Σελίδα 1 από 18

Η Αγάπη ού περπερεύεται...

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 5:39 pm
από NIKOSZ
Η ΑΓΑΠΗ ΟΥ ΠΕΡΠΕΡΕΥΕΤΑΙ


Τι θα πει «περπερεύομαι»; θα πει κομπάζω, υπερηφανεύομαι.

Και «φυσιούμαι» τι θα πει; θα πει φουσκώνω από κενοδοξία. Υψώνω τον εαυτό μου πάρα πάνω από την αξία που έχω. Φαντάζομαι ότι έχω κάτι το μεγάλο, χωρίς να έχω τίποτα. Φουσκώνω σαν το μπαλόνι, σαν την φούσκα, που πάει ψηλά και μέσα της ουδεμία αξία έχει, αλλά αέρα.


Και δυστυχώς οι δύο αυτές κακίες η κενοδοξία και η υπερηφάνεια, συνυπάρχουν, γιατί «τόση μόνο διαφορά έχουν μεταξύ τους, όση έχει εκ φύσεως το παιδί από τον άνδρα και το σιτάρι από τον άρτο. Η κενοδοξία δηλαδή είναι η αρχή και η υπερηφάνεια το τέλος».


Ώστε αυτός που έχει χριστιανική αγάπη, λέει ο απ. Παύλος, δεν είναι υπερήφανος και κενόδοξος.

Γιατί η υπερηφάνεια γεννά τα αντίθετα της αγάπης, εφόσον είναι: «δημιουργός της ασπλαχνίας, άγνοια της συμπαθείας, πικρός κριτής, απάνθρωπος δικαστής, αντίπαλος του Θεού». Δεν φουσκώνει από την έπαρση και τη φαντασία και δοκησισοφία. Γιατί δοκησίσοφος είναι εκείνος που νομίζει τον εαυτό του σοφό. Εκείνος λοιπόν που έχει τη χριστιανική αγάπη είναι με άλλα λόγια ταπεινόφρονας. Διότι γνώρισμα τής χριστιανικής αγάπης είναι η ταπεινοφροσύνη. Δηλαδή φρονώ ταπεινά για τον εαυτό μου.


Αλλά ας εξετάσουμε λεπτομερέστερα το κακό αυτό, την υπερηφάνεια. Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που διεγείρουν την υπερηφάνεια, την έπαρση;


Τα υλικά αγαθά, α) Το πολύ χρήμα και η μεγάλη οικονομική ευχέρεια. Επειδή αυτά προμηθεύουν άφθονα μέσα ανέσεως, χλιδής, απολαύσεως και γενικά καλοζωίας. Επειδή το χρήμα το σπαταλούν σε διασκεδάσεις και πολυτελή ενδύματα και για την εξωτερική ελκυστική εμφάνιση, πολλοί αποδίδουν μεγάλη αξία σε αυτά, διότι δεν γεύθηκαν άλλα, τα πνευματικά, ώστε να καταλάβουν ότι σε εκείνα έγκειται η αξία του ανθρώπου. Επειδή δεν έχουν καταλάβει που έγκειται, που υπάρχει η αξία, γιʼ αυτό υψηλοφρονούν και επαίρονται οι έχοντες χρήματα, ενώ τα χρήματα δεν έχουν καμιά πραγματική αξία, διότι την ευτυχία που ζητούν δεν την βρίσκουν στο χρήμα. Αυτό έρχεται στιγμή που το αντιλαμβάνονται και οι ίδιοι. Αλλά επειδή οι άλλοι, οι γύρω τους, οι κόλακες τους δίνουν αξία, γιʼ αυτό και αυτοί «περπερεύονται» και «φουσκώνουν», υπερηφανεύονται και «φυσιούνται».


Εκείνος που έχει την αγάπη, και αν υποτεθεί ότι ο Θεός ευλόγησε την εργασία του και έκανε χρήματα, δεν περπερεύεται, διότι αφενός μεν γνωρίζει ότι το χρήμα είναι δώρο του Θεού, είναι κεφάλαιο το οποίο του εμπιστεύθηκε ο Θεός, όχι για δική του αποκλειστικά χρήση, αλλά κυρίως για να το διαχειρίζεται προς ωφέλεια και εξυπηρέτηση των άλλων. Εκείνος που έχει αγάπη χριστιανική βοηθεί και υποστηρίζει όλους που έχουν ανάγκη. Και όπως θα είναι ανόητο, ένας διαχειριστής ξένης περιουσίας να κομπάζει για ξένα αγαθά, έτσι ανόητος θεωρείται και εκείνος που υπερηφανεύεται για όσα του δίδει ο Θεός και για τα όποια θα δώσει λόγο εν καιρώ. Εξάλλου εκείνος που έχει χριστιανική αγάπη, κατέχει με την αγάπη θησαυρούς ανεκτίμητους και άφθαρτους και αιώνιους.


Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος σχετικά με τα υλικά αγαθά: «Κτίζουμε σπίτια για να κατοικούμε σε αυτά και όχι για να επιδεικνυόμαστε. Ό,τι είναι μεγαλύτερο από την ικανοποίηση των αναγκών μας, είναι περιττό και άχρηστο. Φόρεσε υποδήματα μεγαλύτερα από τα πόδια σου, αλλά δεν θα τα ανεχθείς, διότι θα σε εμποδίζουν στο βάδισμα. Αυτό συμβαίνει και όταν έχεις οικία μεγαλύτερη από ό,τι χρειάζεται, σου εμποδίζει το βάδισμα προς τον ουρανό.


