Η ημερολογιακή διαμάχη,παλαιού και νέου ημερολογίου
Δημοσιεύτηκε: Δευ Σεπ 22, 2008 10:09 pm
Η ημερολογιακή διαμάχη,παλαιού και νέου ημερολογίου.
Η ημερολογιακή διαμάχη
Γράφει ο Δημήτριος Ν. Μόσχος*
Α. Σημασία του χριστιανικού εορτολογίου
Μιλώντας για τη διαφορά παλαιού και νέου ημερολογίου πρέπει, κατ' αρχήν, να διευκρινίσουμε ότι μια χριστιανική εορτή (δεσποτική ή αγίων) δεν είναι μια απλή επετειακή ή ρομαντική επανάληψη ενός γεγονότος, αλλά η εμπειρία της Βασιλείας του Θεού που ήρθε ήδη από το μέλλον και φανερώθηκε κατά το παρελθόν στα γεγονότα της Θείας Οικονομίας, με κεντρικό άξονα το απολυτρωτικό έργο και, κυρίως, την Ανάσταση του Χριστού. Αυτή η εμπειρία, κατόπιν, μεταφέρεται από το παρελθόν εκείνο στο παρόν με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που δρα στην Εκκλησία μέσα στη λατρευτική συνάθροισή της. Εορτασμός του Πάσχα ή της Πεντηκοστής σημαίνει την εσχατολογική παροντοποίηση (αυτό που περιγράψαμε) της θυσίας του Χριστού και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος μέσα από τη Θεία Ευχαριστία
Εορτασμός μνήμης ενός αγίου σημαίνει ενσωμάτωση της ζωής του αγίου και της δικής μας στην ίδια ευχαριστιακή και εσχατολογική πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού. Η ημέρα μνήμης των μαρτύρων ονομαζόταν στην πρώτη Εκκλησία dies natalis γενέθλια ημέρα του μάρτυρα στη Βασιλεία του Θεού. Εμείς στην πανήγυρη του αγίου προγευόμαστε δια της Ευχαριστίας τη Βασιλεία, ενώ ο άγιος έχει μια πληρέστερη εμπειρία αυτής της Βασιλείας μέσα στη θριαμβεύουσα Εκκλησία. Σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος παύει να λειτουργεί ημερολογιακά-επετειακά και «χωνεύεται» σε μια πρόγευση αιωνιότητας, που ενώνει θριαμβεύουσα και στρατευομένη Εκκλησία.
Β. Το αστρονομικό ζήτημα
Ιστορικά, ορόσημο του εορτολογίου της Εκκλησίας, από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής της, στάθηκε ο εορτασμός του Πάσχα. Ωστόσο, ο εορτασμός αυτός δεν υπήρξε ενιαίος, όπως θα περίμενε κανείς, ούτε στο χρόνο ούτε στη μορφή. Το χριστιανικό Πάσχα, βέβαια, στηρίχθηκε αρχικά στο ιουδαϊκό: στη 14η του μήνα Νισάν. Ο Νισάν είναι σεληνιακός μήνας, επειδή οι Ιουδαίοι έχουν σεληνιακό ημερολόγιο και προσθέτουν κάποιο μήνα (Β΄ Αδάρ) κατά περιόδους, για να αντιστοιχίζονται και με το ηλιακό έτος. Στην περίπτωσή μας, η ημερομηνία αυτή συμπίπτει με την πρώτη πανσέληνο που κλείνει μετά την εαρινή ισημερία (21/3).
Οι Μικρασιάτες Χριστιανοί, ακολουθώντας την αρχαία (ιωάννειο, που συνδεόταν δηλαδή με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη) παράδοση γιόρταζαν την ίδια μέρα με τρόπο κοντινό στον ιουδαϊκό: νήστευαν την ίδια μέρα και τελούσαν το ίδιο βράδυ Θεία Ευχαριστία. Αντίθετα, στη Δύση είχαν αποδεσμευθεί τελείως από τον ιουδαϊκό εορτασμό, νηστεύοντας (όπως κι εμείς σήμερα) Παρασκευή και Σάββατο της πασχάλειας εβδομάδας, που έπεφτε η 14η Νισάν και κοινωνώντας την πασχάλεια Θ. Ευχαριστία την Κυριακή. Κατά τις συζητήσεις του 155, μεταξύ του Ρώμης Ανικήτου και του Σμύρνης Πολυκάρπου, δεν βρέθηκε λύση, αλλά και δεν σημειώθηκε σχίσμα μεταξύ τους, όπως μας βεβαιώνει ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος.
