Σελίδα 1 από 2

Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Ιούλ 29, 2010 11:52 am
από Dimitris39
Πολλες Εορτες εχει καθιερωση η εκκλησια μας προς τιμην της Παναγιας
αλλα η κοιμηση της Θεοτοκου ειναι το κατι ξεχωριστο,
το λεγομενο μικρο Πασχα του Καλοκαιριου
πριν της εορτης προηγειται 15θημερος νηστεια
Κεχαριτωμενη και ευλογημενη και Μητερα του Θεου ονομασε ο Αγγελος την εκ Ναζαρετ Μαρια.
Ο Υιος της ανεστη.
Η Ανασταση υπερεπληρωσε την ψυχη της Παναγιας, η οποια ανεδειχθη «Πλατυτερα των Ουρανων».
Ως προσωπο η Παναγια κατεχει θεση κοντα στον κοσμο και κοντα στο Θεο.
Ειναι ο πρωτος αγιος που τοσο τιμηθηκε απο το Θεο, ωστε να γινει το μεσο,
με το οποιο παρασχεθηκε η χαρη και η αγαπη του Θεου προς τον ανθρωπο.

Η15η Αυγουστου υπενθυμιζει τη μετασταση της Μητερας του Χριστου απο τα επιγεια στους κολπους του Υιου της.
Εμεις με ευλαβεια απευθυνουμε θερμη προσευχη να μεσιτευει προς τον Υιο της να μας ενισχυει στην πορεια της χριστιανικης μας ζωης
προς τα εναρετα και τα αγαθα. Η Παναγια ειναι η κλιμακα που ενωνει τον Ουρανο με τη γη!

Σας ευχομαι απο τα βαθη της Καρδιας μου καλον αγωνα στο 15θημερο
και με συγκηνηση να την τιμουμε πηγαινοντας στις παρακλησεις της μητρος ολου του κοσμου και του θεου μας
Εικόνα

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιούλ 30, 2010 6:31 am
από theodore
Μακάρι να με αξιώσει η Παναγιά να πάω στην Τήνο τον δεκαπενταύγουστο όπως πέρυσι.Ήταν ανάσα ζωής οι στιγμές που έζησα εκεί πέρυσι.Φέτος θα πάρω και τα δυο από τα τρία αγόρια μου ηλικίας 14 και 10 τώρα που μεγάλωσαν και καταλαβαίνουν.Δεν είμαι πλούσιος για να τους αφήσω υλικά αγαθά όταν φύγω από αυτή την ζωή.Τουλάχιστον να πλουτίσει η ψυχή τους και να γεμίσει η καρδιά τους από Θεία Χάρη...για να μπορούν να πορευτούν στην ζωή με τον Ουράνιο Πατέρα τους.

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιούλ 30, 2010 7:16 am
από Dimitris39
Θυμαμαι το προσκηνημα σου αδελφε ευχομαι να τα καταφερεις και φετος
καλον αγωνα

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιούλ 30, 2010 12:02 pm
από akylina
Καλό αγώνα σε όλους, για το Πάσχα του καλοκαιριού, για την Παναγιά μας! Εύχομαι σε όσους θα ταξιδέψουν σε διάφορα προσκυνήματα στην Ελλάδα, μα & Ιεροσόλυμα με το καλό να φτάσουν & άξιο το προσκύνημά τους... :25

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Τρί Αύγ 03, 2010 1:57 pm
από Dimitris39
Εικόνα
Ω ευλογημένη Μητέρα του Θεού, αγαλλιάται η καρδία του λαού σου, και πολλά χαίρεται, ότι σε έκλεξεν ο Υιός και Λόγος του Θεού να τον γεννήσης, και να τον αναθρέψης. Ευφραίνομαι και εγώ ο ανάξιος δούλος σου, ότι έλαβες από τον Θεόν περισσότερον χάριν, και δόξαν μοναχή σου, παρά όλους τους Αγίους και τους Αγγέλους, όσοι είναι εις τον ουρανόν. Χαίρε και συ λοιπόν χαριτωμένη Μαρία, Δέσποινά μου βασίλισσα του κόσμου, ήλιε της αγιωσύνης, παράδειγμα της αρετής, σκέπη των αμαρτωλών, καταφυγή και τόπος απόκρυφος των διωγμένων. Ω ευλογημένη Μητέρα του Θεού μου, έμπροσθέν σου με ταπεινήν καρδίαν έρχομαι εγώ ο πτωχός και αμαρτωλός δια να ομιλήσης προς τον Υιόν σου δια λόγου μου, και να του ζητήσης συμπάθειαν δια τα κρίματά μου, και να με δυναμώσης να τα σχολάσω, και να μοι δώσης χάριν εις τα καλά έργα, οπού χρειάζομαι να κάμω. Παρακάλεσε, ω Μητέρα της ελεημοσύνης, τον ελεήμονα Θεόν δια λόγου μου, και δια όλον τον κόσμον' κάμε να περάσω τούτην την ημέραν, και όλας τας ημέρας της ζωής μου, χωρίς πταίσιμον, εις δόξαν Θεού και εδικήν μου, επειδή είμαι αποφασισμένος να αποθάνω κάλλιον παρά να σας πταίσω παραμικρόν, μη θέλωντας να κάμω άλλο από την σήμερον, παρά το άγιόν σας θέλημα εις όλην μου την ζωήν. Δια τούτο σας παραδίδω όλο τον εμαυτόν μου, τον νουν μου, την καρδίαν μου, το στόμα μου, και όλα μου τα μέλη δια να μη με αφήσετε να λογιάσω, ουδέ να επιθυμήσω, ουδέ να ειπώ, ουδέ να κάμω κανένα πράγμα, οπού να μην είναι κατά το θέλημά σας, και εις δόξαν και χαράν εδικήν σας.
Αμήν.
:8 :8 :8 :8 :8 :8 :8 :8 :8 :8 :8 :8

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Τρί Αύγ 03, 2010 2:06 pm
από Dimitris39
Η Κυρία Θεοτόκος, η Παρθένος Μαρία, είναι η πιο έξοχη μορφή στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας, γι' αυτό και την αποκαλούμε Παναγία. Τόση ήταν η αρετή της, ώστε, ανάμεσα στις γυναίκες όλων των γενεών και των αιώνων, αναδείχθηκε η πιο άξια να φιλοξενήσει στη μήτρα της και να γεννήσει τον Υιό του Θεού, το Σωτήρα του κόσμου. Δίχως υπερβολή, είναι το υψηλότερο και ωραιότερο πλάσμα του Θεού, καθώς ξεπερνάει στην αγιότητα και τη δόξα ακόμα και τους αγγέλους� είναι «τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Ανάλογη, λοιπόν, με τη θέση της στην Εκκλησία πρέπει να είναι η σχέση μας μαζί της.
Εικόνα
Πρώτον, ας την τιμάμε και ας τη δοξάζουμε όπως της αξίζει ως Μητέρας του Θεού. Ας μη ξεχνάμε ότι ο Κύριος, για να γίνει άνθρωπος, έπρεπε να γεννηθεί από ανθρώπινη μητέρα, αλλά μητέρα άξια του φοβερού θεανθρώπινου μυστηρίου. Αν, λοιπόν, έλειπε η Παρθένος Μαρία, το μυστήριο αυτό δεν θα συντελούνταν.

Δεύτερον, ας την επικαλούμαστε στις προσευχές μας, αποθέτοντας σ' αυτήν, μετά το Θεό, όλες τις ελπίδες μας και βάζοντας με εμπιστοσύνη τον εαυτό μας κάτω από την προστατευτική της σκέπη. Γιατί η μεσιτεία και οι πρεσβείες της στον Υιό της για χάρη των πιστών έχουν μεγάλη δύναμη. Όπως ψάλλουμε σ' ένα ωραίο τροπάριο του Μικρού Παρακλητικού Κανόνα, η Παναγία είναι «πάντων θλιβομένων η χαρά και αδικούμενων προστάτις και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις και βακτη­ρία τυφλών, ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη και αντίληψης και ορφανών βοηθός».

Τρίτον, ας την αγαπάμε ολόψυχα και ευλαβικά. Μετά το Θεό, δεν υπάρχει άλλος κανένας που να αξίζει πιο πολύ την αγάπη μας. Γιατί, μετά το Θεό, μόνο αύτη αγαπάει τόσο τις ψυχές, που λύτρωσε με το Αίμα Του ο Υιός της, και, μετά το Θεό, μόνο αυτή μας προσφέρει τόσες ευλογίες.

