑπάρχει γέννηση καὶ θάνατος ἡ κόσμωση αὐτὴ εἶναι ἐδῶ συνεχής, δημιουργεῖ καὶ καταργεῖ σχέσεις, συνάπτει τὰ ὅμοια, διαιρεῖ τὰ διάφορα, τάξη καὶ χάος ὁδηγοῦνται στὴν τελειότητά τους. Ὁπουδήποτε ὑπάρχει ἕνας λαός, ὑπάρχει μικρὴ ἢ μεγάλη πίστη καὶ πολιτισμός, ζητῶντας τὴν οἰκεία τελειότητά του. Ἑπομένως στὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ συνέβαινε νὰ γεννηθεῖ ἀνάμεσα σὲ κτήνη, ἡ πίστη θὰ ἔπαιρνε κατ’ ἀρχὴν τὴ μορφὴ τοῦ πόνου, τῆς θλίψης καὶ τοῦ βασανισμοῦ, δηλαδὴ πάλι θὰ εἶχε οὐσιώδη ἀναφορὰ στοὺς ἄλλους καὶ ὅλους, ἔστω ὡς συγγνώμη. Στὸν βαθμὸ ποὺ ὁ γεννημένος μέσα σὲ κάθε ψυχὴ κόσμος εἶναι ὁ ἴδιος γιὰ πολλούς, δημιουργοῦνται εὐρύτερες κοινότητες, λαοί, κοινωνίες καὶ πολιτισμοί. Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν γεννήθηκε σὲ στενοὺς κύκλους οὔτε σὲ ἄτομα. Γεννιέται στὸν κόσμο, στὴν δημιουργία ὡς κόσμου τοῦ ἑνὸς κόσμου ὁλόκληρου καὶ μοναδικοῦ μέσα σὲ κάθε ψυχή, καὶ ἐφόσον εἶναι νὰ γίνει πίστη ἑνὸς λαοῦ, δηλαδὴ πολλῶν ἀνθρώπων συγκεντρωμένων στὴν ταυτότητα τοῦ κοινοῦ τους κόσμου ὡς κόσμου, ὅπως ἔγινε γιὰ τοὺς Ἕλληνες, προϋποθέτει τὴν ὕπαρξη οὐσιωδῶν στοιχείων τῆς χριστιανικότητας ἤδη στὴν προηγούμενη ἱστορία κάθε λαοῦ ποὺ πρόκειται νὰ γίνει χριστιανικός. Ὁ χριστιανισμὸς γεννιέται στὸ ἀρχαῖο Ἰσραήλ, γεννιέται ἐπίσης (καὶ ἀπὸ τὶς πιὸ οὐσιώδεις πλευρὲς ἀκόμη περισσότερο) στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, ὅπως γνωρίζουν ὅσοι γνωρίζουν τὴν ἱστορία της, καὶ κανένας λαὸς δὲν μπορεῖ πράγματι νὰ γίνει χριστιανικὸς ὡς λαός, ἂν πρὶν ἀπὸ τὴν βάπτισή του, εἴτε κατόπιν δοκιμαζόμενος, δὲν ζητήσει τὸν χριστιανισμὸ μέσα στὶς πράξεις ὅλης τῆς κοινωνικῆς καὶ πολιτισμικῆς του δημιουργίας. Στὴν ἐπέκταση αὐτὴ εἶναι θεμιτὸ καὶ φυσιολογικὰ συμβαίνει νὰ προσβλέπουμε, ὅσο κρατᾶμε τὴ φύση μας, γιατὶ ὁ κόσμος δὲν ἀποκλείει κανένα καὶ τίποτα, ὅπως θὰ συνέβαινε ἂν ὁ χριστιανισμὸς ἦταν μιὰ ἐφεύρευση τῆς ἀκοινώνητης αὐθαιρεσίας καὶ ὄχι ἡ πρωταρχικὴ ἐπιθυμία τοῦ Λόγου νὰ ζήσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στὴν ἀλήθεια. Ἡ Ἐνανθρώπηση δημιούργησε τὴ χριστιανικὴ Ἐκκλησία σὲ τελειότητα συνειδήσεως, κατ’ ἀρχὴν ἀνάμεσα στοὺς Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ κατόπιν στὶς πρῶτες χριστιανικὲς κοινότητες, πάντα μὲ ὁρίζοντα τὴν ἐπέκτασή της, δηλαδὴ τὴν μετάδοση τῆς Συνείδησης καὶ Παρουσίας τοῦ Λόγου, τὸ μεγάλωμα τῆς ὅσης προηγούμενης οὐσιώδους χριστιανικότητας τῶν ἑλληνικῶν τότε κοινοτήτων μέσα στὸ Νέο τους ὄνομα, καὶ τὴν μετάδοση τῆς αὔξησης αὐτῆς σὲ ὅλο τὸν ἑλληνικὸ λαό, καὶ ὁπουδήποτε, σὲ ὁποιοδήποτε λαὸ καὶ πολιτισμό, ὅπου ὑπῆρχε ἢ θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει συγγένεια μὲ τὴ χριστιανοσύνη, καὶ ἄρα ἀνταπόκριση στὰ Καλὰ Νέα. Τὸ νὰ υἱοθετοῦμε σήμερα τὴν ἀντίθετη πορεία, ὑπὸ τὸ πρόσχημα ὅτι ἔτσι μᾶς ‘ἀναγκά
ζουν τὰ πράγματα’, αὐτὴ εἶναι ἡ ‘φορὰ τῆς ἱστορίας’, κλπ., ἰσοδυναμεῖ ἀκριβῶς μὲ ἄρνηση τοῦ μαρτυρίου, κατάργηση τῆς πίστης καὶ ἰουδαϊσμό. Ὁ χριστιανισμὸς ἐνδέχεται νὰ περιοριστεῖ σὲ 'στενοὺς κύκλους', καὶ ὅμως νὰ εἶναι πραγματικός, μόνο ἂν πρόκειται γιὰ κύκλους μαρτυρίου, περιθωριοποιημένους μὲ αἱματοχυσία, ὄχι μὲ τὶς ἴδιες τὶς δικές τους συμβάσεις καὶ συμφωνίες. Ὁ χριστιανισμὸς ὡς πολιτισμὸς ἔχει ἱεραποστολικὴ φύση, δηλαδὴ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ συνδέεται μὲ τὸ ἔξω εἴτε ἐκτεινόμενος εἴτε διωκόμενος, καὶ ὅπως ἰσχύει γιὰ κάθε ἐρωτικὴ σχέση, ἡ σύμβαση δὲν εἶναι οὔτε ἐπέκταση οὔτε προστασία της, ἀλλὰ ἀπόδειξη τῆς ἀπουσίας της.
Ἂν τὸ Εὐαγγέλιο προβλέπει ὅτι στὸ τέλος τῶν καιρῶν θὰ παγώσει ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν, μήπως ὁ παπισμὸς καὶ τὸ Φανάρι ἔχουν ἁπλῶς ‘ρεαλιστικὴ’ πορεία;
Ἡ πορεία αὐτὴ εἶναι τόσο ρεαλιστική, ὅσο ἡ πορεία ἐκείνου ὁ ὁποῖος θὰ αὐτοκτονοῦσε ἐπειδὴ εἶναι θνητός. Ὅπως ὁ γιατρὸς δὲν ὑπάρχει γιὰ νὰ στερεῖ τὴ ζωή, ἔτσι ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπάρχει γιὰ νὰ αὐτοκτονεῖ, ὁ ἱερέας δὲν ὑπάρχει γιὰ νὰ κλειδώνει τὸν ναό. Ὁ ἱερέας ὑπάρχει στὸν ναό του ἀνοιχτό, καὶ ὅταν οἱ ἄλλοι θέλουν νὰ τὸν γκρεμίζουν, δὲν τὸν γκρεμίζει μαζί τους οὔτε τὸν ἐγκαταλείπει, ἀκόμη κι ἂν γνωρίζει ὅτι θὰ ὑπερισχύσουν. Ἄνοιγμα τῶν θυρῶν, οἰκουμενικότητα, συνέχεια τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ καὶ ἱεραποστολή, εἶναι ἡ ἄρνηση τῶν ἱερέων νὰ ζήσουν ὡς ἐξωγήινοι, νὰ μεταλλάξουν τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ ἀποφασίσουν ὅτι ἡ πίστη δὲν εἶναι γιὰ τοὺς λαοὺς καὶ τὶς κοινωνίες - ἔστω καὶ ἂν γνωρίζουν ὅτι οἱ πολλοὶ θὰ τὴν ἀρνηθοῦν. Μαζὶ μὲ αὐτὸ γνωρίζουν ὅτι ἡ πίστη δὲν εἶναι ἰδεολογία, εἴτε γιὰ νὰ ἐπιβληθεῖ σὲ πολλοὺς ἢ λίγους, εἴτε γιὰ νὰ ἐκτίθεται στὸν πάγκο καὶ ὅποιος θέλει νὰ τὴν κρίνει, νὰ τὴν ἀποφασίζει καὶ νὰ τὴν υἱοθετεῖ, ὅπως θὰ ἔκανε μὲ μιὰ ἐπιστημοτεχνικὴ πρόταση. Ἑπομένως ἡ ἱερατικὴ πράξη εἶναι μονότροπη, μαρτυρεῖ τὴν ἀλήθεια προσωπική, τὴν οἰκουμενικότητα πραγματικότητα βάθους ἀλλὰ καὶ δυνητικὰ εὔρους, ὥστε καὶ ὁρίζοντα τῆς προσωπικότητας ἀπαραίτητο, ἑπομένως εἶναι συνεχῶς στραμμένη στὴν ἐπέκταση τῆς προσωπικότητας αὐθόρμητη, ἑκούσια καὶ ἀπρόβλεπτη, ὅπως ἀκριβῶς γεννιέται μιὰ οἰκογένεια καὶ ἕνας λαός. Μὲ δυὸ λόγια, ἡ ἱερατικὴ πράξη εἶναι ἐρωτική, καὶ ὅταν διώκεται δὲν συμβιβάζεται μὲ τὴ δίωξή της, δηλαδὴ δὲν ἀνταποδίδει τὴν ἄρνηση ποὺ δέχεται, ἔστω ὑπὸ μορφὴν συμβολαίου. Magna carta τοῦ χριστιανισμοῦ δὲν νοεῖται, παρὰ εἴτε ἡ βάπτιση τῆς κοινωνίας εἴτε τὸ μαρτύριο.