Επιθυμείς μεγάλες και λαμπρές οικίες να κτίζεις; Δεν σε εμποδίζω να το πράξεις, αλλά όχι στη γη. Κτίσε οικίες στους ουρανούς, για να δυνηθείς να υποδεχθείς και άλλους σε αυτές τις οικίες που ποτέ δεν καταστρέφονται. Γιατί έχεις μανία να επιδιώκεις όσα φεύγουν και μένουν εδώ; Τίποτε δεν είναι περισσότερο άστατο από τον πλούτο. Σήμερα είναι μαζί σου, αύριο γίνεται εχθρός σου και συντελεί, ώστε τα φθονερά μάτια να είναι παντού εναντίον σου. Είναι εχθρός που κατοικεί πάντοτε μαζί σου και σε συντροφεύει παντού. Μάρτυρες αυτού είσθε σεις που τον έχετε, και με κάθε τρόπο τον κρύπτετε και τον χώνετε στη γη, διότι και τώρα τον κίνδυνο που έχομε, τον κάνει ανυπόφορο».


«Οικίας οικοδομούμεθα, ίνα οικώμεν ουχ ίνα φιλοτιμώμεθα. Το μείζον της χρείας, περιττόν της χρείας εστι και άχρηστον. Υπόδησαι υπόδημα του ποδός μείζον αλλʼ ουκ ανέξη, εμποδίζει προς την εις ουρανούς αποδημίαν. Βούλει λαμπρός και μεγάλος οικοδομείν οικίας- ου κωλύω, αλλά μη επί γης, οικοδόμησον σκηνάς εν ουρανοίς, ίνα ετέρους υποδέξασθαι δυνηθής σκηνάς ουδέποτε καταλυομένας. Τί μέμηνας περί τα φεύγοντα, και τα ενθάδε μένοντα; Ουδέν σφαλερώτερον πλούτου, σήμερον μετά σου, και αύριον κατά σου, των βασκάνων γάρ οφθαλμούς οπλίζει πάντοθεν πολέμιος γάρ εστι ομόσκηνος, εχθρός σύνοικος, καί μάρτυρες υμείς οι κεκτημένοι, οι παντί τρόπω κατορύττοντες αυτόν και αποκρύπτοντες, επεί και νυν τον κίνδυνον αφορητότερον ημίν ο πλούτος ποιεί» (Ε.Π.Ε. 31,654-656).


Αρχιμ. ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ Ν. ΛΥΡΑΚΗΣ
τ. Ιεροκήρυκας Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 5:49 pm
από koskas
φιλε νικο πολυ ωραιο και σοφο αυτο το κειμενο, και μια προταση που λεει για τον εγωισμο θα με βοηθησει να την πω σημερα καπου, να σαι καλα μου εδωσες ιδεα

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 5:54 pm
από koskas
που πηγε την εσβησες 8O αυτην την προταση

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 6:06 pm
από NIKOSZ
Η καρδιά και ο Θεός
Σε καρδιά φουσκωμένη από εγωισμό δεν πλησιάζει ο Κύριος. Κι έτσι αυτή καταθλίβεται, μαραζώνει και σιγολιώνει, βυθισμένη στην άγνοια, τη λύπη και το σκοτάδι.


Όσο αμαρτωλοί κι αν είμαστε, μόλις στραφούμε με μετάνοια και πόθο προς τον Κύριο, η θύρα της καρδιάς μας ανοίγει σʼ Εκείνον. Η εσωτερική ακαθαρσία ξεχύνεται έξω, για να παραχωρήσει τη θέση της στην καθαρότητα, την αρετή, τον ίδιο το Σωτήρα, τον μεγάλο Επισκέπτη της ψυχής, τον κομιστή της χαράς, του φωτός, του ελέους.


Θειο δώρο είναι αυτή η ευλογημένη κατάσταση, όχι δικό μας κατόρθωμα. Και αφού είναι δώρο, πρέπει να ευχαριστούμε το Δωρητή με ταπείνωση.


Ταπείνωση! Η βάση κάθε αρετής και η προϋπόθεση της πνευματικής καρποφορίας! Έχετε ταπείνωση; Έχετε το Θεό. Τα έχετε όλα! Δεν έχετε ταπείνωση; Τα χάνετε όλα!


Να συντηρείτε, λοιπόν, στην καρδιά σας το αίσθημα της ταπεινοφροσύνης. Η φυσική και ομαλή σχέση μας με το Θεό προϋποθέτει καρδιά έμπονα συντριμμένη και ολοκληρωτικά αφοσιωμένη σʼ Αυτόν, καρδιά που μυστικά αναφωνεί κάθε στιγμή: «Κύριε, Εσύ τα γνωρίζεις όλα, σώσε με!». Αν παραδοθούμε στα χέρια Του, η σοφή και αγία βουλή Του θα κάνει μʼ εμάς και σʼ εμάς ό,τι είναι πρόσφορο για τη σωτηρία μας...


