Ευεργετινά αποσπάσματα

Πνευματικά άρθρα και Αναγνώσματα.Αποσπάσματα από διάφορα βιβλία.

Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές

Απάντηση
andronikos
Έμπειρος Αποστολέας
Έμπειρος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 279
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 08, 2005 5:00 am
Τοποθεσία: Περιστέρι

Δημοσίευση από andronikos »

Εν τω βίω του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος
ΕΝΑΣ Μοναχός τον καιρόν εκείνον διερχόμενος από την Αλεξάνδρειαν είχε μαζί του και μίαν ωραιοπρόσωπον κόρην, μερικοί τότε από τους ανθρώπους της Έκκλησίας τον είδον και καταγγέλλουν εις τον Μακάριον Ίωάννην το περιστατικόν, ότι δήθεν η συντροφιά του Μοναχού και της κόρης πολλούς σκανδαλίζει, αυτός δε παρασυρθείς από τους λόγους των και νομίσας, ότι κάνουν αύτην την υπόμνησιν κινούμενοι από θείον ζήλον, διατάσσει να συλλάβουν τον Μοναχόν και την κόρην και να τους δείρουν σκληρότατα, κατόπιν δε να τους κλείσουν χωριστά είς την σκοτεινοτέραν φυλακήν. Αφού δε εξετελέσθη η διαταγή και εφυλακίσθησαν ο Μοναχός μετά της κόρης, και το σκότος της νυκτός εκάλυψε την πόλιν της Αλεξανδρείας, κατά τα μεσάνυκτα ένα τρομακτικόν όνειρον κατετάραξε τον Πατριάρχην, παρουσιάζεται ο Μοναχός αποκαλύπτων το καταπληγωμένον σώμα του και λέγει απευθυνόμενος προς αυτόν με απλότητα και αφέλειαν «Τι λοιπόν σου αρέσουν αυτά, Δέσποτα; Πίστευσε, ότι αυτήν εδώ τουλάχιστον την φοράν έχεις απατηθή και συ ως άνθρωπος». Έγερθείς ο Πατριάρχης εκ τού ύπνου, αμέσως στέλλει και καλεί πλησίον του τον Μοναχόν, αφού τον εξήγαγεν από την φυλακήν, ούτος δε μόλις ηδύνατο να βαδίζη από τα πολλα τραύματα. Ο Πατριάρχης τον εκοίταξε με τα προσοχής και ανεγνώρισεν εις το πρόσωπόν του τον Μοναχόν τον οποίον είδεν εις τον ύπνον του! Έπιθυμών δε να μάθη, εάν, πράγματι, τόσας πληγας είχε, όσας έφερε και κατά την εμφάνισιν εις το όνειρον, διατάσσει να απογυμνωθή, αφού καλύψη τα απόκρυφα μέλη του με μίαν πετσέταν, Κατά θείαν όμως οικονομίαν ελύθη η πετσέτα και απεκαλύφθησαν τα απόκρυφα μέλη του, Και τότε, ενώ ο Μοναχός είχε γίνει κατακόκκινος από την εντροπήν, απεδείχθη, ότι ήτο ανίκανος δια την αμαρτίαν, επειδη ήτο ευνούχος αν και λόγω τού νέου της ηλικίας, δεν ήτο δυνατόν ενωρίτερον να απαλλαγή πάσης υπονοίας, Αμέσως λοιπόν ο Πατριάρχης, κατάπληκτος από τα γεγονότα, απεμάκρυνε τους κατηγόρους του Μοναχού από τα εκκλησιαστικά των αξιώματα και τους επέβαλε την ποινήν της τριετούς αργίας, Εις δε τον θεοφιλή Μοναχόν απελογείτο δεόντως και εζήτει παρ' αύτού συγχώρησιν δια το κακόν, που τού επροξένησε, χωρίς να γνωρίζη την κατάστασίν του.
