Σελίδα 1 από 1

Eνώπιον της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής

Δημοσιεύτηκε: Δευ Φεβ 19, 2007 10:09 am
από Domna
Ο χρόνος περνά με ταχύτητα. Τα γεγονότα της ζωής διαδέχονται το ένα το άλλο και σπεύδουν, σαν τους διάττοντες αστέρες, να βυθιστούν στο χάος της λησμοσύνης. Μόνο που μαζί τους παρασύρουν και τον άνθρωπο, ο οποίος περνά και φεύγει από την παρούσα ζωή, σχεδόν πριν προλάβει να συνηδητοποιήσει, γιατί ήλθε στον κόσμο και ποιός είναι ο προορισμός του. Πόσο εύστοχα ο ιερός Ποιητής του Μ. Κανόνος τονίζει σε ένα τροπάριο της δ . Ωδής:
Εγγίζει ψυχή το τέλος, εγγίζει και ου φροντίζεις, ουχ ετοιμάζη. Ο καιρός συντέμνει, διανάστηθι. Εγγύς επί θύραις ο Κριτής εστίν. Ως όναρ, ως ανθός, ο χρόνος του βίου τρέχει. Τι μάτην ταραττόμεθα;

Στον ύμνο αυτό ο ιερός Ποιητής παρουσιάζει ένα άνθρωπο να συζητά με την ψυχή του και να της λέγει: Πλησιάζει, ψυχή μου, το τέλος της παρούσης ζωής. Πλησιάζει και, όμως, συ κάθεσαι αμέριμνη και δεν φροντίζεις για το αιώνιον μέλλον σου, ούτε ετοιμάζεσαι για τη σωτηρία σου, ώστε να μην καταδικασθείς. Ο χρόνος της ζωής περνά και φεύγει πολύ γρήγορα, γι αὐτό σήκω επάνω να ετοιμασθείς. Να, έξω από τη θύρα σου βρίσκεται κιόλας ο Κριτής, ο οποίος έρχεται να σου ζητήσει λόγο. Αλήθεια, πόσο σύντομος είναι ο χρόνος της παρούσης ζωής; Είναι σαν το όνειρο, που μόλις ξυπνήσει κανείς, το ξεχνά. Είναι σαν το άνθος του αγρού, που μόλις ανατείλει ο ήλιος και ζεσταθεί ο αέρας, εκείνο μαραίνεται και ξεραίνεται. Έτσι, σαν και αυτά, τρέχει ο χρόνος της ζωής κάθε ανθρώπου. Άδικα, επομένως, φοβούμεθα όλοι το τέλος της ζωής μας, που πλησιάζει;

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ο άνθρωπος και μάλιστα ο πιστός, ο αληθινός χριστιανός, έχει χρέος, όσο ζει, να φροντίζει συνεχώς για το αιώνιο μέλλον του. Κανείς μας δεν γνωρίζει τι του επιφυλάσσει η επόμενη ημέρα. Κανείς δεν είναι βέβαιος, ότι θα ζήσει ακόμη πολύ χρόνο στον κόσμο αυτό. Ένα είναι βέβαιο, ότι ο θάνατος καραδοκεί και μετά από αυτόν ακολουθεί η Κρίσις. Και τότε αν δεν κερδίσουμε τη σωτηρία μας, τι θα ωφεληθούμε, ακόμη και αν κερδίσουμε όλο τον κόσμο, όπως λέγει ο Κύριος ( Ματθ.16, 26 );

Αλλά, εάν πρέπει να ζούμε συνεχώς με τη σκέψη αυτή, για να μην εγκαταλείψουμε ποτέ τη φροντίδα της προετοιμασίας για την αιώνιο ζωή, τότε αυτό πρέπει να γίνεται με πιο έντονο τρόπο κατά την πνευματική περίοδο, που έχει ορίσει η Αγία μας Εκκλησία, για την πνευματική μας ανασυγκρότηση και τον πνευματικό μας ανεφοδιασμό. Αυτή η περίοδος είναι, προ πάντων, η περίοδος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η οποία για κάθε πιστό είναι:

