Σελίδα 1 από 1

Λόγοι του Αγίου Εφραίμ του Σύρου. Ερωτήσεις και απαντήσεις

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Ιούλ 24, 2008 7:52 am
από thomas25
[/b]ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
Ερωτήσεις και απαντήσεις

Παράκληση φιλόχριστων ακροατών πρός τόν άγιο Έφραίμ: Σέ παρακαλούμε, διδάσκαλε, νά μας διδάξεις καί τά ακόλουθα αυτών πού ακούσαμε άπό σένα.
Τότε, φιλόχριστοι, όλη ή ανθρωπότητα θά στέκεται μεταξύ της βασιλείας καί της καταδίκης, μεταξύ της ζωής καί τοΰ θανάτου, μεταξύ της χαράς καί της θλίψης, καί όλοι θά περιμένουν τη φοβερή ώρα της εξέτασης, διότι κανείς δέν μπορεί νά βοηθήσει κάποιον. Καί όλοι σκύβοντας κάτω τό κεφάλι τους άπό φόβο, θά βλέπουν εκείνους πού στέκονται μπροστά στό βήμα καί εξετάζονται, καί μάλιστα εκείνους πού έζησαν μέ αμέλεια. Καί βλέποντας αυτά, θά σκύβουν πάλι κάτω τό κεφάλι τους καί θά συλλογίζονται όλες τίς πράξεις τους.
Καί στη συνέχεια θά βλέπει ό καθένας νά είναι μπροστά του τά έργα του, εΐτε καλά είτε φαΰλα. Καί οσοι έχουν καλά εργα, θά πλησιάζουν μέ χαρά στό βήμα, επειδή πρόκειται νά πάρουν τό στεφάνι* άν ομως κανείς, παρόλο πού έχει βαρείες αμαρτίες, φύγει αμετανόητος άπ' αύτη τη ζωή, τότε βλέποντας αυτές τις αμαρτίες νά είναι μπροστά του καί νά τόν κατηγορούν καί νά τόν ελέγχουν, γεμάτος οδύνη θά λέει «"Ω, πώς δέν αγωνίσθηκα ό άθλιος, άλλά έχασα τόν καιρό μου κοροϊδεύοντας καί κοροϊδευόμενος; Πώς δέ μετανόησα; Γιατί δέν έδωσα ελεημοσύνη; Γιατί φθόνησα, μίσησα, χλεύασα τόν αδελφό μου καί δέ συμφιλιώθηκα; Ναί, ναί, συμπεριφέρθηκα σάν ανόητος. Άκουγα μάλιστα καί γιά τίς τιμωρίες• άκουγα καί γι' αυτή τή φοβερή μέρα. Γιατί δέ μετανόησα μπροστά σ' αυτόν πού σηκώνει τίς αμαρτίες τοΰ κόσμου, άλλά πέρασα τά χρόνια μου κοροϊδευόμενος; Εκείνους πού νήστευαν καί προσεύχονταν, τούς έβλεπα καί τούς χλεύαζα• αυτοί τώρα στέκονται μπροστά στόν Κριτή χαρούμενοι καί ζητούν τό μισθό τους. Άραγε τί νά κάνω τώρα πού πέρασε ό καιρός της μετάνοιας;». Καί ενώ αυτοί θά συλλογίζονται αυτά καί θά θρηνούν, θά ακούσουν τή φωνή του Δικαστή, πού λέει* «Δείξτε τά έργα σας καί πάρτε τό μισθό». Εκείνη μάλιστα τήν ώρα θά σαλευθουν όλες οί τάξεις των Χριστιανών: αρχιερείς καί ιερείς καί λευΐτες.
Ό καθένας θά αναστηθεί στη δική του τάξη, οπως είναι γραμμένο. Θά σαλευθοΰν άπό φόβο βασιλείς καί άρχοντες καί ηγεμόνες καί σοφοί, πλούσιοι καί φτωχοί, δούλοι καί ελεύθεροι, διότι ήρθε ή ώρα, γιά νά φανερωθεί τό εργο τοΰ καθενός μπροστά στους Αγγέλους καί στους ανθρώπους, καί νά αποκαλυφθούν οί προθέσεις των καρδιών, γιά νά πάρει ό καθένας τήν αμοιβή του, γιά όσα έπραξε μέ τό σώμα του, είτε καλά είτε φαΰλα.
-Πές μας, διδάσκαλε, αυτά πού θά ακολουθήσουν όσα δηλαδή πρόκειται νά ακούσουν ή νά πάθουν.
-Αλίμονο, αδελφοί μου φιλόχριστοι, θέλω νά πώ αυτά πού θά ακολουθήσουν, άλλά κυριευμένος άπό τό φόβο εμποδίζομαι, καί χάνεται ή φωνή μου, καί τρέχουν τά δάκρυα μου, διότι ή διήγηση ειναι φοβερή.
-Πές, παρακαλούμε στό Ονομα τοΰ Κυρίου, γιά τήν ωφέλεια μας.
Τότε, φιλόχριστοι, εξετάζεται στόν καθένα χωριστά ή σφραγίδα τοΰ χριστιανισμού, τήν οποία ό καθένας έλαβε μέσα στήν αγία Εκκλησία μέ τό βάπτισμα καί ζητείται άπό τόν καθένα αμόλυντη ή πίστη καί καθαρή άπό κάθε αίρεση, καί άθραυστη ή σφραγίδα, καί αμόλυντος ό χιτώνας, σύμφωνα μέ αυτό πού είναι γραμμένο στον εβδομηκοστό πέμπτο ψαλμό, ότι «Ολοι όσοι είναι γύρω του θά φέρουν δώρα στόν φοβερό Βασιλιά»• καί επίσης σέ άλλο σημείο προστάζονται• «Προσφέρτε στόν Κύριο δόξα καί τιμή».
-Θά ρωτηθούν Ολοι, μικροί καί μεγάλοι;
Ναί, Ολοι όσοι πολιτογραφήθηκαν στήν Εκκλησία, ό καθένας ανάλογα μέ τή δύναμη του- διότι οί δυνατοί θά κριθούν αυστηρά6, όπως είναι γραμμένο- διότι «σ' αυτόν πού δόθηκε πολύ, άπ' αυτόν θά ζητηθεί πολύ, καί μέ όποιο μέτρο μέτρα ό καθένας, θά μετρηθεί σ' αυτόν έκεΐ8». "Ομως είτε μεγάλος είτε μικρός ήταν κανείς, εξίσου όλοι ομολογήσαμε τήν πίστη, καί δεχθήκαμε τήν πολύτιμη σφραγίδα, καί όλοι απαρνηθήκαμε τόν Διάβολο, φυσώντας τον, καί όλοι Ομοια συνταχθήκαμε μέ τόν Χριστό, προσκυνώντας τον άν βέβαια αντιληφθήκατε τή σημασία τοΰ μυστηρίου της κολυμβήθρας καί της άπάρνησης του Έχθροΰ.
-Παρακαλούμε νά μας διδάξεις τή σημασία της άπάρνησης.
