Σελίδα 1 από 4
Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Δευ Απρ 12, 2010 5:27 pm
από angieholi
ΟΡΘΟΔΟΞΗ KATHXHΣΗ,
(Σέ συνέχειες)
Από το εβδομαδιαίο διαδικτυακό περιοδικό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιερεμίου Φούντα, στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως.
http://www.imgortmeg.gr/index.php?optio ... 8&Itemid=7
ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
– Τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Κατήχηση;
Ὀρθόδοξη Κατήχηση εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν πίστη μας, πού πρέπει ὅλοι οἱ χριστιανοί νά γνωρίσουμε, γιά νά γίνουμε συνειδητοί χριστιανοί καί νά εὐαρεστήσουμε τόν Θεό.
– Ποιά εἶναι ἡ ἔννοια τῆς λέξης «Κατήχηση;»
Ἡ λέξη «Κατήχηση» σημαίνει «διδασκαλία», προφορική διδασκαλία. Καί χρησιμοποιήθηκε ἡ λέξη αὐτή ἀπό παλαιά, ἀπό τά χρόνια τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, γιά νά δηλώσει τήν στοιχειώδη διδασκαλία τῆς χριστιανικῆς πίστεως, πού εἶναι ἀναγκαία γιά κάθε χριστιανό (βλ. Λουκ. 1, 4. Πράξ. 18, 25). Εἶναι δέ πλασμένη ἡ λέξη ἀπό ἐκεῖνο πού συνέβηκε τήν Πεντηκοστή. Κατά τήν Πεντηκοστή ἦρθε ἀπό τόν οὐρανό, ἀπό πάνω πρός τά κάτω «ἦχος», σάν ἰσχυρή βοή ἀνέμου καί γέμισε ὅλο τό σπίτι, ὅπου ἦταν συγκεντρωμένοι οἱ μαθητές (βλ. Πράξ. 2, 2). Ἀπό αὐτές τίς λέξεις, «κάτω» «ἦχος», ἔγινε ἡ λέξη «Κατήχηση».
-Τί χρειάζεται γιά νά γίνουμε συνειδητοί χριστιανοί καί νά εὐαρεστήσουμε τόν Θεό;
Χρειάζεται, ὅπως εἴπαμε, Κατήχηση. Γιά νά εὐαρεστήσουμε τόν Θεό χρειάζεται κατά πρῶτον νά ἔχουμε γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ μας καί σωστή πίστη σ’ Αὐτόν· καί δεύτερον, πράγμα πού ἀπορρέει ἀπό τό πρῶτο, ἡ ζωή μας νά ἔχει ἔργα καλά σύμφωνα μέ τήν πίστη μας.
– Γιατί κατά πρῶτον λόγον εἶναι ἀναγκαία ἡ πίστη;
Γιατί, ὅπως τό λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, «χωρίς τήν πίστη εἶναι ἀδύνατο νά εὐαρεστήσουμε τόν Θεό» (Ἑβρ. 11, 6).
– Γιατί πρέπει τά καλά ἔργα νά εἶναι ἀχώριστα ἀπό τήν πίστη;
Γιατί, ὅπως μᾶς τό λέει πάλι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, «ἡ πίστη χωρίς τά ἔργα εἶναι νεκρά» (Ἰακ. 2, 20).
- Τί εἶναι πίστη;
Κατά τόν ὡραῖο ὁρισμό τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πίστη εἶναι «ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἑβρ. 11, 1). Δηλαδή, πίστη εἶναι ἀκλόνητη πεποίθηση στήν πραγματική ὕπαρξη ἀγαθῶν πού ἐλπίζουμε· εἶναι βεβαιότητα γιά πράγματα πού δέν βλέπονται μέ τά μάτια. Πίστη εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί ὄχι ἁπλῶς ἡ παραδοχή ὅτι ὑπάρχει Θεός. Πίστη στόν Θεό σημαίνει νά ἐμπιστευόμαστε ἀπόλυτα σ’ Αὐτόν. Ἀλλά οἱ ἐρωτευμένοι ἐμπιστεύονται ἀπόλυτα. Πίστη λοιπόν εἶναι ἡ θερμή ἀγάπη καί ὁ ἔρωτας στόν Ἰησοῦ Χριστό! Ἤ, ὅπως τό λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, πίστη εἶναι ἡ κοινωνία μέ τήν παράδοση, ὅπως αὐτή βιώνεται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἀντίθετα, αὐτός πού κοινωνεῖ μέ τά ἔργα τοῦ Διαβόλου καί ὄχι μέ τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἄπιστος.(*1)
------------------------------------------------------
(*1) Πρέπει νά προσέξουμε ἰδιαίτερα αὐτόν τόν ἁπλό ὁρισμό τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ περί τῆς πίστεως, ὅτι, δηλαδή, αὐτή εἶναι κοινωνία μέ τήν παράδοση, ὅπως αὐτή βιώνεται στήν Ἐκκλησία μας. Ἔτσι, δέν μᾶς ἀναπαύει ὁ ὁρισμός τῶν σχολαστικῶν ὅτι ἡ πίστη εἶναι ἁπλᾶ θεωρητικές δογματικές ἀλήθειες, πού πρέπει ἀπαθῶς νά τίς δεχόμαστε σάν νά μήν ἐπιτρέπεται νά τίς ἐξετάζουμε, γιατί τά δόγματα ὑπερβαίνουν τόν αἰσθητό κόσμο καί δέν μπορεῖ, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος νά συλλάβει τό νόημά τους. Αὐτό εἶναι ὀρθό ἀπό ἕνα μέρος, ἀλλά ἕνας τέτοιος ψυχρός ὁρισμός τῆς πίστεως μᾶς παίρνει τά δόγματα
ἀπό τά χέρια μας, γιατί δέν μᾶς τά παρουσιάζει ὡς ἁπτᾶ, δέν μᾶς ὁδηγεῖ σέ ὄρεξη γιά τήν σπουδή τους, γιατί ὁ νοῦς θεωρεῖται ξένος καί ἀνίκανος γιά τήν ἔρευνά τους, ἀλλά καί ὁ ὁρισμός αὐτός τοῦ περιεχομένου τῆς πίστεως ὡς ἀκαταλήπτων δογματικῶν ἀληθειῶν, δέν μᾶς ὁδηγεῖ στήν καρδιακή κοινωνία μέ τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ἔτσι καθορίζει τήν πίστη ὁ ἅγιος Δαμασκηνός. Παραθέτω ἐδῶ τά ὅσα ὡραῖα γράφει ὁ δογματολόγος μακαριστός Καθηγητής Νικόλαος Ματσούκας: «Ἡ πίστη δέν ἀποτελεῖ καμιά ἀνεξέλεγκτη καί ἀφελή παραδοχή κάποιων ἀπόψεων, μιά καί ὁ νοῦς ἔχει περιορισμένες δυνατότητες γιά τήν κατάληψη τοῦ περιεχομένου τῶν δογμάτων. Ἄλλωστε ὁ νοῦς ἔχει περιορισμένες δυνατότητες καί γιά τή γνώση κάθε ἐπιστητοῦ. Κάθε ἐπιστήμη ἐξάλλου γνωρίζει τά ὅρια τῶν νοητικῶν ἱκανοτήτων τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ποτέ δέν ἔχει ὑποστηρίξει (ἐκτός ἀπό τούς θιασῶτες τοῦ δογματισμοῦ) τήν ἀνάγκη ν᾽ ἀποδέχεται κανείς ἄκριτα καί ἀνεξέλεγκτα κάποιες ἀπόψεις, ἐπειδή ὁ ἀνθρώπινος νούς ἀδυνατεῖ νά προσπελάσει ἐξολοκλήρου μιά πραγματικότητα. Ἡ πίστη λοιπόν δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἡ κοινωνία μέ ἕνα (ὁποιοδήποτε) περιεχόμενο ζωῆς, καί ἡ σταθερή καί βέβαιη ἐμμονή σ᾽ αὐτό. Στήν κοινωνία αὐτή, ὅπως καταλαβαίνει κανείς πολύ εὔκολα, ὑπάρχει σέ μεγάλο βαθμό ἔλεγχος*, κρίση, δοκιμή καί ἀξιολόγηση. Ἀλλιώτικα δέν μπορεῖ νά νοηθεῖ οὔτε θρησκευτική οὔτε ἐπιστημονική οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη (ἐμπορική λόγου χάρη!) πίστη. Ὁ πιστός κατά τόν Ἰωάννη Δαμασκηνό κοινωνεῖ μέ τήν παράδοση, μέ κάτι πού εἶναι, θά ἔλεγε κανείς, περισσότερο πραγματικό ἀπό ὁποιοδήποτε φυσικό στοιχεῖο. Ἐμμένει σέ τούτη τήν κοινωνία κι ἔτσι παραμένει πιστός. Ὁ ἄπιστος ἀρνεῖται τούτη τήν κοινωνία καί συντάσσεται μέ τά διαβολικά ἔργα. Τό περιεχόμενο λοιπόν τῆς πίστης, μέ τό ὁποῖο ἀσχολεῖται ἡ δογματική καί συμβολική θεολογία, ὡς σύνολο δογματικῶν ἀληθειῶν, εἶναι κάτι τό ἁπτό καί συγκεκριμένο» (Ν. Ματσούκα, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία Β΄, σελ. 24-25).
------------------------------------------------------
–Βοηθάει ὁ λόγος (ἡ λογική) στήν πίστη;
Κατά πρῶτον ἀποκρούουμε τήν ἄποψη τῶν σχολαστικῶν ὅτι ὁ ἄνθρωπος μέ τήν λογική του μπορεῖ νά ἐμβαθύνει στό περιεχόμενο τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως καί νά ἀνακαλύψει καινούργια δόγματα.(*2) Δεχόμαστε τήν θέση τῶν δογματολόγων θεολόγων ὅτι ὁ λόγος βοηθάει μόνο στήν διατύπωση καί τήν συστηματική ἐκφορά τῶν δογμάτων τῆς πίστεώς μας.
------------------------------------------------------
(*2) Βλ. Πρωτ. Ἰωάν. Ρωμανίδου, Ρωμαῖοι ἤ Ρωμηοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, Τόμος πρῶτος, σελ. 78.79. Θεωροῦμε ὡς πολύ ἀναγκαῖο τήν ἀπό τόν ὀρθόδοξο θεολόγο μελέτη τῶν σελ. 5-189 τοῦ βιβλίου τούτου τοῦ μακαριστοῦ πατρός καί καθηγητοῦ.
------------------------------------------------------
– Μέ αὐτό ὅμως σάν νά φαίνεται ὅτι οἱ πιστοί δέχονται τήν πίστη μέ ἄλογο τρόπο, ἀφοῦ ὁ λόγος χρησιμεύει μόνο γιά τήν διατύπωση τῶν δογμάτων τῆς πίστεώς μας καί δέν συμμετέχει στήν ἐμπερία, στήν βίωση τῶν δογμάτων.
Πολύ σωστό αὐτό! Γιατί ἔλεγαν καί λέγουν ἀκόμη πολλοί, ἐπειρεασμένοι ἀπό τήν Δύση, ὅτι τήν πίστη τήν γευόμαστε μόνο μέ τό συναίσθημα, ὅτι αὐτή διενεργεῖται μόνο στήν συναισθηματική σφαίρα, καί ἔχει ἄλογο χαρακτήρα (δέν συμμετέχει ἡ λογική). Ὁ λόγος δηλαδή, λέγουν, ἐρευνᾶ τήν πίστη μέχρι ἑνός σημείου καί ἀπό ἐκεῖ καί πέρα σταματᾶ τήν προσπάθειά του καί παραδίδει τήν σκυτάλη στό συναίσθημα ἤ σέ κάποια ἄλογη λειτουργία! Καί ὅμως! Τό περιεχόμενο τῆς πίστεώς μας, σάν χαρισματική ζωή, προσεγγίζεται μέ ὅλη τήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, καί μέ τήν λογική του βέβαια, γιατί ὅ,τι ἔχουμε ὡς ἄνθρωποι μᾶς δόθηκε ἀπό τόν Θεό κατά τήν δημιουργία γιά νά Τόν προσεγγίζουμε καί νά Τόν βιώνουμε.(*3)Ἔτσι τήν πίστη μας τήν γεύονται λογικοί καί καθαροί ἀσφαλῶς κατά πρῶτον στήν καρδιά ἄνθρωποι.(*4)Ἄς προσθέσουμε δέ ἐδῶ, πού μιλᾶμε γιά τήν πίστη, ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες μιλᾶνε γιά δύο εἴδη πίστεως.
------------------------------------------------------
(*3) «Καί λογισμόν ἐλάβομεν, ἵνα τόν Χριστόν γινώσκωμεν, ἐπιθυμίαν, ἵνα πρός ἐκεῖνον τρέχωμεν, μνήμην ἔσχομεν, ἵν᾽ ἐκεῖνον φέρωμεν, ἐπεί καί δημιουργημένοις αὐτός ἀρχέτυπον ἦν» (Νικόλαος Καβάσιλας, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς 6. MPG 150,680A).
(*4) Ὁ Καθηγητής Ματσούκας λέγει: «Ἡ ἐπιστημονική θεολογία μέ ἄλλα λόγια, μολονότι εἶναι μιά ξεχωριστή διανοητική λειτουργία, συνυπάρχει καί συμβιβάζεται μέ τήν γνώση τοῦ δόγματος ὡς ἐμπειρίας ἤ πείρας τῆς χαρισματικῆς ζωῆς, ὅπου ἐκεῖ ἀκριβῶς φωτίζεται ὁ νοῦς καί γίνεται ἱκανός νά κατανοήσει κατά τό ἐφεκτό τά μυστήρια τῶν θείων πραγμάτων. Ἔτσι μονάχα ἀποδέχεται κανείς ἀβίαστα ὅτι ὁ λόγος ἐμβαθύνει στό δόγμα, ἀλλά τό δόγμα φωτίζει τόν λόγο γιά νά κατανοήσει τοῦτο τό περιεχόμενο τῆς θείας ζωῆς... Οἱ λειτουργίες τῆς ψυχῆς ὡς λόγος καί ὡς γενική σχέση πρός τήν «πείρα» τοῦ Θεοῦ καί τῆς συγκεκριμένης ζωῆς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας διατηροῦν πάντοτε τήν ἰσορροπία καί τήν θέση τους. Μόνο ἔτσι διατηρεῖται καί ἡ λειτουργικότητα ἐπιστήμης, φιλοσοφίας καί θεολογίας. Τούτη ἡ λειτουργικότητα σίγουρα εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς «λόγωσης τῆς σάρκας» κατά τήν χαρακτηριστική πατερική ἔκφραση πού μνημονεύει ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως 4,18. MPG 94,1184B». Δογματική καί Συμβολική Θεολογία Β΄, σ. 33.34. Καί στό ἴδιο του βιβλίο σ. 35.36 ὁ Καθηγητής πάλι λέγει: «Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία διασώζει τόν λόγο μέ τήν «λόγωση τῆς σάρκας» καί τόν θέλει νά συνυπάρχει ὡς τήν θέωση στήν συνολική ὑπαρξιακή ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἔπειτα ὁ ἴδιος ὁ λόγος μέ τήν ἐπιστημονική καί φιλοσοφική γλώσσα μπορεῖ καί ἔχει ὅλη τήν δικαιοδοσία νά διατυπώσει καί νά ἐκθέσει μέ ὅλα τά συμβολικά μέσα τό περιεχόμενο τῆς πίστης. Ὅσο παράδοξο κι ἄν φαίνεται ὁ σχολαστικισμός καί ἡ νεότερη δυτική σκέψη ἔχουν εὐνουχίσει τόν λόγο, ἐνῶ ἡ ὀρθόδοξη θεολογία τόν ἀναδεικνύει ὄχι μόνο ἔτσι κι ἀλλιῶς στόν χῶρο τῆς ἐπιστήμης καί τῆς φιλοσοφίας, ἀλλά κατεξοχήν στόν χῶρο τῆς θεολογίας.