Α. Η αποδεκάτωση του έτους.
Στην Π. Διαθήκη είχε ορίσει ο Θεός να προσφέρουν στο Ναό Του το ένα δέκατο από όλα τα εισοδήματά τους. Έτσι οι Ισραηλίτες ελάμβαναν από το Θεό την ευλογία Του, η οποία τους βοηθούσε να έχουν κάθε προκοπή, να είναι ευτυχισμένοι και να ζουν πολλά χρόνια. Στην εποχή της Χάριτος οι ιεροί Πατέρες σκέφτηκαν αντί οι πιστοί να αφιερώσουν στον Κύριο υλικά πράγματα, να αφιερώσουν πιο πολύ τους εαυτούς των στην υπηρεσία Του κατά το ένα δέκατο του χρόνου της ζωής τους, ώστε στο διάστημα αυτό να ζουν με πιο έντονο πνευματικό τρόπο, να νηστεύουν, να προσεύχονται, να θρηνούν για τις αμαρτίες τους, να μετανοούν και να ζητούν το έλεος του Κυρίου, για να αξιωθούν στο τέλος μαζί με την Ανάσταση του Κυρίου, να αναστηθούν και αυτοί στη νέα ζωή και να κληρονομήσουν την αιωνιότητα. Το ένα δέκατο του χρόνου είναι περίπου 36 ημέρες, όσες δηλαδή, είναι οι ημέρες της Τεσσαρακοστής. Οι εφτά Εβδομάδες έχουν 49 ημέρες. Επειδή τα Σάββατα και οι Κυριακές, που είναι 14 ημέρες, δεν νηστεύονται, γι’ αυτό αφαιρούνται και μένουν 35 ημέρες. Σ’ αυτές, όμως, προσθέτουν το Μ. Σάββατο, που νηστεύεται και έτσι οι νηστήσιμες ημέρες της Τεσσαρακοστής γίνονται 36, που είναι το ένα δέκατο του έτους. Κατά το διάστημα αυτό οι πιστοί αφιερώνουν πιο πολύ τη ζωή τους στον Κύριο, αφού Εκείνον σκέφτονται, όταν προσεύχωνται, όταν νηστεύουν, όταν με δάκρυα τον παρακαλούν να τους ελεήσει και να συγχωρήσει τις αμαρτίες τους, για να αναστηθούν στη νέα ζωή, ώστε να κληρονομήσουν την αιωνιότητα.

Β. Περίοδος προσευχής.
Κατά το διάστημα αυτό οι πιστοί δεν προσεύχονται μόνο στο σπίτι τους περισσότερο, αλλά έχουν και πιο πολλές ευκαιρίες για να μεταβούν στους ιερούς Ναούς και να προσευχηθούν εκεί μαζί με τους άλλους πιστούς, αφού οι πιστοί δεν είναι άτομα, που καθένα προσπαθεί να αγωνισθεί μόνο του για να σώσει τον εαυτό του, αλλά είναι τα μέλη του Σώματος του Χριστού, τα οποία σώζονται μόνο, όταν είναι ενωμένα και μεταξύ τους και με τον Κύριο. Αυτήν την ενότητα πραγματοποιούν οι πιστοί, όταν όλοι μαζί προσεύχωνται στον Κύριο, για να δείξουν με τα αιτήματα, που του υποβάλλουν, ότι αναγνωρίζουν την εξάρτησή μας από Εκείνον, από τον οποίο τα πάντα περιμένουν. Γι’αυτό οι πιστοί σπεύδουν πιο πολύ κατά την περίοδο αυτή στους ιερούς Ναούς, για να προσευχηθούν κατά τις ωραίες και κατανυκτικές ιερές Ακολουθίες: α) Των Κατανυκτικών εσπερινών, τα βράδυα των Κυριακών, β) των Όρθρων και των Ωρών, κάθε πρωί, γ) των Μ. Αποδείπνων, τα απογεύματα των καθημερινών, δ) των Προηγιασμένων θείων Δώρων, κάθε Τετάρτη, πρωί η απόγευμα, και κάθε Παρασκευή πρωί, ώστε να μεταλάβουν από το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, για να ενωθούν μαζί Του, ε) των Χαιρετισμών της Παναγίας, κάθε Παρασκευή βράδυ και στ) κυρίως προσέρχονται στις θείες Λειτουργίες του Σαββάτου και της Κυριακής, για να συναντηθούν όλοι στο Ποτήριο της ζωής, να ενωθούν και με τον Κύριο και μεταξύ τους, για να γίνουν μέλη του Σώματος του Χριστού και να αποκτήσουν τις ιδιότητές Του, οι οποίες τους μεταβάλλουν από επιγείους ανθρώπους σε ουρανίους αγγέλους.