Αλλά δεν δύναμαι, έλεγεν, ο Πατριάρχης προς τον Μοναχόν, να επαινέσω και την ίδικήν σου
ενέργειαν, καθ' ην, ενώ είσαι Μοναχός και φαίνεσαι τόσον νέος, περιφέρεσαι εις τας πόλεις
και σύρεις πλησίον σου μίαν γυναίκα, σκανδαλίζων τοιουτοτρόπως τους περισσοτέρους ,
'Εκείνος δε με την αρμόζουσαν εντροπήν και μετριότητα απήντησεν
«Ας είναι ευλογητός ο Κύριος, Δέσποτα σε διαβεβαιώ, ότι δεν ψεύδομαι. Προ ολίγων ημερών
εύρισκόμουν είς Γάζαν, και από εκεί, ενώ επήγαινα να προσκυνήσω τους Αγίους Κύρον και Ιωάννην, με συναντά κατά το εσπέρας η κόρη αυτή, αμέσως με σεβασμόν πίπτει έμπροσθεν των ποδών μου παρακαλούσα με να την συνοδεύσω, διότι επεθύμει να γίνη Χριστιανή, η κόρη αυτή ήτο Έβραία.
Εγώ λοιπόν, φοβηθείς την τιμωρίαν του Θεού, ο οποίος διέταξε να μη περιφρονώμεν κανένα
από τα ασήμαντα πλάσματά του, μετά προθυμίας ακούσας την παράκλησιν αυτήν, απεφάσισα
να την συνοδεύσω. Δεν είχον άλλωστε λόγον να φοβηθώ πειρασμικήν ενέργειαν, διότι
εύρίσκομαι είς την κατάστασιν της σωματικής αναπηρίας. Αφού λοιπόν έφθασα εκεί, δηλαδή
εις τον Ναόν τών Αγίων Αναργύρων, και επραγματοποίησα τό τάξιμόν μου, εδίδαξα είς αυτήν
την Χριστιανικήν Πίστιν.Έκτοτε με αίσθήματα αγνά την έχω μαζί μου δια να την
προστατεύω και την συντηρώ με τα ελέη τών Χριστιανών, φροντίζω δέ, εάν δυνηθώ, να την
κατατάξω είς γυναικείον Μοναστήρισν».
Μόλις ήκουσεν αυτά ο Μακάριος εκείνος Πατριάρχης ανεφώνησε κατάπληκτος «Βαβαί!
Πόσοι δούλοι τού Θεού ζούν χωρίς θόρυβον και επιδείξεις, έστω και εάν παραμένουν εις
ημάς άγνωστοι!» Αμέσως δε προσφέρει ως δώρον εις τόν Μοναχόν εκατόν νομίσματα,
εκείνος όμως ηρνήθη να τα δεχθή απαντών, «Εάν ο Μοναχός έχη πίστιν, δεν χρειάζεται
χρήματα, εάν πάλιν αγαπά τα χρήματα, τότε η ψυχή του είναι έρημος από πίστην». Άφού
είπεν αυτά και ησπάσθη την χείρα τού Πατριάρχου ανεχώρησε.
2. Τότε ο Πατριάρχης συνεβούλευσε τους παρευρισκομένους να αποφεύγουν τας
εναντίον τών Μοναχών κατηγορίας, επανέλαβε δε και μίαν ύπέροχον φράσιν τού αοιδίμου βασιλέως Άγίου Κωνσταντίνου, την οποίαν απηύθυνε πρός μερικούς, που τού
επέδωσαν λιβέλλους εναντίον Επισκόπων, κατά την πρώτην εν Νικαία Οίκουμενικην Σύ
νοδον, απορρίπτων τας κατηγορίας εκείνας ο Μέγας Κωνσταντίνος είπε, «Εάν συνήντων
πορνεύοντα Επίσκοπον η Μοναχόν, εκβάλλων την βασιλικήν μου χλαμύδα, θα έρριπτα
αυτήν επάνω του, ώστε να τον καλύψω δια να μη τον ίδη κανείς αμαρτάνοντα». Και
συνέχισεν ο Πατριάρχης, εγνώριζε καλώς εκείνος, ότι τα ελαττώματα τών τοιούτων
ανδρών (Μοναχών και Επισκόπων), όταν φανερωθούν είς τους πολλούς, όχι μόνον
προκαλούν ανυποληψίαν τών αξίων τιμής και σεβασμού εκκλησιαστικών αξιωμάτων,
αλλά δια τών τοιούτων κακών παραδειγμάτων δικαιολογούν τας παρεκτροπάς των οι
ζητούντες αφορμήν.