Ἂν ἡ ἀλήθεια εἶναι προσωπικὴ καὶ μεταδίδεται προσωπικά, μήπως ἡ πολυπολιτισμικότητα, ἐξουδετερώνοντας τὸ πολιτειακὸ κέλυφος τῆς παράδοσης εὐνοεῖ τὴν προσωπικὴ περιπέτεια;
Ἐπιχείρημα ποὺ χρησιμοποιοῦν κατὰ κόρον οἱ ‘λάτρεις’ τοῦ πολυ-πολιτισμοῦ, τονίζοντας τὴν πίστη ὡς ‘προσωπικὴ ὑπόθεση’, κλπ. Πρόκειται γιὰ ἕναν ἀπὸ τοὺς τρόπους τῆς διαφθορᾶς νὰ ἐκτείνεται καλλωπιζόμενη μὲ πραγματικὸ ἀγαθό, στὴ συγκεκριμένη περίπτωση τὴν προσωπικὴ φύση τῆς πίστης. Ὁ παραλογισμὸς δὲν παγιδεύει ὅσους δὲν θέλουν νὰ παγιδευτοῦν, δηλαδὴ ὅσους καταλαβαίνουν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ δημιουργοῦμε ἀπρόσωπο δημόσιο χῶρο γιὰ νὰ εὐνοήσουμε τὴν προσωπικότητα τῆς πίστης, ὅπως δὲν δημιουργοῦμε ἀσχημοσύνη γιὰ νὰ εὐνοήσουμε τὴν ὀμορφιά, οὔτε θάνατο γιὰ νὰ εὐνοήσουμε τὴν ὑγεία. Ἡ προσωπικότητα θέλει νὰ ἐκτείνεται ὡς προσωπικότητα καὶ στὸν κοινωνικὸ ἢ δημόσιο χῶρο, δηλαδὴ νὰ ἀποβάλλει ἀπὸ παντοῦ τὸ ἀπρόσωπο ὅσο γίνεται περισσότερο, καὶ ὄχι νὰ τὸ ἐνισχύει καὶ μάλιστα νὰ τὸ μακαρίζει! Ἀπρόσωπος δημόσιος χῶρος δὲν εἶναι προϋπόθεση ἢ κατάλληλο ‘περιβάλλον’ γιὰ τὴν πίστη, ἀλλὰ εἶναι ἀποθηρίωση τῆς κοινωνίας καὶ κακοποίηση τῶν ἁγίων. Ὁ πολυπολιτισμὸς ὑπ
Ὀρθοδοξία, Καθολικισμός, Εὐρώπη
Πέρα ἀπὸ κάθε διαφορὰ μὲ τοὺς ὀρθόδοξους, οἱ καθολικοὶ δὲν εἶναι πάντως κι αὐτοὶ χριστιανοί;
Χριστιανὸς μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι οὔτε κἂν ἕνας ὀρθόδοξος, ὥστε ἂν κάποιος συμμερίζεται τὸν καθολικισμό, δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι “οἱ καθολικοὶ εἶναι χριστιανοί”, ὅπως αὐτὸς ποὺ ἀπορρίπτει τὸν καθολικισμό, δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι “οἱ καθολικοὶ δὲν εἶναι χριστιανοί”, παρὰ μόνο ἂν ἐννοεῖ ὅτι ἔχουν ἢ δὲν ἔχουν ἀπὸ τὸν πολιτισμικὸ χῶρο τοῦ καθολικισμοῦ μεγαλύτερη ἢ μικρότερη συμπαράσταση γιὰ νὰ γίνουν ἢ νὰ μή γίνουν χριστιανοί. Ὁ χριστιανισμὸς εἶναι προσωπικὴ καὶ ὄχι μαζικὴ κατάσταση, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Μακάριος, “ἡ ψυχὴ ποὺ ἀγαπάει τὴν ἀλήθεια ἐρευνᾶ τὴ ρίζα αὐτὴ τῶν πραγμάτων, καὶ δὲν νομίζει ὅτι ὁ χριστιανισμὸς ὑπάρχει ἐπιφανειακά, δὲν ἀπομένει σὲ ἐξωτερικοὺς τύπους κανόνων καὶ λατρειῶν, ἀλλὰ μὲ τὴν πίστη ποθεῖ καὶ μέσα στὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος παίρνει ὣς τὸ πιὸ μεγάλο βάθος της πληρότητα γνώσης, τὸ ὁποῖο ἀκριβῶς εἶναι ὁ ἀληθινὸς χριστιανισμός”.[1]
Ὁ καθολικισμὸς συμπαρίσταται ἢ ἐμποδίζει τὴν πίστη;
Ὁ καθολικισμὸς ὡς τέτοιος εἶναι ἀντιχριστιανικός. Οἱ προερχόμενοι ἀπὸ τὸν καθολικισμὸ ἅγιοι ἔχουν προοδεύσει εἰς πεῖσμα τῆς παραδόσεώς τους καὶ ὄχι βοηθούμενοι ἀπὸ τὴν παράδοσή τους. Ὅπως κάθε ἅγιος πολεμάει μὲ δαιμονικὲς δυνάμεις, οἱ ὁποῖες προσπαθοῦν νὰ ἐνισχύουν τὴν ἁμαρτία του, ἔτσι οἱ ἅγιοι τῆς Δύσης, ἀνάμεσα στὶς διάφορες δαιμονικὲς δυνάμεις ἔχουν νὰ πολεμήσουν μὲ τὴν ἴδια τὴν παράδοσή τους, ἡ ὁποία ὡς παπικὴ ἔκανε καὶ κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιὰ νὰ ἐνισχύει τὴν ἁμαρτία τους. Ὁ καθολικισμὸς βοηθάει τοὺς καθολικούς, στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολικισμός, δηλαδὴ στὸν βαθμὸ ποὺ περιέχει στοιχεῖα καὶ τρόπους τῆς Ὀρθοδοξίας.
Οἱ ἅγιοι τῆς Δύσης δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχαν καταλάβει καὶ μάλιστα προειδοποιήσει γιὰ τὴν ἀντιχριστιανικότητα τοῦ καθολικισμοῦ;
Ὁ καθολικισμὸς δὲν γεννήθηκε ἀκαριαῖα, ἀλλὰ μὲ ἀνεπαίσθητες σταδιακὲς ἀλλοιώσεις. Ἀκόμη καὶ σὲ περιόδους μεγάλης ἔντασης τῶν καθολικιστικῶν χαρακτηριστικῶν, δὲν εἶναι ἀπόλυτος ἀντιχριστιανισμός, δηλαδὴ δὲν εἶναι μόνο καθολικισμός. Σήμερα ποὺ ἡ ἐπαφὴ τῶν πολιτισμῶν εἶναι μεγαλύτερη, πολλοὶ καθολικοὶ ἔχουν προειδοποιήσει γιὰ τὴν ἀντιχριστιανικότητα τοῦ καθολικισμοῦ, καὶ μάλιστα ἔχουν μεταστραφεῖ στὴν Ὀρθοδοξία. Ἄλλοι δὲν γνώρισαν τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸ ἐλάχιστο ἀλήθειας ποὺ ὑπάρχει στὸν καθολικισμό, ὑπερίσχυσε τῆς κακοποιήσεως τὴν ὁποία ὑπέστησαν ἀπὸ τὴν παράδοσή τους, κι ἔτσι ἐμπόδισε τὴν ἀπόρριψή της.
Θὰ μποροῦσαν οἱ καθολικοὶ νὰ ἰσχυριστοῦν ὅτι ἡ ὀρθόδοξη παράδοση συμπαρίσταται στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι ὀρθόδοξη ἀλλὰ καθολική;
Μόνο ἀερολογικῶς θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ ἰσχυριστοῦν. Ἂν ἡ ἀντιστροφὴ ἴσχυε, τότε ἐκεῖ ποὺ τὰ καθολικὰ στοιχεῖα εἶχαν μεγαλύτερη ἰσχὺ καὶ καθαρότητα, δηλαδὴ στὶς (πρώην) καθολικὲς κοινωνίες, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχε ὑπάρξει μεγαλύτερη ἁγιότητα – πιὸ ἀληθινὴ πίστη, θεολογία, ζωὴ μὲ τὸν Χριστό. Ὅμως αὐτὸ δὲν συμβαίνει, ὅπως οἱ ἴδιοι οἱ καθολικοὶ γνωρίζουν καὶ συχνὰ παραδέχονται. Ἑπομένως, ἡ καθολικὴ παράδοση συμπαρίσταται στοὺς πιστοὺς τῆς Δύσης στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολική, καὶ ἡ ὀρθόδοξη κακοποιεῖ τοὺς δικούς της, στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι ὀρθόδοξη, ἀλλὰ ὑποχωρεῖ πρὸς κακόδοξες παραδόσεις. Ἡ βάση γιὰ ἑνότητα ἀνάμεσα σὲ καθολικοὺς καὶ ὀρθόδοξους, δὲν εἶναι μιὰ ἀφηρημένη κοινή μας ‘χριστιανικότητα’, ἀλλὰ ἡ Ὀρθοδοξία· γιατὶ αὐτὸ ποὺ σώζει στὸν καθολικισμό, εἶναι τὰ ὅσα ὀρθόδοξα στοιχεῖα του, ὥστε ἡ πολιτισμικὴ ἢ ‘βοηθητικὴ’ ἢ δευτερεύουσα χριστιανοσύνη τῶν ὅποιων λαῶν θὰ εἶναι τόσο πιὸ πραγματικὴ ὅσο πιὸ Ὀρθόδοξη, ἢ ἀλλοιῶς θὰ εἶναι πλασματικὴ καὶ θὰ μεγαλώνει διαφθορά.