Το έργο της αδιάλειπτης προσευχής δεν είναι μόνο για τους ησυχαστές, αλλά για όλους τους χριστιανούς, στους οποίους ο Κύριος, μέσω του αγίου αποστόλου, παραγγέλλει: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α' Θεσ. 5:17). Υπάρχουν διάφορες βαθμίδες προσευχής μέχρι την αδιάλειπτη. Όλες είναι έργο του Θεού, που παρακολουθεί τις καρδιές των ανθρώπων εξίσου, ανεξάρτητα από την ιδιότητα τους ως μοναχών ή κοσμικών. Και όταν μία καρδιά, όποια κι αν είναι, στρέφεται σʼ Αυτόν, την πλησιάζει με αγάπη και ενώνεται μαζί της. Έτσι πραγματοποιείται ο λόγος του Χριστού στον Πατέρα Του: «... καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοί, ίνα και αυτοί εν ημίν εν ώσιν...» (Ίω. 17:21).



«ΧΕΙΡΑΓΩΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ»
ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 6:11 pm
από NIKOSZ
Η ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ


Η αγάπη δεν είναι μία λέξη αφηρημένη. Για να την γνωρίσει κανείς πρέπει να την δει πάνω στα πράγματα και να γνωρίσει τους καρπούς της. Διότι «εκ του καρπού το δένδρον γινώσκεται» (Ματθ. ιβ'33). Από τις ιδιότητες της θα γνωρίσουμε την αγάπη, αλλά και από τις ιδιότητες θα γνωρίσουμε εάν και εμείς έχουμε αγάπη ή πόσο υπολειπόσαστε. Να τι λέει ο απόστολος Παύλος: «Εκείνος που έχει την αγάπη, είναι μεγαλόψυχος, ανεκτικός και με πλατειά καρδιά γίνεται ευεργετικός και ωφέλιμος η αγάπη δεν φθονεί, η αγάπη δεν ξιπάζεται και δεν φέρεται με προπέτεια δεν φουσκώνει από οίηση και υπερηφάνεια. «Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται» (Α' Κορ. ιγ'4).


Σχολιάζοντας ο αείμνηστος Καθηγητής Π. Ν. Τρεμπέλας σημειώνει: Ο αγαπών υπομένει ύβρεις και αδικίας και προκλήσεις του πλησίον, χωρίς η καρδιά του να πληρούται από αγανάκτησιν ή διάθεσιν εκδικήσεως. Εάν η μακροθυμία δεν ανταποδίδει, κακόν αντί κακού, η χρηστότης ανταποδίδει και αγαθόν. Ο αγαπών σπουδάζει να είναι χρηστός και επωφελής εις τον πλησίον και όχι μόνον δράττεται πάσης ευκαιρίας, όπως φανεί ευεργετικός, αλλά και προσπαθεί να δημιουργήσει τοιαύτας ευκαιρίας. Δεν φθονεί δεν αισθάνεται λύπην δια την ευδοκίμησιν και την πρόοδον των άλλων. Εφʼ όσον η αγάπη μας ωθεί να ευχώμεθα αγαθά υπέρ του πλησίον, πώς είναι δυνατόν, όταν βλέπομεν τας ευχάς μας πραγματοποιούμενας, να λυπούμεθα και να αισθανώμεθα δυσαρέσκειαν διά την ευδοκίμησιν του πλησίον, υπέρ της οποίας παρακαλούμεν τον Θεόν; Διάνοια και καρδία πρόθυμος και διατεθειμένη να ευεργετεί τους πάντας, είναι δυνατόν να επιθυμεί το κακόν ανθρώπου τινός; Η αληθής αγάπη εμπνέει εις ημάς εκτίμησιν υπέρ των αδελφών μας και επαυξάνει την υπόληψιν και τιμήν, την οποίαν δέον να τρέφωμεν και αποδίδωμεν εις αυτούς. Εκ τούτου περιορίζεται η υφ' υμών εκτίμησις του εαυτού μας και προλαμβάνονται οι όγκοι του μεγάλου φρονήματος περί εαυτών και η εντεύθεν εκπηγάζουσα αλαζονεία».


Αλλά και στην προς Εφεσίους επιστολή του ο απόστολος Παύλος μας προτρέπει: «Με μεγαλόψυχη υπομονή ανερχόμενοι με την ο ένας του άλλου τα ελαττώματα». «Μετά μακροθυμίας, ανεχόμενοι αλλήλων εν αγάπη» (Έφεσ. δ' 2).


Η ουσία της


Όπου υπάρχει αγάπη χριστιανική, εκεί υπάρχει και δύναμη ψυχής, η οποία σταθερά και καρτερικά, υπομένει κάθε προσβολή και αδικία, χωρίς να επιθυμεί να περιφρονεί και να υπερηφανεύεται, αλλά εξακολουθεί να επιθυμεί πάντοτε την διόρθωση εκείνου, που του έπταισε και τον αδίκησε.


Αντίθετα προς την εγωιστική και εκ περιφρονήσεως μακροθυμία —την οποία αυτοί, που θέλουν την κηρύττουν δήθεν ως υπεροχή και αξιοπρέπεια— όπου υπάρχει χριστιανική αγάπη, εκεί υπάρχει μακροθυμία γενική, η οποία ταπεινοφρονεί και επιθυμεί το καλό και την ωφέλεια του άλλου. Και συμβαίνει αυτό, γιατί τότε ο άνθρωπος μιμείται το παράδειγμα της Αγίας Τριάδος.

