Ο άγιος Νεκτάριος έναντι της παπικής εκκλησίας
Δημοσιεύτηκε: Τρί Δεκ 08, 2009 8:04 am
Ο άγιος Νεκτάριος έναντι της παπικής εκκλησίας
του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου πρώην Ζαχουμίου και Ερζεγοβίνης κ. Αθανασίου Γιέφτιτς
από το περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία», τεύχος 209, Νοέμβριος 2009, το οποίο αναδημοσιεύει το παρακάτω κείμενο από το βιβλίο του Σεβασμιωτάτου «Άγιος Νεκτάριος ο Πνευματικός, ο Μοναστικός, ο Εκκλησιαστικός Ηγέτης», Πρακτικά Διορθοδόξου Θεολογικού Επιστημονικού Συνεδρίου επί τη εκατοπεντηκοετηρίδι (1846-1996) από της γεννήσεως του Αγίου Νεκταρίου,
Αίγινα 21-23 Οκτωβρίου 1996.
Ο άγιος Νεκτάριος, όπως λέει και ο απόστολος Παύλος, ήταν ο ηγούμενος ημών πού ορθοτόμησε και κήρυξε τον λόγον της αληθείας. Έχουμε λοιπόν κάθε λόγο να αναθεωρούμε την τελευτή του βίου του και να μιμούμεθα την ορθόδοξο πίστη του, διότι μόνο έτσι θα ορθοτομούμε και εμείς τον λόγον της Θεολογίας και θα βαδίζουμε μαζί του και μαζί με όλους τους άλλους αγίους. [...]
Ο άγιος Νεκτάριος είχε ήδη αρχίσει να γράφει το έργο Μελέτη Ιστορική περί των αιτίων του Σχίσματος από το 1895 όταν ο πάπας Πίος ο θ' — και αργότερα ο Λέων ο ΙΓ — θέλοντας να συγκαλέσει την πρώτη Βατικάνεια Σύνοδο απηύθυνε μήνυμα στους ανατολικούς πατριάρχες, προκειμένου να προσέλθουν στην ουνία και ενωθούν με την παπική Εκκλησία, πού σημαίνει βασικά να υποταγούν σ' αυτόν, τον πάπαν Ρώμης.
Οι Πατριάρχες της Ανατολής απήντησαν με τη γνωστή Επιστολή πού θα 'πρεπε και σήμερα να διαβάζεται. Ο άγιος μας, λοιπόν, άρχισε να δημοσιεύει τη μελέτη του στον Ιερό Σύνδεσμο, πού μόλις το 1912 βγήκε ο πρώτος τόμος και αργότερα ο δεύτερος. Δύο χρόνια πριν είχε αλληλογραφήσει με τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής Κρυπτοφέρρη, Μελέτιο Ζesοnis, πού, νομίζω, πρέπει να ήταν ένας Έλληνας Ουνίτης πού ήθελε να εκδώσει ένα περιοδικό το Roma el΄ Oriente, το οποίο αποσκοπούσε στη «θεάρεστον ένωσιν της Ανατολικής Ελληνικής Εκκλησίας μετά της Δυτικής Ρωμαϊκής», όπως λέει ο άγιος στο γράμμα του. [...]
Στο γράμμα του όμως ο άγιος Νεκτάριος λέει και τα έξης: «...επέστη ο καιρός της συνδιαλλαγής και της ενώσεως και της από κοινού ενεργείας κατά των παντοίων πολεμίων της Μιας, Αγίας, Καθολικής Αποστολικής Εκκλησίας. Αλλά φρονώ, ότι προς επίτευξιν του επιζητούμενου σκοπού πρέπει πρωτίστως να γίνωσι συνεννοήσεις ουχί δι' επιστολών, αλλά δια λόγου προφορικού», δηλαδή διαλόγου και παραπέμπει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο θα διατυπώσει τις αρχές για να διεξαχθεί η παραπέρα συζήτηση. Σπουδαία είναι η παρατήρηση στο τέλος του γράμματος. Την αντιγράφω: «...μάλιστα πολλοί δυνατοί μεν εισί λέγειν και γράφειν, άλλ΄ ου δια τούτο αρμόδιοι [...] Φρονώ, ότι περί του ζητήματος τούτου δύνανται να γράφωσι μόνον οι μελετήσαντες αυτό ιστορικώς, κριτικώς και μετά πόθου και ειλικρίνειας εργασθέντες εις την ανεύρεσιν των αληθών αιτίων του Σχίσματος».
Μέσα από το βιβλίο του, την ιστορική μελέτη του, φαίνεται ότι η άγιος διαθέτει αυτά τα προσόντα. Μου κάνει εντύπωση πώς μελέτησε τόσες πηγές και έφτασε σε συμπεράσματα πού μόλις στην εποχή μας αρχίζουν να διατυπώνουν μεγάλοι ιστορικοί της Εκκλησίας σε σχέση με την εξέλιξη του Σχίσματος. Ο άγιος ξεκινά από την αρχή, από την εποχή των Αποστόλων και λέει ότι εκεί υπάρχουν οι πρώτες καταβολές της αληθινής οργανώσεως της Εκκλησίας.