Μὲ ποιό τρόπο μποροῦμε νὰ μεταδίδουμε τὴν Ὀρθοδοξία;
Μὲ τὸ νὰ εἴμαστε ὀρθόδοξοι.
Ὑπάρχει μόνο ‘ἐσωστρεφὴς’ μετάδοση τῆς πίστης στοὺς καθολικούς;
Ἱεραποστολὴ ὑπάρχει μόνο ἂν ὁ ἄλλος ἔχει προϋποθέσεις γιὰ νὰ παραλάβει, γι’ αὐτὸ κανένας λαὸς δὲν βαπτίσθηκε ἢ δὲν παρέμεινε στὸ βάπτισμά του, ἂν ἡ προηγούμενη ἱστορία του ἦταν καθοριστικὰ ἀντιχριστιανική, ὁπότε καταλαβαίνουμε ἐπίσης, ὅτι μιὰ ‘καλὴ θέληση’ ἡ ὁποία θὰ ζητοῦσε, γιὰ παράδειγμα, μεταστροφὴ τοῦ Ἰσλάμ, θὰ ἀποδεικνυόταν οὐτοπική. Ἔστω ἐξ ἀδρανείας εἴτε κενοδοξίας εἴτε φοβίας, ὁ καθολικισμὸς ὡς τέτοιος αὐτοκαλεῖται χριστιανικός, καὶ μάλιστα μὲ πληρότητα χριστιανικότητας, δηλαδὴ δὲν βλέπει, πρὸς τὸ παρόν, λόγο μεταστροφῆς στὴν Ὀρθοδοξία. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ ‘ἐξωστρεφὴς’ ἱεραποστολὴ θὰ σήμαινε βιαιότητα καὶ προσηλυτισμό, ἀκόμη κι ἂν βασιζόταν σὲ ‘εἰρηνικὰ’ μέσα, γιατὶ θὰ ἀπευθυνόταν σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἤδη τὴν ἔχουν ἀπορρίψει. ‘Ἐξωστρεφῆ’ ἱεραποστολὴ ἔχει ἐπιχειρήσει καὶ ἐπιχειρεῖ μᾶλλον ὁ ἴδιος ὁ παπισμὸς πρὸς τὴν Ὀρθοδοξ
ία, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ὁ αὐταρχισμὸς προσιδιάζει στὴ φύση τοῦ παπισμοῦ. Δυνατότητα διδαχῆς ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Ὀρθοδοξίας ὑπάρχει μόνο μὲ τὸ παράδειγμά της, δηλαδὴ μὲ τὸν τρόπο ποὺ βιώνουν τὴν πίστη τους οἱ Ὀρθόδοξοι λαοί. Τὴν ὅση ‘ἐξωστρέφεια’ τῆς ὀρθόδοξης ἱεραποστολῆς πρὸς τὸν παπισμὸ ἀναλαμβάνουν τότε ἄλλοι παράγοντες, ἀπρόβλεπτοι καὶ αὐθόρμητοι, φαινομενικὰ ἄσχετοι, ὅπως εἶναι ἡ μετανάστευση. Κάθε περίπτωση ἐπαφῆς καθολικῶν καὶ ὀρθοδόξων, μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ ἱεραποστολή, στὸν βαθμὸ ποὺ οἱ ὀρθόδοξοι εἶναι καὶ χριστιανοί, στὸν βαθμὸ ποὺ οἱ καθολικοὶ θέλουν νὰ συμμετέχουν σὲ τέτοια ἐπαφή, καὶ στὸν βαθμὸ ποὺ ἡ ἐπαφὴ δὲν ἔχει τὸν χαρακτῆρα ἀμοιβαίας ἀμφισβήτησης (κοινῶς λεγομένου ‘διαλόγου’), ἀλλὰ μονοσήμαντη φορά, ἀπό τὴν Ὀρθοδοξία πρός τὸν καθολικισμό.
Τὸ νὰ πιστεύουμε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἔχει νὰ μάθει τίποτε ἀπὸ τὸν καθολικισμό, δὲν εἶναι ἔπαρση;
Ἡ ἔπαρση προϋποθέτει αὐταπάτη, ἑπομένως ὑπάρχει ἔπαρση ἀκόμη καὶ στὴν χαμηλὴ ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό, ἂν εἶναι ψευδής. Ὁ ἀδίκως ταπεινούμενος δὲν εἶναι ταπεινός, γιατὶ ἐπαίρει τὸν ἑαυτό του ὑπεράνω τῆς πραγματικότητος τὴν ὁποία μειώνει ἀδίκως. Ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ νὰ ἔχει κάτι νὰ διδαχθεῖ ἀπὸ τὸν καθολικισμό, στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολικισμός, δηλαδὴ στὸν βαθμὸ ποὺ περιέχει στοιχεῖα ἀλήθειας, τὰ ὁποῖα τότε διαφέρουν ἀπὸ τὰ δικά μας μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἕνας ὀρθόδοξος Πατέρας διαφέρει ἀπὸ ἕναν ἄλλο. Ὅπως θὰ εἴμασταν φτωχότεροι ἂν εἴχαμε λιγώτερους Πατέρες, ἔτσι μποροῦμε νὰ εἴμαστε πλουσιώτεροι γνωρίζοντας τὴν Ὀρθοδοξία τοῦ καθολικισμοῦ. Γιὰ παράδειγμα, στὸν Μάιστερ Ἔκκαρτ ὑπάρχουν ὡς κάποιο βαθμὸ στοιχεῖα καθολικά, ὅπως εἶναι ὁ (μετρημένος κατὰ κανόνα) σχολαστικισμὸς τῶν λατινικῶν διατριβῶν του. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ὑπερκυριαρχοῦν στὶς γερμανικές του ὁμιλίες στοιχεῖα Ὀρθόδοξα, σὲ βαθμὸ ποὺ φανερώνουν τὸν Ἔκκαρτ μοναδικῆς σημασίας Θεολόγο ἀνάμεσα στοὺς μεγαλύτερους Θεολόγους τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπου ὀφείλεται ἐν μέρει καὶ ἡ καταδίκη του ἀπὸ τὸν πάπα. Ἂν δὲν ἔχουμε ἢ ἂν χάσουμε τὴν ἱκανότητα διακρίσεως τῶν Ὀρθόδοξων στοιχείων, ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν στὴν καθολικὴ ἢ ὅποια παράδοση, στὸν ἴδιο βαθμὸ θὰ ἔχουμε ἐπίσης χάσει τὴν ἴδια τὴ δική μας Ὀρθοδοξία, εἴτε αὐτὸ ἐκφραστεῖ μὲ μισαλλοδοξία, εἴτε μὲ σχετικισμό.
Ἂν ὁ καθολικισμὸς ἐπιμένει στὸν ἑαυτό του καὶ ἐμεῖς στὸν δικό μας, πῶς εἶναι δυνατὴ ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν;
Ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν εἶναι φραστικὸ σχῆμα χωρὶς πραγματικὸ περιεχόμενο, γιατὶ ἡ ἐκκλησία εἶναι ἤδη ἑνωμένη, καὶ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ δὲ καθολικὴ ἔχει ἐκκλησιαστικὰ στοιχεῖα στὸν βαθμὸ ποὺ δὲν εἶναι καθολικὴ ἀλλὰ ὀρθόδοξη. Κυρίως χρειάζεται ἡ φυσιολογική, αὐθόρμητη καὶ σταδιακὴ μεταστροφὴ τῶν καθολικῶν στὴν Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ κάθαρσή τους ἀπὸ τὰ καθολικὰ στοιχεῖα, ἡ ὁποία δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι μακρόχρονη καὶ νὰ συνεπάγεται ἐπίσης τῶν ἐμπλουτισμὸ τῶν ὀρθόδοξων πολιτισμικῶν μορφῶν μὲ στοιχεῖα προερχόμενα ἀπὸ τοὺς καθολικοὺς ἢ πρώην καθολικοὺς λαούς, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ οἱ Σλάβοι ἐμπλούτισαν τὸν βυζαντινὸ πολιτισμό. Δηλαδή, παραμένει πάντα τὸ Βυζάντιο, στὸ ὁποῖο συμβάλλουν καὶ τὸ ὁποῖο διαμορφώνουν, ἐμπλουτίζουν, ἢ ἐνδεχομένως ἀποδυναμώνουν ἢ ἀπαρνοῦνται ὅσοι λαοὶ γίνονται ἢ ἤδη εἶναι ὀρθόδοξοι. Στὸ παραισθητικὸ σχῆμα περὶ ‘ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν’, συνυπάρχει ἡ παραίσθηση περὶ ἐμμονῆς τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν ἑαυτό της. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἐμμένει στὸν ἑαυτό της ἀλλὰ στὴν ἀλήθεια. Χάρη στὴν ἀλήθευσή της ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ταυτίζει τὴν πίστη μὲ τὴν ἰδεολογία, ὅπως ἔκανε ὁ παπισμός, ἑπομένως δὲν ἔχει λόγο νὰ τὴν μεταδίδει μὲ βία καὶ δόλο, οὔτε κἂν μὲ τὴν ἁπλὴ πειθώ. Παρομοίως ἐξηγεῖται ἡ φαινομενικὴ ‘διαλλακτικότητα’ τῶν σημερινῶν καθολικῶν, ὅπου ἐλλείψει ἐπιβλητικῆς ἰσχύος ἡ ἰδεολογικὴ πίστη ἐκφράζεται μὲ καθαρότερο καιροσκοπισμό, προκειμένου διὰ συμβιβασμῶν καὶ συμφωνιῶν νὰ ἐξασφαλισθεῖ τὸ θεωρούμενο ὡς ὕψιστο ἀγαθὸ τῆς ἐξωτερικῆς συμβασιακῆς συγκολλήσεως καὶ δῆθεν ‘ἑνώσεως’.
