Θρησκευτική αγωγή
Οι χριστιανοί γονείς και δάσκαλοι και όλοι όσοι επιθυμούν να διδάξουν το χριστιανισμό οφείλουν να έχουν πάντα κατά νουν ότι ο κύριος σκοπός τους είναι : να εμπνεύσουν στο παιδί προσωπική αγάπη για τον Χριστό και την Μητέρα Του. Αν ένα παιδί μεγαλώνει τιμώντας τον Χριστό και την Παναγία ως αγαπημένα πρόσωπα, αυτή η αγάπη θα στεριώσει την καρδιά του στον Θεό ,κι αν αργότερα περάσει μέσα από αμφιβολίες ή ακόμα κι αν εγκαταλείψει την Εκκλησία, τουλάχιστον η καρδιά του δε θα στραφεί εναντίον του Χριστού. αυτό και μόνο μπορεί να είναι αρκετό για τη σωτηρία του.
Η θρησκευτική μόρφωση των παιδιών επιτυγχάνεται κυρίως με το παράδειγμα και με την ατμόσφαιρα αγάπης και προσευχής μέσα στο σπίτι. Η καρδιά του παιδιού συγκινείται. χωρίς εξηγήσεις κατακτά την προσευχή ως φυσική δραστηριότητα ,και χωρίς να έχει ανάγκη λογικών αποδείξεων γνωρίζει την παρουσία του Θεού.
Στους βίους των αγίων βλέπει κανείς συχνά πως η ζωή ενός αγίου επηρεάστηκε από κάποιον άγιο άνθρωπο που απλώς είδε. Ο άγιος Νεκτάριος θυμόταν πάντα την αγάπη της γιαγιάς του και πώς στεκόταν όταν προσευχόταν μπροστά στις εικόνες.
Η αγάπη, η προσευχή και το παράδειγμα είναι περισσότερο αποτελεσματικά από τα λόγια- στην πραγματικότητα είναι αυτά που δίνουν αξία στα λόγια – όταν οδηγούμε τα παιδιά προς τον Θεό. Η εργασία μας ως γονείς ή κατηχητές είναι συχνά αφανής, και μας δίνει την εμπειρία της « φοβερής » όψεως της ανθρώπινης ελευθερίας: ότι δηλαδή κανείς δεν μπορεί να επιβάλει σε άλλον άνθρωπο την αγάπη για τον Θεό. Άλλωστε δε θα θέλαμε να είναι τα πράγματα διαφορετικά. Θέλουμε να αγαπούμε τον Θεό ελεύθερα και το ευχόμαστε αυτό και για όλο το ανθρώπινο γένος. Όμως ταυτόχρονα η προσευχή για τα αγαπημένα μας παιδιά μας προκαλεί ένα διαρκή εσωτερικό πόνο. Είναι ευκολότερο να μιλάς παρά να προσεύχεσαι.
Όταν προσπαθούμε να μιλήσουμε στα παιδιά για τον Θεό και δεν μπορούμε να βρούμε τη σωστή έκφραση ή το θέμα της συζητήσεως αλλάζει, ας μη νομίζουμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίζουμε την ερμηνεία μας πάση θυσία. Πρέπει μάλλον να ακολουθούμε την έμπνευση του Θεού και το μυαλό του ίδιου του παιδιού. Δε θα βοηθήσουμε τόσο τα παιδιά μας με τα λόγια μας για τον Θεό, όσο με την παραμονή μας μέσα στην παρουσία του Θεού. Οι χριστιανοί ενήλικες έχουν την τάση να πιστεύουν ότι ο Θεός απουσιάζει από τη συζήτηση, αν δεν αποτελεί Αυτός το αντικείμενό της.