Διότι:


α) Ο Θεός είναι αγάπη και γιʼ αυτό μακροθυμεί. «Δεικνύει μακροθυμία σε μας, διότι δεν θέλει ούτε καν λίγοι να απολεσθούν, αλλά θέλει να προσχωρήσουν όλοι στην μετάνοια». «Μακροθυμεί ο Θεός εις ημάς, μη βουλόμενος τινάς απολέσθαι. Αλλά πάντας εις μετάνοιας χωρήσαι» (Β' Πέτρ. γ' 9).
Επομένως δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία περί του ότι εάν κάποιος πραγματικά μετανοήσει και εκδηλώσει τον πόθο ότι θέλει τη σωτηρία της ψυχής του δεν θα τον αποστραφεί ο Θεός, αλλά θα τον δεχτεί. Ο ίδιος ο Θεός με τον προφήτη Ιεζεκιήλ παραγγέλλει εις τους Ισραηλίτες: «Να πεις εις αυτούς: Σας βεβαιώνω εγώ με την ζωή ενόρκως, αυτά, που λέει ο Κύριος των πάντων: Δεν θέλω να πεθάνει ο ασεβής με την ασέβεια του, αλλά ποθώ να μετανοήσει, να απομακρυνθεί ο ασεβής από τον δρόμο από τον οποίο περιπατεί και ζει (ευτυχής με τον Νόμο μου). Μετανοήσατε, κάνετε μεταβολή στην πορεία σας!».


β) Τα 30 χρόνια της επιγείου ζωής Του ο Κύριος στη Ναζαρέτ την πέρασε μεταξύ των κατοίκων της, που φημίζονταν για την κακία τους τόσο πολύ ώστε να ερωτά ο Ναθαναήλ: Εκ Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι;» (Ίωάνν. Λ' 46). Ασφαλώς πολύ θα υπέφερε όλα αυτά τα χρόνια ο Κύριος μας με την πιο αγαθή καρδιά. Ως ξυλουργός που ήταν, πήγαινε σʼ όλα τα σπίτια, ερχόταν σε επαφή με όλους τους κατοίκους. Και άρα από όλους θα δεχόταν αφορμές. Θα Του κακομιλούσαν. Θα Τον κακομεταχειρίζονταν. Θα Τον αδικούσαν. Οι ίδιοι οι «αδελφοί» Του (παιδιά του Ιωσήφ από άλλη γυναίκα) δεν τον παραδέχονταν και του μιλούσαν με τρόπο άσχημο ( Ίωαν. ζ' 8 ) .


Απόδειξη όλων αυτών είναι ότι, όταν αργότερα πήγε στη Ναζαρέτ, για να κηρύξει έξω και εκεί μετάνοια και επιστροφή στον Θεό, οι Ναζαρινοί γεμάτοι θυμό, «Τον έβγαλαν έξω από την πόλη και τον έφεραν μέχρι την άκρη του βουνού, για να Τον κρημνίσουν κάτω» (Λουκ. δ' 29). Τα ανεχόταν, όμως, όλα αυτά ο Σωτήρας με πολλή μακροθυμία.


Ανέχθηκε κατόπιν τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους. Πόσες συκοφαντίες, πόσες δολοπλοκίες δεν φτιάξανε σε βάρος Του. Πόσο μίσος δεν έτρεφαν στις καρδιές τους εναντίον Του και πόσες παγίδες δεν Του έστησαν; Ανέχθηκε τους Ιουδαίους, πού ζητούσαν με κάθε τρόπο να Τον σκοτώσουν (Ίωαν. ε' 16, Ματθ. ιβ' 14, Μάρκ. γ' 6). Ανέχθηκε τον Ηρώδη, που και αυτός ήθελε να Τον φονεύσει (Λουκ. ιγ 31 ).


Το κορύφωμα της ενοχής Του, που το βρίσκουμε; Στο σταυρό, στο Πάθος του Σωτήρα μας. Εκεί —από τον κήπο της Γεθσημανής μέχρι της στιγμής του «τετέλεσται»— παρουσιάζεται συμπυκνωμένη η κακία. Η μοχθηρία των ανθρώπων σαν αφρισμένη θάλασσα ξεσπούσε κατά του Κυρίου μας. Ύβρεις, κατάρες, βλασφημίες, ειρωνείες, απειλές, κτυπήματα, φτυσίματα, μαστιγώματα βαναυσότητες, καρφιά, ξύδι, χολή, αγκάθια, αυτός ο θάνατος του προσφέρονται. Τέλος πάντων, μία διαμαρτυρία,, ένα ξέσπασμα εναντίον όλων αυτών των αδικιών και παρανομιών σα ήταν κάτι το φυσικό, το δίκαιο ακόμη. Τίποτε όμως. Τίποτε απολύτως. Ο Χριστός ανέχεται. Τα ανέχεται όλα. «Λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει... πάσχων ουκ ήπείλει» (Α' Πέτρ. β' 23). Ενώ δηλαδή ενεπαιζόταν και υβριζόταν, δεν ανταπέδιδε ύβρεις στις ύβρεις ενώ έπασχε άδικα, δεν φοβέριζε με εκδικητικές απειλές εκείνους, πού Τον αδικούσαν. Απλώς ανεχόταν.


