Ευθανασία
Δημοσιεύτηκε: Παρ Μάιος 18, 2007 5:51 am
ΧΑΙΡΕΤΑΙ
ΕΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΔΕΙ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ " Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΑ ΜΟΥ" ΙΣΩΣ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΓΙΑΤΙ ΑΝΟΙΓΩ ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΕΜΑ...
ΙΣΩΣ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΒΡΗΚΑ
«Μετανοείς;»
«Σάλτα και γ.........»
«Ο Θεός σε έχει ήδη συγχωρέσει. Πορεύσου εν ειρήνη.»
«Άντε γ.......... σου είπα παλιομ...........!... Μην κάνεις ότι δεν ακούς.»
στο διάδρομο του νοσοκομείου)
«Έφυγε. Μετάλαβε πριν φύγει. Τώρα αναπαύεται στα χέρια του Δημιουργού του. Να ζήσετε να τον θυμάστε...»
(η μητέρα, με λυγμούς)
«Έφυγε τόσο νέος! Και ταλαιπωρήθηκε ο γλυκός μου... Άχνα δεν έβγαλε, δεν βαρυγκώμησε καθόλου το παιδί μου παρόλα αυτά που τον χτύπησαν!»
«Έλα, μαμά, πιες λίγο νερό... Θα πάθεις τίποτα. Ευχαριστούμε πάτερ, θα μιλήσουμε αργότερα για τα της κηδείας.»
«Να τον θυμάστε με αγάπη. Έστω και την τελευταία στιγμή επέλεξε να επιστρέψει στον Κύριο. Στον Κύριο της Αγάπης... Γραφείο κηδειών ξέρετε ή να το κανονίσω;»
«Όχι πάτερ, το έχουμε ήδη ρυθμίσει, τόσο καιρό που τον περιμέναμε...»
«Έχω πέντε χρόνια να αρθρώσω λέξη. Δεν έχω σταματήσει ούτε στιγμή να μιλάω. Το πρόβλημα είναι ότι οι δικοί μου είναι ηλίθιοι. Με αγαπάνε. Αλλά είναι ηλίθιοι. Κι εγωιστές. Αυτό δεν τους το συγχωρώ.
Πάνε δεκαπέντε χρόνια τώρα που αρρώστησα. Που πέθανα το λέω εγώ αλλά κανένας δεν το παραδέχεται. Σκότωσα ό, τι είχα εντός μου και προχώρησα στη μεταθανάτια ζωή μου με δεκανίκια· αυτά που μου δίναν οι κοντινοί μου (που δεν τους επέλεξα) για να κουτσαίνω στη ζωή τους.
Θα μπορούσες να είσαι η μόνη που θα έπαιρνα μαζί μου. Αλλά επέλεξες κι εσύ τον εύκολο δρόμο. Των τύψεων και των ελπίδων. Κι εκεί υπέγραψες τη θανατική σου καταδίκη για εμένα. Έγινες «οι άλλοι». Έγινες κομμάτι τους. Αδύνατον να σε πάρω μαζί μου πια. Έχεις πεθάνει από καιρό, έναν άλλο θάνατο. Δικός μου ο ορισμός του, στον κόσμο σας δεν θα τον καταλαβαίνατε ποτέ...
Η ζωή σας είναι γεμάτη ψέμματα. Γεμάτη ανασφάλεια και τύψεις. Τα δικά σας δεκανίκια τα ψάχνετε σε υποσχέσεις μιας άλλης ζωής. Αυτό εγώ δεν το κατάλαβα ποτέ. Κι ούτε θέλησα να σου πω την αλήθεια.
Η δική μου αλήθεια περικλείει το θάνατο ως κομμάτι της ζωής. Όχι σαν το γεγονός που μπορούμε να ελέγξουμε, να παρατείνουμε, να του κλείσουμε τα μάτια μήπως χάσει το δρόμο. Την ζωή μου εγώ την ορίζω. Και το θάνατό μου εγώ. Λογική συνέπεια καλείται αυτό. Όχι δειλία. Και ήθελα πολύ να είμαι συνεπής με τον εαυτό μου. Αλλά δεν σας έκανε αυτό. Τι θα έκανε ο παπάς χωρίς τη δική μου συμβολή στο νεκροταφείο και στο παγκάρι του; Πώς θα διαχειριζόσασταν εσείς τις τύψεις που σας έχουν εμφυτεύσει στον φτωχό σας εγκέφαλο;
Δεν ξέρω γιατί σου τα γράφω όλα αυτά. Δεν ελπίζω και δεν θέλω να αλλάξει τίποτα πια. Πεθαίνω κάνοντάς σας το χατήρι. Η ζωή που μου έχετε επιβάλει με εμπαίζει. Ίσως γιατί την κατάλαβα την π...... Κατάλαβα ότι από μόνη της καμία αξία δεν έχει. Έχει αυτή που της δίνουμε εμείς. Ο καθένας στη δική του. Αυτογνωσία καλείται αυτό.