Οι καλύτερες εκπαιδευτικές μέθοδοι έχουν ως στόχο να διδάξουν στα παιδιά πώς να μαθαίνουν. Υπάρχει μια παροιμία που λέει: « Δώσε στο γιο σου ένα ψάρι και θα φάει καλά σήμερα. Μάθε του πώς να ψαρεύει και θα τρώει καλά σ΄ όλη του τη ζωή ». Έτσι αντιλαμβανόμαστε το έργο μας ως χριστιανοί γονείς ή δάσκαλοι. Εμπνέουμε στα παιδιά μας την αγάπη για τον Θεό και τα διδάσκουμε πώς να βρίσκουν μόνα τους το θέλημά Του. Αν μάθουμε στα παιδιά μας να αγαπούν τον Θεό και τους αγίους, « ταύτα πάντα προστεθήσεται αυτοίς » …
Από το βιβλίο «Σκέψεις για τα παιδιά στον Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα»
Αδελφής Μαγδαληνής
Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή
Τιμίου Προδρόμου
Έσσεξ Αγγλίας
1994
Θρησκευτική αγωγή
Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
Του Αρχιμ. Ιουστίνου Κεφαλούρου
Ιεροκήρυκος
Η Ορθόδοξη Χριστιανική Αγωγή αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί βασική μέριμνα της Εκκλησίας. Σκοπός της Χριστιανικής Αγωγής είναι να δημιουργήσει εκείνο το πλαίσιο μέσα στο οποίο το παιδί θα αρχίσει να αντιλαμβάνεται την ύπαρξη του μεταφυσικού. Δεν είναι πάντοτε δεδομένο και αυτονόητο πως οι έννοιες του Θείου και του μεταφυσικού βρίσκουν χώρο για να καλλιεργηθούν, ιδιαίτερα στην εποχή μας η οποία έχει υλιστικό και τεχνοκρατικό προσανατολισμό. Σίγουρα όμως μετά από την απομυθοποίηση όλων εκείνων των πολιτικών και φιλοσοφικών ρευμάτων κυρίως της Δύσης, που επαγγέλονταν την παντοδυναμία του ανθρώπινου πνεύματος, χωρίς την ανάγκη της υπαρξιακής αναζήτησης του Θείου, οι συνθήκες έχουν αλλάξει ριζικά ακόμη και σε περιβάλλοντα αθεϊστικά όπου επιστροφή του Θεού υπήρξε θριαμβευτική.
Η Χριστιανική αγωγή πραγματοποιείται από τρεις θεσμικούς φορείς : α) το Σχολείο, β) την Οικογένεια, γ) την Εκκλησία. Οι τρεις αυτοί θεσμοί εξαρτώνται μεταξύ τους ως προς την επιτυχή χριστιανική και όχι μόνο αγωγή των παιδιών. Όταν το Σχολείο, η Οικογένεια και η Εκκλησία εναρμονίζουν τις προσπάθειες τους , τότε είναι μαθηματικά αποδεδειγμένη η επιτυχία της προσπάθειας για τη σωστή χριστιανική αγωγή των νέων. Ο κάθε φορέας έχει τα δικά του χαρακτηριστικά , τα οποία όμως συγκλίνουν στις παρακάτω επιμέρους ενότητες:
1. Η αίσθηση της πραγματικότητας του Θεού.
Μιλάμε για το πιο δύσκολο κομμάτι της εργασίας του παιδαγωγού, του γονιού, του ποιμένα. Να περάσει στο παιδί την αίσθηση της πραγματικότητας του Θεού, δηλ. να βοηθήσει το παιδί να γνωρίσει το Θεό, κάτι που βεβαίως είναι εντελώς διαφορετικό από το να αποκτήσει γνώσεις για το Θεό. Κάποτε ένας μαθητής μου είπε : «Δεν είναι πως δεν πιστεύω στο Θεό, αλλά μου φαίνεται εξωπραγματικός». Επίσης δεν είναι λίγες οι φορές που μέσα από το μυστήριο της εξομολογήσεως αποκαλύπτεται από πολλούς αδερφούς μας η αδυναμία της προσέγγισης της παρουσίας του Θεού στην καθημερινή τους πραγματικότητα.