Εἶναι λάθος νὰ θέλουμε τὴν ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης;
Ναί. Ἔτσι χρησιμοποιούμενη ἡ λέξη ‘χριστιανοσύνη’ παύει νὰ σημαίνει τὴν ἁγιότητα τῶν ἁγίων, καὶ γίνεται ἀφηρημένη ἔννοια ἡ ὁποία περιλαμβάνει πλῆθος ἰδιαίτερων ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους ὑποτάσσει χονδρικὰ σὲ κατ' ἐπίφασιν εἴτε ἀδοκίμαστα ‘χριστιανικὰ’ χαρακτηριστικά, ὅπως εἶναι, γιὰ παράδειγμα, ἡ βαπτισματικὴ ὁμολογία πίστεως. Ἡ ἑνότητα τῆς πίστης, ἡ ζωντανὴ ἑνότητα ζωντανῆς χριστιανοσύνης, ὑπάρχει σὲ ἕναν ἅγιο ‘μόνο’ του, στὴν ἁγιότητα τοῦ κόσμου του, ἡ ὁποία πηγάζει ἀπὸ τὴν πλήρη προσωπικὴ σχέση του μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους. Ἡ ἐξάπλωση τῆς ἑνότητας αὐτῆς σὲ ὅλους, δὲν εἶναι ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης, ἀλλὰ ἑνοποίηση τοῦ ἀποξενωμένου κόσμου μέσα στὴ χριστιανοσύνη, δηλαδὴ ἐκκλησιαστικοποίηση (στὴν ἰδανικὴ περίπτωση) ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Μιλῶντας γιὰ ‘ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης’ προϋποθέτουμε κακ&
#8182;ς ὅτι ὑπάρχει κάτι κακῶς διαιρεμένο, δηλαδὴ ἡ ‘χριστιανοσύνη’. Ἔτσι προλαμβάνουμε τὸ ζητούμενο, καὶ συκοφαντοῦμε τὴν ἤδη ὑπαρκτὴ ἑνότητα τῆς χριστιανοσύνης στὸν θεούμενο κόσμο κάθε ἁγίου.
Μὲ ποιοὺς τρόπους μποροῦμε νὰ ἐπιδιώκουμε τὴν ἐπέκταση τῆς χριστιανοσύνης;
Αὐτὸ ἔχει ἀπαντηθεῖ παραπάνω, στὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἱεραποστολή. Ἐπιδιώκουμε τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ζήσουν ἀκόμη περισσότεροι τὴν πληρότητα ζωῆς τοῦ κόσμου τῶν ἁγίων μας, μὲ τὸ νὰ εἴμαστε χριστιανοὶ καὶ ὀρθόδοξοι, δηλαδὴ βιώνοντας, ἀναγνωρίζοντας καὶ διακρίνοντας τὴν ὀρθοδοξία καὶ τὴ χριστιανικότητα ὅπου καὶ ἂν ὑπάρχει, στὸν βαθμὸ ποὺ ὑπάρχει.
Ἡ ἀναγνώριση ἀλήθειας σὲ μή-ὀρθόδοξες παραδόσεις, δὲν ὁδηγεῖ σὲ σχετικισμό;
Αὐτὸ εἶναι φραστικὸ σχῆμα χωρὶς πραγματικὸ περιεχόμενο, γιατὶ ἡ ἀλήθεια τὴν ὁποία ἀναγνωρίζουμε σὲ μή-ὀρθόδοξες παραδόσεις, δὲν ἀνήκει στὶς παραδόσεις αὐτὲς ὡς μή-ὀρθόδοξες, ἀλλὰ στὸν βαθμὸ τῆς ὀρθοδοξίας τους. Δηλαδὴ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἀλλοῦ ἢ καὶ σὲ μᾶς τοὺς ἴδιους ἐνδέχεται νὰ ἔχει ἀναμιχθεῖ σὲ διάφορους βαθμοὺς μὲ ἀλλοτριωτικὰ χαρακτηριστικά, ἢ ἀλλοιῶς, ἔχουμε καταλάβει ζωντανὰ καὶ πραγματικὰ ὅτι ἕνας πολιτισμὸς ὡς τέτοιος δὲν ἀποτελεῖται μόνο ἀπὸ ἐγκλήματα καὶ διαφθορά. Εἴτε ἔχουμε διαφθαρεῖ εἴτε ὄχι κατὰ περιόδους, πάντως ἡ ἀλήθεια βρίσκεται στὸν πιὸ οἰκεῖο της πολιτισμικὰ χῶρο, ὅταν βρίσκεται στὴν Ὀρθοδοξία. Γιὰ παράδειγμα, δὲν ὑπάρχει οὔτε ἔχει ὑπάρξει γνωστός μας πολιτισμὸς σὲ καμμιὰ περίοδο, οὔτε κἂν στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, ποὺ νὰ ἔχει συμβολίσει καὶ κατανοήσει τὴν ἀγάπη τόσο ταιριαστὰ μὲ τὴν ἀγάπη, ὅσο ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμός. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἁπλὰ ἀκριβὲς νὰ λέμε ὅτι ὁ Βυζαντινὸς εἶναι ὁ ὑψηλότερος μέχρι σήμερα πολιτισμός, ἂν τὸ ὕψος ἑνὸς πολιτισμοῦ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν κυρίως ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι ἡ Θεολογική, καὶ ἂν τὸν ὀνομάζουμε πολιτισμὸ στὸν βαθμὸ ποὺ ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ἔχει γίνει ἀλήθεια τῆς κοινωνίας ὡς τέτοιας.
Ἔχουμε ‘παρακμάσει’ σὲ σχέση μὲ τὸν Βυζαντινὸ πολιτισμό;
Τὸ ἐρώτημα εἶναι παραπλανητικό, γιατὶ προϋποθέτει ὅτι ὁ σημερινὸς πολιτισμὸς τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν εἶναι ὁ Βυζαντινός. Σωστὰ θὰ ρωτούσαμε: ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμὸς ἔχει παρακμάσει σήμερα, βρίσκεται σὲ περίοδο παρακμῆς του; Γιατὶ πάντως συνεχίζεται καὶ δὲν παύει μὲ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης. Ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμὸς ὑφίσταται διαφόρων βαθμῶν καὶ διαστάσεων μεταμορφώσεις ἤδη μὲ τὴν ἱεραποστολή. Ἂν δεῖ κανεὶς μιὰ εἰκόνα τοῦ Πανσέληνου καὶ μία τοῦ Ρουμπλιώφ, καταλαβαίνει τὸν ἴδιο πολιτισμό, καὶ μαζὶ διαφορές. Οἱ συγκεκριμένες διαφορὲς ἀνήκουν στὸ κοινό τους, δὲν τὸ ἐπιβουλεύονται, ὁπότε μιλοῦμε γιὰ ἐπέκταση καὶ ἐμπλουτισμὸ τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ καὶ σὲ ἄλλες διαστάσεις ἐκτὸς τῆς ἑλληνοβυζαντινῆς, ἑνωμένες μαζί της οὐσιωδῶς καὶ ἐσωτερικῶς. Ἔτσι μποροῦμε στὸ μέλλον νὰ ἔχουμε γερμανοβυζαντινὴ διάσταση, γαλλοβυζαντινή, κλπ., ὅπως στὸ παρελθὸν εἴχαμε ἰταλοβυζαντινὴ καὶ ἀκόμα σήμερα ἑλληνοβυζαντινὴ καὶ σλαβοβυζαντινή. Περιόδους κρίσης γνώρισε ὁ Βυζαντινὸς πολιτισμὸς καὶ παλαιότερα, γιὰ παράδειγμα τὴν ἐποχὴ τῆς εἰκονομαχίας. Σὲ τέτοια κρίση βρίσκεται σήμερα ἐπίσης, χωρὶς νὰ εἶναι καθόλου βέβαιο ὅτι θὰ τὴν ὑπερβεῖ, ὅπως δὲν ἦταν βέβαιο οὔτε στὸ παρελθόν.
Ἐνδεχόμενη κατάρρευση τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ, σημαίνει ἀφανισμὸ τῆς Ὀρθοδοξίας;
Κατάρρευση τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ θὰ σήμαινε κατάργηση τῆς εἰκονογραφικῆς μας γλώσσας, λήθη τῶν Βυζαντινῶν Πατέρων, κλπ., ἑπομένως θὰ σήμαινε ἐπίσης ἀφανισμὸ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὀρθοδοξία χωρὶς τὸ Βυζάντιο δὲν νοεῖται. Κατὰ κύριο λόγο ἡ Ὀρθοδοξία δημιούργησε τὸν Βυζαντινὸ πολιτισμό, ὥστε αὐτὸς ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐκείνη, καὶ ὄχι ἐκείνη ἀπὸ αὐτόν. Ὅμως τὸ γεγονὸς ὅτι δημιούργησε τὸν συγκεκριμένο πολιτισμὸ ἀντὶ ἄλλων δυνατῶν, σημαίνει πὼς ὅσο ὑπάρχει Ὀρθοδοξία θὰ ὑπάρχει ἐπίσης κάποιου βαθμοῦ Βυζαντινὸς πολιτισμός.