------------------------------------------------------
–Ποιά εἶναι αὐτά τά εἴδη;
Ἡ μία πίστη εἶναι ἡ «ἐξ ἀκοῆς»· εἶναι πίστη πού προῆλθε ἀπό τήν ἀκοή. Ὁ ἀκροατής ἄκουσε ἕνα κήρυγμα καί δέχθηκε τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Δέν σώζει ὅμως αὐτή ἡ πίστη. Δέν ἀρκεῖ δηλαδή γιά τήν σωτηρία τό νά παραδεχθεῖ κάποιος μόνο ὅτι ὑπάρχει Θεός ἤ νά πιστέψει μόνο ὡς ἀληθινά τά δόγματα τῆς πίστης μας. Αὐτή εἶναι μία πίστη ἁπλῆ ἤ ψιλή. Πρέπει αὐτή ἡ «πίστη ἐξ ἀκοῆς» νά γίνει «πίστη ἐκ θεωρίας». Νά βάλει δηλαδή στήν καρδιά του τήν ἐξ ἀκοῆς πίστη του καί αὐτή νά τοῦ διαποτίσει ὅλο τό εἶναι του καί νά τήν βιώνει στήν καθημερική του ζωή μέ θεάρεστα στόν Θεό ἔργα. Διαφορετικά ἡ πίστη του θά τοῦ εἶναι νεκρά, γιατί ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος λέγει: «Πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ἰακ. 2,26). Ὁ ἄνθρωπος σώζεται μέ τήν «πίστη ἐκ θεωρίας», μέ ἐκείνη δηλαδή τήν πίστη πού τόν βοηθάει νά ζητάει μέ θέρμη τόν Θεό καί νά καθαρίζει τήν καρδιά του ἀπό τά πάθη του, ὥστε νά τοῦ ἀποκαλύπτονται τά μυστήρια τῆς θεολογίας.(*5)
------------------------------------------------------
(*5) Κατά τόν ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σῦρο μέ τήν λ. «πίστη» δέν ἐννοῦμε τήν παραδοχή τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν, ἀλλά κυρίως ἐννοῦμε «τήν πίστιν τήν ἐκ τοῦ φωτός τῆς χάριτος ἀνατέλλουσαν ἐν τῇ ψυχῇ». Καί ἡ πνευματική αὐτή πίστη δέν μαθαίνει μέ τήν ἀκοή τά μυστήρια, «ἀλλ᾽ ἐν τοῖς πνευματικοῖς ὀφθαλμοῖς τά μυστήρια τά κεκρυμμένα ἐν τῇ ψυχῇ καί τόν κρυπτόν καί θεῖον πλοῦτον, τόν κεκρυμμένον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν τῶν υἱῶν τῆς σαρκός καί ἀποκαλυπτόμενον ἐν τῷ πνεύματι τοῖς ἐν τῇ τραπέζῃ τοῦ Χριστοῦ διαιτωμένοις ἐν τῇ ἀδολεσχίᾳ τῶν νόμων αὐτοῦ...» (Ἰσαάκ Σύρου, Ἀσκητικά, ἔκδ. Ρηγοπούλου,
1977, σ. 261). Βλ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία, 1987, σελ. 318. Περί τῶν δύο εἰδῶν τῆς πίστεως βλ. τοῦ ἰδίου στά ἔργα του Τό πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ2, σελ. 34-38. Ψυχική ἀσθένεια καί ὑγεία3, σελ. 35-36. Βλ. τά θέματα: Ἡ Ὀρθοδοξία κατά τούς ἁγίους Πατέρες εἰς Ἐκκλησιαστικό Φρόνημα2, σελ. 75-96. Ἡ χριστιανική πίστη εἰς Ποιότητα Ζωῆς, σελ. 21-23. Οἱ τρεῖς γνώσεις κατά τόν ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο εἰς Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία5, σελ. 318-325. Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία (Πρώτη συζήτηση) εἰς Συζητήσεις γιά τήν Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία2, σελ. 55 ὑποσ. 3.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ - Ἀριθμ. 14 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 22 IANOYAΡΙΟΥ 2010
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Τρί Απρ 13, 2010 9:54 am
από angieholi
ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
– Ἀπό ποῦ μαθαίνουμε τά δόγματα τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας;
Ἀπό τήν θεία Ἀποκάλυψη.
– Τί ἐννοοῦμε μέ τήν ἔκφραση «θεία Ἀποκάλυψη»;
Ἐννοοῦμε αὐτό πού ὁ Ἴδιος ὁ Θεός ἀπεκάλυψε στούς ἀνθρώπους, γιά νά πιστεύουν ὀρθά σ’ Αὐτόν καί νά Τόν λατρεύουν σωστά.
– Πῶς ἔδωσε ὁ Θεός τήν ἀποκάλυψή του;
Ὁ Θεός χρησιμοποίησε ὡρισμένα πρόσωπα στά ὁποῖα ἔδωσε τήν ἀποκάλυψή Του, γιά νά τήν παραδώσουν ἔπειτα αὐτοί σ’ ἐκείνους, πού ἐπιθυμοῦν νά τήν λάβουν.
– Ποιά εἶναι τά πρόσωπα πού δέχτηκαν τήν θεία Ἀποκάλυψη;
–Εἶναι ὁ Ἀδάμ (πρίν ἀπό τήν πτώση του), ὁ Νῶε, ὁ Ἀβραάμ, ὁ Μωυσῆς καί ἄλλοι Προφῆτες, πού ἔλαβαν καί δίδαξαν τίς ἀρχές τῆς θείας Ἀποκάλυψης. Τήν πλήρη ὅμως καί τέλεια θεία Ἀποκάλυψη ἔφερε στήν ἀνθρωπότητα ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐξάπλωσαν σ’ ὅλο τόν κόσμο οἱ μαθητές Του καί Ἀπόστολοί Του
. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει στήν ἀρχή τῆς πρός Ἑβραίους ἐπιστολῆς Του: «Ἀφοῦ ὁ Θεός τούς παλαιούς καιρούς πολλές φορές καί μέ πολλούς τρόπους μίλησε στούς προγόνους μας διά τῶν προφητῶν, τίς ἔσχατες αὐτές ἡμέρες μίλησε σέ μᾶς διά τοῦ Υἱοῦ. Αὐτόν κατέστησε κληρονόμον ὅλων. Δι᾽ αὐτοῦ δημιούργησε τόν κόσμο» (Ἑβρ. 1, 1-2).
Ὁ ἴδιος ἀπόστολος γράφει τά ἀκόλουθα πρός τούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου: «Κηρύττουμε σοφία τοῦ Θεοῦ, πού ἀναφέρεται σέ μυστικό σχέδιο· σοφία, πού ἦταν κρυμμένη, πού ὁ Θεός προώρισε προαιωνίως γιά τήν δόξα μας. Αὐτή τήν σοφία κανείς ἀπό τούς ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου δέν γνώρισε. Γιατί, ἄν γνώριζαν, δέν θά σταύρωναν τόν Κύριο τῆς δόξης... Σέ μᾶς ὅμως ὁ Θεός τά ἀπεκάλυψε διά τοῦ Πνεύματός του, γιατί τό Πνεῦμα τά γνωρίζει ὅλα, καί αὐτά τά βάθη τοῦ Θεοῦ (Πατρός)» (Α΄ Κορ. 2, 7.10).
Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης γράφει στό Εὐαγγέλιό Του: «Τόν Θεό κανείς δέν ἔχει ἰδεῖ ποτέ. Ὁ μονογενής Υἱός πού εἶναι στόν κόλπο τοῦ Πατέρα, ἐκεῖνος ἀποκάλυψε» (Ἰωάν. 1, 18).
Καί ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός λέει: «Κανένας (ἄνθρωπος) δέν γνωρίζει τόν Υἱό, παρά μόνο ὁ Πατέρας, οὔτε τόν Πατέρα γνωρίζει κανείς, παρά μόνο ὁ Υἱός, καί ἐκεῖνος στόν ὁποῖο θά θελήσει ὁ Υἱός ν᾽ ἀποκαλύψει» (Ματθ. 11, 27).
–Δηλαδή, κατά τά λόγια αὐτά τοῦ Χριστοῦ, δέν μποροῦμε νά ἔχουμε κάποια γνώση τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν ἔχουμε λάβει μιά εἰδική ἀποκάλυψη ἀπ’ Αὐτόν.
Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἔχει κάποια γνώση Θεοῦ ἀπό τήν μελέτη τῶν δημιουργημάτων· ἡ γνώση ὅμως αὐτή εἶναι ἀτελής καί ἀνεπαρκής καί μπορεῖ νά χρησιμεύσει μόνο σάν μιά προπαρασκευή γιά τήν πίστη ἤ σάν βοήθημα γιά τήν γνώση τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν θεία Ἀποκάλυψή Του.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή του: «Ἡ αἰώνια δύναμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ θεία μεγαλειότητά του, ἄν καί εἶναι πράγματα ἀόρατα, φαίνονται καθαρά διά μέσου τῶν δημιουργημάτων μέ τά μάτια τῆς διανοίας» (Ρωμ. 1, 20).
Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς στό βιβλίο του Πράξεις τῶν Ἀποστόλων λέει: «(Ὁ Θεός) δημιούργησε ὅλα τά ἔθνη τῶν ἀνθρώπων ἀπό ἕνα αἷμα, γιά νά κατοικοῦν σέ ὅλη τήν γῆ. Καί ὥρισε τούς χρόνους, πού θά ζοῦν, καί τά ὅρια τῆς κατοικίας τους, γιά νά ζητοῦν τόν Κύριο, μήπως τόν ἀνακαλύψουν καί τόν βροῦν, ἄν καί δέν εἶναι μακρυά ἀπό τόν καθένα μας. Γιατί ἐξ αἰτίας του ζοῦμε καί κινούμεθα καί ὑπάρχουμε» (Πράξ. 17, 26-28).
Καί ὁ μέγας Βασίλειος λέει: «Γιά τήν πίστη μας στόν Θεό προηγεῖται ἡ ἔννοια ὅτι ὑπάρχει Θεός. Αὐτήν δέ τήν ἔννοια τήν συμπεραίνουμε ἀπό τά δημιουργήματα. Ἐξετάζοντες τήν δημιουργία τοῦ κόσμου νοοῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι σοφός, δυνατός καί ἀγαθός. Ἔτσι, λοιπόν, τόν δεχόμαστε καί κυβερνήτη μας. Γιατί, ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι δημιουργός ὅλου τοῦ κόσμου, ἐμεῖς δέ εἴμαστε ἕνα μέρος τοῦ κόσμου, ἄρα εἶναι καί δικός μας δημιουργός. Σ’ αὐτή τήν γνώση ἀκολουθεῖ ἡ πίστη στόν Θεό καί σ’ αὐτή τήν πίστη ἡ λατρεία μας σ’ Αὐτόν» (Ἐπιστολή 235, MPG 32, 872).
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ - Ἀριθμ. 14 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 22 IANOYAΡΙΟΥ 2010
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Πέμ Απρ 22, 2010 11:52 am
από angieholi
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ
–Πῶς διατηρήθηκε στήν Ἐκκλησία ἡ θεία Ἀποκάλυψη καί πῶς διαδόθηκε στούς ἀνθρώπους;
Διατηρήθηκε μέ τήν ἱερή Παράδοση καί τήν Ἁγία Γραφή.
– Τί ἐννοοῦμε λέγοντες ἱερή Παράδοση;
Ἐννοοῦμε γενικά τήν πίστη μας: Τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί τά ἱερά Μυστήρια μέ τό τελετουργικό τους (τόν τρόπο τῆς τέλεσής τους), τόν τρόπο τῆς κατά Θεόν ζωῆς, ὅλα ὅπως παραδόθηκαν μέσα στήν Ἐκκλησία ἀπό τόν ἕνα στόν ἄλλο καί ἀπό γενεά σέ γενεά ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες μέ τόν λόγο τους καί τήν ἁγία τους ζωή.
– Ποιός ἐγγυᾶται τήν ἱερή Παράδοση;
Τήν ἐγγυᾶται ἡ Ἐκκλησία, πού τήν ἀποτελοῦμε ὅλοι οἱ πιστοί ἑνωμένοι μέ τήν κοινή πίστη. Στήν Ἐκκλησία, λοιπόν, βρίσκεται ἡ ἀλήθεια τῆς πίστης μας, αὐτή μᾶς τήν παραδίδει («παράδοση»). «Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀληθινοῦ – λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος– εἶναι ὁ στύλος καί ἡ στερεά βάση τῆς ἀλήθειας» (Α΄ Τιμ. 3, 15). Καί ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος μᾶς λέγει ὅτι «ἡ Ἐκκλησία, ἀφοῦ παρέλαβε τό κήρυγμα καί τήν πίστη τῶν Ἀποστόλων, ἄν καί εἶναι διασπαρμένη σέ ὅλο τόν κόσμο, ὅμως τήν διαφυλάσσει σάν νά κατοικεῖ σέ ἕνα οἶκο» (βλ. Ἔλεγχος καί ἀνατροπή ψευδωνύμου γνώσεως Ι 10,2 καί ΙΙΙ 1, MPG 7,549.836).(*1)
–Τί εἶναι αὐτό πού ὀνομάζουμε Ἁγία Γραφή;
Εἶναι μερικά βιβλία πού γράφτηκαν μέ τήν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό ἁγιασμένους ἀνθρώπους, πού ὀνομάζονται Προφῆτες καί Ἀπόστολοι.
Αὐτά τά βιβλία ἀποτελοῦν τήν Ἁγία Γραφή ἤ, ὅπως λέγεται διαφορετικά, τήν «Βίβλο» (βλ. Ἰησ. Ναυῆ 1,8).(*2)
–Τί ἐννοοῦμε ὀνομάζοντες τήν Ἁγία Γραφή «Βίβλο»;
Ἐννοοῦμε ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν βιβλίο, τό ἀνώτερο ἀπ’ ὅλα τά βιβλία, ὁ βασιλιάς τῶν βιβλίων, εἶναι ἡ «Βίβλος».