Εξ αίτίας λοιπόν τού περιστατκού τού ευνούχου Μοναχού, το οποίον διετήρησε ζωηρόν
είς την ψυχήν του, δεν έδωσεν ουδεμίαν προσοχήν είς τας συκοφαντίας εναντίον τού
Μεγάλου Βιταλίου ο αείμνηστος εκείνος Πατριάρχης 'Ιωάννης ο Ελεήμων.
ΤΙ συνέβη με τον Βιτάλιον;
Αυτός προηγουμένως εφησύχαζεν είς την Μονην τού 'Οσίου Σερίδωνος αναχωρήσας δε
από την Μονήν εγκατεστάθη είς Άλεξάνδρειαν, όπου επολιτεύθη τοιουτοτρόπως, ώστε οι
άνθρωποι ευκόλως να τον κατηγορούν, ο Θεός όμως είς το έπακρον να τον δοξάση, όπως
απεδείχθη εκ των υστέρων,
'Ο Γέρων Βιτάλιος λοιπόν, όταν ήλθεν είς την Αλεξάνδρειαν, είχεν υπερβή το εξηκοστόν
έτος της ήλικίας του, αμέσως με επιμέλειαν ήρχισε να καταγράφη όλας τας πόρνας, που
ευρίσκοντο είς τα χαμαιτυπεία, Έν τω μεταξυ ανέλαβεν εργασίαν, εκ της οποίας
ελάμβανεν ώς μισθόν δώδεκα οβολούς την ήμέραν. Από αυτά τα χρήματα διέθετεν ένα
οβολόν, δια να αγοράζη λούπινα, τα οποία έτρωγε μετά την δύσιν τού ήλίου, τους
υπολοίπους δε οβολούς διέθετε κατά τον ακόλουθον τρόπον: Καθ' εκάστην νύκτα
μετέβαινε και εις ένα καταγώγιον της αμαρτίας και συνήντα αμαρτωλόν γυναίκα, προς
αυτήν προσφέρων τα χρήματα έλεγε, «Πάρε αυτά τα χρήματα και σε παρακαλώ αυτήν
την νύκτα μη διαπράξης, προς χάριν μου, την αμαρτίαν», Έκείνος δε παρέενεν όλην την
νύκτα εις μίαν γωνίαν τού καταγωγίοu, όπου γονυπετής δεν έπαυε να προσεύχεται
θερμώς υπέρ της ψυχής της αμαρτωλού απαγγέλλων μέχρι πρωίας ψαλμούς, Μόλις δε
ήρχιζε να χαράζη ανεχώρει, αφού προηγουμένως εξώρκιζε την γυναίκα της αμαρτίας να
μη αποκαλύψη είς ουδένα το διάβημα αυτό, Και πράγματι το γεγονός αυτό διετηρείτο
μυστικόν. Μόνον μία εξ αυτών κάποτε ετόλμησε
να περιφρονήση τους δοθέντας όρκους και να αποκαλύψη το έργον τού γέροντος,
εδαιμονίσθη όμως αμέσως με την προσευχήν του, ώστε αι άλλαι να φοβηθούν και καμμία
να μη τολμήση πλέον να φανερώση κάτι απο τον βίον του, Ό δούλος τού Θεού Βιτάλιος εις
εν μόνον απέβλεπεν, την σωτηρίαν τών ψυχών τών αμαρτωλών εκείνων γυναικών, εναντίον
δε τών κατ' αυτού φλυαρούντων δεν ηγανάκτει, αλλά προσηύχετο να τους συγχωρήση ο
Θεος δια τας συκοφαντικάς των κρίσεις, Το έργον δε αυτό εγένετο αφορμή εις πολλάς να
σωθούν, διότι βλέπουσαι αι αμαρτωλαί γυναίκες την ολονύκτιον αγρυπνίαν τού γέροντος, το
ακατάπαυστον της ψαλμωδίας και την επίμονον προσευχήν του δια την μεταβολήν των,
συνεκινούντο απομακρυνόμεναι τών αισχρών πράξεων και φροντίζουσαι με επιμέλειαν δια