Γ. Περίοδος περισυλλογής.
Κατά την περίοδο αυτή ο πιστός σκέφτεται τα σφάλματά του και τις αμαρτίες του, αναλογίζεται με θλίψη πόσο έχει πικράνει τον Κύριο, ο οποίος για χάρη του θυσιάστηκε στο Σταυρό του και μετανοεί εξομολογείται και αλλάσσει τρόπο ζωής και γίνεται νέος άνθρωπος, έτσι όπως τον θέλει ο Κύριος.

Δ. Περίοδος Νηστείας.
Στη ζωή αυτή οι ιατροί συνιστούν στους ανθρώπους, για να αποτοξινωθούν από τα δηλητήρια, που περιέχουν οι τροφές, και να βρουν την υγεία τους, να κάνουν δίαιτα. Η Εκκλησία, σαν δίαιτα, η οποία αποτοξινώνει και καθαρίζει και εξυγιαίνει όχι μόνο τη σάρκα, αλλά και την ψυχή, συνιστά τη Νηστεία. Νηστεία σημαίνει τέλεια αποχή από κάθε τροφή. Αλλά επειδή αυτό είναι δύσκολο στη φύση του ανθρώπου, γι’αυτό Νηστεία στην πράξη σημαίνει αποχή μόνο από ορισμένες τροφές και από τα οινοπνευματώδη ποτά. Αλλά και από τα επιτρεπόμενα φαγητά, πρέπει να περιορίζεται η ποσότητα. Έτσι με τη σωστή Νηστεία ο πιστός κερδίζει την υγεία: α) Του Σώματος. Οι ασθένειες, που βασανίζουν τους ανθρώπους, έχουν οι περισσότερες σχέση με την πολυφαγία. Η πολυφαγία γεννά την παχυσαρκία, τη χολυστερήνη, το ουρικό οξύ, το ζάκχαρο, τις παθήσεις του στομάχου και της καρδιάς. Ο λαός τονίζει ότι «ο άνθρωπος ανοίγει τον τάφο του με το κουτάλι και με το πιρούνι». β) Του λογικού. Ο άνθρωπος, ο οποίος έχει γεμάτο το στομάχι, κυριεύεται, αφ’ ενός μεν από τις διάφορες ζωώδεις ορμές, που τον κάνουν να παραλογίζεται, να παραφέρεται, να αμαρτάνει, να φθάνει μέχρι το έγκλημα, και αφ’ ετέρου από υπνηλία, η οποία δεν του επιτρέπει να σκεφθεί λογικά. Γι’αυτό έλεγαν οι πρόγονοί μας ότι «παχεία γαστήρ λεπτόν ου τίκτει νόον», το φουσκωμένο στομάχι δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να σκέφτεται λογικά. γ) Της ψυχής. Η Νηστεία ενώ εξασθενεί τις ορμές της σάρκας, αντίθετα ενισχύει τη δύναμη της ψυχής, η οποία μπορεί έτσι να κυβερνά όλη την ανθρώπινη ύπαρξη. Τότε ο άνθρωπος κατορθώνει να ζει κατά Θεό. Γιατί τότε ο άνθρωπος βαδίζει στο δρόμο του Θεού, όταν η ψυχή κυβερνά την ύπαρξή του. Η ψυχή είναι το θείο στοιχείο στον άνθρωπο, ενώ το σώμα είναι χώμα, ύλη. Η ύλη με το βάρος της ελκεί προς τη γη τον άνθρωπο. Το πνεύμα, η ψυχή ανυψώνει τον άνθρωπο στον ουρανό η όπως λέγει ο Απ. Παύλος «το φρόνημα της σαρκός είναι θάνατος, το δε φρόνημα του πνεύματος ζωή και ειρήνη» (Ρωμ. 8,6). Γι’ αυτό ο Απ. Παύλος έγραφε ότι σκληραγωγούσε το σώμα του και το ταλαιπωρούσε, για να το υποδουλώσει στην ψυχή του, ώστε να γίνει άξιος της αιωνίου ζωής (Α Κορ. 9,27).

