Πάνω στην κοπριά...

Πνευματικά άρθρα και Αναγνώσματα.Αποσπάσματα από διάφορα βιβλία.

Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές

Απάντηση
NIKOSZ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 6135
Εγγραφή: Τετ Οκτ 04, 2006 5:00 am
Τοποθεσία: Αθηνα

Πάνω στην κοπριά...

Δημοσίευση από NIKOSZ »

Κάποιος ιερός συγγραφέας κράτησε σημείωση για το πιο αγαπημένο πνευματικό παιδί ενός σπουδαίου μοναχού και ηγουμένου: Του Μεγάλου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχη. Ένα μεγάλο μοναστήρι με πολλούς μοναχούς, κυβερνούσε πνευματικά ο άγιος Θεοδόσιος, ο σοφός ηγούμενος.

Μια φορά, κυνηγημένοι από εχθρούς οι χωρικοί από τα γύρω μέρη έτρεχαν να γλυτώσουν. Μαζί τους ήταν και μια γυναίκα έτοιμη να γεννήσει το πρώτο της παιδί. Οι πόνοι την έπιασαν έξω από το μοναστήρι και γέννησε πάνω σε ένα σωρό από κοπριά. Οι άλλες γυναίκες την παράστεκαν. Μόλις είχαν σπαργανώσει το μωρό κι άκουσαν από μακριά ποδοβολητά αλόγων. Σηκώθηκε κι αυτή με κόπο και πήρε το παιδί στην αγκαλιά.

Τι το θέλεις μαζί σου της λέει η γεροντότερη. Θα μας προφτάσουν τα θεριά. Άστο δω, έξω από το μοναστήρι. Ίσως του είναι γραφτό να ζήσει στον άγιο τούτο τόπο. Μαζί μας δε γλιτώνει.Άφησε η μάνα το παιδί της κι έτρεξε μαζί με τις άλλες.

Ό,τι εκείνη η γερόντισσα είπε αποδείχτηκε προφητικό. Την άλλη μέρα βρήκαν οι μοναχοί το βρέφος πάνω στην κοπριά. Το πάνε αμέσως στον ηγούμενο. Εκείνος το πήρε στα χέρια του και το ευλόγησε. Το κοίταξε ώρα πολλή καθώς το κρατούσε πάνω στην καρδιά του. Μετά κάλεσε ένα μοναχό.

-Ιωσήφ, πάρε το μικρό στη φροντίδα σου. Να μου το φέρνεις κάθε βράδυ εδώ, μαζί με τις αμαρτίες σου!

-Να' ναι ευλογημένο γέροντα , απάντησε.

Ο Ιωσήφ διάλεξε απ' το κοπάδι τις κατσίκες τη Φλώρα, που θήλαζε ένα κατσικάκι κι ό,τι έκανε το κατσικάκι έβαλε και το μωρό να κάνει, αφού μπιμπερό και τέτοια δεν υπήρχαν τότε.

Το κατσικάκι σε λίγες μέρες έτρωγε μόνο χορτάρι. Μα η μητέρα του η Φλώρα, την ορισμένη ώρα που ήταν να φάει το μωρό, ξέκοβε από το κοπάδι, κατέβαινε στο μοναστήρι και πήγαινε ίσια στο κελί του Ιωσήφ. Την επομένη κιόλας Κυριακή, το βάφτισαν. Ο Μέγας Θεοδόσιος δεν ντράπηκε να τ' ονομάσει Κόπρι.

Μεγάλωσε ο Κόπρις και μπήκε στην υποταγή του ηγουμένου. Ήταν πολύ αγαπητός στον Μέγα Θεοδόσιο. Και ο Κόπρις ένοιωθε πολύ ευτυχισμένος μέσα στην υπακοή του γέροντα. Δεν πρόφταινε εκείνος να πει: «Κόπρι!» κι απαντούσε: «Ευλόγησον!» . Έφτασαν και χωρίς λόγια να συνεννοούνται. Τόσο αγαπήθηκαν οι δυο τους! Μια μέρα ξεκίνησε ο μικρός καλόγερος πολύ πρωί να φέρει ξύλα απ' το βουνό, πράγμα που έκανε συχνά. Στα μισά του δρόμου άκουσε τη φωνή του γέροντα του να τον καλεί. Στρέφει πίσω, δεξιά, αριστερά, κανείς. Κάνει λίγα βήματα, πάλι η φωνή του γέροντα. Δε χάνει καιρό, γυρίζει πίσω, μπαίνει στο μοναστήρι και έξω από την πόρτα του Θεοδοσίου λέει:

-Ευλόγησον γέροντα!

-Έμπα μέσα. Τι έγινε

-Άκουσα να με καλείς.