Μποροῦμε νὰ ἀποφύγουμε τὴν κατάργηση τοῦ Βυζαντίου ἀπὸ τὴν πολυπολιτισμικότητα τῆς εὐρωπαϊκῆς ἕνωσης, ἂν δὲν ἑνωθοῦμε μὲ τὸν παπισμό;
Τὸ ἐρώτημα προλαμβάνει ἢ εὐνοεῖ ὡς προϋπόθεση ὅτι ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν εἶναι μᾶλλον κάτι καλό. Τὸ ἀντίθετο ἰσχύει: εἶναι δυνατὸ νὰ ἀποφύγουμε τὴν πολτοποίηση, ἂν ἑνωθοῦμε μὲ τὸν παπισμό; Τέτοιο ἐνδεχόμενο δὲν ὑφίσταται. Ἡ ἕνωση τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὸν παπικὸ κλῆρο θὰ ἀπαγορεύσει στὴν Ὀρθοδοξία νὰ ἔχει λαϊκὸ καὶ κοινωνικὸ πολιτισμό, νὰ εἶναι πίστη λαῶν καὶ κοινωνιῶν, καὶ ὄχι μόνο ἀτόμων καὶ ὁμάδων, ἀκόμη καὶ ἂν ἦταν τυπικῶς ‘ὀρθόδοξη’ ἕνωση. Αὐτὸ θὰ συμβεῖ διότι ἡ ἕνωση θὰ ἐμφανίσει στὴ σκέψη τῶν ἴδιων τῶν λαῶν ὡς κατ’ οὐσίαν ἰσότιμες καὶ στὴ συνέχεια ἀσήμαντες τὶς πάμπολλες διαφορὲς στὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ποὺ ὑπάρχουν ἀνάμεσα στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸν παπισμό, ὥστε γιὰ τοὺς λαοὺς ἡ παράδοση θὰ γίνει κάτι νεφελῶδες καὶ κατόπιν ἀσήμαντο, ἀσχέτως ἂν οἱ Ἐκκλησίες ἐπηρεάζουν δῆθεν ‘χριστιανικὰ’ τοὺς θεσμοὺς τῆς εὐρωπαϊκῆς ἕνωσης. Τ
052;ν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν συνήθως ὑποστηρίζει, ρητὰ ἢ μή, ἡ προϋπόθεση ὅτι “ὅλοι χριστιανοὶ εἴμαστε”, ἡ ὁποία ἀνταποκρίνεται στὸ πολυπολιτισμικώτερο “ὅλοι ἄνθρωποι εἴμαστε” γιὰ νὰ καταλήξει στὸ τελείως ἀπρόσωπο ὅτι ἔχουμε “ἀνθρώπινα δικαιώματα”, τὰ ὁποῖα προτάσσουμε καὶ σεβόμαστε, ὁπότε ἡ ἀλήθεια ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὴ συμβατικότητα. Μερικὲς στοιχειώδεις κοινὲς πραγματικότητες ἔρχονται νὰ ἀποκτήσουν κυριαρχικὴ σημασία εἰς βάρος διαφορῶν ποὺ (τουλάχιστον) στὴν πράξη θεωροῦνται ἐπουσιώδεις. Ἔτσι ὁ “φιλειρηνισμός”, ἡ “συμφιλίωση” καὶ ἡ “ἀνεκτικότητα” γίνονται προσχήματα ὥστε ἡ ὁρμὴ γιὰ πραγματικὴ καὶ ἀληθινὴ ζωή, νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὴν ὁρμὴ γιὰ ἠθικῶς ὀργανωμένη ἐπιβιοσυμβίωση. Παραμερίζοντας τὴν ἀλήθεια γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν παπισμὸ καὶ δῆθεν νὰ ἀντισταθοῦμε στὴν ἐκκοσμίκευση, σημαίνει ὅτι δὲν θὰ ἔχουμε τί νὰ ὑπερασπίσουμε καὶ πῶς νὰ ἀντισταθοῦμε, τὸ ὁποῖο ἀδυνατεῖ νὰ καταλάβει ἡ ἀφιλοσόφητη φύση τοῦ παπισμοῦ. Ὁ παπισμὸς ἀνησυχεῖ γιὰ τὸν ἠθικὸ σχετικισμὸ ποὺ ἁπλώνεται στὴν Εὐρώπη, ὥστε ἐνεργεῖ ἀστυνομικὰ καὶ καλεῖ ὅλες τὶς χριστιανικὲς ὁμολογίες νὰ ἑνωθοῦν στὸ ἰσχυρότερο δυνατὸ ἀφιλοσόφητο καὶ ἀλειτούργητο θρησκευτικὸ-ἀστυνομικὸ σῶμα. Ἡ βοήθεια πρὸς τὸν ἐκκοσμικευμένο ἄνθρωπο δὲν χρειάζεται ἰσχυρότερα κέντρα μιᾶς προοπτικῆς ποὺ θὰ προβάλλεται ὡς ‘ἱερή’, ἐνῶ δὲν θὰ εἶναι παρὰ προβολὴ τῆς ἴδιας τῆς ‘ἐκκλησιαστικῆς’ ἐκκοσμίκευσης στὸν οὐρανὸ ὡς Κράτος χοντροκομμένης, ἱστορικὰ ἀνερμάτιστης καὶ ἐπιτεχνημένης μεταφυσικῆς, ἀπ’ ὅπου ἡ ὅποια ἠθικὴ θὰ ἀπορρέει καθοριστικὰ καὶ διαρκῶς ὕποπτη, ἐπίβουλη, αὐθαίρετη, διφορούμενη, κατὰ βάθος ἀπολύτως κενή, στηριζόμενη στὴ λυκοφιλία τῶν Ἐκκλησιῶν, τὴν ψευδοένωση ἀσύμβατων πολιτισμῶν. Ἡ φιλία ὑπερβαίνει ὅλα τὰ πολιτισμικὰ δεδομένα, ὅμως ἡ ἴδια γίνεται ἐπίσης πολιτισμός, δηλαδὴ ὡς τέτοια δὲν δημιουργεῖ ἀσήμαντους πολιτισμούς, δὲν τοὺς ἀνανεώνει καὶ ἀναπλάθει σχετικοποιῶντας τους, οὔτε τοὺς ὑπερβαίνει ὑποτιμῶντας τους. Ὁ παπισμὸς μεταφέρει τὴν πολυπολιτισμικὴ νοοτροπία στὸ ἐπίπεδο τῶν ἐκκλησιῶν, καὶ προτείνει τὴν ὑπερφιλία, ποὺ ὅμως δὲν εἶναι παρὰ συμβιβασμός, μὲ ἀνώτατο ὅριο τὸν ἁπλὸ συναισθηματισμό, ὑποχρεωμένον κι αὐτὸν στὴν κατάρρευσή του μὲ τὴν κατάρρευση ὅλων μαζὶ τῶν παραδόσεων τῆς λεγόμενης ‘χριστιανοσύνης’.
Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνει τὸν παπισμὸ ἀντιβυζαντινό;
Ὅ,τι κάνει ἀντιβυζαντινὸ τὸν μουσουλμανισμό, τὸν ἑβραϊσμό, κλπ., δηλαδὴ ἡ ἀντιχριστιανικότητά του.
Γιατί ὁ παπισμὸς ἐκφράζεται σήμερα θετικὰ γιὰ τὸ Βυζάντιο καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ μάλιστα ἐπιθυμεῖ τὴν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν;
Ὁ παπισμὸς καὶ σὲ περιόδους τοῦ παρελθόντος ἔνοιωθε ἀξία στὸ Βυζάντιο καὶ μὲ τὸν τρόπο του ἐπιθυμοῦσε τὴν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν. Αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ἐνδιαφέρεται ὡς παπισμός, εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος εἶναι ὡς παπισμός, ζητῶντας τὴν εὐρύτερη δυνατὴ θεσμικὴ συγκόλληση θρησκευτικῆς ἀστυνομίας, μὲ βάση μιὰ πολιτισμικὰ ἀνερμάτιστη, δηλαδὴ πλαστὴ καὶ τυχοδιωκτική, κοινὴ ἰδεολογία ‘χριστιανικῆς’ ἐπίφασης, ὥστε ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸν ἀκρωτηριασμὸ τῆς ζωῆς πρὸς ὄφελος τῆς ἐπιβίωσης τέρατος, ἀσώματης καὶ ἀπρόσωπης κεφαλῆς. Ὁ παπικὸς ὁλοκληρωτισμὸς σήμερα μετατίθεται σταδιακὰ ἀπὸ τὸν στυγνὸ φασισμὸ στὸν ‘φιλελεύθερο’ πολυπολιτισμό, ὅπου καὶ τὸ Βυζάντιο καὶ ὅλα ἔχουν ἐνδεχομένως καὶ ἰσότιμη θέση, γιατὶ ὅλα ὑποτιμῶνται καὶ ὑποτάσσονται στὸ ὕψιστο ἀγαθὸ τῆς ἴδιας τῆς Ὁλοκληρώσεως, νοούμενης ὡς συμβατικῆς συσχετίσεως.