– Ποιά εἶναι ἀρχαιότερη, ἡ Ἱερή Παράδοση ἤ ἡ Ἁγία Γραφή;
Ἡ ἀρχαιότερη καί τό ἀρχικό ὄργανο γιά τήν ἐξάπλωση τῆς θείας Ἀποκάλυψης ὑπῆρξε ἡ ἱερή Παράδοση. Αὐτή εἶναι ἡ ὅλη πίστη μας. Ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἕνα τμῆμα μόνο τῆς ἱερῆς Παράδοσης: Τό γραπτό τμῆμα. Ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τόν Μωυσῆ δέν ἔχουμε ἱερά βιβλία. Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός παρέδωσε στούς μαθητές Του προφορικά καί μέ τό παράδειγμά Του τήν θεία Του διδασκαλία καί τίς ἐντολές Του καί ὄχι γραπτά. Τό ἴδιο ἔκαναν καί οἱ Ἀπόστολοι στήν ἀρχή, ὅταν διέδιδαν τήν πίστη καί ἵδρυαν τίς κατά τόπους Ἐκκλησίες τοῦ Χριστοῦ.(*3)
Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς Παράδοσης φαίνεται περισσότερο καί ἀπό τό ὅτι τά βιβλία εἶναι διαθέσιμα μόνο γιά ἕνα μικρό μέρος τῆς ἀνθρωπότητας, γι᾽αὐτούς μόνο πού γνωρίζουν νά διαβάζουν· ἐνῶ ἡ Παράδοση βιώνεται ἀπό ὅλους.
– Τότε, γιατί γράφτηκαν οἱ Ἅγιες Γραφές;
Οἱ Ἅγιες Γραφές γράφτηκαν γιά νά μή μπορεῖ νά ἀλλοιωθεῖ ἡ θεία Ἀποκάλυψη, ἀλλά νά διατηρηθεῖ ἀκριβῶς ὅπως δόθηκε. Στήν Ἁγία Γραφή διαβάζουμε τά λόγια τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων ἀκριβῶς σάν νά ζούσαμε μ’ αὐτούς καί νά τούς ἀκούγαμε, ἄν καί τά τελευταῖα χρονικῶς ἀπό τά ἱερά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς γράφτηκαν χίλια καί μερικές ἑκατοντάδες χρόνια πρίν ἀπό τά χρόνια μας.(*4)
– Πρέπει νά ἀκολουθοῦμε τήν ἱερή Παράδοση ἀκόμη καί τώρα, πού ἔχουμε τήν Ἁγία Γραφή;
Τήν Ἱερή Παράδοση πού συμφωνεῖ μέ τήν θεία Ἀποκάλυψη καί τήν Ἁγία Γραφή, πρέπει νά τήν ἀκολουθοῦμε σάν νά μᾶς διδάσκεται ἀπό τήν ἴδια τήν Ἁγία Γραφή. Καί ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή, εἴπαμε, εἶναι ἕνα γραπτό τμῆμα τῆς ἱερῆς Παράδοσης. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέει: «Ὥστε, λοιπόν, ἀδελφοί, σταθεῖτε σταθεροί καί κρατεῖτε τίς παραδόσεις, τίς ὁποῖες διδαχθήκατε ἀπό μᾶς, εἴτε προφορικά εἴτε μέ ἐπιστολή μας» (Β΄ Θεσ. 2, 15).
Ἄς ποῦμε καί τοῦτο: Ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς γίνεται τώρα καί κριτήριο γιά τήν ὀρθότητα τῆς Παραδόσεως· γιατί ἀφοῦ ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἕνα τμῆμα τῆς Παραδόσεως (τό γραπτό), θά πρέπει καί τό ὑπόλοιπο τμῆμα της, – ἄν αὐτό εἶναι σωστό καί δέν εἶναι νοθευμένη παράδοση – νά συμφωνεῖ μέ τό γραπτό της τμῆμα, δηλαδή, μέ τήν Ἁγία Γραφή.
– Γιατί ἡ Ἱερή Παράδοση εἶναι ἀναγκαία ἀκόμη καί τώρα;
Γιά νά μᾶς βοηθεῖ στήν σωστή κατανόηση τῶν Ἁγίων Γραφῶν, γιά τήν σωστή τέλεση τῶν ἱερῶν Μυστηρίων καί τήν διατήρηση ὅλων τῶν ἱερῶν τελετῶν στήν ἀρχική τους καθαρότητα, ὅπως τότε πού συστάθηκαν.
Ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας λέει σχετικά γιά τήν ἱερή Παράδοση:
«Ἀπό τά δόγματα καί τίς ἀλήθειες πού φυλάσσει ἡ Ἐκκλησία ἄλλα μέν τά ἔχουμε πάρει ἀπό τήν γραπτή διδασκαλία, ἄλλα δέ, πού μυστικά ἔφτασαν σέ ᾽μᾶς, τά κάναμε δεκτά ἀπό τήν παράδοση τῶν Ἀποστόλων. Καί τά δύο στοιχεῖα, καί ἡ γραπτή καί ἡ ἄγραφη παράδοση, ἔχουν τήν ἴδια σημασία γιά τήν πίστη. Καί κανένας ἀπό ὅσους ἔχουν καί μικρή γνώση τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν δέν θά ἐγείρει ἀντίρρηση σ’ αὐτά. Γιατί, ἄν ἐπιχειρούσαμε νά ἐγκαταλείψουμε ὅσα ἀπό τά ἔθιμα εἶναι ἄγραφα, γιατί δῆθεν δέν ἔχουν μεγάλη σημασία, χωρίς νά τό καταλάβουμε θά ζημιώναμε τό Εὐαγγέλιο στήν οὐσία του ἤ μᾶλλον θά μετατρέπαμε τό κήρυγμα σέ ὄνομα μέ κενό νόημα.
Λόγου χάρη (γιά νά θυμηθῶ τό πρῶτο καί τό πιό συνηθισμένο ἀπ’ ὅλα), ποιός δίδαξε γραπτῶς ὅτι οἱ ἐλπίζοντες στό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ φανερώνουν αὐτήν τήν πίστη τους μέ τό νά κάνουν τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ; Τό νά στρεφόμαστε πρός Ἀνατολάς κατά τήν προσευχή ποιό γραπτό κείμενο μᾶς τό δίδαξε; Τούς λόγους τῆς ἐπίκλησης κατά τόν ἁγιασμό τοῦ ἄρτου τῆς θείας Εὐχαριστίας καί τοῦ ποτηρίου, ποιός ἀπό τούς ἁγίους μᾶς τούς ἄφησε γραπτῶς; Δέν ἀρκούμαστε ἀσφαλῶς σ’ αὐτά πού οἱ Ἀπόστολοι ἤ τό Εὐαγγέλιο μνημονεύουν, ἀλλά πρίν ἀπό τήν Εὐχαριστία καί μετά ἀπό αὐτήν λέγομε καί ἄλλα, γιατί διδαχτήκαμε ἀπό τήν ἄγραφη διδασκαλία ὅτι ἔχουν μεγάλη δύναμη στήν ἐπιτέλεση τοῦ Μυστηρίου. Εὐλογοῦμε ἐπίσης καί τό νερό τοῦ Βαπτίσματος καί τό ἔλαιο τοῦ Χρίσματος καί ἀκόμη καί αὐτόν πού βαπτίζεται. Ἀπό ποιά γραπτά κείμενα τά πήραμε αὐτά; Δέν τά γνωρίζουμε ἀπό τήν σιωπηρή καί μυστική παράδοση; Ποιός γραπτός λόγος διδάσκει τήν χρίση μέ τό ἔλαιο; Ἀπό ποῦ πήραμε τό νά βαπτίζουμε τόν ἄνθρωπο τρεῖς φορές στό νερό; Καί τά ἄλλα ἀκόμη τά σχετικά μέ τό βάπτισμα, ὅπως ἡ ἀποκήρυξη τοῦ Σατανᾶ, τῶν ἀγγέλων του, ἀπό ποιό σύγγραμμα διδάσκονται; Δέν προέρχονται ὅλα αὐτά ἀπό αὐτή τήν μή δημοσιευθεῖσα καί μυστική διδασκαλία, τήν ὁποία οἱ Πατέρες μας διατήρησαν σέ σιγή χωρίς νά τήν πολυερευνοῦν καί νά τήν περιεργάζονται, ἐπειδή εἶχαν μάθει ὀρθά, ὅτι πρέπει μέ τήν σιωπή νά προστατεύουν τήν σεμνότητα τῶν μυστηρίων; Γιατί, πῶς εἶναι δυνατόν νά διακηρυχθεῖ γραπτά τό νόημα αὐτῶν, τά ὁποῖα, ὅσοι εἶναι ἀμύητοι (ἀβάπτιστοι) δέν ἐπιτρέπεται οὔτε νά ἰδοῦν;» (Περί Ἁγίου Πνεύματος, κεφ. 27 MPG 32,188-189).
Καί λέγει τέλος ὁ Μέγας πατήρ: «Ἐπιλείψει με ἡ ἡμέρα τά ἄγραφα τῆς Ἐκκλησίας μυστήρια διηγούμενον» (ὅπ. παρ. σελ. 192).
--------------------------------------------------------
(*1.) Καί ὁ Ἀνδροῦστος λέγει: «Ἡ Παράδοσις, ὡς πηγή τοῦ θείου λόγου, ὀφείλει νά ἀνέρχηται εἰς τούς χρόνους, ἐν οἷς ἀπεκαλύφθη ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, καί ἐφανερώθη ἐσαεί ὅλη ἡ Χριστιανική ἀλήθεια, ἤτοι εἰς τούς ἀποστολικούς, ὅθεν καί γνώρισμα εἰδικόν καί ἀπαραίτητον γνησίας καί ἀναλλοιώτου Παραδόσεως εἶνε ὅτι προέρχεται παρά τῶν Ἀποστόλων αὐτῶν. Καθόσον ὅμως τήν ἀποστολική ταύτην Παράδοσιν παραλαβοῦσαι ὁμολογοῦσιν ὁμοφώνως καί διηνεκῶς αἱ ἐπί μέρους Χριστιανικαί Ἐκκλησίαι, εἶνε πρόδηλον ὅτι τό εἰδικόν τοῦτο τῆς Παραδόσεως γνώρισμα προσδιορίζεται καί καθ᾽ ὕλην, καί Παράδοσις γνησία εἶνε ὅ,τι πάντοτε καί πανταχοῦ ὁμολογοῦσιν πάντες οἱ πιστοί, ἤ ὅ,τι ὁμοφώνως διδάσκει τό ἐκπροσωποῦν τήν καθολικήν Ἐκκλησίαν σύνολον τῶν ποιμένων, καί ὡς λέγει ὁ ἐκ Λειρίου Βικέντιος “quod ubique quod semper quod ab omnibus creditum est” (Συμβολική, ἔκδ. 2, σελ. 117.118).
(*2.) Εἶναι ὡραῖος καί αὐτός ὁ ὁρισμός τοῦ καθηγητοῦ Ν. Ματσούκα: «Θά ἔλεγε κανείς πώς ἡ Ἁγία Γραφή δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ ἱστορία ὅλων τῶν γεγονότων, πού εἶναι θεῖες ἐπεμβάσεις στήν κτίση καί στήν ἱστορία, γιά νά ξανασυνδεθεῖ ἡ ἀνθρωπότητα μέ τόν Θεό διαμέσου τῆς φύσης καί τῆς ἱστορίας» (Ὀρθοδοξία καί αἵρεση2, σελ. 79. Γιά τήν κατάληψη τοῦ ὁρισμοῦ αὐτοῦ βλ. ὅλη τήν μελέτη τοῦ βιβλίου, Οἱ θεοφάνειες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, σελ. 79-97).
(*3.) «Οἱ Ἀπόστολοι μικρόν μόνον μέρος της γενομένης αὐτοῖς ὑπερφυσικῆς Ἀποκαλύψεως παρέδοσαν ἡμῖν μεταγενεστέρως γραπτῶς διά τῶν βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἐνῷ τό σύνολον αὐτῆς παρέδοσαν ἤδη ἀπ᾽ ἀρχῆς εἰς τήν Ἐκκλησίαν προφορικῶς, τοῦθ᾽ ὅπερ ἀπετέλεσε τήν ἱεράν Παράδοσιν. Διά τόν λόγον τοῦτον ἡ ἱερά Παράδοσις εἶναι ἀρχαιοτέρα καί δαψιλεστέρα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἥτις βραδύτερον καί περιπτωσιολογικῶς συντεθεῖσα καί ἀπαρτισθεῖσα, περιέλαβε μικρόν μόνον τμῆμα ἐκείνης καί συνεπῶς ἔχει ἀνάγκην, πρός ἑρμηνείαν καί συμπλήρωσιν, τοῦ φωτός τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως» (Καρμίρης, Σύνοψις τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, σ. 9-10.
(*4.) Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔχει καί ἕνα περίεργο λόγο περί τῆς Ἁγίας Γραφῆς: Ἔπρεπε – λέγει ὁ ἅγιος πατέρας – νά ἔχουμε τόση καθαρή καρδιά, ὥστε νά μήν εἴχαμε ἀνάγκη ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ἀλλά νά μιλοῦσε κατ᾽ εὐθεῖαν στήν καρδιά μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, λόγω τῆς καθαρότητάς της. Ἔτσι, μέ προσωπική ἐπικοινωνία καί ὄχι μέ γράμματα, ἐπικοινωνοῦσε ὁ Θεός μέ τήν πρώτη καθαρή γενεά τῶν ἀνθρώπων, μέ τούς πρωτοπλάστους πρίν ἀπό τήν πτώση τους, μέ τόν Νῶε ἀργότερα, μέ τόν Ἀβραάμ, μέ τόν Ἰώβ, μέ τόν Μωυσῆ καί μέ ἄλλους. Ἀργότερα ὅμως, ὅταν ἐξώκειλε ἡ γενεά τῶν ἀνθρώπων, ὁ Θεός σύναψε μέ τούς ἀνθρώπους γραπτό συμβόλαιο γιά νά εἶναι δέσμιοι! Αὐτό τό γραπτό συμβόλαιο εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή (βλ. ΕΠΕ 9,16.1 ἑξ. MPG 57,13 ἑξ.). Ἄς ἀναφέρουμε γιά κατανόηση τῶν παραπάνω ἕνα παράδειγμα: Ὅταν ἕνας δανείζει στόν ἔμπιστο φίλο του ἕνα χρηματικό ποσό, δέν θεωρεῖ ἀναγκαῖο νά ὑπογράψει μέ αὐτόν ἔγγραφο γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ δανείου, γιατί γνωρίζει τήν πιστότητα τοῦ φίλου του. Ὅταν ὅμως τά παιδιά τοῦ φίλου του, πού δέν ἔχουν τήν ἴδια πιστότητα μέ τόν πατέρα τους, ζητήσουν δάνειο ἀπό αὐτόν, αὐτά αὐτός τά δεσμεύει μέ ὑπογραφή. Ἡ Ἁγία Γραφή λέγεται «Διαθήκη» καί ἀποτελεῖ γραπτή δέσμευση γιά μᾶς, γιά τήν τήρησή της.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ - Ἀριθμ. 16 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 5 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Απρ 25, 2010 2:05 pm
από angieholi
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ (α΄μέρος)
– Πότε γράφτηκαν τά ἱερά βιβλία τῆς ἁγίας Γραφῆς;
Σέ διάφορους καιρούς· μερικά γράφτηκαν πρίν ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί μερικά μετά.
