Εν αρχή ην ο Λόγος: Μια Αναστάσιμη Περικοπή
Δημοσιεύτηκε: Παρ Απρ 20, 2007 5:38 pm
Εν αρχή ην ο Λόγος: Μια Αναστάσιμη Περικοπή
Κατα Ιωάννη Α΄, 1-14
"1. Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος.
2. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν.
3. πάντα δι΄ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν.
4. εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων.
5. και το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν.
6. Εγένετο άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης·
7. ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, ίνα μαρτυρήση περί του φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσι δι΄ αυτού.
8. ουκ ην εκείνος το φως, αλλ΄ ίνα μαρτυρήση περί του φωτός.
9. Ην το φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον.
10. εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος δι΄ αυτού εγένετο, και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω.
11. εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον.
12. όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού,
13. οι ουκ εξ αιμάτων. ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ΄ εκ Θεού εγεννήθησαν.
14. Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν. και εθεασάμεθα τον δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας."[/i]
Σχόλια:
Α΄: Ο Ιωάννης σε αντιδιαστολή με τους Ματθαίο και Μάρκο που παραθέτουν Γενεαλογίες του Ιωσήφ και εν πάσει περιπτώσει ανθρώπινες Ρίζες μη έχουσες ουσιαστική σχέση με τον Χριστό, αναφέρει την πραγματική καταγωγή Του. Είναι χαρακτηριστικό πως το πλέον Δογματικό κείμενο των Ευαγγελιστών, συγγράφει ο πλέον κατά κόσμο αγράμματος των Μαθητών. Το κείμενο ξεκινάει απευθείας απο τον Λόγο / Χριστό και όχι απο τον Πατέρα. Δεν παραθέτει ανάλογη μαρτυρία περί του Πατρός, γιατί ο Πατέρας δεν έχει προέλευση και γιατί τον Λόγο και την Ενανθρώπηση Του αγνοούσε ο κόσμος.
Β΄: Κατα τον Χρυσόστομο:
1) το Δεύτερο Πρόσωπο της Τριάδος μαρτυρείται ως «Λόγος», ως υπαινιγμός της Απαθούς Γεννήσεως Του απο τον Πατέρα.
2) Καλείται ως «Φως», γιατί δια του Υιού παρεδόθη το Φως της Γνώσεως και
3) Προσφωνείται «Ζωή», γιατί μέσω του Φωτός χάρισε τη Ζωή.
Εδώ ας γίνει η εξής παρατήρηση: Αν και η περί του ονόματος του Λόγου ερμηνευτική του Χρυσοστόμου είναι πολύ ενδιαφέρουσα, προχωρημένη θα λέγαμε, ενδέχεται ο Υιός να ονομάζεται και Λόγος, ως ο μόνος που μεταφέρει την Διδασκαλία του Πατρός(όπως δηλαδή του παραδόθηκε) και καθώς την Φωνή αλλά και τη Θέα του Πατρός δεν άκουσε και δεν είδε ποτέ κανένας.
Ως προς την Ερμηνευτική του Φωτός, επεκτείνοντας, μάλλον, τα του Χρυσοστόμου, θα λέγαμε πως γίνεται αναφορά στο ότι ο Χριστός απεκάλυψε τον Πατέρα. Και δια του Ιησού έρχεται η υπό του Πατρός Κλήση στην Πίστη, η οποία και λέγεται και Γνώση Του.
Γ΄: Ο Χρυσόστομος θεωρεί:
α) πως το «Εν αρχή ην ο Λόγος» αναφέρεται στο Άχρονο του Υιού.
β) Το «ην» στον άνθρωπο, αποδίδει στο παρελθόν, στον Λόγο, στο Αΐδιο.
γ) Δεν περιγράφεται ως «εν αρχή ο Θεός ή ο Πατήρ εποίησε το Λόγο», για να μη θεωρηθεί κτίσμα ο Λόγος.