Τι σου ήταν, ρε, να μου κάνεις εκείνη τη γ.....ένεση; Στα γόνατα σε παρακαλούσα! Κλαίγοντας και ουρλιάζοντας. Με αγαπούσες, κι εσύ και όλοι τους, λιγότερο από όσο πίστευα. Για αυτό και σας έριξα από μία σφαίρα στον κρόταφο μέσα μου και σας σκότωσα. Η αδυναμία μου και η ασυνέπειά μου ήταν ότι σας άφησα να με σκοτώνετε καθημερινά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Αυτό, Εγώ, δεν μου το συγχωρώ.
Θα με ρωτήσεις γιατί δεν πλήρωσα στην Ολλανδία να μου την κάνουν. Δεν ήθελα να φύγω μόνος. Ήθελα το χέρι σου γεμάτο αγάπη να με ταΐσει στο ταξίδι. Δεν ήθελα να φύγω επαγγελματικά. Ήθελα να φύγω ανθρώπινα. Κι ο άνθρωπος -μα καλά, πουθενά δεν σας το έμαθαν αυτό;- γίνεται από την αγάπη. Όχι το σχήμα ή τη λογική του. Από την Αγάπη που μπορεί να νιώθει μέσα στην παράλογη λογική του. Για εμένα το χάσατε αυτό το χαρακτηριστικό σας. Παύσατε να είστε άνθρωποι. Ανδρείκελα, ίσως.
Μαθαίνω πως σε λίγο καιρό δεν θα μπορώ ούτε να κουνήσω τα δάχτυλά μου, έστω αυτό το λίγο που μου επιτρέπει να σου γράφω τώρα. Για αυτό στα λέω τώρα. Για να λάβεις αυτό το γράμμα σίγουρα.Τουλάχιστον εσύ να μην νιώθεις καλά με τον εαυτό σου, όπως οι άλλοι, όταν φύγω. Γιατί εσύ, μέχρι να σε σκοτώσω, δεν ήσουν ποτέ «οι άλλοι». Για αυτό και δεν σε συγχώρεσα ποτέ. Για αυτό και σε μισώ όσο δεν μίσησα ποτέ τίποτα και κανέναν. Για αυτό και είσαι συνέχεια μέσα μου. Έχω πεθάνει από καιρό· έχω πεθάνει μια ζωή που εσάς σας θρέφει. Το μίσος μου συντηρεί τη λογική μου. Ξέρω ότι σου δίνω τα όπλα για να πιστέψεις ότι η αρρώστια με έχει καταστρέψει, ότι τα φάρμακα με έχουν οδηγήσει σε ντελίριο και απώλεια της λογικής. Μάθε ότι δεν τα πήρα ποτέ. Τα έφτυνα στη λεκάνη μόλις γυρίζατε κεφάλι και συνεχίζατε με τις ζωές σας. Οι ενέσεις μόνο μπήκαν μέσα μου. Αλλά δεν είναι αρκετές να με κρατήσουν εδώ. Ευτυχώς.
Θα μπορούσαν να είναι αλλιώς. Θα μπορούσες εσύ να είσαι αλλιώς. Θα μπορούσαν όλα να έχουν τελειώσει με αγάπη. Θα μπορούσα να σε έχω πάρει μαζί μου. Σε αυτό το ταξίδι γεμάτο αγάπη και χέρια γεμάτα κατανόηση. Επέλεξες το θάνατο. Για να επιζήσεις εσύ. Για να κουμαντάρεις τις τύψεις και να θρέψεις τις ελπίδες. Τις ελπίδες άλλων. Μισθοφόρων της, εντεταλμένων του θανάτου. Έχεις πεθάνει από καιρό. Μαζί με τους «άλλους». Δεν μπορώ να θρηνήσω άλλο για αυτούς που πέθαναν. Από εδώ και μπρος θα σκέφτομαι τι θα κάνω όταν θα πέσει η αυλαία και θα εξαφανιστώ στο παρασκήνιο. Έχω να ονειρευτώ την τελευταία μου ανάσα. Αυτή ήταν η ελπίδα μου τόσα χρόνια. Κι αυτή ήταν η δική Μου ελπίδα, όχι κάποιου άλλου.