Ε. Περίοδος αγάπης και φιλανθρωπίας.
Η προσευχή, ο
εκκλησιασμός, η νηστεία, η μετάνοια είναι αρετές που οδηγούν τον άνθρωπο κοντά στο Θεό. Αλλά όποιος ειλικρινά αγαπά το Θεό, αυτός αγαπά και την εικόνα του Θεού, τον άνθρωπο, γιατί ο θείος λόγος τονίζει ότι «ο αγαπών τον Θεόν οφείλει να αγαπά και τον αδελφόν αυτού» (Α Ιωάν 4,21). Για το λόγο αυτό οι πιστοί συνήθιζαν να τοποθετούν δίπλα από το εικονοστάσι του σπιτιού, όπου προσευχόταν η οικογένεια, το κυτίο της φιλανθρωπίας, για να ρίπτουν εκεί τα χρήματα, που περίσσευαν από τη νηστεία και να τα προσφέρουν στους φτωχούς, ώστε με τον τρόπο αυτό να τους δείξουν έμπρακτα την αγάπη τους.

Όλα τα παραπάνω και πολλά άλλα, που, λόγω χώρου, δεν μπορούμε να παραθέσουμε εδώ για τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, συνοψίζονται στο επόμενο τροπάριο των Αίνων του Όρθρου της Κυριακής της Τυρινής: Το στάδιον των αρετών ηνέωκται οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε, αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα. Οι γαρ νομίμως αθλούντες, δικαίως στεφανούνται. Και αναλαβόντες την πανοπλίαν του Σταυρού, τω εχθρω αντιμαχησώμεθα, ως τείχος άρρηκτον κατέχοντες την Πίστιν, και θώρακα την προσευχήν, και περικεφαλαίαν την ελεημοσύνην. Αντί μαχαίρας την νηστεία, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν. Ο ποιών ταύτα, τον αληθινόν κομίζεται στέφανον, παρά του Παμβασιλέως Χριστού, εν τη ημέρα της Κρίσεως.

Το στάδιο, στο οποίο κερδίζονται οι αρετές, η Τεσσαρακοστή, έχει ανοίξει. Όσοι θέλετε να αγωνισθείτε, μπορείτε να μπείτε μέσα, για να αρχίσετε τον καλό αγώνα της νηστείας, χωρίς να ξεχνάτε ότι, μόνο όσοι αγωνισθούν νόμιμα, μόνον αυτοί είναι δίκαιο να στεφανωθούν. Λοιπόν, αν θέλουμε και εμείς να νικήσουμε τον εχθρό μας, το διάβολο, τη σάρκα και τον κόσμο, πρέπει να οπλισθούμε με το κατάλληλο για κάθε πόλεμο όπλο, που είναι ο Σταυρός του Κυρίου. Πιο συγκεκριμένα στον πόλεμο αυτό για να προφυλαχθούμε από τις επιθέσεις των εχθρών θα έχουμε, σαν τείχος, που ποτέ δεν γκρεμίζεται, την Πίστη μας στον Κύριο. Σαν θώρακα, που θα προφυλάσσει το στήθος και την καρδιά μας, θα έχουμε την προσευχή και για περικεφαλαία που προφυλάσσει την κεφαλή, το νου μας, το λογικό μας, θα έχουμε την ελεημοσύνη. Αντί για μαχαίρι, με το οποίο θα κόβουμε από την καρδιά μας κάθε κακία, ώστε να μην την αφήνουμε να πραγματοποιηθεί, θα έχουμε τη νηστεία. Μόνο όποιος αγωνισθεί με αυτό τον τρόπο και με αυτά τα όπλα, μόνο αυτός θα πάρει, σαν βραβείο, το αληθινό στεφάνι της αιωνίου ζωής, από το Βασιλέα όλου του κόσμου, κατά την ημέρα που θα κρίνει τον κόσμο.