Τέταρτον, ας αγωνιζόμαστε, όσο μπορούμε, να μιμούμαστε την ένθεη βιοτή και πολιτεία της, τη βαθιά ταπείνωσή της, τη θερμή αγάπη της προς το Θεό και τον πλησίον, την απόλυτη υποταγή της στο θείο θέλημα, την απέραντη ευσπλαχνία της και τη σοφή σιωπή της.

(Γέροντος Ευστρατίου, «Απαντήσεις σε ερωτήματα χριστιανών», εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου)

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Τετ Αύγ 04, 2010 6:15 am
από Dimitris39
Εικόνα

Στη συνείδηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας η Παρθένος Μαρία κατέχει ιδιαίτερη και ξεχωριστή θέση, που είναι καρπός άδολης και καρδιακής αγάπης του λαού του Θεού προς το πρόσωπό της. Η θέση αυτή δεν την αυτονομεί, δεν την εξυψώνει υπερβαλλόντως και αναρμόστως, προκαλώντας εσωτερικές αμφιβολίες και αντεγκλήσεις, αλλά την καθιστά αυτή που ακριβώς είναι, σε σχέση πάντα με τον Ιησού Χριστό, τον Υιό και Θεό της.Γι’ αυτό «η τιμή που δείχνουμε στην Θεοτόκο όχι μόνο δε μειώνει την λατρεία μας προς τον Θεό, αλλά, ακριβώς, έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: όσο περισσότερο τιμούμε τη Θεοτόκο, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούμε τη μεγαλειότητα του Υιού της, επειδή τιμούμε τη Μητέρα ακριβώς λόγω του Υιού» (Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ).

Η Ορθόδοξη Θεολογία, λοιπόν, έρχεται να συνεχίσει και να εμπλουτίσει την Ορθόδοξη παράδοση, μια παράδοση που, το ένα και μοναδικό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, το πολλαπλασιάζει και το μετασχηματίζει, αποδίδει σ’ αυτό ονόματα και ιδιότητες, ανάλογα με την ιστορία, τα ήθη και τα έθιμα κάθε περιοχής, χωρίς να καταστρέφει, όμως, ούτε στιγμή τη μοναδικότητά του. Και ενώ θα περίμενε κανείς αυτή η πολυδιάσπαση του προσώπου, από την Μεγαλόχαρη στην Εικοσιφοίνισσα, από την Ξενιά στη Χοζοβιώτισσα, από την Γλυκοφιλούσα στην Γοργοϋπήκοο, από την Σουμελά στην Ελευθερώτρια κ.ο.κ. να προκαλεί σύγχυση, εντούτοις, αποκαλύπτει την χωρίς μέτρο αγάπη των πιστών, τον ασίγαστο και διαχρονικό πόθο των παιδιών να δουν και να μιλήσουν στη Μητέρα τους, σύμφωνα με τις προσωπικές τους ανάγκες, προϋποθέσεις και ιδιαιτερότητες.

Και στο σημείο αυτό η Θεολογική συνείδηση και εμπειρία, όπως διαμορφώθηκε Συνοδικά στους αιώνες, μέσα από τον πλούτο της γνώσης και της σοφίας των Αγίων Πατέρων, έρχεται να δογματίσει για την Μαρία και να την εγκαταστήσει στην καθημερινή ζωή της Εκκλησίας ως Μητέρα, ως Θεοτόκο και ως Παναγία.

Η Μαρία κατέκτησε την Μητρική ιδιότητα και αναγνώριση γιατί αναδέχθηκε την εξωπραγματική, για τα ανθρώπινα μέτρα, αποστολή να γίνει το σκεύος της εκλογής, το δοχείο της Χάριτος, διά του οποίου τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Ήταν το πρόσωπο εκείνο που επικέντρωνε πάνω του όλα τα χαρίσματα και τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις, για να φέρει στους φθαρτούς και θνητούς κόλπους της τον Άχρονο, να κυοφορήσει τον Αχώρητο, να γεννήσει τον Θεάνθρωπο. Υπήρξε το πρόσωπο «κλειδί» στην ανθρώπινη ιστορία, που έβγαλε ασπροπρόσωπο το ανθρώπινο γένος και, με την έμφυτη ταπείνωση, την ευλογημένη υπακοή, τη θαυμαστή αγνότητα, την άδολη παιδικότητα, έγινε η Μητέρα του Ενανθρωπήσαντος Ιησού, δίνοντας στον πληγιασμένο και τετρωμένο από την αμαρτία άνθρωπο το δώρο της ελπίδας, της λύτρωσης και της σωτηρίας. Την ίδια στιγμή έγινε η μόνη και αληθινή μητέρα όλων των ανθρώπων, εκείνη που μετουσιώνει διαρκώς τις ελπίδες και τους πόθους του ανθρωπίνου γένους, εκείνη που λειτουργεί ως μεσολαβητής και πρεσβευτής των ανθρωπίνων δεήσεων και παρακλήσεων, «η μεταβολή των θλιβομένων, η απαλλαγή των ασθενούντων, η προστάτις των αδικουμένων, των πενομένων η τροφή, ξένων η παράκλησις και βακτηρία τυφλών, καταπονουμένων σκέπη και αντίληψις και ορφανών βοηθός…»

Η Μαρία είναι Θεοτόκος, γιατί δεν γέννησε άνθρωπο κοινό, φθαρτό, κτιστό και θνητό. Δεν γέννησε έναν από τους μεγάλους μύστες της ανθρωπότητας, όπως ομολογούν άλλες θρησκείες και δοξασίες, δεν γέννησε έναν κορυφαίο Προφήτη και Διδάσκαλο σαν και πολλούς άλλους που έκαναν την εμφάνισή τους στην ιστορία, αλλά γέννησε «Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον Μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων». Γέννησε Χριστόν, Παθόντα, Σταυρωθέντα και ενδόξως Αναστάντα. Η βασική αυτή δογματική αλήθεια της Ορθοδόξου Εκκλησίας, πολεμήθηκε συστηματικά στη διάρκεια και εξέλιξη της Χριστιανικής ιστορίας, αλλά και παραποιήθηκε μέσα στους κόλπους και αυτής της Χριστιανικής Εκκλησίας, όπου άλλες Ομολογίες ανυψώνουν την Μαρία υπερβαλλόντως και αυθαιρέτως, αποδίδοντας στο πρόσωπό της ιδιότητες που δεν έχει και άλλες την υποβιβάζουν, απογυμνώνοντάς την από την βασική της ιδιότητα, αυτήν της Θεοτόκου. Και προς όλους εκείνους που αρνούνται ότι η Παρθένος Μαρία είναι Θεοτόκος ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος φέρεται με ιδιαίτερη αυστηρότητα και επιτιμητική διάθεση, χαρακτηρίζοντάς τους «αθέους»: «Ει τις ου Θεοτόκον την Μαρίαν υπολαμβάνει, χωρίς εστί της Θεότητος. Ει τις διά σωλήνος της Παρθένου διαδραμείν, αλλά μη εν αυτή διεπλάσθαι λέγοι θεϊκώς άμα και ανθρωπικώς – θεϊκώς μεν, ότι χωρίς ανδρός, ανθρωπικώς δε, ότι νόμω κυήσεως – ομοίως άθεος», δηλ. «Όποιος δε θεωρεί Θεοτόκο την αγία Μαρία, είναι άσχετος με την θεότητα. Όμοια άθεος είναι όποιος λέγει ότι ο Χριστός πέρασε από την Παρθένο σαν από σωλήνα και δεν διαμορφώθηκε μέσα σε αυτήν συνάμα ως Θεός και ως άνθρωπος (ως Θεός επειδή δεν μεσολάβησε άνδρας, ως άνθρωπος διότι συμμορφώθηκε στον νόμο της κυήσεως)» ( PG 37, 177 C).