– Πῶς διακρίνεται αὐτή ἡ διπλή διαίρεση τῶν ἱερῶν βιβλίων;
Ἐκεῖνα τά βιβλία πού γράφτηκαν πρίν ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελοῦν τήν Παλαιά Διαθήκη, ἐνῶ ἐκεῖνα πού γράφτηκαν μετά τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελοῦν τήν Καινή Διαθήκη.
–Τί εἶναι ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη;
Μέ ἄλλα λόγια Παλαιά καί Καινή Διαθήκη εἶναι ἡ παλαιά καί νέα συμφωνία τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἀνθρώπους.
–Τί μᾶς λέει ἡ Παλαιά Διαθήκη;(*1)
Μᾶς λέει γιά τήν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ νά στείλει στούς ἀνθρώπους τόν θεῖο Λυτρωτή, τόν Μεσσία, καί γιά τό πῶς τούς προετοίμασε νά Τόν δεχθοῦν.
–Πῶς προετοίμασε ὁ Θεός τούς ἀνθρώπους νά δεχθοῦν τόν θεῖο Λυτρωτή;
Μέ τήν θεία Ἀποκάλυψη, πού τήν ἔδινε σιγά – σιγά καί προοδευτικά, μέ τίς προφητεῖες καί τούς τύπους καί μέ τίς θεοφάνειες τοῦ «Ἀγγέλου τοῦ Κυρίου».
– Ποιός εἶναι αὐτός ὁ «Ἄγγελος Κυρίου»;
Ὁ «Ἄγγελος Κυρίου» (Mal’ak – Jahve, ὅπως λέγεται στό Ἑβραϊκό κείμενο) εἶναι ἕνα μυστηριῶδες θεῖο Πρόσωπο, τό Ὁποῖο ἐμφανίζεται στούς δίκαιους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τούς Πατριᾶρχες καί τοῦ Προφῆτες, καί ὀνομάζεται ρητά «Γιαχβέ» (βλ. Γεν. 22,11.12 καί Ἰωάν. 8,56. Γεν. 31,11. Ἐξ. 3,2-21.
Ἰησ. Ν. 5,13-15. Κριτ. 2,1-5). Στό Ἠσ. 9,6 ὀνομάζεται «μεγάλης βουλῆς ἄγγελος» καί στό Μαλαχ. 3,1 χαρακτηρίζεται ὡς «ἄγγελος τῆς διαθήκης».
Κατά τήν πατερική ἑρμηνεία τό θεῖο αὐτό Πρόσωπο εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.(*2)
–Ὥστε καί ἡ Παλαιά Διαθήκη ὁμιλεῖ γιά τόν Χριστό;
Ἀσφαλῶς! Καί ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη ὁμιλοῦν γιά τόν Χριστό. Ἡ διαφορά εἶναι ὅτι ἡ Καινή Διαθήκη μιλάει γιά τόν σαρκωθέντα Υἱό τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ Παλαιά Διαθήκη ὁμιλεῖ γιά τόν ἄσαρκο ἀκόμη Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού ὅμως ἐβιάζετο, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, πότε νά σαρκωθεῖ, γι᾽ αὐτό καί ἐνεφανίζετο μεταξύ τῶν ἀνθρώπων ὡς Ἄγγελος Κυρίου.(*3)
–Τώρα ἐννοῦμε πόσο σπουδαία εἶναι ἡ Παλαιά Διαθήκη καί πόση ἁμαρτία εἶναι νά τήν περιφρονοῦμε.
Βεβαίως, εἶναι μεγάλη ἁμαρτία νά περιφρονοῦμε τήν Παλαιά Διαθήκη, τό πρῶτο αὐτό μέρος τῆς θείας Ἀποκαλύψεως.
Γιατί, ὅπως ἡ Καινή Διαθήκη εἶναι φάκελλος μαρτυρικῶν καταθέσεων τῶν αὐτοπτῶν καί αὐτηκόων μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καί ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι τό ἴδιο: Εἶναι καί αὐτή φάκελλος μαρτυρικῶν καταθέσεων τῶν αὐτοπτῶν καί αὐτηκόων μαρτύρων τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Κυρίου, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀσάρκου ἀκόμη ὄντος.
Τήν στενή σχέση τῶν δύο Διαθηκῶν στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τήν ἐκφράζει αὐτή ἡ ὡραία περικοπή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου:
«Προέλαβε τήν Καινήν ἡ Παλαιά καί ἡρμήνευσε τήν Παλαιάν ἡ Καινή. Καί πολλάκις εἶπον, ὅτι δύο Διαθῆκαι καί δύο παιδίσκαι καί δύο ἀδελφαί τόν ἕνα Δεσπότην δορυφοροῦσι. Κύριος παρά προφήταις καταγγέλλεται, Χριστός ἐν Καινῇ κηρύσσεται. Οὐ καινά τά καινά, προέλαβε γάρ τά παλαιά. Οὐκ ἐσβέσθη τά παλαιά ἡρμηνεύθη γάρ ἐν τῇ Καινῇ» (Ὁμιλία εἰς τό «Ἐξῆλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αὐγούστου» καί εἰς τήν ἀπογραφήν τῆς ἁγίας Θεοτόκου, MPG 50, 796. Βλ. καί 56, 433).
Καί ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος γιά τήν στενή σχέση τῶν δύο Διαθηκῶν λέει:
«Ἡ Καινή Διαθήκη κρύβεται στήν Παλαιά· ἡ Παλαιά Διαθήκη ἀνοίγεται στήν Καινή» («Novum Testamentum in vetere late· Vetus Testamentum in Novo patet». Ἐρωτ. 73 στήν Ἔξοδο). Δηλαδή: Ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι ἡ προϊστορία τοῦ Χριστοῦ! Εἶναι ἀξιοπαρατήρητο ὅτι ὅσα ἡ Παλαιά Διαθήκη λέγει περί τοῦ Θεοῦ Πατρός, ἡ Καινή Διαθήκη τά ἀναφέρει στόν Ἰησοῦ Χριστό. «Ἅ περί τοῦ Πατρός ὁ Μωϋσῆς λέγει, Παῦλος εἰς τόν Υἱόν ἐκλαμβάνει, πολλήν τήν ἰσότητα δεικνύς», λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, (Ὁμιλία εἰς τόν Η΄ Ψαλμ. MPG 55,120).(*4)
– Πόσα εἶναι τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης;
Κατά τό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία μας, τήν Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο΄), τά βιβλία εἶναι σαράντα ἐννέα.Ἀλλά ὁ ἅγιος Κύριλλος ὁ Ἱεροσολύμων, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀριθμοῦν τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σέ εἴκοσι δύο καί συμφωνοῦν σ’ αὐτό μέ τούς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι τά ἀριθμοῦν ὅσα καί τά γράμματα τῆς ἀρχικῆς ἑβραϊκῆς γλώσσας τους, δηλαδή εἴκοσι δύο.
(Βλ. Μ. Ἀθανασίου τήν κατά τό ἔτος 367 «Πασχάλιο ἐπιστολή» του καί Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως Δ, 17).
– Γιατί πρέπει νά δώσουμε σημασία πῶς ἀριθμοῦν οἱ Ἑβραῖοι τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης;
Γιατί, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «σ’ αὐτούς ἐμπιστεύτηκαν τά λόγια τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 3,2)· καί τά ἱερά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τά ἔλαβε ἡ χριστιανική Ἐκκλησία τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀπό τήν Ἑβραϊκή Συναγωγή.
– Πῶς, κατά τήν ἀρίθμηση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου καί τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, πετυχαίνεται ἡ ἀρίθμηση τῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σέ εἴκοσι δύο, ὅσα καί τά γράμματα τῆς Ἑβραϊκῆς ἀλφαβήτου;
Τά ἀριθμοῦν ὡς ἑξῆς:
1. Γένεσις
2. Ἔξοδος
3. Λευϊτικόν
4. Ἀριθμοί
5. Δευτερονόμιον
6. Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ
7. Κριταί, καί μαζί μέ τό βιβλίο αὐτό, ὡς παράρτημα, τό βιβλίο τῆς Ρούθ
8. Τά βιβλία Α΄ καί Β΄ Βασιλειῶν, ὡς δυό μέρη ἑνός βιβλίου
9. Τά βιβλία Γ΄ καί Δ΄ Βασιλειῶν, ὡς δυό μέρη ἑνός βιβλίου καί αὐτά.
10. Τά βιβλία Α΄ καί Β΄ Παραλειπομένων
11. Τό βιβλίο τοῦ Ἔσδρα Β΄ μαζί καί τό βιβλίο τοῦ Νεεμίου
12. Τό βιβλίο τῆς Ἐσθήρ
13. Τό βιβλίο τοῦ Ἰώβ
14. Οἱ Ψαλμοί
15. Οἱ Παροιμίες τοῦ Σολομῶντος
16. Ἐκκλησιαστής (τοῦ Σολομῶντος ἐπίσης
17. Τό Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων (ἐπίσης τοῦ Σολομῶντος)
18. Τό βιβλίο τοῦ προφήτου Ἡσαΐου
19. Τοῦ Ἱερεμίου
20. Τοῦ Ἰεζεκιήλ
21. Τοῦ Δανιήλ
22. Τῶν δώδεκα Προφητῶν. (Βλ. καί ΠΕ΄ Κανόνα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων).
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------
(*1). Περί τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γενικά, τοῦ περιεχομένου της καί τῆς θεολογίας της βλ. τόν πρόλογο τοῦ ὑπομνήματός μας στήν Γένεση, Ἀθῆναι 2004 (Ἔκδοσις ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ), τό βιβλίο μας Ἡ παλαιά Διαθήκη (περιεχόμενο καί θεολογία της)2, Ἀθῆναι 2003 καί τήν μελέτη μας Ἡ Παλαιά Διαθήκη πολεμουμένη καί ἀπολογουμένη, Ἀθήνα 2003.
(*2). Ὁ Εὐσέβιος ἀρχίζει τήν ἱστορία του μέ τά κατορθώματα τοῦ «Ἀγγέλου τῆς μεγάλης βουλῆς».
Περί τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Κυρίου στήν Π.Δ. καί τῆς ἑρμηνείας τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἐπ᾽ αὐτῶν βλ. τό βιβλίο μας Ἡ περί προϋπάρξεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς κατά τόν ἱερόν Χρυσόστομον (Διατριβή ἐπί Διδακτορίᾳ), Ἀθῆναι 2002, σ. 213-227.
Ὁμοίως βλ. Β. Βέλλα, Mal’ aK – Jahve, Ἐν Ἀλεξανδρείᾳ, 1931.
(*3). Βλ. τό ὑπέροχο βιβλίο τοῦ Jean Danielou Les Figures du Christ das l’ Ancien Testament.
(*4). Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὡς ἄσαρκος Λόγος, ἔδωσε τόν Νόμο, Αὐτός μίλησε διά μέσου τῶν προφητῶν καί στήν τελευταία φάση τῆς περιόδου αὐτῆς ἐνανθρώπησε: «Ὅς καί τοῖς πατράσιν αὐτοπροσώπως ὤφθη δεδωκώς τόν νόμον καί λαλήσας διά τῶν προφητῶν καί τά τελευταῖα ἐνανθρωπήσας καί τόν ἑαυτοῦ Πατέρα πᾶσιν ἀνθρώποις φανερώσας» (Σωκράτους, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 2,19. MPG 67, 229B).
Ἀκόμη καί αἱρετικά κείμενα [ὅπως ἡ «μακρόστιχος ἔκθεσις» τῶν Ἀρειανῶν τῆς συνόδου τοῦ 344 στήν Ἀντιόχεια] ὁμιλοῦν γιά προϊστορία τοῦ Χριστοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη. Βλ. Ν. Ματσούκα, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία Β΄, σελ. 62.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ - Ἀριθμ. 16 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 5 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Μάιος 02, 2010 10:20 am
από angieholi
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ (β΄μέρος)
–Γιατί σ’ αὐτή τήν ἀρίθμηση τῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δέν εἴδαμε τό βιβλίο τῆς Σοφίας τοῦ υἱοῦ τοῦ Σειράχ, ὅπως καί μερικά ἄλλα βιβλία;
Γιατί δέν ὑπάρχουν στό πρωτότυπο Ἑβραϊκό κείμενο.
–Πῶς θεωρεῖ ἡ Ἐκκλησία μας αὐτά τά βιβλία;
Τά βιβλία αὐτά λέγονται «δευτεροκανονικά», ἐνῶ τά ἄλλα, πού ἔχει τό Ἑβραϊκό κείμενο, ὀνομάζονται «πρωτοκανονικά».
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος στήν «Πασχάλιο ἐπιστολή» του λέει ὅτι καί τά «δευτεροκανονικά» βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὁρίστηκαν ἀπό τούς Πατέρες νά ἀναγινώσκονται ἀπό τούς κατηχουμένους, πού ἑτοιμάζονται γιά τήν εἴσοδό τους στήν Ἐκκλησία· γι’ αὐτό τά βιβλία αὐτά λέγονται καί «Ἀναγινωσκόμενα».
– Ποιά εἶναι τά βιβλία αὐτά;
Εἶναι τά ἑξῆς:
- Τωβίτ,
- Ἰουδίθ,
- Α΄ Ἔσδρα,
- Α΄, Β΄, Γ΄ Μακκαβαίων,
- Σοφία Σολομῶντος,
- Σοφία Σειράχ,
- Βαρούχ,
- Ἐπιστολή Ἱερεμίου,
-καί τά δευτεροκανονικά τεμάχια τῆς Ἐσθήρ καί τοῦ Δανιήλ.
Τά βιβλία αὐτά περιέχονται στό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία μας, τήν Μετάφραση τῶν Ο΄ (Ἑβδομήκοντα).
– Γιατί λέγεται ἔτσι τό κείμενο αὐτό;
Κανονικά ἔπρεπε νά λεγόταν Μετάφραση τῶν «Ἑβδομήκοντα δύο» (ΟΒ΄), γιατί ἑβδομήντα δύο, κατά τήν ψευδεπίγραφο ἐπιστολή τοῦ Ἀριστέου,(*1) ἦταν οἱ μεταφραστές, ἀλλά γιά τό στρογγυλό τοῦ ἀριθμοῦ λέγεται μετάφραση τῶν «Ἑβδομήκοντα» (Ο΄). Πρόκειται γιά ἑλληνική μετάφραση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού ἔγινε στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου ἐπί τοῦ Πτολεμαίου Β΄ τοῦ Φιλαδέλφου (285-246 π.Χ.) ἀπό ἑλληνιστές Ἰουδαίους.
–Εἶναι θεόπνευστη ἡ Μετάφραση τῶν Ο΄;
Γιά τήν λεγομένη Mετάφραση τῶν Ο΄ ἔχω νά πῶ ὅτι εἶναι ἡ πρώτη Βίβλος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τό βλέπουμε ἤδη στήν Καινή Διαθήκη, ὅπου τά περισσότερα χωρία ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη παρατίθενται ἀπό τήν Mετάφραση αὐτή. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἡ μετάφραση τῶν Ο΄ ἐξακολουθεῖ νά παραμένει ὡς ἡ ἐπίσημη ἐκκλησιαστική Βίβλος, πού χρησιμοποιεῖται στήν Λατρεία.Βεβαίως στίς μή ἑλληνοφώνους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τό κείμενο τῶν Ο΄ διαβάζεται ἀπό μεταφράσεις του.