Ή άπάρνηση, πού ό καθένας μας κάνει τήν ώρα τοΰ αγίου βαπτίσματος, φαίνεται βέβαια μικρή, όταν τήν λέμε, άλλά, όταν τήν σκεφθοΰμε, είναι πάρα πολύ μεγάλη• αυτήν όποιος μπορέσει νά την φυλάξει, είναι τρισμακάριστος• διότι απαρνούμαστε μέ λίγες λέξεις κάθε κακό πού υπάρχει καί πού μισεί ό Θεός• οχι ενα ή δυό ή δέκα, άλλά κάθε κακό πού μισεί ό Θεός. Γιά παράδειγμα αναφέρω* «Απαρνούμαι, λέει, τόν Σατανά καί δλα τά εργα του». Ποιά έργα; "Ακουσε! «Την πορνεία, τή μοιχεία, τήν αισχρότητα, την απάτη, τήν κλεψιά, τό φθόνο, τή μαγεία, τή μαντεία, τά ξόρκια, τό θυμό, τήν οργή, τή βλασφημία, τήν έχθρα, τή φιλονεικία, τή ζήλια. Απαρνούμαι τή μέθη, τήν άργολογία, τήν υπερηφάνεια, τή μαλθακό-τητα. Απαρνούμαι τίς άστειότητες, τούς κιθαρισμούς, τά δαιμονικά άσματα, δηλαδή τίς τραγωδίες, τίς κραυγές, τίς παιδοφθορίες, τίς όρνεοσκοπίες, τίς ερωτήσεις των πνευμάτων, τίς ζωγραφιές πετάλων. Απαρνούμαι τήν πλεονεξία, τή μισαδελφία, τήν αρπαγή. Απαρνούμαι τήν ενασχόληση μέ τά ζάρια, δηλαδή τό νά παίζω τυχερά παιχνίδια, όπως καί οί άγιοι Απόστολοι διατάζουν στους κανόνες τους, νά μένουν άκοινώνητοι όσοι τό κάνουν αυτό, αν είναι λαϊκοί, άν όμως είναι κληρικοί, νά καθαιρούνται. Απαρνούμαι τά είδωλόθυτα καί τό αίμα καί τά πνιγμένα ζώα καί τά θνησιμαια». Καί γιατί λέω πολλά; Διότι δέν είναι καιρός τώρα νά τά αναφέρω ολα. Άλλά άς παραλείψουμε τά πολλά καί ας ποϋμε μέ ενα λόγο* «Απαρνούμαστε ολα οσα μαγικά τελούνται στόν ήλιο καί στη σελήνη καί στά άστρα καί στίς πηγές καί στά δένδρα καί στά τρίστρατα, στους καθαρμούς καί στά ποτήρια καί σέ άλλα πολλά άτοπα έργα, πού είναι αισχρό καί νά τά αναφέρει κανείς». "Ολα αυτά καί τά ομοιά τους τά απαρνούμαστε μέ τήν άπάρνηση πού κάνουμε κατά τήν ώρα του αγίου βαπτίσματος, τά όποια δλοι γνωρίζουμε δτι είναι εργα καί διδασκαλίες του Διαβόλου.
"Ολα αυτά τά μάθαμε, καθώς ήμασταν προηγουμένως στό σκοτάδι, κάτω από τήν εξουσία του Διαβόλου, προτοΰ νά φθάσει σ' έμας τό φώς• τότε πού ήμασταν πουλημένοι στήν αμαρτία. "Οταν δμως θέλησε ό φιλάνθρωπος καί εΰσπλαχνος Θεός νά μας λυτρώσει άπό αυτή τήν πλάνη, μας επισκέφθηκε φως άπό τόν ουρανό, καί φανερώθηκε ή σωτήρια χάρη του Θεοϋ, καί πρόσφερε τόν εαυτό του αντάλλαγμα γιά μας, καί μας εξαγόρασε άπό τήν πλάνη των ειδώλων, καί ευδόκησε νά μας ανακαινίσει μέ τό νερό καί μέ τό Πνεύμα. "Ολα αυτά λοιπόν τά απαρνηθήκαμε, καί αποβάλαμε τόν παλαιό άνθρωπο μαζί μέ τίς πράξεις του, ντυθήκαμε απεναντίας τόν νέο Αδάμ. "Οποιος τώρα κάνει μετά τή χάρη αυτά τά πονηρά έργα πού αναφέραμε προηγουμένως, έφυγε άπό τή χάρη, καί ό Χριστός δέ θά τόν ωφελήσει διόλου, εφόσον εξακολουθεί νά άμαρτάνει.
Ακούσατε, φιλόχριστοι, πόσα πολλά κακά απαρνηθήκατε μέ λίγα λόγια. Αυτή λοιπόν ή άπάρνηση καί ή καλή ομολογία ζητείται εκείνη τήν ώρα καί τή μέρα άπό τόν καθένα μας. Διότι είναι γραμμένο, δτι «άπό τά λόγια σου θά δικαιωθείς». Καί επίσης ό Κύριος λέει «Άπό τά ίδια σου τά λόγια θά σε κρίνω, πονηρέ δοΰλε». Είναι λοιπόν φανερό ότι τά λόγια μας, ή μας καταδικάζουν ή μας δικαιώνουν εκείνη τήν ώρα.
-Μέ ποιό τρόπο εξετάζονται;
Εξετάζονται οί ποιμένες, δηλαδή οί επίσκοποι, καί γιά τόν τρόπο της ζωής τους καί γιά τήν ποίμνη τους, καί ζητούνται άπό τόν καθένα τά λογικά πρόβατα, πού παρέλαβε άπό τόν άρχιποιμένα Χριστό. Άν όμως άπό αμέλεια του επισκόπου χαθεί ενα πρόβατο, τό αίμα του ζητείται άπό τά χέρια του επισκόπου. Τό ίδιο επίσης καί οί πρεσβύτεροι θά δώσουν λόγο γιά τήν εκκλησία τους• συγχρόνως ομως καί οί διάκονοι, άλλά καί κάθε πιστός θά δώσει λόγο γιά τήν οικογένεια του, γιά τή γυναίκα του καί γιά τά παιδιά του καί γιά τους υπηρέτες καί γιά τίς υπηρέτριες, αν τους ανέθρεψε μέ τήν παιδαγωγία καί τή νουθεσία του Κυρίου, όπως παραγγέλλει ό Απόστολος. Τότε εξετάζονται οί βασιλείς καί οί άρχοντες, οι πλούσιοι καί οί φτωχοί καί οί μικροί καί οί μεγάλοι, γιά τά έργα πού έπραξαν. Διότι είναι γραμμένο, δτι «όλοι θά παρουσιασθούμε μπροστά στό βήμα τοΰ Χρίστου, γιά νά πάρει ό καθένας τήν αμοιβή γιά δσα έπραξε μέ τό σώμα του, είτε καλό είτε κακό». Καί σέ ά
λλο σημείο είναι γραμμένο, δτι «δεν υπάρχει κανείς πού θά μπορέσει νά βγάλει άνθρωπο άπό τά χέρια μου».
-Σέ παρακαλούμε νά μας πεις οσα θά συμβούν μετά άπ' αυτά.
Θά πώ μέ πόνο της καρδιάς μου οτι δέν μπορείτε νά ακούσετε δσα θά συμβούν μετά άπ' αυτά* άλλά άς σιωπήσουμε, φιλόχριστοι.
-Μήπως είναι φοβερότερα άπ' αυτά πού ειπώθηκαν προηγουμένως, καί πού ακούσαμε άπό σένα;
Καί φοβερότερα είναι καί τρομακτικότερα καί θλιβερότερα καί άξια γιά πολλά δάκρυα καί στεναγμούς, τά όποια άν τά παρουσιάσω μπροστά σας, θά κυριεύσει τρόμος αυτούς πού θά τά ακούσουν.
-Διηγήσου τα σ' εμάς, αγαπητέ, άν είναι δυνατό, γιά νά τά ακούσουμε καί νά σπεύσουμε νά μετανοήσουμε ακόμη περισσότερο.