Η ιδιότητα της Μαρίας ως Θεοτόκου την καθιστά αυτοδικαίως και Παναγία ή Υπεραγία, δηλ. πάνω από όλους τους Αγίους, τους Οσίους, τους Μάρτυρες και Ομολογητές της Εκκλησίας μας. Στην αγιότητα δεν ξεχωρίζουν ούτε οι Δώδεκα Απόστολοι, ούτε ο Τίμιος Πρόδρομος, που στάθηκε, κατά τον λόγο του Χριστού, «ο εν γεννητοίς γυναικών μείζων». Αλλά, όπως γλαφυρά περιγράφει ο γνήσιος Έλληνας και Ορθόδοξος λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου, «Εσύ Θεοτόκε, τιμήθηκες περισσότερον από όλους και αξιώθηκες να δανείσεις σάρκα από την σάρκα σου εις τον Υιόν του Θεού και διά τούτο εξαιρέτως λέγεσαι Παναγία και Υπεραγία και, παρότι είσαι άνθρωπος γεννημένος από ανθρώπους, είσαι, όμως, κατά τα λόγια του αγγέλου “τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ”» («Παναγία και Υπεραγία», εκδόσεις «Αρμός», σελ. 17)

Αυτό το μοναδικό πρόσωπο τιμούμε και γιορτάζουμε τον Δεκαπενταύγουστο. Στις Εκκλησιές και στα Μοναστήρια της χτυπά η καρδιά όλων ημών των Ορθοδόξων Ελλήνων. Στην εικόνα της κατατίθενται οι πόνοι, οι καημοί και τα βάσανά μας έχοντας βεβαία την ελπίδα της αγάπης και της μεσιτείας της.

Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, τ. Δ/ντής του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος, «ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ» 13/8/2007.

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Τετ Αύγ 04, 2010 6:51 am
από stathis73
ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΛΑΙΚΟΥ ΜΕ ΕΝΑ ΜΟΝΑΧΟ ΛΕΕΙ Ο ΛΑΙΚΟΣ: "ΓΕΡΟΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ ΘΥΣΙΑΖΩ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΟΥ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΟ ΣΚΕΦΤΟ ΟΥΤΕ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ"
ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΑ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΝ ΛΑΤΡΕΥΕΙ ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΚΟΥΣΜΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟΥΣ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΠΟΤΑΜΙ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ, ΚΑΙ ΝΑ ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΣ ΤΙ ΠΙΚΡΕΣ ΠΗΡΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ ΑΚΟΜΗ ΟΤΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ ΗΤΑΝ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΟΣ.
ΟΙ ΜΑΓΟΙ ΤΗΣ ΠΗΓΑΝ ΣΜΥΡΝΑ, ΧΡΥΣΟ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΝΗ ΠΟΥ ΒΑΖΑΝΕ ΣΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΚΑΙ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ ΣΤΕΝΑΧΩΡΕΘΗΚΕ ΚΑΙ ΑΝΑΡΩΤΙΘΗΚΕ ΓΙΑΤΙ ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΛΙΒΑΝΙ.
ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΚΑΙΡΟ ΒΛΕΠΕΙ ΣΕ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ ΝΑ ΚΡΑΤΑΝΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΥΛΟΥΣ ( ΕΞΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΕΝΕ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ).
ΟΤΑΝ ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ΠΗΡΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΕΙΠΕ ΤΟ ΠΕΡΙΦΗΜΟ " ΝΥΝ ΑΠΟΛΥΕΙΣ ΤΟΝ ΔΟΥΛΟ ΣΟΥ ΔΕΣΠΟΤΑ ΚΑΤΑ.......ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΛΑΟΥ ΣΟΥ ΙΣΡΑΗΛ", ΓΥΡΙΣΕ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΙΠΕ "ΓΥΝΗ ΚΑΙ ΕΣΕΝΑ ΡΟΜΦΑΙΑ ΘΑ ΔΙΑΠΕΡΑΣΗ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ", ΕΝΝΟΟΥΣΕ ΤΗΝ ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ, ΚΑΙ ΚΛΕΙΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΛΕΕΙ Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΧΟΜΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΡΥΣΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΓΙΑΤΙ ΜΟΝΟ ΤΟΤΕ ΘΑ ΘΑΥΜΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΔΟΞΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΠΟΥ ΕΤΟΙΜΑΣΕ Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ ΜΑΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΝΗ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ.
ΕΓΩ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΕΧΩ ΝΑ ΠΩ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΕ ΜΕ ΤΟΝ ΑΜΑΡΤΩΛΟ.

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Τετ Αύγ 04, 2010 8:27 am
από Dimitris39
Εικόνα
Στις 15 του Αυγουστου ολόκληρος ο Χριστιανικος κοσμος θα πλημμυριση τις εκκλησιες και τα μοναστηρια, για να γιορταση τη Μανα της Χριστιανοσυνης, την Παναγια.
Χιλιαδες προσωπα προσκυνητων, βουβα, χλωμα, συλλογισμενα, καταπονημενα, βασανισμενα, θα σηκωσουν ευλαβικα το βλεμμα τους ν’ ατενισουν το χαμογελο Εκεινης,
που χυνει βαλσαμο και παρηγορια σ’ ολων τις καρδιες.
Η κατανυκτικη αγαπη του λαου μας, ιδιαιτερα προς την Παναγια, η λατρεια και η αφοσιωση του Ελληνα προς την Θεοτοκο, ειναι αναλογη προς την απειρη στοργη που
ξεχειλιζει απο τα ματια Εκεινης προς ολον τον κοσμο. Και δεν χρειαζονται υψηλονοητοι και βαθυστοχαστοι θρησκευτικοι στοχασμοι για να νιωση καποιος τη θαλπωρη
της ματιας Της, οταν σε κοιταζη. Το γονατισμα του απλοϊκου προσκυνητη μπροστα στην εικονα Της ειναι η πιο γνησια μεταφυσικη διασταση της ψυχης του.
............................
Προστρεξε, Μυροφορα,
μοναχα εσενα πιστεψα
και λατρεψα μοναχα εσενα,
κι ως τωρα μεσ’ στα αιματοσταλαχτα
μιας οργισμενης δυσης
Δεσποινα, στηριξε με εσυ
και μη μ’ αφησεις.....
«Η σκεπη και του ανθρωπου εσυ, τ’ αγγελου εσυ και η δοξα,
με τη χαρα σου χαιρεται, χαριτωμενη η κτιση!
Μητερα των ανελπιδων κι ολου του κοσμου σκεπη,
κατω απο σε και οι ανελπιδοι κι ολος ο κοσμος ισοι!
Μπρος στην εικονα σου γυρτος ο κοσμος με το στομα
τρεμουλιαστο, κρεμαμενο μονο απ’ τ'ονομα σου
κι απο τη σκεψη σου, Κυρα, κι απο τ’αναβλεμμα σου,
μ’ενα τροπαρι μυστικο, με μια πνιχτη μουρμουρα
δυο απεραντα μονολογα: Χαιρε Χαριτωμενη!...»

Re: Το Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, ο μήνας Της Παναγίας

Δημοσιεύτηκε: Τετ Αύγ 04, 2010 8:50 am
από Dimitris39

Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Εικόνα
Η ζω­ή της Πα­να­γί­ας μας σκι­α­γρα­φεί­ται α­πό τους Ευ­αγ­γε­λι­στές, τα λει­τουρ­γι­κά βι­βλί­α της Εκ­κλη­σί­ας μας (συ­να­ξά­ρια και τρο­πά­ρια των Θε­ο­μη­το­ρι­κών ε­ορ­τών) και τους λό­γους των Α­γί­ων Πα­τέ­ρων. Αυ­τές εί­ναι οι πη­γές για το κεί­με­νο που α­κο­λου­θεί.

Οι γο­νείς της

Η Θε­ο­τό­κος ή­ταν κό­ρη του πλού­σιου κτη­νο­τρό­φου Ι­ω­α­κείμ και της Άν­νας, που κα­τα­γό­ταν α­πό το βα­σι­λι­κό γέ­νος του Δαυ­ίδ.