Εἰδικά ὅμως γιά τό ἐρώτημα ἄν ἡ Μετάφραση τῶν Ο΄ εἶναι θεόπνευστη ἔχω νά πῶ ὅτι ὄχι δέν εἶναι, γιατί δέν νοεῖται θεοπνευστία σέ μετάφραση. Θεόπνευστο κείμενο εἶναι αὐτό πού προέρχεται ἀπό τά χέρια τοῦ ἱεροῦ συγγραφέα καί ὄχι ἡ μετάφρασή του. Ἡ μετάφραση πάντα ἔχει λάθη καί αὐτό βέβαια συμβαίνει καί στήν μετάφραση τῶν Ο΄.
Καί σέ χωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού διαφέρουν στά δύο κείμενα, Ἑβραϊκό καί Ο΄, συμβαίνει ἡ Καινή Διαθήκη νά προτιμᾶ τό Ἑβραϊκό κείμενο καί ὄχι τούς Ο΄. Τό χωρίο ᾽Ωσηέ 11,1, γιά παράδειγμα, «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου», ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος (2,15) τό παραθέτει κατά τό Ἑβραϊκό κείμενο. Οἱ Ο΄ μετέφρασαν τό χωρίο λανθασμένα, «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τά τέκνα αὐτοῦ», ἀποδώσαντες στό Ἰσραήλ τή χριστολογική προφητεία τοῦ Ὠσηέ. Καί τήν ἄλλη πάλι καθαρά χριστολογική προφητεία τοῦ Ἠσαΐα εἰς 42,1 τοῦ βιβλίου του οἱ Ο΄ τήν ἀπέδωσαν στόν Ἰσραήλ καί μετέφρασαν: «Ἰακώβ ὁ παῖς μου ἀντιλήψομαι αὐτοῦ· Ἰσραήλ ὁ ἐκλεκτός μου προσεδέξατο αὐτόν ἡ ψυχή μου». Ὁ εὐαγγελιστής ὅμως Ματθαῖος πού ἀναφέρει τήν προφητεία αὐτή εἰς 12,18 τοῦ Εὐαγγελίου του τήν ἀναφέρει κατά τό Ἑβραϊκό πάλι κείμενο, χωρίς δηλαδή τίς λέξεις «Ἰακώβ» καί «Ἰσραήλ» καί τήν ἀναγάγει στόν Μεσσία.
Ὅτι πράγματι δέν θεωρεῖ ὡς θεόπνευστη ἡ Ἐκκλησία μας τήν μετάφραση τῶν Ο΄, φαίνεται καί ἀπό τό ὅτι ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία στό βιβλίο τοῦ προφήτου Δανιήλ παραγκώνισε τήν μετάφραση τῶν Ο΄ καί προτίμησε ἀντ᾽ αὐτῆς τήν μετάφραση τοῦ Θεοδοτίωνος, ἡ ὁποία καί τυπώνεται στίς ἐκδόσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού χρησιμοποιοῦμε στήν λατρεία μας.
–Ποιά τότε εἶναι ἡ ἀξία τῆς Μεταφράσεως τῶν Ο´.
Ἡ Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο΄) εἶναι ἡ παλαιότερη καί σπουδαιότερη μετάφραση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπό τό πρωτότυπο Ἑβραϊκό κείμενο. Ὅλο αὐτό τό μεταφραστικό ἔργο ἄρχισε ἀπό τήν μετάφραση τῆς Πεντατεύχου στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου κατά τό πρῶτο ἥμισυ τοῦ 3ου αἰ. π.Χ. καί σέ διάστημα διακοσίων περίπου ἐτῶν ἐπεκτάθηκε καί στά ἄλλα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἡ ἑλληνική τῆς Μεταφράσεως τῶν Ο΄ εἶναι ἡ κοινή ἑλληνιστική γλώσσα ἤ κοινή ἑλληνική (δημώδης), πού ὁμιλοῦσαν οἱ ἑλληνιστές Ἰουδαῖοι καί ἐθνικοί στήν Αἴγυπτο κατά τούς χρόνους τῶν Πτολεμαίων· χαρακτηρίζεται ὅμως ἡ Μετάφραση αὐτή στήν σύνταξή της ἀπό σημιτισμούς καί ἀραμαϊσμούς. Πρέπει ὅμως νά ποῦμε καί μάλιστα νά τονίσουμε ὅτι ὅλοι οἱ μεταφραστές δέν ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τό πνεῦμα τοῦ θεοπνεύστου πρωτοτύπου κειμένου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οὔτε τό παραποίησαν ζητοῦντες νά τό συμβιβάσουν μέ τίς θρησκευτικές ἀντιλήψεις τοῦ ἑλληνίζοντος ἰουδαϊσμοῦ.(*2)
Καί ἀσφαλῶς σ᾽ αὐτό βλέπουμε τόν δάκτυλο τῆς θείας Προνοίας, ὅτι ἡ Μετάφραση τῶν Ο΄εἶναι «θεόθεν οἰκονομηθεῖσα», ὅπως λέγει ὁ Εὐσέβιος Καισαρείας. Καί ἀκόμη πρέπει νά ποῦμε ὅτι οἱ ἐκπονητές τῆς Μεταφράσεως τῶν Ο΄ δέν ἦταν ἁπλοῖ μεταφραστές, ἀλλά ἑρμηνευτές τοῦ πρωτοτύπου κειμένου.
Τήν Μετάφραση αὐτή χρησιμοποίησαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί ἡ Ἐκκλησία μας στήν Λατρεία της, ὅπως καί οἱ ἅγιοι Πατέρες στήν ποιμαντική τους καί στίς Τοπικές καί Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἔτσι καθαγιάστηκε μέ τήν χρήση αὐτή καί μάλιστα μέ τήν χρήση της στήν λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅμως, ὅπως μᾶς λέγει ὁ πολύς Ἀνδροῦτσος «ἥκιστα ἡ Ἐκκλησία ἐκδέχεται τήν μετάφρασιν τῶν Ο΄ ὡς αὐθεντικήν καί θεόπνευστον, ὡς ἡμαρτημένως ἐδόξασεν ὁ Οἰκονόμος, διότι θεοπνευστία μέν ἐν μεταφράσει οὐδένα λόγον ἔχει, ἡ δέ Καινή Διαθήκη ποιεῖται χρῆσιν καί τοῦ Ἑβραϊκοῦ πρωτοτύπου, ἐξ οὗ ἐγένετο καί ἡ παρά τοῖς δυτικοῖς ἰσχύουσα μετάφρασις Βουλγάτα. Ὁμοίως δέ οὐδέποτε ἀπεδοκιμάσθη ἡ ὑπό ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν διόρθωσις τῶν Ο΄ ἐπί τῇ βάσει τοῦ πρωτοτύπου».(*3)
– Πῶς ἑρμηνεύονται τά λάθη τῆς Μεταφράσεως τῶν Ο´;
Γιά τά ὑπάρχοντα λάθη στήν Μετάφραση τῶν Ο΄πρέπει νά λάβουμε ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι αὐτή ἔγινε ἀπό νεκρή σημιτική γλώσσα καί μάλιστα ἀπό κείμενο μέ σύμφωνα μόνο. Γιά τήν δυσχέρεια τῆς μεταφράσεως ἑνός τέτοιου κειμένου ἔχουμε τήν μαρτυρία ἀπό αὐτήν τήν ἴδια τήν Μετάφραση τῶν Ο΄, ἀπό τόν πρόλογο τῆς Σοφίας Σειράχ, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι «οὐκ ἰσοδυναμεῖ αὐτά ἐν ἑαυτοῖς λεγόμενα καί ὅταν μεταχθῇ εἰς ἑτέραν γλῶσσαν».
Ἀκόμη πρέπει νά λάβουμε ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι ἡ μετάφραση αὐτή δέν ἔγινε ἀπό ἕνα καί τόν ἴδιο ἄνδρα, ἀλλά ἀπό πολλούς μεταφραστές, μέ ποικίλη μόρφωση, εἴτε ἑβραϊκή εἴτε ἑλληνική, καί μέ διάφορες ἑρμηνευτικές μεθόδους καί μέ ποικίλη ἐλευθερία ἀπέναντι τοῦ ἑβραϊκοῦ πρωτοτύπου κειμένου πού μετέφραζαν καί ἔχοντες ἀκόμη διάφορο σκοπό γιά τό βιβλίο πού μετέφραζαν.
Ἔτσι ἄλλη, γιά παράδειγμα, εἶναι ἡ ἑλληνική μόρφωση τῶν μεταφραστῶν τοῦ Ψαλτηρίου, τῶν Α΄ καί Β΄ Βασιλειῶν καί ἄλλη ἡ μόρφωση τῶν μεταφραστῶν τῆς Πενταυτεύχου, τῶν Παροιμιῶν καί τοῦ Ἰώβ. Ἄλλη εἶναι ἡ ἐλευθερία ἀπέναντι τοῦ πρωτοτύπου τῶν μεταφραστῶν τοῦ Ἠσαΐου καί τοῦ Ἰερεμίου καί ἄλλη ἡ ἐλευθερία τῶν μεταφραστῶν τοῦ Ἐκκλησιαστοῦ, τοῦ Ψαλτηρίου, τῆς Πεντατεύχου κ.λπ. Ἔπειτα, ἐνῶ ἡ Πεντάτευχος, τό Ψαλτήριο καί οἱ Προφῆτες μεταφράστηκαν κυρίως γιά ἐξυπηρέτηση τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν ἑλληνιστῶν Ἰουδαίων τῆς Αἰγύπτου, μέ τήν μετάφραση ὅμως τοῦ Ἰώβ, τῶν
Παροιμιῶν καί ἄλλων βιβλίων φαίνεται ὅτι ἐπιδιώκεται προσηλυτιστικός σκοπός, ἀκόμη δέ καί κάποιος φιλολογικός σκοπός.(*4)
– Ἀπό ποιό κείμενο πρέπει νά διαβάζουμε τήν Παλαιά Διαθήκη, ἀπό τό Ἑβραϊκό ἤ ἀπό τήν Μετάφραση τῶν Ο´;
Ἀπό τήν Μετάφραση τῶν Ο΄, γιατί τό κείμενο αὐτό, εἴπαμε, χρησιμοποίησαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί τό χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία μας στήν Λατρεία της καί τήν ποιμαντική της καί τήν Μετάφραση τῶν Ο΄ χρησιμοποίησαν ἀπό τήν ἀρχή οἱ χριστιανοί στούς χριστολογικούς διαλόγους τους μέ τούς Ἰουδαίους.
Γι᾽ αὐτό καί αὐτοί κατηγόρησαν καί διέβαλαν τήν Μετάφραση τῶν Ο΄ ὡς «μή οὖσαν ἔν τισιν ἀληθής» (Ἰουστίνου, Διάλογος πρός Τρύφωνα 68) καί ὅτι τάχα αὐτή ἐνοθεύθη ἀπό τούς χριστιανούς.
Ἀπό τήν Μετάφραση τῶν Ο΄, λοιπόν, πρέπει νά διαβάζουν οἱ χριστιανοί μας τήν Παλαιά Διαθήκη. Γιά ἕναν ὅμως πού θέλει νά κάνει πιστότερη καί καλύτερη μελέτη στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀσφαλῶς πρέπει νά χρησιμοποιεῖ καί τό ἀντίστοιχο Ἑβραϊκό κείμενο, πού σέ πολλά ἤ μερικά χωρία ἔχει διαφορετική γραφή.
Θεωροῦμε δέ ὡς πιστότερη ἀπό τό σημερινό Ἑβραϊκό (πού τό λέμε Μασωριτικό) τήν Μετάφραση τῶν Ο΄, γιατί αὐτή στηρίχθηκε σέ ἀφωνηέντιστα ἑβραϊκά χειρόγραφα παλαιότερα ἀπό αὐτά πού χρησιμοποίησαν οἱ Μασωρῖτες, γιά νά μᾶς δώσουν τό δικό τους ἔργο (τό σημερινό Ἑβραϊκό κείμενο). Ἡ Μετάφραση τῶν Ο΄ ἄρχισε ἀπό τόν 3ο π.Χ. αἰ., ἐνῶ ἡ ὅλη ἐργασία τῶν Μασωριτῶν ἔγινε ἀπό τόν 6ο μέχρι τόν 10 μ.Χ. αἰ.
Εἶναι ὅμως πάλι ἀλήθεια ὅτι ἐνῶ οἱ Ο΄ βασίζονται σέ ἀρχαιότερα ἑβραϊκά πρότυπα, ὅμως ἀποκλίνουν ἀπ᾽ αὐτά λόγω ἀντιγραφικῶν λαθῶν καί λόγω ἄλλης ἑρμηνείας πού δίνουν αὐτοί, γιατί εἴπαμε ὅτι οἱ Ο΄δέν εἶναι ἁπλοῖ μεταφραστές, ἀλλά ἑρμηνευτές.
Τέλος, σχετικά μέ τά παραπάνω λέγουμε ὅτι ἐπειδή τό θαυμάσιο αὐτό δημιούργημα, πού λέγεται Μετάφραση τῶν Ο΄, ἀντιπροσωπεύει παράδοση κειμένου κατά πολύ παλαιοτέρα τοῦ Μασωριτικοῦ (τοῦ σημερινοῦ Ἑβραϊκοῦ), βοηθεῖ τά μέγιστα στήν βιβλική κριτική ἔρευνα γιά τήν ἀναζήτηση τοῦ αὐθεντικοῦ κειμένου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
(*1) Βλ. Π. Μπρατσιώτου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην (Ἐκδότης Νικόλαος Π. Μπρατσιώτης), Ἐν Ἀθήναις 1993, σ. 549 ἑξ.
(*2) Βλ. Στ. Καλαντζάκη, Εἰσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 190-191.
(*3) Δογματική, σελ. 6.7.
(*4) Γιά περισσότερα βλ. Π. Μπρατσιώτου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην, ἐν Ἀθήναις 1937, σελ. 556 ἑξ.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ - Ἀριθμ. 16 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 5 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Παρ Μάιος 07, 2010 12:30 pm
από angieholi
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ (γ΄μέρος)
– Ὑπάρχει καμμιά ἄλλη διαίρεση τῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σχετική μέ τό περιεχόμενό τους;
Ὑπάρχει! Μποροῦμε νά διαιρέσουμε τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σέ τέσσερις τάξεις:
1. Τά βιβλία τοῦ Νόμου, πού ἀποτελοῦν τήν βάση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
2. Τά Ἱστορικά βιβλία, πού περιέχουν τήν ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
3. Τά Διδακτικά, πού περιέχουν τήν διδασκαλία της.
