konstantinoupolitis έγραψε:Να σου πω Αναστασία,
Ναί ο Έρωτας οφείλει να είναι απλός και εμείς ή η ίδια η ζωή κάνει τα πράγματα πολύπλοκα.
Όλοι θέλουμε μόνο αγάπη, συχνότατα εκείνο το περίφημο κλίκ που θα μας φέρει τον πρίγκηπα του παραμυθιού. Μόνο που επίσης συχνά, πριν να αφήσουμε την καρδία να μιλήσει μόνη της, ορίζουμε απο πριν το επιθυμητό και σχεδόν πάντα υλικό πρότυπο του ιππότη που περιμένουμε. Έτσι αν και αυτό που λες Αναστασία μοιάζει τόσο λογικό, τελικά είναι πολύπλοκο. Γιατί θέλουμε απλά μόνο αγάπη, αλλά πρέπει να υπάρχει και το τάδε ή το δείνα.
Προσδοκούμε τον ιππότη που θα υποταχθούμε, την δεσποσύνη που θα μας χαρίσει την απόλαυση της ζωής μας ή τον πνευματικό άνθρωπο έχοντας πολύ σχετικά και επισφαλή κριτήρια αναφορικά με το τι είναι πνευματικός άνθρωπος.
Θέλουμε τον πνευματικό και αγνοούμαι επικίνδυνα τον Έρωτα που έχει τον τελευταίο λόγο.
Θέλουμε τον "Μαρτάκη" αλλά έχουμε την ψευδαίσθηση ότι αυτός θα έχει μυαλό για οικογένεια και αν δεν έχει εμείς θα τον γυρίσουμε, αφού το πακέτο είναι τόσο δελεαστικό. Κι΄όμως παίζουμε με τις ψυχές μας.
Κινούμαστε κατα το συμφέρον μας, μεταξύ Εκκλησίας και Κόσμου, μεταξύ Παγανισμού και Χριστιανισμού. Λέγοντας πάντα ότι σήμερα δεν υπάρχουν τα στερεότυπα του παρελθόντος και πλέον δεν κοιτάζουμε το ένα ή το άλλο. Τελικά θέλουμε ευτυχία εκ του ασφαλούς, με λίγη αγάπη και πολλά παρελκόμενα ή αγάπη βέβαια αλλά αφού πρώτα κλειδώσουμε τα παρελκόμενα. Τελικά δεν επιζητούμε πολλά αλλά μάλλον θέλουμε τα πάντα.
Και πολλές φορές η αρχή αυτή δεν κερδίζει τους "λήγοντες" της ευτυχίας, καταλήγοντας με μαθηματική στην μοναξιά του δεσμού και του Γάμου ή την κλασσική μοναξιά έξω απο την συντροφικότητα.
Για κάποιους η ευτυχία είναι δίπλα, τους χτυπάει την πόρτα, μα δεν μπορούν να την δουν, γιατί χτίζουν την επικείμενη ευτυχία τους με πλίνθους "προδιαγραφών" και έχοντας την απαίτηση να νιώσουν αγάπη, δίνοντας τελικά πολύ λίγα. Και τότε η μοναξιά χιλιάδες φύλλα σου κάνει αφόρητη παρέα, ειδικά αν η οικονομική σου εξασφάλισει, σου δώσει την ψευδαίσθηση ότι είσαι κάτι παραπάνω και αξίζεις κάτι περισσότερο:
"Μοναξιά χιλιάδες φύλλα"
Τριπολίτης Κώστας
Τον περισσότερο καιρό σωπαίνεις/
στο τζάμι το θαμπό της οικουμένης/
Κοιτάς αυτά που δεν καταλαβαίνεις/
κι ούτε που ξέρεις τι και πώς
Βλέπεις θεάματα, πληρώνεις φόρους/
Επιθυμώντας μ' όλους τους πόρους/
να ζεις μονάχα με δικούς σου όρους/
και να 'σαι ο ίδιος σου πομπός
Άκου κοινό
Λάθος προφίλ του ανθρώπου ο νους/
δεν αντέχει κόσμους αληθινούς/
Κόλαση υπάρχει μονάχα για τους ζωντανούς(εδώ βέβαια ο ποιητής λανθάνει)
Τα μανιφέστα του καιρού σου μίλα/
Κίτρινα λόγια με σινιέ ξεφτίλα/
πουλάει η μοναξιά χιλιάδες φύλλα/
όταν ποζάρει στο φακό/
Γλυκιά, ακίνητη, θολή νιρβάνα/
δεν έχεις έρωτες, μα έχεις πλάνα/
Έχεις οθόνη, μα δεν έχεις μάνα/
ούτε ένα χέρι φιλικό
Άκου κοινό...