δ) Το «ην προς το Θεό», τονίζει την Θεότητά Του, γιατί κανένα κτίσμα δεν μπορεί να είναι κοντά στο Θεό παρά Ομοούσια Υπόσταση.
ε) Το «Και Θεός ην ο Λόγος» χωρίς το άρθρο «ο»(μπροστά βέβαια από το Θεός), αποκλείει τον Πολυθεϊσμό.
στ) Από την άλλη το «Ούτος ην εν αρχή προς το Θεό», είναι δηλωτικό για μια ακόμα φορά του Συναΐδιου με τον Πατέρα και της μη Χρονικής Γεννήσεώς Του.
Εδω ας γίνουν οι εξής παρατηρήσεις:
Το «Εν αρχή», ίσως, να αναφέρεται στην Δημιουργία του Κόσμου και την Γραφή των Ιουδαίων, δηλαδή την Παλαιά Διαθήκη. Το βιβλίο της «Γενέσεως» στα Αραμαϊκά έχει τίτλο «Beresheeth», όπως δηλαδή και τα πρώτα λόγια του εν λόγω Βιβλίου, δηλαδή στα Ελληνικά «Έν αρχή». Ενδεχομένως μάλιστα να εννοεί την Παρουσία του Υιού σε όλη την εξιστόρηση της Παλαιάς Διαθήκης και φυσικά την εκ των ων ούκ άνευ συμμετοχή Του στη Δημιουργία του Κόσμου ως Θεός και Τριαδική Υπόσταση.
Στις περισσότερες Γραφικές περιπτώσεις η λέξη «Θεός», μάλλον, ορίζει τον Πατέρα και όχι την Τριάδα. Κυρίαρχο, μάλιστα, θέμα του Ευαγγελίου του Ιωάννου, είναι η υπό του Πατρός Κλίση στην Πίστη και η Μαρτυρία του Πατρός προς τον Υιό. Υπάρχει δηλαδή η περίπτωση και πέρα από την ανάγκη τονισμού του Ομοουσίου του Χριστού, να έχουμε και υπογράμμιση της Προελεύσεως και της Μαρτυρίας που φέρει ο Υιός εκ του Πατρός.
Το δε «Ούτος ην εν αρχή προς το Θεό», φαίνεται ότι υποδηλώνει πως ο Κύριος από την εκ του Πατρός Άχρονη Γέννηση Του, υπήρξε Θεός και δεν απέκτησε την ιδιότητα αυτή ως Άνθρωπος κατά την Ενσάρκωση ή τη Βάπτιση. Δεν είναι επομένως Θεός Υιοθεσίας, όπως και οι ίδιοι οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν εφόσον ευλογηθούν της σωτηρίας.
Δ΄: Ο Χρόνος είναι μέγεθος συμβατικό και όχι πραγματικά υπαρκτό, που έχει ως μέτρα αναφοράς και χρονομετρήσεως διαφορές μεταξύ των κτισμάτων και φυσικά τις κατά περίσταση περιστροφές των Πλανητών γύρω από τα κυρίαρχα Ηλιακά τους σώματα. Ως εκ τούτου ο χρόνος μπορεί να διέπει κτίσματα από την στιγμή που δημιουργούνται, με πιθανή πρώτη τέτοια δυνατότητα τη Δημιουργία των Πνευμάτων ή αλλιώς του Αγγελικού Κόσμου.
Συνεπώς ο Δημιουργός Θεός και ως πανταχού παρών δεν υπόκειται σε χρόνο και κατά συνέπεια τόσο ο Λόγος όσο και ο Παράκλητος δεν δύνανται να έχουν χρονική διαφορά σε σχέση με τον Πατέρα. Φυσικά δεν τίθεται θέμα κτιστότητος, γιατί το Κτίσμα δεν γεννά δεν δημιουργεί κατ΄ ουσίαν, ενώ "πάντα" δια του Λόγου "εγένετο".