2. Χριστιανική αγωγή σημαίνει ανάπτυξη.
Δεν είναι δυνατό ένα παιδί να διαπαιδαγωγείται χριστιανικά χωρίς να αναπτύσσεται, δηλ. να αλλάζει. Αναπτύσσεται κανείς από κάτι που είναι σε κάτι που δεν ήταν πριν, κι όμως το πρόσωπο παραμένει το ίδιο. Η ανάπτυξη είναι μια διαδικασία που συμβαίνει μέσα στο ίδιο το άτομο: αναπτύσσεται ως προς την κατανόηση, την αντοχή, την εξυπνάδα, το συναίσθημα. Όπου δεν υπάρχει ανάπτυξη, υπάρχει στασιμότητα. Όλη η τέχνη της εκπαίδευσης θα μπορούσε να ορισθεί σαν «παρακίνηση για ανάπτυξη».
3. Ο «φόβος του Θεού», ένα ιερό μυστήριο.
Η διδασκαλία της πίστης πρέπει να είναι λογική, «λογική λατρεία» όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Ρωμαίους (Ρωμ. 12,1). Όμως η πίστη μας εκτείνεται και πέρα από το άκαμπτο πλαίσιο της λογικής. Η αίσθηση του μυστηρίου του Θεού, ο φόβος του Θεού αποτελεί ένα ουσιώδες μέρος της πίστης μας. Αλλά γεννάται το ερώτημα για το πώς μπορούμε να διδάξουμε στα παιδιά μας για να «καταλάβουν» και ταυτόχρονα να τα διδάσκουμε να «στέκονται» μπροστά σε κάτι που είναι πέρα από τη δική μας αλλά και από τη δική τους κατανόηση;
Το έργο αυτό γίνεται ακόμη πιο δύσκολο, μια και πρέπει να παραδεχτούμε ότι τα παιδιά μας είναι μεγάλοι ρεαλιστές, γεμάτα από χαρούμενη περιέργεια. Κάθε προσπάθεια να μεταδώσουμε αίσθημα δέους ή μυστηρίου μέσα από λεκτικούς τύπους, απλώς δεν τα αγγίζει και ίσως να μοιάζει με έναν μάλλον υποκριτικό ευσεβιστικό τύπο. Εξ΄ άλλου ας μην ξεχνάμε ότι η λέξη «φόβος του Θεού» σημαίνει κάτι πολύ διαφορετικό από πολλά είδη φόβων. Τα παιδιά είναι εκτεθειμένα σε πολλούς φόβους, όπως για παράδειγμα φοβούνται το σκοτάδι, τις δυνατές φωνές κ.ά. Επομένως το να ταυτισθεί ο «φόβος του Θεού» με το φόβο των τρομακτικών πραγμάτων, δεν βοηθάει στο να γνωρίσουν τα παιδιά το Θεό.
Το δικό μας έργο είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά να αναγνωρίζουν τις ενέργειες του Θεού μέσα στο χώρο της δικής τους ζωής, στο χώρο της δικής τους γνώσης για τα φυσικά γεγονότα και μέσα στο πλαίσιο των λογικών τους δυνατοτήτων. Με το δικό τους ρυθμό, με το δικό τους τρόπο και με τη βοήθεια του Θεού θα αποκτήσουν την αίσθηση της ιερότητας, την αίσθηση του δέους μπροστά στο Μυστήριο του Θεού.
4. Ενότητα ζωής.
Ένα πολύ σημαντικό θέμα στην χριστιανική αγωγή είναι κι αυτό της ενότητος, ή της επικοινωνίας με τον κόσμο. Η χριστιανική πίστη δεν μπορεί να κρατάει μια απομονωμένη θέση στη ζωή μας. Δεν μπορούμε να είμαστε εν μέρει χριστιανοί, ούτε κατά περιόδους, ή σε κάποιους χώρους μόνο.