Ἂν ὁ παπισμὸς ἔχει γίνει πολυπολιτισμικός, γιατί ἀρνεῖται τὴν εἴσοδο μουσουλμανικῶν χωρῶν στὴν εὐρωπαϊκὴ ἕνωση;
Ἐπειδὴ δὲν ἔχει γίνει πολυπολιτισμικός, ἀλλὰ τείνει νὰ γίνει. Ὅταν τὰ πράγματα τὸν 'ἐξαναγκάσουν', δὲν θὰ διστάσει νὰ γίνει πολυπολιτισμικὸς στὸν μεγαλύτερο δυνατὸ βαθμό, καὶ ἤδη ἄρχισε νὰ τὸ κάνει, ὅπως δὲν ἔχει διστάσει κατὰ καιροὺς νὰ πάρει τὶς πιὸ ἀντιφατικὲς ἀποφάσεις στὰ ἴδια τὰ δόγματα τῆς πίστης. Παρόμοια μετάθεση συμβαίνει στὸ Φανάρι, ἔχοντας ἀρχίσει ἤδη πρὸ τῆς ἁλώσεως καὶ ἀποτραπεῖ χάρη στὸν Βυζαντινὸ λαό. Σήμερα τὸ Φανάρι προωθεῖ τὴν ‘ἔνταξη’ τοῦ Ἰσλὰμ στὴν εὐρωπαϊκὴ ἕνωση, δηλαδή, μὲ τὶς πιὸ καλὲς προθέσεις ἔστω, πάντως στὴν πράξη καταργεῖ τὸν Βυζαντινὸ καὶ προετοιμάζει τὸν ‘ἀποφασισμένο’ χριστιανισμὸ τῶν στενῶν κύκλων, δηλαδὴ συμβάλλει στὴν παποπροτεσταντικὴ κατάσταση. Ὅμως ἀποφεύγοντας τὸ μαρτύριο διανοίγει τὸν χριστιανισμὸ στὸν ὁρίζοντα τῆς συμβασιακότητας, ὥστε προοπτικὴ τῶν στενῶν κύκλων δὲν εἶναι κἂν ὁ αὐτοπεριορισμὸς στὴ στενότητά τους, ἀλλὰ ἡ παποπροτεσταντικὴ 'κοινωνία' ἰσορροπίας τῶν δυνάμεων καὶ πολλαπλῶν συμβάσεων, στὴν διαμόρφωση τῶν ὁποίων θὰ συμμετέχουν καὶ οἱ ‘Ἐκκλησίες’ στὸν βαθμὸ ποὺ θὰ τοὺς ἀναλογεῖ. Γι’ αὐτὸ ἐπιδιώκει παράλληλα τὴν ἕνωση μὲ τὸν ἐθισμένο στὴν ἀπρόσωπη συμβατικότητα παπικὸ κλῆρο. Ὁ παπισμὸς ἀπὸ τὴν πλευρά του ἐκμεταλλεύεται τὸν ἐκτεταμένο ἐκδυτικ
ισμὸ τῶν ἴδιων τῶν λαῶν πιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, γιὰ νὰ ἀφανίσει τὴν Ὀρθοδοξία στὴν οὐσία, ἂν ὄχι καὶ τυπικῶς, πάντοτε μὲ τὴν καλὴ προαίρεση τῆς ‘τῶν πάντων ἑνώσεως’.
Σὲ ἄτομα καὶ μικρὲς ὁμάδες δὲν γεννήθηκε ὁ χριστιανισμός; Γιατί τώρα λέμε πὼς αὐτὸ ζημιώνει;
Ἡ πίστη δὲν γεννιέται οὔτε σὲ ἄτομα ἢ ὁμάδες, οὔτε σὲ κοινωνίες καὶ λαούς, ἀλλὰ στὴ ζωντανὴ μνήμη καθενὸς προσωπικὰ τῆς πρὶν ἀπὸ τὴν πτώση ἕνωσης μὲ τὸν Λόγο. Καὶ ὅπως στὴν ἑνότητα αὐτὴ ὑπάρχει ἐπίσης ἑνότητα μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους, ἔτσι μετὰ τὴν πτώση ἡ μικρὴ ἢ μεγάλη ζωντανὴ μνήμη καθενὸς τὸν στρέφει στοὺς ἄλλους καὶ γεννιοῦνται οἰκογένειες, κοινότητες, λαοὶ καὶ κοινωνίες, ὁ πολιτισμὸς τῶν ὁποίων διαμορφώνεται ἀπὸ τὴν ποιότητα καὶ τὴν ἔνταση τῆς κοινῆς τους μνήμης. Ὅπως μαρτυροῦν οἱ Γραφές, ὁ Χριστὸς δὲν ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μιλήσει στὰ παιδιὰ ἢ γιὰ νὰ κάνει οἰκογένεια καὶ νὰ τὰ ἀναθρέψει ‘σωστά’, κλπ., οὔτε γιὰ νὰ συναντήσει ἕναν ἄνθρωπο μόνο του. Ἔχει δημιουργήσει χιλιάδες καὶ μυριάδες ἔλλογων ὄντων καὶ τὰ ἔχει δημιουργήσει ὅλα μαζί. Ἡ ὁρμὴ τῆς Δημιουργίας, ὅσο καὶ ἡ φυγὴ ὅσων θέλησαν νὰ μή ζήσουν μαζί Του, εἰκονίζονται ἐδῶ ὡς στροφὴ ἢ ἀποστροφὴ καθενὸς πρὸς τὸν Λόγο ποὺ ὑπάρχει στὸ κάθε τι, ὥστε ὅπως κανεὶς ποτὲ δὲν εἶναι πράγματι τὸ ἐγὼ ποὺ ὀνειρεύτηκε ὁ Καρτέσιος, οὔτε κἂν ὁ ἴδιος ὁ Καρτέσιος, πίστη καὶ ἀπιστία δὲν γεννιοῦνται ποτὲ σὲ ἀπόλυτη ἐρημιά, ἀλλὰ στὴν ἀναφορὰ καθενὸς στὸ κάθε τι. Δὲν ὑπάρχει τὸ ἄτομο καὶ ὁ κόσμος, εἶναι ὁ κόσμος μέσα σὲ κάθε ἄνθρωπο ὁλόκληρος, ὁ κόσμος ὡς ἄνθρωπος καὶ ὁ ἄνθρωπος ὡς κόσμος, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὴ σημασία, ποιότητα, ἔνταση, κλπ., καὶ ποτὲ ἀπολύτως διαφορετική. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες καταλάβαιναν ὅτι τὸ ὅμοιο ἑνώνεται μὲ τὸ ὅμοιο, καὶ τὰ διάφορα διαιροῦνται, δηλαδὴ ποτὲ δὲν ὑπολόγισαν ὡς κρίσιμη τὴν ἀπόλυτη ἑνότητα τοῦ κόσμου γιὰ ὅλους, στὸν στοιχειώδη καὶ ἀπειροελάχιστο βαθμὸ ποὺ εἶναι ὑπαρκτή, δηλαδὴ στὸ Εἶναι ὡς τέτοιο. Τὸ πρόσωπό τους ἄνθιζε, δὲν μποροῦσε κἂν νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸ Εἶναι καθεαυτό, πρὸς τὸ ὁποῖο στρέφεται κάθε στεγνὴ ψυχὴ καὶ ἐπίφαση ‘κοινωνίας’. Μὲ τὴ συνείδηση τοῦ Εἶναι ἄρχισαν νὰ παρηγοροῦνται καὶ νὰ βεβαιώνονται γιὰ τὴν αἰωνιότητα τοῦ προσώπου, χάριν τοῦ ὁποίου ζητοῦσαν τὸ Εἶναι. Ἐφόσον ὑπάρχει γέννηση καὶ θάνατος ἡ κόσμωση αὐτὴ εἶναι ἐδῶ συνεχής, δημιουργεῖ καὶ καταργεῖ σχέσεις, συνάπτει τὰ ὅμοια, διαιρεῖ τὰ διάφορα, τάξη καὶ χάος ὁδηγοῦνται στὴν τελειότητά τους. Ὁπουδήποτε ὑπάρχει ἕνας λαός, ὑπάρχει μικρὴ ἢ μεγάλη πίστη καὶ πολιτισμός, ζητῶντας τὴν οἰκεία τελειότητά του. Ἑπομένως στὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ συνέβαινε νὰ γεννηθεῖ ἀνάμεσα σὲ κτήνη, ἡ πίστη θὰ ἔπαιρνε κατ’ ἀρχὴν τὴ μορφὴ τοῦ πόνου, τῆς θλίψης καὶ τοῦ βασανισμοῦ, δηλαδὴ πάλι θὰ εἶχε οὐσιώδη ἀναφορὰ στοὺς ἄλλους καὶ ὅλους, ἔστω ὡς συγγνώμη. Στὸν βαθμὸ ποὺ ὁ γεννημένος μέσα σὲ κάθε ψυχὴ κόσμος εἶναι ὁ ἴδιος γιὰ πολλούς, δημιουργοῦνται εὐρύτερες κοινότητες, λαοί, κοινωνίες καὶ πολιτισμοί. Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν γεννήθηκε σὲ στενοὺς κύκλους οὔτε σὲ ἄτομα. Γεννιέται στὸν κόσμο, στὴν δημιουργία ὡς κόσμου τοῦ ἑνὸς κόσμου ὁλόκληρου καὶ μοναδικοῦ μέσα σὲ κάθε ψυχή, καὶ ἐφόσον εἶναι νὰ γίνει πίστη ἑνὸς λαοῦ, δηλαδὴ πολλῶν ἀνθρώπων συγκεντρωμένων στὴν ταυτότητα τοῦ κοινοῦ τους κόσμου ὡς κόσμου, ὅπως ἔγινε γιὰ τοὺς Ἕλληνες, προϋποθέτει τὴν ὕπαρξη οὐσιωδῶν στοιχείων τῆς χριστιανικότητας ἤδη στὴν προηγούμενη ἱστορία κάθε λαοῦ ποὺ πρόκειται νὰ γίνει χριστιανικός. Ὁ χριστιανισμὸς γεννιέται στὸ ἀρχαῖο Ἰσραήλ, γεννιέται ἐπίσης (καὶ ἀπὸ τὶς πιὸ οὐσιώδεις πλευρὲς ἀκόμη περισσότερο) στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, ὅπως γνωρίζουν ὅσοι γνωρίζουν τὴν ἱστορία της, καὶ κανένας λαὸς δὲν μπορεῖ πράγματι νὰ γίνει χριστιανικὸς ὡς λαός, ἂν πρὶν ἀπὸ τὴν βάπτισή του, εἴτε κατόπιν δοκιμαζόμενος, δὲν ζητήσει τὸν χριστιανισμὸ μέσα στὶς πράξεις ὅλης τῆς κοινωνικῆς καὶ πολιτισμικῆς του δημιουργίας. Στὴν ἐπέκταση αὐτὴ εἶναι θεμιτὸ καὶ φυσιολογικὰ συμβαίνει νὰ προσβλέπουμε, ὅσο κρατᾶμε τὴ φύση μας, γιατὶ ὁ κόσμος δὲν ἀποκλείει κανένα καὶ τίποτα, ὅπως θὰ συνέβαινε ἂν ὁ χριστιανισμὸς ἦταν μιὰ ἐφεύρευση τῆς ἀκοινώνητης αὐθαιρεσίας καὶ ὄχι ἡ πρωταρχικὴ ἐπιθυμία τοῦ Λόγου νὰ ζήσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στὴν ἀλήθεια. Ἡ Ἐνανθρώπηση δημιούργησε τὴ χριστιανικὴ Ἐκκλησία σὲ τελειότητα συνειδήσεως, κατ’ ἀρχὴν ἀνάμεσα στοὺς Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ κατόπιν στὶς πρῶτες χριστιανικὲς κοινότητες, πάντα μὲ ὁρίζοντα τὴν ἐπέκτασή της, δηλαδὴ τὴν μετάδοση τῆς Συνείδησης καὶ Παρουσίας τοῦ Λόγου, τὸ μεγάλωμα τῆς ὅσης προηγούμενης οὐσιώδους χριστιανικότητας τῶν ἑλληνικῶν τότε κοινοτήτων μέσα στὸ Νέο τους ὄνομα, καὶ τὴν μετάδοση τῆς αὔξησης αὐτῆς σὲ ὅλο τὸν ἑλληνικὸ λαό, καὶ ὁπουδήποτε, σὲ ὁποιοδήποτε λαὸ καὶ πολιτισμό, ὅπου ὑπῆρχε ἢ θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει συγγένεια μὲ τὴ χριστιανοσύνη, καὶ ἄρα ἀνταπόκριση στὰ Καλὰ Νέα. Τὸ νὰ υἱοθετοῦμε σήμερα τὴν ἀντίθετη πορεία, ὑπὸ τὸ πρόσχημα ὅτι ἔτσι μᾶς ‘ἀναγκά
ζουν τὰ πράγματα’, αὐτὴ εἶναι ἡ ‘φορὰ τῆς ἱστορίας’, κλπ., ἰσοδυναμεῖ ἀκριβῶς μὲ ἄρνηση τοῦ μαρτυρίου, κατάργηση τῆς πίστης καὶ ἰουδαϊσμό. Ὁ χριστιανισμὸς ἐνδέχεται νὰ περιοριστεῖ σὲ 'στενοὺς κύκλους', καὶ ὅμως νὰ εἶναι πραγματικός, μόνο ἂν πρόκειται γιὰ κύκλους μαρτυρίου, περιθωριοποιημένους μὲ αἱματοχυσία, ὄχι μὲ τὶς ἴδιες τὶς δικές τους συμβάσεις καὶ συμφωνίες. Ὁ χριστιανισμὸς ὡς πολιτισμὸς ἔχει ἱεραποστολικὴ φύση, δηλαδὴ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ συνδέεται μὲ τὸ ἔξω εἴτε ἐκτεινόμενος εἴτε διωκόμενος, καὶ ὅπως ἰσχύει γιὰ κάθε ἐρωτικὴ σχέση, ἡ σύμβαση δὲν εἶναι οὔτε ἐπέκταση οὔτε προστασία της, ἀλλὰ ἀπόδειξη τῆς ἀπουσίας της.
Ἂν τὸ Εὐαγγέλιο προβλέπει ὅτι στὸ τέλος τῶν καιρῶν θὰ παγώσει ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν, μήπως ὁ παπισμὸς καὶ τὸ Φανάρι ἔχουν ἁπλῶς ‘ρεαλιστικὴ’ πορεία;
Ἡ πορεία αὐτὴ εἶναι τόσο ρεαλιστική, ὅσο ἡ πορεία ἐκείνου ὁ ὁποῖος θὰ αὐτοκτονοῦσε ἐπειδὴ εἶναι θνητός. Ὅπως ὁ γιατρὸς δὲν ὑπάρχει γιὰ νὰ στερεῖ τὴ ζωή, ἔτσι ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπάρχει γιὰ νὰ αὐτοκτονεῖ, ὁ ἱερέας δὲν ὑπάρχει γιὰ νὰ κλειδώνει τὸν ναό. Ὁ ἱερέας ὑπάρχει στὸν ναό του ἀνοιχτό, καὶ ὅταν οἱ ἄλλοι θέλουν νὰ τὸν γκρεμίζουν, δὲν τὸν γκρεμίζει μαζί τους οὔτε τὸν ἐγκαταλείπει, ἀκόμη κι ἂν γνωρίζει ὅτι θὰ ὑπερισχύσουν. Ἄνοιγμα τῶν θυρῶν, οἰκουμενικότητα, συνέχεια τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ καὶ ἱεραποστολή, εἶναι ἡ ἄρνηση τῶν ἱερέων νὰ ζήσουν ὡς ἐξωγήινοι, νὰ μεταλλάξουν τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ ἀποφασίσουν ὅτι ἡ πίστη δὲν εἶναι γιὰ τοὺς λαοὺς καὶ τὶς κοινωνίες - ἔστω καὶ ἂν γνωρίζουν ὅτι οἱ πολλοὶ θὰ τὴν ἀρνηθοῦν. Μαζὶ μὲ αὐτὸ γνωρίζουν ὅτι ἡ πίστη δὲν εἶναι ἰδεολογία, εἴτε γιὰ νὰ ἐπιβληθεῖ σὲ πολλοὺς ἢ λίγους, εἴτε γιὰ νὰ ἐκτίθεται στὸν πάγκο καὶ ὅποιος θέλει νὰ τὴν κρίνει, νὰ τὴν ἀποφασίζει καὶ νὰ τὴν υἱοθετεῖ, ὅπως θὰ ἔκανε μὲ μιὰ ἐπιστημοτεχνικὴ πρόταση. Ἑπομένως ἡ ἱερατικὴ πράξη εἶναι μονότροπη, μαρτυρεῖ τὴν ἀλήθεια προσωπική, τὴν οἰκουμενικότητα πραγματικότητα βάθους ἀλλὰ καὶ δυνητικὰ εὔρους, ὥστε καὶ ὁρίζοντα τῆς προσωπικότητας ἀπαραίτητο, ἑπομένως εἶναι συνεχῶς στραμμένη στὴν ἐπέκταση τῆς προσωπικότητας αὐθόρμητη, ἑκούσια καὶ ἀπρόβλεπτη, ὅπως ἀκριβῶς γεννιέται μιὰ οἰκογένεια καὶ ἕνας λαός. Μὲ δυὸ λόγια, ἡ ἱερατικὴ πράξη εἶναι ἐρωτική, καὶ ὅταν διώκεται δὲν συμβιβάζεται μὲ τὴ δίωξή της, δηλαδὴ δὲν ἀνταποδίδει τὴν ἄρνηση ποὺ δέχεται, ἔστω ὑπὸ μορφὴν συμβολαίου. Magna carta τοῦ χριστιανισμοῦ δὲν νοεῖται, παρὰ εἴτε ἡ βάπτιση τῆς κοινωνίας εἴτε τὸ μαρτύριο.
Ἂν ἡ ἀλήθεια εἶναι προσωπικὴ καὶ μεταδίδεται προσωπικά, μήπως ἡ πολυπολιτισμικότητα, ἐξουδετερώνοντας τὸ πολιτειακὸ κέλυφος τῆς παράδοσης εὐνοεῖ τὴν προσωπικὴ περιπέτεια;
Ἐπιχείρημα ποὺ χρησιμοποιοῦν κατὰ κόρον οἱ ‘λάτρεις’ τοῦ πολυ-πολιτισμοῦ, τονίζοντας τὴν πίστη ὡς ‘προσωπικὴ ὑπόθεση’, κλπ. Πρόκειται γιὰ ἕναν ἀπὸ τοὺς τρόπους τῆς διαφθορᾶς νὰ ἐκτείνεται καλλωπιζόμενη μὲ πραγματικὸ ἀγαθό, στὴ συγκεκριμένη περίπτωση τὴν προσωπικὴ φύση τῆς πίστης. Ὁ παραλογισμὸς δὲν παγιδεύει ὅσους δὲν θέλουν νὰ παγιδευτοῦν, δηλαδὴ ὅσους καταλαβαίνουν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ δημιουργοῦμε ἀπρόσωπο δημόσιο χῶρο γιὰ νὰ εὐνοήσουμε τὴν προσωπικότητα τῆς πίστης, ὅπως δὲν δημιουργοῦμε ἀσχημοσύνη γιὰ νὰ εὐνοήσουμε τὴν ὀμορφιά, οὔτε θάνατο γιὰ νὰ εὐνοήσουμε τὴν ὑγεία. Ἡ προσωπικότητα θέλει νὰ ἐκτείνεται ὡς προσωπικότητα καὶ στὸν κοινωνικὸ ἢ δημόσιο χῶρο, δηλαδὴ νὰ ἀποβάλλει ἀπὸ παντοῦ τὸ ἀπρόσωπο ὅσο γίνεται περισσότερο, καὶ ὄχι νὰ τὸ ἐνισχύει καὶ μάλιστα νὰ τὸ μακαρίζει! Ἀπρόσωπος δημόσιος χῶρος δὲν εἶναι προϋπόθεση ἢ κατάλληλο ‘περιβάλλον’ γιὰ τὴν πίστη, ἀλλὰ εἶναι ἀποθηρίωση τῆς κοινωνίας καὶ κακοποίηση τῶν ἁγίων. Ὁ πολυπολιτισμὸς ὑπ
Για όσους δεν το γνωρίζουν, λέγω :
Οι Παπικοί, μέσα στον δικό τους αγιασμό που κάνουν, ΒΑΖΟΥΝ ΑΛΑΤΙ.
