Σελίδα 1 από 1

Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως-ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Μάιος 31, 2008 8:01 am
από gkou
1.Περί Προσευχής


Θα ομιλήσωμε σήμερα δι' ένα καίριο θέμα της πνευματικής ζωής, εις το οποίον μας εισάγει και το Τριώδιον ολόκληρο, ιδιαιτέρως όμως η αρχομένη αυτή περίοδος• το θέμα της προσευχής.

Άραγε, ξεύρομε τι είναι η προσευχή και ξεύρομε να προσευχώμαστε; Από μικρά παιδάκια που ήμαστε, μαθαίναμε να προσευχώμαστε, αλλά η προσευχή μας έχει την πορεία πού πρέπει; Η προσευχή είναι μία πορεία της ψυχής προς τον Θεόν, με σκοπό να φθάση σ' Αυτόν και να ενωθή μαζί του. Εάν η πορεία δεν είναι σωστή, το αυτοκίνητο ή το πλοίο δεν φθάνει ποτέ στον προορισμό του. Εάν η πορεία της προσευχομένης ψυχής μας δεν είναι ορθή, καταλαβαίνετε ότι ποτέ δεν θα φθάση στον Θεό. Σαν να έχωμε μία βάρκα, ας πούμε, που ο βαρκάρης κτυπάει τα κουπιά, αλλά τελικώς δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά στριφογυρίζει γύρω στο ίδιο σημείο. Το ίδιο μπορεί να παθαίνωμε και εμείς και να μη το ξεύρωμε καν. Πρέπει να δούμε, η προσευχή μας είναι επιτυχημένη προσευχή;

Αντιλαμβάνεσθε ότι ένας άνθρωπος που δεν ξεύρει να προσευχηθή, είναι εν τη πραγματικότητι ένας εξωφλημένος άνθρωπος. Δεν υπάρχει ενδεχόμενο να επιτύχη εις την ζωή του. Και μοναχός να είναι, θα μείνη πάλι ένας επίγειος άνθρωπος και δεν θα γίνη ποτέ ένας ουράνιος άνθρωπος• ακόμη περισσότερο, δεν θα γίνη ένας άγγελος, εφ' όσον δεν θα ξεύρη να χρησιμοποιή πολύ καλά αυτό το μέσο πορείας και πλεύσεως, την προσευχή.

Είναι ανυπολόγιστο το κακό που παθαίνομε, το νοιώθετε, αν δεν ξεύρωμε να προσευχηθούμε. Ανυπολόγιστο! Το μοναδικό κακό, το οποίον πάσχομε. Δεν είναι δυνατόν να γίνη σύγκρισις καταστροφής με καμιά καταστροφή. Και εάν υποθέσωμε ότι θα χτυπηθούν όλα τ' αστέρια και όλοι οι κόσμοι μεταξύ τους, και θα γίνουν τα άνω κάτω θρύψαλα, το κακό θα είναι πολύ μικρότερο από το κακό το οποίον υφιστάμεθα εμείς, εάν δεν ξεύρωμε να προσευχηθούμε. Και επομένως, ο κίνδυνός μας είναι άμεσος, κίνδυνος οριστικός, στην περίπτωσι αυτής της πνευματικής αγνοίας.

Τι είναι η προσευχή; Είναι το όχημα της ψυχής, είπαμε• ας το πούμε έτσι, είναι ακόμη και η ατμόσφαιρα μέσα εις την οποίαν ζη η ψυχή. Πώς οι πνεύμονές μας αναπνέουν τον αέρα; Έτσι και η ψυχή μας αναπνέει με την προσευχή. Και γιατί ήλθαμε στο μοναστήρι; Διότι ακριβώς το μοναστήρι πάλι είναι η ατμόσφαιρα της προσευχής. Τα πάντα διά μίαν προσευχή. Εάν, λοιπόν, η προσευχή αυτή δεν γίνεται ή εάν στραβά γίνεται, τότε πώς είναι δυνατόν τελικώς να γίνωμε επιτυχημένοι άνθρωποι και μάλιστα πνευματικοί άνθρωποι; Ενώ η προσευχή η ορθή, νοιώθετε ότι τακτοποιεί τα πάντα, αναχαιτίζει κάθε δυσκολία, τα προβλήματά μας, τις αγωνίες μας, τις αμαρτίες μας, όλα τα διευθετίζει• ακόμη, μπορεί και να τερατουργή, να κάνη θαύματα εις την πορεία μας δηλαδή, και εις τον αγώνα μας και εις την ζωή μας.

Εάν δεν έχωμε μέσα μας πλούτον Πνεύματος, αν δεν έχωμε πλούτον χαράς, πλούτον ειρήνης, αν δεν έχωμε καρπούς, οι οποίοι είναι αμέσως αντιληπτοί και εμφανείς και μεγάλοι, είναι, διότι δεν τους επιθυμούμε ή διότι δεν ξεύρομε να προσευχώμαστε• και αν επιθυμούμε —«επιθυμείτε, και ουκ έχετε», που λέγει πολύ ωραία ο αδελφόθεος Ιάκωβος— και δεν έχετε «δια το μη αιτείσθαι υμάς»(1), διότι δεν ζητάμε• και εάν ζητάμε, κακώς ζητάμε, όπως λέγαμε προηγουμένως• διότι «κακώς αιτείσθε»(2), όπως πάλι λέγει εκεί ο Απόστολος.

Για μας τους μοναχούς προσιδιάζει ιδιαιτέρως η προσευχή η νοερά, η προσευχή του Ιησού, η μονόλεκτος, όπως θα λέγαμε, προσευχή, με την οποία ιδιαιτέρως θα αρχίσωμε να ασχολούμεθα αυτό το διάστημα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Η σημερινή μας αυτή κατήχησις θα έχη ένα σκοπό εισαγωγικό• προτού μπούμε στις λεπτομέρειες και στις αφετηρίες και στις βάσεις της νοεράς προσευχής, να πούμε μερικά πράγματα γενικώς περί προσευχής. Διότι η προσευχή είναι το πάν. Αλλά άμα δεν ξεύρω, όπως σας είπα, δεν κάνω τίποτα• και το πάν γίνεται μία καταστροφή τελεία. Μία αυτοκαταστροφή.

Τώρα, θα μου επιτρέψετε, προτού προχωρήσω, να πω κάτι. Μου φαίνεται, πατέρες μου και αδελφοί μου, ότι πράγματι δεν προσευχόμαστε ή, εάν προσευχώμαστε, δεν προσευχόμαστε αρκετά• αλλά και αυτό το λίγο που προσευχόμαστε, είναι χωρίς τέχνη, χωρίς δύναμι, χωρίς πνοή, προ πάντων είναι χωρίς Πνεύμα. Διότι μόνον το Πνεύμα, όταν προσεύχεται μέσα μας, είναι δυνατόν η προσευχή μας να ανεβαίνη επάνω στον ουρανό. Διότι εν Πνεύματι είναι η προσευχή, και το Πνεύμα κατανοεί το πνεύμα και ενούται με αυτό και όχι με σάρκα. Δεν έχει την δύναμι και την παρουσία του Πνεύματος η προσευχή μας. Συνήθως μας μαγνητίζουν ή τραβούν την ψυχή μας άλλα πράγματα, τα οποία έχουν σήμερα για μας σημασία, και τελικώς ξεχνάμε ότι μοναχός σημαίνει προσευχόμενος άνθρωπος.

Τι είναι, λοιπόν, αυτή η προσευχή; Πώς γίνεται η προσευχή θα πρέπη να πούμε σήμερα, για ν' αρχίσωμε ένα πιο συγκεκριμένο αγώνα. ιδιαίτερα για μας που ήλθαμε από τα Μετέωρα, έχει μια μεγάλη σημασία αυτό, διότι δεν φύγαμε από τον τόπο μας για κανέναν άλλο λόγο, παρά μόνον διότι δεν είχαμε τις συνθήκες και τις δυνατότητες της πνευματικής αναπτύξεως της ψυχής μας, διότι δυσκολευόμασταν στην προσευχή. Και ενώ τόσο πολύ την ποθούσαμε, θυμάστε ότι τελικώς σταματούσαμε να μιλούμε, διότι είχαμε τόσες δυσκολίες για να μπορέσωμε να προσευχηθούμε.

Ήλθαμε όμως τώρα εις το Άγιον Όρος και κανείς λόγος δεν μπορεί να μας δικαιολογήση, εάν δεν προσευχώμαστε, και μάλιστα εάν δεν προσευχώμαστε δυνατά. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα η φυγή μας και η είσοδός μας εις το Άγιον Όρος, εάν δεν είμεθα προσωπικότητες πραγματικά προσευχόμενες εν Πνεύματι Αγίω. Ήταν μία απάτη του κόσμου και μία ψευδαίσθησις και μία εξαπάτησις του Θεού η έλευσίς μας εις το Άγιον Όρος, εάν δεν θα γίνωμε δυνατά προσευχόμενοι άνθρωποι. Γι' αυτό θα παρακαλέσω ιδιαιτέρως να προσέξωμε το θέμα, το οποίον μας απασχολεί.

Πρώτα απ' όλα, ομιλώντας περί προσευχής, πρέπει να πούμε ότι η προσευχή δεν είναι ποτέ μόνη της. Δεν μπορώ να πω ότι προσεύχομαι, όπως έχομε εξηγήσει δια πολλών πολλάκις, δεν μπορώ να πω ότι προσεύχομαι, αν αυτή η προσευχή μου δεν είναι συνδυασμένη με κάτι άλλο. Είναι μερικά πράγματα, τα οποία πηγαίνουν πάντα μαζί. Δεν μπορείς να ξεχωρίσης το ένα από το άλλο• επί παραδείγματι, όταν ομιλή ο απόστολος Παύλος περί πίστεως(3), ομιλεί μόνον περί πίστεως και όχι και περί έργων. Αλλά γιατί; Διότι, όταν λέγη «πίστις», εννοεί μία πίστι που υπάρχει και αποδεικνύεται από τα έργα. Όταν ο Ιάκωβος ομιλή περί έργων(4), λέγει ότι καμία σημασία δεν έχει η πίστις χωρίς αυτά. Ομιλεί περί έργων συνεχώς. Γιατί; Διότι τα έργα είναι η απόδειξις της πίστεως. Τα δύο αυτά, λοιπόν, είναι εντελώς αλληλένδετα.

Η ίδια συζυγία υπάρχει και σε πολλά άλλα. Και εν προκειμένω η προσευχή είναι συνδεδεμένη με κάτι άλλο• με την λατρεία μας και μάλιστα με την θεία κοινωνία. Εάν δεν υπάρχη λατρεία και δεν ύπάρχη θεία κοινωνία, ούτε προσευχή είναι δυνατόν να υπάρξη. Πάσα προσευχή θα είναι ψευδής. Εάν υπάρχη λατρεία και δεν υπάρχη έντονος πνευματική προσευχή, εσωτερική, δυνατή, κράζουσα προσευχή, να είσθε βέβαιοι ότι η λατρεία μας και η θεία μας κοινωνία είναι μάταια και είναι απλώς πέταμα λάσπης στα μάτια του Θεού, για να κάνωμε πως τον αγαπάμε, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχομε καμία σχέσι μαζί του και κάποτε θα μας πη «ουκ οίδα υμάς»(5).

Αυτά πηγαίνουν μαζί. Αποτελούν τα δύο σκέλη της πνευματικής ζωής. Το ένα είναι η μυστηριακή ζωή, που είναι προϋπόθεσις της μυστικής ζωής• και αυτό που αναλύομε σήμερα είναι η ρίζα, ο κορμός, το κεντρικό σημείο της μυστικής ζωής, η οποία αφορμάται από την μυστηριακή ζωή. Η θεία κοινωνία, λοιπόν, μέσα στην λατρεία είναι το πρώτο. Γιατί είναι αυτό απαραίτητη προϋπόθεσις; Διότι, προσεύχομαι όταν λέμε, εννοούμε ότι «εύχομαι προς τινα», όπως λέγει και η λέξις «προσευχή».