Στην πλουραλιστική κοινωνία μας το νόημα της Εκκλησίας συχνά υποβιβάζεται στο νόημα ενός απομονωμένου αυτό-περιφραγμένου σώματος, που δεν έχει καμιά σχέση με τα ενδιαφέροντα του κόσμου. Βεβαίως κατά μια έννοια, οι χριστιανοί «δεν είναι του κόσμου τούτου», αλλά αυτό σημαίνει μόνο ότι δεν αποδέχονται την κοσμική ιεράρχηση των αξιών. Η Χριστιανική Εκκλησία θα πρέπει να είναι μια εικόνα αγάπης και ενδιαφέροντος για τον κόσμο κι έτσι δεν μπορεί να σταθεί απομονωμένη και αδιάφορη. Πώς αυτό μπορούμε να το διδάξουμε στα παιδιά μας κάτω από τις συνηθισμένες συνθήκες της ενοριακής μας ζωής; Μπορούμε ανυπόκριτα να διδάξουμε κάτι, που τόσο λίγο πραγματοποιείται στη ζωή; Κι όμως υπάρχουν τρόποι απλοί για να το κάνουμε. Μπορούμε να αρπάξουμε κάθε πρακτική ευκαιρία για να συνδέσουμε τα παιδιά μας με τον κόσμο, όπως συμμετοχή στη φροντίδα για τις ανάγκες των άλλων, ενδιαφέρον για το ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας, ώστε με τον τρόπο αυτό να οδηγήσουμε τα παιδιά σε μια βαθύτερη κατανόηση του ενδιαφέροντος της Εκκλησίας «υπέρ του Σύμπαντος κόσμου».
Η ευθύνη όλων μας για την ορθή χριστιανική αγωγή των παιδιών είναι μεγάλη. Κρατάμε στα χέρια μας το πιο σημαντικό και συνάμα ελπιδοφόρο κομμάτι της κοινωνίας μας. Τα μάτια ενός παιδιού, το χαμόγελο, η σκανδαλιά, τα δάκρια, η αγκαλιά του είναι όλα εκείνα τα οποία θα μας δώσουν την έμπνευση, μαζί με τη χάρη του Θεού, ώστε το έργο μας ως παιδαγωγών, γονέων και ποιμένων να έχει το καλύτερο αποτέλεσμα.
http://www.imelef.gr/skepseis.htm
Του Αρχιμ. Ιουστίνου Κεφαλούρου
Ιεροκήρυκος
Η Ορθόδοξη Χριστιανική Αγωγή αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί βασική μέριμνα της Εκκλησίας. Σκοπός της Χριστιανικής Αγωγής είναι να δημιουργήσει εκείνο το πλαίσιο μέσα στο οποίο το παιδί θα αρχίσει να αντιλαμβάνεται την ύπαρξη του μεταφυσικού. Δεν είναι πάντοτε δεδομένο και αυτονόητο πως οι έννοιες του Θείου και του μεταφυσικού βρίσκουν χώρο για να καλλιεργηθούν, ιδιαίτερα στην εποχή μας η οποία έχει υλιστικό και τεχνοκρατικό προσανατολισμό. Σίγουρα όμως μετά από την απομυθοποίηση όλων εκείνων των πολιτικών και φιλοσοφικών ρευμάτων κυρίως της Δύσης, που επαγγέλονταν την παντοδυναμία του ανθρώπινου πνεύματος, χωρίς την ανάγκη της υπαρξιακής αναζήτησης του Θείου, οι συνθήκες έχουν αλλάξει ριζικά ακόμη και σε περιβάλλοντα αθεϊστικά όπου επιστροφή του Θεού υπήρξε θριαμβευτική.