Ε­πει­δή ο Ι­ω­α­κείμ και η Άν­να ή­ταν ά­τε­κνοι (η Άν­να ή­ταν στεί­ρα), πα­ρα­κα­λού­σαν για πολ­λά χρό­νια το Θε­ό να τους χα­ρί­σει έ­να παι­δί, με την υ­πό­σχε­ση ό­τι το παι­δί που θα γεν­νη­θεί, θα το α­φι­ε­ρώ­σουν σ' Αυ­τόν. Πρέ­πει να ση­μει­ω­θεί ό­τι η α­τε­κνί­α την ε­πο­χή ε­κεί­νη ή­ταν ντρο­πή-κα­τά­ρα για έ­να αν­δρό­γυ­νο και ό­λοι τους πε­ρι­φρο­νού­σαν μέ­σα στην κοι­νω­νί­α. Α­κό­μα και οι ι­ε­ρείς δεν δέ­χον­ταν τα δώ­ρα που πρό­σφε­ραν στο να­ό του Θε­ού, λό­γω της α­τε­κνί­ας τους. Εξ αι­τί­ας αυ­τού η μεν Άν­να πή­γε μέ­σα στον κή­πο τους, ο δε Ι­ω­α­κείμ α­νέ­βη­κε στο βου­νό και ε­κεί με δά­κρυ­α πα­ρα­κα­λού­σαν το Θε­ό να τους χα­ρί­σει έ­να παι­δί και να λύ­σει την α­τε­κνί­α τους. Και ο Θε­ός τους προ­μή­νυ­σε με τον αρ­χάγ­γε­λό Του Γα­βρι­ήλ ό­τι θα συλ­λά­βει η πρώ­ην ά­γο­νος και στεί­ρα Άν­να και θα γεν­νή­σει παι­δί ά­γιο.

Πράγ­μα­τι η Άν­να συ­νέ­λα­βε, και γέν­νη­σε τη Βα­σί­λισ­σα του κό­σμου. Η Εκ­κλη­σί­α μας ε­ορ­τά­ζει το γε­γο­νός αυ­τό της συλ­λή­ψε­ως στις 9 Δε­κεμ­βρί­ου: «η σύλ­λη­ψις της Α­γί­ας Άν­νης, μη­τρός της Υ­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου».



Η Γέν­νη­ση της Θε­ο­τό­κου

Έ­τσι λοι­πόν συ­νε­λή­φθη και γεν­νή­θη­κε η α­γί­α Παρ­θέ­νος Μα­ρί­α· ό­χι βέ­βαι­α χω­ρίς σαρ­κι­κή συ­νά­φεια των γο­νέ­ων της. Γεν­νή­θη­κε σε εν­νέ­α μή­νες και, ναι μεν ή­ταν καρ­πός της υ­πο­σχέ­σε­ως του Θε­ού, αλ­λά έ­γι­νε με σπέρ­μα αν­δρός με τη συ­νεύ­ρε­ση των γο­νέ­ων της. Μό­νο ο Κύ­ριός μας Ι­η­σούς Χρι­στός γεν­νή­θη­κε α­πό την α­γί­α Παρ­θέ­νο Μα­ρί­α με τρό­πο α­νέκ­φρα­στο και α­νερ­μή­νευ­το, ό­πως Ε­κεί­νος Μό­νος γνω­ρί­ζει, χω­ρίς να υ­πάρ­χει το σαρ­κι­κό θέ­λη­μα.

Σύμ­φω­να με την πα­ρά­δο­ση, η Πα­να­γί­α γεν­νή­θη­κε στην Ι­ε­ρου­σα­λήμ. Μά­λι­στα οι πα­τέ­ρες της α­γι­ο­τα­φι­κής α­δελ­φό­τη­τας δεί­χνουν στους προ­σκυ­νη­τές τον τό­πο γέν­νη­σης της Θε­ο­τό­κου, που βρί­σκε­ται κον­τά στην προ­βα­τι­κή κο­λυμ­βή­θρα. Ο­νο­μά­στη­κε Μα­ριάμ (Μα­ρί­α ε­ξελ­λη­νι­σμέ­νο) που ση­μαί­νει Κυ­ρί­α, Ελ­πί­δα.

Η Εκ­κλη­σί­α μας ε­ορ­τά­ζει τη γέν­νη­ση της Θε­ο­τό­κου στις 8 Σε­πτεμ­βρί­ου: «το Γε­νέ­θλιον της Υ­πε­ρα­γί­ας Δε­σποί­νης η­μών Θε­ο­τό­κου και α­ει­παρ­θέ­νου Μα­ρί­ας».

Εικόνα

Η εί­σο­δος της Θε­ο­τό­κου στον Να­ό

Ό­ταν η Μα­ρί­α έ­φθα­σε τον τρί­το χρό­νο της η­λι­κί­ας της, την έ­φε­ραν οι γο­νείς της -σύμ­φω­να με την υ­πό­σχε­σή τους-στο Να­ό, και την πα­ρέ­δω­σαν στους ι­ε­ρείς. Σύμ­φω­να με το έ­θι­μο, τη συ­νό­δευ­σαν λαμ­πα­δο­φο­ρού­σες «παρ­θέ­ναι των Ε­βραί­ων».

Α­φού την πα­ρέ­λα­βε ο ι­ε­ρέ­ας και προ­φή­της Ζα­χα­ρί­ας, πα­τέ­ρας του Ι­ω­άν­νου Προ­δρό­μου,κι­νού­με­νος α­πό τη θεί­α βου­λή, την ο­δή­γη­σε στο ε­σω­τε­ρι­κό και α­γι­ώ­τε­ρο μέ­ρος του Να­ού, στα ά­για των Α­γί­ων. Ε­κεί έ­ζη­σε δώ­δε­κα χρό­νια και α­ξι­ω­νό­ταν κα­θη­με­ρι­νά θεί­ες φα­νε­ρώ­σεις, ε­νώ θεί­ος άγ­γε­λος-ο Αρ­χάγ­γε­λος Γα­βρι­ήλ-της έ­φερ­νε συ­νε­χώς ου­ρά­νια τρο­φή. Έ­τσι, ζών­τας μέ­σα στο χώ­ρο της α­γι­ό­τη­τας, ε­τοι­μα­ζό­ταν ο «έμ­ψυ­χος να­ός εις κα­τοί­κη­σιν του Κυ­ρί­ου».

Η Εκ­κλη­σί­α μας ε­ορ­τά­ζει το γε­γο­νός με την ε­ορ­τή των Ει­σο­δί­ων στις 21 Νο­εμ­βρί­ου: «μνή­μη της εν τω Να­ώ Ει­σό­δου της Θε­ο­μή­το­ρος»



Ο Ευ­αγ­γε­λι­σμός της Θε­ο­τό­κου

Ό­ταν η Μα­ρί­α έ­γι­νε δε­κα­πέν­τε ε­τών, οι γο­νείς της εί­χαν κοι­μη­θεί, γι' αυ­τό οι ι­ε­ρείς φρόν­τι­σαν να την α­πο­κα­τα­στή­σουν. Προ­έ­κρι­ναν ως κα­ταλ­λη­λό­τε­ρο τον δί­και­ο Ι­ω­σήφ. Η Γρα­φή τον ο­νο­μά­ζει Δί­και­ο: «Ι­ω­σηφ δε ο α­νήρ αυ­τής, δί­και­ος ων..­.» (Ματθ. α­';­19), που ση­μαί­νει πως εί­χε ό­λες τις α­ρε­τές. Ο Γέ­ρον­τας Ι­ω­σήφ ή­ταν χή­ρος και πα­τέ­ρας με ε­πτά παι­διά α­πό άλ­λη γυ­ναί­κα. Αυ­τά εί­ναι τα «θε­τά» ά­δέλ­φια του Ι­η­σού και ό­χι παι­διά της Θε­ο­τό­κου, η ο­ποί­α εί­ναι Α­ει­πάρ­θε­νος, πα­ρέ­μει­νε δη­λα­δή Παρ­θέ­νος και με­τά τη γέν­νη­ση του Κυ­ρί­ου και πο­τέ δεν ήλ­θε σε σαρ­κι­κή ε­πα­φή με τον Ι­ω­σήφ, ό­πως βλά­σφη­μα δι­δά­σκουν οι προ­τε­στάν­τες και άλ­λοι αι­ρε­τι­κοί. Έ­τσι ο αρ­ρα­βώ­νας ή­ταν α­πα­ραί­τη­τος, για να κα­λυ­φθεί η υ­περ­φυ­σι­κή γέν­νη­ση του Ι­η­σού με την πα­ρου­σί­α του Ι­ω­σήφ.

Ο Ι­ω­σήφ πα­ρέ­λα­βε τη Μα­ριάμ και ήρ­θε στη Να­ζα­ρέτ. Τον τέ­ταρ­το μή­να με­τά την έ­ξο­δό της α­π' το Να­ό, ο Αρ­χάγ­γε­λος Γα­βρι­ήλ πα­ρου­σι­ά­στη­κε μπρο­στά της λέ­γον­τάς: «Χαί­ρε, κε­χα­ρι­τω­μέ­νη, ο Κύ­ριος με­τά σου, ευ­λο­γη­μέ­νη συ εν γυ­ναι­ξί..­.­».