4. Τά Προφητικά, πού περιέχουν προφητεῖες, γιά τό μέλλον καί ἰδίως γιά τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
– Ποιά εἶναι τά βιβλία τοῦ Νόμου;
Εἶναι τά βιβλία: Ἡ Γένεση, ἡ Ἔξοδος, τό Λευϊτικό, οἱ Ἀριθμοί καί τό Δευτερονόμιο. Ὁ Ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔδωσε σ’ αὐτά τά βιβλία τό γενικό ὄνομα «Νόμος Μωυσέως» (Λουκ. 24, 44).
–Τί περιέχει τό βιβλίο τῆς Γένεσης;
Περιέχει τίς διηγήσεις γιά τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ στίς πρῶτες γενεές τῶν ἀνθρώπων καί τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραήλ.
Τό πόσο σημαντικό εἶναι τό βιβλίο αὐτό τῆς Γενέσεως φαίνεται ἀπό τό ἑξῆς: Ὁλόκληρη ἡ Παλαιά Διαθήκη μιλάει
(α) γιά τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου,
(β) γιά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί
(γ) γιά τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ πρός ἀνόρθωσή του.
Ἡ Γένεση ὁμιλεῖ καί γιά τά τρία αὐτά!
– Τί περιέχουν τά ἄλλα τέσσερα βιβλία τοῦ Μωυσῆ;
Περιέχουν τήν ἱστορία τῆς ἰσραηλιτικῆς θρησκείας στά χρόνια τοῦ προφήτη Μωυσῆ καί τόν Νόμο πού δόθηκε ἀπό τόν Θεό διά μέσου αὐτοῦ στόν Ἰσραήλ.
–Ποιά εἶναι τά Ἱστορικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης;
Εἶναι τά βιβλία τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, τῶν Κριτῶν, τῆς Ρούθ, τῶν Βασιλειῶν, τῶν Παραλειπομένων, τό βιβλίο τοῦ Ἔσδρα καί τά βιβλία τοῦ Νεεμία καί τῆς Ἐσθήρ.
–Ποιά εἶναι τά Διδακτικά βιβλία;
Εἶναι τό βιβλίο τοῦ Ἰώβ, οἱ Ψαλμοί καί τά βιβλία τοῦ Σολομῶντος.
–Τί περιέχει εἰδικά τό βιβλίο τῶν Ψαλμῶν ;
Τό βιβλίο αὐτό, ἐκτός ἀπό τήν ἱερή διδασκαλία, περιέχει ἐπίσης ὑπαινιγμούς στήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ καί πολλές προφητεῖες γιά τόν Μεσσία, τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.
Εἶναι ἕνα τέλειο μικρό βιβλίο προσευχῶν καί δοξολογίας τοῦ Θεοῦ καί γι’ αὐτό τόν λόγο εἶναι σέ συνεχῆ χρήση στίς λατρευτικές ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας.(*1)
– Ποιά εἶναι τά προφητικά βιβλία;
Εἶναι τά βιβλία τῶν Προφητῶν: Τοῦ Ἠσαΐα, τοῦ Ἰερεμία, τοῦ Ἰεζεκιήλ, τοῦ Δανιήλ καί τῶν δώδεκα ἄλλων μικρῶν Προφητῶν.
– Γιατί λέγονται «μικροί Προφῆτες»;
Λέγονται ἔτσι ὄχι γιατί εἶναι μικρότεροι κατά τήν ἀξία ἀπό τούς ἄλλους τέσσερις Προφῆτες, ἀλλά γιατί διασώθηκε μικρό μόνο μέρος ἀπό τήν διδασκαλία τους.
– Πρέπει καί τώρα νά διαβάζουμε τήν Παλαιά Διαθήκη ἤ νά θεωροῦμε ὅτι καταργήθηκε, ἐπειδή ἀποκαλύφθηκε ἡ Καινή;
Ἀσφαλῶς πρέπει νά τήν διαβάζουμε, γιατί εἶναι τό πρῶτο μέρος τῆς θείαςἈποκάλυψης, χωρίς τό ὁποῖο δέν κατανοεῖται τό δεύτερο, ἡ Καινή Διαθήκη· γιατί ἡ θεία Ἀποκάλυψη δόθηκε προοδευτικά.
Γιά τήν Παλαιά Διαθήκη πρέπει νά ξέρουμε ὅτι σ’ αὐτήν περιέχονται γενικά τρία πράγματα, τά ὁποῖα ἡ Καινή Διαθήκη ἀντιμετωπίζει μέ τρεῖς διαφορετικούς τρόπους:
α) Τό τελετουργικό μέρος (Λευϊτικό). Τό μέρος αὐτό καταργήθηκε τελείως στήν Καινή Διαθήκη καί δέν ἔχει καμμιά ἰσχύ.
β) Τό δογματικό καί ἠθικό μέρος, δηλαδή ὅ,τι ἀφορᾶ τήν πίστη.
Τό μέρος αὐτό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὄχι μόνο διατηρήθηκε στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά ἐπεκτάθηκε καί τελειοποιήθηκε σ᾽ αὐτήν. Τήν πίστη μας ἀφορᾶ καί ἡ δογματική διδασκαλία (γιά τό ποιός εἶναι ὁ Θεός, πῶς δημιουργήθηκε ὁ κόσμος καί ὁ ἄνθρωπος, πῶς ἔπεσε καί λυτρώθηκε ὁ ἄνθρωπος, κ.λπ.) καί ὁ τρόπος τῆς ζωῆς (ἁγνότητα τοῦ σώματος, δικαιοσύνη κλπ.). Ὅσα λέγει ἡ Παλαιά Διαθήκη γι᾽ αὐτά τά δύο, γιά τό δογματικό καί τό ἠθικό μέρος τῆς πίστης μας, διατηροῦνται στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά καί ἀποκαλύπτονται περισσότερα καί γι᾽ αὐτό ἰσχύουν γιά πάντα.
Γιά παράδειγμα: Ὁ ἕνας Θεός, γιά τόν ὁποῖο μιλάει ἡ Παλαιά Διαθήκη, ἀποκαλύπτεται στήν Καινή Διαθήκη ὡς τρία Πρόσωπα· Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα. Στήν Καινή Διαθήκη ἐπίσης βλέπουμε ὡς πραγματικότητα αὐτά πού ὡς προφητεία διαβάζαμε στήν Καινή Διαθήκη: Ὅτι δηλαδή ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς, λύτρωσε τόν ἄνθρωπο, ἔγινε ἡ ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἱδρύθηκε ἡ Ἐκκλησία καί τό Πνεῦμα χορηγεῖ τήν Χάρη Του μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά στήν Καινή Διαθήκη τελειοποιεῖται καί ὁ τρόπος τῆς ζωῆς, γιατί ἡ πολυγαμία γίνεται μονογαμία καί ἰσόβιος παρθενία καί ἡ ἀντιδικία γίνεται ἀπόλυτη ἀγάπη.
γ) Ἡ προφητεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πραγματοποιεῖται στήν Καινή Διαθήκη καί παραμένει.
Ἕνα εἶδος προφητείας εἶναι καί ὁ τύπος. Τύπος εἶναι μία ἄφθογγος προφητεία, ἕνα ἀντικείμενο ἤ ἕνα γεγονός ἤ μία πράξη τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τά ὁποῖα χωρίς λόγια προφητεύουν ἕνα ἀπό τά μεγάλα πρόσωπα καί γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Εἶναι ἡ προφητεία πού δέν δίνεται μέ λόγια, ἀλλά μέ πρόσωπα, πράγματα ἤ πράξεις καί ἐκπληρώνεται στήν ζωή τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Ἐκκλησίας Του στήν Καινή Διαθήκη. Αὐτή ἡ ἐκπλήρωση λέγεται ἀντίτυπος. Ὁ τύπος εἶναι ἡ σκιά, θά λέγαμε, καί ξεκινώντας ἀπ’ αὐτή φτάνουμε στό ἀντικείμενο, τόν ἀντίτυπο.
------------------------------------------------------
(*1). Βλ. τήν μελέτη μας Ἡ λειτουργική χρήση τοῦ ἱεροῦ Ψαλτήρα, Ἀθήνα 2003.
Από το εβδομαδιαίο διαδικτυακό περιοδικό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιερεμίου Φούντα, στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ -Ἀριθμ. 16 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 5 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
http://www.imgortmeg.gr/index.php?optio ... 8&Itemid=7
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Δευ Μάιος 10, 2010 11:27 am
από angieholi
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ (δ΄μέρος)
– Μᾶς λέγετε μερικούς τύπους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέ τόν ἀντίτυπό τους μαζί;
Βεβαίως! Νά μερικοί τύποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέ τόν ἀντίτυπό τους στήν Καινή Διαθήκη:
Τύπος / Ἀντίτυπος
– Θυσία τοῦ Ἰσαάκ / Θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
– Ὁ χάλκινος ὄφις στήν ἔρημο / Ὁ Ἰησοῦς Χριστός στόν Σταυρό
– Ὁ γογγυσμός καί ἡ ἀποστασία τοῦ Ἰσραήλ / Ὁ γογγυσμός καί ἡ ἀποστασία τῆς Ἐκκλησίας
– Τό βάπτισμα στόν Μωυσῆ / Τό βάπτισμα στόν Ἰησοῦ Χριστό.
– Ἡ ὑπερφυσική τροφή μάννα καί ὀρτύκια / Τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Δέν εἶναι ἄχρηστη, λοιπόν, ἡ Παλαιά Διαθήκη, ἐπειδή ἦρθε ἡ Καινή, ὅπως νομίζουν μερικοί. «Τοσοῦτον οὖν κέρδος (τῆς Π.Δ.) ἔλυσεν ὁ Χριστός; Μή γένοιτο· ἀλλά καί σφόδρα ἐπέτεινε» (Χρυσόστομος, στό Κατά Ματθαῖον, ὁμιλία ΛΘ΄).
–Πῶς ὀνομάζουν οἱ Ἰουδαῖοι τήν Βίβλο τους, ἀφοῦ, μή δεχόμενοι τήν Καινή Διαθήκη, δέν μποροῦν νά τήν ποῦν «Παλαιά Διαθήκη»;
Πραγματικά, ἀφοῦ οἱ Ἰουδαῖοι δέν δέχονται τόν Ἰησοῦν τόν ἀπό τήν Ναζαρέτ γιά Μεσσία, δέν μπορεῖ νά δεχθοῦν τήν Καινή Διαθήκη, πού ὁμιλεῖ γι᾽ Αὐτόν· καί ἑπομένως δέν μποροῦν νά ὀνομάσουν τήν Βίβλο τους «Παλαιά», γιατί τό «Παλαιά» ἀντιπαρατίθεται πρός τό «Καινή».
Τήν ἱερά τους Γραφή οἱ Ἰουδαῖοι τήν ὀνομάζουν μέ τά ἀρχικά γράμματα τῆς διαιρέσεως τῆς Ἑβραϊκῆς Βίβλου. Ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι μία συλλογή ἱερῶν γραπτῶν, πού οἱ Ἰουδαῖοι καλοῦσαν «Νόμο» (Τωρά), «Προφῆτες» (Νεμπιίμ) καί «Ἁγιόγραφα» (Κεθουβίμ).
Μή δεχόμενοι λοιπόν αὐτοί τήν Καινή Διαθήκη ὀνομάζουν τήν Βίβλο τους «Τανάκ» ἀπό τά ἀρχικά σύμφωνα τῆς τριμεροῦς διαιρέσεως Τωρά, Νεμπιίμ καί Κεθουβίμ.
–Τί μᾶς λέγει ἡ Καινή Διαθήκη;
Μᾶς λέγει ὅτι πραγματικά ἦρθε ὁ Μεσσίας, τόν ὁποῖον προφήτευσαν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καί ὅτι θά ἔρθει πάλι μέ τήν δεύτερή του παρουσία.
Δηλαδή:
- Ἡ Παλαιά Διαθήκη λέγει ὅτι θά ἔρθει ὁ Μεσσίας·
- ἡ Καινή Διαθήκη λέγει ὅτι ἦρθε
- καί τό τελευταῖο της βιβλίο, ἡ Ἀποκάλυψη, λέγει ὅτι θά ξαναέρθει μέ τήν δεύτερή του παρουσία.
Θά ἔρθει – ἦρθε – θά ξαναέρθει ὁ Χριστός, αὐτό εἶναι τό παριεχόμενο ὁλόκληρης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης.
–Πόσα εἶναι τά βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης;
Εἶναι εἴκοσι ἑπτά.
–Εἶναι μεταξύ αὐτῶν βιβλία πού νά ἀνταποκρίνονται στά βιβλία τοῦ Νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἤ νά ἀποτελοῦν, ὅπως ἐκεῖνα, τήν βάση τῆς Καινῆς Διαθήκης;
Βεβαίως! Εἶναι τό Εὐαγγέλιο, πού ἀποτελεῖται ἀπό τά τέσσερα βιβλία τῶν Εὐαγγελιστῶν, τοῦ Ματθαίου, τοῦ Μάρκου, τοῦ Λουκᾶ καί τοῦ Ἰωάννου.
– Τί σημαίνει ἡ λέξη Εὐαγγέλιο;
Ὅπως τό λέει καί ἡ λέξη, σημαίνει καλές, εὐχάριστες ἀγγελίες.
–Ποιές καλές ἀγγελίες ἔχουμε σ’ αὐτά τά βιβλία, πού ὀνομάστηκαν Εὐαγγέλιο;
Σ’ αὐτά τά βιβλία διαβάζουμε γιά τήν Σάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ζωή Του κάτω στήν γῆ, γιά τά θαύματά Του, τήν σώζουσα διδασκαλία Του, γιά τόν θάνατό Του πάνω στόν Σταυρό, τήν ἔνδοξη ἀνάστασή Του καί τήν ἀνάληψή Του στούς οὐρανούς καί τό ὅτι θά ξανάρθει πάλι μέ τήν δεύτερή Του παρουσία γιά νά πάρει τούς πιστούς Του στήν Βασιλεία Του τήν ἐπουράνιο.
Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἔχει καλύτερες καί πιό χαρούμενες ἀπ’ αὐτές τίς ἀγγελίες γιά τόν Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστό, πού μᾶς χάρισε τήν αἰώνια σωτηρία. Ὅπως τό λέγει ὡραῖα ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, τά βιβλία τῶν Εὐαγγελιστῶν καλοῦνται «Εὐαγγέλιον», γιατί ἀναγγέλουν «κολάσεως ἀναίρεσιν καί ἁμαρτημάτων λύσιν καί δικαιοσύνην καί ἁγιασμόν καί ἀπολύτρωσιν καί υἱοθεσίαν καί κληρονομίαν τῶν οὐρανῶν καί συγγένειαν πρός τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ» (MPG 57,15).
Γι’ αὐτό τόν λόγο, ὅταν διαβάζεται τό Εὐαγγέλιο στήν Ἐκκλησία, οἱ πιστοί φωνάζουν:
«Δόξα Σοι Κύριε, δόξα Σοι!».
–Ὑπάρχουν μεταξύ τῶν βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης ἱστορικά βιβλία;
Ὑπάρχει ἕνα. Εἶναι τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων.
– Τί μᾶς πληροφορεῖ αὐτό τό βιβλίο;
Μᾶς λέει γιά τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στούς Ἀποστόλους καί τήν ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ διά μέσου αὐτῶν.