Η Χριστιανική αγωγή πραγματοποιείται από τρεις θεσμικούς φορείς : α) το Σχολείο, β) την Οικογένεια, γ) την Εκκλησία. Οι τρεις αυτοί θεσμοί εξαρτώνται μεταξύ τους ως προς την επιτυχή χριστιανική και όχι μόνο αγωγή των παιδιών. Όταν το Σχολείο, η Οικογένεια και η Εκκλησία εναρμονίζουν τις προσπάθειες τους , τότε είναι μαθηματικά αποδεδειγμένη η επιτυχία της προσπάθειας για τη σωστή χριστιανική αγωγή των νέων. Ο κάθε φορέας έχει τα δικά του χαρακτηριστικά , τα οποία όμως συγκλίνουν στις παρακάτω επιμέρους ενότητες:
1. Η αίσθηση της πραγματικότητας του Θεού.
Μιλάμε για το πιο δύσκολο κομμάτι της εργασίας του παιδαγωγού, του γονιού, του ποιμένα. Να περάσει στο παιδί την αίσθηση της πραγματικότητας του Θεού, δηλ. να βοηθήσει το παιδί να γνωρίσει το Θεό, κάτι που βεβαίως είναι εντελώς διαφορετικό από το να αποκτήσει γνώσεις για το Θεό. Κάποτε ένας μαθητής μου είπε : «Δεν είναι πως δεν πιστεύω στο Θεό, αλλά μου φαίνεται εξωπραγματικός». Επίσης δεν είναι λίγες οι φορές που μέσα από το μυστήριο της εξομολογήσεως αποκαλύπτεται από πολλούς αδερφούς μας η αδυναμία της προσέγγισης της παρουσίας του Θεού στην καθημερινή τους πραγματικότητα.
2. Χριστιανική αγωγή σημαίνει ανάπτυξη.
Δεν είναι δυνατό ένα παιδί να διαπαιδαγωγείται χριστιανικά χωρίς να αναπτύσσεται, δηλ. να αλλάζει. Αναπτύσσεται κανείς από κάτι που είναι σε κάτι που δεν ήταν πριν, κι όμως το πρόσωπο παραμένει το ίδιο. Η ανάπτυξη είναι μια διαδικασία που συμβαίνει μέσα στο ίδιο το άτομο: αναπτύσσεται ως προς την κατανόηση, την αντοχή, την εξυπνάδα, το συναίσθημα. Όπου δεν υπάρχει ανάπτυξη, υπάρχει στασιμότητα. Όλη η τέχνη της εκπαίδευσης θα μπορούσε να ορισθεί σαν «παρακίνηση για ανάπτυξη».
3. Ο «φόβος του Θεού», ένα ιερό μυστήριο.
Η διδασκαλία της πίστης πρέπει να είναι λογική, «λογική λατρεία» όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Ρωμαίους (Ρωμ. 12,1). Όμως η πίστη μας εκτείνεται και πέρα από το άκαμπτο πλαίσιο της λογικής. Η αίσθηση του μυστηρίου του Θεού, ο φόβος του Θεού αποτελεί ένα ουσιώδες μέρος της πίστης μας. Αλλά γεννάται το ερώτημα για το πώς μπορούμε να διδάξουμε στα παιδιά μας για να «καταλάβουν» και ταυτόχρονα να τα διδάσκουμε να «στέκονται» μπροστά σε κάτι που είναι πέρα από τη δική μας αλλά και από τη δική τους κατανόηση;
Το έργο αυτό γίνεται ακόμη πιο δύσκολο, μια και πρέπει να παραδεχτούμε ότι τα παιδιά μας είναι μεγάλοι ρεαλιστές, γεμάτα από χαρούμενη περιέργεια. Κάθε προσπάθεια να μεταδώσουμε αίσθημα δέους ή μυστηρίου μέσα από λεκτικούς τύπους, απλώς δεν τα αγγίζει και ίσως να μοιάζει με έναν μάλλον υποκριτικό ευσεβιστικό τύπο. Εξ΄ άλλου ας μην ξεχνάμε ότι η λέξη «φόβος του Θεού» σημαίνει κάτι πολύ διαφορετικό από πολλά είδη φόβων. Τα παιδιά είναι εκτεθειμένα σε πολλούς φόβους, όπως για παράδειγμα φοβούνται το σκοτάδι, τις δυνατές φωνές κ.ά. Επομένως το να ταυτισθεί ο «φόβος του Θεού» με το φόβο των τρομακτικών πραγμάτων, δεν βοηθάει στο να γνωρίσουν τα παιδιά το Θεό.