Η Μα­ριάμ α­κού­γον­τας το χαι­ρε­τι­σμό τα­ρά­χτη­κε. «Μη φο­βά­σαι» της λέ­γει ο Αρ­χάγ­γε­λος «Μη φο­βού Μα­ριάμ εύ­ρες γαρ χά­ριν πα­ρά τω Θε­ώ» (Λουκ. α­'28-30). Γι' αυ­τό θα συλ­λά­βεις και θα γεν­νή­σεις Υι­ό και θα τον ο­νο­μά­σεις Ι­η­σού. «Και ι­δού συλ­λή­ψη εν γα­στρί και τέ­ξη υι­όν, και κα­λέ­σεις το ό­νο­μα αυ­τού Ι­η­σούν» (Λουκ. α­'­31).

Η Παρ­θέ­νος στο ά­κου­σμα αυ­τό ρω­τά­ει τον άγ­γε­λο: «Πως έ­σται μοι τού­το; Ε­πεί άν­δρα ου γι­νώ­σκω;» (Πως θα γί­νει αυ­τό, α­φού δεν γνω­ρί­ζω σαρ­κι­κά άν­τρα;­). Καί ο άγ­γε­λος της λύ­νει την α­πο­ρί­α λέ­γον­τάς της: «Πνεύ­μα Ά­γιον ε­πε­λεύ­σε­ται ε­πί σε και δύ­να­μις Υ­ψί­στου ε­πι­σκιά­σει σοι» (Λουκ. α­'­35) (Θα έλ­θει σε σέ­να το Ά­γιο Πνεύ­μα και θα σε σκε­πά­σει η Δύ­να­μη του Υ­ψί­στου).

Τό­τε η Παρ­θέ­νος, α­πο­κρί­θη­κε προς τον άγ­γε­λο: «­Ι­δου η δού­λη Κυ­ρί­ου, γέ­νοι­τό μοι κα­τά το ρή­μά σου»­.(Λουκ. α­'­37) (Να η δού­λη του Κυ­ρί­ου, ας γί­νει σ' ε­μέ­να σύμ­φω­να με τον λό­γο σου).

Α­πό ε­κεί­νη τη στιγ­μή ο Κύ­ριος μας Ι­η­σούς Χρι­στός σαρ­κώ­θη­κε στη μή­τρα της α­ει­παρ­θέ­νου Μα­ρί­ας γί­α τη σω­τη­ρί­α του αν­θρώ­πι­νου γέ­νους.

Η Εκ­κλη­σί­α μας ε­ορ­τά­ζει τον Ευ­αγ­γε­λι­σμό στις 25 Μαρ­τί­ου: «ο Ευ­αγ­γε­λι­σμός της Υ­πε­ρα­γί­ας Δε­σποί­νης η­μών Θε­ο­τό­κου και α­ει­παρ­θέ­νου Μα­ρί­ας».
Εικόνα

Η Μα­ριάμ ε­πι­σκέ­πτε­ται την Ε­λι­σά­βετ

Η μα­κα­ρί­α Παρ­θέ­νος Μα­ριάμ, έ­χον­τας μέ­σα στα σπλά­χνα της Αυ­τόν που δεν τον χω­ρά­ει το σύμ­παν, έ­φυ­γε βι­α­στι­κά α­πό τη Να­ζα­ρέτ για κά­ποι­α πό­λη στα ο­ρει­νά της Ι­ου­δαί­ας, ό­που κα­τοι­κού­σε το ευ­λο­γη­μέ­νο αν­δρό­γυ­νο, ο Ζα­χα­ρί­ας με την Ε­λι­σά­βετ. Σκο­πός της ή­ταν να βρει την Ε­λι­σά­βετ, που ή­ταν συγ­γε­νής της, και να την συγ­χα­ρεί για την εγ­κυ­μο­σύ­νη της γε­ρον­τι­κής της η­λι­κί­ας, την ο­ποί­α πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε α­πό τον άγ­γε­λο «και ι­δού Ε­λι­σά­βετ η συγ­γε­νής σου και αυ­τή συ­νει­λη­φυί­α υι­όν εν γή­ρει αυ­τής, και
ού­τος μην έ­κτος ε­στίν αυ­τή τη κα­λου­μέ­νη στεί­ρα»(Λουκ. α 38) (και να που η Ε­λι­σά­βετ η συγ­γε­νής σου έ­χει συλ­λά­βει και αυ­τή γιο στα γη­ρα­τειά της, και αυ­τός εί­ναι ο έ­κτος μή­νας της εγ­κυ­μο­σύ­νης γι' αυ­τήν που τη φω­νά­ζα­νε στεί­ρα). Πε­ρισ­σό­τε­ρο ό­μως ή­θε­λε να της δι­η­γη­θεί τα με­γά­λα και θαυ­μα­στά που ευ­δό­κη­σε και έ­κα­με σ' αυ­τήν ο παν­το­δύ­να­μος Θε­ός. «Και ε­γέ­νε­το ως ή­κου­σεν η Ε­λι­σά­βετ τον α­σπα­σμόν της Μα­ρί­ας, ε­σκίρ­τη­σε το βρέ­φος εν τη κοι­λί­α αυ­τής». Η Ε­λι­σά­βετ μό­λις ά­κου­σε τον χαι­ρε­τι­σμό της Παρ­θέ­νου αι­σθάν­θη­κε ό­τι το ε­ξά­μη­νο βρέ­φος στα σπλά­χνα της σκίρ­τη­σε α­πό χα­ρά. Και με το σκίρ­τη­μα αυ­τό ο Ι­ω­άν­νης ο Πρό­δρο­μος, πριν ά­κό­μα δει το φως του αι­σθη­τού η­λί­ου, προ­φη­τεύ­ει την α­να­το­λή του νο­η­τού Η­λί­ου (του Χρι­στού). Α­μέ­σως τό­τε η γε­ρόν­τισ­σα Ε­λι­σά­βετ, με το φω­τι­σμό του Α­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ά­να­γνώ­ρι­σε την Παρ­θέ­νο Μα­ριάμ σαν Μη­τέ­ρα του Κυ­ρί­ου και Θε­ού μας και δο­ξο­λό­γη­σε με­γα­λό­φω­να το Χρι­στό που έ­φε­ρε στα σπλά­χνα της: «και πό­θεν μοι τού­το ί­να έλ­θη η μή­τηρ του Κυ­ρί­ου μου προς με;» (Λουκ. α 43). Και η Παρ­θέ­νος Μα­ρί­α πλημ­μυ­ρι­σμέ­νη α­πό την α­γαλ­λί­α­ση που της έ­δω­σε το Ά­γιο Πνεύ­μα, έ­ψαλ­λε την -ο­νο­μα­σθεί­σα- ω­δή της Θε­ο­τό­κου: «Με­γα­λύ­νει η ψυ­χή μου τον Κύ­ριον και η­γαλ­λί­α­σε το πνεύ­μα μου ε­πί τω Θε­ώ τω σω­τή­ρί μου..­.» (Λουκ. α ­46-47).

Στη συ­νέ­χεια η Μα­ριάμ έ­μει­νε τρεις μή­νες κον­τά στην Ε­λι­σά­βετ,και έ­πει­τα ε­πέ­στρε­ψε στο σπί­τι της. «Έ­μει­νε δε Μα­ριάμ συν αυ­τή ω­σεί μή­νας τρεις και υ­πέ­στρε­ψεν εις τον οί­κον αυ­τής» (Λουκ. α­'­56).



Οι αμ­φι­βο­λί­ες του Ι­ω­σήφ και η δι­ά­λυ­σή τους α­πό τον άγ­γε­λο.