την σωφροσύνην, και άλλαι μεν εξ αυτών ελάμβανον νόμιμον σύζυγον δια τού Μυστηρίου
τού γάμου, άλλαι απεμακρύνοντο οριστικώς τού επονειδίστου επαγγέλματος, άλλαι δε πάλιν
τελείως αποτασσόμεναι τον κόσμον προετίμων τον ανώτερον βίον τών Μοναχών, Πάντως
κανείς, εν όσω έζη, δεν αντελήφθη τον θεάρεστον και φιλάνθρωπον αυτού βίον, τον οποίον
αθορύβως μετήρχετο,
Κάποτε όμ;ως, ενω εξήρχετο απο την κακόφημον συνοικίαν της πρωτευούσης, συνηντήθη με
ένα ακόλαστον και διεφθαρμένον άνθρωπον, ό όποίος εισήρχετο προς τον σκοπόν της
αμαρτίας εις την περιοχήν του καταγωγίου, ούτος λοιπόν ηγανά
κτησε, δήθεν, από αηδίαν
προς τον γέροντα και του καταφέρει με όλην την δύναμιν της χειρός του κτύπημα εις τον
αύχένα λέγων συγχρόνως" «Πότε πλέον θα απομακρυνθής των αισχρών σου πράξεων,
χριστοκάπηλε ;», Ό γέρων εις την επίθεσιν αύτην απήντησε: «Πτωχέ άνθρωπε, πρόκειται
να σου καταφερθή ηχηρότατον ράπισμα, το όποίον θα σου προξενήση τόσον πόνον, ώστε εις
τας κραυγάς σου θα συγκεντρωθή σχεδον όλη ή Αλεξάνδρεια».
Μετα απο αρκετον χρόνον ό άνθρωπος εκείνος του Θεου Βιτάλιος απέρχεται προς Κύριον,
ευρίσκετο δε τότε εις εξοχικήν τινα συνοικίαν καλουμένην Ηλιούπολιν, κατοικών εις
μικρότατον κελλίον, το όποίον έκτισεν ό ίδιος πλησίον ενός μικρού οικίσκου, τον όποίον
παρεxώρησαν οι γείτονες και εγένοντο θρησκευτικαί συνάξεις,
Τον θάνατόν του καίτοι ουδείς αντελήφθη ως εξης εγνώσθη, συγχρόνως με την εις Κύριον
εκδημίαν του Οσίου εμφανίζεται εις τον διεφθαρμένον εκείνον άνθρωπον, που ερράπισε τον
'Όσιον, ένας απαίσιος και φοβερος αιθίοψ κτυπά δε αυτόν τόσον έντονα και ηχηρώς εις τας
παρειάς, ώστε ό κρότος να γίνη αισθητός εις αρκετήν απόστασιν, και του λέγει «Λάβε αυτό
το ράπισμα, το έχει στείλει δια σε ο Μοναχος Βιτάλιος, όπως προείπεν», Αμέσως δε ο
δυστυχης εδαιμονίσθη και εκυλίετο εις τον δρόμον, τόσον δε μεγίστη υπήρξεν η εντύπωσις
του κόσμου από το περιστατικον αύτό, ώστε προσέτρεξαν όλοι σχεδον οι κάτοικοι τής
Αλεξανδρείας, όπως ακριβώς είχε προείπει ο Άγιος,
Αφού συνήλθε μετά από αρκετην ώραν, έσχιζε τα ενδύματά του και τρέχων δρομαίως προς
το κελλίον του Αγίου, εφώναζε σπαρακτικά, «Ελέησόν με, δούλε του Θεού Βιτάλιε, διότι
πάρα πολύ ημάρτησα ενώπιον του Θεού και απέναντί σου». Εν τω μεταξύ προσέτρεξαν
αρκετοί, όταν δε έφθασαν έξωθι του κελλίου του Οσίου ενώπιον πάντων κατελήφθη και
πάλιν υπό του δαίμονος, και αφού επι πολύ τον εσπάραξε, τον αφήκε.
