Σελίδα 9 από 18

Δημοσιεύτηκε: Παρ Μάιος 11, 2007 11:32 pm
από NIKOSZ
1. Είπε ο αββάς Αντώνιος:
«Εγώ δεν φοβάμαι πια τον Θεό, αλλά τον αγαπώ, γιατί η αγάπη διώχνει
πέρα τον φόβο».

2. Είπε πάλι:
«Η ζωή και ο θάνατος της ψυχής εξαρτάται από τον πλησίον. Αν
κερδίσουμε τον αδελφό, τον θεό κερδίζουμε, ενώ αν σκανδαλίσουμε τον
αδελφό, στον Χριστό αμαρτάνουμε».

7. Έλεγε ο αββάς Αγάθων:
«Αν γινόταν να βρω ένα λεπρό και να του δώσω το δικό μου σώμα και να
πάρω το δικό του, ευχαρίστως θα το έκαμνα. Γιατί αυτή είναι η τέλεια
αγάπη».

16. Έλεγε ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός:
«Δεν γίνεται να χτίσει κανείς το σπίτι, αρχίζοντας από πάνω και
προχωρώντας προς τα κάτω. Από τα θεμέλια θα αρχίσει και θα
προχωρήσει προς τα πάνω».
Τον ρωτούν:
«Τι σημαίνουν αυτά τα λόγια;»
«Το θεμέλιο, απαντά, είναι ο πλησίον, προκειμένου να τον σώσεις, και
πρώτος εσύ ωφελείσαι, γιατί απ΄ αυτόν κρέμονται όλες οι εντολές του
Χριστού».

18. Ο αββάς Ιωάννης είπε:
«Ο πατέρας μας, ο αββάς Αντώνιος, είπε: Ποτέ δεν έβαλα το δικό μου
συμφέρον πιο πάνω από την ωφέλεια του αδελφού μου».

32. Είπε ο αββάς Υπερέχιος:
«Προσπάθησε να γλιτώσεις -όσο μπορείς- τον πλησίον από τις αμαρτίες
χωρίς να τον προσβάλεις, διότι και ο Θεός δεν αποστρέφεται όσους
μετανοούν. Επίσης, λόγος κακίας ή πονηρίας εναντίον του αδελφού σου ας
μην παραμένει στην καρδιά σου, για να μπορείς να λες:
Συγχώρεσέ μας τα παραπτώματά μας, όπως και εμείς συγχωρούμε
εκείνους που μας έφταιξαν».

38. Ένας Γέροντας είπε:
«Αν κάποιος σου ζητήσει ένα πράγμα και συ βιάζοντας τον εαυτό σου το
προσφέρεις, φρόντισε και ο λογισμός σου να ευαρεστηθεί με αυτό πού
δίνεις, καθώς είναι γραμμένο: Αν κάποιος σε αγγαρεύσει να πάς μαζί του
ένα μίλι, πήγαινε δυο. Δηλαδή αν κάποιος σου ζητήσει κάτι, να του το
δώσεις με όλο σου το είναι».

44. Δύο Γέροντες ζούσαν ως μοναχοί πολλά χρόνια μαζί και ποτέ δεν
μάλωσαν. Είπε ο ένας στον άλλον:
«Ας φιλονικήσουμε κι εμείς μια φορά όπως όλοι οι άνθρωποι».
Ο άλλος αποκρίθηκε:
«Δεν ξέρω πώς γίνεται η φιλονικία».
Και του λέει ο αδελφός:
«Να, θα βάλω στη μέση ένα τούβλο. Εγώ θα λέω ότι είναι δικό μου κι εσύ
να λες, όχι, δικό μου είναι, και από δω γίνεται η αρχή».
Έβαλαν πράγματι στη μέση ένα τούβλο. Λέει ο ένας:
«Αυτό είναι δικό μου».
Ο άλλος είπε: «Όχι, είναι δικό».
Είπε ο πρώτος:
«Έ, αν είναι δικό σου, πάρ΄ το και πήγαινε».
Και έφυγαν, χωρίς να βρουν αιτία για φιλονικία.

45. Ένας Γέροντας είπε:
«Ποτέ δεν επεθύμησα ένα έργο πού να ωφελεί εμένα και να βλάπτει τον
διπλανό, γιατί πίστευα ότι το κέρδος του αδελφού μου είναι καρποφορία
για μένα».