Θά τά πώ μέ δάκρυα• διότι δέν είναι δυνατό νά τά διηγηθώ εκείνα χωρίς δάκρυα• επειδή είναι τελευταία. Άλλά επειδή έχουμε εντολή άπό τόν Απόστολο, νά τά εμπιστευόμαστε αυτά σέ πιστούς ανθρώπους, καί επειδή εσείς είστε πιστοί, σας τά εμπιστεύομαι αυτά, καί σεϊς δμως διδάξτε άλλους. Διότι άν καί πονεϊ ή καρδιά μου άπ' αυτή τή διήγηση, όμως συμμερισθείτε τόν πόνο μου, αδελφοί μου ευλογημένοι. Διότι τότε, φιλόχριστοι, άφοΰ ερευνηθούν καί φανερωθούν τά εργα όλων μπροστά στους Αγγέλους καί τούς ανθρώπους, καί άφοΰ ύποταχθοΰν κάτω άπό τά πόδια του όλοι οί εχθροί, καί καταργηθεί κάθε εξουσία καί δύναμη, καί λυγίσει στόν Θεό κάθε γόνατο, δπως είναι γραμμένο, τότε θά τούς χωρίσει μεταξύ τους, δπως ό βοσκός χωρίζει τά πρόβατα άπό τά ερίφια, διότι αυτοί πού έχουν τά καλά έργα καί τούς καλούς καρπούς χωρίζονται άπό τούς άκαρπους καί αμαρτωλούς• καί αυτοί θά λάμψουν, οπως ό ήλιος. Αυτοί είναι εκείνοι πού φύλαξαν τίς εντολές τοΰ Κυρίου είναι οί ελεήμονες, οί φίλοι των φτωχών καί των ορφανών, είναι εκείνοι πού δέχονται τούς ξένους, εκείνοι πού ντύνουν τούς γυμνούς, εκείνοι πού επισκέπτονται τούς φυλακισμένους, οί βοηθοί αυτών πού υποφέρουν, οί υπερασπιστές τών χηρών, οί επισκέπτες τών κατάκοι¬των, εκείνοι πού πένθησαν τώρα, οπως είπε ό Κύριος είναι εκείνοι πού έγιναν φτωχοί τώρα γιά τόν πλούτο πού είναι αποθησαυρισμένος στους ουρανούς, εκείνοι πού συγχώρησαν τά σφάλματα τών αδελφών, εκείνοι πού φύλαξαν τή σφραγίδα της πίστεως άθραυστη καί αμόλυντη άπό κάθε αίρεση* αυτούς θά τούς τοποθετήσει στά δεξιά του. Τά ερίφια όμως θά τά τοποθετήσει στά αριστερά του αυτοί είναι οί άκαρποι, εκείνοι πού παρόργισαν τόν καλό Ποιμένα, εκείνοι πού δέν προσέχουν στίς φωνές τοϋ Άρχιποιμένα, οί αλαζόνες, οί άπαιδαγώγητοι, εκείνοι πού αυτό τόν καιρό της μετάνοιας, σάν ερίφια, παίζουν καί χοροπηδούν καί άσωτεύουν οί όποιοι σπατάλησαν μέσα σέ κραιπάλη καί μέθη καί άσπλαχνία όλο τόν καιρό της ζωής τους, όπως εκείνος ό πλούσιος, πού ποτέ δέ σπλαχνίσθηκε τόν φτωχό Λάζαρο γι' αυτό καί καταδικάσθηκαν νά τοποθετηθούν στά αριστερά, ώς άνελεήμονες καί άσπλαχνοι καί άνθρωποι πού δέν έχουν καρπούς μετάνοιας, ούτε λάδι στά λυχνάρια τους. Εκείνοι όμως πού αγόρασαν τό λάδι άπό τούς φτωχούς καί γέμισαν τα αγγεια τους, στέκονται στά δεξιά δοξασμένοι καί χαρούμενοι, κρατώντας φωτεινά τά λυχνάρια τους, καί άκουν εκείνη τή μακάρια καί σπλαχνική φωνή• «Ελάτε οί ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε τή βασιλεία πού είναι ετοιμασμένη γιά σας άπό τόν καιρό της δημιουργίας τοϋ κόσμου». Εκείνοι όμως πού στέκονται στά αριστερά, άκοΰν εκείνη τήν οδυνηρή καί τρομακτική φωνή• «Φύγετε μακριά άπό μένα έσεϊς οί καταραμένοι στό αιώνιο πυρ, πού είναι ετοιμασμένο γιά τόν Διάβολο καί γιά τούς αγγέλους του• όπως δέν ελεήσατε, έτσι ούτε τώρα θά ελεηθείτε• όπως δέν ακούσατε τή φωνή μου, ετσι ούτε καί έγώ τώρα θά ακούσω τούς θρήνους σας. Διότι εμένα δέ μέ υπηρετήσατε, ούτε όταν πεινούσα μέ θρέψατε, ουτε όταν διψούσα μέ ποτίσατε, ουτε μέ δεχθήκατε σάν ξένο, ούτε μέ ντύσατε όταν ήμουν γυμνός, ούτε όταν ήμουν άρρωστος μέ επισκεφθήκατε, ούτε όταν ήμουν φυλακισμένος ήρθατε νά μέ δείτε. Γίνατε άλλου κυρίου εργάτες καί βοηθοί, δηλαδή τοΰ Διαβόλου. Γι' αυτό, φύγετε μακριά άπό μένα οί εργάτες της ανομίας». Καί τότε θά μεταβούν αυτοί στήν αιώνια κόλαση, ενώ οί δίκαιοι στήν αιώνια ζωή.
-Μεταβαίνουν όμως όλοι σέ μιά τιμωρία, ή υπάρχουν διάφορες τιμωρίες;
Υπάρχουν διάφοροι τόποι τιμωριών, όπως ακούσαμε στό Εύαγγέλιο. Υπάρχει λοιπόν εξώτερο σκότος, είναι φανερό ότι υπάρχει καί άλλο, εσώτερο. Ή γέεννα της φωτιάς είναι άλλος τύπος• τό τρίξιμο τών δοντιών είναι ξεχωριστός τόπος• τό ακοίμητο σκουλήκι υπάρχει σέ άλλο τόπο* ή λίμνη της φωτιάς είναι άλλος τόπος• ό τάρταρος είναι ξεχωριστός τόπος ή άσβεστη φωτιά είναι ξεχωριστή περιοχή• τά καταχθόνια καί ή απώλεια4βρίσκονται σέ ξεχωριστούς τόπους• κατώτατα της γης είναι άλλος τόπος• ό άδης, Οπου απομακρύνονται οί αμαρτωλοί49, καί ό πυθμένας τοΰ άδη είναι φοβερότερος τόπος. Σ' αυτές τίς τιμωρίες κατανέμονται οί δύστυχοι, ό καθένας ανάλογα μέ τά αμαρτήματα του, ή αυστηρότερα ή ελαφρότερα, σύμφωνα μ' αυτό πού είναι γραμμένο, Οτι «καθένας δένεται μέ τά σχοινιά τών αμαρτιών του» αυτό σημαίνει καί τό «θά δαρεϊ πολύ καί λίγο». Καί όπως έδώ υπάρχουν διαφορές τιμωρίας, έτσι καί στή μέλλουσα ζωή. Εκείνοι όμως πού έχουν έχθρα μεταξύ τους, άν συμβεί νά αναχωρήσουν αυτοί άπό τό σώμα τους έτσι, θά βρουν αδυσώπητη καταδίκη τήν ώρα της κρίσης, καί ώς μισητοί θά σταλοΰν στό εξώτερο πΰρ καί στό ατέλειωτο σκότος, επειδή καταφρόνησαν τήν εύκολη εντολή τοΰ Κυρίου, πού λέει• «Αγαπάτε ό ένας τόν άλλο καί συγχωρείτε ώς εβδομήντα φορές τό επτά». Καί καθένας πού αμάρτησε δέν πρέπει νά ζει αδιάφορα, ούτε επίσης νά απελπίζεται* διότι έχουμε παράκλητο κοντά στόν Πατέρα, τόν Ίησοΰ Χριστό τόν δίκαιο Θεό, καί αυτός είναι εξιλέωση γιά τίς αμαρτίες μας. "Οχι γιά τίς αμαρτίες εκείνων πού αδιαφορούν, ούτε εκείνων πού κοιμοΰνται καί ροχαλίζουν, ουτε εκείνων πού άσωτεύουν, ούτε εκείνων πού γελοΰν, άλλά εκείνων πού πενθοΰν καί μετανοοΰν καί κραυγάζουν σ' αυτόν νύχτα καί μέρα, καί πού θά παρηγο¬ρηθούν άπό τόν παράκλητο. Εκείνος όμως πού αμάρτησε καί λησμόνησε τίς αμαρτίες του, καί έτσι αναχωρεί άπό τό σώμα, επάνω σ' αυτόν θά πέσει εκείνη ή οργή τοΰ θεοΰ, τήν οποία ό Μανασσής έδειξε, λέγοντας ότι «είναι αβάσταχτη ή όργή της απειλής σου πρός τούς αμαρτωλούς».
