Σελίδα 1 από 1

Ανεξικακια...

Δημοσιεύτηκε: Τρί Σεπ 18, 2007 10:17 pm
από NIKOSZ
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑ

Διηγείται ο αββάς Ζωσιμάς

Είχα στη σκήτη έναν αδελφό υποτακτικό, ο οποίος προερχόταν από πλούσιο σπίτι, ήταν καλομαθημένος και είχε ανάγκη από ιδιαίτερη φροντίδα και κατανόηση, για να προχωρήσει στη μοναχική ζωή. Πράγματι, λοιπόν, με τη Χάρη του θεού, τον κατήρτησα πνευματικά στο πνεύμα του μοναχισμού και έφθασε ως το σημείο να λάβει από μένα το Μοναχικό, το Αγγελικό, Σχήμα.

Αυτός, λοιπόν, μια μέρα μου είπε:

-Αββά, σε αγαπώ πολύ.

Εγώ του απάντησα>

- Ακόμη δεν βρήκαν κάποιον που να με αγαπά όπως τον αγαπώ. Τώρα μου λες ότι με αγαπάς και εγώ σε πιστεύω. Αν όμως συμβεί κάτι που να μη σου αρέσει, δεν θα παραμείνεις ο ίδιος. Εγώ, όμως, με τη βοήθεια του Θεού, ό,τι και να πάθω από σένα, θα παραμείνω ο ίδιος απέναντί σου και τίποτε δεν θα μπορέσει να με απομακρύνει από την αγάπη σου.

Πέρασε, πραγματικά, λίγος καιρός και δεν γνωρίζω για ποιό λόγο ή τι του συνέβη, διότι δεν συγκατοικούσαμε πια μαζί και ο αδελφός άρχισε να διαδίδει για το πρόσωπό μου πολλά φοβερά, ακόμη και αισχρά.

Εγώ, μόλις πληροφορήθηκα όλα όσα έλεγε εναντίον ου, είπα στον εαυτό μου:

-Αυτός ο άνθρωπος είναι «καυτήριο»του Ιησού και στάλθηκε για να θεραπεύσει την κενόδοξη ψυχή σου. Αυτός, πραγματικά, είναι ευεργέτης σου.

Και όντως τον θεωρούσα σαν γιατρό και θεραπευτή μου και προσευχόμουνα διάπυρα γιʼ αυτόν. Ενώ σʼ αυτούς που μου μετέφεραν τα λόγια του, απαντούσα:

-Ο αδελφός γνωρίζει όσα ελαττώματά μου είναι φανερά, και όχι όλα, πολύ ελάχιστα. Αναφέρει, λοιπόν, όσα γνωρίζει. Έχω όμως και πολλά άλλα που διαφεύγουν την προσοχή του.

Μετά, λοιπόν, από αρκετό καιρό ο αδελφός αυτός με συνάντησε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Και, κατά τη συνήθειά του, με αγκάλιασε και με ασπάσθηκε αδελφικά. Και εγώ επίσης έκανα το ίδιο, σαν να μη συνέβαινε τίποτε. Το ίδιο πράγμα επαναλήφθηκε πολλές φορές. Ενώ δηλαδή έλεγε τέτοια φοβερά λόγια εναντίον μου, κάθε φορά που με συναντούσε, με αγκάλιαζε θερμά και με ασπαζόταν.

Και εγώ του ανταπέδιδα θερμό τον χαιρετισμό, χωρίς να του δίνω καμιά υποψία ότι έχω μάθει όσα διαδίδει για το πρόσωπό μου. Ούτε του φανέρωνα κάποια λύπη για τις συκοφαντίες του, αν και τίποτε απʼ όσα έλεγε δεν ξέφευγε από τα αυτιά μου. Κάποια μέρα, λοιπόν, ύστερα απʼ αυτά, με ξανασυνάντησε και έτρεξε, ως συνήθως, κοντά μου, αλλά αυτή τη φορά έπεσε στα πόδια μου, τα κράτησε σφιχτά, και μου είπε:

- Συγχώρεσέ με Αββά, για την αγάπη του Κυρίου, γιατί πολλά φοβερά καταλάλησα εναντίον σου και εσύ είσαι καθαρός και άδολος.

Εγώ τότε τον σήκωσα επάνω, τον ασπάσθηκα και του είπα χαριεντιζόμενος:

- Θυμάσαι, αδελφέ, που κάποτε μου είπες «σε αγαπώ πολύ» και εγώ σου απάντησαν ότι «ακόμη δεν βρήκα κάποιον να με αγαπά όπως τον αγαπώ;» Θα θυμάσαι ασφαλώς και τα υπόλοιπα που σου έλεγα. Θέλω να ξέρεις ότι τίποτε δεν μου διέφυγε από όσα διέδιδες εναντίον μου. Μάθαινα τα πάντα, και το μέρος που τα έλεγες και σε ποιούς τα έλεγες. Ουδέποτε, βέβαια, τα διέψευσα και ούτε είπα σε κανέναν «δεν είναι έτσι όπως τα λεει ο αδελφός». Ούτε παρασύρθηκα, με τη Χάρη του Αγίου θεού, να πω σε κάποιον κακό λόγο για το δικό σου πρόσωπο.