51. Κάποιος από τους Πατέρες πήγε στην πόλη να πουλήσει το εργόχειρό του.
Εκεί είδε έναν φτωχό που ήταν γυμνός, και επειδή τον σπλαχνίστηκε, του
χάρισε το επανωφόρι του. Ο φτωχός όμως πήγε και το πούλησε. Όταν το
έμαθε αυτό ο Γέροντας, λυπήθηκε και μετάνιωσε που του έδωσε το ένδυμα.Εκείνη τη νύχτα παρουσιάστηκε στον Γέροντα -σε όνειρο- ο Χριστός,φορώντας το επανωφόρι. Του λέει:
«Μη λυπάσαι, να, φορώ αυτό που μου έχεις δώσει».

52. Οι Γέροντες έλεγαν:
«Ο καθένας οφείλει τα προβλήματα του πλησίον να τα κάνει δικά του και
σε όλα να συμπάσχει με αυτόν. Και να χαίρεται και να κλαίει μαζί μ΄
αυτόν, και με τέτοια διάθεση να στέκεται απέναντί του, σαν να φοράει το
σώμα του πλησίον και σαν να πρόκειται για τον εαυτό του, αν ποτέ συμβεί
κάτι κακό σ΄ εκείνον.
Αυτά είναι σύμφωνα με τη Γραφή πού λέει: Χάρη στον Χριστό όλοι είμαστε
ένα σώμα.
Και: Όλοι όσοι πίστευσαν στον Χριστό είχαν μια καρδιά και μια ψυχή».

58. Ένας αδελφός ρώτησε κάποιον Γέροντα:
«Γιατί, όταν κάνω τις μικρές μου προσευχές (τον κανόνα μου), προσέχω ότι
άλλοτε δεν υπάρχει ευφορία στην καρδιά μου και άλλοτε προθυμία;»
Απαντά ο Γέροντας:
«Πώς λοιπόν θα φανεί ότι ο άνθρωπος αγαπά τον Θεό;»
Και συμπλήρωσε:
«Εμένα το σώμα μου μέχρι τώρα δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στην
προαίρεσή μου».

61. Ένας Γέροντας είπε:
«Μην απαιτείς αγάπη από τον πλησίον, γιατί εκείνος που αγαπά κάποιον
και δεν βρίσκει ανταπόκριση ταράζεται.
Καλύτερα, εσύ δείξε την αγάπη στον πλησίον, έτσι κι εσύ νιώθεις
ανάπαυση, αλλά με τον τρόπο αυτό οδηγείς σε αγάπη και τον πλησίον».

62. Είπε πάλι:
«Το να υστερείς στο θέμα της αγάπης απέναντι των αδελφών προέρχεται
από το ότι δέχεσαι τους λογισμούς που ξεκινούν από υποψία και
εμπιστεύεσαι στα αισθήματά σου. Επιπλέον και από το ότι δεν θέλεις να
παθαίνεις αντίθετα από ό,τι επιθυμείς. Εκείνο λοιπόν που σου χρειάζεται
είναι με τη βοήθεια του Θεού, πρώτα - πρώτα να μη δίνεις εμπιστοσύνη
στις υπόνοιές σου και ύστερα με όλη σου την προθυμία και τη δύναμη να
ταπεινώνεσαι ενώπιον των αδελφών, και να κόβεις για χάρη τους το
θέλημά σου».

63. Έλεγε επίσης ότι η αγάπη που έχει αφετηρία τον Θεό είναι πιο δυνατή και από την αγάπη που την έχει κανείς εκ φύσεως.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Μάιος 12, 2007 1:37 pm
από NIKOSZ
- Πέστε μας κάτι, Γέροντα
- Τι να σας πώ ;
- Ότι λέει η καρδιά σας
- Αυτό που λέει η καρδιά μου είναι
να πάρω το μαχαίρι, να την κόψω
κομματάκια, να την μοιράσω στον κόσμο,
και ύστερα να πεθάνω.


Γ. ΠΑΙΣΙΟΣ

Δημοσιεύτηκε: Κυρ Μάιος 13, 2007 9:46 pm
από NIKOSZ
Η αγάπη είναι πάνω απʼ όλα

Η αγάπη προς τον Χριστό δεν έχει όρια, το ίδιο και η αγάπη προς τον πλησίον. Να εκτείνεται παντού, στα πέρατα της γης. Παντού, σε όλους τους ανθρώπους. Εγώ ήθελα να πάω να ζήσω μαζί με τους χίπηδες στα Μάταλα χωρίς, βέβαια, αμαρτίες, για να τους δείξω την αγάπη του Χριστού, πόσο είναι μεγάλη και πως μπορεί να τους αλλάξει, να τους μεταμορφώσει. Η αγάπη είναι πάνω απʼ όλα. Θα σας το πω μʼ ένα παράδειγμα.