Αλίμονο στόν φίλο της πορνείας. Αλίμονο στόν μέθυσο, καί μαζί μ' αυτόν αλίμονο στόν λοίδορο. Αλίμονο σ' εκείνους πού πίνουν τό κρασί μέ τύμπανα καί κιθάρες καί αυλούς, καί δέν προσέχουν τά εργα τοΰ Κυρίου, ούτε θυμοΰνται τά λόγια του. Αλίμονο σ' εκείνους πού χλευάζουν τίς θειες καί ιερές Γραφές. Αλίμονο σ' εκείνους πού χάνουν αυτό τόν καιρό της μετάνοιας καί επιστροφής σέ διασκεδάσεις καί άστειότητες• διότι θά αναζητήσουν τόν καιρό, πού απερίσκεπτα σπατάλησαν, καί δέ θά τόν βρουν. Αλίμονο σ' εκείνους πού συμβουλεύονται πνεύματα πλάνης, καί καταφεύγουν σέ μάντεις, καί στρέφουν τήν προσοχή τους σέ διδασκαλίες δαιμόνων, διότι θά καταδικασθούν μαζί τους στή μέλλουσα ζωή. Αλίμονο σ' εκείνους πού χρεώνουν άδικα χρέη. Αλίμονο σ' εκείνους πού ασχολούνται μέ μαγικές πράξεις, μέ γητειές καί μαντείες καί παιδοφθορίες καί περίαπτα, μέ καθαρμούς καί πέταλα, πού τά ονομάζουν φυλαχτά, άλλά στήν πραγματικότητα είναι φθορά καί απώλεια της ψυχής καί τοϋ σώματος. Αλίμονο σ' εκείνους πού αποστερούν τό μισθό άπό τόν εργάτη, διότι αυτός πού αποστερεί τό μισθό είναι σάν τόν άνθρωπο πού χύνει αίμα. Αλίμονο σ' εκείνους πού δικάζουν άδικα• σ' εκείνους πού αθωώνουν τόν άσεβη καί αφαιρούν τό δίκαιο άπό τόν δίκαιο άνθρωπο. Αλίμονο σ' εκείνους πού μολύνουν τήν αγία πίστη μέ τίς αιρέσεις, ή δείχνουν ανεκτικότητα στους αιρετικούς. Αλίμονο σ' εκείνους πού έχουν τό άγιάτρευτο πάθος, δηλαδή τό φθόνο καί τήν κακολογία. Καί γιατί λέω πολλά καί δέ σταματώ γρήγορα το λόγο; Αλίμονο σέ όλους εκείνους πού θά βρεθούν στά αριστερά εκείνη τή φοβερή μέρα, διότι θά βυθισθούν στό σκοτάδι καί θά χύσουν πικρά δάκρυα, όταν θά ακούσουν εκείνη τήν οδυνηρή απόφαση, τό «Φύγετε μακριά άπό μένα εσείς οί καταραμένοι». Καί άλλοι επίσης θά ακούσουν εκείνη τήν οδυνηρή καί λυπηρή απόφαση, τό «"Ας απομακρυνθούν οί αμαρτωλοί στόν άδη». Άλλοι θά ακούσουν τό «Αληθινά σας λέω, δέ σας ξέρω• φύγετε μακριά άπό μένα, εργάτες της αδικίας». Άλλοι θά ακούσουν, δηλαδή οί φθονεροί, τό «Πάρε τά δικά σου καί πήγαινε». Καί ποΰ άραγε θά πάνε; ΕΓναι φανερό Οτι θά πάνε, Οπου αυτοί πού άκουσαν τό «Φύγετε μακριά άπό μένα εσείς οί κ
αταραμένοι στό πυρ». Άλλοι θά ακούσουν τό «Δέστε του χέρια καί πόδια, καί βγάλτε τον στό εξώτερο σκοτάδι». Άλλοι, όπως τά ζιζάνια, θά δεθούν σέ δεμάτια, γιά νά καοϋν στό καμίνι της φωτιάς. Καί όπως υπάρχουν πολλοί τρόποι γιά τή σωτηρία, έτσι υπάρχουν καί πολλοί τόποι διαμονής στή βασιλεία τών ουρανών. Καί Οπως υπάρχουν πολλοί τρόποι γιά τίς αμαρτίες καί γιά τά παραπτώματα, έτσι υπάρχουν καί πολλοί τρόποι γιά τις τιμωρίες. Όσοι έχετε δάκρυα καί κατάνυξη, κλάψτε μαζί μου* διότι εγώ, αδελφοί μου ευλογημένοι, έφερα στη μνήμη μου εκείνο τόν αξιοθρήνητο χωρισμό καί δέν μπόρεσα νά τόν βαστάξω διότι εκείνη τή φοβερή ώρα χωρίζονται μεταξύ τους μ' εκείνο τόν αξιοθρήνητο καί οδυνηρό χωρισμό καί φεύγουν σέ μακρινή χώρα, πού δέν έχει επιστροφή. Ποιος έχει τόσο πέτρινη καρδιά, ώστε νά μήν κλάψει άπό δώ γιά κείνη τήν ώρα, όταν θά χωρίζονται επίσκοποι άπό τούς συνεπισκόπους, πρεσβύτεροι άπό τούς συμπρεσβυτέρους, διάκονοι άπό τούς συνδιακόνους, καί ύποδιάκονοι άπό τούς ύποδιακόνους, καί αναγνώστες άπό τούς συντρόφους τους; Τότε χωρίζονται αυτοί πού κάποτε ήταν βασιλείς, καί θά κλάψουν καί θά οδηγηθούν σάν δούλοι. Τότε θά στενάξουν άρχοντες καί πλούσιοι άσπλαχνοι, καί θά στρέψουν τά μάτια τους γιά βοήθεια, καθώς θά πιέζονται άπό παντού, καί κανείς δέ θά μπορεί νά τούς βοηθήσει. Ούτε ό πλούτος φαίνεται, ούτε οί κόλακες είναι παρόντες, ούτε ευσπλαχνία θά βρουν, διότι δέν έδειξαν ευσπλαχνία, ούτε έστειλαν κάτι άπό πρίν, γιά νά τό βρουν, Οπως λέει καί ό Προφήτης γιά τούς τέτοιους ανθρώπους• ότι «κοιμήθηκαν τόν ύπνο τους καί δέ βρήκαν τίποτε». Τότε χωρίζονται οί γονείς άπό τά παιδιά τους καί οί φίλοι άπό τούς φίλους. Τότε χωρίζονται οδυνηρά τά ανδρόγυνα, πού δέ φύλαξαν τό συζυγικό τους κρεβάτι αμόλυντο. Τότε χωρίζονται καί αυτοί πού κατά το σώμα βέβαια εναι παρθένοι, στη συμπεριφορά τους όμως είναι άσπλαχνοι καί σκληροί διότι ή κρίση θά είναι χωρίς ευσπλαχνία γιά κεΐνον πού δέν έδειξε ευσπλαχνία. Άλλά θά παραλείψω νά αναφέρω τά περισσότερα, διότι μέ κυριεύει φόβος καί τρόμος μ' αυτή τή διήγηση. Καί γιά νά μιλήσω μέ συντομία* τότε λοιπόν απομακρύνονται άπό τό βήμα καί οδηγούνται μέ τή βία άπό αυστηρούς Αγγέλους, μέ σπρωξίματα καί χτυπήματα, καί τρίζοντας τά δόντια τους, καί στρέφοντας όλο καί πιό συχνά νά δουν τούς δίκαιους καί τή χαρά άπό τήν οποία χωρίσθηκαν. Καί βλέπουν εκείνο τό απερίγραπτο φώς* βλέπουν τίς ομορφιές τοΰ παραδείσου* βλέπουν τούς γνωστούς νά είναι σ' εκείνη τή χαρά* βλέπουν εκείνες τίς μεγάλες δωρεές, πού παίρνουν άπό τόν ένδοξο Βασιλιά όσοι αγωνίσθηκαν ορθά. Στή συνέχεια, άπομακρυνόμενοι λίγο λίγο καί άποχωριζόμενοι άπό όλους τούς δίκαιους καί φίλους καί γνωστούς, στό τέλος εξαφανίζονται καί άπό τόν ίδιο τόν Θεό καί δέν μπορούν πιά νά βλέπουν τή χαρά καί έκεϊνο τό αληθινό φώς. Καί στό τέλος πλησιάζουν στίς τιμωρίες πού αναφέραμε προηγουμένως, γιά νά διασπαροΰν καί νά διασκορπισθοΰν σ' αυτές.