Ε΄: Το «εν Αυτώ Ζωή ην», πρωτίστως δηλώνει πως ο Χριστός συνιστά την ίδια την Ζωή και αυτή η ιδιότητα Του μεταδιδόμενη μέσω των Θείων Ενεργειών και ειδικά της Ενσαρκώσεως, απετέλεσε και αποτελεί το Φως των ανθρώπων. Γιατί το Φώς είναι ύπαρξη, ενώ το σκοτάδι η απουσία Του. Η «σκοτία» κατ΄ουσίαν είναι ανύπαρκτη. Η δύναμη του ανθρώπου, λοιπόν, απέναντι στην Εξουσία του Θανάτου και των Δαιμόνων, είναι η ύπαρξη που δεν δίνει υπόσταση στον εχθρό του ανθρώπου.
ΣΤ΄: Κατα το Χρυσόστομο οι Συνοπτικοί Ευαγγελιστές(Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς), τονίζουν την Ανθρώπινη Φύση του Κυρίου και περιγράφουν ιδιαίτερα τα της Ενσαρκώσεως. Ο Ιωάννης έτσι κι΄αλλιώς γράφει μεταγενέστερα απ΄όλους τους Συνοπτικούς και γνωρίζοντας τα Ευαγγέλιά τους περιγράφει, κυρίως, την Θεία Φύση του Ιησού.
Ζ΄: Ο Ιωάννης και Πρόδρομος ονομάζεται "Άγγελος", καθώς δεν δίδαξε λόγια δικά του αλλά Θεία, κατά το έργο της αποστολής του, το δε «Εγένετο» δεν πρέπει να μεταφράζεται ως «εμφανίστηκε» αλλά «κατέστη υπό Θεού» ή «αναδείχθηκε».
Η΄: Ο Θεός δεν έχει ανάγκη μαρτυρίας. Εντούτοις έχει τακτική Του να μιλάν τα έργα Του και οι άλλοι γι΄ Αυτόν και όχι Αυτός για την ιδιότητά Του.
Ι΄: Ο Πρόδρομος αποτελούσε το πλέον σεβαστό για την εποχή του πρόσωπο του Ισραήλ και το μεγαλύτερο γέννημα γυναικός κατά τον ίδιο το Χριστό. Υφίσταται βέβαια και θέμα ταπεινώσεως. Κατά το Χρυσόστομο, κανείς δεν θα μπορούσε να αντέξει την Δύναμη του Θείου Φωτός άρα ούτε και ο Βαπτιστής. Τονίζεται δε, μάλλον για δύο λόγους, πως δεν ήταν το Φως ο Πρόδρομος:
1) Πιθανότατα ο ένας ήταν πως επικρατούσε σύγχυση περί του Ιωάννου στα χρόνια της Καταστροφής των Ιεροσολύμων(70 μ.Χ.) και μετά, χρόνους άλλωστε που συνεγράφη και το παρόν Ευαγγέλιο.
2) Ο άλλος είναι πως αξιωματικά, συνήθως, θεωρείται ανώτερος ο μάρτυς από το μαρτυρούμενο. Μη ξεχνάμε πως έτσι πολλοί Μαθητές του Προδρόμου πλανήθηκαν.
ΙΑ΄: Ο Χρυσόστομος πιστεύει πως «Κόσμος» εννοείται το πλήθος το προσηλωμένο στην Ύλη. Ίσως, όμως, να αποτελεί έμμεση αναφορά στην Απιστία και αυτών ακόμα των Μαθητών.
Με την έννοια «ίδια», είτε «φωτογραφίζονται» οι Ιουδαίοι ως περιούσιο
ς λαός, είτε όλοι οι άνθρωποι ως υιοί Του.