Όταν ομιλούμε περί προσευχής εσωτερικής, νοεράς, δεν λέμε προσευχή νοερά, αλλά λέμε «ευχή». Ενώ, όταν ομιλούμε περί προσευχής, βάζομε και αυτήν την πρόθεσι μπροστά «προς», γιατί δείχνει αμέσως ότι η προσευχή είναι η πορεία προς εν συγκεκριμένο πρόσωπο, με σκοπόν την ένωσι με το πρόσωπο αυτό. Ενώ η ευχή είναι στάσις, ας το πούμε έτσι, και απόλαυσις εν τινι σημε
ίω, όπου υπάρχει και ο Θεός — υπάρχει μία αντιδιαστολή, βλέπετε.

Η προσευχή, λοιπόν, λέμε ότι είναι μία στροφή προς ένα πρόσωπο. Επομένως, για να υπάρχη προσευχή, πρέπει να υπάρχη το πρόσωπο αυτό. Και για να πω ότι προσεύχομαι εγώ, πρέπει να υπάρχη για μένα ενεργός η παρουσία του προσώπου αυτού. Εγώ να μπορώ να οικειοποιούμαι την παρουσία του και την ύπαρξί του. Ο Χριστός, ο ενυπάρχων, ο πανταχού παρών, γίνεται για μένα παρών μέσα εις την ζωή μου, δια της λατρευτικής μου συμμετοχής, δια της συμμετοχής μου μέσα εις την λατρεία και, ιδιαίτατα, δια της συμμετοχής μου εις την θεία κοινωνία.

Διά της συμμετοχής μου εις την λατρευτική ζωή της Εκκλησίας μας, εγώ συνδέομαι με τον Χριστόν και γίνομαι μέλος του σώματος του Χριστού• και εφ' όσον είμαι μέλος, δια να είμαι ζωντανό μέλος του Χριστού, θα πρέπη να συμμετέχω εις τας ιδιότητας του Χριστού, ώστε να γίνεται η περιχώρησις και η αντίδοσις των ιδιωμάτων, όπως εγίνετο και εις τας δύο φύσεις του Χριστού. Αυτό πραγματοποιείται δια της θείας κοινωνίας πλέον, που με καθιστά μέτοχον των ιδιωμάτων της κεφαλής μου μετά της οποίας ενώθηκα...

Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004.

Δημοσιεύτηκε: Δευ Ιουν 02, 2008 5:40 pm
από gkou
...Επομένως, η λατρεία και η θεία κοινωνία είναι αδιάσπαστα ηνωμένα. Και τι κάνουν; Καθιστούν παρόντα τον Θεόν και τον Θεόν ζωντανόν για μένα. Οπότε τώρα τι απομένει; Εγώ να ομιλήσω εις Αυτόν, να απευθυνθώ προς Αυτόν, ο οποίος έρχεται προς εμένα. Και έτσι Εκείνος, δια της λατρείας, τείνει προς εμέ και εγώ, δια της προσευχής, τείνω προς Αυτόν, μέχρις ότου γίνη η ολοκληρωτική μας ένωσις. Αυτή η δική μου τώρα πλέον η στροφή, γίνεται δια της μυστικής οδού που είναι αδιάλειπτος, και γίνεται αρχικώς και ουσιαστικώς, όπως σας είπα, δια της προσευχής. Αυτό που γίνεται έν τινι χρόνω μέσα εις την εκκλησία, κατά τον εσπερινό, ή μέσα εις την λειτουργία με την θεία κοινωνία, αυτό συνεχίζεται με την προσευχή• και δεν μπορώ να πω ότι θα πάω στην εκκλησία, άμα δεν προσευχόμουν. Είναι περιττό να πάω στην εκκλησία και δεν χρειάζεται να πηγαίνω στην λειτουργία και άχρηστο να κοινωνάω, όταν δεν είμαι ο διαρκώς προσευχόμενος • και είναι περιττό να προσεύχωμαι, όταν δεν έχω συμμετοχή εις αυτά που λέγαμε τώρα μόλις.

Υποτίθεται, όμως, ότι και η προσευχή έχει τον εντελώς ιδιάζοντα δικό της χώρο, τον μυστικό χώρο, μέσα εις τον οποίον καλλιεργείται. Πώς, για να φυτέψης ένα λουλούδι, σκάβεις εκεί το χώμα, βάζεις κοπριά, βάζεις ό,τι άλλο χρειάζεται, για να γίνη μία ακμή αυτής της ρίζης. Εάν δεν βάλης εκείνο το λίπασμα, αν δεν είναι κατάλληλο το χώμα, αν είναι π.χ. αμμουδιά, αδίκως βάζεις την ρίζα. Η προσευχή είναι άκαρπος και δεν ξεπερνάει πάνω από το κεφάλι μας τον χώρο —πολλώ μάλλον για να φθάση επάνω από τα σύννεφα και επάνω από τους ουρανούς—, εάν δεν έχη τον μυστικό της χώρο, το μυστικό της λίπασμα που, όπως έχομε πει, είναι ιδιαίτερα η αγρυπνία, η μελέτη και η νηστεία.

Επομένως, αδίκως προσεύχομαι, εάν δεν αγρυπνώ• όχι όταν το μοναστήρι μας έχη αγρυπνία —εκείνο είναι κάτι το ιδιάζον και έχει άλλους λόγους και όχι αυτούς για τους οποίους μιλάμε τώρα• εκείνη η αγρυπνία έχει σχέσι με την λατρεία και όχι με την προσευχή. Εάν δεν αγρυπνώ, εάν αδιαλείπτως δεν νηστεύω και εάν δεν μελετώ —αυτά αποτελούν τον εντελώς ιδιάζοντα χώρο της προσευχής—, αδίκως προσεύχομαι. Οπότε, αφού κάναμε το ξεκαθάρισμα αυτό, μπορούμε πλέον να ρίξωμε τον φακό μας εις την προσευχή, εις αυτό που μας απασχολεί, για να μπορέσωμε κατόπιν να προχωρήσωμε.

Τι είναι η προσευχή; Όταν λέμε τώρα τι είναι η προσευχή, δεν θα σας πω κανένα ορισμό της προσευχής. Άμα ανοίξωμε τον άγιον Ιωάννην της Κλίμακος, άμα ανοίξωμε τον Δαμασκηνόν, άμα ανοίξωμε όλους τους αγίους, θα δούμε ότι ο καθένας έχει υπέροχους ορισμούς, οι οποίοι θα μας είναι χρήσιμοι. Αλλά εγώ θα σας πω τώρα τι είναι η προσευχή, όπως
την βιούμε μέσα εις τον αγώνα της ψυχής μας, δηλαδή, όχι αντικειμενικά τι είναι η προσευχή αλλά υποκειμενικά πώς ζούμε εμείς την προσευχή• ένας που προσεύχεται, πώς νοιώθει και τι νοιώθει ότι είναι η προσευχή.

Κατ' αρχάς είπαμε ότι η προσευχή είναι μία πορεία προς τον Θεόν. Ο Θεός όμως είναι αόρατος. Ο Θεός είναι εις τους ουρανούς και εγώ είμαι κάτω εις την γη. Ο Θεός είναι το φως και εγώ είμαι σκοτάδι. Ξεύρεις τι φοβερό πράγμα είναι να μπορέση το σκοτάδι να διάλυση το φως; Αν είναι δυνατόν το σκοτάδι να διαλύση το φως, εφ' όσον το φως διαλύει το σκοτάδι. Και όμως, εμείς πάμε κάτι τέτοιο να κάνωμε μέσα στην προσευχή. Το σκοτάδι μας να το διαλύσωμε, οπωσδήποτε δια της εισελεύσεως του Θεού, για να μπούμε μέσα στον χώρο του φωτός και να γίνωμε εμείς οι ίδιοι φωτεινοί. Ξεύρεις τι θα πη η σάρκα να μπη μέσα εις τον χώρο του πνεύματος; Η σαρξ(6) η οποία δεν κληρονομεί ουράνιον βασιλείαν, να μπη μέσα εις τον Θεόν; Ξεύρεις τι θα πη ο αχώρητος παντί(7) Θεός να χωρέση μέσα στην δική μου την ψυχή; Την ψυχή μου που δεν φθάνει ότι είναι μικρά, αλλά είναι και κατακλυσμένη, είναι γεμάτη από τα πάθη της και από τα βουλήματά της και από τις επιθυμίες της;

Όταν, λοιπόν, προσεύχωμαι, αμέσως νοιώθω το ανυπέρβλητο αυτό εμπόδιο, που με χωρίζει από τον Θεόν. Το ότι εγώ είμαι σαρξ, τουτέστιν είμαι σάρκινος άνθρωπος (με την ευαγγελική έννοια παίρνω την λέξι «σαρξ» και όχι ότι δεν έχομε ψυχή), το ότι εγώ είμαι σαρξ και Εκείνος είναι πνεύμα. Με την υπερβατικότητα του Θεού και με την αγιότητα και την φαεινότητα του Θεού, νοιώθω αμέσως την αδυναμία μου. Νοιώθω ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα και ότι αρχίζω έναν φοβερό αγώνα, μίαν μάχη που τόσον ωραία η Παλαιά Διαθήκη μας την παρουσιάζει με την μάχη εκείνη, με τον αγώνα, με την πάλη του Ιακώβ(8), εκεί στην γνωστή κλίμακά του. Θα πρέπη εγώ, ο μικρός άνθρωπος, να εκπορθήσω τους ουρανούς και να πολιορκήσω τον Θεόν και να τον νικήσω τον Θεόν και να τον κάνω υποχείριον της δικής μου επιθυμίας, της δικής μου εφέσεως, την οποίαν κρύβω μέσα στην ψυχή μου.

Επομένως, την προσευχή την βιούμε αρχικώς —όταν αρχίζωμε να προσευχώμεθα— ως μίαν πάλη, ως έναν αγώνα. Αλλά προσέξτε, όχι αγώνα με την έννοια ότι είναι δύσκολο να προσευχηθώ, όχι ότι κάνω αγώνα να μαζέψω τους λογισμούς μου ή να νικήσω τον ύπνο μου ή να νικήσω τον κόπο των γονάτων μου ή που μου έρχεται να ξυστώ και δεν ξεύρω τι να κάνω και κοπιάζω για να μη ξυστώ • όχι με τον αγώνα του ότι πεινάω και θέλω να πάω να φάω και λέγω• «Όχι, θα συνεχίσω να προσεύχωμαι». Δεν εννοώ τον αγώνα αυτόν• αυτό είναι η άσκησις, είναι κάτι το διαφορετικό• άλλο θέμα είναι αυτό. Ομιλώ για τον αγώνα που κάνομε, όχι με τον εαυτό μας -αυτά είναι με τον εαυτό μας-, αλλά τον αγώνα που κάνομε με τον Θεόν. Παλεύω με τον Θεόν. Ξεκάθαρα.

Αρχίζω μίαν μάχη, η οποία θα είναι επώδυνη, η οποία θα είναι ατελεύτητη —διότι δεν ξεύρω αν θα σταματήση στην άλλη ζωή—, μίαν μάχη με τον ίδιο τον Θεόν. Όταν έλεγε «συναγωνίσασθέ μοι εν ταις προσευχαίς»(9) ο Παύλος, κάτι τέτοιο εννοούσε. Ένοιωθε να αγωνίζεται αυτός με τον Θεόν, είτε για τον εαυτό του είτε για τις εκκλησίες, τις οποίες είχε αναλάβει, και έλεγε• «Παλέψτε και σεις με τον Θεόν, με τις προσευχές σας, ούτως ώστε να ενωθούν αυτοί οι αγώνες μας και έτσι, όλοι μαζί, να παλεύωμε μαζί του για να τον νικήσωμε». Όπως ακριβώς, όταν δεν μπορώ να σε νικήσω, φέρνω και άλλους και τους καλώ εις βοήθειαν, για να μπορέσω να προχωρήσω.