Τότε βλέποντας τήν τέλεια εγκατάλειψη τους, καί ότι χάθηκε όλη ή ελπίδα τους, καί ότι κανείς δέν μπορεί νά τούς βοηθήσει ή να παρακαλέσει γι' αυτούς, διότι ή κρίση τοΰ Θεοΰ είναι δίκαια, τότε λοιπόν θρηνώντας μέ πικρότατα δάκρυα, λένε• «"Ω, πόσο καιρό χάσαμε! "Ω, πώς άκούοντας τίς Γραφές τίς χλευάσαμε! Έκεϊ ό Θεός μιλοΰσε μέ τίς Γραφές, καί δέν προσέχαμε• εδώ έμεϊς κραυγάζουμε, καί αυτός στρέφει τό πρόσωπο του μακριά άπό μας. Τί μας ωφέλησε ή απεραντοσύνη τοΰ κόσμου; Ποΰ είναι ό πατέρας πού μας έφερε στόν κόσμο; Ποΰ είναι ή μητέρα πού μας γέννησε; Ποΰ είναι τά αδέλφια; Ποΰ είναι τά παιδιά; Ποΰ είναι οί φίλοι; Ποΰ είναι ό πλοΰτος; Ποΰ είναι οί περιουσίες; Ποΰ είναι οί θόρυβοι; Ποΰ είναι τά τραπέζια; Ποΰ είναι ό πολύς καί άσκοπος δρόμος; Ποΰ είναι οί βασιλείς καί οί ηγεμόνες; Πώς δέν μπορεί νά μας σώσει κανείς άπ' όλα αυτά, καί ούτε μποροΰμε νά βοηθήσουμε τούς εαυτούς μας, άλλά εγκαταλειφθήκαμε εντελώς καί άπό τόν Θεό καί άπό τούς Αγίους, καί χωριζόμαστε άπό τούς δικούς μας; Τί θά κάνουμε; Διότι δέν υπάρχει πιά καιρός μετάνοιας• δέν έχει πιά δύναμη ή παράκληση• δέν υπάρχει πιά ωφέλεια άπό τά δάκρυα• δέ φαίνονται πιά οί φτωχοί καί οί πεινασμένοι, πού πωλοΰν τό λάδι• διότι διαλύθηκε ή πανήγυρη. Όταν είχαμε καιρό καί δυνατότητα, καί αυτοί πού τό πωλοΰσαν κραύγαζαν μέ δάκρυα, "Αγοράστε", κλείσαμε τά αυτιά μας καί δέν ακούσαμε, ούτε αγοράσαμε. Τώρα λοιπόν εμείς ζητουμε, καί δέ βρίσκουμε. Δέν υπάρχει πιά λύτρωση γιά μας τούς δύστυχους* δέ βρίσκουμε πιά ευσπλαχνία• διότι καί δέν είμαστε άξιοι γιά ευσπλαχνία. Ή κρίση τοΰ Θεοΰ είναι δίκαια. Δέ θά δοΰμε πιά τά τάγματα τών Αγγέλων δέ θά δοΰμε πιά τό αληθινό φώς. Στερηθήκαμε άπό όλα. Καί τί λοιπόν θά ποΰμε; Χαίρετε, όλοι οί δίκαιοι• χαίρετε, Απόστολοι καί Προφήτες καί Μάρτυρες. Χαίρε, ό χορός τών πατριαρχών. Χαίρε, τό τάγμα τών μοναζόντων. Χαίρε, τίμιε καί ζωοποιέ Σταυρέ. Χαίρε, ή βασιλεία τών ουρανών. Χαίρε, ή άνω Ιερουσαλήμ, ή μητέρα τών πρωτοτόκων. Χαίρε, ό παράδεισος της τρυφής. Χαίρε καί σύ, Δέσποινα Θεοτόκε, ή μητέρα τοΰ φιλάνθρωπου Θεοΰ. Χαίρετε, πατέρες καί μητέρες, γιοί καί θυγατέρες• δέ θά δοΰμε πιά κανέναν άπό σας». Καί στό τέλος πηγαίνει ό καθένας στόν τόπο της τιμωρίας, πού ετοίμασε γιά τόν εαυτό του μέ τά πονηρά του εργα, όπου τό σκουλήκι πού θά τούς τρώει δέν πεθαίνει καί ή φωτιά δέ σβήνει.
Νά, ακούσατε, αδελφοί μου φιλόχριστοι. Νά, ικανοποίησα τήν παράκληση σας καί εκπλήρωσα τήν επιθυμία σας. Νά, μάθατε τί ετοιμάζουμε γιά τούς εαυτούς μας. Νά, ακούσατε τί κερδίζουν όσοι άμελοΰν καί ραθυμοΰν καί δέ μετανοοΰν. Ακούσατε πώς χλευάζονται όσοι χλευάζουν τίς εντολές τοΰ Κυρίου. Ακούσατε πώς εξαπατά καί πλανά τούς πολλούς αυτός ό ψυχοφθόρος βίος. Μάθατε πώς περιπαίζονται όσοι περιπαίζουν τίς θειες Γραφές. Κανείς νά μην πλανηθεί, αδελφοί μου ευλογημένοι. Κανείς νά μήν πει ή νά πιστεύσει ότι αυτά πού λέγονται γιά τήν κρίση είναι μόνο άπλά λόγια. Άλλά όλοι άς πιστεύσουμε στόν Κύριο καλά καί σταθερά, Οτι υπάρχει ανάσταση νεκρών καί κρίση καί ανταπόδοση γιά τά καλά καί γιά τά φαΰλα, σύμφωνα μέ τίς θειες Γραφές. Καί παραβλέποντας όλα τά πρόσκαιρα καί περιφρονώντας τα, άς φροντίσουμε γιά τήν απολογία μας καί γιά τήν παρουσία μας στό φοβερό βήμα καί γιά κείνη τή φρικτή μέρα καί τή φοβερή ώρα. Διότι αυτή ή ώρα είναι ή πολυστένακτη, ή πολυκίνδυνη καί πολυώδυνη, ή πολύθλιπτη, ή ώρα πού κρίνει όλη μας τή ζωή. Καί γι' αυτή τή φρικτή μέρα καί ώρα προεϊπαν οί άγιοι Προφήτες καί Απόστολοι. Γι' αυτή τή μέρα καί ώρα ή θεία Γραφή, άπό τή μιά άκρη της οικουμένης ώς τήν άλλη, στις εκκλησίες καί σέ κάθε τόπο κραυγάζει καί διακηρύττει σέ όλους, καί παροτρύνει, λέγοντας• «Βλέπετε, αγρυπνάτε, προσέχετε, νήφετε, προσεύχεσθε, ελεείτε, γίνεσθε έτοιμοι, διότι δέ γνωρίζετε τή μέρα ή τήν ώρα, κατά τήν οποία θά έρθει ό Κύριος».