Αλλά έλεγα σʼ αυτούς που μου μετέφεραν τις κατηγορίες σου, ότι « αυτά που λεει ο αδελφός τα λεει από αγάπη, γιατί θέλει να είμαι σωστός μοναχός». Και ουδέποτε έπαυσα να προσεύχομαι για σένα. Θα σου πως κάτι ακόμη, αδελφέ, για να καταλάβεις ότι η αγάπη μου παρέμεινε αναλλοίωτη προς το πρόσωπό σου. Όταν κάποτε πόνεσε το μάτι μου πάρα πολύ και κινδύνευσα να το χάσω, αμέσως, σε θυμήθηκα, έκανα το σημείο το σταυρού και είπα:

-Κύριε, Ιησού, Χριστέ, με τις ευχές του αδελφού μου (τάδε), κάνε με καλά.

Και αμέσως θεραπεύθηκα.

Από τότε, συνέχισε ο αββάς Ζωσιμάς, ο αδελφός εκείνος απέκτησε τέλεια εμπιστοσύνη σε μένα, σταμάτησε να με κατηγορεί, με υπερεκτιμούσε και με αγαπούσε αληθινά.

Στη συνέχεια πρόσθεσε:

Εμείς δεν γνωρίζουμε πως να κερδίσουμε την αγάπη και την εκτίμηση των αδελφών μας. Διότι, αν ταπεινωθεί κάποιος και ανεχθεί τον αδελφό του, ο αδελφός του θα συναισθανθεί την ταπείνωση και την ανεξικακία του και θα ανάψει μέσα στην καρδιά του ισχυρή αγάπη και εκτίμηση για το πρόσωπό του, αλλά θα κερδίσει ταυτόχρονα και την ψυχή του.


Από το Γεροντικό

Δημοσιεύτηκε: Τρί Σεπ 18, 2007 10:20 pm
από NIKOSZ
Κάποιος σοφός πατήρ λέει: «Εκείνος που αδικείται και συγχωρεί, ομοιάζει με τον Ιησού. Εκείνος που δεν αδικεί μεν, αλλʼ ούτε να αδικείται του αρέσει, είναι στη θέση του Αδάμ. Ο άδικος όμως, ο κακεντρεχής κι ο συκοφάντης δεν διαφέρει από τον διάβολο».

+++

Ο Αββάς Ισίδωρος ο Πρεσβύτερος μιας σκήτης στην Αίγυπτο είχε τόση ανεξικακία, ώστε έπαιρνε κοντά του κι διόρθωνε όλους τους κακούς υποτακτικούς. Όταν λόγου χάρι συνέβαινε να έχει κανένας από τους Γέροντες υποτακτικό αντίλογο ή ανυπότακτο και ήθελε να τον διώξει, ο Αββάς Ισίδωρος προλάβαινε και του έλεγε:
-Φέρε τον σε μένα, αδελφέ.

Τον κρατούσε στο κελί, και με την καλωσύνη και την υπομονή του τον διόρθωνε και τον έστελνε σωφρονισμένο στο Γέροντά του.
Στην Εκκλησία πάλι το πιο προσφιλές του κήρυγμα ήταν το «εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών...»(Ματθ.6, 14).
-Αδελφοί, συγχωρήσατε, συγχωρήσατε τους αδελφούς σας, για να συγχωρηθούν αι αμαρτίαι σας, φώναζε από τον άμβωνα με όλη τη δύναμη της ψυχής του ο άγιος Γέροντας.

+++

Κάποιος χριστιανός πήγε να συμβουλευθεί τον Αββά Σιλουανό.
-Έχω ένα θανάσιμο εχθρό, Πάτερ, του εξομολογηθεί. Τα κακά που μου έχει προξενήσει αυτός ο άνθρωπος είναι αναρίθμητα. Προ καιρού κέρδισε με απάτη ένα μεγάλο κομμάτι από το χωράφι μου. Με συκοφαντεί, όπου βρεθεί, κακολογεί κι εμένα και την οικογένειά μου. Μου έχει κάνει το βίο αβίωτο. Τώρα τελευταία μάλιστα επιβουλεύεται και την ζωή μου. Πριν λίγες ημέρες έμαθα πως αποπειράθηκε να με δηλητηριάσει. Δεν παίρνει άλλο λοιπόν. Είμαι αποφασισμένος να τον παραδώσω στη δικαιοσύνη.

-Κάνε όπως θέλεις, του είπε με αδιαφορία ο Αββάς Σιλουανός.
-Δε νομίζεις, Πάτερ, πως όταν τιμωρηθεί και μάλιστα αυστηρά, όπως του πρέπει, θα σωθεί η ψυχή του; ρώτησε ο άνθρωπος, που τώρα άρχισε να ενδιαφέρεται και για την ψυχική ωφέλεια του εχθρού του.