Το πρώτο, λοιπόν, βίωμα το οποίον έχω, είναι η αίσθησις του ανυπερβλήτου εμποδίου, που υπάρχει μπροστά μου, της μικρότητός μου, και επομένως η αίσθησις του υπερβατικού του Θεού και η βίωσις της δραματικής πάλης την οποίαν κάνω με τον Θεόν. Για σκεφθήτε, ένας άνθρωπος, ο οποίος γρονθοκοπάει τον αέρα, αυτός δεν έχει καμίαν αντίστασι και μπορεί πάρα πολύ εύκολα να κατευθύνη τα χέρια του όπου νομίζει• πυκτεύει αυτός εις αέρα. Δεν παθαίνει τίποτα. Δεν νοιώθει να αντιστέκεται κάτι στο χέρι του. Όταν όμως έχης έναν αντίπαλο, αμέσως σφίγγεσαι. Η γροθιά σου αμέσως δυναμώνει. Οι μυς σου, τους βλέπεις και τεντώνονται και αυτοί. Βρίσκεις μίαν αντίδρασι. Καταλαβαίνεις ότι χτυπάς ή ότι χτυπιέσαι. Νοιώθεις αμέσως ότι χτυπάς και ότι χτυπιέσαι. Όταν δεν έχω την αίσθησι του αγώνος αυτού με
τον Θεόν, καταλαβαίνετε ότι ακόμη δεν έχω αρχίσει καν να προσεύχωμαι.

Ας υποθέσωμε όμως ότι αρχίσαμε να προσευχώμεθα και νοιώθω ότι έχω να κάνω αυτήν την φοβεράν πάλην με τον Θεόν, ότι μπήκα πλέον, ότι έχω βάλει τα γάντια στα χέρια μου και αρχίζω να χτυπάω τον Θεόν. Αντιστέκεται Εκείνος, αντιστέκομαι και εγώ και είναι πλέον το θέμα ή θα νικήσω ή θα νικήση. Δεν είναι δυνατόν παρά ή να πέσω κάτω αιμόφυρτος ή να νικήσω Εκείνον και να μου πη «με νίκησες πλέον». Να μου παραδοθή, όπως έκανε και με όλους τους αγίους, οι οποίοι τον έκαναν ό,τι ήθελαν τον Θεόν.
Εάν θα σταματήσω, θα είμαι ένα συντριμμένον πλέον πλάσμα, θα είμαι ένας, για πάντα, αποτυχημένος άνθρωπος. Δεν μπορώ να πω ότι δουλεύω ή ότι ζω ή ότι προσεύχομαι, εάν δεν θα νικήσω εις αυτήν την πάλη. Πολλώ μάλλον, εάν δεν έχω αρχίσει την πάλη. Ας υποθέσωμε, λοιπόν, ότι έχω όλην την αίσθησι και όλην την βίωσι αυτήν. Μπήκα μέσα εις τον αγώνα. Αρχίζω να παλεύω με τον Θεόν. Παλεύοντας με τον Θεόν, νοιώθω ότι αυτή μου η πάλη δεν γίνεται με τους γρόνθους μου, δεν γίνεται με τα χέρια μου, με τα πόδια μου ή με ο,τιδήποτε άλλο, αλλά γίνεται με τον νου μου. Γίνεται με το πνεύμα μου, όπως λέμε, γίνεται με το νοερόν
. ..

Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004.

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Σεπ 04, 2008 3:43 pm
από gkou
7. Πνευματική Μελέτη


Είναι πολύ μεγάλο το θέμα της πνευματικής ζωής που αρχίσαμε από την προπερασμένη Κυριακή. Είδαμε την πνευματική ζωή σαν έναν δρόμο, που αρχίζει από την ζωή αυτή με σκοπό να φθάση επάνω στον ουρανό. Είναι μια ζωή που έχει μεταφορικό μέσο τα φτερά του Αγίου Πνεύματος, διότι δεν είναι δυνατόν κανείς να φθάση πεζός στον ουρανό. Δεν είναι δυνατόν κανείς με τις δικές του δυνάμεις, με τον δικό του αγώνα, με την δική του αρετή να φθάση επάνω εις τον Θεόν. Πρέπει να βασισθή στα δυνατά και τα ταχύτατα φτερά του Αγίου Πνεύματος• πρέπει να στηριχθή αποκλειστικώς στην θεία χάρι και να καταβάλη μόχθο, αγώνα, κόπο, ιδρώτα, να θυσιάση τον εαυτό του.

Είδαμε εν συνεχεία ένα μέσον της πνευματικής ζωής, τον γάμο, που είναι μυστηριακό σημάδι της παρουσίας του Θεού, στον οποίον έρχεται το Πνεύμα το Άγιον, για να ενώση το παρόν με το μέλλον, την στιγμή εκείνη την κρίσιμη, αλλά και την κάθε στιγμή της ζωής μας, με την αιωνιότητα.

Ας δούμε σήμερα ένα δεύτερο σημάδι της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, ένα μυστικό σημάδι, την πνευματική μελέτη.

Όλοι οι άνθρωποι από τα μικρά τους χρόνια διαβάζουν πολύ. Σήμερα, μάλιστα, στην εποχή της επιστήμης, των γραμμάτων και της προόδου, πρέπει κανείς να διαβάζη πολύ• εάν δεν διαβάζης, είσαι σαν τυφλός. Διαβάζεις εσύ και προτρέπεις το παιδί σου από τα πρώτα του χρόνια να διαβάζη, για να μην αποτύχη στην ζωή του. Ο καθένας διαβάζει ανάλογα με την τέχνη του ή την επιστήμη του, με την μόρφωσί του, με τις δυνατότητες που έχει, με την κοινωνική θέσι• άλλος λιγώτερο, άλλος περισσότερο.

Το παιδί σου, εάν έχη παιδεία, διαβάζει φιλοσοφία, αρχαίους κλασσικούς συγγραφείς, για να μπόρεση να μορφώση το πνεύμα του. Φαντάζομαι ότι οπωσδήποτε το παροτρύνεις να διαβάζη και ξένες γλώσσες, διότι λένε ότι, αν ξέρης μια ξένη γλώσσα, είναι σαν να έχης δυο ακόμη μάτια. Το παιδί σου διαβάζει βιβλία κοινωνικά, εγκυκλοπαιδικά, επιστημονικά, δεν ξεύρω τι άλλο, για να μπορή να έχη μία επαφή με την σύγχρονη πραγματικότητα. Να μπορή να καταλαβαίνη τον άνθρωπο που είναι απέναντί του και να επικοινωνή, να είναι προσγειωμένο στις απαιτήσεις και συνθήκες της εποχής του, για να μην είναι ένας μετέωρος άνθρωπος.

Όλα αυτά είναι χρήσιμα. Δεν αρκούν όμως, ούτε μπορούμε να τα διαβάζωμε όλοι μας. Εμείς μιλάμε για την πνευματική ζωή και το θέμα μας είναι τα βιβλία που πρέπει να διαβάζωμε απαραιτήτως, διότι μας χρειάζονται στο ταξίδι μας για τον ουρανό. Τα βιβλία στα οποία, όταν τα διαβάζης, ξεύρεις ότι μιλάει ο ίδιος ο Θεός. Είναι εργαλεία της πνευματικής ζωής και χωρίς αυτά είναι αδύνατον να φθάση κανείς στον παράδεισο.

Ποια είναι τα βιβλία της χριστιανικής ζωής; Είναι πάρα πολλά. Είναι εκείνα που με μία λέξι περιεκτική τα ονομάζομε πνευματικά βιβλία. Αλλά όμως από όλα αυτά τα βιβλία, επιτρέψτε μου -σήμερα που το θέμα μας είναι η πνευματική μελέτη, το μυστικό αυτό σημάδι της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στην ζωή μας- να αναφέρω ωρισμένες μόνον κατηγορίες. Δεν είναι δυνατόν να αναφερθούν όλα παρά μόνον εκείνα που η Εκκλησία μας ξεχώρισε με την ιστορία της και με την ζωή της και με τα αίματά της και μας τα έδωσε, για να τα έχωμε καθημερινό εντρύφημα. Εκείνα στα οποία δεν διαβάζεις σκέψεις ανθρώπινες, κριτήρια ανθρώπινα, λογική ανθρώπινη, αλλά βρίσκεις την κρίσι και την λογική του Θεού, το Πνεύμα του Θεού• ομιλεί ο ίδιος ο Θεός. Οι συγγραφείς των είναι τα θεόπνευστα όργανα, τα οποία έγιναν υπηρέτες του Αγίου Πνεύματος.

Θα αναφερθώ στα βιβλία που σου δίνει η Εκκλησία. Τα ανοίγεις και βλέπεις να σου μιλά ο Θεός. Νοιώθεις αμέσως το φτερούγισμα του Πνεύματος. Νοιώθεις να απαντά ο Θεός στις απορίες σου. Βλέπεις να διαλύη τα σκοτάδια σου, να ανοίγη τους δρόμους σου, όταν υπάρχη μπροστά σου αδιέξοδο. Βλέπεις να μην αφήνη κανένα σημάδι σκοτεινό μέσα στο πέρασμά σου. Τότε γεμάτος χαρά φωνάζεις: «νυν ηρξάμην λαλήσαι προς τον Κύριόν μου. Εγώ δε ειμί γη και σποδός». Άρχισα να κουβεντιάζω με τον Θεόν μου, με τον Χριστόν μου. Και τι είμαι εγώ που μιλάω μαζί του; Στάχτη είμαι, πηλός είμαι. Μου κάνει όμως αυτήν την χάρι ο Θεός.

Εάν δεν έχης τα βιβλία αυτά μαζί σου στο ταξίδι σου, δεν θα φθάσης ποτέ στο τέρμα. Μέσα από αυτά σε καλεί ο Θεός. Σου δείχνει με το χέρι του από πού να πας. Σου λέγει: Duc in altum, έλα, παιδί μου, επάνω στα ύψη. Το νοιώθεις. Όπως εκείνος ο άγιος άνθρωπος, ο οποίος άφηνε πολλές φορές την συντροφιά του με την δικαιολογία: κάποιος με περιμένει στο δωμάτιό μου. Δεν ήξευραν ποιος είναι. Πίστευαν ότι είναι κάποιος άνθρωπος, ενώ εκείνος πήγαινε και άνοιγε τα βιβλία του. Μέσα στο βιβλίο τον περίμενε ο ίδιος ο Θεός.

Ποια είναι λοιπόν τα βιβλία αυτά;

Πρώτον, εκείνα που ονομάζονται πατερικά. Συγγραφείς των ήσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, τα όργανα του Αγίου Πνεύματος, οι φλογεροί εκείνοι διδάσκαλοι που ήσαν πύρινοι όταν μιλούσαν και οξυγράφοι όταν έγραφαν. Μας άφησαν με την πνοή του Αγίου Πνεύματος τα αθάνατα αριστουργήματά τους. Αλήθεια, τι θησαυρό θα χάναμε, αν δεν υπήρχαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας! Έζησαν με προσευχές, με αγρυπνίες, με νηστείες. Αγάπησαν τον Θεόν ολότελα και τους αγάπησε ο Θεός αποκλειστικά αξιώνοντάς τους να μας αφήσουν τα αθάνατα αυτά έργα, που είναι πολυτιμότερα από το χρυσάφι όλου του κόσμου.

Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έζησαν περίπου καθ' όμοιον τρόπον. Μια ματιά θα ρίξωμε μόνον στον Βίο ενός Πατρός, του Μεγάλου Βασιλείου, και θα είναι σαν να έχωμε μπροστά μας όλη την χορεία των αγίων Πατέρων. Σπούδασε στις γνωστές και μεγάλες σχολές της εποχής του φιλοσοφία, ρητορική, αστρονομία, μαθηματικά, ιατρική. Έγινε ρήτωρ. Το μέλλον του χαμογελούσε και οι επιτυχίες ξεπερνούσαν η μία την άλλη. Τι έγινε όμως τότε; Αυτή η ωραία ψυχή, αυτή η αστραφτερή διάνοια, αυτή η ευαίσθητη και θεόπαθη καρδιά δεν υποδουλώθηκε σε χωμάτινες επιδιώξεις. Άφησε συγγενείς και φίλους και πήγε σε μια ερημιά του Πόντου. Εκεί, αν και ήταν από μικρό παιδάκι καχεκτικός και φιλάσθενος και συχνά κινδύνευσε να πεθάνη, έζησε πέντε χρόνια σκληρή ζωή μέσα στην μούχλα και στην υγρασία, κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, μέσα σε ένα υπόγειο, μακριά από τις ζητωκραυγές των ανθρώπων.