Ήταν ένας ασκητής κι είχε δύο υποτακτικούς. Προσπαθούσε πολύ να τους ωφελήσει και να τους κάνει καλούς. Είχε, όμως, την ανησυχία αν όντως προχωρούν στην πνευματική ζωή, αν προοδεύουν κι αν είναι έτοιμοι για τη Βασιλεία του Θεού. Περίμενε ένα σημάδι γιʼ αυτό απʼ τον Θεό, αλλά δεν έπαιρνε καμία απάντηση. Κάποια ημέρα θα γινόταν αγρυπνία στην εκκλησία μιας άλλης σκήτης, που απείχε πολλές ώρες απʼ τη δική τους. Έπρεπε να γίνει πορεία μες στην έρημο. Έστειλε τους υποτακτικούς του απʼ το πρωί, ώστε να φθάσουν νωρίς, για να τακτοποιήσουν την εκκλησία, κι ο Γέροντας θα πήγαινε τʼ απόγευμα. Οι υποτακτικοί είχαν προχωρήσει αρκετά, όταν ξαφνικά άκουσαν βογγητά. Ήταν ένας άνθρωπος βαριά τραυματισμένος και ζητούσε βοήθεια:

- Πάρτε με, σας παρακαλώ, τους έλεγε, γιατί εδώ είναι ερημιά, κανείς δεν περνάει, ποιος θα μπορέσει να με βοηθήσει; Εσείς είστε δύο. Σηκώστε με και οδηγήστε με στο πρώτο χωριό.

- Δεν μπορούμε! του είπαν. Βιαζόμαστε να πάμε για την αγρυπνία, έχομε πάρει εντολή να ετοιμάσομε.

- Πάρτε με, σας παρακαλώ! Αν μʼ αφήσετε, θα πεθάνω, θα με φάνε τα θηρία.

- Δεν μπορούμε! Τι να κάνομε, πρέπει να πάμε στο καθήκον μας.

Κι έφυγαν. Τʼ απόγευμα ξεκίνησε ο Γέροντας για την αγρυπνία. Πέρασε απʼ τον ίδιο δρόμο. Έφθασε και στο μέρος που ήταν ο τραυματισμένος. Τον βλέπει, τον πλησιάζει και του λέει:

- Τι έπαθες, άνθρωπε του Θεού; Τι έχεις; Από πότε είσαι εδώ; Δεν σε είδε κανείς;

- Πέρασαν το πρωί δύο μοναχοί και τους παρακάλεσα να με βοηθήσουν, αλλά βιαζόντουσαν να πάνε στην αγρυπνία.

- Θα σε πάρω εγώ. Μην ανησυχείς! του λέει.

- Δεν μπορείς εσύ, είσαι γέροντας, δεν μπορείς να με σηκώσεις, αδύνατον!

- Όχι, θα σε πάρω! Δεν μπορώ να σʼ αφήσω!

- Μα δεν μπορείς να με σηκώσεις.

- Θα σκύψω, και συ πιάσου από πάνω μου και λίγο λίγο θα σε πάω σε κανένα κοντινό χωριό. Λίγο σήμερα, λίγο αύριο θα φθάσω.

Και τον πήρε με μεγάλη δυσκολία κι άρχισε να βαδίζει με το βάρος εκείνο μες στην άμμο πάρα πολύ δύσκολα. Ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι και σκεπτόταν: «Έστω και σε τρεις ημέρες θα φθάσω». Καθώς όμως προχωρούσε, άρχισε να νιώθει το φορτίο του πιο ελαφρό, πιο ελαφρό και σε κάποια στιγμή αισθάνθηκε σαν να μην κρατάει τίποτα. Τότε γυρίζει πίσω να δει τι συμβαίνει και βλέπει με έκπληξη πάνω του έναν άγγελο. Ο άγγελος του είπε:

- Μʼ έστειλε ο Θεός να σε πληροφορήσω ότι οι δύο υποτακτικού σου δεν είναι άξιοι της Βασιλείας του Θεού, γιατί δεν έχουν αγάπη.[Πρβλ. Ευεργετινού, τόμ. Δʼ, Υπόθεσιν ιγʼ, Αθήναι 1988, σ. 281-286]


Απόσπασμα από το βιβλίο: Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, "Βίος και Λόγοι" Έκδ. Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Χανιά, Κρήτη, 2003.

