φίλε Σιλβερ ξερω πως ο αγιος Νικοδημος λέει το ράντισμα των παπικών μόλυσμα...
o παπα Γιώργης μαλιστα παραθετει ομολογια προσερχομενου ετεροδοξου,που ανεκάλυψε σε επτανησιακη βιβλιοθηκη.:
Επιστροφή και ομολογία λατίνου τινός ονόματι Βερνάρδου Φραδελλώνου, Διδασκάλου όντος εν Κεφαλληνία, εν τη πόλει Ληξουρίου, όστις εβαπτίσθη παρά του ιερέως Γερασίμου Καλού[357], κατά το δόγμα της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας και τω εδόθη το όνομα Γεράσιμος.
Τω 1857 τη εβδόμη Μαΐου έ.π.
Ερ.: Η επιστροφή σου προς την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, μήπως προέρχεται από καμμίαν κοσμικήν επίρροιαν, ή βίαν, ή άλλον τινα σκοπόν επʼ ελπίδι απολαβής υλικών συμφερόντων και ουχί από εσωτερικήν τινα και καθαράν πεποίθησιν, του να επιστρέψης εις την αμώμητον και άδολον διδασκαλίαν της αοράτως εν ημίν παρισταμένης Αγίας Τριάδος ομολόγησον ευσυνειδότως και δημοσία, μη τι εκ των ανωτέρω λεχθέντων ή άλλο οιονδήποτε μεσολαβή εις τον όλως ιερόν και επίζηλον σκοπόν της επιστροφής σου.
Απ.: Ομολογώ ευσυνειδότως, ότι ουδέν έτερον με πειθαναγκάζει, ει μη απλή τις και άδολος πεποίθησις.
Ερ.: Αποπτύεις εξ όλης ψυχής και αποτάσση άπαντα τα αλλότρια των λατίνων δόγματα, όσα οι κατά καιρούς Πάπαι εκαινοτόμησαν, διαφωνούντα ουσιωδώς με το κείμενον του Ιερού Ευαγγελίου και το κύρος της καθόλου αρχαίας Εκκλησίας;
Απ.: Αποπτύω και αποτάσσομαι όλα ταύτα.
Ερ.: Γνωρίζεις, ότι η Αγία του Χριστού Εκκλησία, καθολική ούσα, μία διετέλει απαραμείωτος και απαραχάρακτος καθʼ όλους τους οκτώ πρώτους αιώνας και ότι τότε πρώτον παρεισέφρυσεν εν τη Δύσει εις το Ιερόν της πίστεως Σύμβολον η προσθήκη και «εκ του Υιού», απάδουσα προφανώς με την διδασκαλίαν του Θεανθρώπου, «Το Πνεύμα της αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται»[358] και αθετούσα το κύρος των επτά Οικουμενικών Συνόδων, αι οποίαι και απηγόρευσαν ρητώς πάσαν προσθήκην ή αφαίρεσιν εις την συνεπτυγμένη ταύτην διδασκαλίαν της Πίστεως; Απορρίπτεις και αποδοκιμάζεις αυτήν, παραδεχόμενος αφʼ ετέρου από την σήμερον το Ιερόν σύμβολον εν τη αυτού ακεραιότητι, όπως συνετάχθη και διεδόθη υπό των Ιερών Συνόδων, ως Ιεράν παρακαταθήκην;
Απ.: Αποπτύω την προσθήκην ταύτην, ασπάζομαι και τιμώ αυτό, άνευ αυτής.
Ερ.: Αρνείσαι την εν Φλωρεντία ψευδοσύνοδον και λογίζεσαι αυτήν ως ουδέν, καθό υπαγορευθείσα από Σατανικόν φιλοδοξίας Πνεύμα και επηρεασθείσα υπό της δυνάμεως του ισχυροτέρου[359]; Αποδοκιμάζεις και αποπτύεις όσα νόθα και αλλότρια εδογμάτισε μη συνάδοντα με τας πράξεις και το πνεύμα των επτά Οικουμενικών Συνόδων;
Απ.: Αρνούμαι και αποπτύω αυτήν.