Αλλά και τώρα οπότε ο Σωτήρας βρίσκεται στον ουρανό, πόση ανοχή δεν δείχνει απέναντι μας! Τι βλέπει σήμερα στον κόσμο μας; Πόσες κακίες, ποια πάθη, πόσα κακουργήματα! Τι συμπεριφορά, εντελώς αντίθετη προς το άγιο θέλημα Του από τους περισσότερους ανθρώπους! Πόσες απιστίες και περιφρονήσεις και ύβρεις και βλασφημίες δεν ακούει και σήμερα. Και όμως, ανέχεται. Ανέχεται και περιμένει την επιστροφή, τη μετάνοια, τη διόρθωση μας!

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 6:13 pm
από NIKOSZ
Η ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ Β'


Ο απόστολος Παύλος συνιστά: «Σας παρακαλώ να φέρεσθε με πραότητα, με μακροθυμία, ανεχόμενοι με αγάπη, ο καθένας τα ελαττώματα των άλλων». «Παρακαλώ υμάς... περιπατήσαι μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και πραότητος ανεχόμενοι αλλήλων εν αγάπη» (Έφεσ. δ' 1 - 2).


Αλήθεια! Πολύ σπουδαίο το σύνθημα αυτό της πραότητας και της μακροθυμίας, για την καθημερινή μας ζωή. Σπουδαίο, αλλά και δύσκολο. Διότι το να είναι κανείς μακρόθυμος, είναι απόδειξη μεγάλης ψυχικής και εσωτερικής δυνάμεως.

Προϋποθέτει υπερνίκηση και νέκρωση του εγωισμού, της ευθιξίας και αλαζονείας.

Είναι απόδειξη ότι εκείνος, που κατέχει την αρετή αυτή είναι καλλιεργημένος πνευματικά σε βάθος και έχει ανεβεί πολύ στην κλίμακα της αρετής και αγιότητας.


Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «Παντού εμείς είμαστε κύριοι στο να μη υποφέρουμε, όχι εκείνοι, που μας βλάπτουν; Μάλλον δε όχι στο να μην υποφέρουμε μόνο αλλά και στο να ευχαριστούμαστε εμείς οι ίδιοι έχουμε εξουσία πράγμα στο οποίο βέβαια ιδιαίτερα είναι θαυμαστό, ότι όχι μόνο δεν αδικούμαστε, εάν είμαστε νηφάλιοι, αλλά και ευεργετούμαστε και με αυτά τα οποία αδικούμαστε από άλλους. Πρόσεξε δε: Ύβρισε ο τάδε; Είναι στη δική σου εξουσία να κάνεις την ύβρη αυτή εγκώμιο δικό σου. Διότι εάν μεν ανταποδώσεις την ύβρη, αύξησες την αισχύνη, εάν δε ευλογήσεις εκείνον, που έχει υβρίσει, θα δεις όλους τους παρόντες να σε στεφανώνουν και να σε ζητωκραυγάζουν. Είδες με ποιο τρόπο με εκείνα τα οποία αδικούμαστε, ευεργετούμαστε, αν θέλουμε». (Ι.Χ.Ε. τόμος 81ος σελ. 196 - 197).


Υστέρα από όλα αυτά τι μένει για μας; Τι άλλο παρά ή δική μας ανοχή απέναντι των συνανθρώπων μας. Όταν σκεπτόμαστε, ποια υπήρξε και ποια είναι η ανοχή του Κυρίου απέναντι μας, ω! θα πρέπει να είναι πολύ σκληρές οι καρδιές μας, για να συνεχίσουν να μη ανέχονται τα σφάλματα, τις αδικίες, πού οι συνάνθρωποι μας μάς κάνουν. Σταγόνα στον ωκεανό είναι όλα αυτά, μπροστά στα όσα εμείς κάναμε και κάνουμε κατά του Κυρίου μας. Εάν, λοιπόν, Εκείνος ανέχθηκε και ανέχεται τα δικά μας σφάλματα, δεν θα ανεχόμαστε εμείς των συνανθρώπων μας;


Σπλάγχνα οικτιρμών, μακροθυμίας, ανοχής, να τι εμπνέει το παράδειγμα του Σωτήρα Χριστού! Εφόδια πολυτιμότατα για μια ευτυχισμένη ζωή! 'Ας στρέφουμε το νου μας τακτικά στο παράδειγμα αυτό για να παίρνουμε δυνάμεις και να μπορούμε να ανέχεται ο ένας τον άλλο.


Επειδή όμως η μακροθυμία είναι όχι απλώς ένα στολίδι της ψυχής που αγαπά, αλλά αρετή απαραίτητη για κάθε άνθρωπο, απαραίτητη στην οικογένεια, στη συμβίωση, στην κοινωνία, πρέπει ακόμη να την δούμε, να την εξετάσομε, να την σπουδάσουμε.


Ο απόστολος Παύλος, μολονότι τόσα υπέστη παθήματα από τους Ιουδαίους σε κάθε πόλη όπου κήρυττε το Ευαγγέλιο, οι Ιουδαίοι του δημιουργούσαν θλίψεις, φυλακίσεις, βασανιστήρια, ραβδισμούς, λιθοβολισμούς.

Στα Λύστρα τι έπαθε; «ήλθαν εκεί Ιουδαίοι από την Αντιόχεια και το Ικόνιο και αφού παρέπεισαν τους όχλους, λιθοβόλησαν τον Παύλο και έσυραν αυτόν, καθώς ήταν πάνω στο έδαφος αναίσθητος, έξω από την πόλη, επειδή νόμισαν ότι είχε πεθάνει αυτός και έσπευσαν να αποκρύψουν από τις αρχές το έγκλημα τους» Επήλθον δε από Αντιοχείας και Ικονίου Ιουδαίοι, και πείσαντες τους όχλους και λιθάσαντες τον Παύλον έσυραν έξω της πόλεως, νομισαντες αυτόν τεθνάναι» (Πράξ. ιδ' 19).