Ο Ι­ω­σήφ,με­τά α­πό λί­γο και­ρό, προ­βλη­μα­τί­ζε­ται έν­το­να δι­ό­τι «πριν η συ­νελ­θείν αυ­τούς ευ­ρέ­θη εν γα­στρί έ­χου­σα εκ Πνεύ­μα­τός Α­γί­ου»(Ματθ. α 18­). Αν­θρώ­πι­να ερ­μη­νεύ­ον­τας την α­δι­και­ο­λό­γη­τη εγ­κυ­μο­σύ­νη της Πα­να­γί­ας, α­πο­φα­σί­ζει να την δι­ώ­ξει μυ­στι­κά. Ε­πει­δή ή­ταν «δί­και­ος», δεν ή­θε­λε να την δι­α­πομ­πεύ­σει πα­ρα­δειγ­μα­τι­κά, ό­πως προ­έ­βλε­πε ο νό­μος. «Ι­ω­σηφ δε ο α­νήρ αυ­τής, δί­και­ος ων και μη θέ­λων αυ­τήν πα­ρα­δειγ­μα­τί­σαι, ε­βου­λή­θη λά­θρα α­πο­λύ­σαι αυ­τήν»(Ματθ. α­'­19).

Τό­τε πα­ρου­σι­ά­ζε­ται στον Ι­ω­σήφ άγ­γε­λος Κυ­ρί­ου και του λέ­ει: «­Ι­ω­σηφ, υι­ός Δαυ­ίδ μη φο­βη­θής πα­ρα­λα­βείν Μα­ριάμ την γυ­ναί­κά σου, το γαρ εν αυ­τή γεν­νη­θέν εκ Πνεύ­μα­τός ε­στιν Α­γί­ου»(Ματθ. α­'20). Έ­τσι ο Ι­ω­σήφ έ­κα­νε ό­πως τον δι­έ­τα­ξε ο άγ­γε­λος και, α­φού πα­ρέ­λα­βε την Παρ­θέ­νο στο σπί­τι του, «ουκ ε­γί­νω­σκεν αυ­τήν» (Ματθ. α­'­25), δεν την γνώ­ρι­σε σαρ­κι­κά πο­τέ ως σύ­ζυ­γο, ού­τε και ό­ταν γέν­νη­σε τον πρω­τό­το­κο και μο­να­δι­κό γιο της, τον Ι­η­σού.
Εικόνα

Το τα­ξί­δι στη Βη­θλε­έμ και η γέν­νη­σις του Κυ­ρί­ου

Με το δι­ά­ταγ­μα του αυ­το­κρά­το­ρα Καί­σα­ρα Αυ­γού­στου να α­πο­γρα­φεί ό­λος ο πλη­θυ­σμός που ή­ταν κά­τω α­πό την Ρω­μα­ϊ­κή κυ­ρι­αρ­χί­α, ο Ι­ω­σήφ και η εγ­κυ­μο­νού­σα Μα­ριάμ έ­πρε­πε να α­πο­γρα­φούν στον τό­πο της κα­τα­γω­γής τους, στη Βη­θλε­έμ της Ι­ου­δαί­ας. «Ε­ξηλ­θε δόγ­μα πα­ρά Καί­σα­ρος Αυ­γού­στου α­πο­γρά­φε­σθαι πά­σαν την οι­κου­μέ­νην»(Λουκ. β'1). Έ­τσι ύ­στε­ρα α­πό έ­να κου­ρα­στι­κό τα­ξί­δι, φθά­νουν στη Βη­θλε­έμ. «';­Α­νε­βη δε και ο Ι­ω­σήφ α­πό της Γα­λι­λαί­ας, εκ πό­λε­ως Να­ζα­ρέτ εις την Ι­ου­δαί­αν εις πό­λιν Δαυ­ίδ ή­τις κα­λεί­ται Βη­θλε­έμ, δια το εί­ναι αυ­τόν εξ οί­κου και πα­τριάς Δαυ­ίδ» (Λουκ. β'4).

Λό­γω της πλη­θώ­ρας των α­πο­γρα­φο­μέ­νων, δε βρί­σκουν που­θε­νά κα­τά­λυ­μα. «Ουκ ην αυ­τοίς τό­πος εν τω κα­τα­λύ­μα­τι»(Λουκ. β'6).

Μό­νο σ' έ­να σταύ­λο βρή­καν λί­γο χώ­ρο για την πα­ρα­μο­νή τους.

Ε­κεί θέ­λη­σε να γεν­νη­θεί ο φι­λάν­θρω­πος και τα­πει­νός Κύ­ριος, ο Λυ­τρω­τής του κό­σμου, ό­που και τον σπαρ­γά­νω­σε η Θε­ο­τό­κος σε μια φάτ­νη των ζώ­ων για να ζε­στα­θεί. «Ε­κει ε­πλή­σθη­σαν αι η­μέ­ραι του τε­κείν αυ­τήν, και έ­τε­κε τον υι­όν αυ­τής τον πρω­τό­το­κον, και ε­σπαρ­γά­νω­σεν αυ­τόν και α­νέ­κλι­νεν αυ­τόν εν τη φάτ­νη»(Λουκ. β'6-7). Ε­κεί τον προ­σκύ­νη­σαν και οι ποι­μέ­νες.



Η πε­ρι­το­μή του Κυ­ρί­ου

Σε ο­κτώ μέ­ρες α­πό τη γέν­νη­ση, η Παρ­θέ­νος και ο Ι­ω­σήφ έ­κα­ναν, σύμ­φω­να με το νό­μο, την πε­ρι­το­μή του παι­διού και του έ­δω­σαν το ό­νο­μα «­Ι­η­σους». «Και ό­τε ε­πλή­σθη­σαν η­μέ­ραι ο­κτώ του πε­ρι­τε­μείν το παι­δί­ον, και ε­κλή­θη το ό­νο­μα αυ­τού Ι­η­σούς, το κλη­θέν υ­πό του αγ­γέ­λου προ του συλ­λη­φθή­ναι αυ­τόν εν τη κοι­λί­α» (Λουκ. Β'21).

Η Εκ­κλη­σί­α μας ε­ορ­τά­ζει το γε­γο­νός αυ­τό στις 1 Ι­α­νου­α­ρί­ου.



Ο σα­ραν­τι­σμός της Θε­ο­τό­κου με τον Ι­η­σού

Σα­ράν­τα μέ­ρες με­τά τη γέν­νη­σή Του, ο Ι­η­σούς σύμ­φω­να με τον Ι­ου­δα­ϊ­κό νό­μο ο­δη­γεί­ται για πρώ­τη φο­ρά στα Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα, στο να­ό του Θε­ού, για να σα­ραν­τί­σει. Η Παρ­θέ­νος ε­δώ συ­ναν­τά τον πρε­σβύ­τη Συ­με­ών, που πα­ρα­κα­λού­σε το Θε­ό να μην πε­θά­νει πριν δει το Μεσ­σί­α: «Νυν, α­πο­λύ­εις τον δού­λόν σου, Δέ­σπο­τα, κα­τά το ρή­μα σου εν ει­ρή­νη, ό­τι εί­δον οι ο­φθαλ­μοί μου το σω­τή­ριόν σου, ο η­τοί­μα­σας κα­τά πρό­σω­πον πάν­των των λα­ών, φως εις α­πο­κά­λυ­ψιν ε­θνών και δό­ξαν λα­ού σου Ισ­ρα­ήλ». Τώ­ρα, Κύ­ρι­ε, ας πε­θά­νω, για­τί εί­δα με τα μά­τια μου τον Σω­τή­ρα μας, α­νέ­κρα­ξε.

Με­τά κοι­τά­ζει τη Θε­ο­τό­κο και της λέ­γει: «Ού­τος κεί­ται εις πτώ­σιν και α­νά­στα­σιν πολ­λών εν τω Ισ­ρα­ήλ και εις ση­μεί­ον αν­τι­λε­γό­με­νον»(Λουκ. β';­34). (Αυ­τός θα γί­νει αι­τί­α να πέ­σουν και να ση­κω­θούν πολ­λοί στο Ισ­ρα­ήλ και θα προ­κα­λέ­σει δι­χο­γνω­μί­α). Και συ­νε­χί­ζει για την Πα­να­γί­α: «Και σου δε αυ­τής την ψυ­χήν δι­ε­λεύ­σε­ται ρομ­φαί­α»(Λουκ. β';­35). (και σέ­να την ψυ­χή σου θα την δι­α­πε­ρά­σει πό­νος ο­ξύς, σα σπα­θιά), υ­πο­νο­ών­τας τη σταύ­ρω­ση του Γιου της. Η Εκ­κλη­σί­α μας ε­ορ­τά­ζει το γε­γο­νός με την ε­ορ­τή της Υ­πα­παν­τής, στις 2 Φε­βρου­α­ρί­ου: «η Υ­πα­παν­τή του Κυ­ρί­ου η­μών Ι­η­σού Χρι­στού, εν η ε­δέ­ξα­το Αυ­τόν εις τας αγ­κά­λας αυ­τού ο Δί­και­ος Συ­με­ών»



Η προ­σκύ­νη­ση των Μά­γων

Με­τά τη γέν­νη­ση του Ι­η­σού και τον σα­ραν­τι­σμό, η Θε­ο­τό­κος με τον Ι­ω­σήφ πα­ρέ­μει­ναν στη Βη­θλε­έμ. Στο δι­ά­στη­μα αυ­τό, «μά­γοι α­πό α­να­το­λών πα­ρε­γέ­νον­το εις Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα»(Ματθ. β'1).