Όλοι λοιπόν οί θεοφόροι, Οπως είπα, μέ πόνο καί μέ δάκρυα κραυγάζουν, προειδοποιώντας γιά τή δυσκολία εκείνης της μέρας. Γι' αυτή τή μέρα έλεγε ό προφήτης Ησαΐας• «Νά, ό Κύριος έρχεται νά καταστρέψει όλη τή γη καί νά εξαφανίσει άπ' αυτή τούς αμαρτωλούς». Καί επίσης ό ίδιος Προφήτης λέει• «Νά, ό Κύριος έρχεται, καί μαζί του έρχεται ό μισθός του, καί τό έργο τοΰ καθενός είναι μπροστά του». Άλλος Προφήτης κραυγάζει, λέγοντας• «Νά, ό Κύριος έρχεται, καί ποιος θά μπορέσει νά βαστάξει τή μέρα της έλευσης του, ή ποιος θά σταθεί όρθιος στήν εμφάνιση του;». Άλλος επίσης Προφήτης διακηρύττει, λέγοντας• «Κύριε, άκουσα τό λόγο σου καί φοβήθηκα, καί εισχώρησε τρόμος μέσα στά κόκκαλά μου». Άλλος Προφήτης, εκπροσωπώντας τόν Κύριο, κραυγάζει, λέγοντας• «Τή μέρα της κρίσης θά ανταποδώσω, καί κανείς δέ θά γλυτώσει άπό τά χέρια μου». Γι' αυτή τή μέρα ό θεοπάτωρ Δαβίδ έλεγε* «Ό Θεός θά έρθει ολοφάνερα, ό Θεός μας, καί δέ θά έρθει σιωπηλά• φωτιά θά καίει μπροστά του, καί σφοδρή καταιγίδα θα ξεσπάσει ολόγυρα του». Γι' αυτή τή μέρα κραυγάζει καί ό απόστολος Παύλος• «κατά τή μέρα πού θά κρίνει ό Θεός τά κρυφά τών ανθρώπων, σύμφωνα μέ τό ευαγγελικό μου κήρυγμα». Καί επίσης λέει• «Προσέχετε πώς συμπεριφέρεσθε• είναι φοβερό νά πέσει κανείς στά χέρια τοϋ αληθινού Θεού». Κραυγάζει μάλιστα καί ό μακάριος Πέτρος, ό κορυφαίος άπό τούς Αποστόλους, γιά κείνη τή μέρα, λέγοντας• «Ή μέρα τοΰ Κυρίου θά έρθει έτσι, όπως ό κλέφτης τή νύχτα, χαί γι' αυτή τή μέρα οί ουρανοί πυρακτωμένοι θά διαλ
υθοΰν, καί τά στοιχεία τής φύσης θά λειώσουν άπό τή φωτιά». Καί γιατί μιλώ γιά Προφήτες καί Αποστόλους; Ό ίδιος ό Δεσπότης καί Κύριος μας χροεϊπε γιά κείνη τή μέρα, λέγοντας• «Προσέχετε μήπως οί καρδιές σας γίνουν αναίσθητες άπό τήν κραιπάλη καί τή μέθη καί τίς βιωτιχές φροντίδες, καί σας έρθει ξαφνικά εκείνη ή μέρα* διότι θά έρθει σαν παγίδα στους ανθρώπους πού κατοικούν επάνω σ' όλη τή γη. "Αγρυπνάτε λοιπόν, διότι ό Τίός τοΰ άνθρωπου θά έρθει τήν ώρα χαό δέν τό περιμένετε• καί αγωνισθείτε νά μπείτε άπό τή στενή πύλη, πού όδηγεϊ στή ζωή».
"Ας βαδίσουμε, αδελφοί, σ' αυτό τό δρόμο, γιά νά κληρονομήσουμε τήν αιώνια ζωή• διότι εκείνος πού βαδίζει αυτό τό δρόμο, είφανερό ότι θά κληρονομήσει τήν αιώνια ζωή• διότι αυτός ό δρόμος είναι ή ζωή. Διότι, άν καί είναι λίγοι αυτοί πού τόν βρίσκουν, όμως έμεϊς, αγαπητοί, άς μήν αποτύχουμε νά τόν διανύσουμε. Κανείς άπό μας νά μή βαδίσει εξω άπ' αυτό τό δρόμο, γιά νά μήν πάει στην απώλεια, όπως λέει καί ό Προφήτης• «μήπως κάποια στιγμή όργισθεϊ ό Κύριος, καί απολεσθείτε εξω άπό τό δρόμο της δικαιοσύνης». "Ας ακούσουμε τόν Δεσπότη πού λέει• «Έγώ είμαι τό φώς τοϋ κόσμου. Έγώ είμαι ό καλός ποιμένας. Έγώ είμαι ή ζωή. Έγώ είμαι ή θύρα• όποιος θά μπει άπό μένα, θά σωθεί. Έγώ είμαι ό δρόμος• όποιος ακολουθεί έμενα, δέ θά σκοντάψει, άλλά θά έχει τό φώς της ζωής».
Άς βαδίσουμε λοιπόν αυτό τόν μακάριο δρόμο, πού βάδισαν όλοι όσοι πόθησαν τόν Χριστό. Οί πορείες αύτοΰ τοΰ δρόμου είναι λυπηρές, άλλά ή ανάπαυση είναι μακάρια. Οί πορείες αύτοΰ τοϋ δρόμου είναι σκυθρωπές, άλλά ή ανταπόδοση είναι χαρά. Οί πορείες αύτοΰ τοΰ δρόμου είναι στενόχωρες, άλλά τό κατάλυμα είναι ευρύχωρο. Οί πορείες αύτοΰ τοΰ δρόμου είναι ή μετάνοια, ή νηστεία, ή προσευχή, ή αγρυπνία, ή ταπεινοφροσύνη, πνευματική ταπείνωση, ή περιφρόνηση τοΰ σώματος, ή φροντίδα της ψυχής, ή χαμαικοιτία, ή άλουσία, ή ξηροφαγία, ή πείνα, ή δίψα, ή γύμνια, ή ελεημοσύνη, τά δάκρυα, τό πένθος, ό στεναγμός, οί γονυκλισίες, οί εξευτελισμοί, οί διωγμοί, οί άρπαγες, οί κολαφισμοί, οί κόποι άπό τίς εργασίες τών χεριών, οί κίνδυνοι, οί επιβουλές, τό νά μας λοιδορούν καί νά υπομένουμε, τό νά μας μισοΰν καί νά μή μισούμε, τό νά μας βλάπτουν καί νά ανταποδίδουμε καλό, τό νά συγχωρούμε τίς αδικίες σ' εκείνους που μας αδίκησαν, τό νά θυσιάζουμε τή ζωή μας γιά τούς αγαπητούς, καί στό τέλος, τό νά χύσουμε τό αίμα μας γιά τόν Χριστό, όταν τό απαιτεί ό καιρός. Όποιος βαδίζει τίς πορείες αυτής της στενής πύλης καί αύτοΰ τοΰ δρόμου, πού είναι γεμάτος θλίψεις, θά λάβει μακάρια τήν ανταπόδοση, δηλαδή τή βασιλεία τών ουρανών, πού δέν έχει ποτέ τέλος.