Γράφει: Επίσκοπος Βελεστίνου Δαμασκηνός

Δημοσιεύτηκε: Δευ Φεβ 19, 2007 1:17 pm
από NIKOSZ
ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

Πώς θα μπορούσε η Μεγάλη Σαρακοστή να έχει όχι μια απλή επιφανειακή αλλά μια αληθινή επίδραση στην ύπαρξή μας; Πώς είναι δυνατόν να εφαρμόσουμε στη ζωή μας τη διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με τη Μεγάλη Σαρακοστή όπως μας μεταδίδεται κυρίως μέσα από τη λατρεία αυτής της περιόδου;
Τούτη η ζωή είναι πολύ διαφορετική από τη ζωή των ανθρώπων εκείνων που ζούσαν τον καιρό που γράφονταν αυτοί οι ύμνοι και οι ακολουθίες και συντάσσονταν οι κανόνες και τα τυπικά. Ζούσε τότε κανείς σε μια σχετικά μικρή και βασικά αγροτική κοινωνία, μέσα σ' ένα οργανωμένο ορθόδοξο κόσμο και η Εκκλησία διαμόρφωνε το γενικό ρυθμό της ζωής του.

Τώρα όμως ζούμε σε τεράστια αστικά κέντρα, σε τεχνοκρατούμενες κοινωνίες, πληθωρικές στα θρησκευτικά «πιστεύω» τους με εκκοσμικευμένες απόψεις για τον κόσμο και μέσα σ' αυτές εμείς οι ορθόδοξοι αποτελούμε μια ασήμαντη μειονότητα. Η Μεγάλη Σαρακοστή δεν είναι πια «αισθητή» όπως ήταν παλιά στην Ελλάδα ή στην Ρωσία, ας πούμε. Η ερώτησή μας λοιπόν είναι πολύ ουσιαστική: πώς μπορούμε εμείς -πέρα από το να κάνουμε μια ή δυο «συμβατικές» αλλαγές στην καθημερινή ζωή μας - να τηρήσουμε τή Σαρακοστή;

Είναι φανερό, λόγου χάρη, ότι για τους πιο πολλούς από τους πιστούς το να παρακολουθούν καθημερινά τις ακολουθίες αυτής της περιόδου είναι πέρα από κάθε συζήτηση. Εξακολουθούν, φυσικά να εκκλησιάζονται την Κυριακή, αλλά, όπως έχουμε πεί, τις Κυριακές της Σαρακοστής η Θεία Λειτουργία, τουλάχιστον εξωτερικά, δεν αντανακλά κάτι από τη Μεγάλη Σαρακοστή και έτσι δεν μπορεί κανείς να έχει ούτε καν την αίσθηση του λατρευτικού τυπικού της Σαρακοστής, δεδομένου μάλιστα ότι η λατρεία είναι το μόνο μέσο που μας μεταφέρει στο πνεύμα της Σαρακοστής.

Και εφ' όσον η Σαρακοστή με κανένα τρόπο δεν χρωματίζει τον πολιτισμό στον οποίο ανήκουμε, δεν είναι ν' απορεί κανείς που αρνητικά καταλαβαίνουμε τη Σαρακοστή, δηλαδή, σαν μια περίοδο στην οποία απαγορεύονται μερικά πράγματα, όπως το κρέας, τα λίπη, οι χοροί και οι διασκεδάσεις. Η συνηθισμένη ερώτηση: «τι προσπαθείς να στερηθείς τούτη τη Σαρακοστή;» συνοψίζει τέλεια την αρνητική προσέγγιση της Σαρακοστής. Σαν Θετική προσέγγιση, θεωρείται η αντίληψη ότι η Σαρακοστή είναι ο καιρός για την πραγματοποίηση της ετήσιας «υποχρέωσης» της Εξομολόγησης και της θείας Κοινωνίας («... και όχι αργότερα από την Κυριακή των Βαΐων...» έγραφε ένα φυλλαδιάκι μιας ενορίας).

Και αφού εκπληρωθεί αυτή η υποχρέωση τότε το υπόλοιπο της Σαρακοστής φαίνεται να χάνει όλα τα θετικά νοήματα.

Έτσι είναι φανερό ότι έχει αναπτυχθεί μια, μάλλον βαθιά, διαφωνία ανάμεσα στο πνεύμα ή τη «θεωρία» της Σαρακοστής, που προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε με βάση τη λατρεία, και στην κοινή και συνηθισμένη αντίληψη που επικρατεί και υποστηρίζεται όχι μόνο από τους λαϊκούς αλλά ακόμα και από τους ίδιους τους κληρικούς. Γιατί είναι πάντοτε πολύ πιο εύκολο να περιορίσεις κάτι πνευματικό μέσα σε κάτι τυπικό παρά ν' αναζητήσεις το πνευματικό μέσα στο τυπικό.