Το δικό μας έργο είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά να αναγνωρίζουν τις ενέργειες του Θεού μέσα στο χώρο της δικής τους ζωής, στο χώρο της δικής τους γνώσης για τα φυσικά γεγονότα και μέσα στο πλαίσιο των λογικών τους δυνατοτήτων. Με το δικό τους ρυθμό, με το δικό τους τρόπο και με τη βοήθεια του Θεού θα αποκτήσουν την αίσθηση της ιερότητας, την αίσθηση του δέους μπροστά στο Μυστήριο του Θεού.
4. Ενότητα ζωής.
Ένα πολύ σημαντικό θέμα στην χριστιανική αγωγή είναι κι αυτό της ενότητος, ή της επικοινωνίας με τον κόσμο. Η χριστιανική πίστη δεν μπορεί να κρατάει μια απομονωμένη θέση στη ζωή μας. Δεν μπορούμε να είμαστε εν μέρει χριστιανοί, ούτε κατά περιόδους, ή σε κάποιους χώρους μόνο.
Στην πλουραλιστική κοινωνία μας το νόημα της Εκκλησίας συχνά υποβιβάζεται στο νόημα ενός απομονωμένου αυτό-περιφραγμένου σώματος, που δεν έχει καμιά σχέση με τα ενδιαφέροντα του κόσμου. Βεβαίως κατά μια έννοια, οι χριστιανοί «δεν είναι του κόσμου τούτου», αλλά αυτό σημαίνει μόνο ότι δεν αποδέχονται την κοσμική ιεράρχηση των αξιών. Η Χριστιανική Εκκλησία θα πρέπει να είναι μια εικόνα αγάπης και ενδιαφέροντος για τον κόσμο κι έτσι δεν μπορεί να σταθεί απομονωμένη και αδιάφορη. Πώς αυτό μπορούμε να το διδάξουμε στα παιδιά μας κάτω από τις συνηθισμένες συνθήκες της ενοριακής μας ζωής; Μπορούμε ανυπόκριτα να διδάξουμε κάτι, που τόσο λίγο πραγματοποιείται στη ζωή; Κι όμως υπάρχουν τρόποι απλοί για να το κάνουμε. Μπορούμε να αρπάξουμε κάθε πρακτική ευκαιρία για να συνδέσουμε τα παιδιά μας με τον κόσμο, όπως συμμετοχή στη φροντίδα για τις ανάγκες των άλλων, ενδιαφέρον για το ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας, ώστε με τον τρόπο αυτό να οδηγήσουμε τα παιδιά σε μια βαθύτερη κατανόηση του ενδιαφέροντος της Εκκλησίας «υπέρ του Σύμπαντος κόσμου».
Η ευθύνη όλων μας για την ορθή χριστιανική αγωγή των παιδιών είναι μεγάλη. Κρατάμε στα χέρια μας το πιο σημαντικό και συνάμα ελπιδοφόρο κομμάτι της κοινωνίας μας. Τα μάτια ενός παιδιού, το χαμόγελο, η σκανδαλιά, τα δάκρια, η αγκαλιά του είναι όλα εκείνα τα οποία θα μας δώσουν την έμπνευση, μαζί με τη χάρη του Θεού, ώστε το έργο μας ως παιδαγωγών, γονέων και ποιμένων να έχει το καλύτερο αποτέλεσμα.
http://www.imelef.gr/skepseis.htm