-Κάνε ό,τι σε αναπαύει, εξακολουθούσε να λέγει με το ίδιο ύφος ο Όσιος.
-Πηγαίνω, λοιπόν, στον δικαστή κατʼ ευθείαν, είπε ο χριστιανός και σηκώθηκε να φύγει.
-Μη βιάζεσαι τόσο, του είπε με ηρεμία ο Όσιος. Ας προσευχηθούμε πρώτα να κατευοδώσει ο Θεός την πράξη σου.

Αρχισε το «Πάτερ ημών».
«Και μη αφίης ημίν τα οφειλήματα ημών, ως ουδέ ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών», ακούστηκε να λέγει μεγαλοφώνως ο Όσιος, σαν έφτασε σʼ αυτόν τον στίχο.
-Λάθος, Αββά, δε λέγει έτσι η Κυριακή Προσευχή, έσπευσε να διορθώσει ο χριστιανός.
-Έτσι όμως είναι, αποκρίθηκε μʼ όλη του την απάθεια ο Γέροντας. Αφού αποφάσισες να παραδώσεις τον αδελφό του στο δικαστή, ο Σιλουανός δεν κάνει άλλη προσευχή για σένα.

+++

Ένας αγαθώτατος ερημίτης γειτόνευε με κάποιον τεμπέλη Μοναχό, που βαρειόταν να δουλέψει και για να ζήσει πήγαινε κρυφά στην καλύβη του γείτονά του και του έκλεβε τα πράγματα. Ο Ερημίτης το είχε καταλάβει, αλλά δεν έκανε ποτέ του λόγο γιʼ αυτό στον ένοχο.
-Για να κάνει τέτοια πράξη, θα έχει πολλή ανάγκη ο Αδελφός, έλεγε συχνά στον εαυτό του ο αγαθός Γέροντας.

Δούλευε όμως σκληρά, για να καταφέρει να ζήσει και μʼ όλο τούτο, υστερείτο, γιατί ο κλέπτης παίρνοντας για κουταμάρα τη σιωπή του είχε εντελώς αποθρασυνθεί και δεν του άφηνε σχεδόν ούτε ψωμί να φάγει.

Έφθασε η ώρα να κοιμηθεί ο Ερημίτης κι οι Αδελφοί της σκήτης μαζεύτηκαν γύρω του να πάρουν την ευχή του. Ανάμεσά τους ο ετοιμοθάνατος είδε εκείνον που τόσα χρόνια τον είχε κάνει να υποφέρει με τις κλεψιές του. Του έγνεψε να πάει κοντά του, και , όταν εκείνος πλησίασε, πήρε τα χέρια του μέσα στα δικά του κι άρχισε να τα φιλεί.

-Ευχαριστώ τα χέρια αυτά, έλεγε, που έγιναν αφορμή να βρω σήμερα τον Παράδεισο.
Αν μάθεις πως κάποιος σε μισεί και σε κακολογεί – λέγει ένας από τους Πατέρες- μη του κρατάς κακία. Αν μπορείς μάλιστα στείλε του ένα δώρο. Έτσι θα έχεις το θάρρος να πεις στον Χριστό την ώρα της Κρίσης
-Αφες μου, Δέσποτα, τα οφειλήματά μου, καθώς και εγώ αφήκα τα οφειλήματα του πλησίον μου.

+++

Μερικοί ευλαβείς νέοι ανέβηκαν στη σκήτη να επισκεφθούν ένα πνευματικό Γέροντα. Έξω από την καλύβη του βρήκαν κάτι τσομπανόπουλα, που έβοσκαν τα κοπάδια τους. Έκαναν όμως τόση φασαρία με τα παιχνίδια και τις φωνές τους, που απόρησαν οι επισκέπτες.

-Πώς ανέχεσαι αυτά τα παλιόπαιδα, Πάτερ, και δεν τα διώχνεις; Ρώτησαν τον Γέροντα.

-Είναι καιρός τώρα, τέκνα μου, απεκρίθη ο αγαθός Γέρων, που έχω αποφασίσει να τα μαλώσω και να τα διώξω. Κάθε φορά όμως αναβάλλω, λέγοντας στον εαυτό μου αν τόσο μικρή ενόχληση δεν ανέχεσαι, πως θα σηκώσεις ένα πιο μεγάλο πειρασμό; Έτσι συνηθίζω να δέχομαι ευχαρίστως τις μικροδοκιμασίες, που μου στέλνει ο Κύριός μου.

+++

Κάποιος ερημίτης είχε ένα νεαρό μαθητή δύστροπο κι ανυπότακτο. Με κανένα τρόπο δεν εννοούσε νʼ ακούσει τις συμβουλές του Γέροντος του και να διορθωθεί. Ο Όσιος μακροθυμούσε, ελπίζοντας πως με τον καιρό θα φρονίμευε.

Μια μέρα ο υποτακτικός κλείδωσε το κελλαρικό που φύλαγαν τα λίγα τρόφιμά τους και κατέβηκε στην πόλη, χωρίς να πει σε κανένα τίποτα κι έμεινε δύο εβδομάδες. Στο διάστημα αυτό ο Γέροντας του έμεινε νηστικός, αφού δεν έβρισκε τι να φάει. Κάποτε, τέλος πάντων, τον πήρε είδηση ένας γείτονάς του και του πήγε λίγες μαγειρεμένες φακές.