Και μια νύκτα, περασμένα μεσάνυκτα, όπως μας λέγει ο αδελφός του ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, «έλλαμψις αυτώ φωτός γίνεται• άϋλον δε τι το φως εκείνο θεία δυνάμει καταφωτίζον το οίκημα, υπ' ουδενός πράγματος υλικού εξαπτόμενον». Τον επισκέφθηκε μέσα στο ερημητήριό του ο Θεός. Άστραψε και το σκοτάδι έγινε ημέρα και εκείνος έγινε σαν ήλιος. Ένα φως, χωρίς να έρχεται από κάπου. Όπως μπήκε ο Χριστός στο υπερώο, χωρίς να υπάρχουν παράθυρα και πόρτες ανοιχτές, έτσι μπήκε και εκεί όπου ήταν ο Μέγας Βασίλειος . Είδε τον Θεόν με τα πνευματικά του μάτια ο Βασίλειος και είπε: «Τι του θείου κάλλους θαυμασιώτερον; Τι του θείου κάλλους ερασμιώτερον;»• τι υπάρχει ωραιότερο και θαυμασιώτερο και ομορφότερο και πιο αξιαγάπητο από την πνευματική ομορφιά, την ομορφιά του Θεού; Με αυτήν την φώτισι που έλαβε, μπόρεσε και έγραψε τα αριστουργήματα, τα οποία άφησε για να μας φωτίζη...




Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004.

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Σεπ 04, 2008 9:07 pm
από gkou
Έτσι περίπου έγραψαν τα βιβλία τους οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, και με αυτά μας παίρνουν από το χέρι και μας οδηγούν από κορυφή σε κορυφή, από βουνό σε βουνό, μέχρι πάνω από τα αστέρια, εκεί όπου είναι ο θρόνος του Θεού και γύρω του οι φίλοι του, οι άγιοι. Κατά τον ίδιο τρόπο μας άφησαν τον λόγο τους ο άγιος Χρυσόστομος, ο άγιος που γιορτάζομε αύριο, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο αετός του Πνεύματος.

Μα, θα μου πήτε: Πάτερ, ωραία τα λες, αλλά πού θα βρούμε τα βιβλία αυτά; Μη στενοχωριέστε. Αν μέχρι τώρα δεν έχετε ψάξει, θα δήτε πόσο εύκολο είναι να τα βρήτε και να τα διαβάσετε, και αν ακόμη έχετε τελειώσει μόνον το δημοτικό σχολείο. Υπάρχουν τόσες μεταφράσεις σήμερα, ώστε σε όλους μας οι Πατέρες είναι προσιτοί. Ο αείμνηστος μητροπολίτης μας Διονύσιος δεν έχει γράψει προσφάτως δύο βιβλία, στα οποία μετέφρασε κείμενα Πατέρων της Εκκλησίας; Πόσα βιβλία και πόσοι λόγοι του αγίου Χρυσοστόμου, του Μεγάλου Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου, του αγίου Νικοδήμου, Παύλου της Ευεργέτιδος και τόσων άλλων Πατέρων υπάρχουν και κυκλοφορούν! Απλά είναι τα γραφόμενά τους.

Θα διάβασης και θα ανοιχθούν τα μάτια σου. Όπως, όταν κάθεσαι μέσα στο σκοτάδι και ξαφνικά έρχωμαι και σου ρίχνω στο πρόσωπο έναν προβολέα, ανοίγεις τα μάτια σου καλά καλά, το ίδιο θα νοιώσης, όταν διάβασης τα βιβλία που έγραψαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Τα βιβλία αυτά γίνονται οι φακοί με τους οποίους βλέπομε τον ήλιο, τον Χριστόν.

Ας έλθωμε τώρα σε μια δεύτερη κατηγορία βιβλίων, τους Βίους των αγίων, των φίλων της Εκκλησίας μας, που σκύβουν στο στήθος του Χριστού και ζουν μέσα στους κόλπους του• αυτοί είναι η οικογένεια του Χριστού και πρέπει και εμείς να είμαστε εκεί. Τους ξεύρομε τους αγίους της Εκκλησίας μας; Είναι τα αδέλφια μας. Ανήκομε στην ίδια οικογένεια• έχομε τον ίδιο πατέρα, τον Θεόν, την ίδια μητέρα, την Εκκλησία. Τρώμε το ίδιο φαγητό, την θεία κοινωνία. Είμαστε ομογάλακτοι και ομοτράπεζοι. Βγήκαμε από την ίδια πνευματική γαστέρα. Ξεύρομε αυτά τα αδέλφια μας, τους αγίους της Εκκλησίας;

Διαβάζεις την ζωή των αγίων και βλέπεις μπροστά σου ζωντανές μεταφράσεις του Ευαγγελίου και εμπνέεσαι. Τους γνωρίζεις σιγά σιγά. Βλέπεις πώς γεννήθηκαν, ποια ήταν η κατά σάρκα μητέρα τους, πώς άρχισαν την ζωή τους, πώς έχυσαν τους ιδρώτες τους, τα αγιασμένα τους δάκρυα, πώς πότισαν την γη με το πολύτιμο, το ζεστό τους αίμα• το αίμα εκείνο που ήταν ενωμένο με το αίμα του Χριστού. Ενθουσιάζεσαι και σου έρχεται να πηδήσης για να φτάσης ψηλά. Τους διαβάζεις και τους νοιώθεις μαζί σου, σαν να ακούς την αναπνοή τους. Σαν να καθώμαστε όλοι μαζί και ύστερα από λίγο σας λέγω: Κουραστήκατε, αγαπητοί μου, ας κάνωμε έναν περίπατο. Κάνομε περίπατο και κουβεντιάζομε όλοι μαζί φιλικά σαν μία οικογένεια. Έτσι νοιώθεις τους αγίους μέσα στην ζωή σου, όταν τους διαβάζης. Σου γεννιέται αμέσως το ερώτημα: Αυτός ο άγιος δεν ήταν άνθρωπος σαν εμένα; Πώς έγινε άγιος; Μπορώ και εγώ να γίνω άγιος. Βλέπεις τον ηρωισμό του, την αγάπη του προς τον Θεόν και η καρδιά σου εξάπτεται, ενθουσιάζεται και θέλεις ακόμη και να τον ξεπεράσης. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού». Τον δόξασαν τον Θεόν. Ολόκληρο νέφος από μυριάδες αγίους, οι οποίοι ακόμη δεν πήραν τα στεφάνια τους, διότι περιμένουν και εμάς. Όπως μαζεύεται η οικογένεια στο σπίτι για το δείπνο και όταν λείπη ένα παιδί το περιμένουν, έτσι και οι άγιοι στον ουρανό περιμένουν εμάς, εμένα, εσένα. Σκέπτεσαι τι σημαίνει να καθυστερής στον δρόμο της πνευματικής σου πορείας; Για σκέψου να σε περιμένουν όλες οι στρατιές των αγίων και συ να κάθεσαι να χρονοτριβής με ασήμαντα πράγματα. Άφησε τα• σήκωσε την καρδιά σου όπου και αν είσαι, μέσα στο σπίτι σου, στο μαγαζί σου, με τα παιδιά σου, με τον ή την σύζυγο σου• ακόμη, σε δύσκολο τόπο κράτησε την καρδιά σου εκεί ψηλά. Θα μπόρεσης, αν διαβάζης τους Βίους των αγίων και βαπτίζεσαι μέσα στον ενθουσιασμό τους.

Τρίτον, ας δούμε τα εκκλησιαστικά μας βιβλία. Κάθε φορά που ερχόμαστε στην Εκκλησία, σε εκείνο το Ψαλτήρι τι ωραία πράγματα διαβάζονται! Διαβάζεις την Παρακλητική και νοιώθεις βάλσαμο στην ψυχή σου. Διαβάζεις το Τριώδιο, που ψάλλεται την Μ. Τεσσαρακοστή, και άθελα σου νοιώθεις να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια σου• όχι δάκρυα συναισθηματικά, ψεύτικα, αλλά από τα βάθη της ψυχής σου. Διαβάζεις το Πεντηκοστάριο και χαμογελάει η ψυχή σου• νοιώθεις ότι ζης στον ουρανό. Μα, αν δεν τα έχης αυτά, τουλάχιστον δεν έχεις τον Συνέκδημο που είναι μια περίληψι όλων αυτών; Πάρε ένα Συνέκδημο και μάθε πώς χρησιμοποιείται. Θα δης πόσο έχεις να ωφεληθής.

Και μαζί με αυτά, αν έχης τελειώσει το γυμνάσιο, μάθε να διαβάζης βιβλία θεολογικά, που μιλούν για την πίστι του Χριστού την αγία• την πίστι που την κλωτσούν οι αιρετικοί, αλλά που πρέπει εσύ να την φωλιάσης μέσα στο μυαλό σου και στην καρδιά σου.

Και μια ακόμη κατηγορία βιβλίων που την άφησα στο τέλος, γιατί είναι για μας η σπουδαιότερη. Ποια είναι; Η Αγία Γραφή. Η Καινή Διαθήκη, η Παλαιά Διαθήκη. Την διαβάζομε; Φοβάμαι μήπως, ιδιαίτερα την Παλαιά Διαθήκη, δεν την διαβάζωμε. Εκεί πια είναι που μιλάει ολοκάθαρα ο Θεός. Εκεί διαβάζεις: «Τάδε λέγει Κύριος». Μιλάει ο Θεός. Και ο πιο αγράμματος μπορεί να διαβάση την Αγία Γραφή. Αν δεν την καταλάβη σήμερα, θα την καταλάβη αύριο..

Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004..

Δημοσιεύτηκε: Παρ Σεπ 05, 2008 11:13 am
από gkou
Θυμάμαι, όταν ήμουν φοιτητής, ότι είχα πάει σε ένα σχολείο για να κάνω τον «δάσκαλο»• εγώ το νεαρούλι να μιλήσω στους μαθητές. Έξω από την πόρτα του σχολείου ήταν μια κυρούλα, που πωλούσε κουλούρια. Πόσα δεν μου δίδαξε και πόσο δεν με ταπείνωσε! Διάβαζε.
- Τι διαβάζεις, κυρούλα; της λέγω.
- Το Ευαγγέλιο, παιδί μου.
- Μα το καταλαβαίνεις;
- Αμέ, το δευτερώνω. Το διαβάζω για δεύτερη φορά και το καταλαβαίνω καλύτερα από την πρώτη. Και άμα το διαβάσω πάλι από την αρχή, θα καταλάβω ακόμη πιο πολλά.

Συγχώρεσέ με, Θεέ μου, είπα τότε για τον εαυτό μου.

- Δεν μου λες, κυρούλα, ξεύρεις ότι υπάρχει και μετάφρασις του Ευαγγελίου;
- Αλήθεια, παιδί μου, πόσο κάνει; Να δανειστώ και να σου τα δώσω, να μου την φέρης.

Δεν της χρειαζόταν. Της έστειλα όμως την ερμηνεία ως δώρο. Δεν την χρειαζόταν. Είχε φλόγα. Και αν έχης φλόγα, σου τα λέγει όλα ο Θεός.
Η Αγία Γραφή είναι το μεγαλύτερο δώρο που άφησε ο Θεός στον άνθρωπο. Να το καταλαβαίναμε! Όπως κάποιος συγγραφεύς ο οποίος, ενώ είχε τόσα βιβλία μπροστά του, έλεγε στην γυναίκα του:
- Φέρε μου το βιβλίο μου.
- Μα ποιο βιβλίο από όλα;
- Καημένη, ρωτάς ποιο βιβλίο; Ένα είναι το βιβλίο, η Αγία Γραφή, απαντούσε ο μεγάλος αυτός συγγραφεύς. Κάθε πρωί την διάβαζε για να ανάβη το λυχνάρι της ψυχής του, για να φωτίζεται από τον Θεόν.

Ας δούμε τώρα τι χρειάζεται να κάνωμε, για να έχη επιτυχία η πνευματική μας μελέτη και ποιοι είναι οι καρποί της.