Η έριδα αναζωπυρώθηκε το 166 και διατηρήθηκε και όλο τον 3ο αιώνα, χωρίς πάντως να οδηγήσει σε σχίσμα μεταξύ των ανατολικών και δυτικών Εκκλησιών: «η διαφωνία της νηστείας την ομόνοιαν της πίστεως συνίστησιν» έγραφε ο Ειρηναίος Λυών στον Ρώμης Βίκτορα με μια πολύ ενδιαφέρουσα συνηγορία υπέρ του λατρευτικού πλουραλισμού. Μετά από μακρά συζήτηση, η Α' Οικουμενική Σύνοδος (325) επικύρωσε τελικά την αποδέσμευση του χριστιανικού Πάσχα από το ιουδαϊκό και απαγόρευσε τον εορτασμό του με το εβραϊκό, ορίζοντας πως αν η 14η Νισάν έπεφτε Κυριακή, οι Χριστιανοί θα εόρταζαν την επόμενη Κυριακή.
Όπως είναι γνωστό, μια πλήρης περιστροφή γύρω από τον ήλιο (ηλιακό έτος) δεν αντιστοιχεί σε 365 ηλιακές ημέρες ακριβώς. Περισσεύουν κάτι ώρες και λεπτά. Γι' αυτό, το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο καθόριζε κάθε τέσσερα έτη την πρόσθεση μιας ημέρας στις 29/2, την «δις έκτη ημέρα», και γι' αυτό το έτος ονομαζόταν δίσεκτο. Η διαφορά, ωστόσο, δεν καλυπτόταν και πάλι εντελώς. Το αποτέλεσμα ήταν μετά από κάποιους αιώνες να υπάρχει άνοιγμα του πολιτικού ημερολογίου ως προς άλλα αστρονομικά δεδομένα (διάνυση ζωδιακών κύκλων από τον ήλιο κλπ.).
Όταν κάποιοι πρότειναν αλλαγή του ημερολογίου για το λόγο αυτό, το θέμα παρουσίασε δυσκολίες. Σημειωτέον, ότι ο πρώτος, που εισηγήθηκε μια τέτοια αλλαγή με βάση αστρονομικές παρατηρήσεις, ήταν ο Νικηφόρος Γρηγοράς το 1332 σε Λόγο του προς τον βυζαντινό Αυτοκράτορα, χωρίς αποτέλεσμα όμως, λόγω του πολιτικού κατακερματισμού των Ορθοδόξων σε πολλές ηγεμονίες (Λατινοκρατία).
Πολύ αργότερα, το 1582, ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ' διόρθωσε το ημερολόγιο, παραλείποντας 10 ημέρες (5-14/10/1582) και εισάγοντας το Γρηγοριανό ημερολόγιο (από το όνομά του), που έγινε δεκτό σε διάφορες χρονικές φάσεις από τις διάφορες χριστιανικές χώρες: από τις καθολικές αμέσως, η προτεσταντική Γερμανία το υιοθέτησε το 1700, η Αγγλία το 1752 κλπ. Το καινούριο ημερολόγιο παρέλειπε ορισμένες δίσεκτες ημέρες σε κάποιες χρονολογίες. Η Ορθόδοξη Εκκλησία το απέρριψε, επειδή φοβόταν ότι σε κάποιες φάσεις θα συνέπιπταν το ιουδαϊκό με το χριστιανικό Πάσχα. Πιο σημαντικός, όμως, φαίνεται ο κίνδυνος της ταύτισης του νέου ημερολογίου με το γενικότερο επιστημονικό «καπέλο», κάτω από το οποίο έβαλε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία την ανακάλυψη αυτή.
Έτσι, στις ορθόδοξες χώρες το Νέο Ημερολόγιο επιβλήθηκε μόνο μετά από κρατικές παρεμβάσεις (κάποιες φορές βίαιες), που σε κάποιες φάσεις μεταρρυθμιστικού οίστρου έφεραν το ημερολόγιο ως συνώνυμο της προόδου. Αυτό έγινε στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση το 1918, στην Ελλάδα το 1923, στη Βουλγαρία μετά τον πόλεμο κλπ. Πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες δεν το δέχθηκαν καθόλου, όπως π.χ. τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Σερβίας, το Άγιον Όρος κλπ. Σ' όλες τις περιπτώσεις ακολουθήθηκε το οικείο κρατικό ημερολόγιο, όμως πουθενά στους Ορθοδόξους δεν ακολουθήθηκε το νέο ημερολόγιο για τον εορτασμό του Πάσχα. Έτσι, ο υπολογισμός της 21/3 (εαρινής ισημερίας) και άρα της 14ης Νισάν κλπ. γίνεται με το Παλαιό (Ιουλιανό) Ημερολόγιο.
Συνεπώς, έχουμε τρεις χριστιανικές ομάδες αναφορικά με το Ημερολόγιο: α. τους δυτικούς Χριστιανούς, που έχουν Νέο Ημερολόγιο σε όλα, β. τους Ορθόδοξους του Νέου (π.χ. Εκκλησία της Ελλάδος), που έχουν Νέο στις ακίνητες (Χριστούγεννα, Δεκαπενταύγουστο κλπ.) και Παλαιό στις κινητές εορτές (Πάσχα), και γ. τους Ορθόδοξους του Παλαιού που έχουν παντού Παλαιό.