-Σαν νʼ άργησε πολύ ο υποτακτικός σου, είπε ο γείτονας.
Και ο αγαθώτατος Γέροντας, μʼ όλη του την ανεξικακία
-Ε, όταν ευκαιρήσει ο αδελφός, θα έλθει πάλι, αποκρίθηκε.

+++

Ένας από τους Γέροντες δίνει την ακόλουθη αξιοπρόσεκτη συμβουλή:

Αν μεταξύ σού και κάποιου άλλου ειπωθούν λόγια δυσάρεστα κι εκείνος, ύστερα από λίγο, αρνηθεί αυτά που είπε, συ μη επιμένεις να του λέγεις, ναι τα είπες, γιατί σίγουρα θα παρεκτραπεί πάλι και θα σου απαντήσει:
-Ναι, τα είπα. Και με τούτο τι;
Και έτσι θα μεγαλώσει η φιλονικία. Λησμόνησε λοιπόν τα πικρά λόγια για να έλθει μεταξύ σας ομόνοια και ειρήνη.


από το γεροντικό

Δημοσιεύτηκε: Τρί Σεπ 18, 2007 10:25 pm
από NIKOSZ
Με την κακία δεν μπορείς να διώξεις την κακία- λέει ο Όσιος Ποιμήν. Αν λοιπόν σου κάνει κανένα κακό ο αδελφός σου, προσπάθησε συ να του το ανταποδώσεις με καλό. Μόνο η καλοσύνη μπορεί να νικήσει την κακία.

+++

Μας λέγει η παράδοση ότι ο Απόστολος Ιάκωβος, ο αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου, την ώρα που ωδηγείτο στο μαρτύριο, συνήντησε στο δρόμο εκείνον που τον είχε καταδώσει. Τον σταμάτησε και τον εφίλησε λέγοντάς του:
-Ειρήνευε, αδελφέ.

Βλέποντας εκείνος τόση ανεξικακία, εθαύμασε κι εφώναξε με ενθουσιασμό:
-Χριστιανός είμαι από σήμερα κι εγώ.
Ύστερα απʼ αυτή την ομολογία αποκεφαλίστηκε μαζί με τον Απόστολο.

+++

Ο Αββάς Ζωσιμάς έδωσε κάποτε μερικά βιβλία σʼ ένα καλλιγράφο να του αντιγράψει. Όταν εκείνος τα ετοίμασε, ειδοποίησε τον Όσιο να στείλει να τα πάρει. Κάποιος άλλος όμως, που ήξερε την παραγγελία, πήγε δήθεν εκ μέρους του Αββά Ζωσιμά και παρέλαβε τα βιβλία. Ύστερα από λίγο έστειλε κι ο Γέροντας το μαθητή του να τα πάρει. Κατάλαβε τότε ο καλλιγράφος πως εξαπατήθηκε από τον άλλο και ταραγμένος απειλούσε:
-Δεν θα πέσει στα χέρια μου; Θα τον κανονίσω, όπως του αξίζει, τον αυθάδη.

Όταν το άκουσε ο Αββάς Ζωσιμάς παρήγγειλε στον καλλιγράφο:
-Αποκτούμε βιβλία, αδελφέ, για να μάς διδάξουν αγάπη κι ανεξικακία. Αν πρόκειται για χάρι τους να μαλώνουμε, χίλιες φορές καλύτερα να μάς λείπουν. «Δούλον Κυρίου ου δει μάχεσθαι»(Βʼ Τιμ.2. 24).

+++

Ο Αββάς Γελάσιος είχε ένα πολύ ωραίο βιβλίο, που περιείχε καλλιγραφημένη την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Αξιζε του είχαν πει πάνω από δεκαπέντε νομίσματα. Το άφηνε όμως στην Εκκλησία να το χρησιμοποιούν όλοι οι αδελφοί στη σκήτη. Κάποτε ένας περαστικός καλόγερος έκλεψε το βιβλίο. Ο Αββάς Γελάσιος, αν και το κατάλαβε αμέσως, δε θέλησε να κυνηγήσει τον κλέπτη. Εκείνος μόλις κατέβηκε στην πόλη βρήκε αγοραστή κι άρχισε να διαπραγματεύεται την πώληση του βιβλίου. Γύρευε δεκαέξι νομίσματα. Ο αγοραστής έλεγε πως δεν άξιζε τόσο. Τέλος, συμφώνησαν να του αφήσει ο καλόγερος το βιβλίο, να το δείξει σε κάποιο γνωστό του, ειδικό σʼ αυτά. Έτσι, το πήρε ο άνθρωπος και το πήγε στον Αββά Γελάσιο, που ήταν φίλος του.

-Νʼ αγοράσω αυτό το βιβλίο για δεκαέξι νομίσματα, Αββά; Αξίζει τόσο; τον ρώτησε.
Ο Όσιος το γνώρισε αμέσως, αλλά δεν το φανέρωσε. Το πήρε στα χέρια του, το ψηλάφησε, σαν να το έβλεπε για πρώτη φορά.
-Αξίζει, αγόρασέ το, είπε στο φίλο του.