Μπορούμε να πούμε, χωρίς καμιά υπερβολή, ότι αν και η Μεγάλη Σαρακοστή «τηρείται» ακόμα, όμως έχει χάσει την επίδρασή της στη ζωή μας, σταμάτησε να είναι το λουτρό της μετανοίας και της ανανέωσης που είχε σαν σκοπό της, σύμφωνα με τη λειτουργική καί πνευματική διδασκαλία της Εκκλησίας. Αλλά τότε, μπορούμε άραγε να ξαναβρούμε και να ξανακάνουμε τη Μεγάλη Σαρακοστή μια πνευματική δύναμη για την καθημερινή πραγματικότητα της ύπαρξής μας;

Η απάντηση σ' αυτή την ερώτηση εξαρτάται πρώτα πρώτα - θα έλεγα και μοναδικά - από το αν επιθυμούμε να πάρουμε στα σοβαρά τη Μεγάλη Σαρακοστή ή όχι. Όσο και αν είναι νέες ή διαφορετικές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούμε σήμερα, όσο και αν είναι πραγματικές οι δυσκολίες και τα εμπόδια που υψώνονται από το σύγχρονο κόσμο μας, τίποτε απ' αυτό δεν αποτελεί αμετάκλητο εμπόδιο, τίποτε δεν κάνει τη Μεγάλη Σαρακοστή «αδύνατη».

Η πραγματική αιτία για την οποία βαθμιαία χάνουμε την επίδραση της Σαρακοστής στη ζωή μας βρίσκεται βαθύτερα. Είναι η δική μας συνειδητή ή ασυνείδητη μείωση της θρησκείας σε ένα επιπόλαιο τυπικισμό και συμβολισμό, πράγμα που αποτελεί ακριβώς το ξεστράτισμα και μετριάζει τη σοβαρότητα των απαιτήσεων της θρησκείας από τη ζωή μας, την αίτηση για δέσμευση και προσπάθεια.

Αυτή η μείωση, θα πρέπει να προσθέσουμε, είναι, κατά κάποιο τρόπο, ιδιόμορφη στην Ορθοδοξία. Οι χριστιανοί της Δύσης, Καθολικοί ή Προτεστάντες, όταν αντιμετωπίζουν αυτό που εκείνοι θεωρούν «αδύνατον» αλλάζουν την ίδια τη θρησκεία, την «προσαρμόζουν» στις νέες συνθήκες έτσι ώστε να την κάνουν «εφαρμόσιμη». Πρόσφατα, λόγου χάρη, είδαμε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία πρώτα να ελαττώνει τη νηστεία στο κατώτατο όριο και ύστερα να την ξεφορτώνεται τελείως.

Με σωστή και δικαιολογημένη αγανάκτηση, καταγγέλλουμε μια τέτοια «προσαρμογή» σαν προδοσία της χριστιανικής παράδοσης και σαν περιορισμό στο ελάχιστο της χριστιανικής πίστης. Και πραγματικά, η αλήθεια και η δόξα της Ορθοδοξίας είναι ότι δεν «προσαρμόζεται» και δεν συμβιβάζεται με τις χαμηλότερες επιδιώξεις και δεν κάνει το Χριστιανισμό «εύκολο». Αυτό είναι η δόξα για την Ορθοδοξία αλλά φυσικά, όχι για μας, τους ορθόδοξους.

Δεν είναι σήμερα, ούτε και χθες, αλλά πολύ παλιότερα που βρήκαμε ένα τρόπο να συμφιλιώνουμε τις απόλυτες απαιτήσεις της Εκκλησίας με την ανθρώπινη αδυναμία μας· και αυτό δεν γίνεται μόνο με «απώλεια του προσώπου» αλλά και με πρόσθετες αφορμές για αυτοδικαίωση και ήσυχη συνείδηση.

Ο τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι η εκπλήρωση αυτών των απαιτήσεων συμβατικά, και ο συμβολικός τυπικισμός που διαποτίζει σήμερα όλη τη θρησκευτική μας ζωή. Έτσι, λόγου χάρη, δε θα σκεπτόμασταν ποτέ να αναθεωρήσουμε τη Λειτουργία μας καί τους μοναστικούς κανονισμούς της - Θεός φυλάξοι! - θα συνεχίζαμε όμως να ονομάζουμε την ακολουθία της μιας ώρας «ολονύκτια αγρυπνία» και υπερήφανα θα εξηγούσαμε ότι αυτή είναι η ίδια ακολουθία που έκαναν οι μοναχοί στη Λαύρα του Αγίου Σάββα τον 9ο αιώνα!