Πρώτον, για να διάβασης τα πνευματικά βιβλία και για να έχουν απήχησι μέσα στην ψυχή σου, σου χρειάζεται κόπος και προσευχή. Ας το ομολογήσωμε, είμαστε ράθυμοι. Το ξεύρετε, φαντάζομαι, ότι υπάρχουν σε σπίτια βιβλιοθήκες που έχουν στα ράφια τους μόνον ζωγραφισμένες τις ράχες βιβλίων! Κοιτάζεις και λες: Τι αριστουργήματα περιέχει αυτή η βιβλιοθήκη! Ομήρου Ιλιάς, Θουκυδίδου Ιστορία, Δημοσθένους Λόγοι. Αλλά, εάν προσπαθήσης να τα ανοίξης, δεν ανοίγουν, διότι δεν είναι βιβλία παρά μόνον ζωγραφισμένες ράχες. Δεν διαβάζει ο άνθρωπος• θέλει μόνον να δείχνη πως είναι πολιτισμένος και πνευματικός.

Πρέπει όμως να πιστεύωμε ότι οι ψυχές μας δεν χρειάζονται τροφή αλλά το βιβλίο, διότι το βιβλίο είναι ο λόγος του Θεού. Να διαβάζης ημέρας και νυκτός, όπως λέγει η Αγία Γραφή, «ανιστάμενος, καθήμενος, κοιταζόμενος»(. Σηκώνεσαι, κάθεσαι, ξαπλώνεις, να διαβάζης. Να αποτραβιέσαι οποιαδήποτε ώρα σε ένα ήσυχο μέρος του σπιτιού σου• να αφήνης τους θορύβους έξω, να κλείνεσαι εκεί και να ανοίγης το βιβλίο, για να μπορέσης να το απολαύσης. Αν μπορής να δοκιμάσης να διαβάζης τα πνευματικά βιβλία την νύκτα, έστω και μια φορά την εβδομάδα, τότε θα δης την ευλογία του Θεού. «Εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμα μου προς σε, ο Θεός, διότι φως τα προστάγματά σου επί της γης». Την νύκτα να ανάβης το θεϊκό φως που φωτίζει την γη.

Κοπίασε, επιδίωξε την ησυχία και θα δης ότι θα γνωρίσης τον Θεόν, θα διαλυθούν όλες οι αμφιβολίες σου, όλες οι δυσκολίες σου. Όταν ανατέλλη ο ήλιος, να σε βρίσκη με το βιβλίο στο χέρι, όπως έλεγαν οι παλαιοί. Προηγουμένως όμως προσευχήσου, για να σου ανοίξη ο Θεός τον νουν και την καρδίαν. Εκείνος μπορεί.

Να τα διαβάζης όλα. Έχεις παραδείγματος χάριν το Ευαγγέλιο. Και αυτά που σου φαίνονται περιττά και αυτά που σου φαίνονται δύσκολα, διάβασέ τα. Ίσως σε κάποια γωνιά του Ευαγγελίου ή της Παλαιάς Διαθήκης να βρης κάποιο μικρό μαργαριτάρι• αλλά το μαργαριτάρι, όσο μικρό και αν είναι, είναι πολυτιμότερο από τον μεγαλύτερο βράχο• μη βαριέσαι.

Μη ζητάς να βρης στην Αγία Γραφή συνταγές ή κανόνες για την ζωή σου. Μη θέλης να βάλης δικές σου σκέψεις. Εσύ διάβαζε να μάθης τι λέει ο Θεός, και ο Θεός θα σε εμπνεύση. Ό,τι θα σου πη ο Θεός, να το δεχθής. Μα, θα μου πης: Δεν εφαρμόζονται, παππούλη μου, αυτά στις ημέρες μας. Πέρασαν τα ωραία εκείνα χρόνια. Αυτά είναι για σας, στα μοναστήρια. Εμείς έχομε δουλειές, έχομε φασαρίες. Ώστε λοιπόν η χριστιανική ζωή είναι μόνον για τα μοναστήρια; Μα τι λέγαμε; Το σπίτι μας το ανοίγομε για να υπάρχη μέσα ο Χριστός. Αυτή η σκέψις, ότι δεν εφαρμόζονται τα ιερά γράμματα σήμερα, είναι σαν το νιτρικό οξύ. Έχω ακούσει ότι άμα ρίξης λιγάκι νιτρικό οξύ σε ένα ωραίο λουλούδι, θα κιτρινίση, θα μαραθή. Έτσι επιδρά αυτή η ιδέα στην ζωή μας. Για μας είναι οι Άγιες Γραφές, για μας είναι τα βιβλία, όχι μόνον για τους μοναχούς. Αυτοί έχουν την ησυχία τους, έχουν το λιμάνι τους, τα έχουν όλα τακτοποιημένα. Εμείς είμαστε μέσα στον αγώνα, μέσα στην φουρτούνα, εμάς κυνηγάει μέσα στον κόσμο ο πονηρός. Σε μας, που έχομε τόσες δυσκολίες, έρχεται ο Χριστός να δώση τα πνευματικά όπλα, που λέγονται πνευματικά βιβλία. Για μας λέγει: «Ταύτα μελέτα, εν τούτοις ίσθι».

Τα πάντα ξεύρομε• τους ηθοποιούς, απ' έξω και ανακατωτά, τους ποδοσφαιριστάς ομοίως. Να κάνωμε έναν πρόχειρο διαγωνισμό; Να ρωτήσω έναν από εσάς; Πόσοι είσθε εδώ; Εναν μόνον να ρωτήσω• ή καλύτερα ας κάνωμε κάτι άλλο. Όταν επιστρέψετε στο σπίτι σας, ανοίξτε το ημερολόγιο• έχει τριακόσιες εξήντα ημέρες, αλλά περισσότερους από τριακόσιους εξήντα αγίους, χιλιάδες αγίους. Για μετρήστε πόσων ξεύρετε την ζωή; Είχαμε πει ότι είναι αδέλφια μας, ότι είμαστε της αυτής οικογενείας. Ύστερα ανοίξτε τον Συνέκδημό σας στον Μέγαν Κανόνα που ψάλλομε την Μ. Τεσσαρακοστή. Έχει σχεδόν όλα τα ονόματα της Αγίας Γραφής. Δείτε πόσα από εκείνα γνωρίζετε. Φοβούμαι για τον βαθμό που θα πάρωμε όλοι μας.

Γιατί να μη διαβάζωμε; Μην πης πως δεν καταλαβαίνεις. Αυτό είναι υπόθεσις του Αγίου Πνεύματος. Εάν θέλης, αυτό θα σε φωτίση. Είναι αυτό που μυσταγωγεί την Εκκλησία. Σιγά σιγά θα σου μάθη τα κλειδιά που ανοίγουν τα μυστικά των βιβλίων, που ανοίγουν τον παράδεισο. Άλλωστε θα έχης και κάποιον δικό σου άνθρωπο, κάποιον πνευματικό, που θα είναι «τη πείρα μεμυημένος», όπως λέγουν οι Πατέρες, δηλαδή που θα έχη την πείρα για να μπορή να σου τα εξηγή. Θα αποκτήσης και δική σου πείρα και θα δης ότι θα σου διανοίγωνται όλα. Αλλά χρειάζεται κόπος, έρευνα, προσευχή.

Δεύτερον, χρειάζεται πόθος και ξενιτεία, ενδιαφέρον και αδιαφορία. Τι σημαίνει αυτό; Μπορείς να γέμισης ένα δοχείο, όταν είναι ήδη γεμάτο; Για να μπη το θεϊκό νόημα εντός σου, για να μπη η χάρις του Θεού, πρέπει να αδειάσης την καρδιά σου από τα πάθη, τον εγωισμό, τα μίση, τις ζήλειες, τα απωθημένα αισθήματα, τα ελατήρια ιδιοτέλειας, να την καθαρίσης και να την γεμίσης με αρετές. Τα πάθη είναι όπως τα παράσιτα. Ανοίγεις το ραδιόφωνο να ακούσης έναν σταθμό και ακούς συνεχώς παράσιτα• δεν καταλαβαίνεις τι λέει ο εκφωνητής. Πρέπει να σταματήσουν τα παράσιτα, για να ακούσης την φωνή. Πώς θα ακούσης την φωνή του Θεού, όταν μέσα σου βρυχώνται, όταν μέσα σου γρυλίζουν τα πάθη; Πρέπει να απελευθερωθής, διότι με αυτά παραμένεις σαρκικός άνθρωπος, ψυχικός άνθρωπος, και «ψυχικός άνθρωπος ου δέχεται», δεν καταλαβαίνει «τα του Πνεύματος του Θεού».

Τα παράσιτα όμως μπορεί να είναι και εξωτερικά. Μπορεί να είναι μια φασαρία, δηλαδή, όταν διαβάζης μέσα σε φασαρία και δεν αναζητής μια ήσυχη στιγμή. Όταν θέλης να κολυμπήσης στην θάλασσα, αλλάζεις τα ρούχα σου• αλλοιώς θα βραχούν, θα βαρύνουν και θα βουλιάξης. Έτσι πρέπει να βγάλης όλα εκείνα που μπορούν να γεμίζουν την ζωή σου: ασχολίες, θελήματα, τα βουητά του κόσμου• να τα κλείσης έξω από την πόρτα σου. Να μείνης λίγες στιγμές μόνος σου με τον Θεόν. Φθάνουν οι υπόλοιπες ώρες που είναι τόσο γεμάτες από κόπο. Αυτές τις στιγμές ας είσαι μόνος μόνω τω Θεώ.

Στην θέσι αυτών που αφήρεσες, στην θέσι της αδιαφορίας, στην θέσι της ξενιτείας της καρδιάς, της απομακρύνσεως από όλα, θα βάλης τον πόθο του Χριστού. Μέσα μας ας υπάρχη η πεποίθηση, η απόφασις ότι πρέπει να τα καταλάβω, διότι πρέπει να γίνω άγιος. Όπως ο τυφλός φώναζε, Θεέ μου, θέλω να σε δω, έτσι να φωνάζης και συ. Όπως το νήπιο αρπάζει τον μαστό της μητέρας του και θηλάζει με πάθος, έτσι και συ να αρπάζης το βιβλίο.


Όπως ο Ζακχαίος, που ακούσατε το πρωί στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, ανέβηκε επάνω στην συκομορέα για να δη τον Χριστόν, έτσι πρέπει να κάνης και συ. Όταν πιάσης το βιβλίο στο χέρι σου, να πης: Το βιβλίο αυτό έχει να πη κάτι για μένα. Πρέπει να ανακαλύψης εκείνο ακριβώς που έχει να σου πη και να το ρουφήξης
με την καρδιά σου, όπως το διψασμένο χωράφι ρουφάει το νερό της βροχής.

Πόσοι άνθρωποι υπάρχουν σαν τον τυφλό, σαν τον Ζακχαίο! Διάβαζα ότι σε κράτη αθεϊστικά, όπου απαγορεύεται να διαβάζουν την Αγία Γραφή, έχομε στρατιώτες που διαβάζουν το Ευαγγέλιο κάτω από την κουβέρτα με τον φακό, για να μην τους δουν οι ανώτεροί τους. Τι πόθος, τι λαχτάρα! Κινδυνεύει η ζωή τους και όμως το κάνουν. Μα τι λέγω; Κάτω από την κουβέρτα σε κράτη αθεϊστικά; Φοβερό, αγαπητοί μου. Και στα Τρίκαλά μας υπάρχουν περιπτώσεις που αγόρια και κορίτσια αναγκάζονται να διαβάσουν το Ευαγγέλιο κάτω από την κουβέρτα. Ή ακόμη, έχομε περιπτώσεις -Θεέ μου, τι φρίκη! Πώς γινόμαστε έτσι εμείς οι χριστιανοί! -που αναγκάζονται τα παιδιά να διαβάσουν το Ευαγγέλιο μόνον εκεί... στο αποχωρητήριο! Τα κυνηγάει η μητέρα τους και ο πατέρας τους. Τους βλέπεις να σχίζουν το Ευαγγέλιο! Να παίρνουν βιβλία πνευματικά, βαπτισμένοι χριστιανοί, και να τα καίνε! Να πούμε κάτι περισσότερο; Όχι. Καλύτερα ας σιωπήσωμε, μήπως και το ξεχάση ο Θεός και δεν μας ρίξη κεραυνό...

Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004

Δημοσιεύτηκε: Παρ Σεπ 05, 2008 9:17 pm
από gkou
...Διαβάζομε λοιπόν το Ευαγγέλιο, «δόξα σοι ο Θεός». Διαβάζομε βιβλία πνευματικά. Τα διαβάζομε με ένα άφημα της καρδιάς μας, με μία εμπιστοσύνη, με ένα ηρωικό φρόνημα, σαν να λέμε: Χριστέ μου, διαβάζω το βιβλίο σου και ό,τι μου πης, θα το κάνω. «Κάθε πρωί μου ανοίγει το αυτί ο Θεός», λέγει ο προφήτης Ησαΐας, «και εγώ τον ακούω και δεν αντιλέγω, δεν απειθώ. Υψώνω το αυτί μου στον Θεόν να δεχθώ τα μηνύματά του και δεν λέγω όχι εις τον Θεόν». Αυτό σημαίνει διαβάζω βιβλία πνευματικά.

Όταν τώρα έχωμε αυτές τις προϋποθέσεις, πρώτον, τον κόπο και την προσευχή και δεύτερον, τον πόθο και την ξενιτεία, τον ηρωισμό και την απόφασι, τότε ας έλθωμε στα αποτελέσματα.

Πριν αναφερθώ σε αυτά, θέλω να σας κάνω μια εξομολόγησι. Όταν είχα αρχίσει τα κηρύγματά μας, φοβόμουν ότι δεν θα καταλαβαίνατε και δίσταζα. Νόμιζα ότι θα σας κούραζα. Αλλά η συμμετοχή σας και η προσοχή σας δείχνει ότι τα καταλαβαίνετε, διότι διψάει η ψυχή σας. Άλλωστε ακούω ότι συζητάτε και έξω από τον ναό και ρωτάτε να αυξήσετε τις γνώσεις σας. Δείχνει πόσο ενδιαφέρεσθε. Αυτό μου δίνει ιδιαίτερη χαρά.

Ας δούμε λοιπόν τα αποτελέσματα της πνευματικής μελέτης, άνευ της οποίας δεν υπάρχει πνευματική ζωή, για να ξεύρετε τι θα ζητάτε, όταν θα ανοίγετε ένα πνευματικό βιβλίο. Και αν μπορέσω με το κήρυγμα αυτό ή με τα προηγούμενα να ανάψω έναν μικρό σπινθήρα μέσα στην καρδιά σας, θα νοιώσω ευτυχής.

Όταν αισθανθήτε τα αποτελέσματα της πνευματικής μελέτης, θα πήτε: «είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον». Τι δώρα μας δίνει αλήθεια ο Θεός! Ξεύρετε τι δύναμι κρύβει ο λόγος του Θεού; Η πνευματική μελέτη, το πνευματικό βιβλίο είναι λόγος του Θεού. Σαν σπόρος πέφτει μέσα στην ψυχή μας και την σκάει όπως σκάει το χώμα και φυτρώνει ο σπόρος. Κρύβει ο λόγος του Θεού την δύναμι του ίδιου του Θεού, την δύναμι του Χριστού. Και όταν θα βουτάς το μυαλό σου και την καρδιά σου στο πνευματικό βιβλίο, θα τα βγάζης πάντα χορτασμένα. Δεν θα αδειάζη όμως το λαγήνι• θα βγάζη, θα βγάζη... Η πνευματική μελέτη πάντοτε θα σου ανοίγη ορίζοντες μπροστά σου, γιατί είναι το καλύτερο καθημερινό εργαλείο που έχεις στο σπίτι σου, ένας εξοπλισμός πνευματικής ζωής.

Τι μας δίνει λοιπόν το πνευματικό βιβλίο; Μας δίνει πρώτα από όλα την θεία οικοδομή. Με την δύναμι που έχει ο λόγος του Θεού νικάει τις αμαρτίες μας και διώχνει τον διάβολο, όπως λέγει ο άγιος Χρυσόστομος. Ο λόγος του Θεού, η πνευματική μελέτη, μοιάζει με ένα κομπρεσέρ το οποίο τρυπά την σκληρότητα της καρδιάς μας. Μοιάζει με ένα φουρνέλο που πετάει δεξιά και αριστερά όλα μας τα πάθη. Καθαρίζει την καρδιά μας για να βάλη μέσα τις αρετές. Αυτό είναι η θεία οικοδομή. Οικοδομούμε το πνευματικό θεμέλιο της ζωής μας. Αποκτούμε την αγάπη προς τους ανθρώπους, την μετάνοια, την συντριβή, τον φωτισμό. Διαβάζοντας βιβλία πνευματικά, αισθανόμαστε όπως αισθάνεται ο Χριστός. Σκεπτόμαστε όπως σκέπτεται ο Χριστός. Ακούμε όπως ακούει ο Χριστός. Αποκτούμε «νουν Κυρίου», τον νοιώθομε πολύ κοντά μας. Και αν έχωμε κάποια θλίψι, κάποια δυσκολία, κάποια ταραχή, κάποια ανεμοθύελλα στην ζωή μας, βλέπεις τον Χριστόν και σου λέγει: Στάσου, μη φοβάσαι, εγώ είμαι μαζί σου. Και έτσι, κάτω από τα φτερά του, όλο και προοδεύομε.

Κατόπιν μας δίνει την θεία γνώσι και τον θείο έρωτα. Με την χάρι του Θεού, διαβάζοντας τα βιβλία, μαθαίνεις, γνωρίζεις, αποκτάς θεία γνώσι. Μέσα σου εργάζεται ο ίδιος ο Θεός. Μαθαίνεις τα δόγματα της πίστεώς μας. Μαθαίνεις τι είναι ο Θεός, τι έκανε για σένα, τι πρέπει να κάνης εσύ κάθε στιγμή της ζωής σου.

Ο λόγος του Θεού είναι ένα κοφτερό μαχαίρι, μάχαιρα του Πνεύματος, που κόβει και βγάζει κάθε ψεύτικο και μάταιο από μέσα μας και θρονιάζει την αλήθεια. Η αλήθεια μας ελευθερώνει. Έτσι μπαίνομε μέσα στο φως της αλήθειας, στον δρόμο της αιώνιας ζωής. Να, γιατί λέγει η Αγία Γραφή ότι «αύτη η ζωή υμών», ότι η αληθινή ζωή σας είναι η Αγία Γραφή, όπως και κάθε πνευματικό βιβλίο.

Η γνώσις αυτή είναι μία πηγή, μία δύναμις που μεταβάλλεται κατόπιν σε ενέργεια και μας δίνει την αγάπη του Χριστού, τον θείο έρωτα. Με τον χρόνο, σιγά σιγά, νοιώθεις αλλοίωσι μέσα σου και εντυπώνεται σαν μια σφραγίδα στην καρδιά σου ο πόθος του Χριστού.

Όπως οι μάρτυρες ποθούσαν τον Χριστόν και επιθυμούσαν να βρουν κάποια φωτιά για να πέσουν μέσα και να πάνε το συντομώτερο σε εκείνον, έτσι και συ νοιώθεις να ανάβη μέσα σου η αγάπη προς εκείνον. Όταν έχης λίγη θέλησι, θα σου δώση ακόμη περισσότερο ζήλο, διότι, όπως λέγει ο Κύριος, «τω έχοντι παντί δοθήσεται και περισσευθήσεται». Γι' αυτό κάποιος άγιος, όταν τον αναζητούσαν, έλεγε: Δεν ευκαιρώ να έρθω. Γιατί; Ήθελε να μη χάση την μελέτη, διότι με αυτήν αποκτούσε την θεία γνώσι και τον θείο έρωτα.

Όλα τα προηγούμενα μας δίνουν το τρίτο στοιχείο, τα θεία βιώματα. Τι είναι τα θεία βιώματα; Εκείνα που ζούμε. Γίνεται παραδείγματος χάριν σεισμός, ζω το βίωμα της αγωνίας. Χτυπάει το τηλέφωνο και η σύζυγος μου που είναι μακριά μου λέγει: Έρχομαι. Χαίρομαι αμέσως, ζω το βίωμα της χαράς. Βιώματα μας δίνει και η μελέτη. Τι σημαίνει αυτό; Αγαπητοί μου, αυτά που σας είπα μέχρι τώρα, ξεχάστε τα, αν θέλετε. Σε αυτό, όμως, στυλώστε τα αυτιά σας. Αν μόνον αυτό θυμάστε, φθάνει. Τα βιβλία, και μάλιστα η Αγία Γραφή, μας δίνουν πνευματικά βιώματα. Πώς; Το πνευματικό βιβλίο που διαβάζεις είναι ο λόγος του Θεού, δηλαδή ό,τι είπε ο Θεός. Εκεί που κάθεσαι, εάν ακούσης φωνή γνώριμη, θα πης: Γνωστός μου άνθρωπος είναι. Η φωνή αποκαλύπτει τον άνθρωπο. Όπου είναι ο λόγος του Θεού, εκεί είναι ο Θεός, εκεί κρύβεται ο Θεός. Δηλαδή το πνευματικό βιβλίο είναι ένα μυστήριο, ένα σημάδι που κρύβει την παρουσία του ιδίου του Θεού.

Γι' αυτό ένας εκκλησιαστικός συγγραφεύς έλεγε ότι οι γραμμές και οι λέξεις του πνευματικού βιβλίου, και μάλιστα της Αγίας Γραφής, είναι τα ιμάτια του Χριστού. Όπως τα ενδύματά μου με καλύπτουν, έτσι και οι σελίδες του βιβλίου κρύβουν τον ίδιον τον Χριστόν.

Ανοίγω την Καινή Διαθήκη και διαβάζω: «Προς Ρωμαίους επιστολή του αποστόλου Παύλου». Μιλάει ο Παύλος; Όχι, μιλάει ο Χριστός. Πρώτη Καθολική Επιστολή του αποστόλου Πέτρου. Μιλάει ο Πέτρος; Όχι, εκεί υπάρχει ο Χριστός, μιλάει ο ίδιος ο Χριστός. Όπως στην θεία κοινωνία, στο θυσιαστήριο, έχομε ψωμί και κρασί, όταν όμως κοινωνάς, πιστεύεις ότι δια μέσου του άρτου και του οίνου παίρνεις τον Χριστόν, ότι μυστηριακώς υπάρχει ο Χριστός, έτσι και εδώ• δια μέσου των λέξεων, των παραγράφων και των σελίδων του βιβλίου παίρνεις μυστικά, μα αληθινά, τον Χριστόν. Μη μου πης πως δεν πιστεύεις. Μη μου πης πως είναι παράξενο. Μη θέλησης να το εξηγήσης. Εξηγούνται όλα τα πράγματα της θρησκείας μας; Αν εξηγούντο, δεν θα ήταν πνευματικά. Μην ξεχνάτε ότι η Εκκλησία μας είναι χώρος θαυμάτων. Γη και ουρανός, σώμα και ψυχή, άνθρωπος και άγγελοι και Θεός, παρόν και μέλλον, τα πάντα είναι μαζί. Ενώνονται σε μία πραγματικότητα που λέγεται Εκκλησία. Ο Χριστός και εμείς μαζί. Πώς λοιπόν σε αυτήν την πραγματικότητα να μη μπορή να γίνη και αυτό;

Επομένως, την ώρα που διαβάζεις το βιβλίο, πίσω από τις γραμμές είναι ο Χριστός. Όταν το ανοίγης, είναι σαν να λες: Ναι, Κύριε, πιστεύω ότι είσαι εδώ. Ζητώντας να καταλάβης το νόημα, είναι σαν να του λέγης: «ναι έρχου, Κύριε Ιησού»• έλα, Χριστέ μου, μέσα στην καρδιά μου. Επομένως, μελετώ το πνευματικό βιβλίο, και μάλιστα την Αγία Γραφή, σημαίνει κοινωνώ τον Χριστόν.

Ο Χριστός που κάποτε δίδασκε σε μια γωνιά της γης, εκεί στην Παλαιστίνη, αυτός ο Χριστός υπάρχει εδώ μυστικά, μα -επαναλαμβάνω- αληθινά. Υπάρχει ο Χριστός και πίσω από κάθε γραμμή του βιβλίου είναι σαν να σε καλή: Έλα, παιδί μου. Και αν εσύ έχης τον πόθο να καταλάβης τι σου λέγει, απαντάς: Έρχομαι, Κύριε• έλα τώρα και συ μέσα μου. Γίνεται ένας διάλογος πρόσωπο με πρόσωπο• εγώ και ο Χριστός κουβεντιάζομε διά του βιβλίου. Δεν τον βλέπεις; Ούτε αυτόν που σου τηλεφωνεί τον βλέπεις και όμως του κουβεντιάζεις.