– Τί εἶναι ἕνας Ἀπόστολος;
Ἡ λέξη «ἀπόστολος» σημαίνει ἕναν πού στέλνεται ἀπό κάποιον νά φέρει μιά ἀγγελία. Αὐτό τό ὄνομα δόθηκε στούς μαθητές τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού στάλθηκαν ἀπό Αὐτόν, γιά νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο σ’ ὅλο τόν κόσμο.
Από το εβδομαδιαίο διαδικτυακό περιοδικό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιερεμίου Φούντα, στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ -Ἀριθμ. 16 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 5 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010 &
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ -Ἀριθμ. 17 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 12 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
http://www.imgortmeg.gr/index.php?optio ... 8&Itemid=7
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Πέμ Μάιος 13, 2010 12:43 pm
από angieholi
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ (ε΄μέρος)
– Ποιά βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι διδακτικά;
Οἱ ἑπτά καθολικές ἐπιστολές, δηλαδή: Μία τοῦ ἀποστόλου Ἰακώβου, δύο τοῦ Πέτρου, τρεῖς τοῦ Ἰωάννου καί μία τοῦ Ἰούδα.
Καί οἱ δέκα τέσσερις ἐπιστολές τοῦ ἀποστόλου Παύλου· δηλαδή: Μία πρός Ρωμαίους, δύο πρός Κορινθίους, μία πρός Γαλάτας, μία πρός Ἐφεσίους, μία πρός Φιλιππησίους, μία πρός Κολασσαεῖς, δύο πρός Θεσσαλονικεῖς, δύο πρός Τιμόθεο, μία πρός Τίτον, μία πρός Φιλήμονα καί μία πρός Ἑβραίους.
– Ὑπάρχει μεταξύ τῶν βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης κανένα προφητικό;
Ναί, εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου.
– Ποιό εἶναι τό περιεχόμενο αὐτοῦ τοῦ βιβλίου;
Τό περιεχόμενό του εἶναι μιά μυστική παράσταση τοῦ μέλλοντος τῆς Ἐκκλησίας καί ὅλου τοῦ κόσμου, ἀλλά ἰδιαίτερα τό βιβλίο προφητεύει τά γεγονότα πού πρόκειται νά συμβοῦν πρό τῆς Δευτέρας τοῦ Κυρίου Παρουσίας. Καί τά γεγονότα αὐτά ἡ Ἀποκάλυψη, πού τά λέγει «σημεῖα», τά περιγράφει συμβολικά μέ ἑπτά σφραγίδες, ἑπτά σάλπιγγες καί ἑπτά φιάλες.(*1)
– Φωνάζουν πολλοί στίς μέρες μας καί γράφουν στούς τοίχους νά διαβάζουμε τήν Ἀποκάλυψη. Τί ἔχετε νά πεῖτε γι᾿ αὐτό;
Ἀσφαλῶς, ἀφοῦ ἡ Ἀποκάλυψη εἶναι βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης, πρέπει νά τό διαβάζουμε. Ἀλλά πρέπει νά λάβουμε ὑπ᾽ ὄψιν δύο πράγματα:
Πρῶτον μέν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τήν Ἀποκάλυψη τήν ἔβαλε τελευταία στήν σειρά τῶν βιβλίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς, σάν νά θέλει νά μᾶς πεῖ μέ αὐτό ὅτι πρέπει πρῶτα νά διαβάσουμε ὅλα τά ἄλλα βιβλία της καί ἔπειτα νά διαβάσουμε τήν Ἀποκάλυψη, γιά νά μπορέσουμε νά τήν κατανοήσουμε· καί δεύτερον πρέπει νά λάβουμε ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἔβαλε στήν θεία Λατρεία ἀναγνώσματα ἀπό τήν Ἀποκάλυψη.
Θέλω νά πῶ μέ αὐτά ὅτι πρέπει μέν νά διαβάζουμε τήν Ἀποκάλυψη, ἀλλά νά τήν διαβάζουμε μέ σωστή προϋπόθεση γιά νά τήν ἑρμηνεύουμε σωστά καί νά τήν διαβάζουμε μέ μία ταπείνωση μέ βάση τόν λόγο τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου «Ὁμολογῶ ὅτι, πράγματι, δέν γνωρίζω τί θέλει νά πεῖ» (De civ. Dei 20,19).
– Ποιά εἶναι ἡ σωστή προϋπόθεση μελέτης τῆς Ἀποκάλυψης;
Πρέπει νά ξέρουμε ὅτι ἡ σωστή ἑρμηνεία τῆς Ἀποκάλυψης γίνεται μέ τήν «κυκλική» λεγόμενη θεωρία, ἤ θεωρία τῆς «ἐπαναλήψεως» ἤ «ἀνακεφαλαιώσεως» θεωρία (theorie de recapitulation) κατά συνδυασμό μέ τήν «χρονολογική» λεγόμενη θεωρία.
–Τί σημαίνει αὐτό;
Αὐτό σημαίνει ὅτι τά γεγονότα πού συνέβησαν κατά καιρούς καί πού ἡ Ἀποκάλυψη τά περιγράφει μέ τίς ἑπτά σφραγίδες, τά ἴδια καί ἄλλα ἀκόμη γεγονότα μέ περισσότερη ἔνταση καί ἔκταση θά συμβοῦν μέ τήν παράσταση τῶν ἑπτά σαλπίγγων· καί τά ἴδια πάλι γεγονότα περισσότερα, μέ ἀκόμη περισσότερη ἔνταση καί ἔκταση θά συμβοῦν μέ τήν παράσταση τῶν ἑπτά φιαλῶν.
Ἄς μιλήσουμε μέ μιά εἰκόνα: Ὅταν πετάξουμε στήν θάλασσα ἕνα χαλικάκι τό νερό διαγράφει γύρω ἀπό αὐτό διάφορους κύκλους· ἕνα μικρό κύκλο στήν ἀρχή, μεγαλύτερο ἔπειτα, ἀκόμη μεγαλύτερο μετά καί τελευταῖα τόν πιό μεγάλο καί χάνεται ἔπειτα ἡ παράσταση αὐτή τῶν κύκλων. Μέ αὐτή τήν ἁπλῆ εἰκόνα θά ἑρμηνεύσουμε τήν Ἀποκάλυψη. Πρέπει νά ἔχουμε ὑπ᾽ ὄψιν αὐτόν τόν σωστό τρόπο ἑρμηνείας τῆς Ἀποκάλυψης, πού μᾶς δίνουν παλαιότεροι καί νεώτεροι ἑρμηνευτές της, γιά νά μή γίνονται τά λάθη πού γίνονται.
–Ποιά λάθη γίνονται;
Γίνονται λάθη, πού ἐπηρεάζουν τήν πνευματικότητα τοῦ λαοῦ μας. Ἐπειδή, γιά παράδειγμα, συμβαίνει ἕνα ἤ καί μερικά γεγονότα ἀπό τά σημεῖα τῆς Ἀποκάλυψης, ἰσχυρίζονται πολλοί – κακῶς ἑρμηνεύοντες – ὅτι ἔφτασε ἡ Δεύτερη Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ πραγματοποιήθηκε αὐτό πού γράφει ἡ Ἀποκάλυψη. Ὄχι!
Αὐτά πού συνέβησαν εἶναι τά γεγονότα κάποιου κύκλου, κατά τό παράδειγμα πού χρησιμοποιήσαμε, ἀλλά ὄχι τά γεγονότα τοῦ τελευταίου κύκλου, πού θά σημάνουν τό τέλος.
Πάντοτε σέ κάθε ἐποχή θά πραγματοποιεῖται ἐν σμικρῶ ἡ Ἀποκάλυψη, πάντοτε θά δρᾶ ὁ Ἀντίχριστος, ὄχι ὁ ἴδιος ἀλλά οἱ πρόδρομοί του, γιατί κάθε ἐποχή ἔχει Ἀντίχριστο, πρόδρομο τοῦ μεγάλου, τοῦ κυρίου Ἀντιχρίστου (βλ. Α´Ἰωάν. 2,18).(*2)
----------------------------------------
(*1). Ὡς καλύτερο ὑπόμνημα στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως θεωροῦμε τό τοῦ μακαριστοῦ Καθηγητοῦ μας Παναγιώτου Ι. Μπρατσιώτου, Ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Ἰωάννου, Κείμενον –Εἰσαγωγή – Σχόλια – Εἰκόνες, Ἐκδότης Νικόλαος Μπρατσιώτης, Καθηγητής, Ἐν Ἀθήναις 1992.
(*2). Βλ. τό βιβλίο μας Ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, Μάνδρα Ἀττικῆς 1997, σ. 6 ἑξ.
Από το εβδομαδιαίο διαδικτυακό περιοδικό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιερεμίου Φούντα, στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ -Ἀριθμ. 17 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 12 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
http://www.imgortmeg.gr/index.php?optio ... 8&Itemid=7
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Δευ Μάιος 24, 2010 12:11 pm
από angieholi
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ (στ΄μέρος)
– Πῶς πρέπει νά διαβάζουμε τήν Ἁγία Γραφή;
Κατά πρῶτον πρέπει νά τήν διαβάζουμε μέ εὐλάβεια, σάν λόγο Θεοῦ, καί μέ προσευχή, γιά νά τήν νοοῦμε σωστά· ἔπειτα πρέπει νά τήν διαβάζουμε μέ τήν ἐπιθυμία νά σπουδάσουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, γιά νά τόν κάνουμε βίωμα στήν ζωή μας μέ τά καλά ἔργα· καί τρίτον πρέπει νοοῦμε τήν Ἁγία Γραφή, ὅπως τήν ἑρμήνευσε ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας διά τῶν ἁγίων Πατέρων Της.
Οἱ Προτεστᾶντες λέγουν: «Ὁ θεολόγος γεννᾶται στίς Γραφές». Ἀλλά ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι συμπληρώνουμε: «Ὁ θεολόγος γεννᾶται στίς Γραφές, ὅπως αὐτές τίς ἑρμήνευσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες»!
Ἄς ἔχουμε δέ ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι ἀφοῦ ἡ Ἁγία Γραφή ἔχει συγγραφέα τό Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί γράφηκε ἀπό θεοφόρους ἀνθρώπους, κατανοεῖται λοιπόν καλῶς ἀπό πιστούς πού ἔχουν τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
– Ἐρωτῶ νά μᾶς πεῖτε πιό συγκεκριμένα πῶς νά διαβάζουμε ὡς ὀρθόδοξοι τήν Ἁγία Γραφή.
Γι᾿ αὐτό πού μοῦ ζητᾶτε παρακαλῶ νά ἀκούσετε τήν φωνή ἑνός σοφοῦ καί ἐναρέτου ἱεράρχου, τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτη Σερβίων καί Κοζάνης κυροῦ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥκαί ἄς προβληματισθοῦμε καί ἄς συνετισθοῦμε ἀπό ὅσα γράφει ὁ ὀρθόδοξος στήν καρδία του καί τόν λόγο του αὐτός Ἱεράρχης:
«Ἄς τό ποῦμε καθαρά, παντοῦ πνέει στήν Ἐκκλησία μας προτεσταντικός ἀέρας. Ὄχι πώς οἱ ὀρθόδοξοι εἶναι ἕτοιμοι νά γίνουν προτεστάντες, μά φοβοῦνται πώς ἡ Ἐκκλησία μένει πίσω καί πώς εἶναι ἀνάγκη πολλά παληά νά λείψουν κι ἄλλα πάλι ν᾿ ἀνανεωθοῦν, ἡ γλώσσα τῶν Γραφῶν καί τῆς Λατρείας, ἡ διοίκηση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ὀργανισμοῦ κι ἄλλα. Ὅλα ἐτοῦτα εἶν᾿ ἕνας ἀέρας ἐπαναστατικός πού ἔρχεται ἀπό τόν προτεσταντισμό, σάν μιά διάθεση στό βάθος νά λυτρωθοῦμε ἀπό τά δῆθεν δεσμά τῆς παραδόσεως...
Οἱ πιό πολλοί ἀπό κείνους πού κρατοῦν μιά Καινή Διαθήκη στήν τσέπη τους καί τήν ἀνοίγουν εὔκαιρα καί ἄκαιρα ὅπου βρεθοῦν, τάχα πώς διαβάζουν καί μελετοῦν τό λόγο τοῦ Θεοῦ, αὐτοί λοιπόν ἐκεῖνο μᾶλλον πού κερδίζουν εἶναι ὅτι ἐξοικειώνονται μέ τό ἱερό κείμενο καί στό τέλος κρατοῦν στά χέρια τους τήν Καινή Διαθήκη σάν ἕνα κοινό βιβλίο. Κάποιοι τώρα θά γελάσουν καί θά ποῦν· “Νά βάλουμε λοιπόν τήν Ἁγία Γραφή στά εἰκονίσματα, νά τήν προσκυνοῦμε καί νά μήν τήν ἀνοίγουμε”.
Κι ὅμως αὐτή εἶναι ἡ ἁγία παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας· ἡ Ἁγία Γραφή δέν κουβαλιέται στήν τσέπη, εἶναι στά εἰκονίσματα τοῦ σπιτιοῦ καί στήν ἁγία Τράπεζα τῆς Ἐκκλησίας. Κι ὅταν εἶναι νά διαβάση ἡ οἰκογένεια, κάνουν τό σταυρό τους γιά νά κατεβάσουν τό Εὐαγγέλιο (ὅλη τήν ἁγία Γραφή Εὐαγγέλιο τή λένε οἱ Ὀρθόδοξοι) ἀπό τά εἰκονίσματα· κι ὅταν εἶναι νά διαβαστοῦν οἱ Γραφές στήν Ἐκκλησία γίνεται πρῶτα ἐπίσημη λιτανεία (ἡ μικρά Εἴσοδος) κι ὕστερα ὁ λειτουργός φωνάζει: «Σοφία· Ὀρθοί». Κι ὁ λαός κάνει τό σταυρό του καί λέει· «Δόξα σοι, Κύριε· δόξα σοι». Ὅλα ἐτοῦτα δείχνουν πώς οἱ ὀρθόδοξοι τό θεῖο λόγο δέν τόν διαβάζουν μόνο, μά τόν προσκυνοῦν καί τόν λατρεύουν» (Ἱερά Μητρόπολις Σερβίων καί Κοζάνης, Λόγος Παρακλήσεως ἤτοι Γραπτό κήρυγμα στούς Ἀποστόλους καί στά Εὐαγγέλια ὅλου τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Κοζάνῃ, 1967), Προλεγόμενα· σ. 8 ).
– Ὅταν ἡ Ἐκκλησία κηρύττει στόν λαό Της τήν Ἁγία Γραφή, ποιές ἀποδείξεις δίνει ὅτι αὐτή εἶναι πραγματικά ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ;
Αὐτές τίς ἀποδείξεις:
1. Τό ὕψος καί τό μεγαλεῖο τῆς διδασκαλίας τῆς ἁγίας Γραφῆς, πού μαρτυρεῖ ὅτι αὐτή δέν εἶναι ἐπινόηση ἀνθρώπινης διάνοιας.
2. Τήν καθαρότητα τῆς διδασκαλίας αὐτῆς, πού σημαίνει ὅτι προέρχεται ἀπό τό Πανάγιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
3. Τίς προφητεῖες της.