Γυρίζοντας όμως εκείνος δεν είπε την αλήθεια.
-Έδειξα το βιβλίο σου στον Αββά Γελάσιο και μου είπε πως γυρεύεις πολλά. Δεν αξίζει τόσο.
-Δε σου είπε άλλο τίποτε; ρώτησε εκείνος ταραγμένος, μόλις άκουσε για τον Αββά Γελάσιο.
-Όχι.
-Μετανόησα. Δεν θα το πουλήσω, είπε ύστερα από λίγο ο καλόγερος.

Μέσα του γινόταν μια πάλη. Από την μια μεριά εθαύμαζε την ανεξικακία του Οσίου κι από την άλλη ελεγχόταν για την κακή πράξη του. πήρε λοιπόν το βιβλίο κι ανέβηκε στη σκήτη. Όταν βρήκε τον Αββά Γελάσιο, έπεσε στα πόδια του και ζήτησε συγχώρηση, δίνοντας πίσω στο κλοπιμαίο. Εκείνος πάλι, όχι μόνο τον συγχώρεσε μʼ όλη του την ψυχή, αλλʼ επέμενε να του χαρίσει το βιβλίο. Που να το δεχθεί τώρα ο καλόγερος!

-Αν δεν το πάρεις πίσω Αββά, δεν θα βρει ανάπαυση η ψυχή μου.
-Αν είναι έτσι, πήγαινε στην Εκκλησία και άφησέ το εκεί απʼ όπου το πήρες, του είπε με καλωσύνη ο Όσιος. Από τότε διορθώθηκε ο κακοσυνηθισμένος καλόγερος και ποτέ πια δεν έπεσε σε τόσο βαρύ σφάλμα.

+++

Την παρακάτω ιστορία την διηγείται στους μαθητές του ο Αββάς Ζωσιμάς.
Κοντά σʼ ένα Κοινόβιο είχε στήσει την καλύβη του ένας Γέροντας, που όλοι γύρω οι Αδελφοί τον υπεραγαπούσαν. Εκεί κοντά έμενε και κάποιος άλλος Ερημίτης.

Κάποτε ο Γέροντας έλειψε για λίγες μέρες κι ο γείτονάς του, που βρήκε ευκαιρία, μπήκε στην καλύβη του και του πήρε τα βιβλία και τʼ άλλα μικροπράγματα που είχε. Όταν γύρισε εκείνος και βρήκε την καλύβη του ανοιχτή και άδεια, πήγε να πει στο γείτονά του τι του συνέβαινε. Προβάλλοντας στην πόρτα του είδε τα πράγματά του στη μέση του κελλιού του γείτονα. Δεν είχε προφθάσει ακόμη να τα συμμαζέψει. Ο αγαθός Γέροντας μη θέλοντας να ντροπιάσει τον κλέπτη απομακρύνθηκε με κάποια πρόφαση για να του δώσει καιρό να τα κρύψει. Σαν γύρισε άρχισε να κουβεντιάζει μαζί του για τα πράγματα εντελώς άσχετα με την κλοπή.

Μα οι γνωστοί του, που έμαθαν το πάθημά του, φρόντισαν και βρήκαν τον κλέπτη και τον έβαλαν στη φυλακή, χωρίς εκείνος να πάρει είδηση. Όταν έμαθε ο Ερημίτης πως ο γείτονάς του βρισκόταν στη φυλακή για άγνωστη σʼ αυτόν αιτία, πήγε στον Ηγούμενο του Κοινοβίου και τον παρεκάλεσε να του δώσει δυο ψωμιά και λίγα αυγά. Εκείνος του τα έδωσε πρόθυμα νομίζοντας πως είχε να φιλοξενήσει ξένους.

Ο καλός Γέροντας έβαλε τα τρόφιμα σʼ ένα καλάθι, κατέβηκε στην πόλη και πήγε να δει το γείτονά του στη φυλακή. Βλέποντας τον εκείνος έπεσε στα πόδια του μετανοημένος και του έλεγε με δάκρυα.

-Συγχώρεσέ με, Πάτερ, για σένα βρίσκομαι, όπως μου αξίζει, εδώ σήμερα. Εγώ έκλεψα τα πράγματά σου. Να κι ένα από τα βιβλία σου. Συγχώρεσέ με.
Ο καημένος ο Γέροντας τα έχασε. Όταν συνήλθε από την πρώτη έκπληξη, του είπε με καλωσύνη.
-Ο Θεός ας σε πληροφορήσει, Αδελφέ μου, πως δεν ήρθα γιʼ αυτό εδώ σήμερα. ούτε καν είχα υποτευθεί πως εξ αιτίας μου σʼ έβαλαν στη φυλακή. Τώρα όμως που μου το λέγεις, θα κάνω ό,τι μπορώ για να σε βγάλω. Εν τω μεταξύ όμως φάε λίγο από τα τρόφιμα που σου έφερα σε τούτο το καλάθι.

Του έδωσε τʼ αυγά και το ψωμί και έφυγε αμέσως για να φροντίσει να βγάλει τον αδελφό του από την φυλακή και με την βοήθεια του Θεού το πέτυχε.