Απεναντίας, είναι πλατειά ή πύλη καί ευρύχωρος ό δρόμος πού όδηγεϊ στήν απώλεια. Οί πορείες αύτοΰ τοΰ δρόμου στήν παρούσα ζωή προξενοΰν χαρά, άλλά έκεϊ προξενοΰν λύπη. Έδώ είναι ευχάριστες, έκεϊ όμως είναι πικρότερες άπό τή χολή. Έδώ είναι ελαφρές, έκεϊ όμως είναι βαρείες καί οδυνηρές. Έδώ φαίνονται σάν μηδαμινές καί ασήμαντες, έκεϊ όμως κυκλώνουν σάν άγρια θηρία αυτούς πού τίς κάνουν καί δέ μετανοούν, σύμφωνα μέ τό λόγο τοΰ Προφήτη• διότι λέει• «Κατά τή μέρα τής δοκιμασίας, ή ανομία τών ποδιών μου θά μέ κυκλώσει»• δηλαδή ή πονηρία αυτής τής ζωής, πού σημαίνει, οί πορείες τοΰ ευρύχωρου δρόμου, τίς όποιες καί ό Απόστολος απαρίθμησε κατά ένα μέρος, λέγοντας* «Αυτά είναι ή πορνεία, ή μοιχεία, ή ασέλγεια, ή ειδωλολατρία, ή φιλονεικία, ή ζήλια, ό θυμός, ή διχόνοια, οί φθόνοι, οί φόνοι καί τά παρόμοια μ' αυτά». Οί πορείες τοϋ ευρύχωρου δρόμου είναι επίσης καί οί άστει-ότητες, οί κραυγές, οί απολαύσεις, οί κιθάρες, οί αυλοί, οί χοροί, τά λουτρά, τά απαλά ενδύματα, τά πλούσια τραπέζια, τά χειροκροτήματα καί οί θόρυβοι, ό αμέριμνος ύπνος, τά μαλακά στρώματα καί τά πολυτελή ανάκλιντρα, ή λαιμαργία, ή μισαδελφία, καί τό χειρότερο άπ' όλα, ή άμετανοησία καί τό νά μήν έχει ποτέ κανείς στή μνήμη του τήν αναχώρηση του άπό αυτή τή ζωή.
Αυτές είναι οί πορείες εκείνου τοΰ επικίνδυνου δρόμου, τόν όποιο πολλοί είναι αυτοί πού τόν βαδίζουν, καί γι' αυτό θά βρουν τό κατάλυμα όπως τούς πρέπει. 'Αντί γιά τήν απόλαυση τήν πείνα, αντί γιά τή μέθη τή δίψα, άντί γιά τήν ανάπαυση τή λύπη, άντί γιά τό γέλιο τό θρήνο, άντί γιά τήν κιθάρα τό κλάμα, άντί γιά τήν παχυσαρκία τό σκουλήκι, άντί γιά τήν άφροντισιά τή μέριμνα, άντί γιά τούς χορούς τό νά είναι μέ τούς δαίμονες, άντί γιά τίς μαγείες καί τίς γητειές καί τίς άλλες πονηρές ασχολίες τό εξώτερο σκότος, τή γέεννα τής φωτιάς καί τά παρόμοια μ' αυτά, πού είναι τά βοσκοτόπια τοΰ θανάτου, δπου αυτός βόσκει τά πρόβατα του καί τούς μαθητές καί φίλους του, αυτούς δηλαδή πού βαδίζουν τόν πλατύ καί ευρύχωρο δρόμο, σύμφωνα μέ τό λόγο τοΰ Προφήτη• διότι λέει«Τους έβαλε, σάν πρόβατα, στόν άδη• ό θάνατος θά τούς βόσκει». Έμεις όμως, αγαπητοί αδελφοί, άπομακρυνόμενοι άπό εκείνο τόν επικίνδυνο δρόμο, άς ακούσουμε τόν Κύριο πού λέει• «Νά άγωνίζεσθε νά μπείτε άπό τή στενή πύλη• διότι σας λέω ότι πολλοί θά ζητήσουν νά μπουν καί δέ θά τή βρουν». Καί άλλα πολλά όμοια μ' αυτά κηρύττουν ό Κύριος καί όλοι οί θεοφόροι.
Αυτή τή μέρα έχοντας στό νοΰ τους οί άγιοι Μάρτυρες, δέ λυπήθηκαν τά σώματα τους, άλλά έδειξαν υπομονή σέ κάθε είδος βασανιστηρίων, μέ χαρά γιά τήν ελπίδα τών στεφάνων. Άλλοι αγωνίσθηκαν σέ έρημους καί σέ βουνά μέ νηστεία καί παρθενία, άλλά καί τώρα αγωνίζονται, Οχι μόνο άνδρες, άλλά καί γυναίκες, πού είναι τό αδύνατο φΰλο, καί πού, άφοΰ βάδισαν τή στενή πύλη καί τόν θλιμμένο δρόμο, άρπαξαν τή βασιλεία τών ουρανών. Ποιος λοιπόν θά αντέξει εκείνη τήν ντροπή, όταν εκείνη τή μέρα θά στεφανώνονται γυναίκες καί θά ντροπιάζονται πολλοί άνδρες; Διότι δεν υπάρχει έκεϊ άνδρας καί γυναίκα, άλλά καθένας θά λάβει τόν δικό του μισθό, ανάλογα μέ τόν κόπο του. Καί αυτό δέν συνέβη μόνο στίς έρημους καί στά βουνά, άλλά πολύ περισσότερο στίς πόλεις καί στά χωριά καί στά νησιά καί στίς εκκλησίες έλαμψαν τά πλήθη τών σωζόμενων αγωνιστών, μέ τό νά φυλάξει ό καθένας τίς εντολές τοΰ Δεσπότη Χρίστου στή δική του τάξη: επίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι καί οί άλλες τάξεις τής Εκκλησίας• βασιλείς καί άρχοντες, αρχές καί εξουσίες. Διότι ό Δεσπότης Θεός δέν εκανε διακρίσεις, ούτε προτίμησε έναν τόπο άπό άλλον, άλλά έτσι είπε• «"Οπου είναι συγκεντρωμένοι στό όνομα μου, δηλαδή καί στήν έρημο καί στά βουνά, ή στά σπήλαια ή στίς πόλεις ή στά χωριά ή στά νησιά ή σέ κάθε τόπο τής κυριαρχίας μου, έκεϊ είμαι ανάμεσα τους, καί μαζί τους θά είμαι ώς τή συντέλεια τοΰ κόσμου, καί στή μέλλουσα ζωή έγώ θά τούς ποιμαίνω, στους απέραντους αιώνες».
Ό μακάριος Δαβίδ φέρνοντας στό νοΰ του εκείνο τό φοβερό δικαστήριο καί τόν άκολάκευτο Δικαστή, έβρεχε κάθε νύχτα μέ τά δάκρυα του τό κρεβάτι του, καί παρακαλοΰσε τόν Θεό, λέγοντας• «Κύριε, μήν μπεις σέ κρίση μέ τόν δοΰλο σου, ούτε νά ζητήσεις λογαριασμό άπό μένα, ούτε νά θελήσεις νά εκδώσεις απόφαση για μένα, φιλάνθρωπε. Επειδή στερούμαι άπό κάθε απολογία, γι' αυτό ικετεύω τήν αγαθότητα σου, νά μήν μπεις σέ κρίση μέ τόν δοϋλο σου• διότι, άν θελήσεις νά τό κάνεις αυτό, δέ θά βγει δικαιωμένος μπροστά σου κανείς άνθρωπος». Βλέπετε, αδελφοί, τόν μακάριο καί άγιο Δαβίδ ότι φοβόταν εκείνη τή μέρα καί ώρα, καί ετοιμαζόταν νά απολογηθεί.
Ελάτε λοιπόν καί σεις, αδελφοί φιλόχριστοι, προτού νά έρθει εκείνη ή μέρα, προτού νά διαλυθεί ή πανήγυρη, προτού νά έρθει φανερά ό Θεός καί μας βρει απροετοίμαστους. Άς προλάβουμε τήν παρουσία του μέ εξομολόγηση, μέ μετάνοια, μέ προσευχές. Άς προλάβουμε τήν παρουσία του μέ νηστείες, μέ δάκρυα, μέ φιλοξενίες. Άς προλάβουμε, προτού νά έρθει αυτός φανερά καί μας βρει απροετοίμαστους. Άς μή σταματήσουμε νά μετανοούμε καί νά παρακαλούμε μέ κόπο, καί νά ετοιμαζόμαστε γιά τήν προϋπάντηση τοΰ Κυρίου, όλοι μαζί, άνδρες καί γυναίκες, πλούσιοι καί φτωχοί, δοΰλοι καί ελεύθεροι, γέροι καί νέοι.