4. Τά θαύματά της.
5. Μιά μυστική θεϊκή δύναμη πού ἔρχεται στήν καρδιά ἐκείνου πού δέχεται τήν διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, καί πού ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἡ διδασκαλία αὐτή.
–Κατά ποιόν τρόπο οἱ προφητεῖες τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι σημεῖο τῆς θείας Ἀποκάλυψης;
Αὐτό μπορεῖ νά φανεῖ μέ ἕνα παράδειγμα:
Ὅταν ὁ προφήτης Ἡσαΐας εἶχε προφητεύσει τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀπό μιά παρθένο, πράγμα πού δέν μποροῦσε νά φανταστεῖ ἀνθρώπινο μυαλό, καί ὅταν ἑκατοντάδες χρόνια ἀργότερα ξεπληρώθηκε αὐτή ἡ προφητεία μέ τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν Παναγία Παρθένο Μαρία, εἶναι ἀδύνατο νά μήν ποῦμε ὅτι ἡ προφητεία αὐτή εἶναι πραγματικά ἀπό τόν Θεό καί ὅτι ἡ ἐκπλήρωσή της εἶναι ἔργο τῆς θείας παντοδυναμίας.
Γι’ αὐτό καί ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος, ὅταν ἀναφέρει τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, μνημονεύει αὐτή τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα καί λέει:
«Μέ ὅλο αὐτό πού ἔγινε ἄρχισε νά ἐκπληρώνεται ὁ λόγος τοῦ Κυρίου διά τοῦ προφήτου, “ἰδού ἡ παρθένος θά συλλάβει στήν κοιλία της καί θά γεννήσει υἱό καί θά τόν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ, τό ὁποῖο μεταφραζόμενο σημαίνει, μαζί μας εἶναι ὁ Θεός”» (Ματθ. 1, 22.23 ). Ἀλλά τό ὅλο περιστατικό τῆς προφητείας αὐτῆς τοῦ Ἠσαΐου πού ἀναφέραμε μᾶς φανερώνει γενικά καί τά χαρακτηριστικά τῶν προφητῶν τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πού τούς ἀποδεικνύουν ἀληθινούς προφῆτες.
– Ποιά εἶναι τά χαρακτηριστικά αὐτά στό ὅλο περιστατικό τῆς παραπάνω προφητείας τοῦ Ἠσαΐου;
Κατά τό περιστατικό αὐτό (βλ. Ἠσ. κεφ. 7) ὁ Ἠσαΐας διαβλέπει πρῶτα τό παρόν, τήν ταραγμένη ψυχική κατάσταση τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἰουδαίας Ἄχαζ, λόγω τῆς πολιορκίας τῆς Ἰερουσαλήμ ἀπό τούς ξένους ἐχθρούς βασιλεῖς, καί τοῦ λέγει νά ἠρεμήσει καί νά μή φοβᾶται (στίχ. 4).
Δεύτερον ὁ προφήτης ἀναφέρεται μέ προφητεία του στό ἐγγύς μέλλον καί λέγει στόν βασιλέα Ἄχαζ ὅτι οἱ ἐπιδρομεῖς βασιλεῖς θά ἀποτύχουν καί θά λύσουν τήν πολιορκία (στίχ. 7-9).
Καί τρίτον ὁ προφήτης ἀναφέρεται στό ἀπώτατο μέλλον καί ἐκφέρει τήν προφητεία τῆς γεννήσεως τοῦ Μεσσία ἀπό παρθένο (στίχ. 14).
Οἱ προφητεῖες λοιπόν τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀληθινές, γιατί οἱ προφῆτες πού τίς ἐκφέρουν εἶναι πραγματικά θεοφόροι ἄνδρες, ἀφοῦ γνωρίζουν καλά τό παρόν καί μπορεῖ νά εἰσχωροῦν στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ὁ Ἠσαΐας διέγνωσε τήν ταραγμένη ψυχή τοῦ Ἄχαζ, καί μποροῦν ἔπειτα νά ἐκφέρουν προφητεῖες γιά τό ἐγγύς μέλλον, πού, ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς γενιᾶς του, φαίνονται ὅτι πραγματοποιοῦνται. Ἡ γνώση ἀπό τούς προφῆτες τοῦ παρόντος καί τοῦ ἐγγύς μέλλοντος εἶναι ἐγγύηση ὅτι θά πραγματοποιηθοῦν καί οἱ προφητεῖες τους γιά τό ἀπώτατο μέλλον.(*1)
–Τί εἶναι τά θαύματα;
Εἶναι πράξεις πού δέν μπορεῖ νά γίνουν μέ ἀνθρώπινη δύναμη ἤ τέχνη, ἀλλά μόνο μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Παντοδύναμου Θεοῦ· γιά παράδειγμα ἡ ἀνάσταση νεκροῦ.
Ἤ, «θαύματα εἶναι ὑπερφυσικά γεγονότα τοῦ φυσικοῦ κόσμου καί φυσικά γεγονότα τοῦ ὑπερφυσικοῦ κόσμου» (Καθηγητής Λεωνίδας Φιλιππίδης).(*2)
– Πῶς τό θαῦμα εἶναι ἕνα σημεῖο ὅτι αὐτός πού μιλάει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ εἶναι πραγματικά ἀπό τόν Θεό;
Αὐτός πού κάνει ἀληθινά θαύματα τά κάνει μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ· κατά συνέπεια αὐτός πρέπει νά ἔχει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά τόν χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός ὡς ὄργανό Του νά θαυματοποιεῖ καί ὁ λόγος του ἄρα εἶναι πραγματικά ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός λέει γιά τά θαύματά Του ὅτι εἶναι μιά δυνατή ἀπόδειξη τῆς θείας Του ἀποστολῆς: «Τά ἔργα, πού μοῦ ἀνέθεσε ὁ Πατέρας νά ἐκτελέσω, αὐτά τά ἔργα πού κάνω, μαρτυροῦν γιά μένα ὅτι μέ ἔχει στείλει ὁ Πατέρας» (Ἰωάν. 5, 36).
– Ἀπό ποῦ μποροῦμε νά δοῦμε πιό εἰδικά τήν δύναμη τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ;
Ἀπ’ αὐτό: Ἀπό τό ὅτι οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι ἄν καί ἦταν πτωχοί καί ἀγράμματοι καί ἄνθρωποι κατώτερης τάξης, ὅμως μέ τήν διδασκαλία αὐτή ὑπέταξαν στόν Χριστό τούς δυνατούς, τούς σοφούς καί τούς πλούσιους· τούς βασιλεῖς καί τά βασίλειά τους.
----------------------------
(*1). Τό χαρακτηριστικό αὐτό τῆς ἀληθινῆς προφητείας, ἡ διάγνωση δηλαδή πρῶτα τοῦ παρόντος, ἡ ἀναφορά ἔπειτα στό ἐγγύς μέλλον καί ἡ προφητεία ἔπειτα στό ἀπώτατο μέλλον, παρατηρεῖται καί στήν Ἀποκάλυψη, ἡ ὁποία εἶναι προφητικό βιβλίο. Ἡ Ἀποκάλυψη ἀρχίζει ἀπό τό παρόν, γιατί στό β΄καί γ΄κεφ. τοῦ βιβλίου ἐλέγχεται ἡ ἐπικρατοῦσα κατάσταση τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀσίας· δέν πρόκειται γιά ἔλεγχο καταστάσεων πού φαίνονται, ἀλλά γιά ἀποκάλυψη καρδιῶν τῶν Ἐπισκόπων, πού μόνο ἀληθινός προφήτης μπορεῖ νά κάνει (βλ. 2,2-4). Ἡ Ἀποκάλυψη ἔπειτα ἀναφέρεται στό ἐγγύς μέλλον (βλ. 2,5.10) καί τέλος ἐκφέρει προφητείας γιά τό ἀπώτατο μέλλον. Ἡ διάγνωση δέ τῆς καρδίας τῶν Ἐπισκόπων καί ἡ πραγματοποίηση τῶν ἀπειλῶν τῆς Ἀποκαλύψεως γιά τό ἐγγύς μέλλον, εἶναι ἐγγύηση γιά τήν ἀλήθεια τῶν προφητειῶν της πού ἀναφέρονται στό μακρύτερο μέλλον.
(*2). Ὅπως ἐνθυμοῦμαι τόν ὁρισμό αὐτό τοῦ μακαριστοῦ σοφοῦ Καθηγητοῦ ἀπό προφορική του πανεπιστημιακή παράδοση.
Από το εβδομαδιαίο διαδικτυακό περιοδικό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιερεμίου Φούντα, στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ -Ἀριθμ. 18 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
http://www.imgortmeg.gr/index.php?optio ... 8&Itemid=7
Re: Ορθόδοξη κατήχηση
Δημοσιεύτηκε: Παρ Μάιος 28, 2010 12:17 pm
από angieholi
Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΗΧΗΣΗΣ
– Πῶς μπορεῖ νά γίνει μιά καλή διάταξη, γιά νά ἐκθέσουμε τήν κατηχητική διδασκαλία;
Γιά μιά καλή διάταξη τῆς Κατήχησης θά ἀκολουθήσουμε τό βιβλίο τῆς Ὀρθόδοξης Ὁμολογίας, τοῦ Πέτρου Μογίλα, πού ἐπιδοκιμάστηκε ἀπό τούς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς, καί θά λάβουμε ὡς βάση τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅτι ὅλη ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ συνίσταται σ’ αὐτά τά τρία: Στήν πίστη, τήν ἐλπίδα καί τήν ἀγάπη. «Γιά τώρα ἰσχύουν αὐτά τά τρία: Πίστη, ἐλπίδα, ἀγάπη» (Α΄ Κορ. 13, 13).
Ἔτσι ὁ χριστιανός χρειάζεται:
-Πρῶτον, διδασκαλία γιά τήν πίστη στόν Θεό καί τά Μυστήρια πού ἀποκάλυψε ὁ Θεός
-Δεύτερον, διδασκαλία γιά τήν ἐλπίδα στόν Θεό καί τά μέσα πού τήν ἀποκτᾶμε.
-Καί τρίτον, διδασκαλία γιά τήν ἀγάπη στόν Θεό καί ὅλα ὅσα μᾶς ἐντέλλεται ὁ Θεός.
–Τί χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία ὡς μέσον γιά νά μᾶς δώσει τήν διδασκαλία τῆς πίστης μας;
Τό «Πιστεύω».
–Τί μποροῦμε νά λάβουμε ὡς βάση γιά τήν διδασκαλία τῆς ἐλπίδας;
Τούς Μακαρισμούς τοῦ Κυρίου μας καί τήν Κυριακή Προσευχή.
– Ποῦ μποροῦμε νά βροῦμε στοιχεῖα γιά τήν διδασκαλία περί τῆς ἀγάπης;
Στίς δέκα ἐντολές τοῦ Νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ
–Τί εἶναι τό «Πιστεύω»;
Τό «Πιστεύω» εἶναι μέ λίγα ἀλλά ἀκριβῆ λόγια μιά ἔκθεση τῆς διδασκαλίας πού ὅλοι οἱ χριστιανοί πρέπει νά πιστεύουν, ἀφοῦ ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία σάν βαπτισμένοι.
Καί ἔτσι ὅπως ἀπαγγέλεται τό «Πιστεύω» στήν λατρεία, στό α΄πρόσωπο, φαίνεται ὡς μία προσωπική ὁμολογία πίστεως τοῦ κάθε πιστοῦ γι᾿ αὐτό καί ἔχει μεγάλη βαρύτητα ἡ ἀπαγγελία του. Τό «Πιστεύω» εἶναι ἕνα «Σύμβολο» τῆς πίστεώς μας.
– Τί ὀνομάζουμε «Σύμβολο πίστεως»;
«Σύμβολο πίστεως» ὀνομάζουμε ἕνα ἱερό κείμενο τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ἐκφράζει μέ ἁπλοῦς ὅρους τήν πίστη μας καί τέτοια κείμενα χρησιμοποίησε ἀπό τήν ἀρχή ἡ Ἐκκλησία μας.
– Γιατί τά χρησιμοποίησε;
Γιά νά καθορίζει συνοπτικά τήν πίστη, γιά νά ἐκφράσει μέ ὅρους τά ὅρια μεταξύ τῆς ἀλήθειας καί τῆς πλάνης καί γιά νά χρησιμεύουν τά κείμενα αὐτά ὡς ὁμολογία πίστεως κατά τό βάπτισμα.
– Ἔδιναν οἱ βαπτιζόμενοι ὁμολογία πίστεως;
Τό ὅτι πραγματικά οἱ βαπτιζόμενοι διδάσκονταν πρίν ἀπό τό βάπτισμά τους τίς ἀλήθειες τῆς πίστης καί ἔδιναν ὁμολογία γι᾿ αὐτές φαίνεται ἀπό τήν Καινή Διαθήκη, ὅπου πολλές φορές γίνεται λόγος γιά τήν φύλαξη τῆς «παρακαταθήκης» καί τῆς «ὁμολογίας».
Ἀναφέρουμε ὡς χαρακτηριστική μαρτυρία τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου στήν πρός Ἑβραίους 6,2 ἐπιστολή του, ὅπου λέγεται γιά «βαπτισμῶν διδαχή» καί ὑπονοεῖται μέ αὐτό ὁμολογία πίστεως πρίν ἀπό τήν εἴσοδο κάποιου στήν Ἐκκλησία.
–Ὑπάρχουν Σύμβολα πίστεως στήν Καινή Διαθήκη;
Βεβαίως ὑπάρχουν.
Μιά σύντομη δογματική διατύπωση τῆς πίστης μας εἶναι στήν προτροπή τοῦ Χριστοῦ στούς μαθητές Του «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 18,19-20).
Μία ὡραία πάλι σύντομη ὁμολογία πίστεως ἀποτελοῦν αὐτά τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου:
«Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» (Α΄ Τιμ. 3,16).
Καί μιά ἄλλη πάλι δυνατή ὁμολογία πίστεως στήν Καινή Διαθήκη, ἐκτενέστερη ἀπό τίς ἄλλες, εἶναι καί αὐτή ἡ περικοπή τοῦ ἰδίου Ἀποστόλου στήν πρός Φιλιππησίους 2,5-11 ἐπιστολή του:
«Τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὅ καί ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὅς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτόν ἐκένωσε μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος καί σχήματι εὑρεθείς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ. Διό καί ὁ Θεός αὐτόν ὑπερύψωσε καί ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων καί πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται, ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός»!(*1)
--------------------------------------------------------------
(*1.) Ἡ περικοπή αὐτή ἤρεσε ἰδιαίτερα στόν μακαριστό Καθηγητή τῆς Καινῆς Διαθήκης Βασίλειο Ἰωαννίδη. Συνιστοῦμε νά διαβάζεται συνεχῶς, ὥστε νά ἀπομνημονευθεῖ.
Από το εβδομαδιαίο διαδικτυακό περιοδικό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιερεμίου Φούντα, στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως.
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ -Ἀριθμ. 19 - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 26 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
http://www.imgortmeg.gr/index.php?optio ... 8&Itemid=7