Για το Μνημόσυνο του μακαριστού Γέροντος π. Ευσεβίου Βίττη
Στο Σιδηρόκαστρο την Κυριακή 13 Δεκεμβρίου ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος
Μια σημαντική επίσκεψη θα δεχθεί η πόλη του Σιδηροκάστρου το προσεχές Σαββατοκύριακο. Μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της χριστιανικής ορθοδοξίας ,ο μακαριώτατοςαρχιεπίσκοποςΑλβανίας κ. Αναστάσιος,θα επισκεφτεί το Σιδηρόκαστρο για να παρεβρεθεί στην τέλεση τουτεσσαρακονθήμερουμνημόσυνου του μακαριστού γέροντος π. Ευσεβίου Βίττη. Το μνημόσυνο θα τελεσθεί την Κυριακή το πρωί 13 Δεκεμβρίου στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Γεωργίου με την παρουσία του Μακαριότατου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου και των Σεβασμιωτάτων Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγου, Ζιχνών και Νευροκοπίου κ. Ιεροθέου, Αργυροκάστρου κ. Δημητρίου και Σιδηροκάστρου κ. Μακαρίου.
Δηλώσεις του Μητροπολίτη κ. Μακάριου για την επίσκεψη
Ο σεβασμιώτατος μητροπολίτης Σιδηροκάστρου κ. Μακάριος σε δηλώσεις του στη « Σ» αναφορικά με την σημαντική αυτή επίσκεψη τόνισε « Δεχόμαστε την επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιο , ενός εργατικού ανθρώπου που έχει κάνει πάρα πολύ μεγάλο έργο όπου και αν βρέθηκε . Και ως καθηγητής Πανεπιστημίου και στην ιεραποστολή στην Αφρική και τώρα στην Αλβανία . Θα έρθει το Σάββατο το βράδυ θα είναι φιλοξενούμενος μας ,το πρωί της Κυριακής θα λειτουργήσει και μπορεί όποιος θέλει να έρθει να τον ακούσει και πιστεύω θα βοηθήσει πάρα πολλούς ανθρώπους επειδή μιλάει πολύ ωραία και πολύ γλυκά».Για τον λόγο της επίσκεψηςτουΑρχιεπίσκοπου Αλβανίας στο Σιδηρόκαστρο , ο σεβασμιώτατος μητροπολίτης Σιδηροκάστρου κ. Μακάριος ,δήλωσε « Έρχεται για το μνημόσυνο του μακαριστού γέροντα Ευσεβίου ,που χάσαμε πριν λίγο καιρό . Με τον μακαριστό γέροντα , ο Αρχιεπίσκοπος ΑλβανίαςΑναστάσιος ήταν πάρα πολύ καλοί φίλοι, όταν σπούδαζαν στην Γερμανία, όπως μου έχει πει ο ίδιος όταν επικοινωνήσαμε»
Ποιος είναι ο Αναστάσιος
Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος (Γιαννουλάτος του Γερασίμου) γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1929 στον Πειραιά. Υπήρξε επίσκοπος Ανδρούσης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενικός Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Μετά τα εγκύκλια μαθήματα σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου και έλαβε το πτυχίο του το 1952. Παράλληλα με τις θεολογικές του σπουδές αναμείχθηκε με οργανώσεις ορθόδοξης νεολαίας. Το 1960 χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος - αρχιμανδρίτης το 1964. Παράλληλα ξεκίνησε ιεραποστολικά ταξίδια στην Αφρική και κυρίως στην Ουγκάντα. Εκεί έμαθ. Στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στις Φιλοσοφικές Σχολές του Αμβούργου και Μαρβούργου στη Γερμανία (1965-1969) ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος "Alexander von Humboldt".
Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα οργάνωσε και διεύθυνε το Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο "Πορευθέντες" καθώς επίσης και το Διορθόδοξο Κέντρο Αθηνών της Εκκλησίας της Ελλάδος (1971-1975). Η προσφορά του αναγνωρίστηκε σύντομα με τη χειροτονία του σε επίσκοπο Ανδρούσης το 1972. Τον ίδιο χρόνο ανέλαβε έκτακτος καθηγητής Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Διευθυντής του Τομέα Θρησκειολογίας και Κοινωνιολογίας και Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1976 τακτικός καθηγητής. Έγινε επίσης γενικός διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Παράλληλα ανέπτυξε και επιστημονική δραστηριότητα. Εξέδιδε το περιοδικό "Πορευθέντες" στην ελληνική και αγγλική σε όλη τη δεκαετία 1960-1970. Το 1981, μετά την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του, αναχώρησε και πάλι για την Αφρική, αυτή τη φορά ως Μητροπολίτης Ανατολικής Αφρικής. Η δικαιοδοσία του εκεί περιλάμβανε την Κένυα, την Ουγκάντα και την Τανζανία, όπου πραγματοποίησε τεράστιο έργο αναφορικά με τη λειτουργία της εκεί εκκλησίας. Μετά από 10 χρόνια επέστρεψε στην Αθήνα.
Τον Ιούλιο του 1991 επιλέχθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο και εστάλη ως Έξαρχος στην Αλβανία, με σκοπό την αναζήτηση στελεχών για την επανασύσταση της τοπικής εκκλησίας, μετά την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Καθεστώτος που είχε θεμελιώσει ο Εμβέρ Χότζα. Εκεί βρήκε μόνο κάποιους γηραιούς, βιαίως αποσχηματισθέντες ιερείς, στους οποίους ήταν αδύνατο να βασιστεί η τοπική εκκλησία. Έτσι, αργότερα την ίδια χρονιά, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επέλεξε τον ίδιο για Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας. Στις 4 Ιουλίου 1992 ενθρονίστηκε ως νέος Αρχιεπίσκοπος της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας.
Το έργο που ξεκίνησε έκτοτε, μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορικό. Παρέλαβε μια εκκλησία εντελώς κατεστραμμένη και την ανέστησε εκ βάθρων.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι αντεπιστέλλον Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Πρόεδρος της Συνέλευσης Παγκοσμίου Ιεραποστολής του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, Πρόεδρος της Επιτροπής Συμπαραστάσεως Κυπριακού Αγώνα, Πρόεδρος της Επιτροπής Πρόνοιας της Πνευματικής Κληρονομιάς της Κύπρου, Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Μεσογειακών και Αραβικών Σπουδών. Είναι Επίτιμο μέλος του Kuratorium του ρωμαιοκαθολικού Ιδρύματος Pro Oriente (Βιέννη, 1989). Από το 1998 είναι Επίτιμο μέλος της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας. Το έτος 2003 του απονεμήθηκε το «Δίπλωμα π. Δημητρίου Στανιλοάε», η ανώτερη θεολογική διάκριση που θεσπίσθηκε πρόσφατα στη Ρουμανία. Το έτος 2004 εξελέγη Αντιπρόεδρος της Συνελεύσεως των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών. Είναι επίτιμος διδάκτωρ Θεολογίας και Φιλοσοφίας 15 Πανεπιστημιακών Σχολών ή Τμημάτων. Το 2006 εξελέγη Πρόεδρος (για την Ευρώπη) του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ομιλεί επίσης αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ρωσικά και αλβανικά και όταν επισκέπτεται την Αθήνα διαμένει στο Ψυχικό (παλαιότερη μόνιμη κατοικία του).
Το συγγραφικό του έργο είναι τεράστιο και έχει δημοσιευτεί - πρωτότυπο ή σε μετάφραση - σε διάφορα περιοδικά του εξωτερικού και σε διάφορες γλώσσες.