Σε σχέση με τη Μεγ. Σαρακοστή, αντί να κάνουμε ουσιαστικές ερωτήσεις -«τι είναι νηστεία; ή «τι είναι Σαρακοστή»;- εμείς ικανοποιούμαστε με τα σύμβολά της. Στα εκκλησιαστικά περιοδικά και φυλλάδια εμφανίζονται συνταγές για «ένα υπέροχο νηστήσιμο πιάτο»! Μπορεί ακόμα η ενορία και να συγκεντρώσει μερικά πάρα πάνω χρήματα οργανώνοντας ένα καλοδιαφημισμένο «σαρακοστιανό γεύμα».

Είναι τόσα πολλά εκείνα που στις εκκλησίες μας εξηγούνται συμβολικά σαν ενδιαφέροντα, πολύχρωμα και διασκεδαστικά έθιμα και παραδόσεις, σαν κάτι δηλαδή που μας δένει όχι τόσο πολύ με το Θεό και με μια νέα ζωή «εν Αυτώ», όσο με το παρελθόν και τις συνήθειες των προγόνων μας, ώστε γίνεται όλο και περισσότερο δύσκολο να διακρίνουμε πίσω απ' αυτά τα λαϊκά έθιμα τη σοβαρότητα της θρησκείας σε όλη της την έκταση.

Θέλω να τονίσω ότι δεν υπάρχει τίποτε το άσχημο στα διάφορα έθιμα. Όταν αυτά πρωτοεμφανίστηκαν ήταν τα μέσα με τα οποία η κοινωνία μπορούσε να δείξει ότι έπαιρνε στα σοβαρά τη θρησκεία. Τότε τα έθιμα δεν ήταν σύμβολα, αλλά η ίδια η ζωή. Αυτό που συνέβηκε πάντως ήταν το ότι καθώς άλλαξε η ζωή και έπαψε λίγο λίγο η θρησκεία να τη διαμορφώνει στην ολότητά της, λίγα από τα έθιμα διασώθηκαν σαν σύμβολα ενός τρόπου ζωής που δεν υπήρχε πια. Και αυτό που διασώθηκε ήταν εκείνο που, αφ' ενός είναι έντονα ζωντανό και αφ' ετέρου είναι λιγότερο δύσκολο.

Ο πνευματικός κίνδυνος εδώ είναι ότι σιγά σιγά αρχίζει κανείς να καταλαβαίνει τη θρησκεία σαν ένα σύστημα από σύμβολα και έθιμα μάλλον παρά να ερμηνεύει όλα αυτά σαν μια πρόκληση για πνευματική ανανέωση και προσπάθεια.

Μεγαλύτερη είναι η προσπάθεια που γίνεται για να προετοιμάζονται νηστίσιμα φαγητά ή για το πασχαλινό τραπέζι, παρά για τη νηστεία και τη συμμετοχή στην πνευματική πραγματικότητα του Πάσχα. Αυτό σημαίνει ότι, όσο τα έθιμα και οι παραδόσεις δε συνδεθούν και πάλι με τη γενική θρησκευτική αντίληψη από την οποία προέρχονται, όσο δηλαδή δεν παίρνουμε στα σοβαρά τα σύμβολα, η Εκκλησία θα παραμένει χωρισμένη από τη ζωή και δεν θα την επηρεάζει καθόλου. Αντί να παριστάνουμε με σύμβολα την «πλούσια κληρονομιά» μας καιρός είναι ν' αρχίσουμε να τη
ν ενσωματώνουμε στην καθημερινή ζωή μας.