Η ανάγνωσις του πνευματικού βιβλίου είναι μία αποκάλυψις, μία θεοφάνεια• έρχεται ο Χριστός. Είναι μία συνάντησις με τον Χριστόν, μία μυστική ένωσις με τον Χριστόν. Εγώ και ο Χριστός ενούμεθα. Μόνον ο Χριστός; Ο Χριστός είναι πάντα μαζί με το πνευματικό ασκέρι του. Βλέπεις μπροστά τον στρατηγό με την
σημαία και πίσω οι στρατιώτες του. Έτσι και ο Χριστός είναι πάντοτε μαζί με τους αγίους και με τους αγγέλους, μαζί με όλους τους ουρανούς. Ενώνεσαι την ώρα εκείνη μυστικά μαζί με όλους τους αγίους. Αρκεί να έχης μάτια πνευματικά, αισθήσεις πνευματικές, και θα νοιώσης τι σημαίνει ένωσις με τον Χριστόν. Θα νοιώσης εκείνο που έλεγε ένας άγιος, ότι «ζώντες επί γης εορτάζομεν εν ουρανώ», όταν έχωμε τον λόγο του Θεού στην καρδιά μας και στο στόμα μας.

Τώρα, καταλαβαίνω εκείνον τον φίλο των παιδικών μου χρόνων, που όταν ήθελε να διαβάση την Αγία Γραφή, την διάβαζε μπροστά στα εικονίσματα γονατιστός. Και ένας άλλος την διάβαζε πάντοτε με δάκρυα στα μάτια, ψάλλοντας. Κάτι περισσότερο καταλάβαιναν.

Θέλω να ζήτε, όπως ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ που διάβαζε κάθε εβδομάδα ολόκληρο το Ευαγγέλιο. Έφθασε η τελευταία Πρωτοχρονιά του. Άλλαζε ο χρόνος και εβιάζετο να πάη εις τον Κύριον και Θεόν του. Ειδοποίησε τους μαθητές του να του ετοιμάσουν το ταξίδι. Περίμενε ο άγιος τον Χριστόν όπως οι πέντε παρθένες. Είχε τις λαμπάδες αναμμένες, για να δείχνη εις τον Χριστόν ότι τον περίμενε. Την νύκτα δεν κοιμήθηκε. Δεν κοιμόταν ποτέ τις νύκτες.

Τα χαράματα ένας μοναχός που περνούσε έξω από το κελλί του ένοιωσε καπνό. Χτυπάει την πόρτα. Ξαναχτυπάει. Δεν απαντάει. Την σπρώχνει, μπαίνει, κοιτάζει. Ο άγιος Σεραφείμ ήταν γονατιστός με τα μάτια κλειστά. Τον σπρώχνει. Δεν απαντάει. Η ψυχή του είχε φτερουγίσει. Κάποιος άλλος μοναχός είχε δει με τα μάτια της ψυχής του να μεταφέρουν οι άγγελοι την ψυχή του στους ουρανούς. Μπροστά του ο άγιος Σεραφείμ είχε το Ευαγγέλιο. Οι γωνίες του είχαν μισοκαή από τις λαμπάδες και κάπνιζαν. Κάτω, γύρω γύρω, είχε τα πνευματικά του βιβλία, τα οποία και αυτά κάπνιζαν. Είχαν μισοαρπάξει φωτιά, όταν κοιμήθηκε, όταν πέθανε. Πέθανε; Όχι, αφού γεννήθηκε στην άλλη ζωή. Έσβησαν οι φωτιές, αλλά όμως για μας παραμένει η εικόνα.

Έτσι, αγαπητοί μου, και εμείς να έχωμε στην καρδιά μας τον πόθο να ζούμε προσδοκώντας τον Χριστόν με τις λαμπάδες αναμμένες και τα βιβλία τα πνευματικά στα γόνατα μας ανοικτά.


Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Σεπ 06, 2008 11:18 am
από gkou
8. Πνευματική Ζωή


...Μας αξίωσε ο Θεός να δούμε την ανατολή του ηλίου της καινούργιας χρονιάς. Υπολογίζουν ότι κάπου σαράντα έξι εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν μέσα στον χρόνο. Εμείς αξιωθήκαμε να ζούμε. Είναι ένα δώρο που μας κάνει ο Θεός. Είναι μία ευκαιρία που μας χαρίζει ο Θεός, για να επιτύχωμε όχι την καινούργια χρονιά, αλλά την καινούργια ζωή.

Ποια είναι τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά της καινούργιας αυτής ζωής, την οποία πρέπει να ζήσωμε; Οι άνθρωποι οι οποίοι ζουν γύρω μας άλλοι γελούν, άλλοι μας παινεύουν. Άλλοι λέγουν ότι είμαστε φρόνιμοι εμείς οι χριστιανοί, άλλοι λέγουν πως είμαστε τρελλοί. Και ενώ εμείς αγωνιζόμαστε πραγματικά να ζήσωμε χριστιανική ζωή, ενώ παλεύομε να γίνωμε λαμπάδες εις τον Χριστόν αναμμένες, οι άλλοι άνθρωποι ζουν χωρίς ιδανικά στην ζωή τους, χωρίς οραματισμούς πνευματικούς, απησχολημένοι με τα μικρά και τα μάταια. Και όμως μερικές φορές τους ανθρώπους αυτούς εμείς τους ζηλεύομε. Να ζηλεύουν οι καλεσμένοι του ουρανού, οι διαλεγμένοι για να ζήσουν με τους αγγέλους και τους αρχαγγέλους και τους αγίους, να ζηλεύουν τους ανθρώπους της γης! Όχι, δεν πρέπει να είμαστε εμείς έτσι. Μέσα στο ψέμα κυλάει η ζωή τους.

Θυμάμαι εκείνον τον Γάλλο φιλόσοφο, που τον ρώτησαν τι σκέπτεται για την ζωή του. Και αυτός απήντησε ότι δεν σκέπτεται τίποτε. Τον ρώτησαν:
- Σε απασχόλησε ποτέ ο ουρανός; Ο Θεός;
- Όχι, ποτέ, απήντησε εκείνος.

Και όμως, αυτός που δεν απησχολείτο ποτέ με τον Θεόν, κοιτάξτε με τι απησχολείτο στην ζωή του. Κάποτε τον ρώτησαν:
- Έχεις δύσκολες στιγμές στην ζωή, αγωνίες, προβλήματα, στιγμές που σε πιάνει φόβος;
- Είναι πολλές οι στιγμές που μου δημιουργούν ένα ψυχικό άγχος, είπε ο φιλόσοφος, και τις στιγμές εκείνες, για να παρηγορηθώ, γυρίζω πίσω στα βατράχια μου.

Ο φιλόσοφος απαξιούσε να κοιτάξη τον Θεόν. Απησχολείτο με τα βατράχια του, που τα έτρεφε για να παρηγοριέται στις δύσκολες στιγμές της ζωής του. Καημένε φιλόσοφε, θα έρθη μία ημέρα που και συ μαζί με τον Γερμανό συνάδελφό σου θα πης: Αλλοίμονο, κουράστηκα από όλα αυτά. Προς τι όλοι οι πόθοι και οι στεναγμοί; Εβδομήντα πέντε χρονών ήταν και ακόμη ζούσε μέσα στην αμαρτία. Και όταν πεθάνης, θα ζήτησης όπως εκείνος: Φως, περισσότερο φως. Το φως ήρθε στον κόσμο και δεν το δέχτηκες.

Μερικές φορές οι άνθρωποι του κόσμου «γυαλίζουν» στα μάτια μας και ξεχνάμε ότι τα παλάτια που χτίζουν, τα χτίζουν επάνω στην άμμο και κάποτε με τα ίδια τους τα μάτια θα δουν να σωριάζωνται συντρίμμια, κομμάτια. Εμείς, αν κάποτε τους πλησιάσωμε, ας είναι στις στιγμές της ειλικρινείας τους, στις στιγμές που μπορούν να μας ανοίξουν την καρδιά τους. Τότε θα δούμε τα μάτια τους να είναι δακρυσμένα, να είναι χορτασμένα από τα αγαθά του κόσμου• θα δούμε την καρδιά τους βουτηγμένη μέσα στην απελπισία και στον κορεσμό. Και ύστερα ας σκύψωμε το αυτί μας για να ακούσωμε τι ψιθυρίζουν τα κουρασμένα χείλη τους: «Πες μου, πού θα βρω την λησμονιά μέσα στης γης την απονιά;» Νεκρές ψυχές είναι, έστω και αν ζουν. Ψυχές χωρίς ιδανικά και χωρίς αγώνα για μία ανώτερη πνευματική ζωή, μόνον έτσι μπορούν να χαρακτηρισθούν: νεκρές ψυχές.

Για μας, οι οποίοι θέλομε να είμαστε ζωντανές καρδιές, υπάρξεις οι οποίες φλέγονται από ιδανικά, ποια πρέπει να είναι τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά τα οποία θα διέπουν την πνευματική μας ζωή;

Για να είμαστε πνευματικοί άνθρωποι, για να είναι αληθινή η ζωή μας, το πρώτο στοιχείο που πρέπει να έχωμε είναι η μυστηριακή και η μυστική βίωσις. Τι σημαίνει μυστηριακή και μυστική βίωσις; Γεννήθηκε κανένας από εμάς μόνος του; Όχι. Σε όλους μας χάρισε το δώρο της ζωής ο πατέρας μας και η μητέρα μας. Κανείς δεν μπορεί μόνος του να γεννηθή. Έτσι και το δώρο της πνευματικής ζωής δεν μπορούμε να το αποκτήσωμε μόνοι μας, ό,τι και αν κάνωμε. Όπως, όσο και αν τραβάω τον εαυτό μου, δεν πρόκειται να ψηλώσω, έτσι ακριβώς, όσο και αν αγωνίζωμαι, δεν πρόκειται να δημιουργήσω ο ίδιος πνευματική ζωή στον εαυτό μου. Και αν κουράζωμαι, και αν μοχθώ, και αν φωνάζω, και αν κλαίω, και αν νηστεύω, η πνευματική ζωή είναι ένα δώρο που μου το χαρίζει το Άγιον Πνεύμα...


Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004.

Δημοσιεύτηκε: Τετ Σεπ 10, 2008 4:34 am
από gkou
Προϋπόθεσις λοιπόν της πνευματικής ζωής είναι να καταλάβωμε ότι μόνοι μας δεν μπορούμε τίποτε απολύτως να κάνωμε. Όσο και αν προσπαθήσωμε, χρειάζεται κάποιος άλλος να μας την δώση, δηλαδή το Πνεύμα του Θεού, ο Παράκλητος, που είναι ο «θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός», που είναι το θησαυροφυλάκιο από το οποίο βγαίνουν οι θησαυροί της πνευματικότητος, η πηγή από την οποία βγαίνει και ξεχειλίζει η πνευματική ζωή. Βέβαια, μερικές φορές μέσα μας μπερδεύομε τα πράγματα και νομίζομε ότι πνευματική ζωή είναι να είσαι καλός άνθρωπος, να μην κλέβης, να μη σκοτώνης, να μην πηγαίνης σε κακούς τόπους και με κακούς φίλους, να πηγαίνης την Κυριακή στην εκκλησία, να είσαι εκεί στην δοξολογία, έστω στο «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», να μελετάς χριστιανικά βιβλία.