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
Οι Παπικοί, μέσα στον δικό τους αγιασμό που κάνουν, ΒΑΖΟΥΝ ΑΛΑΤΙ.
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
Τέλειος Θεός, και τέλειος και ΑΠΟΛΥΤΑ αναμάρτητος άνθρωπος, και ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ Σωτήρας τού κόσμου, Ιησούς Χριστός: «Εγώ θα είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες, έως την συντέλεια τού κόσμου».
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 888
- Εγγραφή: Δευ Μαρ 27, 2006 6:00 am
Τι αλήθεια; Πάντως ο ορθόδοξος αγιασμός νομίζω πραγματικά δεν χαλάει. Αλήθεια, θέλει κανένας να μας πει κι από εδώ αν έχει προσωπική εμπειρία/μαρτυρία σχετικά με ορθόδοξο αγιασμό;Οι Παπικοί, μέσα στον δικό τους αγιασμό που κάνουν, ΒΑΖΟΥΝ ΑΛΑΤΙ.
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 3872
- Εγγραφή: Δευ Δεκ 26, 2005 6:00 am
- Τοποθεσία: http://clubs.pathfinder.gr/seraphim
- Επικοινωνία:
vasilis_m21 έγραψε:Τι αλήθεια; Πάντως ο ορθόδοξος αγιασμός νομίζω πραγματικά δεν χαλάει. Αλήθεια, θέλει κανένας να μας πει κι από εδώ αν έχει προσωπική εμπειρία/μαρτυρία σχετικά με ορθόδοξο αγιασμό;Οι Παπικοί, μέσα στον δικό τους αγιασμό που κάνουν, ΒΑΖΟΥΝ ΑΛΑΤΙ.
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
Βασιλη αγιασμος που πηρα απο τον βρωμικο (λογω των αποβλητων που εισρέουνσε αυτον) Ιορδανη διατηρειται ως δροσερο νερο πηγης,διαυγές εδω και 12 -13 χρόνια.το ίδο και με το αγιασμα του αγιου Σαββα απο τη λαυρα του στα Ιεροσολυμα.
το παραδοξο δε ειναι πως ενω το ποταμι ηταν θολο οταν πηρα το νερο,το νερο παρεμεινε και παραμενει διαυγες,αοσμο και αχρουν οπως ειναι το καθαρο νερο πηγης
<div><img width="158" height="171" border="0" src="whiteangelap0.jpg" /></div><br />
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 888
- Εγγραφή: Δευ Μαρ 27, 2006 6:00 am
Misha ενδιαφέρουσα η μαρτυρία σου. Και εγώ έχω ακούσει για παλιά σπίτια στα οποία βρέθηκε αγιασμός προ αμνημονεύτων ετών ο οποίος δεν είχε χαλάσει.
Παρεπιμπτόντως, ενώ κάποιοι σκεπτικιστές σπεύδουν να μιλήσουν για δεισιδαιμονίες και αστήριχτες δοξασίες , η KGB και άλλες μυστικές υπηρεσίες έχουν ειδικούς φακέλους για paranormal φαινόμενα εδώ και δεκαετίες και είχαν προσλάβει μέντιουμ ζητώντας τη βοήθεια ψυχικών και τηλεπαθητικών ικανοτήτων τους!
Παρεπιμπτόντως, ενώ κάποιοι σκεπτικιστές σπεύδουν να μιλήσουν για δεισιδαιμονίες και αστήριχτες δοξασίες , η KGB και άλλες μυστικές υπηρεσίες έχουν ειδικούς φακέλους για paranormal φαινόμενα εδώ και δεκαετίες και είχαν προσλάβει μέντιουμ ζητώντας τη βοήθεια ψυχικών και τηλεπαθητικών ικανοτήτων τους!
Βασίλη έχω αγιασμό από το 1990 και είναι πιο καθαρός κι από το νερό που βάλαμε στο ποτήρι πριν 10'vasilis_m21 έγραψε:Τι αλήθεια; Πάντως ο ορθόδοξος αγιασμός νομίζω πραγματικά δεν χαλάει. Αλήθεια, θέλει κανένας να μας πει κι από εδώ αν έχει προσωπική εμπειρία/μαρτυρία σχετικά με ορθόδοξο αγιασμό;Οι Παπικοί, μέσα στον δικό τους αγιασμό που κάνουν, ΒΑΖΟΥΝ ΑΛΑΤΙ.
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
Όλα όσα έγραψα για τον Ορθόδοξο Αγιασμό, και όσα έγραψαν και οι άλλοι, είναι ΑΛΗΘΙΝΑ.
Ο Ορθόδοξος Αγιασμός, είναι ένα ΣΥΝΕΧΕΣ ΘΑΥΜΑ, που κάνει ο Θεός ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ και ΜΟΝΟ μέσα στην ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΤΟΥ Εκκλησία, που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Στούς άλλους Χριστιανούς, ΕΞΩ από την Ορθόδοξη Εκκλησία, αυτό το ΘΑΥΜΑ τού Αγιασμού, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΘΟΛΟΥ.
Εγώ προσωπικά έχω πιεί Αγιασμό, που έγινε ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ τριάντα χρόνια ΠΡΙΝ τον πιώ.
Ο Ορθόδοξος Αγιασμός, είναι ένα ΣΥΝΕΧΕΣ ΘΑΥΜΑ, που κάνει ο Θεός ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ και ΜΟΝΟ μέσα στην ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΤΟΥ Εκκλησία, που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Στούς άλλους Χριστιανούς, ΕΞΩ από την Ορθόδοξη Εκκλησία, αυτό το ΘΑΥΜΑ τού Αγιασμού, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΘΟΛΟΥ.
Εγώ προσωπικά έχω πιεί Αγιασμό, που έγινε ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ τριάντα χρόνια ΠΡΙΝ τον πιώ.
Τέλειος Θεός, και τέλειος και ΑΠΟΛΥΤΑ αναμάρτητος άνθρωπος, και ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ Σωτήρας τού κόσμου, Ιησούς Χριστός: «Εγώ θα είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες, έως την συντέλεια τού κόσμου».
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 3145
- Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
- Επικοινωνία:
Ο Iosif έγραψε :
=================
Παπικοί, Προτεστάνται, Χιλιασταί, Μασώνοι, Ένωτικοί, Οίκουμενισταί, καί κάθε άλλη "ρίζα πικρίας", όλοι αύτοί "μίαν γνώμην έχουσι καί τήν δύναμιν καί τήν έξουσίαν αύτών τώ θηρίω διδόασιν. ...(Άπόσπασμα τής ένθρονιστηρίου όμιλίας τού Γέροντος Έφραίμ Φιλοθείτου).
Αδελφέ κι αν ο αγιασμός των παπικών δεν "χαλάσει" σημαίνει ότι έχουν έγκυρα Μυστήρια, Ιερωσύνη, και Αποστολικότητα ; Και οι ιερείς του Φαραώ έκαναν θαύματα ! Η λατινίδα εκκλησία νοθεύουσα την "άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει" κατέστει αιρετική. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά.Οι Παπικοί, μέσα στον δικό τους αγιασμό που κάνουν, ΒΑΖΟΥΝ ΑΛΑΤΙ.
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
=================
Παπικοί, Προτεστάνται, Χιλιασταί, Μασώνοι, Ένωτικοί, Οίκουμενισταί, καί κάθε άλλη "ρίζα πικρίας", όλοι αύτοί "μίαν γνώμην έχουσι καί τήν δύναμιν καί τήν έξουσίαν αύτών τώ θηρίω διδόασιν. ...(Άπόσπασμα τής ένθρονιστηρίου όμιλίας τού Γέροντος Έφραίμ Φιλοθείτου).
Sιlver, η Παναγία η Αριζονίτισσα να σε σκεπάζει!silver έγραψε:
=================
Παπικοί, Προτεστάνται, Χιλιασταί, Μασώνοι, Ένωτικοί, Οίκουμενισταί, καί κάθε άλλη "ρίζα πικρίας", όλοι αύτοί "μίαν γνώμην έχουσι καί τήν δύναμιν καί τήν έξουσίαν αύτών τώ θηρίω διδόασιν. ...(Άπόσπασμα τής ένθρονιστηρίου όμιλίας τού Γέροντος Έφραίμ Φιλοθείτου).
Επαναλαμβάνω ΚΑΙ ΠΑΛΙ, ότι οι Παπικοί ΒΑΖΟΥΝ ΑΛΑΤΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ Αγιασμό.
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
Το ΘΑΥΜΑ που κάνει ο Θεός στον Αγιασμό, υπάρχει ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.
Τα πράγματα είναι ΠΟΛΥ ΑΠΛΑ .......
Διότι ΧΩΡΙΣ ΑΛΑΤΙ, ο αγιασμός τών Παπικών ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ !
Το ΘΑΥΜΑ που κάνει ο Θεός στον Αγιασμό, υπάρχει ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.
Τα πράγματα είναι ΠΟΛΥ ΑΠΛΑ .......
Τέλειος Θεός, και τέλειος και ΑΠΟΛΥΤΑ αναμάρτητος άνθρωπος, και ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ Σωτήρας τού κόσμου, Ιησούς Χριστός: «Εγώ θα είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες, έως την συντέλεια τού κόσμου».