Ο Θεοδόσιος τον κοίταξε με τα υγρά του μάτια και χαμογέλασε.

-Σκεφτόμουν πως δεν σε πρόφθασα. Θέλω να πας στον κήπο να ποτίσεις σήμερα.

-Να' ναι ευλογημένο!

Ο ουρανός μόλις φωτιζόταν στον ορίζοντα τη στιγμή εκείνη. Μπαίνει στον κήπο ο Κόπρις και τι βλέπει Μια αρκούδα έκοβε τα λάχανα κι έτρωγε.

Μεγάλη πείνα σʼ έκοψε ευλογημένη, λέει ο Κόπρις. Δεν πρέπει όμως να τρως τη φτωχή τροφή των αδελφών.

Πάει κοντά, την πιάνει απʼ τʼ αυτί.

-Με την ευχή του γέροντα μου, φύγε και μην ξαναμπείς σε κήπο μοναστηριού.

Και σιγά-σιγά την οδήγησε έξω.


Μια άλλη μέρα πήρε το γαιδουράκι της μονής και πήγε στο βουνό για ξύλα. Το έδεσε σʼ ένα θάμνο να βόσκει κι αυτός, ψέλνοντας σιγά απομακρύνθηκε μαζεύοντας κλαδιά. Κάποια στιγμή άκουσε παραπονιάρικη την κραυγή του ζώου του. Τρέχει και βλέπει πάλι μια αρκούδα. Είχε δαγκώσει το καημένο το γαιδουράκι κι εκείνο κλώτσαγε στον αέρα.

-Κακιά! Έλα δω, πού πας λέει στο αγρίμι καθώς εκείνο πήγαινε να φύγει.

Την πιάνει και τη φορτώνει με τα ξύλα.

-Θα τα πας εσύ στο μοναστήρι, αφού δάγκωσες το καημένο το γαιδούρι!

Με τη δύση του ήλιο γύρισαν στο μοναστήρι το καλογέρι, το γαιδούρι και η αρκούδα. Ο πορτάρης τον είδε και τοʼ πε στο γέροντα.

-Ναι, το ξέρω, μη λες τίποτα, είπε κείνος.

Ο Κόπρις είχε πάρει όλα τα χαρίσματα του πνευματικού του πατέρα, προπάντων την ταπείνωση και την υπακοή του Θεοδοσίου, αλλά κι ένα παραπάνω: το χάρισμα να υποτάσσει τα ζώα και όλα τα στοιχεία της φύσης. Μα όλα τα έκανε με την ευχή του γέροντα του.

Τα χρόνια πέρασαν. Ο Θεοδόσιος ο Μέγας ο κοινοβιάρχης εκοιμήθη. Ο Κόπρις έλαμπε σαν διαμάντι από τις αρετές και την ιεροσύνη. Κάθε βράδυ, μετά τον εσπερινό και το απόδειπνο, εκείνος πήγαινε σʼ ένα κρυφό, δικό του μέρος στον κήπο και συνέχιζε να προσεύχεται. Ο πορτάρης που πήγαινε τελευταίος στο κελί του, αφού έκανε πρώτα το γύρο του μοναστηριού, το είχε δει. Κοντοστεκόταν συχνά, διότι έβλεπε μαζί του κι άλλον ένα μοναχό.

Προσεχτικότερα κοιτάζοντας, αναγνώρισε το γέροντα, το Μεγάλο Θεοδόσιο.

-Να λοιπόν , αδελφέ μου. Έχεις συνάντηση κάθε βράδυ με το γέροντα μας, ψιθύρισε με θαυμασμό

Ο Κόπρις έκλεισε τα ενενήντα. Κι ένα βράδυ, στον κήπο, ο Θεοδόσιος του είπε:

-Αδελφέ Κόπρι, έλα, σε περιμένει το σπίτι σου στον Παράδεισο.

Εκεί τον βρήκαν να χαμογελά με σταυρωμένα χέρια, οι άλλοι μοναχοί, το πρωί. Τον έψαλλαν στην Εκκλησία μαζί με τη Μεγαλομάρτυρα Αγία Θέκλα που εκείνη τη μέρα, 2 του Σεπτέμβρη, γιόρταζε.

(Από το βιβλίο «Τα Παράθυρα του Χρόνου» της Άννας Μαρίνη, Εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ )
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλό
alithis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 454
Εγγραφή: Πέμ Νοέμ 15, 2007 6:00 am

Δημοσίευση από alithis »

μπραβο,αδελφε μου!να ζεις!τι ωραιο πραγμα που μας χαρισες!
NIKOSZ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 6135
Εγγραφή: Τετ Οκτ 04, 2006 5:00 am
Τοποθεσία: Αθηνα

Δημοσίευση από NIKOSZ »

Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλό
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Αναγνώσματα”