Ερ.: Απορρίπτεις μεθʼ ημών και απαρνείσαι την κακόζηλον των λατίνων δόξαν, επινόημα κερδοσκοπικόν και γέννημα των Παπών, όπως διʼ αυτής καπηλεύονται την ψυχικήν σωτηρίαν των Πιστών, το καθαρτήριον, λέγω πυρ, λέξις και δόξα άγνωστος όλως εν τη αρχαία Εκκλησία;
Απ.: Ναι, το αποπτύω.
Ερ.: Αποστρέφεσαι και αποβάλλεις προσέτι την καινοτομίαν της Δυτικής Εκκλησίας, διʼ ης αποστερεί τους λαϊκούς του θείου Ποτηρίου της Ευχαριστίας, ως εναντιουμένη απʼ ευθείας εις τον θείον λόγον, «Εάν μη φάγητε την σάρκα του Υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς»[360] και απάδουσα με την καθολικήν της Εκκλησίας παράδοσιν;
Απ.: Αποστρέφομαι και ταύτην την καινοτομίαν.
Ερ.: Αποπτύεις τον εν τω Ιερώ Βαπτίσματι ραντισμόν της Δυτικής Εκκλησίας, ως όλως απάδοντα με την διδασκαλίαν του Αποστόλου Παύλου και την των Πατέρων αρχαίαν παράδοσιν, και παραδέχεσαι αφʼ ετέρου μετά βαθείας υποκλίσεως και σεβασμού την τρίτην (γρ. Τριττήν) της Ορθοδόξου Εκκλησίας κατάδυσιν εν τω ύδατι, καταγγέλλουσαν σαφώς την ταφήν του Κυρίου και την τριήμερον αυτού Ανάστασιν;
Απ.: Αποπτύω τον ραντισμόν, δέχομαι, σέβομαι και τιμώ το Βάπτισμα της Ανατολικής Εκκλησίας.
Ερ.: Ομολογείς ότι κακώς ποιούσα η των Λατίνων Εκκλησία αποστερεί τον βαπτιζόμενον του Μυστηρίου του Χρίσματος, το οποίον η καθʼ ημάς Εκκλησία δίδωσιν αμέσως μετά το Βάπτισμα, κατά την ομολογίαν πασών των Εκκλησιών, ίνα προσέρχωνται άπαντες κεχρισμένοι τω Αγίω Μύρω εις την μετάληψιν της θείας Ευχαριστίας;
Απ.: Ομολογώ, ότι κακώς ποιεί.
Ερ.: Ομολογείς προσέτι, ότι κακώς ποιεί χρωμένη εν τη θεία Ευχαριστία άζυμον άρτον, αντί του ενζύμου, τον οποίον παρεδέξαντο άπασαι αι Εκκλησίαι της αρχαιότητος, και ότι η χρήσις αυτού υπάρχει σύμφωνος με την σταθεράν Παράδοσιν αυτών;
Απ.: Αποπτύω την πλάνην των Λατίνων και ασπάζομαι την χρήσιν του ενζύμου, τον οποίον η Ανατολική Εκκλησία χρωμένη καλώς ποιεί.