+++

Κάποιος πιστός την εποχή των διωγμών της Εκκλησίας προδόθηκε από μια δούλη του. αφού βασανίστηκε σκληρά, οδηγήθηκε έξω από την πόλη για νʼ αποκεφαλιστεί. Στο δρόμο έτυχε να συναντήσει την κακή εκείνη δούλη. Μόλις την είδε έβγαλε το χρυσό του δακτυλίδι της το έδωσε και σφίγγοντας μʼ ευγνωμοσύνη το χέρι της τής είπε:

-Σʼ ευχαριστώ από την ψυχή μου που έγινες αίτία νʼ απολαύσω τέτοια τιμή, να γίνω Μάρτυς του Χριστού μου.


από το γεροντικό

Δημοσιεύτηκε: Τρί Σεπ 18, 2007 10:29 pm
από NIKOSZ
Ανεξικακία και Συγχωρητικότητα

Έχει ειπωθεί ότι η χριστιανική διδασκαλία είναι η υψίστη φιλοσοφία, την οποία είδε ποτέ η ανθρωπότητα. Και είναι αλήθεια ότι ο μελετητής της παγκοσμίου ιστορίας δικαιώνει τον χαρακτηρισμό αυτόν, διότι προ Χριστού ήταν άγνωστη η αγάπη, η συγνώμη και η συμπόνια προς τον συνάνθρωπο. Και τα πλέον ευγενή φιλοσοφικά συστήματα της προχριστιανικής εποχής αγνοούν παντελώς την αγάπη και την συγνώμη προς τους εχθρούς και τους πταίοντας. Και από κοινού όλοι οι φιλόσοφοι και οι θρησκευτικοί ακόμη ηγέτες των προχριστιανικών χρόνων διακηρύσσουν την αγάπη προς τους φίλους και το μίσος και την εκδίκηση προς τους εχθρούς.

Μόνον ο Θεάνθρωπος Κύριος, ο ουράνιος Λυτρωτής και Επισκέπτης εφύτευσε το δένδρον της συγνώμης και της ανεξικακίας της γη. Και με τους ζωήρυτους λόγους Του, τους οποίους την Κυριακή της Τυρινής ακούμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, διεκήρυξε, κατά τρόπον υπέροχο και ζωντανό, ότι δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος να δικαιωθεί ενώπιον του Θεού και να απαλλαγεί από το βάρος, το οποίο πιέζει τα στήθη του, εάν και ο ίδιος δεν δείξει αγάπη, συγχωρητικότητα, συμπόνια και ανεξικακία προς τους πταίσαντας εις αυτόν.

«Εάν αφήτε...»

Ρητά λοιπόν και κατηγορηματικά η διαβεβαίωσις του Κυρίου, ότι εκείνος ο οποίος δεν θα συγχωρεί τον συνάνθρωπόν του δεν είναι δυνατόν να τύχει και της συγγνώμης εκ μέρους του Θεού.

Δυστυχώς καθημερινά διαπιστώνουμε ότι όσο καλός κι αν είναι κάποιος, θα υπάρξουν κακόβουλοι και κακεντρεχείς άνθρωποι, οι οποίοι εποφθαλμιούν να τον βλάψουν είτε με λόγια, είτε με έργα. Ένα κύμα αγανακτήσεως και κάποιο αίσθημα μίσους γιγαντώνεται και φουσκώνει στην ψυχή του αδικουμένου.

Το δίκαιο όμως είναι να δίδουμε συγχώρηση σε εκείνους που μας αδικούν και μας εχθρεύονται.

Πρώτον μεν διότι και εσύ πταίεις σε άλλους ανθρώπους και έχεις την απαίτηση να σε συγχωρήσουν. Εάν ρίψουμε μια ματιά στην ζωή μας, στις πράξεις μας, στην καθόλου συμπεριφορά μας από το πρωί μέχρι το βράδυ, θα δούμε ότι πολλές φορές και εμείς στη ζωή μας έχουμε πικράνει ή δυσαρεστήσει κάποιον είτε εκουσίως, είτε ακουσίως. Και έχουμε την απαίτηση να μη μας κρατήσει μίσος αλλά να μας συγχωρήσει την παράλειψη, την παρατυπία και το μικρό πταίσμα. Αλλά εάν ζητούμε εμείς την συγκατάβαση των συνανθρώπων μας στα παραπτώματά μας, οφείλουμε και εμείς να δείχνουμε συγκατάβαση στις αδυναμίες και ελλείψεις των άλλων.

Δεν μπορείς να έχεις την απαίτηση και αξίωση οι άλλοι να σε συγχωρούν όσες φορές πταίεις, και εσύ να κρατάς μνησικακία εναντίον κάποιου, ο οποίος σε έβλαψε και σε εζημίωσε.