Και όμως, ο απόστολος Παύλος μακροθυμεί. Διότι το πυρ της αγάπης έφλεγε την καρδιά του και άναβε τόσο πόθο για την σωτηρία και αυτών των διωκτών του, ώστε ευχόταν: «Θα ευχόμουνα εγώ, τον οποίο τίποτε δεν θα μπορούσε να χωρίσει από τον Χριστό, να χωρισθώ από Αυτόν διαπαντός, εάν ήταν δυνατό να γίνει αυτό, χάρη των αδελφών μου Ιουδαίων, οι όποιοι είναι συγγενείς μου από σαρκική καταγωγή». «Ηυχόμην γάρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα» (Ρωμ. θ' 3).


Τη μακροθυμία απέδειξαν και οι άγιοι Πάντες: «Την ώρα, που οι απιστούντες στο Ευαγγέλιο μας υβρίζουν και μας περιγελούν, εμείς ευχόμαστε αγαθά υπέρ αυτών. Ενώ μας καταδιώκουν, δείχνουμε ανοχή προς τους διώκτες μας». «Λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμενοι» (Α' Κορ. 4,12).

Επομένως ασφαλέστερο μέσο με το οποίο θα ελέγχουμε τους εαυτούς μας, εάν και κατά πόσο έχουμε αγάπη, θα είναι η μακροθυμία, δηλαδή η ανοχή. Στην πρώτη και τη δεύτερη περίπτωση θα λέμε στους εαυτούς μας: Δείξε την αγάπη σου και την πραγματική μόρφωση σου εν Χριστώ με τη μακροθυμία.


Είναι παρατηρημένο ότι όσο περισσότερες είναι οι σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους τόσο και περισσότερες οι ελλείψεις και αδυναμίες τις όποιες εκδηλώνουμε σ' εκείνους, με τους οποίους σχετιζόμαστε τόσο και περισσότερες και οι περιστάσεις κατά τις οποίες η αγάπη θα παρουσιασθεί κάτω από το γνώρισμα της μακροθυμίας.

Εμείς, όμως, ας τις περιλάβουμε μόνο σε τρεις περιπτώσεις.


Πρώτη περίπτωση είναι εκείνη κατά την οποία η βλάβη αφορά σ' εμάς τους ίδιους.

Δεύτερη, τους οικείους και τους φίλους και κάθε χριστιανό τον οποίο οφείλουμε να αγαπούμε.

Η τρίτη τις περιπτώσεις αφορά στο όνομα του ουρανίου Πατέρα, του Χριστού και της Υπεραγίας Θεοτόκου όταν δηλαδή μυκτηρίζουν την πίστη του Χριστού και πολεμούν και καταπατούν το θείο Νόμο οι ασεβείς και άπιστοι άφοβα και ασύστολα.


Ας τις δούμε, όμως, τις τρεις αυτές περιπτώσεις ξεχωριστά.


Η μακροθυμία μέσα στην οικογένεια

Μπορεί να υπάρξει στενότερος δεσμός του αίματος από αυτόν, πού συνδέει τους αδελφούς ή τα παιδιά με τους γονείς; Ή από τον δεσμό, που ενώνει σε πλήρη ενότητα τους συζύγους; Και όμως, τι βλέπουμε;

Όταν η μακροθυμία δεν έχει κατακτήσει τις καρδιές των μελών της οικογένειας, ο φυσικός δεσμός του αίματος, ο σύνδεσμος της συγγένειας, στραπατσαρίζεται κατά τρόπο αξιοθρήνητο. Και γίνεται ο βίος αβίωτος μέσα στην καθημερινή σύγχυση και φιλονικία. Οι σχέσεις ψυχραίνονται. Εξαφανίζεται ο αλληλοσεβασμός. Στις περιπτώσεις αυτές μόλις το παιδί ή η κόρη έλθει σε νεανική ηλικία αποστρέφεται το σπίτι, διακόπτει κάθε δεσμό με τους οικείους. Και πολλές φορές να διαλύεται η οικογένεια. Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Διότι όλοι μας έχομε ελαττώματα, αδυνα­μίες, όλοι υποπίπτουμε σε σφάλματα, από τα οποία πολλές φορές θίγεται και βλάπτεται και εκείνος με τον όποιο συζούμε και συγκατοικούμε. Πόσες φορές η απρόσεκτη γλώσσα της συζύγου δίνει έναυσμα και ανάβει πυρκαγιά. Αλλά και πόσο συχνά η απαιτητικότητα του συζύγου να επιβάλλει τη γνώμη του δημιουργεί ατμόσφαιρα εκρηκτική. Πόσες φορές οι γονείς παρά το φυσικό φίλτρο, όχι απλά παροξύνονται, αλλά και φιλονικούν και διαπληκτίζονται με τα παιδιά τους, ή και με άλλα μέλη της οικογένειας. Διότι όλοι μας έχουμε τον εγωισμό μας. Αλλά όταν μια πέτρα πέφτει σε βράχο θα κάνει θόρυβο, ενώ όταν πέσει πάνω στο βαμβάκι, κανένας θόρυβος δεν ακούγεται. Όταν το ελάττωμα προσκρούει στον εγωισμό του συζύγου, ο οποίος είναι άκαμπτος και σκληρός σαν βράχος, τότε και οι καυγάδες, οι θόρυβοι, η γκρίνια. Ενώ, όταν υπάρχει η μακροθυμία και η αγάπη τότε το ελάττωμα του - της συζύγου θα συναντήσει την ως το βαμβάκι μαλακή και ήρεμη και μακρόθυμη και πραεία ψυχή της συζύγου ή του συζύγου και τα πάντα θα διαλυθούν.