Βλέποντες αύtα μερικοί από τους παρατυχόντας εισήλθον εις το κελλίον του γέροντος, δια
να του αναγγείλουν το γεγονός.Έμειναν όμως κατάπληκτοι, ό "Όσιος είχε παραδώσει εις
τον Θεον την μακαρίαν ψυχήν του, καθʼ ην στιγμήν γονατιστός προσηύχετο, εις την στάσιν
αύτην τον είδον οι εισελθόντες. Εν συνεχεία κύπτοντες εις το έδαφος παρετήρησαν, ότι είχον
γραφή τα έξης επ• αυτού, « Άνδρες , Αλεξανδρείς, μη κρίνετε τίποτε προώρως, εως ου έλθη
ο Κύριος», τότε και ο δαιμονισθείς εξωμολογείτο ενώπιον όλων και όσα εναντίον του
δικαίου έκαμε και όσα προφητικά λόγια παρʼ εκείνου ήκουσε, τά όποία τώρα προσφάτως
εξεπληρώθησαν εις αυτόν.
Αμέσως επληροφόρησαν τον Πατριάρχην περί όλων αυτών, εκείνος τότε, χωρίς αναβολήν,
καταφθάνει συνοδευόμενος απο όλον τον Κλήρόν του. Μόλις δε ανέγνωσε την περίεργον επί
του εδάφους γραφήν, ανεφώνησεν έκπληκτος• «Εαν έδιδα σημασίαν είς τούς λόγους τών
κατηγόρων του μακαρίου αυτού ανθρώπου, είς το πρόσωπον το ιδικόν μου θα κατεφέρετο το
ηχηρόν εκείνο ράπισμα». Πληροφορηθείσαι την είδησιν τού θανάτου και αί πρώην
διεφθαρμέναι γυναίκες τής πόλεως, τας οποίας ο 'Όσιος είχεν οδηγήσει είς μετάνοιαν,
συνεκεντρώθησαν όλαι δια να παρακολουθήσουν την κηδείαν τού τιμίου σώματος,
εναποθέτουσαι δε είς αυτο αρώματα μετά θρήνου έκλαιον την στέρησίν του, διηγούμεναι εν
τώ μεταξυ πόσον είχον ωφεληθή απο την διδασκαλίαν του. Ανέφερον την ενάρετον ζωήν,
την οποίαν έζη, ώστε όχι μόνον δεν εκοιμήθη είς το πλευρον μιας εξ αυτών, η έκαμε αναιδή
χειρονομίαν, αλλ' ούτε καν εσήκωσε τους οφθαλμούς του δια να παρατηρήση μίαν από
αυτάς.
Είς τας αφηγήσεις αυτάς μερικοί κατηγόρουν τας γυναίκας, διότι δεν απεκάλυπτον αυτά και
εγένοντο τοιουτοτρόπως πρόξενοι ώστε και ο κόσμος να σκανδαλίζεται, αλλά και ο
μακάριος εκείνος να συκοφαντήται. Προς αυτούς απολογούμεναι έλεγον «Είχε δώσει είς
ημάς τοιαύτην παραγγελίαν και μας είχε δεσμεύσει με επιτίμια να τον σεβασθώμεν».
Χαρακτηριστικώς δε διηγούντο το υπό του δαίμονος πάθημα εκείνης, η οποία ηθέτησε την
υπόσχεσίν της.
Ό δε ραπισθείς υπό του Αιθίοπος τόσον θαυμαστώς, όστις ώς γνωστον με θρασύτητα είχε
προηγουμένως ραπίσει τον 'Όσιον, αφου συνήλθε και εθεραπεύθη, δεν έπαυσε, μετά τον
ενταφιασμόν, να επισκέπτεται συνεχώς τον τάφον του Όσίου, αναδειχθέντα πηγήν πολλών
θαυμάτων, και επετέλει κατ' έτος δια ψαλμών την μνήμην αυτού. Μάλιστα δε μετά από
ολίγα έτη εκάρη Μοναχος είς την Μονην τού Άββα Σερίδωνος, όπου παρέμεινε μέχρι του
θανάτου του είς το κελλίον τού Όσίου Βιταλίου, τον οποίον ηυλαβείτο πάρα πολύ.