Ξέρω πως θα μου φέρουν κάποιον από τους μισθοφόρους της σειράς να με «διαβάσει» πριν φύγω. Ξέρω πως δεν θα με ακούσει και δεν θα καταλάβει τι θα του πω τότε, ούτε ο υπάλληλος ούτε οι δικοί μου, όμως εγώ μέσα μου θα ουρλιάζω με λύσσα. Και μετά θα κλάψουν ξαλαφρωμένοι που έφυγα όπως ήθελαν. Τους μιλώ με τα μάτια χρόνια τώρα. Κάποτε κατάφερνα να τους ψιθυρίσω πως δεν είναι έτσι αυτό που θέλω. Πως αν μ' αγαπούσαν έπρεπε κάποτε, διάολε, να το δείξουν και με πράξη. Τους σκότωσα και τους απαξίωσα, για αυτό κι έχω σταματήσει πλέον να τους μιλάω. Όχι ότι άκουγαν ποτέ -για να καταλάβουν ούτε κουβέντα. Ο άνθρωπος δεν μιλάει μόνο με το στόμα, κουφάλες, αλλά αυτό δεν το αντιλήφθηκαν ποτέ.
Θέλω εσύ να ξέρεις πως δεν θα μετανοήσω. Σίγουρα πράγματα. Θάρρος καλείται αυτό. Θέλω εσύ να κλάψεις από δυστυχία κι όχι από ξαλάφρωμα, όπως οι άλλοι. Γιατί είσαι ξεχωριστή. Το μίσος μου για εσένα με έκανε να τα βγάλω πέρα με τα σκουριασμένα δεκανίκια μου. Και γιατί θα μπορούσες να μην είσαι «οι άλλοι». Αλλά επέλεξες να γίνεις σωρός. Με τη φυγή μου θα στο στερήσω αυτό, θα σε βγάλω από το σωρό. Θα ξαναγίνεις ξεχωριστή σε κάτι για εμένα.
Το μίσος μου και η αγάπη μου θα σου χαρίσουν μια ζωή που ούτε την φαντάστηκες ποτέ. Αυτήν που κυλά με αλήθεια.
Θα φύγω ήσυχος. Ταλαιπωρημένος, απογοητευμένος αλλά όταν θα έρθει εκείνη η ώρα το μόνο που θα σκέφτομαι είναι ελευθερία. Ό,τι κι αν κάνατε, αυτήν δεν καταφέρατε να μου τη στερήσετε.»
ΕΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΔΕΙ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ " Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΑ ΜΟΥ" ΙΣΩΣ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΓΙΑΤΙ ΑΝΟΙΓΩ ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΕΜΑ...
ΙΣΩΣ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΒΡΗΚΑ
«Μετανοείς;»
«Σάλτα και γ.........»
«Ο Θεός σε έχει ήδη συγχωρέσει. Πορεύσου εν ειρήνη.»
«Άντε γ.......... σου είπα παλιομ...........!... Μην κάνεις ότι δεν ακούς.»
στο διάδρομο του νοσοκομείου)
«Έφυγε. Μετάλαβε πριν φύγει. Τώρα αναπαύεται στα χέρια του Δημιουργού του. Να ζήσετε να τον θυμάστε...»
(η μητέρα, με λυγμούς)
«Έφυγε τόσο νέος! Και ταλαιπωρήθηκε ο γλυκός μου... Άχνα δεν έβγαλε, δεν βαρυγκώμησε καθόλου το παιδί μου παρόλα αυτά που τον χτύπησαν!»
«Έλα, μαμά, πιες λίγο νερό... Θα πάθεις τίποτα. Ευχαριστούμε πάτερ, θα μιλήσουμε αργότερα για τα της κηδείας.»
«Να τον θυμάστε με αγάπη. Έστω και την τελευταία στιγμή επέλεξε να επιστρέψει στον Κύριο. Στον Κύριο της Αγάπης... Γραφείο κηδειών ξέρετε ή να το κανονίσω;»
«Όχι πάτερ, το έχουμε ήδη ρυθμίσει, τόσο καιρό που τον περιμέναμε...»
«Έχω πέντε χρόνια να αρθρώσω λέξη. Δεν έχω σταματήσει ούτε στιγμή να μιλάω. Το πρόβλημα είναι ότι οι δικοί μου είναι ηλίθιοι. Με αγαπάνε. Αλλά είναι ηλίθιοι. Κι εγωιστές. Αυτό δεν τους το συγχωρώ.
