Εικόνες και εμπειρίες
Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιούλ 11, 2008 10:50 am
Κάθε φορά που ο Θεός με φέρνει στα μονοπάτια του Αγίου Όρους, θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο. Είναι μια εμπειρία πραγματικά μοναδική, τόσο για τον πρωτόπειρο προσκυνητή όσο και για αυτόν που επισκέπτεται το Όρος για δεύτερη, τρίτη ή και πολλοστή φορά. Γνωρίζω βεβαίως πως δεν "κομίζω γλαύκα εις Αθήνας" με τα λόγια μου αυτά, αλλά πραγματικά δε γνωρίζω άλλο τρόπο να περιγράψω περιεκτικότερα τα συναισθήματα που κατακλύζουν τον κάθε προσκυνητή που περιηγείται τις Ιερές Μονές του.
Η πρώτη μου επαφή με τον τόπο τούτο, έγινε μέσω ενός λευκώματος που έφερε ο πατέρας μου έπειτα από προσκύνημα στη Σκήτη της Αγίας Άννας πολλά χρόνια πριν. Το λεύκωμα αυτό υπήρχε στη βιβλιοθήκη για αρκετό χρονικό διάστημα πριν ξεκινήσω το ξεφύλλισμά του και αφορμή για αυτό υπήρξε η προοπτική μιας προσκυνηματικής εκδρομής με το κατηχητικό σχολείο της περιοχής μου.
Ξεκινώντας λοιπόν την ανάγνωση του λευκώματος διαπίστωσα πως τόσα χρόνια αγνοούσα την ύπαρξη μιας ξεχωριστής γωνιάς της πατρίδας μας, όπου η φυσική ομορφιά έδενε σε έναν απίστευτο συνδυασμό με την αρχιτεκτονική, την ιστορία και τη λατρεία του Ορθόδοξου Χριστιανισμού. Και να φανταστεί κανείς πως δεν ακόμα ζήσει την εμπειρία μιας επίσκεψης σε κείνα τα ιερά χώματα. Άρχισα το σχεδιασμό μέσα στο μυαλό μου διαδρομών από μοναστήρι σε μοναστήρι και από προσκύνημα σε προσκύνημα. Οι μέρες που θα είχαμε στη διάθεσή μας φαινόντουσαν ελάχιστες μπροστά στον πλούτο των εμπειριών και των εικόνων που μας περίμεναν. Αργότερα θα μου γινόταν μάθημα πως όταν επισκέπτεται κανείς το Άγιον Όρος (και γενικά πρέπει να είναι κανόνας στη ζωή μας αυτό), είναι καλό να μην κάνει μακροχρόνιους σχεδιασμούς. Η Θεία πρόνοια θα φέρει τα πράγματα κάθε φορά όπως χρειάζεται.
Έφτασε λοιπόν η ώρα για την πραγματοποίηση της πρώτης μου επίσκεψης. Έχω αχνά στη μνήμη μου το πώς ξεκινήσαμε (σχεδόν το έχω ξεχάσει) από τον τόπο μου με την υπόλοιπη παρέα για τον πολυπόθητο προορισμό. Ίσως γιατί οι εικόνες που ακολούθησαν, ήταν πολύ πιο έντονες. Αυτό που χαράχτηκε βαθιά στη μνήμη μου όμως, είναι οι πρώτες εικόνες από τα κτίρια στις ακτές της χερσονήσου του Άθω όπως αυτές φαινόντουσαν από το καραβάκι που μας οδηγούσε από την Ουρανούπολη στη Δάφνη. Ακόμα πιο έντονα όμως θυμάμαι τη διαδρομή που κάναμε ανεβασμένοι στην καρότσα ενός παλιού φορτηγού προκειμένου να πάμε από τη Δάφνη στην κοντινή Σιμωνόπετρα όπου και θα διανυκτερεύαμε το πρώτο βράδυ. Το ξεχωριστό σε αυτή την επίσκεψη είχε να κάνει με το γεγονός ότι την επόμενη μέρα η συγκεκριμένη Μονή είχε την πανήγυρή της. Πολύς κόσμος είχε κατακλύσει το μοναστήρι, μοναχοί από όλο το Όρος, κληρικοί και πάρα πολλοί λαϊκοί. Από την ολονυχτία δε θυμάμαι πολλά πράγματα. Μου είχε κάνει όμως ιδιαίτερη εντύπωση η κατάνυξη της όλης εμπειρίας. Η θέα από το μπαλκόνι στο αρχονταρίκι απλά μοναδική αν και εμείς θα διανυκτερεύαμε σε ένα από τα υπόγεια του μοναστηριού καθώς ο κόσμος ήταν πάρα πολύς. Στην είσοδο του μοναστηριού μου έμεινε χαραγμένη η εικόνα ενός μοναχού που είχε έρθει από κάποιο κελλί για να πουλήσει κομποσχοίνια και θυμίαμα. Εκεί μας έκανε και μια μικρή κατήχηση για το θέμα της περιέργειας. Η τράπεζα υπερπλήρης και το φαγητό φρέσκο ψάρι και ψαρόσουπα. Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που έφαγα ψάρι στο Όρος.
Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε και πάλι με το φορτηγό για τη Δάφνη και από εκεί με ένα παλιό και σκονισμένο λεωφορείο για τις Καρυές. Ένα γραφικό χωριό βγαλμένο από το χρόνο με το πανδοχείο του, τα μπακάλικά του, τα βιβλιοπωλεία του, το φούρνο του και λάμπες πετρελαίου ακόμη και τότε στους δρόμους. Χαρακτηριστική εικόνα η βρύση στα δεξιά για να ξεδιψούν οι προσκυνητές με το κάγκελο και το τσίγκινο κύπελλο. Μετά από μια μικρή περιήγηση και το προσκύνημα στο ναό του Πρωτάτου με τις εντυπωσιακές αγιογραφίες του Μανουήλ Πανσέληνου και το Άξιον Εστί κατηφορίσαμε στο μονοπάτι που βγάζει στο Κουτλουμούσι. Αν και το μοναστήρι εκείνη την περίοδο δε δεχόταν επισκέπτες λόγω εργασιών εμάς μας δέχτηκαν αγόγγυστα. Τακτοποιηθήκαμε στο δωμάτιό μας και πήραμε και πάλι το μονοπάτι που οδηγούσε από απʼ τη Μονή, στην Παναγούδα το κάθισμα του Πατρός Παϊσίου. Φτάσαμε εκεί έπειτα από λίγο περπάτημα κατά τη μία το μεσημέρι. Απʼ έξω περίμεναν πολλοί προσκυνητές προκειμένου να δουν το Γέροντα, αρκετοί μάλιστα από νωρίς το πρωί αλλά ο Γέροντας εξαιτίας της ασθένειας που τον ταλαιπωρούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν εμφανιζόταν τακτικά. Για καλή μας τύχη μετά από είκοσι περίπου λεπτά φάνηκε στο κατώφλι υποβασταζόμενος από κάποιον υποτακτικό. Μας πλησίασε και μας μίλησε για την ελάχιστη προσπάθεια που πρέπει να κάνουμε εμείς οι Χριστιανοί που ζούμε στον έξω του Όρους κόσμο προκειμένου να μπούμε στη Βασιλεία των Ουρανών, καθώς οι πειρασμοί για μας είναι περισσότεροι και το γεγονός ότι θα κριθούμε με επιείκεια την ώρα της κρίσης.
Συνεχίζεται…
Η πρώτη μου επαφή με τον τόπο τούτο, έγινε μέσω ενός λευκώματος που έφερε ο πατέρας μου έπειτα από προσκύνημα στη Σκήτη της Αγίας Άννας πολλά χρόνια πριν. Το λεύκωμα αυτό υπήρχε στη βιβλιοθήκη για αρκετό χρονικό διάστημα πριν ξεκινήσω το ξεφύλλισμά του και αφορμή για αυτό υπήρξε η προοπτική μιας προσκυνηματικής εκδρομής με το κατηχητικό σχολείο της περιοχής μου.
Ξεκινώντας λοιπόν την ανάγνωση του λευκώματος διαπίστωσα πως τόσα χρόνια αγνοούσα την ύπαρξη μιας ξεχωριστής γωνιάς της πατρίδας μας, όπου η φυσική ομορφιά έδενε σε έναν απίστευτο συνδυασμό με την αρχιτεκτονική, την ιστορία και τη λατρεία του Ορθόδοξου Χριστιανισμού. Και να φανταστεί κανείς πως δεν ακόμα ζήσει την εμπειρία μιας επίσκεψης σε κείνα τα ιερά χώματα. Άρχισα το σχεδιασμό μέσα στο μυαλό μου διαδρομών από μοναστήρι σε μοναστήρι και από προσκύνημα σε προσκύνημα. Οι μέρες που θα είχαμε στη διάθεσή μας φαινόντουσαν ελάχιστες μπροστά στον πλούτο των εμπειριών και των εικόνων που μας περίμεναν. Αργότερα θα μου γινόταν μάθημα πως όταν επισκέπτεται κανείς το Άγιον Όρος (και γενικά πρέπει να είναι κανόνας στη ζωή μας αυτό), είναι καλό να μην κάνει μακροχρόνιους σχεδιασμούς. Η Θεία πρόνοια θα φέρει τα πράγματα κάθε φορά όπως χρειάζεται.