Επομένως ο καθένας μέσα στην οικογένεια θα ανέχεται τους άλλους, τις ελλείψεις τους, αλλά και να μη εκτρεπόμαστε σε κρίσεις αυστηρές και απαντήσεις στις οποίες προβαίνουν οι ανυπόμονοι και στερημένοι μακροθυμίας. Και τότε η συμβίωση στην οικογένεια θα καθίσταται τερπνή, γλυκεία και θα αποπνέει το άρωμα της χριστιανικής αγάπης και της ηθικής ωραιότητας σε όλους όσους την βλέπουν.

Μία μόνο εξαίρεση πρέπει να σημειωθεί. Ότι συγκατάβαση στις αδυναμίες των άλλων δεν πρέπει να προχωρεί μέχρι παραβάσεως του καθήκοντος. Προκειμένου περί της παιδαγωγίας παιδιών, η ανοχή στις ελλείψεις τους ισοδυναμεί με ενοχή βαριά. Στις ελλείψεις και παρεκτροπές των παιδιών, οι γονείς χωρίς βέβαια να ταράσσονται και να χάνουν την εσωτερική ειρήνη και πραότητα, θα επιμένουν στη διόρθωση με τα ποικίλα μέσα της παιδαγωγίας, τα οποία προσαρμόζονται σε κάθε χριστιανό.

Αρχιμ. ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ Ν. ΛΥΡΑΚΗΣ
τ. Ιεροκήρυκας Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 6:15 pm
από NIKOSZ
Αγάπη προς τον πλησίον


Η σύγχυση, ο αποπροσανατολισμός και η αλλοτρίωση του ανθρώπου, που είναι αποτέλεσμα της εκούσιας αποδέσμευσής του από τον Θεό, είναι άμεσα συνδεδεμένα και με την αποξένωση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Έπαυσε να βλέπει ο ένας τον άλλο ως πλησίον του. Τον θεωρεί ως κάτι ξένο, διαφορετικό, απόμακρο. Πολλές φορές όχι μόνο δεν δείχνει καμία συμπάθεια σ΄ αυτόν, αλλά και τον ανταγωνίζεται, τον φθονεί, τον μάχεται με τάσεις πλήρους εξόντωσης.

Μπροστά σ΄ αυτή την καταλυτική διαπίστωση, στοχάζεται και αναρωτιέται ο σύγχρονος άνθρωπος: υπάρχει ελπίδα και τρόπος ουσιαστικής επανασύνδεσης του ανθρώπου με τον συνάνθρωπο και επανόδου του στην προτέρα κατάσταση της ανθρώπινης φύσης, όπως όταν ζούσε στον Παράδεισο;

Η Ορθοδοξία δίνει καταφατική, ελπιδοφόρα και λυτρωτική απάντηση. Και κάνει περισσότερο σαφή και συγκεκριμένη τη θέση της προβάλλοντας την «εν Κυρίω αγάπην προς τον πλησίον», ως πρώτιστα ύψιστο, μοναδικό, συνδετικό και διορθωτικό στοιχείο για την εξομάλυνση των διαταραχθέντων διαπροσωπικών σχέσεων Θεού και ανθρώπων. Αυτή η χριστιανική αγάπη παρουσιάζεται στην πλήρη έννοιά της μέσα στην Αγία Γραφή, στο ΙΓ΄ κεφάλαιο της Α΄ πρός Κορινθίους επιστολής του Απ. Παύλου. Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί για τον πιστό μελετητή τον υπέροχο ύμνο της αγάπης και αποδεικνύει περιτράνως το ευαγγελικό μεγαλείο του χριστιανισμού, ο οποίος νοηματοδότησε τη ζωή του μεταπτωτικού ανθρώπου. Γράφει εκεί ο απόστολος εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα: «Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία· πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α΄ Κορ. ΙΓ΄ 4 - 8 ).

Εκείνος, ο οποίος έχει την αγάπη, είναι μεγαλόψυχος, ανεκτικός και με πλατιά καρδιά· γίνεται ευεργετικός και ωφέλιμος. Η αγάπη δεν φθονεί, δεν ξιπάζεται και δεν φέρεται με αλαζονεία και προπέτεια· δεν φουσκώνει από οίηση και υπερηφάνεια· δεν πράττει τίποτε άσχημο, δεν ζητεί τα δικά της συμφέροντα, δεν ερεθίζεται από θυμό και οργή, δεν σκέπτεται ποτέ το κακό κατά του πλησίον, ούτε λογαριάζει το κακό, το οποίο έπαθε από αυτόν. Δεν χαίρει, όταν βλέπει να γίνεται κατά άδικο, χαίρει δε όταν βλέπει την αλήθεια να επικρατεί. Σκεπάζει όλες τις ελλείψεις του πλησίον και δεν τον διαπομπεύει γι΄ αυτές· σχηματίζει ευμενή πεποίθηση υπέρ του αγαπωμένου σε όλα· και όταν ευρίσκεται ενώπιον παρεκτροπών του πλησίον, ελπίζει ότι από όλες αυτές θα διορθωθεί αυτός· σε όλα δείχνει υπομονή για τον πλησίον. Η αγάπη δεν ξεπέφτει ποτέ, αλλά μένει πάντοτε βέβαιη και ισχυρή, ακόμη και μετά τον θάνατόν μας.