Ερ.: Αποδοκιμάζεις και βδελύττεσαι τον παράλογον ισχυρισμόν της Δυτικής Εκκλησίας, ως προς την Καθολικήν Πνευματικήν και Κοσμικήν Κυριαρχίαν του θρόνου της Ρώμης, επί πασών των Εκκλησιών, το αλάνθαστον και αναμάρτητον, τα οποία η Εκκλησία των οκτώ πρώτων αιώνων ουδέποτε ούτε εγνώρισεν ούτε μετεχειρίσθη, και συνομολογείς μεθʼ ημών, ότι η Καθολική Εκκλησία, γνησίως και κανονικώς συναχθείσα εις Σύνοδον, έχει την εξουσίαν να κρίνη και να ανακρίνη πάσαν Εκκλησιαστικήν υπόθεσιν , και αυτόν τον Πάπαν, και ότι ουδέποτε απένειμεν εις τον θρόνον της Ρώμης κυριαρχίαν οιανδήποτε, αλλά μόνον πρωτείον τι τάξεως και τιμής δια το να ήτο τότε η Ρώμη Βασιλεύουσα;
Απ.: Αποδοκιμάζω και βδελύττομαι την παραλογίαν ταύτην και σύμφημι μετά της Ανατολικής Εκκλησίας, ότι πρώτιστον Πνευματικόν Αρχηγόν και κεφαλήν δεν αναγνωρίζουσι άπασαι αι Εκκλησίαι, ει μη μόνον τον Ιησούν Χριστόν, και την Αυτού, των Αποστόλων και των Συνόδων διδασκαλίαν, αυταί δε εισιν αλλήλαις αδελφαί αχώριστοι και συνδεδεμέναι δια του Πνευματικού της αγάπης δεσμού προς καταρτισμόν των Πιστών.
Ερ.: Υπάρχουσι και άλλα τινά επουσιώδη εν τη Δυτική Εκκλησία παρεμβεβισμένα και απάδοντα εις τας αρχαίας παραδόσεις, ως η νηστεία και γονυκλισία εν Σαββάτω, το να προσεύχωνται εστραμμένοι προς Δυσμάς, ποιούντες το σημείον του Σταυρού δυσί μόνον δακτύλους αθετούντες το Ομοούσιον και Ομότιμον του Υπερτάτου της Τριάδος Μυστηρίου· τα τοιαύτα και όσα άλλα εκαινοτόμησαν, αποβάλλεις ευσυνειδότως και ασπάζεσαι τα της Ανατολικής, ήτις διατηρεί πάντα ταύτα ακίβδηλα, όπως τα παρέλαβε παρά των Αγίων Αποστόλων και Ιερών Συνόδων;
Απ.: Ναι αποτάσσομαι και αποδοκιμάζω άπαντα τα αλλότρια ταύτα.
Ερ.: Ανάγνωσον άνευ προσθήκης το Ιερόν της Πίστεως σύμβολον εις επήκοον πάντων σαφώς και ευκρινώς.
Απ.: Πιστεύω εις ένα Θεόν...
Ερ.: Επισφράγισον δια της υπογραφής σου την ανωτέρω Ομολογίαν σου.
(Εν συνεχεία σημειοί ο αντιγραφεύς του κειμένου:)
Η παρούσα ομολογία ευρίσκεται υπογεγραμμένη εν τη Εκκλησία της Κεφαλληνίας.
(Ακολουθεί δε:)
Λογίδριον εκφωνηθέν παρά του ρηθέντος Ιερέως μετά το θείον Βάπτισμα εν τη προς τον νεοφώτιστον της Θείας Μεταλήψεως μεταδόσει.
Τέκνον εν Κυρίω αγαπητόν,
Το πνεύμα της πλάνης παρέσυρε «κρίμασιν οις οίδε Κύριος» εις την ευρύχωρον οδόν και την πλατείαν πύλην, πολλάς μυριάδας πιστών, παρεκτραπείσας όπισθεν του Αρείου και των λοιπών αιρεσιαρχών, εν αις και η πάλαι ποτέ Πνευματική ημίν αδελφή Ρωμαϊκή Εκκλησία, ήτις επί οκτώ ολοκληρωτικούς αιώνας συνέτρωγε μεθʼ ημών τον πνευματικόν εκείνον Άρτον και έπινε το Πανάχραντον Ποτήριον της Θείας Ευχαριστίας, επί μιας μόνης Μυστικής Τραπέζης απαραμείωτα, όπως παρέλαβε ταύτα και εδιδάχθη εν τω Μυστικώ Δείπνω παρά του Θεανθρώπου Σωτήρος ημών. «Και γαρ εις Κύριος, μία Πίστις, εν Βάπτισμα!»[361] Αλλά φευ! Μετά το αξιοδάκρυτον εκείνο σχίσμα της Ρωμαϊκής Εκκλησίας ανεφάνη το Πνευματικόν Ποίμνιον του Ιησού εκόν ακόν διηρημένον εις δύο εχθρικά αντιμαχόμενα στρατόπεδα ερίζοντα προς άλληλα όχι πλέον δια το άνηθον και το κύμινον, αλλά περί σπουδαίων και υψηλών αντικειμένων αποβλεπόντων την σωτηρίαν απάσης εν γένει τ
ης ανθρωπότητος! Αύτη όμως η πάλη είναι πολύ άνισος και πολύ διάφορος· καθότι η μεν Εκκλησία της Ρώμης προσηλυτίζει δια της υλικής σπάθης και του πυρός, η δʼ Ανατολική απʼ εναντίας, καθό τηρούσα ανόθευτον και απαραχάρακτον την διδασκαλίαν των Αποστόλων και Προφητών, νουθετεί και διδάσκει απλώς τους επιστρέφοντας εις αυτήν δια της πνευματικής, «ήτις εστί ρήμα Θεού»[362].