ΙΒ΄: Στον στίχο 12, αναλύεται μια βασική διαφορά της Καινής Διαθήκης: η Πνευματική Συγγένεια. Για τον Χριστό δεν υπάρχουν συγγενείς, αλλά μόνο «υιοθετημένοι» με γνώμονα την υπακοή στο θέλημα Του και την πίστη στην δι΄ Αυτού Σωτηρία ως Θεού. Συνεπώς ποτέ δεν υπήρξε ως κριτήριο το "σπέρμα του Αβραάμ" δηλαδή η Εβραϊκή καταγωγή. Επιπλέον δεν λέει ο Ευαγγελιστής ότι τους ανέδειξε σε τέκνα Θεού, αλλά τους παρείχε την δυνατότητα αυτή κατά το Αυτεξούσιο των ανθρώπων: «Τέκνα Θεού γενέσθαι», υποδηλώνοντας την συνεχή προσπάθεια για να μην καταντήσει και το Βάπτισμα ως λογιζόμενη πανάκεια Σωτηρίας και άλλο «Τέκνο του Αβραάμ».
Η Άφεση των Αμαρτιών γίνεται με το Βάπτισμα, που αποτελεί τη Δευτέρα και απείρως ανωτέρα Γέννηση. Η διατήρηση της υπό του Βαπτίσματος καθαρότητος, εξαρτάται και από τη δική μας πρόθεση. Και ο αγώνας αυτός ολοκληρώνεται με την Αποδημία που οδηγεί όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους στο Κριτήριο.
ΙΓ΄: Η λέξη «Σαρξ» στην Εβραϊκή Βιβλική Θεολογία, σημαίνει άνθρωπος. Αντίθετα πολλές φορές στην ορολογία της Ελληνικής Φιλοσοφία, αποδίδεται ως απλά σάρκα. Από το γεγονός αυτό αργότερα, κατά τη διαμόρφωση της Δογματικής, προήλθαν πολλές παρεκκλίσεις. Το «Εγένετο» ερμηνεύεται ως Ενσάρκωση, αλλά όχι ως Μεταβολή της Ουσίας του Θεού.
ΙΔ΄: Εάν δεν γινόταν η Ενσάρκωση, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να δούμε τον Θεό κυριολεκτικά και πάντα στο μέτρο των ανθρωπίνων δυνατοτήτων.
Κατα Ιωάννη Α΄, 1-14
"1. Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος.
2. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν.
3. πάντα δι΄ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν.
4. εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων.
5. και το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν.
6. Εγένετο άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης·
7. ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, ίνα μαρτυρήση περί του φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσι δι΄ αυτού.
8. ουκ ην εκείνος το φως, αλλ΄ ίνα μαρτυρήση περί του φωτός.
9. Ην το φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον.
10. εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος δι΄ αυτού εγένετο, και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω.
11. εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον.
12. όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού,
13. οι ουκ εξ αιμάτων. ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ΄ εκ Θεού εγεννήθησαν.
14. Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν. και εθεασάμεθα τον δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας."[/i]
Σχόλια:
Α΄: Ο Ιωάννης σε αντιδιαστολή με τους Ματθαίο και Μάρκο που παραθέτουν Γενεαλογίες του Ιωσήφ και εν πάσει περιπτώσει ανθρώπινες Ρίζες μη έχουσες ουσιαστική σχέση με τον Χριστό, αναφέρει την πραγματική καταγωγή Του. Είναι χαρακτηριστικό πως το πλέον Δογματικό κείμενο των Ευαγγελιστών, συγγράφει ο πλέον κατά κόσμο αγράμματος των Μαθητών. Το κείμενο ξεκινάει απευθείας απο τον Λόγο / Χριστό και όχι απο τον Πατέρα. Δεν παραθέτει ανάλογη μαρτυρία περί του Πατρός, γιατί ο Πατέρας δεν έχει προέλευση και γιατί τον Λόγο και την Ενανθρώπηση Του αγνοούσε ο κόσμος.
Β΄: Κατα τον Χρυσόστομο:
1) το Δεύτερο Πρόσωπο της Τριάδος μαρτυρείται ως «Λόγος», ως υπαινιγμός της Απαθούς Γεννήσεως Του απο τον Πατέρα.