Δημοσιεύτηκε: Τρί Μάιος 15, 2007 1:26 am
από NIKOSZ
ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΩΤΗΡΙΑ
ΜΝΗΜΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ


Όταν μόναζε ό Γέροντας στο Στόμιο, το μονοπάτι πού έφτανε ως εκεί ήταν πολύ δύσκολο. Απότομες ανηφόρες καί κατηφόρες, στενή διάβαση, επικίνδυνα σημεία καί συνεχείς καταπτώσεις. Ό Γέροντας κατέβαινε κατά αραιά διαστήματα στην Κόνιτσα για ν' αγοράζει τροφές καί διάφορα υλικά καί κανόνιζε πάντα το βράδυ να είναι στο Μοναστήρι. Στην πόλη συνήθως ήταν βιαστικός, όπως κι όταν ανηφόριζε για το Στόμιο. Πίστευε ότι ή πολύωρη παραμονή του στον κόσμο θα του σκόρπιζε το νου σε πολλές ξένες υποθέσεις καί θα έχανε το ησυχαστικό του πρόγραμμα. Ήταν νέος μοναχός τότε καί αντιμετώπιζε πολλούς πειρασμούς.

Μια φορά ό Γέροντας, φορτωμένος διάφορα πράγματα, ανηφόριζε προς το Μοναστήρι. Ήταν απόγευμα καί ήθελε να φτάσει προτού να δύσει ό ήλιος. Πέρασε τα περισσότερα κλώσματα, χωρίς να σταματήσει. Στο δρόμο συνάντησε έναν γνωστό του, πρόσφυγα άπ' την Καππαδοκία, ό όποιος κουβαλούσε με τα δυο του μουλάρια ξύλα. Εκείνη τη μέρα όμως είχε μια περιπέτεια.

Τα μουλάρια του σε μια απότομη κατηφόρα είχαν χάσει την ισορροπία τους καί είχαν πέσει, ενώ τα ξύλα είχαν σκορπιστεί Ό Γέροντας τον είδε πού παιδευόταν να ξαναφορτώσει τα ζώα του καί σταμάτησε να τον βοηθήσει. Το μονοπάτι ήταν πολύ στενό καί δεν βόλευε. Χρειάστηκε να κουβαλήσουν τα ξύλα με τα χέρια λίγο πιο κάτω καί στη συνέχεια να τα φορτώσουν. Όταν ολοκληρώθηκε ή προσπάθεια, ό αγωγιάτης είπε στο Γέροντα:

- Μ' έσωσες, μ' έσωσες, π. Παΐσιε. Κινδύνεψα κι εγώ καί τα ζώα.

- Να 'σαι καλά, ευλογημένε, του είπε.

Μετά ξαναπήρε στους ώμους του τους τορβάδες καί συνέχισε το δρόμο. Έφτασε σ' ένα ψηλό σημείο, σε μια κορυφή, άπ' οπού έβλεπε τον αγωγιάτη πού βοήθησε, ενώ ψηλά αγνάντευε το Μοναστήρι καί δεξιά του την απότομη πλαγιά του Λάζαρου, άπ' την οποία σχεδόν καθημερινά έπεφταν μικρές καί μεγάλες πέτρες. Στάθηκε λίγα λεπτά για να πάρει μια ανάσα καί να βεβαιωθεί αν ό πατριώτης του συνέχιζε κανονικά με τα φορτωμένα μουλάρια.

Ξαφνικά όμως ένας ισχυρός θόρυβος ακούστηκε καί ό Γέροντας νόμιζε ότι όλο το βουνό μετακινιόταν. Από πολύ μεγάλο ύψος άρχισαν να ξεκόβονται καί να κατρακυλούν μεγάλοι βράχοι, πάνω στους οποίους ήταν μέτριου μεγέθους πεύκα. Το θέαμα ήταν φοβερό. Οι βράχοι παράσερναν κι άλλους βράχους πιο κάτω, προκαλώντας ήχους βιβλικής καταστροφής, ενώ στο πέρασμα τους έσπαγαν δέντρα καί θάμνους. Όλη αυτή ή κατολίσθηση είχε πλάτος περί τα διακόσια μέτρα.