Ο σπουδαιότερος όμως λόγος, που επιβάλλει την συγχωρητικότητα, είναι ότι ούτε ο Θεός θα γίνει ίλεως στις αμαρτίες μας εάν εμείς δεν συγχωρήσουμε τον συνάνθρωπό μας. Μέσα στην περίφημη Κυριακή Προσευχή ο Κύριός μας έχει θέσει ρητόν όρο αφέσεως των αμαρτιών: «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών...». Πόσες φορές όμως απαγγέλουμε το «Πάτερ ημών» και ψευδόμεθα; Και πόσες φορές η καρδιά μας ήταν βεβαρυμένη και συσκοτισμένη από το μίσος εναντίον του αδελφού, εν τούτοις όμως τα χείλη μας εψέλλιζαν: «και άφες...» και τοιουτοτρόπως ψευδόμενοι πλέον αναφερόμεθα στον Θεό και ψευδή διαβεβαίωση του εκάναμε!

«Εάν αφήτε...»

Είναι λοιπόν δίκαιον να συγχωρούμε εκείνους, οι οποίοι μας πταίουν. Αλλά είναι και συμφέρον μας.

Ο άνθρωπος που έχει μνησικακία στην καρδιά του και δεν έχει πλατειά καρδιά να δώσει συγχώρηση σε κάποιον που τον έβλαψε, ο άνθρωπος αυτός κατά κανόνα στερείται ειρήνης και χαράς. Έχει ταραγμένη την καρδιά. Έχει μαύρη την ψυχή. Είναι ο άνθρωπος ο οποίος δεν είναι ειρηνικός και χαρούμενος και ησύχιος και ήρεμος.

Και αυτή ακόμη η ψυχική του αναστάτωσις είναι πολλές φορές έκδηλη στο πρόσωπό του. Και ενίοτε βλέποντας ανθρώπους με κακεντρεχές πρόσωπο, βγάζουμε το συμπέρασμα ότι κακεντρέχεια και μίσος έχουν και στα βάθη της καρδιάς τους.

Είναι λοιπόν συμφέρον μας η συγχώρηση των συνανθρώπων μας, διότι δια της συγγνώμης προς τους άλλους ειρηνεύουμε, ενώ κρατούντες μίσος, ουδεμίαν ωφέλεια αποκομίζουμε.

Είναι ακόμη συμφέρον μας, διότι τοιουτοτρόπως διακηρύσσουμε την υψίστη αλήθεια αλλά και την υψίστη αξία της χριστιανικής διδασκαλίας. Είμεθα βαπτισμένοι όλοι στο όνομα του Κυρίου και εκκλησιαζόμαστε. Και δικαίως εκείνοι οι οποίοι ουδεμίαν σχέσιν έχουν με τον Χριστόν και το Ευαγγέλιο, μας δεικνύουν με το δάκτυλο οσάκις μας συλλάβουν με μνησικακία στην καρδιά. Και λέγουν «ίδετέ τον, πηγαίνει στην εκκλησία και όμως δεν συγχωρεί τον συνάνθρωπόν του».

Δια της συγνώμης μας συντελούμε στην δόξα του Θεού, αλλά και στο μεγαλείο της χριστιανικής διδασκαλίας.

«Εάν αφήτε...»

Από την επομένη της Κυριακής της Τυρινής, εισερχόμεθα στην πλέον κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, την λεγομένη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Και η Εκκλησία μας στην Ακολουθία του Όρθρου της Κυριακής της Τυρινής θα μας εισάγει στην πραγματικότητα του πνευματικού πολέμου και θα δώσει σπουδαίες υποθήκες και παραγγελίες.

«Το στάδιον των αρετών ηνέωκαται, οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε». «Και αναζωσάμενοι την πανοπλίαν του Σταυρού τω εχθρώ αντιμαχησόμεθα».

Η Εκκλησία μας καλεί σε αγώνα εναντίον του κακού, σε στρατεία εναντίον της αμαρτίας.

Ορίστε λοιπόν πεδίον, στο οποίο δύναται κάθε ένας από μας να αγωνισθεί κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Να καθαρίσει την καρδιά του από κάθε ίχνος μίσους και μνησικακίας εναντίον του αδελφού του. Ο λογισμός σου μπορεί να επικαλείται λογικοφανείς δικαιολογίες· ότι έχεις δίκαιο να παραπονείσαι και να μνησιακείς διότι π.χ. είσαι γονιός και ο γιός σου ή η κόρη σου, σου ανταπέδωκε αγνωμοσύνη· ότι ευεργέτησες και ο ευεργετηθείς σε αντιμετωπίζει με αγνώμονα διάθεση. Μη λησμονείς όμως ότι ο συνάνθρωπός σου έχει και αυτός αδυναμίες και ελαττώματα, όπως έχεις και εσύ. Κι αν δεν τοποθετήσεις στην καρδιά σου την αρετή της ανεξικακίας και της συγχωρητικότητας οι θύρες του παραδείσου θα μείνουν κλειστές για σένα. Ας αναλάβουμε λοιπόν με ζήλο και ενθουσιασμό τον αγώνα να ξεριζώσουμε από την ψυχή μας το πάθος της μνησικακίας και να αποκτήσουμε την πλατειά καρδιά, την γεμάτη από ανεξικακία, για να μπορέσουμε κατά τον καιρό της Μεγάλης Εβδομάδος να υποδεχθούμε και να βιώσουμε το σωτήριον πάθος του ανεξίκακου και πολυεύσπλαχνου Κυρίου και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού.