2) Καλείται ως «Φως», γιατί δια του Υιού παρεδόθη το Φως της Γνώσεως και
3) Προσφωνείται «Ζωή», γιατί μέσω του Φωτός χάρισε τη Ζωή.
Εδώ ας γίνει η εξής παρατήρηση: Αν και η περί του ονόματος του Λόγου ερμηνευτική του Χρυσοστόμου είναι πολύ ενδιαφέρουσα, προχωρημένη θα λέγαμε, ενδέχεται ο Υιός να ονομάζεται και Λόγος, ως ο μόνος που μεταφέρει την Διδασκαλία του Πατρός(όπως δηλαδή του παραδόθηκε) και καθώς την Φωνή αλλά και τη Θέα του Πατρός δεν άκουσε και δεν είδε ποτέ κανένας.
Ως προς την Ερμηνευτική του Φωτός, επεκτείνοντας, μάλλον, τα του Χρυσοστόμου, θα λέγαμε πως γίνεται αναφορά στο ότι ο Χριστός απεκάλυψε τον Πατέρα. Και δια του Ιησού έρχεται η υπό του Πατρός Κλήση στην Πίστη, η οποία και λέγεται και Γνώση Του.
Γ΄: Ο Χρυσόστομος θεωρεί:
α) πως το «Εν αρχή ην ο Λόγος» αναφέρεται στο Άχρονο του Υιού.
β) Το «ην» στον άνθρωπο, αποδίδει στο παρελθόν, στον Λόγο, στο Αΐδιο.
γ) Δεν περιγράφεται ως «εν αρχή ο Θεός ή ο Πατήρ εποίησε το Λόγο», για να μη θεωρηθεί κτίσμα ο Λόγος.
δ) Το «ην προς το Θεό», τονίζει την Θεότητά Του, γιατί κανένα κτίσμα δεν μπορεί να είναι κοντά στο Θεό παρά Ομοούσια Υπόσταση.
ε) Το «Και Θεός ην ο Λόγος» χωρίς το άρθρο «ο»(μπροστά βέβαια από το Θεός), αποκλείει τον Πολυθεϊσμό.
στ) Από την άλλη το «Ούτος ην εν αρχή προς το Θεό», είναι δηλωτικό για μια ακόμα φορά του Συναΐδιου με τον Πατέρα και της μη Χρονικής Γεννήσεώς Του.
Εδω ας γίνουν οι εξής παρατηρήσεις:
Το «Εν αρχή», ίσως, να αναφέρεται στην Δημιουργία του Κόσμου και την Γραφή των Ιουδαίων, δηλαδή την Παλαιά Διαθήκη. Το βιβλίο της «Γενέσεως» στα Αραμαϊκά έχει τίτλο «Beresheeth», όπως δηλαδή και τα πρώτα λόγια του εν λόγω Βιβλίου, δηλαδή στα Ελληνικά «Έν αρχή». Ενδεχομένως μάλιστα να εννοεί την Παρουσία του Υιού σε όλη την εξιστόρηση της Παλαιάς Διαθήκης και φυσικά την εκ των ων ούκ άνευ συμμετοχή Του στη Δημιουργία του Κόσμου ως Θεός και Τριαδική Υπόσταση.
Στις περισσότερες Γραφικές περιπτώσεις η λέξη «Θεός», μάλλον, ορίζει τον Πατέρα και όχι την Τριάδα. Κυρίαρχο, μάλιστα, θέμα του Ευαγγελίου του Ιωάννου, είναι η υπό του Πατρός Κλίση στην Πίστη και η Μαρτυρία του Πατρός προς τον Υιό. Υπάρχει δηλαδή η περίπτωση και πέρα από την ανάγκη τονισμού του Ομοουσίου του Χριστού, να έχουμε και υπογράμμιση της Προελεύσεως και της Μαρτυρίας που φέρει ο Υιός εκ του Πατρός.