Τον περισσότερο καιρό σωπαίνεις/
στο τζάμι το θαμπό της οικουμένης/
Κοιτάς αυτά που δεν καταλαβαίνεις/
κι ούτε που ξέρεις τι και πώς/
Γλυκιά ακίνητη θολή νιρβάνα...
Το πισογύρισμα και η μη ευτυχή κατάληξη παρά τα μεγάλα λόγια, οφείλεται συχνά στην εμμονή μας να βλέπουμε την ευτυχία όχι όπως πρέπει αλλά όπως απο πριν αυθαίρετα την έχουμε ορίσει.
Άλκη Αλκαίου
"Σκακιέρα"
"Σκακιέρα Άλκης Αλκαίος
Τα χρόνια που σε καρτερούσα ήταν αγρύπνια και μαράζι/
και τίποτʼ άλλο δε ζητούσα μόνο νʼ αρχίσει να χαράζει/
Γελούσε η κάμαρη σαν ήρθες, σου έφερα νερό από τη στέρνα/
όλα θʼ αλλάξουνε" μου είπες κι εγώ σου φίλαγα τη φτέρνα/
(εγώ το έχω ακούσει με παραλλαγές "Όλα άλλαξαν", "δεν είσαι μόνος έχεις εμένα")/
Τώρα την κίνηση κοιτάζεις σαν τους φαντάρους στην Ομόνοια/
ανοίγεις μια παλιά σκακιέρα και κουβεντιάζεις με τα πιόνια/
Τα χρόνια που σε καρτερούσα ήταν αγρύπνια και μαράζι/
και δεν με νοιάζει που αγρυπνούσα μα που ακόμα δεν χαράζει.
Ένα άλλο ποίημα/τραγούδι του Παύλου Σιδηρόπουλου, αγαπημένο μου απο τα φοιτητικά χρόνια, μιλάει τόσο για την μοναξιά ως απόρροια των λανθασμένων επιλογών, όσο και την μοναξιά εντός του Γάμου, του Γάμου βιτρίνα, που δυστυχώς όσο περνάν τα χρόνια σπάει πιο συχνά:
Στην Κ.(Απο το "Φλού" του 1978)
Οταν κάποιο βράδυ θα σε ξυπνήσει απότομη η κραυγή σου
και τρέξεις στη μαμά σου να το πεις
και εκείνη τρομαγμένη μες στο ψυγείο κλείσει τη φωνή σου
θα 'ναι αργά μεσάνυχτα και θα 'χεις κουραστεί
Οταν θα αγαπήσεις το γέλιο σου και την αναπνοή σου
και δεις πως έχεις κάτι να μας πεις
στο πλάι σου ο άνθρωπος που διάλεξες βιτρίνα στη ζωή σου
τριάκοντα αργύρια αντίτιμο σιωπής
Πες μας τι θα γίνει αν κάποτε αγγίξεις το κορμί σου
και το 'βρεις τσακισμένο απ' τις πληγές
και γύρω σου κούκλες χλωμές ανίκανες να ακούσουν τη φωνή σου
και οι αλήθειες σου να σέρνονται στο πάτωμα γυμνές.
Ας προσεγγίσουμε όντως απλά το τί είναι αγάπη, δίνοντας και ζώντας χωρίς να λογιαριάζουμε το ότι δίνουμε, χωρίς να θυμόμαστε το πόσα δώσαμε, παρα μόνο ότι αγγίζουμε μια ψυχή που μας αγγίζει. Και όπως λέει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος:
Αγάπη είναι να σου δίνω/
χωρίς ποτέ να το θυμάμαι/
να με φωνάζεις κι εγώ να 'μαι/
μες στης ζωής σου την ηχώ.
Αγάπη είναι να σε κλείνω/
στα βλέφαρά μου όταν κοιμάμαι/
τις νύχτες για να μη φοβάμαι/
που λείπεις και σ' αναζητώ.
Αγάπη είναι να σ' αγγίζω/
κι ο πυρετός μου να μ' ανάβει/
να γίνομαι εγώ καράβι/
να ταξιδεύω στ' ανοιχτά.
Αγάπη είναι να ραγίζω/
όταν εσύ θα νιώθεις πόνο/
κι όταν με βλέπεις να ματώνω/
να κλαις με αναφιλητά.