Όχι, δεν είναι αυτό πνευματική ζωή. Πνευματικός άνθρωπος, πραγματικός χριστιανός είναι εκείνος που έχει δώσει με το βάπτισμά του και κατόπιν, όταν μεγάλωσε, και με την καρδιά του όρκο στον Θεόν να μένη για πάντα κοντά του και μαζί του. Πνευματικός άνθρωπος είναι ο αθλητής που ξεπήδησε μέσα από την ζωή, που ξεχωρίζει μέσα από τα πλήθη των ανθρώπων και τρέχει με όλη την ταχύτητα της ψυχής του, για να κατακτήση τους ουρανούς και να μπορέση να εκβιάση και να αρπάξη την βασιλεία των ουρανών. Πνευματικός άνθρωπος είναι εκείνος που με μάτι λαμπερό και με στήθη φουσκωμένα έχει βάλει πλώρη και τρέχει για να ανέβη στον ουρανό. Δεν είναι ο καλός άνθρωπος. Ο πνευματικός άνθρωπος ξέρει ότι του χρειάζονται γερά φτερά• και τα φτερά αυτά είναι τα φτερά του Αγίου Πνεύματος.

Πρέπει λοιπόν ο πνευματικός άνθρωπος μέσα στην ζωή του να κάνη το παν για να ελκύση, να κερδίση το Πνεύμα του Θεού, διότι το Πνεύμα το Άγιον, ο ίδιος ο Θεός έχει τα χαρίσματα της πνευματικής ζωής. Και, όπως λέγει ο άγιος που γιορτάζομε σήμερα, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο μεγάλος αυτός αετός του Πνεύματος και της χριστιανικής ζωής, «η διανομή», το μοίρασμα, «των βασιλικών χαρισμάτων» του Άγιου Πνεύματος, γίνεται μέσα στην Εκκλησία με τα μυστήρια. Επομένως, η πνευματική ζωή παρέχεται μέσα στην Εκκλησία. Πρώτο δε χαρακτηριστικό της είναι η μυστηριακή βίωσις.

Το πρώτο μυστήριο είναι το βάπτισμα και εν συνεχεία το χρίσμα. Κατόπιν, καθημερινό μυστήριο της Εκκλησίας μας είναι η εξομολόγησις• αυτή καθαρίζει την καρδιά μας από τις αμαρτίες και βάζει μπροστά μας έναν άνθρωπο που μας οδηγεί προς τον ουρανό• χωρίς αυτόν δεν μπορούμε τίποτε να κάνωμε. Κατόπιν, η θεία κοινωνία. Όπως, όταν το Άγιον Πνεΰμα επεσκίασε την Παναγία Παρθένο, κατέβηκε ο Λόγος του Θεού και σαρκώθηκε από τα σπλάγχνα της και γεννήθηκε ο Χριστός, έτσι ακριβώς το Πνεύμα το Άγιον πρέπει να έρθη μέσα στην ψυχή μας, για να γεννηθή ο Χριστός σε μας, για να γίνη η προσωπική οικείωσις, να κάνωμε δηλαδή δικό μας το Πνεύμα, δική μας την χριστιανική ζωή, δικό μας τον Χριστόν. Αυτό ακριβώς γίνεται με τα μυστήρια, βασικώς με το βάπτισμα και το χρίσμα. Χωρίς αυτά δεν υπάρχει χριστιανική ζωή. Ό,τι και να κάνης, και την ζωή σου να δώσης στους πτωχούς, δεν πρόκειται να σωθής χωρίς το βάπτισμα και το χρίσμα.

Με την εξομολόγησι, εν συνεχεία, και την θεία κοινωνία. Εκείνο το κομματάκι το μικρό που παίρνεις στην θεία κοινωνία, που το βάζεις στο στόμα σου και ούτε καν το νοιώθεις, είναι ολόκληρος ο Χριστός, ολόκληρη η Αγία Τριάδα, μαζί και η Εκκλησία του Χριστού και όλοι οι άγιοι. Κοινωνάς το μικρό εκείνο κομματάκι της θείας κοινωνίας και δεν παίρνεις, όπως λες ψέματα στο παιδάκι σου, χρυσό δοντάκι, αλλά παίρνεις όλον τον ουρανό με την Αγία Τριάδα και όλους τους αγίους της Εκκλησίας μας. Αυτή είναι η θεία κοινωνία. Έχεις μία σκάφη γεμάτη αλεύρι, βάζεις λίγο προζύμι και όλο εκείνο το αλεύρι γίνεται ζύμη. Παίρνεις το κομματάκι της θείας κοινωνίας και συ, ο άνθρωπος, γίνεσαι αμέσως ζύμη, γίνεσαι ό,τι ήταν η θεία κοινωνία. Γίνεσαι θεός! Γι' αυτό οι αρχαίοι χριστιανοί κοινωνούσαν κάθε ημέρα. Και εμείς κοινωνάμε κάθε δεκαπέντε ή είκοσι ημέρες και νομίζομε ότι εξωφλήσαμε το καθήκον μας, ότι είμαστε εντάξει, ότι έχομε και υπέρτακτα έργα. Κάθε ημέρα κοινωνούσαν εκείνοι, γιατί ήξευραν τι σημαίνει θεία κοινωνία.

Ώστε μυστηριακή βίωσις σημαίνει μυστηριακή ένωσις με τον Χριστόν, συμμετοχή στην ζωή της Εκκλησίας με τα μυστήρια...



Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004.

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Σεπ 11, 2008 12:47 pm
από gkou
...Είχαμε αναφέρει ακόμη μία φράσι: μυστική βίωσις, μυστική ένωσις με τον Χριστόν. Τι σημαίνει μυστική ενωσις; Ω, αγαπητοί μου, προσέξτε με, χαρίστε μου λίγο περισσότερο την προσοχή σας εδώ και θα δήτε, όταν τελειώσωμε, θα καταλάβετε τόσο καλά και, όταν δοκιμάσετε, θα νοιώσετε τόση μεγάλη χαρά, που θα μου χρωστάτε ευγνωμοσύνη. Ακούστε με. Δοκιμάστε και θα δήτε πόσο εύκολο είναι να ενώνεσαι μυστικά με τον Χριστόν κάθε ημέρα και κάθε ώρα και κάθε στιγμή• εσύ και ο Χριστός.

Έχετε προσέξει, καμιά φορά, τα μικρά παιδάκια, τα αθώα, τα ανέγγιχτα παιδάκια, όταν βάλης κάτι μπροστά τους που τους αρέσει, πώς ανοίγουν αμέσως τα μάτια τους σαν τον γαλάζιο ουρανό, πώς ανοίγουν τα χέρια τους και χτυπούν παλαμάκια και πηδούν από την χαρά τους; Έτσι θα κάνετε και σεις, όταν νοιώσετε την γλύκα που έχει η μυστική ένωσις με τον Χριστόν, όταν νοιώσετε πόσο εύκολο είναι, αλλά και πόσο αληθινό, μυστικά να ενώνεσαι με τον Θεόν. Όταν το δοκιμάσετε, θα με θυμηθήτε. Θα πλημμυρίση η καρδιά σας από αισθήματα χαράς και θα φωνάξετε και σεις μαζί με τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο: «Είπατέ μοι, ω μάταιοι, ει επίστασθε τούτον! Τις τον Χριστόν κτησάμενος ετέρου πλέον χρήζει τινός άρα των αγαθών του παρόντος αιώνος;» Πέστε μου, μάταιοι άνθρωποι, που ζήτε μέσα στην ψευτιά, εάν ξέρετε έναν που έβαλε μέσα στην καρδιά του τον Χριστόν, εάν χρειάζεται κάτι άλλο από ό,τι υπάρχει στον ουρανό και στην γη.

Τι είναι λοιπόν η μυστική ένωσις με τον Χριστόν; Πώς γίνεται; Όμως φοβούμαι μήπως σας κούρασα ήδη και επιτρέψτε μου να σας ξεκουράσω λίγο διαβάζοντάς σας ένα ανέκδοτο από εκείνα που έζησε ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Είναι ένας από τους μεγάλους αγίους της Εκκλησίας μας και γράφει πώς είδε, πώς χάρηκε, πώς απήλαυσε τον Χριστόν μέσα στην ζωή του. Φοβούμαι όμως μήπως κάποιος από σας αναρωτηθή: Μήπως είναι ψέμα; Μα, μπορεί όλα όσα λέγονται για τους δορυφόρους, που εκτόξευσαν οι Ρώσοι και οι Αμερικάνοι, να είναι ψέμα. Μπορεί ό,τι έγραψαν για τον Ναπολέοντα, για τον Μ. Αλέξανδρο, δεν ξέρω για ποιόν ήρωα της ιστορίας, να είναι ψέμα. Μπορεί, αν υπάρχω εγώ ή αν υπάρχης εσύ, να είναι ψέμα• αυτά όμως που λένε οι άγιοι είναι η μόνη πραγματικότης. Αυτήν την πραγματικότητα ελάτε να δούμε, όπως μας την παρουσιάζει ο άγιος. Αποσπάσματα μόνον θα σας διαβάσω.

«Μια από τις ημέρες που περπατούσα και έτρεχα προς την πηγή, με απάντησες, Χριστέ μου, στον δρόμο, συ που προηγουμένως με καθάρισες από κάθε αμαρτία. Και τότε στα ασθενικά μου μάτια άστραψες με μία λάμψι θεϊκή και αμέσως κατάλαβα ότι το φως που έβλεπα προηγουμένως δεν ήταν αληθινό. Αχ! πώς ήταν δυνατόν να σε δω και να σε γνωρίσω; Σε είδα, απόρησα, θαύμασα, όμως δεν ήξερα ακόμη ότι είσαι συ. Μόνον σε θαύμαζα. Έλεγα: Ποιος να είναι αυτός, ο τόσο λαμπρός, ο πιο λαμπρός και από τον ήλιο; Και έτσι έφυγες. Και κάποτε, μετά από αρκετό καιρό, ξαναγύρισες στον δρόμο μου• και από τότε συχνά μου φαινόσουν και με σκέπαζες με το δικό σου θεϊκό φως. Έφευγες όμως πάλι και μου άφηνες έναν πόνο.

»Μαζί μου πάντοτε είχα τον συνεργό σου, τον μαθητή σου, τον απόστολό σου -εννοεί τον Γέροντα του, τον πνευματικό του- που τον τιμούσα σαν να τιμούσα εσένα, που τον αγαπούσα από την ψυχή μου και έπεφτα στα πόδια του και τον παρακαλούσα να με βοηθήση να σε γνωρίσω περισσότερο. Και, ενώ βάδιζα στον δρόμο μία ημέρα, μου ξαναπαρουσιάσθηκες. Άρχισα να υποψιάζωμαι ότι είσαι εσύ, αλλά με τράβηξες και με πήρες στους ουρανούς, όπως γράφει και ο απόστολος Παύλος: "προ ετών δεκατεσσάρων" ηρπάγην εις τους ουρανούς. Με το σώμα; με την ψυχή; Δεν ξέρω• εσύ μόνον γνωρίζεις.

» Έπειτα από καιρό καταδέχτηκες να μου παρουσιασθής ακόμη μία φορά. Το πρόσωπο σου ήταν όπως ο ήλιος. Αυτήν την φορά με φώτισες να καταλαβαίνω περισσότερα και μου άνοιξες τα μάτια της ψυχής. Και βλέποντάς σε είπα: Ποιος είσαι συ, που σε βλέπω και σε καμαρώνω; Και τότε, ω Χριστέ μου, ω Δέσποτά μου, τότε για πρώτη φορά με αξίωσες, εμένα τον άσωτο, να ακούσω την γλυκειά σου φωνή. Και τόσο ήμερα μου γλυκομίλησες, ώστε με άφησες εκστατικό και θαύμαζα και έτρεμα και συλλογιζόμουν και έλεγα: Τι δόξα είναι αυτή, να δω τον Θεόν! Από τότε σε ευχαριστώ, Θεέ μου.

» Και άλλη μία φορά, καθώς πήγα να φιλήσω την εικόνα της αγίας Μητρός σου, ενώ γονάτισα να προσκυνήσω, προτού σηκωθώ εγώ, φάνηκες εσύ πρώτα μπροστά μου και ύστερα μέσα στην καρδιά μου. Και τότε κατάλαβα ότι πλέον είχες ενωθή μαζί μου. Από τότε σε αγάπησα περισσότερο, όχι μόνον με το μυαλό μου, αλλά με όλη την καρδιά μου. Και από τότε εσύ και εγώ βαδίζομε ενωμένοι»...

Από το βιβλίο:"ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης
Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"
, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ,
Αθήναι 2004