Ό Γέροντας παρακολουθούσε άφωνος. Σκέφτηκε ότι αν δεν καθυστερούσε με τον αγωγιάτη, εκείνη την ώρα θα βρισκόταν στο φοβερό σημείο καί ό θάνατος του θα ήταν βέβαιος. Δοξολόγησε το Θεό καί θέλησε να ευχαριστήσει τον αγωγιάτη. Γύρισε προς το άνοιγμα της χαράδρας, οπού έβλεπε τον ευεργέτη του καί κάνοντας χωνί τα δυο του χέρια επανέλαβε τα λόγια του:

- Μ' έσωσες, μ' έσωσες. Σ' ευχαριστώ.

Μέσα στην κοσμοχαλασιά ή φωνή του Γέροντα δεν μπόρεσε να φτάσει στον αγωγιάτη, ήταν όμως μια έκφραση ευχαριστίας.

Ό Γέροντας περίμενε να σταματήσει το κακό. Πράγματι, μετά από μισή ώρα όλα είχαν ησυχάσει. Συνέχισε τη διαδρομή με πολύ μεγάλη δυσκολία, αφού το μονοπάτι είχε χαλάσει. Είδε καί από κοντά τι είχε συμβεί καί βεβαιώθηκε ότι για μια ακόμα φορά ή πρόνοια του Θεού τον είχε προστατέψει.

Ή νύχτα βρήκε το Γέροντα στον Άσπρόλακκο. Με τη βοήθεια του φακού συνέχισε το μονοπάτι κι έφτασε στο Μοναστήρι αρκετά κουρασμένος. Πήγε στην άκρη της αυλής, στο Καταφίλι όπως λέγεται, καί περίμενε να βγει το φεγγάρι άπ' την κορυφή της Γκαμήλας. Ό αέρας άρχισε να δυναμώνει καί το βουητό της χαράδρας εντυπωσίαζε. Βέβαια, δεν συγκρινόταν το βουητό αυτό με τους ξερούς καί δυνατούς ήχους πού είχε ακούσει λίγες ώρες πριν. Μόλις το σεληνόφως διέλυσε το πυκνό σκοτάδι, ό Γέροντας μπήκε στο ναό για να κάνει τον εσπερινό.

Έτσι πέρασε εκείνη ή μέρα. Την επόμενη ό Γέροντας ήταν ανήσυχος, γιατί είχε χαλάσει το μονοπάτι καί οι αγωγιάτες, πού καθημερινά κουβαλούσαν ξύλα με τα ζώα τους, δεν θα μπορούσαν να περάσουν. Σκέφτηκε πώς θα μπορούσε να βοηθήσει την κατάσταση. Καθισμένος στο νάρθηκα του ήρθε ή ιδέα να πάει να καθαρίσει μόνος του το δρόμο. Πήρε την αξίνα κι ένα τσεκουράκι καί κατηφόρισε.

Δεν ήταν βέβαια δυνατό να καθαρίσει όλο το δρόμο. Όμως κάτι ήθελε να κάνει. Όταν έφτασε κάτω, στον τόπο της καταστροφής, έκοψε μερικά σπασμένα κλαδιά καί άρχισε να μετακινεί τίς μεγάλες πέτρες. Δούλεψε μερικές ώρες καί γύρισε στο Μοναστήρι για να συνεχίσει την άλλη μέρα. Τον πρόλαβε όμως μια ομάδα ανδρών άπ' την Κάτω Κόνιτσα, πού με προσωπική εργασία αποκατέστησαν την ομαλή διάβαση. Όταν έφτασαν στο Μοναστήρι οι εθελοντές, ό Γέροντας τους ευχαρίστησε καί τους ετοίμασε πρόχειρο φαγητό.


Πρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση

Δημοσιεύτηκε: Κυρ Μάιος 20, 2007 1:05 pm
από NIKOSZ
Η δίψα του υποτακτικού

Θαυμαστό παράδειγμα εμπιστοσύνης στην αγάπη του Θεού αποτελεί το ακόλουθο περιστατικό:

Ο αββάς Βησσαρίων με τον υποτακτικό του αββά Δουλά βάδιζαν επί ώρες σε μια ακρογιαλιά. Ο υποτακτικός εδίψασε πολύ και το είπε στον γέροντά του. Εκείνος σταμάτησε, έκανε προσευχή και πρόσταξε:

-Να πιες νερό από τη θάλασσα!