Το να πάρουμε λοιπόν στα σοβαρά τη Μεγάλη Σαρακοστή σημαίνει ότι θα τη θεωρούμε, πρώτα απ' όλα με την πιο βαθιά έννοια, μια πνευματική πρόκληση που απαιτεί αντίδραση, απόφαση, πρόγραμμα και συνεχή προσπάθεια. Kαι ακριβώς για το λόγο αυτό, όπως ξέρουμε, θεσπίστηκαν από την Εκκλησία οι εβδομάδες προετοιμασίας για τη Μεγάλη Σαρακοστή. Η περίοδος αυτή είναι καιρός για δράση, για απόφαση, για προγραμματισμό. Και ο καλύτερος και ευκολότερος τρόπος είναι ν' ακολουθήσουμε την καθοδήγηση της Εκκλησίας που είναι η μελέτη και ο στοχασμός πάνω στα πέντε ευαγγελικά θέματα που μας προσφέρονται τις πέντε Κυριακές της περιόδου πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή.

Τα θέματα αυτά είναι: η διακαής επιθυμία (Ζακχαίος), η ταπείνωση (Τελώνης και φαρισαίος), επιστροφή από την εξορία (Άσωτος), η κρίση (Κυριακή της Απόκρεω) και η συγχωρητικότητα (Κυριακή της Τυροφάγου). Αυτές οι ευαγγελικές περικοπές δεν διαβάζονται μόνο και μόνο για ν' ακουστούν στην Εκκλησία· σκοπός είναι να τις «πάρω μαζί μου στο σπίτι» και να στοχαστώ πάνω σ' αυτές σχετίζοντάς τις μάλιστα με τη ζωή μου, την οικογενειακή μου κατάσταση, τις επαγγελματικές υποχρεώσεις μου, το ενδιαφέρον μου για τα υλικά πράγματα, τις σχέσεις μου με τους συγκεκριμένους ανθρώπους με τους οποίους ζω.

Αν σ' αυτή την προσπάθεια περισυλλογής προσθέσει κανείς και την προσευχή αυτής της περιόδου: «της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλαις ζωοδότα...» και τον ψαλμό 136 «επί των ποταμών της Βαβυλώνος εκεί εκαθήσαμεν...» μπορεί να καταλάβουμε τι σημαίνει να «νιώθεις ότι είσαι με την Εκκλησία», και πώς μπορεί μια λειτουργική περίοδος να χρωματίσει τη καθημερινή ζωή.

Επίσης είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να διαβάσει κανείς κάποιο θρησκευτικό βιβλίο. Ο σκοπός δε αυτού του διαβάσματος δεν είναι μόνο ν' αυξήσουμε τις θρησκευτικές γνώσεις μας· είναι βασικά να καθαρίσουμε το μυαλό μας απ' όλα όσα συνήθως το πλημμυρίζουν. Είναι πραγματικά απίστευτο πόσο στο μυαλό μας συνωστίζονται όλων των ειδών οι έννοιες, τα ενδιαφέροντα, οι αγωνίες και οι εντυπώσεις και πόσο ελάχιστο έλεγχο ασκούμε πάνω σ' όλα αυτά.

Διαβάζοντας ένα θρησκευτικό βιβλίο συγκεντρώνουμε την προσοχή μας σε κάτι εντελώς διαφορετικό από το συνηθισμένο περιεχόμενο των σκέψεών μας· δημιουργείται έτσι μια άλλη διανοητική και πνευματική ατμόσφαιρα. Όλα αυτά, φυσικά, δεν είναι «συνταγές» ίσως να υπάρχουν άλλοι τρόποι για να προετοιμαστεί κανείς για τη Σαρακοστή.

Το βασικό σημείο είναι ότι, στη διάρκεια αυτής της περιόδου βλέπουμε τη Μεγάλη Σαρακοστή σαν να βρίσκεται σε κάποια απόσταση, σαν κάτι δηλαδή που ακόμα έρχεται και που μας το στέλνει ο ίδιος ο Θεός σαν ευκαιρία για αλλαγή, για ανανέωση, για εμβάθυνση, και ότι παίρνουμε αυτή την επερχόμενη ευκαιρία πολύ στα σοβαρά.

Έτσι, όταν την Κυριακή της Συγγνώμης αφήνουμε το σπίτι μας και πάμε στον Εσπερινό, μπορεί να είμαστε έτοιμοι να κάνουμε δικά μας - έστω και για λίγο - τα λόγια από το Μεγάλο Προκείμενο που ανοίγει τη Μεγάλη Σαρακοστή:

Mη αποστρέψης το πρόσωπόν σου
από του παιδός σου, ότι θλίβομαι...

π. Αλέξανδρος Σμέμαν