Εδώ μπορεί κανείς να 'πει ότι και στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας μάλλον έπαιξαν τον ρόλο τους οι προσωπικές διεκδικήσεις, οι φιλοδοξίες και οι φιλαρχίες ορισμένων επισκόπων της Ρώμης. Παράδειγμα η περίπτωση του πάπα Βίκτωρος της Ρώμης (τέλος β' αιώνος), ο όποιος αντέδρασε στην διαίρεση της δικής του επισκοπής, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Βλάσιος Φειδάς, επειδή ήρθαν πολλοί χριστιανοί από την Ανατολή με έθιμα της ασιατικής Εκκλησίας να εορτάζουν το Σταυροαναστάσιμο Πάσχα και όχι το αναστάσιμο όπως οι περισσότερες Εκκλησίες και η Ρώμη.
Και στη συνέχεια, λέγει ο άγιος μας, υπήρξαν διεκδικήσεις και φιλοδοξίες για το πρωτείο, όπως του πάπα άγιου Λέοντος την εποχή της Δ' Οικουμενικής Συνόδου. Σημειώνει ο άγιος γι' αυτόν στο βιβλίο του: «Αν ένας άγιος φανερώνει φιλοδοξίες για πρωτεία, τί θα κάνουν οι αλλοι;». [...]
Ο άγιος επικαλείται την εκκλησιαστική συνείδηση της πρώτης Εκκλησίας, όπου ο απόστολος Πέτρος δεν είχε πρωτείο ούτε ήταν ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης, διότι οι απόστολοι δεν ήσαν επίσκοποι μιας ορισμένης πόλεως — λέει ο άγιος — και επομένως δεν μπορεί η φιλοδοξία των πάπων, «η ηγεμονία και μονοκρατορία», όπως την ονομάζει, να στηριχθεί στον Πέτρο. «Εάν τα προσόντα του Πέτρου», το πρωτείο της εξουσίας, η άξια δηλαδή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, λέγει ο άγιος μας, «ήσαν αληθή, το πνεύμα του Ευαγγελίου θα καθίστατο λίαν προβληματικόν και αδιανόητον, διότι θα παρουσίαζε σύγχυσιν εννοιών και σύγκρουσιν άρχων, θα ήτο ακατανόητος η αρχή της ισότητος, και ισότητος μέχρι ταπεινώσεως και η αρχή της ανισότητος, μέχρι ηγεμονίας και υπεροψίας».
του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου πρώην Ζαχουμίου και Ερζεγοβίνης κ. Αθανασίου Γιέφτιτς
από το περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία», τεύχος 209, Νοέμβριος 2009, το οποίο αναδημοσιεύει το παρακάτω κείμενο από το βιβλίο του Σεβασμιωτάτου «Άγιος Νεκτάριος ο Πνευματικός, ο Μοναστικός, ο Εκκλησιαστικός Ηγέτης», Πρακτικά Διορθοδόξου Θεολογικού Επιστημονικού Συνεδρίου επί τη εκατοπεντηκοετηρίδι (1846-1996) από της γεννήσεως του Αγίου Νεκταρίου,
Αίγινα 21-23 Οκτωβρίου 1996.
Ο άγιος Νεκτάριος, όπως λέει και ο απόστολος Παύλος, ήταν ο ηγούμενος ημών πού ορθοτόμησε και κήρυξε τον λόγον της αληθείας. Έχουμε λοιπόν κάθε λόγο να αναθεωρούμε την τελευτή του βίου του και να μιμούμεθα την ορθόδοξο πίστη του, διότι μόνο έτσι θα ορθοτομούμε και εμείς τον λόγον της Θεολογίας και θα βαδίζουμε μαζί του και μαζί με όλους τους άλλους αγίους. [...]
Ο άγιος Νεκτάριος είχε ήδη αρχίσει να γράφει το έργο Μελέτη Ιστορική περί των αιτίων του Σχίσματος από το 1895 όταν ο πάπας Πίος ο θ' — και αργότερα ο Λέων ο ΙΓ — θέλοντας να συγκαλέσει την πρώτη Βατικάνεια Σύνοδο απηύθυνε μήνυμα στους ανατολικούς πατριάρχες, προκειμένου να προσέλθουν στην ουνία και ενωθούν με την παπική Εκκλησία, πού σημαίνει βασικά να υποταγούν σ' αυτόν, τον πάπαν Ρώμης.