Συ δε, ω τέκνον μου αγαπητόν, έχεις πρόσφατον παράδειγμα εις τους οφθαλμούς σου, τινί δηλαδή τρόπω η φιλόστοργος μητήρ ημών, η Ανατολική Εκκλησία, δέχεται εις τας αγκάλας της τους μετανοούντας ειλικρινώς και προσερχομένους εις αυτήν. Ωμολογήσας εις τον λίβελλόν σου, τον οποίον παρεκατέθεσας (sic) εις την ενταύθα τοπικήν Εκκλησίαν, ότι ουδεμία κοσμική βία, ή υλικόν τι αντικείμενόν σε προέτρεψεν εις τούτο, αλλά μία εγκάρδιος και καθαρά πεποίθησις του να επανέλθης εις την πνευματικήν και ευθείαν οδόν. Ήλθεν μετά βαθείας υποκλίσεως και συντετριμμένης καρδίας προς εμέ, εκφράζων τον ουράνιον σκοπόν σου, και αφʼ ου διήλθον όλα τα πνευματικά μέσα, όσα υπαγορεύει η Υμετέρα (γρ. ημετέρα) Εκκλησία, σε ωδήγησα εις την Ιεράν ταύτην κολυμβήθραν, ένθα ήμην υπουργός ανάξιος και μάρτυς του υπερφυούς τούτου Μυστηρίου του Βαπτίσματος της σης παλιγγενεσίας. Καταβάς προ ολίγου εις την Ιεράν Κολυμβήθραν μετά του Προπατορικού «ρύπου της αμαρτίας», και θάψας εκεί «το παλαιόν άνθρωπον» εν τοις ύδασι, «συν ταις πράξεσιν αυτού και ταις επιθυμίαις»[363], ανέβης ήδη εξ αυτής ως αγνόν και απαλόν βρέφος, ενδεδυμένος τον νέον Αδάμ, ήτοι τον Μονογενή Υιόν του Θεού, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, «ος τετραυμάτισται δια τας αμαρτίας ημών, και μεμαλάκισται δια τας ανομίας ημών»[364]
Τέκνον! Βάδιζε ήδη μετά θάρρους προς την Πνευματικήν Τράπεζαν των αχράντων του Χριστού Μυστηρίων· φύλαττε ταύτα εν τη καρδία αμόλυντα ως Ιεράν «παρακαταθήκην»[365], άτινα μέλλουν να σε αναβιβάσωσι μετʼ ου πολύ εις την Ουράνιον Ιερουσαλήμ. Ο βίος ημών είναι βραχύς. Παρέρχεται ως αστραπή, και τότε ο τάφος έσεται ο μάρτυς των πράξεών μας, τέκνον,, ζηλώ την προαίρεσιν σου και μακαρίζω την τύχην σου, εάν διατελής νήφων, όσον το εφικτόν εις εσέ, από τας παγίδας του αλλοτρίου. Την ημέραν ταύτην κατάγραψον εις τα βάθη της ψυχής σου, και η δύναμις του Υψίστου, είθε να κατευθύνη τα διαβήματά σου εις παν έργον αγαθόν...