+ Ο Σάμου και Ικαρίας ΕΥΣΕΒΙΟΣ

Δημοσιεύτηκε: Τετ Σεπ 19, 2007 12:18 pm
από Carlos
Η ανεξικακία νομίζω χρειάζεται μια αρετή η οποία να είναι "αλεξίκακη", να διώχνει την κακία, έστω να την κρατά σε αποσταση τέτοια ωστε η ψυχή να μην προσβάλετε. Νομίζω οτι αυτήν είναι η μακαρία ταπείνωση...

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 12, 2008 12:02 pm
από NIKOSZ
ΑΦΕΣ ΑΥΤΟΙΣ...

Ένας αδελφός από τη Λιβύη ήλθε στον αββά Σιλουανό και του είπε:
-Αββά, έχω έναν εχθρό που μου έκανε πολλά κακά. Σκοπεύω λοιπόν, να τον παραδώσω στον άρχοντα (για να τιμωρηθεί). -Κάνε παιδί μου όπως αναπαύεσαι, είπε ο γέροντας.

-Σήκω τότε πάτερ, να προσευχηθούμε και μετά φεύγω για τον άρχοντα, παρακάλεσε ο αδελφός.

Σηκώθηκαν, λοιπόν και άρχισαν να προσεύχονται. Μόλις, όμως έφθασαν στη φράση "και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών...", ο γέροντας είπε:

-Και μη αφήσης ημίν τα οφειλήματα ημών, ως ουδέ ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών...

-Όχι έτσι πάτερ, διέκοψε ο αδελφός το γέροντα.

-Ναι παιδί μου, έτσι, είπε ο γέροντας. Αν θέλεις να πας στον άρχοντα, ο Σιλουανός δεν κάνει για σένα άλλη προσευχή.

Τότε ο αδελφός έβαλε μετάνοια και συγχώρησε τον εχθρό του.


ΑΚΡΑ ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑ

Κάποτε ήρθαν κλέφτες στο μαντρί του αγίου Σπυρίδωνος, για να του κλέψουν μερικά από τα ζώα του. Όμως, πιάστηκαν από αόρατα δεσμά και δεν μπορούσαν να κουνηθούν καθόλου! Όταν ξημέρωσε και τους βρήκε ο Αγιος, τους ελευθέρωσε με την προσευχή του από τα δεσμά. Έπειτα, αφού τους συμβούλεψε πολύ να κερδίζουν τα αναγκαία με τον τίμιο μόχθο τους, τους πρόσφερε στο τέλος και ένα κριάρι... για να μην πάει χαμένο το ξενύχτι τους!


ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑΣ

Ο αββάς Ησαΐας διδάσκει: "Εκείνος που έχει πεποίθηση στην αρετή του και επιμένει στο θέλημά του, δεν μπορεί να αποφύγει την έχθρα ούτε να αναπαυθεί ψυχικά ούτε να δει τις ατέλειές του". Και ο αββάς Κασσιανός, κατεβαίνοντας στο βάθος της ψυχής, λέγει πως "δεν αρκεί να συγκρατούμε το στόμα μας στον καιρό του θυμού, αλλά πρέπει και να καθαρίζουμε την καρδιά μας από την μνησικακία και να μην στριφογυρίζουμε μέσα στο νου μας πονηρούς λογισμούς κατά του αδελφού. Διότι, αν φέρνοντας στο νου σου κάποιον που σε λύπησε, σε προσέβαλε ή σε ζημίωσε, πονάς με αυτά που σου έκανε, η ψυχή σου είναι άρρωστη. Αντίθετα, ο ανεξίκακος άνθρωπος ποτέ δεν λέει "αδικήθηκα στην ψυχή", γιατί κανείς δεν αδικείται στην ψυχή, αν ο ίδιος δεν αδικήσει την ψυχή του, αλλά θεωρεί ως γιατρούς και ευεργέτες, σταλμένους από τον Θεό για τη σωτηρία του, τους κατήγορούς του.


ΓΙΝΕΣΘΕ ΟΙΚΤΙΡΜΟΝΕΣ

Ο αββάς Ποιμήν συμβουλεύει: "Σε καμιά περίπτωση η κακία δεν εξουδετερώνεται με την κακία. Αν λοιπόν κάποιος σε βλάψει, εσύ ευεργέτησέ τον, για να διορθώσεις την κακία με την καλοσύνη, και στρέψε την οργή σου όχι σ' αυτόν αλλά στο δαίμονα που τον υποκινεί".

Ατενίζοντας αδελφοί, την άκρα ανεξικακία στο Θείο πρόσωπο του Χριστού μας, "Ως λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει", αλλά με καρδιά γεμάτη από πύρινη αγάπη έλεγε ξεψυχώντας στον σταυρό "Πάτερ, άφες αυτοίς...", ας επιθυμήσουμε κι εμείς να αποκτήσουμε "σπλάχνα οικτιρμών" και ελέους, για να ζούμε πάντοτε πασχάλια, ως άνθρωποι καινοί, αναστημένοι! Αμήν!

Από την Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Πηλίου