Με­τά την προ­σκύ­νη­ση του Κυ­ρί­ου, οι Μά­γοι ε­πι­στρέ­φουν στην πα­τρί­δα τους, για­τί άγ­γε­λος Κυ­ρί­ου τους ει­δο­ποί­η­σε να φύ­γουν α­πό άλ­λο δρό­μο και να μη πά­νε στον Η­ρώ­δη, που ή­θε­λε να σκο­τώ­σει τον Ι­η­σού. «Και χρη­μα­τι­σθέν­τες κα­τ'; ό­ναρ μη α­να­κάμ­ψαι προς Η­ρώ­δην, δι' άλ­λης ο­δού α­νε­χώ­ρη­σαν εις την χώ­ραν αυ­τών»(Ματθ. β' 12).

Εικόνα
Η φυ­γή στην Αί­γυ­πτο

Πριν ο Η­ρώ­δης δι­α­τά­ξει τη σφα­γή των νη­πί­ων «α­πό δι­ε­τούς και κα­τω­τέ­ρω, κα­τά τον χρό­νον, ον η­κρί­βω­σε πα­ρά των μά­γων»(Ματθ. β' ­16), άγ­γε­λος Κυ­ρί­ου πα­ρου­σι­ά­ζε­ται «κα­τ' ό­ναρ» στον Ι­ω­σήφ και του λέ­γει: «Να πά­ρεις το παι­δί και τη μη­τέ­ρα Του και να φύ­γεις στην Αί­γυ­πτο. Να μεί­νεις ε­κεί, έ­ως ό­του θα σε ε­νη­με­ρώ­σω. Ο Η­ρώ­δης θέ­λει να σκο­τώ­σει το παι­δί». «Πα­ρά­λα­βε το παι­δί­ον και την μη­τέ­ρα αύ­τού και φεύ­γε εις Αί­γυ­πτον, και ί­σθι ε­κεί, έ­ως αν εί­πω σοι. Μέλ­λει γαρ Η­ρώ­δης ζη­τείν το παι­δί­ον του α­πο­λέ­σαι αυ­τό»(Ματθ. β' ­13).

Πράγ­μα­τι, ο Ι­ω­σήφ ξύ­πνη­σε α­μέ­σως τη Θε­ο­τό­κο και έ­φυ­γαν μέ­σα στο σκο­τά­δι σαν πρό­σφυ­γες. Έ­φτα­σαν στην Αί­γυ­πτο και έ­μει­ναν ε­κεί μέ­χρι το θά­να­το του Η­ρώ­δη: «Ο δε ε­γερ­θείς πα­ρέ­λα­βε το παι­δί­ον και την μη­τέ­ρα αυ­τού νυ­κτός και α­νε­χώ­ρη­σεν εις Αί­γυ­πτον, και ην ε­κεί έ­ως της τε­λευ­τής Η­ρώ­δου»(Ματθ. β' ­14-15).

Σή­με­ρα στο πα­λαι­ό Κά­ι­ρο, κον­τά στο μο­να­στή­ρι του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου, βρί­σκε­ται το σπή­λαι­ο με το πη­γά­δι, ό­που έ­μει­νε η α­γί­α οι­κο­γέ­νεια κα­τά τη διά­ρκεια της δι­α­μο­νής της στην Αί­γυ­πτο.

Με­τά το θά­να­το του Η­ρώ­δη και ύ­στε­ρα α­πό ει­δο­ποί­η­ση του αγ­γέ­λου η α­γί­α οι­κο­γέ­νεια ε­πέ­στρε­ψε «εις γην Ισ­ρα­ήλ», ό­που εγ­κα­τα­στά­θη­κε και πά­λι στη Να­ζα­ρέτ: «Και ελ­θών κα­τώ­κη­σεν εις πό­λιν λε­γο­μέ­νην Να­ζα­ρέτ, ό­πως πλη­ρω­θή το ρη­θέν δια των προ­φη­τών, ό­τι Να­ζω­ραί­ος κλη­θή­σε­ται»(Ματθ. β'­23). Ε­δώ ο γέ­ρον­τας Ι­ω­σήφ ερ­γα­ζό­ταν ως ξυ­λουρ­γός και α­πό μι­κρός ο Ι­η­σούς τον βο­η­θού­σε, ε­νώ πα­ράλ­λη­λα «ηύ­ξα­νε και ε­κρα­ται­ού­το πνεύ­μα­τι»(Λουκ. β'­40).

Ο Ι­η­σούς δω­δε­κά­χρο­νος στα Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα

Η Παρ­θέ­νος και ο Ι­ω­σήφ, ως κα­λοί Ι­ου­δαί­οι, α­νέ­βαι­ναν μια φο­ρά το χρό­νο στα Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα, για να προ­σκυ­νή­σουν στο να­ό. Ό­ταν ο Ι­η­σούς έ­γι­νε δώ­δε­κα χρό­νων, τον πή­ραν μα­ζί τους, σύμ­φω­να με τα Ι­ου­δα­ϊ­κά έ­θι­μα: «Και ε­πο­ρεύ­ον­το οι γο­νείς αυ­τού κα­τ'; έ­τος εις Ι­ε­ρου­σα­λήμ τη ε­ορ­τή του Πά­σχα και ό­τε ε­γέ­νε­το ε­τών δώ­δε­κα α­να­βάν­των αυ­τών εις Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα κα­τά το έ­θος της ε­ορ­τής..­.­»(Λουκ. β'­41-42). Ε­κεί στο Να­ό πα­ρέ­μει­νε ο μι­κρός Ι­η­σούς, δι­α­φεύ­γον­τας α­πό την προ­σο­χή των γο­νέ­ων του, ό­που συ­νέ­βη το θαυ­μα­στό γε­γο­νός της δι­δα­σκα­λί­ας του δω­δε­κά­χρο­νου Ι­η­σού προς τους δι­δα­σκά­λους και ο δι­ά­λο­γός Του με την Πα­να­γί­α μη­τέ­ρα Του: «Παι­δί μου, για­τί μας έ­κα­νες έ­τσι; Να που ο πα­τέ­ρας σου κι ε­γώ με πό­νο σε α­να­ζη­τού­σα­με. Και εί­πε προς αυ­τούς: Για­τί με α­να­ζη­τού­σα­τε; Δε γνω­ρί­ζα­τε ό­τι στο σπί­τι του Πα­τέ­ρα μου πρέ­πει να εί­μαι;» (Λουκ. β ­48-49). Και η Θε­ο­τό­κος, συ­νε­χί­ζει το κεί­με­νο του ευ­αγ­γε­λι­στή Λου­κά, «δι­ε­τή­ρει πάν­τα τα ρή­μα­τα ταύ­τα εν τη καρ­δί­α αυ­τής» Και ο Ι­η­σούς «κα­τέ­βη με­τ' αυ­τών και ήλ­θεν εις Να­ζα­ρέτ, και ην υ­πο­τασ­σό­με­νος αυ­τοίς»(Λουκ. β' 51).



Στον γά­μο της Κα­νά

Η Θε­ο­τό­κος α­κο­λού­θη­σε τον Ι­η­σού σ' ό­λες τις ευ­αγ­γε­λι­κές Του ο­δοι­πο­ρί­ες κα­τά τη διά­ρκεια της δη­μό­σιας ζω­ής Του,με­τά τη βά­πτι­σή Του. Εί­ναι ό­μως πάν­το­τε η σι­ω­πη­λή πα­ρου­σί­α που κι­νεί­ται με υ­πα­κο­ή και πλή­ρη εμ­πι­στο­σύ­νη στον Θε­άν­θρω­πο Κύ­ριο και Υι­ό της.