Ό Πατριάρχης 'Άγιος 'Ιωάννης ο Ελεήμων ηυχαρίστει πάρα πολύ τον Θεόν, διότι
συνεκρατήθη και δεν εσκέφθη η δεν είπε λόγον ανάξιον και προσβλητικον δια τον μακάριον
και αοίδιμον εκείνον 'Όσιον. Άλλα και πολλοί κάτοικοι της Αλεξανδρείας, οι οποίοι με
ευκολίαν κατέκριναν, διορθώθησαν και την πονηράν αυτήν συνήθειαν απέβαλον.
Λαμβάνων δε αφορμήν ο Πατριάρχης έλεγεν, ότι πρέπει να προσέχωμεν να μη είμεθα
εύκολοι είς την κατάκρισιν, ανέφερε δε και το κατωτέρω ωφέλιμον περιστατικόν, το οποίον
ανέγνωσε ν είς τον βίον ενός εκ τών μεγάλων Πατέρων, είναι δε τούτο το εξής.
3. Είς την πόλιν Τύρον έφθασαν δύο Μοναχοί δι' υπηρεσίαν τινά. Ενώ δε ο εις εξ αυτών
διήρχετο απο ένα σημείον τής πόλεως, τον συναντά μία πόρνη, ονομαζομένη Πορφυρία, και
η οποία έκραζε• «Τίμιε πάτερ, σώσον με, όπως έσωσε την πόρνην και ο Χριστός». Εκείνος
δέ, χωρίς να λάβη ύπ' όψιν του τους ανθρώπους και τας κρίσεις των, την επήρεν απο το χέρι
ενώπιον όλων καί εξήλθε μετ' αυτής απο την πλατείαν της πόλεως. Αμέσως λοιπον διεδόθη η φήμη, ότι ο Μοναχος εκείνος έλαβε την Πορφυρίαν ως γυναίκά του. Διερχομένη δε μετ'
αυτού τας πόλεις και τα χωρία συναντά κάποτε τυχαίως ένα εγκαταλελειμμένον βρέφος, το
οποίον παρέλαβεν από φιλανθρωπίαν να το αναθρέψη.
Μετα απο ολίγον καιρόν έρχονται μερικοί Τύριοι εις το μέρος, όπου παρέμενον ο Μοναχός
με την άλλοτε κοινήν αυτήν γυναίκα, μόλις δε είδον να έχη εις την αγκάλην της το βρέφος,
ήρχισαν να γελούν καί να ειρωνεύωνται πικροχόλως τον γενναίον εκείνον άνδρα και
περιπαίζοντες έλεγον προς αυτήν «Δεν έπεσες έξω εις τους ύπολογισμούς σου, ωραίον τέκνον
έχεις γεννήσει εκ τού Μοναχού». Επανελθόντες δε εις Τύρον διέδιδον παντού, ότι η
Πορφυρία απέκτησε τέκνον εκ τού Μοναχού, το οποίον ομοιάζει καταπληκτικώς προς αυτόν.
Οι άνθρωποι είναι πάντοτε πρόθυμοι να πιστεύουν τας διαδόσεις και τούτο διότι είναι
διεφθαρμένοι και κακοί. Εξ ιδίων δε κρίνοντες και τα αλλότρια, νομίζουν και τους άλλους
ομοίους αυτών, εύ¬ρίσκοντες δε και άλλους προθύμους εις το να συκοφαντούν, αρχίζουν
ευκόλως να κατηγορούν τους άλλους, και διότι ευχαριστούνται εις τας τοιαύτας υποψίας και
τους συκοφαντικούς λόγους, αλλά και διότι επιθυμούν να έχουν και άλλους με τους οποίους
να ομοιάζουν εις την κακίαν, ώστε τοιουτοτρόπως να αποφεύγουν τους ελέγχους της συνει
δήσεως αυτών.