Πάνε δεκαπέντε χρόνια τώρα που αρρώστησα. Που πέθανα το λέω εγώ αλλά κανένας δεν το παραδέχεται. Σκότωσα ό, τι είχα εντός μου και προχώρησα στη μεταθανάτια ζωή μου με δεκανίκια· αυτά που μου δίναν οι κοντινοί μου (που δεν τους επέλεξα) για να κουτσαίνω στη ζωή τους.
Θα μπορούσες να είσαι η μόνη που θα έπαιρνα μαζί μου. Αλλά επέλεξες κι εσύ τον εύκολο δρόμο. Των τύψεων και των ελπίδων. Κι εκεί υπέγραψες τη θανατική σου καταδίκη για εμένα. Έγινες «οι άλλοι». Έγινες κομμάτι τους. Αδύνατον να σε πάρω μαζί μου πια. Έχεις πεθάνει από καιρό, έναν άλλο θάνατο. Δικός μου ο ορισμός του, στον κόσμο σας δεν θα τον καταλαβαίνατε ποτέ...
Η ζωή σας είναι γεμάτη ψέμματα. Γεμάτη ανασφάλεια και τύψεις. Τα δικά σας δεκανίκια τα ψάχνετε σε υποσχέσεις μιας άλλης ζωής. Αυτό εγώ δεν το κατάλαβα ποτέ. Κι ούτε θέλησα να σου πω την αλήθεια.
Η δική μου αλήθεια περικλείει το θάνατο ως κομμάτι της ζωής. Όχι σαν το γεγονός που μπορούμε να ελέγξουμε, να παρατείνουμε, να του κλείσουμε τα μάτια μήπως χάσει το δρόμο. Την ζωή μου εγώ την ορίζω. Και το θάνατό μου εγώ. Λογική συνέπεια καλείται αυτό. Όχι δειλία. Και ήθελα πολύ να είμαι συνεπής με τον εαυτό μου. Αλλά δεν σας έκανε αυτό. Τι θα έκανε ο παπάς χωρίς τη δική μου συμβολή στο νεκροταφείο και στο παγκάρι του; Πώς θα διαχειριζόσασταν εσείς τις τύψεις που σας έχουν εμφυτεύσει στον φτωχό σας εγκέφαλο;
Δεν ξέρω γιατί σου τα γράφω όλα αυτά. Δεν ελπίζω και δεν θέλω να αλλάξει τίποτα πια. Πεθαίνω κάνοντάς σας το χατήρι. Η ζωή που μου έχετε επιβάλει με εμπαίζει. Ίσως γιατί την κατάλαβα την π...... Κατάλαβα ότι από μόνη της καμία αξία δεν έχει. Έχει αυτή που της δίνουμε εμείς. Ο καθένας στη δική του. Αυτογνωσία καλείται αυτό.
Τι σου ήταν, ρε, να μου κάνεις εκείνη τη γ.....ένεση; Στα γόνατα σε παρακαλούσα! Κλαίγοντας και ουρλιάζοντας. Με αγαπούσες, κι εσύ και όλοι τους, λιγότερο από όσο πίστευα. Για αυτό και σας έριξα από μία σφαίρα στον κρόταφο μέσα μου και σας σκότωσα. Η αδυναμία μου και η ασυνέπειά μου ήταν ότι σας άφησα να με σκοτώνετε καθημερινά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Αυτό, Εγώ, δεν μου το συγχωρώ.
Θα με ρωτήσεις γιατί δεν πλήρωσα στην Ολλανδία να μου την κάνουν. Δεν ήθελα να φύγω μόνος. Ήθελα το χέρι σου γεμάτο αγάπη να με ταΐσει στο ταξίδι. Δεν ήθελα να φύγω επαγγελματικά. Ήθελα να φύγω ανθρώπινα. Κι ο άνθρωπος -μα καλά, πουθενά δεν σας το έμαθαν αυτό;- γίνεται από την αγάπη. Όχι το σχήμα ή τη λογική του. Από την Αγάπη που μπορεί να νιώθει μέσα στην παράλογη λογική του. Για εμένα το χάσατε αυτό το χαρακτηριστικό σας. Παύσατε να είστε άνθρωποι. Ανδρείκελα, ίσως.