Το δε «Ούτος ην εν αρχή προς το Θεό», φαίνεται ότι υποδηλώνει πως ο Κύριος από την εκ του Πατρός Άχρονη Γέννηση Του, υπήρξε Θεός και δεν απέκτησε την ιδιότητα αυτή ως Άνθρωπος κατά την Ενσάρκωση ή τη Βάπτιση. Δεν είναι επομένως Θεός Υιοθεσίας, όπως και οι ίδιοι οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν εφόσον ευλογηθούν της σωτηρίας.
Δ΄: Ο Χρόνος είναι μέγεθος συμβατικό και όχι πραγματικά υπαρκτό, που έχει ως μέτρα αναφοράς και χρονομετρήσεως διαφορές μεταξύ των κτισμάτων και φυσικά τις κατά περίσταση περιστροφές των Πλανητών γύρω από τα κυρίαρχα Ηλιακά τους σώματα. Ως εκ τούτου ο χρόνος μπορεί να διέπει κτίσματα από την στιγμή που δημιουργούνται, με πιθανή πρώτη τέτοια δυνατότητα τη Δημιουργία των Πνευμάτων ή αλλιώς του Αγγελικού Κόσμου.
Συνεπώς ο Δημιουργός Θεός και ως πανταχού παρών δεν υπόκειται σε χρόνο και κατά συνέπεια τόσο ο Λόγος όσο και ο Παράκλητος δεν δύνανται να έχουν χρονική διαφορά σε σχέση με τον Πατέρα. Φυσικά δεν τίθεται θέμα κτιστότητος, γιατί το Κτίσμα δεν γεννά δεν δημιουργεί κατ΄ ουσίαν, ενώ "πάντα" δια του Λόγου "εγένετο".
Ε΄: Το «εν Αυτώ Ζωή ην», πρωτίστως δηλώνει πως ο Χριστός συνιστά την ίδια την Ζωή και αυτή η ιδιότητα Του μεταδιδόμενη μέσω των Θείων Ενεργειών και ειδικά της Ενσαρκώσεως, απετέλεσε και αποτελεί το Φως των ανθρώπων. Γιατί το Φώς είναι ύπαρξη, ενώ το σκοτάδι η απουσία Του. Η «σκοτία» κατ΄ουσίαν είναι ανύπαρκτη. Η δύναμη του ανθρώπου, λοιπόν, απέναντι στην Εξουσία του Θανάτου και των Δαιμόνων, είναι η ύπαρξη που δεν δίνει υπόσταση στον εχθρό του ανθρώπου.
ΣΤ΄: Κατα το Χρυσόστομο οι Συνοπτικοί Ευαγγελιστές(Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς), τονίζουν την Ανθρώπινη Φύση του Κυρίου και περιγράφουν ιδιαίτερα τα της Ενσαρκώσεως. Ο Ιωάννης έτσι κι΄αλλιώς γράφει μεταγενέστερα απ΄όλους τους Συνοπτικούς και γνωρίζοντας τα Ευαγγέλιά τους περιγράφει, κυρίως, την Θεία Φύση του Ιησού.
Ζ΄: Ο Ιωάννης και Πρόδρομος ονομάζεται "Άγγελος", καθώς δεν δίδαξε λόγια δικά του αλλά Θεία, κατά το έργο της αποστολής του, το δε «Εγένετο» δεν πρέπει να μεταφράζεται ως «εμφανίστηκε» αλλά «κατέστη υπό Θεού» ή «αναδείχθηκε».
Η΄: Ο Θεός δεν έχει ανάγκη μαρτυρίας. Εντούτοις έχει τακτική Του να μιλάν τα έργα Του και οι άλλοι γι΄ Αυτόν και όχι Αυτός για την ιδιότητά Του.