Προσέχετε μήπως πει κανείς ότι έκανα πολλές αμαρτίες καί δέν περιμένω συγχώρηση. Εκείνος πού λέει αυτό, δέ γνωρίζει ότι ό Θεός είναι Θεός αυτών πού μετανοούν ό όποιος ήρθε στή γή γιά κείνους πού υποφέρουν ό όποιος είπε ότι «γίνεται χαρά γιά έναν αμαρτωλό πού μετανοεί» ό όποιος είπε Οτι «δέν ήρθα νά καλέσω δίκαιους, άλλά αμαρτωλούς σέ μετάνοια». Καί αυτή είναι ή αληθινή μετάνοια, τό νά απομακρυνθεί κανείς άπό τήν αμαρτία καί νά τήν μισήσει, σύμφωνα μέ τόν Δαβίδ π
ού λέει, «Μίσησα καί σιχάθηκα τήν αμαρτία», καί τό, «Έδωσα όρκο καί έμεινα σταθερός, γιά νά φυλάξω τίς εντολές σου». Καί τότε ό Θεός δέχεται μέ χαρά εκείνον πού έρχεται σ' αυτόν.
Προσέχετε όμως μήπως κανείς τολμήσει καί πει ότι «δέν αμάρτησα». Όποιος τό λέει αυτό είναι τυφλός καί κοντόφθαλμος καί εξαπατά τόν εαυτό του, καί δέ γνωρίζει πώς τόν ξεγελά ό Σατανάς καί στά λόγια καί στά έργα, καί μέ τήν άκοή καί μέ τό βλέμμα καί μέ τήν άφή καί μέ τούς λογισμούς. Διότι ποιος μπορεί νά καυχηθεί Οτι έχει άγνή τήν καρδιά καί καθαρές όλες τίς αισθήσεις του; Διότι κανείς δέν είναι άναμάρτητος• κανείς δέν είναι καθαρός άπό μολυσμό, καί άν ακόμη ή ζωή του διαρκεί μιά μέρα• κανείς ανάμεσα στους ανθρώπους δέν είναι εντελώς αθώος, παρά μόνο αυτός πού έγινε γιά μας φτωχός, άν καί ήταν πλούσιος. Αυτός μόνο είναι άναμάρτητος, εκείνος δηλαδή πού σηκώνει τήν αμαρτία του κόσμου, εκείνος πού θέλει νά σωθούν όλοι οί άνθρωποι, εκείνος πού δέ θέλει τό θάνατο τών αμαρτωλών, ό φιλάνθρωπος, ό πολυεύσπλαχνος, ό ελεήμων, ό αγαθός, ό φιλόψυχος, ό παντοδύναμος, ό σωτήρας όλων τών ανθρώπων, ό πατέρας τών ορφανών καί ό υπερασπιστής τών χηρών, ό Θεός εκείνων πού μετανοούν, ό γιατρός τών ψυχών καί τών σωμάτων, ή ελπίδα τών απελπισμένων, ό σωτήρας τών χειμαζόμενων, ή βοήθεια τών αβοήθητων, ό δρόμος τής ζωής, εκείνος πού καλεί όλους σέ μετάνοια καί δέν αποστρέφεται κανέναν άπό όσους μετανοούν.
Σ' αυτόν άς καταφύγουμε καί μείς• διότι όλοι οί αμαρτωλοί, όσοι κατέφυγαν σ' αυτόν, βρήκαν σωτηρία. Καί έμεις λοιπόν, αδελφοί μου, άς μήν απελπισθούμε γιά τή σωτηρία μας. Αμαρτήσαμε; Άς μετανοήσουμε. Αμαρτήσαμε μύριες φορές; Μύριες φορές άς μετανοήσουμε. Γιά κάθε καλό έργο χαίρεται ό Θεός, εξαιρετικά όμως χαίρεται γιά τήν ψυχή πού μετανοεί διότι πάνω σ' αυτή γέρνει όλος μέ στοργή, καί τήν υποδέχεται μέ ανοιχτά τά χέρια, καί τήν προσκαλεί, λέγοντας «Έλατε σ' έμενα όλοι οί κουρασμένοι, διότι εκείνον πού έρχεται σ' έμενα δέ θά τόν βγάλω εξω. Έλατε όλοι οί κουρασμένοι καί φορτωμένοι, καί έγώ θά σας αναπαύσω στήν ουράνια πόλη, όπου αναπαύονται Ολοι οί άγιοί μου μέ μεγάλη χαρά. Ελάτε σ' εκείνη τή χαρά τήν ανείπωτη, τήν ανέκφραστη, τήν απερίγραπτη• σ' εκείνα τά αγαθά τά απερίγραπτα, τά όποια επιθυμούν νά κατανοήσουν οί Άγγελοι• όπου είναι οί χορείες καί οί τάξεις τών δικαίων. Έκεϊ ή αγκαλιά τοΰ Αβραάμ υποδέχεται εκείνους πού υπομένουν τίς θλίψεις, όπως κάποτε καί τόν φτωχό Λάζαρο. Έκει ανοίγονται οί θησαυροί τών αιωνίων αγαθών, όπου είναι ή άνω Ιερουσαλήμ, ή μητέρα τών πρωτοτόκων• έκεϊ στή μακάρια γή τών πράων. Ελάτε σ' εμένα όλοι, καί έγώ θά σας αναπαύσω έκεϊ όπου όλα είναι ήρεμα καί ατάραχα, όπου είναι τά φωτεινά καί θεάρεστα, όπου κανείς δέν είναι πού αδικεί ή φέρεται τυραννικά, όπου δέν υπάρχει αμαρτία ούτε μολυσμός, όπου υπάρχει τό απρόσιτο φώς καί ή ανείπωτη χαρά.«
«Μακάριοι είναι εκείνοι πού πενθοΰν. Πενθήστε, μετανοήστε, επιστρέψτε σ' έμενα, καί έγώ θά σας αναπαύσω έκεϊ όπου δέν υπάρχει κόπος, ούτε φροντίδα, ούτε μέριμνα, ούτε θρήνος. Επιστρέψτε, υιοί τών ανθρώπων, καί έγώ θά σας αναπαύσω έκεϊ δπου δέν υπάρχει άνδρας καί γυναίκα, οπού δέν υπάρχει Διάβολος, ούτε θάνατος, ούτε πείνα, ούτε λύπη, ούτε φιλονεικία, ούτε ζήλια, άλλά υπάρχει χαρά καί ειρήνη καί ευφροσύνη καί ανάπαυση καί αγαλλίαση. Επιστρέψτε σ' εμένα, καί έγώ θά σας αναπαύσω έκεϊ δπου είναι τό νερό πού ξεδιψά, καί δπου είναι ό χλοερός τόπος, καί ή κληματαριά πού τήν φροντίζει ό Θεός όλου τοΰ κόσμου. Έκεϊ είναι ή μακάρια γη τών πράων, στήν οποία απλώνω τά βλαστάρια μου έγώ ή αληθινή κληματαριά, πού αμπελουργός της άκοΰτε οτι είναι ό Πατέρας. Έλατε όλοι οι κουρασμένοι καί φορτωμένοι, καί έγώ θά σας αναπαύσω έκεϊ οπου υπάρχει ή άφθαρτη ζωή καί ή ευφροσύνη άπό κάθε αγαθό. Ελάτε δλοι οί κουρασμένοι, καί έγώ θά σας αναπαύσω έκεϊ οπου υπάρχει τό μόνο ποθητό, ή αδιάκοπη αγαλλίαση, ή αιώνια ευφροσύνη, τό άνέσπερο φώς, ό άδυτος ήλιος. Σηκώστε επάνω σας τό ζυγό μου καί διδαχθείτε ότι είμαι πράος καί ταπεινός στήν καρδιά, καί θά βρείτε ανάπαυση στίς ψυχές σας έκεϊ δπου ακούγεται ό ήχος αυτών πού πανηγυρίζουν, έκεϊ οπου φανερώνονται οί κρυμμένοι θησαυροί τής σοφίας καί τής γνώσης. Έλατε σ' έμενα δλοι, καί έγώ θά σα