Ο αββάς Δουλάς έσκυψε και ήπιε. Πραγματικά, το νερό είχε γλυκαθεί! Αφού ξεδίψασε, πήρε ένα κανάτι και το γέμισε, για να έχει στον υπόλοιπο δρόμο. Το παρατήρησε αυτό ο αββάς Βησσαρίων και του λέει:

-Γιατί κράτησες νερό;

-Ευλόγησον, γέροντα. Το κράτησα για να έχω, μήπως διψάσω πιο κάτω.

-Δεν είναι ανάγκη! Εκείνος που σε ξεδίψασε εδώ, μπορεί παντού να σε ξεδιψάσει.

Δημοσιεύτηκε: Δευ Μάιος 21, 2007 11:14 pm
από NIKOSZ
Ηκούσατε οτι ερρέθη, Οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντι οδόντος. Εγώ δε λέγω υμίν μη αντιστήναι τω πονηρώ. αλλ όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σου σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην. Και τω θέλοντί σοι κριθήναι και τον χιτώνά σου λαβείν, άφες αυτώ και το ιμάτιον. και όστις σε αγγαρεύσει μίλιον εν, ύπαγε μετ αυτού δύο. τω αιτούντί σε δίδου, και τον θέλοντα απο σου δανίσασθαι μη αποστραφής.

Ηκούσατε οτι ερρέθη, Αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρόν σου. Εγώ δε λέγω υμίν, αγαπάτε τους εχθρούς υμών ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς και προσεύχεσθε υπερ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς, όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς, ότι τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους. εάν γαρ αγαπήσητε τους αγαπώντας υμάς, τίνα μισθόν έχετε; ουχί και οι τελώναι το αυτό ποιούσιν; και εάν ασπάσησθε τους αδελφούς υμών μόνον, τί περισσόν ποιείτε; ουχί και οι εθνικοί το αυτό ποιούσιν; Έσεσθε ουν υμείς τέλειοι ως ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος εστί.


Ματθ. Εʼ,38

Αν θέλεις να διορθώσεις κάποιον από τα σφάλματά του, μη νομίσεις ότι τον διορθώνεις με τη δική σου δύναμη. Προσευχήσου στο Θεό, τον «ετάζοντα καρδίας και νεφρούς» με όλη σου την ψυχή, να φωτίσει ο Ίδιος την καρδιά εκείνου του ανθρώπου. Αν ο Κύριος δει ότι πράγματι προσεύχεσαι από τα βάθη της καρδιάς σου, θα πραγματοποιήσει οπωσδήποτε την επιθυμία σου. Και εσύ, βλέποντας να εκπληρώνεται η επιθυμία σου από τη Θεία Χάρη, θα αναφωνήσεις ότι αυτή η θαυμάσια αλλαγή δεν ήταν δικό σου έργο αλλά της «δεξιάς του Υψίστου».

Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης. Η εν Χριστώ ζωή μου. Εκδ, Αστήρ, Αθήνα. 1974. σελ. 25.

Δημοσιεύτηκε: Τρί Μάιος 22, 2007 10:30 pm
από NIKOSZ
Ο Μέγας Βασίλειος βιώνοντας την Αγάπη

Η αγάπη προς τον πλησίον ακτινοβολεί σε αναρίθμητες άλλες μορφές, για τις οποίες αισθανόμαστε και εμείς το του Ευαγγελιστή: «Ουδέ αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βιβλία» (Ιω. ΚΑ΄ 25). Προκειμένου να ασχοληθούμε με τη συγγραφή των έργων της αγάπης, ας ξεχωρίσουμε δειγματοληπτικά έναν από τους τρεις Ιεράρχες, ο οποίος έδωσε τη ζωή του για την αγάπη προς τον αδελφό, τον Μ. Βασίλειο.

Νέος, με έκτακτα ψυχικά και διανοητικά χαρίσματα ο Βασίλειος γρήγορα διακρίνεται στις ποικίλες -σε πλάτος και βάθος- σπουδές, τις οποίες κάνει, γι΄ αυτό και χαρακτηρίζεται ως πανεπιστήμονας και ανήκει στους πνευματικούς φωστήρες της Οικουμένης με την αγία ζωή του και το εμπνευσμένο συγγραφικό του έργο.

Και ενώ όλοι βλέπουν να διαγράφεται ένα λαμπρό μέλλον και ένδοξο -κατά κόσμον- μέλλον για τον πάμπλουτο και δεινότατο κάτοχο των τότε γνωστών επιστημών, νεαρό από την Καισάρεια, εκείνος «συν Θεώ» θέτει τη μεγάλη τομή στη ζωή του: Όλα για τον Χριστό και τους αδελφούς του. Έτσι με το ράσο του καλογήρου αρχικά και του Δεσπότη αργότερα, αγιάζει τη ζωή του με το να υλοποιεί την κάθε στιγμή το: «πάντα ηγούμαι σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήσω». Και διάλεξε να κερδίσει τον Χριστό με την οδό της θείας αγάπης προς τον συνάνθρωπο.