Ι΄: Ο Πρόδρομος αποτελούσε το πλέον σεβαστό για την εποχή του πρόσωπο του Ισραήλ και το μεγαλύτερο γέννημα γυναικός κατά τον ίδιο το Χριστό. Υφίσταται βέβαια και θέμα ταπεινώσεως. Κατά το Χρυσόστομο, κανείς δεν θα μπορούσε να αντέξει την Δύναμη του Θείου Φωτός άρα ούτε και ο Βαπτιστής. Τονίζεται δε, μάλλον για δύο λόγους, πως δεν ήταν το Φως ο Πρόδρομος:
1) Πιθανότατα ο ένας ήταν πως επικρατούσε σύγχυση περί του Ιωάννου στα χρόνια της Καταστροφής των Ιεροσολύμων(70 μ.Χ.) και μετά, χρόνους άλλωστε που συνεγράφη και το παρόν Ευαγγέλιο.
2) Ο άλλος είναι πως αξιωματικά, συνήθως, θεωρείται ανώτερος ο μάρτυς από το μαρτυρούμενο. Μη ξεχνάμε πως έτσι πολλοί Μαθητές του Προδρόμου πλανήθηκαν.
ΙΑ΄: Ο Χρυσόστομος πιστεύει πως «Κόσμος» εννοείται το πλήθος το προσηλωμένο στην Ύλη. Ίσως, όμως, να αποτελεί έμμεση αναφορά στην Απιστία και αυτών ακόμα των Μαθητών.
Με την έννοια «ίδια», είτε «φωτογραφίζονται» οι Ιουδαίοι ως περιούσιο
ς λαός, είτε όλοι οι άνθρωποι ως υιοί Του.
ΙΒ΄: Στον στίχο 12, αναλύεται μια βασική διαφορά της Καινής Διαθήκης: η Πνευματική Συγγένεια. Για τον Χριστό δεν υπάρχουν συγγενείς, αλλά μόνο «υιοθετημένοι» με γνώμονα την υπακοή στο θέλημα Του και την πίστη στην δι΄ Αυτού Σωτηρία ως Θεού. Συνεπώς ποτέ δεν υπήρξε ως κριτήριο το "σπέρμα του Αβραάμ" δηλαδή η Εβραϊκή καταγωγή. Επιπλέον δεν λέει ο Ευαγγελιστής ότι τους ανέδειξε σε τέκνα Θεού, αλλά τους παρείχε την δυνατότητα αυτή κατά το Αυτεξούσιο των ανθρώπων: «Τέκνα Θεού γενέσθαι», υποδηλώνοντας την συνεχή προσπάθεια για να μην καταντήσει και το Βάπτισμα ως λογιζόμενη πανάκεια Σωτηρίας και άλλο «Τέκνο του Αβραάμ».
Η Άφεση των Αμαρτιών γίνεται με το Βάπτισμα, που αποτελεί τη Δευτέρα και απείρως ανωτέρα Γέννηση. Η διατήρηση της υπό του Βαπτίσματος καθαρότητος, εξαρτάται και από τη δική μας πρόθεση. Και ο αγώνας αυτός ολοκληρώνεται με την Αποδημία που οδηγεί όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους στο Κριτήριο.
ΙΓ΄: Η λέξη «Σαρξ» στην Εβραϊκή Βιβλική Θεολογία, σημαίνει άνθρωπος. Αντίθετα πολλές φορές στην ορολογία της Ελληνικής Φιλοσοφία, αποδίδεται ως απλά σάρκα. Από το γεγονός αυτό αργότερα, κατά τη διαμόρφωση της Δογματικής, προήλθαν πολλές παρεκκλίσεις. Το «Εγένετο» ερμηνεύεται ως Ενσάρκωση, αλλά όχι ως Μεταβολή της Ουσίας του Θεού.
ΙΔ΄: Εάν δεν γινόταν η Ενσάρκωση, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να δούμε τον Θεό κυριολεκτικά και πάντα στο μέτρο των ανθρωπίνων δυνατοτήτων.