Ό συκοφαντηθείς τίμιος εκείνος Μοναχός έκαμε την Πορφυρίαν Μοναχήν και την
μετωνόμασε εις Πελαγίαν οδηγήσας αυτήν εις Παρθενώνα δια να μονάση. Mετά δε από
καιρόν, προγνωρίσας την ημέραν τού θανάτου του, αφού παρέλαβε και εκείνην, επιστρέφουν
εις Τύρον συνοδευόμενοι και από το παιδίον, το οποίον ήτο τότε επτά περίπου ετών.
Αμέσως διεδόθη, ότι έφθασαν εις την πόλιν η Πορφυρία μετα τού συζύγου της Μοναχού! Εν
τω μεταξυ ο Μοναχός ησθένησε καί επρόκειτο να αποθάνη. Πληροφορηθέντες αυτό πολλοί
κάτοικοι προσηλθον εις την οικίαν, όπου διέμενε, δια να τόν επισκεφθούν. Τότε ο Μοναχός
παραγγέλλει να τού φέρουν θυμιατήριον γεμάτον με ανημμένους άνθρακας, ύπό τα βλέμματα
δε όλων ήγγισεν εις τό θυμιατήριον τας χείράς του και τα ενδύματά του, χωρίς να καή. Εις
τους καταπλήκτους θεατάς είπε, «Ας είναι ευλογημένος ο Κύριος, ο όποίος κατά τόν παλαιόν
καιρόν διετήρησε την βάτον άφλεκτον αυτόν επικαλούμαι ως αξιόπιστον μάρτυρα, ότι όπως
ακριβώς η δύναμις του πυρός αυτού δεν κατακαίει τα ενδύματά μου, τοιουτοτρόπως και εγώ
δεν ήγγισα καθόλου γυναίκα εις όλην μου την ζωήν» .
'Όταν ήκουσαν αυτό όλοι οι παριστάμενοι κατεπλάγησαν, δοξάζοντες τον Θεόν, ο όποίος δια
τοιούτων θαυμάτων γνωρίζει να δοξάζη φανερώς τους εργάτας του, που εργάζονται κρυπτώς
και αθορύβως την αρετήν.
Μετα απο αυτα που εΙπε και έκαμεν ο Μοναχος παρέθεσε είς χείρας θεού
την μακαρίαν ψυχήν
του. Δι' αυτό λοιπόν συμβουλεύω όλα μου τα πνευματικά τέκνα, όπως προείπον, να μη είναι
εύκολοι είς την κατάκρισιν, αλλ' όσον δύνανται να περιφρουρούν τους εαυτούς των από αυτό
το έγκλημα.
( Υπόθεσις Α΄ Εδαφ. Α΄ Τόμος Γ΄)
Αββά Ισαάκ του Σύρου
ΠΑΝΤΟΤΕ και δια κάθε ζήτημα να πιστεύης πως έχεις ανάγκη διδασκαλίας και εις όλην σου την ζωήν θα αποδειχθής σοφός.
andronikos
Έμπειρος Αποστολέας
Έμπειρος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 279
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 08, 2005 5:00 am
Τοποθεσία: Περιστέρι

Δημοσίευση από andronikos »

Αγίου Εφραίμ
ΟΤΑΝ δύο αδελφοί φιλονεικήσουν, εκείνος, πού θα μετανοήση πρώτος και θα υποχωρήση θα λάβη τον στέφανο της νίκης, αλλά κασι ο δεύτερος θα στεφανωθή εφ΄όσον δεν απορίψη την πρότασιν συμφιλιώσεως, αλλά προθύμως και αυτός επιδιώξη την μεταξύ των ειρήνη.
(Υπόθεσις ΛΗ΄ Εδαφ. Β΄)
Αββά Ισαάκ του Σύρου
ΠΑΝΤΟΤΕ και δια κάθε ζήτημα να πιστεύης πως έχεις ανάγκη διδασκαλίας και εις όλην σου την ζωήν θα αποδειχθής σοφός.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Αναγνώσματα”