sakis_ έγραψε:Ioan έγραψε: "Μην ασχολείστε διότι ο παπάς είναι σαν το κάρβουνο. Οταν είναι σβηστό θα σε μουντζουρώσει κι όταν είναι αναμένο θα σε κάψει".
Θα ήθελα να παραθέσω ένα παράδειγμα:
Στον Πειραιά πριν από χρόνια καθαιρέθηκε ένας κληρικός ο οποίος ήταν και εκπαιδευτικός και συνέχισε να εξασκεί το επάγγελμά του ως λαϊκός πλέον.Φυσικά πήρε μετάθεση στην επαρχία και έμενε εκεί. Σε κάποια γιορτή ήρθε στον Πειραιά να δει τους δικούς του και πέρασε από τη γειτονιά του. Μια κυρία τον αναγνώρισε και είπε σε κάποιον άλλη:
-Ξέρεις; αυτός είναι καθηρημένος. Ήταν παπάς και τον "ξύρισαν".
Η άλλη μόλις το άκουσε, χωρίς καθόλου μυαλό, σήκωσε τα δυο της χέρια και τον φασκέλωσε από πίσω, καθώς περνούσε ο πρώην ιερεύς.
Δεν πέρασε ένας χρόνος και η γυναίκα αυτή, που μούντζωσε, πέθανε και την έθαψαν στο νεκροταφείο της Αναστάσεως.
Πέρασαν τα τρία χρόνια και έγινε η εκταφή. Βγήκε όλη λυόμενη εκτός από τα δύο χέρια τα οποία ήταν ολόκληρα, ακέραια μαζί με τις σάρκες, σαν να τα είχαν βάλει στον τάφο εκείνη την ώρα. Ήταν μαύρα, σαν να τα είχαν εκείνη την ώρα βάψει με μπογιά!!! Μαύρα και χοντρά χέρια, απαίσια στην όψι, με τα νύχια μεγάλα!
Φώναξαν τον ιερέα του τμήματος εκείνου στο Νεκροταφείο, διάβασε Τρισάγιο και συγχωρητική Ευχή, μια, δυο, τρεις φορές... τίποτα δεν έγινε!
Ειδοποίησαν τον τότε Μητροπολίτη Χρυσόστομο. Αμέσως ήρθε, φόρεσε το πετραχήλι και το ωμοφόριο, διάβασε αρχιερατική συγχωρητική Ευχή... δεν έγινε τίποτε! Περίμεναν να γίνει κάτι, αλλά δεν έγινε τίποτα!
Ανάμεσα στους συγγενείς και τους γνωστούς, που παρευρίσκονταν στην εκταφή, ήταν κι εκείνη η κυρία, που είχε δείξει στην πεθαμένη τον καθηρημενο ιερέα. Ήταν γειτόνισσα και μακρινή συγγενής της. Αυτή σκεφτόταν: Κάτι θα πρέπει να είχε κάνει με τα χέρια της, για να μην λιώνουν. Θυμήθηκε το περιστατικό εκείνο, κατάλαβε ότι αυτό ήταν η αιτία και διηγήθηκε τι είχε συμβεί.
Ο Μητροπολίτης είπε να βρεθεί αμέσως ο καθηρημένος εκείνος ιερεύς. Επειδή αυτό συνέβη σε περίοδο παύσεως των σχολείων, βρέθηκε ο πρώην ιερεύς στον Πειραιά.
Το απόγευμα της ημέρας πήγαν μαζί με τον Μητροπολίτη στο Νεκροταφείο. Ήσαν παρόντες ο ιερεύς και οι εκταφείς. Τα άλλα οστά τα είχαν φυλάξει, τα χέρια τα είχαν τοποθετήσει σε μια γωνιά.
Ο Μητροπολίτης ενημέρωσε τον καθηρημενο ιερέα:
— Κοίταξε να δεις, παιδί μου, η Χάρις της Ιερωσύνης δεν έφυγε! επειδή η Ιερωσύνη είναι κολλημένη και ενωμένη με το είναι σου και με την ψυχή σου! Συγχώρεσε την, πές «λελυμμένη και συγκεχωρημένη», ακούμπησε με τα χέρια σου τα χέρια της και το θαύμα θα γίνει.
Όταν ο καθηρημένος ιερεύς είπε "λελυμένη και συγκεχωρημένη" και πήγε να τα ακουμπήσει, τα χέρια έλιωσαν!
Κάθε λειτουργός είναι κάρβουνο. Αν είναι αγιασμένος είναι αναμμένο θα σας κάψει. Αν δεν είναι, όποιος και αν είναι είναι πάλι κάρβουνο (σβησμένο) και οπωσδήποτε θα μουτζουρωθείτε. Ποιος έπιασε κάρβουνο και δεν μουτζουρώθηκε; Ποιος έπιασε κάρβουνο και δεν κάηκε;