Μαθαίνω πως σε λίγο καιρό δεν θα μπορώ ούτε να κουνήσω τα δάχτυλά μου, έστω αυτό το λίγο που μου επιτρέπει να σου γράφω τώρα. Για αυτό στα λέω τώρα. Για να λάβεις αυτό το γράμμα σίγουρα.Τουλάχιστον εσύ να μην νιώθεις καλά με τον εαυτό σου, όπως οι άλλοι, όταν φύγω. Γιατί εσύ, μέχρι να σε σκοτώσω, δεν ήσουν ποτέ «οι άλλοι». Για αυτό και δεν σε συγχώρεσα ποτέ. Για αυτό και σε μισώ όσο δεν μίσησα ποτέ τίποτα και κανέναν. Για αυτό και είσαι συνέχεια μέσα μου. Έχω πεθάνει από καιρό· έχω πεθάνει μια ζωή που εσάς σας θρέφει. Το μίσος μου συντηρεί τη λογική μου. Ξέρω ότι σου δίνω τα όπλα για να πιστέψεις ότι η αρρώστια με έχει καταστρέψει, ότι τα φάρμακα με έχουν οδηγήσει σε ντελίριο και απώλεια της λογικής. Μάθε ότι δεν τα πήρα ποτέ. Τα έφτυνα στη λεκάνη μόλις γυρίζατε κεφάλι και συνεχίζατε με τις ζωές σας. Οι ενέσεις μόνο μπήκαν μέσα μου. Αλλά δεν είναι αρκετές να με κρατήσουν εδώ. Ευτυχώς.
Θα μπορούσαν να είναι αλλιώς. Θα μπορούσες εσύ να είσαι αλλιώς. Θα μπορούσαν όλα να έχουν τελειώσει με αγάπη. Θα μπορούσα να σε έχω πάρει μαζί μου. Σε αυτό το ταξίδι γεμάτο αγάπη και χέρια γεμάτα κατανόηση. Επέλεξες το θάνατο. Για να επιζήσεις εσύ. Για να κουμαντάρεις τις τύψεις και να θρέψεις τις ελπίδες. Τις ελπίδες άλλων. Μισθοφόρων της, εντεταλμένων του θανάτου. Έχεις πεθάνει από καιρό. Μαζί με τους «άλλους». Δεν μπορώ να θρηνήσω άλλο για αυτούς που πέθαναν. Από εδώ και μπρος θα σκέφτομαι τι θα κάνω όταν θα πέσει η αυλαία και θα εξαφανιστώ στο παρασκήνιο. Έχω να ονειρευτώ την τελευταία μου ανάσα. Αυτή ήταν η ελπίδα μου τόσα χρόνια. Κι αυτή ήταν η δική Μου ελπίδα, όχι κάποιου άλλου.
Ξέρω πως θα μου φέρουν κάποιον από τους μισθοφόρους της σειράς να με «διαβάσει» πριν φύγω. Ξέρω πως δεν θα με ακούσει και δεν θα καταλάβει τι θα του πω τότε, ούτε ο υπάλληλος ούτε οι δικοί μου, όμως εγώ μέσα μου θα ουρλιάζω με λύσσα. Και μετά θα κλάψουν ξαλαφρωμένοι που έφυγα όπως ήθελαν. Τους μιλώ με τα μάτια χρόνια τώρα. Κάποτε κατάφερνα να τους ψιθυρίσω πως δεν είναι έτσι αυτό που θέλω. Πως αν μ' αγαπούσαν έπρεπε κάποτε, διάολε, να το δείξουν και με πράξη. Τους σκότωσα και τους απαξίωσα, για αυτό κι έχω σταματήσει πλέον να τους μιλάω. Όχι ότι άκουγαν ποτέ -για να καταλάβουν ούτε κουβέντα. Ο άνθρωπος δεν μιλάει μόνο με το στόμα, κουφάλες, αλλά αυτό δεν το αντιλήφθηκαν ποτέ.
Θέλω εσύ να ξέρεις πως δεν θα μετανοήσω. Σίγουρα πράγματα. Θάρρος καλείται αυτό. Θέλω εσύ να κλάψεις από δυστυχία κι όχι από ξαλάφρωμα, όπως οι άλλοι. Γιατί είσαι ξεχωριστή. Το μίσος μου για εσένα με έκανε να τα βγάλω πέρα με τα σκουριασμένα δεκανίκια μου. Και γιατί θα μπορούσες να μην είσαι «οι άλλοι». Αλλά επέλεξες να γίνεις σωρός. Με τη φυγή μου θα στο στερήσω αυτό, θα σε βγάλω από το σωρό. Θα ξαναγίνεις ξεχωριστή σε κάτι για εμένα.
Το μίσος μου και η αγάπη μου θα σου χαρίσουν μια ζωή που ούτε την φαντάστηκες ποτέ. Αυτήν που κυλά με αλήθεια.
Θα φύγω ήσυχος. Ταλαιπωρημένος, απογοητευμένος αλλά όταν θα έρθει εκείνη η ώρα το μόνο που θα σκέφτομαι είναι ελευθερία. Ό,τι κι αν κάνατε, αυτήν δεν καταφέρατε να μου τη στερήσετε.»