Αρχιμ. ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ Ν. ΛΥΡΑΚΗΣ

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 6:19 pm
από YiaVi
Ωραία κείμενα φίλε Νίκο. Ο άγιος Νικόλαος να σε σκεπάζει πάντοτε με τις πρεσβείες του.

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 7:32 pm
από NIKOSZ
Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμι. Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι.

Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία. Πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.

Προς Κορινθίους Α' (13,1 –13,7)


Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 13, 2007 8:38 pm
από NIKOSZ
ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ

ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ



«Η χωρίς πλάνη θεωρία των όντων χρειάζεται ψυχή απαλλαγμένη από τα πάθη. Μια τέτοια ψυχή λέγεται Ιερουσαλήμ, τόσο για την ολοκληρωμένη αρετή της, όσο και για την άυλη γνώση της, η οποία έρχεται όχι με την απουσία των παθών μόνο, αλλά ακόμη και των φαντασιών των αισθητών.

Χωρίς πίστη, ελπίδα και αγάπη, ούτε κανένα κακό καταργείται εντελώς, ούτε κανένα καλό κατορθώνεται. Η πίστη πείθει το νου που πολεμάει να προσφεύγει στο Θεό και του ετοιμάζει όλα τα πνευματικά όπλα για θάρρος και ενίσχυση. Η ελπίδα του γίνεται αψευδής εγγυητής της θείας βοήθειας και του υπόσχεται την κατανίκηση των δαιμονικών δυνάμεων. Η αγάπη τον κάνει δυσκολομετακίνητο, ή μάλλον τελείως ακίνητο από τη στοργή του Θεού κι όταν πολεμείται, προσηλώνοντας στο θείο πόθο όλη του τη φυσική δύναμη.

Η πίστη παρηγορεί το νου που πολεμείται, δυναμώνοντάς τον με την ελπίδα της θείας βοήθειας. Η ελπίδα, φέρνοντας μπροστά του τη βοήθεια που πίστεψε, αποκρούει την επίθεση των εχθρών. Η αγάπη νεκρώνει, για το νου που αγαπά το Θεό, την επίθεση των εχθρών, η οποία εξασθενίζει τελείως από την μεγάλη επιθυμία του Θεού.

Πρώτο και μοναδικό γέννημα της θείας όντως μερίδας, δηλαδή της αληθινής γνώσεως, είναι ο λόγος της θείας αναστάσεως μέσα μας μέσω της πίστεως, που μαζί με την απαραίτητη οικονομία της προαιρέσεως – δηλαδή τη διάκριση – εξουδετερώνει μʼ επιτυχία της επαναστάσεις των εκουσίων (και ακουσίων) πειρασμών. Γιατί η πίστη που οικονομείται σωστά με τα έργα των εντολών αποτελεί των πρώτη ανάσταση μέσα μας του Θεού, που με την άγνοια είχε νεκρωθεί σʼ εμάς.

Η στροφή προς το Θεό φανερώνει καθαρά την πλήρη ελπίδα σʼ Αυτόν, χωρίς την οποία δεν μπορεί κανένας με κανένα τρόπο να συγκατατεθεί σʼ ο,τιδήποτε στο Θεό• γιατί η ελπίδα έχει ιδίωμα να φέρνει μπροστά τα μέλλοντα ως παρόντα και να πείθει ότι, εκείνους που πολεμούνται από τις δαιμονικές δυνάμεις, καθόλου δεν τους αφήνει ο Θεός που τους υπερασπίζεται, αφού για χάρη Αυτού και εξαιτίας Αυτού γίνεται ο πόλεμος των Αγίων. Χωρίς προσδοκία, ή ευχάριστη ή δυσάρεστη, δε γίνεται ποτέ στροφή προς το καλό.

Πράγματι, τίποτε άλλο εκτός από την αγάπη δε μαζεύει τους διασκορπισμένους και δε δημιουργεί μια γνώμη μεταξύ τους που συγκρατείται με τη σύμπνοια. Γνώρισμά της είναι το κάλλος του να απονέμει κανείς την ίδια τιμή σε όλους. Αλλά και η αγάπη είναι γέννημα της συγκεντρώσεως και ενώσεως γύρω από τα θεία των ψυχικών δυνάμεων, δηλαδή της λογικής, της θυμικής και της επιθυμητικής. Στην κατάσταση αυτή, όσοι έλαβαν ήδη μέσω της χάρης το να θεωρούν όλους ίσους απέναντι του Θεού, χαράζουν στη μνήμη το κάλλος της θείας ωραιότητας και δε λησμονούν ποτέ την επιθυμία της θείας αγάπης, η οποία γράφει και εντυπώνει αυτό το καθαρό κάλλος στο νου, το ηγεμονικό μέρος της ψυχής».


Δ΄ εκατοντάδα των κεφαλαίων περί αγάπης