Όλη την τεράστια περιουσία του και τον ίδιο τον ασθενικό εαυτό του τα προσφέρει στο βωμό της αγάπης του αδελφού του Χριστού. Κτίζει μία ολόκληρη πολιτεία -τη Βασιλειάδα- όπου ο ανθρώπινος πόνος, η αρρώστια και η ποικίλη ανάγκη θεραπεύεται. Και ο Βασίλειος, ως άλλη λαμπάδα, καίεται φωτίζοντας και θερμαίνοντας τους «ελαχίστους» αδελφούς του. Θέτει τον εαυτό του προσωπικά στην υπηρεσία του αδελφού στη Βασιλειάδα. Τα χαρίσματα που του έδωσε ο Δωρεοδότης Θεός, συγγραφικό τάλαντο, θεολογικό, αρχιερατικό κ.λπ. τα αξιοποιεί άριστα και αποκλειστικά για τη σωτηρία του συνανθρώπου. Έφθασε δε σε τέτοιο ύψος ακτημοσύνης, ώστε -όπως ο ίδιος μας διέσωσε στο διάλογό του με τον Μόδεστο- να μη έχει τίποτε άλλο σ΄ αυτή τη ζωή από το τριμένο ράσο και το ασθενικό του σώμα. Με αποτέλεσμα, η έμπρακτη αγάπη του Μεγάλου Βασιλείου, ως αύρα δροσιστική να διαχύνεται προς όλες τις κατευθύνσεις, δίνοντας ζωή και υγεία στην κοινωνία της Καισαρείας.


Αρχιμ. ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ Ν. ΛΥΡΑΚΗΣ

Δημοσιεύτηκε: Παρ Αύγ 31, 2007 9:59 am
από NIKOSZ
«Να αγαπάς τους πειρασμούς»

«Μόνο ένα να προσέξεις», με συμβούλεψε ο Παππούλης.

«Να ξεκαθαρίζεις τις σκέψεις σου, που από την πολλή σου ευαισθησία πιέζεσαι και θλίβεσαι.

Να τις διώχνεις, να μην παραμένουν.

Να αγαπάς τους πειρασμούς που έρχονται και δε θα ταράζεσαι, ούτε θα θλίβεσαι.

Να αγαπάς πολύ όλους τους αδελφούς το ίδιο.

Να αγαπάς πολύ το Γέροντα. Ένας Γέροντας, ένας Χριστός.


- Πώς θα αγαπήσω τους πειρασμούς και τις δυσκολίες;


«Είναι μεγάλη ιστορία αυτή. Έχει τους τρόπους της.

Άμα μπει ο Χριστός στην καρδιά, τη γεμίζει με την αγάπη Του.

Τότε δεν υπάρχει μη τούτο, μη εκείνο, μη

Μόνο αγάπη. Πάνω απʼ όλα η Αγάπη.


Τα μη ήσαν πρό Χριστού. Τα κατήργησε ο Χριστός. Έφερε την Αγάπη.

Παράδεισος είναι η ζωή του Χριστού, η υπακοή, η ταπείνωση. [Ά 37-40]



ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ» γ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ

Δημοσιεύτηκε: Παρ Αύγ 31, 2007 10:00 am
από NIKOSZ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ - ΜΕΤΑΝΟΙΑ

«Είναι η προσφορά της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο»



Είπε ο π. Πορφύριος:


«Η καρδιά μας πρέπει να είναι γεμάτη αγάπη, αγάπη του Θεού.

Αυτή δίδει δύναμη και χάρη στον άνθρωπο. Η γνώση είναι μετά την αγάπη».


«Η εξομολόγηση είναι ένας τρόπος για να έρθει ο άνθρωπος εις τον Θεό.

Είναι προσφορά της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο.