Τε­λευ­ταί­οι λό­γοι της Πα­να­γί­ας πα­ρου­σι­ά­ζον­ται στα Ευ­αγ­γέ­λια στον γά­μο της Κα­νά: «γά­μος ε­γέ­νε­το εν Κα­νά της Γα­λι­λαί­ας και ην η μή­τηρ του Ι­η­σού ε­κεί.­»(Ί­ω. β 1). Και ε­πει­δή έ­λει­ψε το κρα­σί «λέ­γει η μή­τηρ του Ι­η­σού προς αυ­τόν· οί­νον ουκ έ­χου­σι. Λέ­γει αυ­τή ο Ι­η­σούς· τι ε­μοί και συ γύ­ναι; Ού­πω η­κει η ώ­ρα μου. Λέ­γει η μή­τηρ αυ­τού τοις δι­α­κό­νοις· ο,τι αν λέ­γη υ­μίν, ποι­ή­σα­τε» (Ί­ω. β 3-5). Η Πα­να­γί­α μας κα­τά­λα­βε ό­τι τα λό­για αυ­τά του Χρι­στού δεν ή­ταν άρ­νη­ση, γι' αυ­τό συμ­βού­λε­ψε τους υ­πη­ρέ­τες «να κά­νε­τε ο,τι σας πει». Και με­τά α­πό λί­γο συ­νέ­βη η θαυ­μα­στή με­τα­τρο­πή του νε­ρού σε κρα­σί, το πρώ­το θαύ­μα της δη­μό­σιας ζω­ής του Κυ­ρί­ου μας. Αυ­τή η τε­λευ­ταί­α φρά­ση της Πα­να­γί­ας μας θε­ω­ρεί­ται '­η Δι­α­θή­κη της Θε­ο­τό­κου­', η πα­ρα­κα­τα­θή­κη της για ό­λους τους χρι­στια­νούς ό­λων των αι­ώ­νων.

«Με­τά τού­το κα­τέ­βη εις Κα­περ­να­ούμ αυ­τός και η μή­τηρ αυ­τού και οι α­δελ­φοί αυ­τού και οι μα­θη­ταί αυ­τού, και ε­κεί έ­μει­ναν ου πολ­λάς η­μέ­ρας » (Ί­ω. β 12). Α­πό τό­τε η Θε­ο­τό­κος στα Ευ­αγ­γέ­λια εί­ναι η σι­ω­πη­λή πα­ρου­σί­α που α­κο­λου­θεί, συμ­πο­ρεύ­ε­ται και συμ­πά­σχει με τον Χρι­στό.


Εικόνα


Σταυ­ρός και Α­νά­στα­ση

Ευ­ρι­σκό­με­νη κά­τω α­π' τον Σταυ­ρό, πά­νω στο Γολ­γο­θά, αι­σθά­νε­ται σαν να τη δι­α­περ­νά ρομ­φαί­α, κα­τά την προ­φη­τεί­α του α­γί­ου Συ­με­ών

Εικόνα
Ου­σι­α­στι­κά δεν συμ­πα­ρί­στα­ται μό­νο στο δρά­μα πά­νω στο Γολ­γο­θά, αλ­λά συμ­με­τέ­χει στον πό­νο του Γιου της και Θε­ού της. Δι­πλός ο πό­νος και η πί­κρα. «Ει­στή­κει­σαν δε πα­ρά τω Σταυ­ρώ του Ι­η­σού η μή­τηρ αυ­τού και η α­δελ­φή της μη­τρός αυ­τού, Μα­ρί­α η του Κλω­πά και Μα­ρί­α η Μα­γδα­λη­νή»(Ι­ω. ι­θ' ­25).

Σι­ω­πη­λή α­κού­ει να της λέ­ει ο Γιος της: «Γύ­ναι, ί­δε ο υι­ός σου» και να της δεί­χνει τον α­γα­πη­μέ­νο του μα­θη­τή Ι­ω­άν­νη. Και να λέ­ει στο μα­θη­τή του: «­Ι­δου η μή­τηρ σου». Και α­πό την ώ­ρα ε­κεί­νη, «έ­λα­βεν ο μα­θη­τής αυ­τήν εις τα ί­δια» ( Ι­ω. ι­θ';­26-27). Δη­λα­δή πή­ρε την Πα­να­γί­α στο σπί­τι του, για να την προ­στα­τέ­ψει σαν μη­τέ­ρα του.

Την ε­πο­μέ­νη του Σαβ­βά­του προς την Κυ­ρια­κή η Πα­να­γί­α μα­ζί με τις άλ­λες μυ­ρο­φό­ρες γυ­ναί­κες πή­γαν στον τά­φο του Ι­η­σού να Τον α­λεί­ψουν με α­ρώ­μα­τα.

Μό­λις έ­φτα­σαν στον τά­φο, εί­δαν τον άγ­γε­λο Κυ­ρί­ου και το κε­νό μνή­μα και πρώ­τη ά­κου­σε το χαρ­μό­συ­νο γε­γο­νός της Α­νά­στα­σης: «Και ει­σελ­θού­σαι εις το μνη­μεί­ον εί­δον νε­α­νί­σκον κα­θή­με­νον εν τοις δε­ξιοίς, πε­ρι­βε­βλη­μέ­νον στο­λήν λευ­κήν, και ε­ξε­θαμ­βή­θη­σαν. Ο δε λέ­γει αυ­ταίς, μη εκ­θαμ­βεί­σθε. Ι­η­σούν ζη­τεί­τε τον Να­ζα­ρη­νόν, τον ε­σταυ­ρω­μέ­νον. η­γέρ­θη, ουκ έ­στιν ώ­δε. ί­δε ο τό­πος, ό­που έ­θη­καν αυ­τόν»(Μαρκ. ι­στ' 5-6).

Ό­ταν ε­πέ­στρε­φαν α­πό τον τά­φο, πρώ­τη τον άν­τί­κρυ­σε και τον προ­σκύ­νη­σε, κα­θώς φα­νε­ρώ­θη­κε ο Κύ­ριος λέ­γον­τας τον πρώ­το λό­γο Του με­τά την Α­να­στα­ση: «Χαί­ρε­τε»!



Η Πα­να­γί­α κον­τά στους Α­πο­στό­λους και την Πεν­τη­κο­στή

Α­πό τις πρά­ξεις των Α­πο­στό­λων γνω­ρί­ζου­με ό­τι η Πα­να­γί­α πα­ρέ­μει­νε κον­τά τους μέ­χρι την η­μέ­ρα της Πεν­τη­κο­στής: «Πάν­τες ή­σαν προ­σκαρ­τε­ρούν­τες ο­μο­θυ­μα­δόν τη προ­σευ­χή και τη δε­ή­σει συν γυ­ναι­ξί και Μα­ρί­α τη μη­τρί του Ι­η­σού»(Πραξ. α­' ­14). Και κα­τό­πιν βέ­βαι­α, σύμ­φω­να με την α­πο­στο­λι­κή πα­ρά­δο­ση, η Θε­ο­τό­κος α­πό το σπί­τι της στη Γεθ­ση­μα­νή, πάν­το­τε στή­ρι­ζε, συμ­βού­λευ­ε και προ­σευ­χό­ταν για την πρώ­τη Έκ­κλη­σία και τους α­γί­ους α­πο­στό­λους που ευ­αγ­γε­λί­ζον­ταν την οι­κου­μέ­νη.

Η η­λι­κί­α της Θε­ο­τό­κου, σύμ­φω­να με τους Α­γί­ους Πα­τέ­ρες

Η Πα­να­γί­α ό­ταν μπή­κε στο Να­ό ή­ταν τρι­ών ε­τών· έ­μει­νε στο ι­ε­ρό δώ­δε­κα χρό­νια,δε­κα­πέν­τε ε­τών· τρεις μή­νες α­φού βγή­κε α­πό το ι­ε­ρό μέ­χρι τον Ευ­αγ­γε­λι­σμό και εν­νέ­α μή­νες κυ­ο­φο­ρί­α, δε­κα­έ­ξη ε­τών γεν­νά τον Χρι­στό. Έ­ζη­σε με τον Χρι­στό τριά­ντα δύ­ο χρό­νους,ά­ρα σα­ραν­τα­ενεα ε­τών ζει την Σταύ­ρω­ση, την Α­νά­στα­ση και την Α­νά­λη­ψή Του. Έ­ζη­σε με­τά α­π' την Πεν­τη­κο­στή άλ­λα έν­τε­κα χρό­νια και ε­κοι­μή­θη στη Γεσθημανή, σε ηλικία 60 ετών.