Έφτασε λοιπόν η ώρα για την πραγματοποίηση της πρώτης μου επίσκεψης. Έχω αχνά στη μνήμη μου το πώς ξεκινήσαμε (σχεδόν το έχω ξεχάσει) από τον τόπο μου με την υπόλοιπη παρέα για τον πολυπόθητο προορισμό. Ίσως γιατί οι εικόνες που ακολούθησαν, ήταν πολύ πιο έντονες. Αυτό που χαράχτηκε βαθιά στη μνήμη μου όμως, είναι οι πρώτες εικόνες από τα κτίρια στις ακτές της χερσονήσου του Άθω όπως αυτές φαινόντουσαν από το καραβάκι που μας οδηγούσε από την Ουρανούπολη στη Δάφνη. Ακόμα πιο έντονα όμως θυμάμαι τη διαδρομή που κάναμε ανεβασμένοι στην καρότσα ενός παλιού φορτηγού προκειμένου να πάμε από τη Δάφνη στην κοντινή Σιμωνόπετρα όπου και θα διανυκτερεύαμε το πρώτο βράδυ. Το ξεχωριστό σε αυτή την επίσκεψη είχε να κάνει με το γεγονός ότι την επόμενη μέρα η συγκεκριμένη Μονή είχε την πανήγυρή της. Πολύς κόσμος είχε κατακλύσει το μοναστήρι, μοναχοί από όλο το Όρος, κληρικοί και πάρα πολλοί λαϊκοί. Από την ολονυχτία δε θυμάμαι πολλά πράγματα. Μου είχε κάνει όμως ιδιαίτερη εντύπωση η κατάνυξη της όλης εμπειρίας. Η θέα από το μπαλκόνι στο αρχονταρίκι απλά μοναδική αν και εμείς θα διανυκτερεύαμε σε ένα από τα υπόγεια του μοναστηριού καθώς ο κόσμος ήταν πάρα πολύς. Στην είσοδο του μοναστηριού μου έμεινε χαραγμένη η εικόνα ενός μοναχού που είχε έρθει από κάποιο κελλί για να πουλήσει κομποσχοίνια και θυμίαμα. Εκεί μας έκανε και μια μικρή κατήχηση για το θέμα της περιέργειας. Η τράπεζα υπερπλήρης και το φαγητό φρέσκο ψάρι και ψαρόσουπα. Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που έφαγα ψάρι στο Όρος.
Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε και πάλι με το φορτηγό για τη Δάφνη και από εκεί με ένα παλιό και σκονισμένο λεωφορείο για τις Καρυές. Ένα γραφικό χωριό βγαλμένο από το χρόνο με το πανδοχείο του, τα μπακάλικά του, τα βιβλιοπωλεία του, το φούρνο του και λάμπες πετρελαίου ακόμη και τότε στους δρόμους. Χαρακτηριστική εικόνα η βρύση στα δεξιά για να ξεδιψούν οι προσκυνητές με το κάγκελο και το τσίγκινο κύπελλο. Μετά από μια μικρή περιήγηση και το προσκύνημα στο ναό του Πρωτάτου με τις εντυπωσιακές αγιογραφίες του Μανουήλ Πανσέληνου και το Άξιον Εστί κατηφορίσαμε στο μονοπάτι που βγάζει στο Κουτλουμούσι. Αν και το μοναστήρι εκείνη την περίοδο δε δεχόταν επισκέπτες λόγω εργασιών εμάς μας δέχτηκαν αγόγγυστα. Τακτοποιηθήκαμε στο δωμάτιό μας και πήραμε και πάλι το μονοπάτι που οδηγούσε από απʼ τη Μονή, στην Παναγούδα το κάθισμα του Πατρός Παϊσίου. Φτάσαμε εκεί έπειτα από λίγο περπάτημα κατά τη μία το μεσημέρι. Απʼ έξω περίμεναν πολλοί προσκυνητές προκειμένου να δουν το Γέροντα, αρκετοί μάλιστα από νωρίς το πρωί αλλά ο Γέροντας εξαιτίας της ασθένειας που τον ταλαιπωρούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν εμφανιζόταν τακτικά. Για καλή μας τύχη μετά από είκοσι περίπου λεπτά φάνηκε στο κατώφλι υποβασταζόμενος από κάποιον υποτακτικό. Μας πλησίασε και μας μίλησε για την ελάχιστη προσπάθεια που πρέπει να κάνουμε εμείς οι Χριστιανοί που ζούμε στον έξω του Όρους κόσμο προκειμένου να μπούμε στη Βασιλεία των Ουρανών, καθώς οι πειρασμοί για μας είναι περισσότεροι και το γεγονός ότι θα κριθούμε με επιείκεια την ώρα της κρίσης.
Συνεχίζεται…