Τίποτε και κανείς δεν μπορεί να στερήσει από τον άνθρωπο αυτή την αγάπη». [Ί 194]



ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ» γ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ

Δημοσιεύτηκε: Παρ Αύγ 31, 2007 10:16 am
από NIKOSZ
Ο Απόστολος Παύλος βιώνοντας την Αγάπη


Με ευλάβεια και δέος αντικρίζουμε την άγια μορφή του απ. Παύλου. Το περιπετειώδες της ζωής του αφενός, και η μαρτυρική αγάπη, την οποία κατέθετε την κάθε στιγμή για τη θεοφιλή αντιμετώπιση του χρέους αφετέρου, τον καθιστά ισχυρό οδοδείκτη, ο οποίος ρίχνει το φως του και στη δική μας πορεία, φωτίζοντας έτσι το στενό και ανηφορικό μονοπάτι της χριστιανικής αγάπης, το οποίο μόνο αυτό οδηγεί στην κορυφή της εν Κυρίω ενότητας και αδελφοσύνης των ανθρώπων.

Ο απ. Παύλος είναι αστέρι μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητας. Γι΄ αυτό και ονομάσθηκε «ο πρώτος μετά τον Ένα». Ήταν Ταρσέας ευγενικής καταγωγής, γι΄ αυτό και μπόρεσε να τύχει επιμελημένης αγωγής και να μαθητεύσει κοντά στο φημισμένο διδάσκαλο του Μωσαϊκού νόμου, τον Γαμαλιήλ. Εβραίος την καταγωγή, Φαρισαίος και ρωμαίος πολίτης. Υπερείχε όλων των συμπατριωτών του ως προς τα διανοητικά χαρίσματα. Επιπλέον ήταν ζηλωτής Ισραηλίτης, ο οποίος από άγνοια πολεμούσε την Εκκλησία του Χριστού.

Γι΄ αυτό και αμέσως δέχεται την αποστολική κλήση από τον ίδιο τον Κύριο Ιησού. Και με το διαρκή αιματηρό αγώνα του αναδεικνύεται άξιο σκεύος εκλογής. Και αυτό, διότι η ζωή του είναι ένα αδιάκοπο θαύμα αυταπαρνούμενης αγάπης, η οποία κινείται σε δύο πόλους: Πρώτιστα προς τον Θεό, εκφράζοντας τη μετάνοια και την αγάπη του προς τον Κύριο Ιησού Χριστό, και κατά δεύτερο λόγο προς τον αδελφό, επιθυμώντας να τον οδηγήσει στην «καινήν εν Χριστώ ζωήν». Γι΄ αυτό υποφέρει τα πάνδεινα από τους συμπατριώτες του Ιουδαίους, αλλά και από τους εθνικούς.

Ο ίδιος, αδιάψευστος μάρτυρας, συνοψίζει τα παθήματά του στη Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του: «Υποβλήθηκα σε κόπους περισσότερο από ο,τι θα περίμενε κανένας δέχθηκα στο σώμα μου κτυπήματα και πληγές υπερβολικές ρίφθηκα στις φυλακές περισσότερο από κάθε άλλο διέτρεξα πολλές φορές κινδύνους να θανατωθώ. Από τους Ιουδαίους πέντε φορές μαστιγώθηκα με σαράντα παρά μία μαστιγώσεις. Τρεις φορές ραβδίστηκα, μία λιθοβολήθηκα, τρεις φορές ναυάγησα επί ένα ημερονύκτιο έμεινα στο ανοικτό πέλαγος και με έδερναν τα άγρια κύματα. Υπηρέτησα τον Κύριο με οδοιπορίες πολλές φορές, με κινδύνους μέσα σε πλημμυρισμένα κατά τον χειμώνα ποτάμια, με κινδύνους από ληστές, κινδύνους από εθνικούς και ειδωλολάτρες με κινδύνους μέσα σε έρημους τόπους με κινδύνους μέσα στις θάλασσες, τις οποίες διέσχιζα ταξιδεύοντας για το κήρυγμα του Ευαγγελίου με κινδύνους από ανθρώπους, οι οποίοι ήταν ψευδάδελφοι και έφεραν υποκριτικά το όνομα του Χριστιανού. Υπηρέτησα τον Κύριο με κόπο και μόχθο, με αγρυπνίες πολλές φορές, με πείνα και με δίψα, όταν ήμουνα απομονωμένος σε μακρινές οδοιπορίες, με νηστείες πολλές φορές, με ψύχος και γυμνότητα, όταν με θερινά ρούχα καταλαμβανόμουνα αιφνίδια από τον χειμώνα» (Β΄ Κορ. ΙΑ΄ 23-27).

Αλλά θα συνεχίσουμε στο επόμενο άρθρο.



Αρχιμ. ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ Ν. ΛΥΡΑΚΗΣ