Οι Πατριάρχες της Ανατολής απήντησαν με τη γνωστή Επιστολή πού θα 'πρεπε και σήμερα να διαβάζεται. Ο άγιος μας, λοιπόν, άρχισε να δημοσιεύει τη μελέτη του στον Ιερό Σύνδεσμο, πού μόλις το 1912 βγήκε ο πρώτος τόμος και αργότερα ο δεύτερος. Δύο χρόνια πριν είχε αλληλογραφήσει με τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής Κρυπτοφέρρη, Μελέτιο Ζesοnis, πού, νομίζω, πρέπει να ήταν ένας Έλληνας Ουνίτης πού ήθελε να εκδώσει ένα περιοδικό το Roma el΄ Oriente, το οποίο αποσκοπούσε στη «θεάρεστον ένωσιν της Ανατολικής Ελληνικής Εκκλησίας μετά της Δυτικής Ρωμαϊκής», όπως λέει ο άγιος στο γράμμα του. [...]
Στο γράμμα του όμως ο άγιος Νεκτάριος λέει και τα έξης: «...επέστη ο καιρός της συνδιαλλαγής και της ενώσεως και της από κοινού ενεργείας κατά των παντοίων πολεμίων της Μιας, Αγίας, Καθολικής Αποστολικής Εκκλησίας. Αλλά φρονώ, ότι προς επίτευξιν του επιζητούμενου σκοπού πρέπει πρωτίστως να γίνωσι συνεννοήσεις ουχί δι' επιστολών, αλλά δια λόγου προφορικού», δηλαδή διαλόγου και παραπέμπει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο θα διατυπώσει τις αρχές για να διεξαχθεί η παραπέρα συζήτηση. Σπουδαία είναι η παρατήρηση στο τέλος του γράμματος. Την αντιγράφω: «...μάλιστα πολλοί δυνατοί μεν εισί λέγειν και γράφειν, άλλ΄ ου δια τούτο αρμόδιοι [...] Φρονώ, ότι περί του ζητήματος τούτου δύνανται να γράφωσι μόνον οι μελετήσαντες αυτό ιστορικώς, κριτικώς και μετά πόθου και ειλικρίνειας εργασθέντες εις την ανεύρεσιν των αληθών αιτίων του Σχίσματος».
Μέσα από το βιβλίο του, την ιστορική μελέτη του, φαίνεται ότι η άγιος διαθέτει αυτά τα προσόντα. Μου κάνει εντύπωση πώς μελέτησε τόσες πηγές και έφτασε σε συμπεράσματα πού μόλις στην εποχή μας αρχίζουν να διατυπώνουν μεγάλοι ιστορικοί της Εκκλησίας σε σχέση με την εξέλιξη του Σχίσματος. Ο άγιος ξεκινά από την αρχή, από την εποχή των Αποστόλων και λέει ότι εκεί υπάρχουν οι πρώτες καταβολές της αληθινής οργανώσεως της Εκκλησίας.
Εδώ μπορεί κανείς να 'πει ότι και στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας μάλλον έπαιξαν τον ρόλο τους οι προσωπικές διεκδικήσεις, οι φιλοδοξίες και οι φιλαρχίες ορισμένων επισκόπων της Ρώμης. Παράδειγμα η περίπτωση του πάπα Βίκτωρος της Ρώμης (τέλος β' αιώνος), ο όποιος αντέδρασε στην διαίρεση της δικής του επισκοπής, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Βλάσιος Φειδάς, επειδή ήρθαν πολλοί χριστιανοί από την Ανατολή με έθιμα της ασιατικής Εκκλησίας να εορτάζουν το Σταυροαναστάσιμο Πάσχα και όχι το αναστάσιμο όπως οι περισσότερες Εκκλησίες και η Ρώμη.
Και στη συνέχεια, λέγει ο άγιος μας, υπήρξαν διεκδικήσεις και φιλοδοξίες για το πρωτείο, όπως του πάπα άγιου Λέοντος την εποχή της Δ' Οικουμενικής Συνόδου. Σημειώνει ο άγιος γι' αυτόν στο βιβλίο του: «Αν ένας άγιος φανερώνει φιλοδοξίες για πρωτεία, τί θα κάνουν οι αλλοι;». [...]
Ο άγιος επικαλείται την εκκλησιαστική συνείδηση της πρώτης Εκκλησίας, όπου ο απόστολος Πέτρος δεν είχε πρωτείο ούτε ήταν ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης, διότι οι απόστολοι δεν ήσαν επίσκοποι μιας ορισμένης πόλεως — λέει ο άγιος — και επομένως δεν μπορεί η φιλοδοξία των πάπων, «η ηγεμονία και μονοκρατορία», όπως την ονομάζει, να στηριχθεί στον Πέτρο. «Εάν τα προσόντα του Πέτρου», το πρωτείο της εξουσίας, η άξια δηλαδή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, λέγει ο άγιος μας, «ήσαν αληθή, το πνεύμα του Ευαγγελίου θα καθίστατο λίαν προβληματικόν και αδιανόητον, διότι θα παρουσίαζε σύγχυσιν εννοιών και σύγκρουσιν άρχων, θα ήτο ακατανόητος η αρχή της ισότητος, και ισότητος μέχρι ταπεινώσεως και η αρχή της ανισότητος, μέχρι ηγεμονίας και υπεροψίας».