Γ. Το παλαιοημερολογιτικό ως ζήτημα εκκλησιαστικής ενότητας
Όπως έγινε μέχρι τώρα σαφές, η διαφορά αυτή δεν επηρεάζει ούτε την εκκλησιαστική ενότητα, ούτε το σωτηριώδες έργο της Εκκλησίας. Δεν υπάρχει σχίσμα, ούτε άλλος Χριστός κηρύττεται ανάμεσα στη Σερβική π.χ. και την Ελλαδική Εκκλησία. Το παλαιοημερολογιτικό στην Ελλάδα μετατράπηκε σε ζήτημα εκκλησιαστικής ενότητας, μετά το 1923, επειδή ομάδες πιστών διέρρηξαν την εκκλησιαστική κοινωνία, αρνούμενες να ακολουθήσουν την Εκκλησία της Ελλάδος στην υιοθέτηση του Νέου Ημερολογίου και ερμηνεύοντας το συγκεκριμένο επιστημονικό ζήτημα ως θέμα ορθής διαφύλαξης της πίστης. Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται μια οριστική διευθέτηση των διαφορών του ημερολογίου για όλη την Ορθόδοξη Εκκλησία, ώστε να διασφαλίζεται η ορατή ενότητα μέσα από τον συνεορτασμό όλων των πιστών.
*Ο κ. Δ. Μόσχος είναι Λέκτωρ Γενικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η ημερολογιακή διαμάχη
Γράφει ο Δημήτριος Ν. Μόσχος*
Α. Σημασία του χριστιανικού εορτολογίου
Μιλώντας για τη διαφορά παλαιού και νέου ημερολογίου πρέπει, κατ' αρχήν, να διευκρινίσουμε ότι μια χριστιανική εορτή (δεσποτική ή αγίων) δεν είναι μια απλή επετειακή ή ρομαντική επανάληψη ενός γεγονότος, αλλά η εμπειρία της Βασιλείας του Θεού που ήρθε ήδη από το μέλλον και φανερώθηκε κατά το παρελθόν στα γεγονότα της Θείας Οικονομίας, με κεντρικό άξονα το απολυτρωτικό έργο και, κυρίως, την Ανάσταση του Χριστού. Αυτή η εμπειρία, κατόπιν, μεταφέρεται από το παρελθόν εκείνο στο παρόν με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που δρα στην Εκκλησία μέσα στη λατρευτική συνάθροισή της. Εορτασμός του Πάσχα ή της Πεντηκοστής σημαίνει την εσχατολογική παροντοποίηση (αυτό που περιγράψαμε) της θυσίας του Χριστού και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος μέσα από τη Θεία Ευχαριστία
Εορτασμός μνήμης ενός αγίου σημαίνει ενσωμάτωση της ζωής του αγίου και της δικής μας στην ίδια ευχαριστιακή και εσχατολογική πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού. Η ημέρα μνήμης των μαρτύρων ονομαζόταν στην πρώτη Εκκλησία dies natalis γενέθλια ημέρα του μάρτυρα στη Βασιλεία του Θεού. Εμείς στην πανήγυρη του αγίου προγευόμαστε δια της Ευχαριστίας τη Βασιλεία, ενώ ο άγιος έχει μια πληρέστερη εμπειρία αυτής της Βασιλείας μέσα στη θριαμβεύουσα Εκκλησία. Σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος παύει να λειτουργεί ημερολογιακά-επετειακά και «χωνεύεται» σε μια πρόγευση αιωνιότητας, που ενώνει θριαμβεύουσα και στρατευομένη Εκκλησία.
Β. Το αστρονομικό ζήτημα
Ιστορικά, ορόσημο του εορτολογίου της Εκκλησίας, από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής της, στάθηκε ο εορτασμός του Πάσχα. Ωστόσο, ο εορτασμός αυτός δεν υπήρξε ενιαίος, όπως θα περίμενε κανείς, ούτε στο χρόνο ούτε στη μορφή. Το χριστιανικό Πάσχα, βέβαια, στηρίχθηκε αρχικά στο ιουδαϊκό: στη 14η του μήνα Νισάν. Ο Νισάν είναι σεληνιακός μήνας, επειδή οι Ιουδαίοι έχουν σεληνιακό ημερολόγιο και προσθέτουν κάποιο μήνα (Β΄ Αδάρ) κατά περιόδους, για να αντιστοιχίζονται και με το ηλιακό έτος. Στην περίπτωσή μας, η ημερομηνία αυτή συμπίπτει με την πρώτη πανσέληνο που κλείνει μετά την εαρινή ισημερία (21/3).
Οι Μικρασιάτες Χριστιανοί, ακολουθώντας την αρχαία (ιωάννειο, που συνδεόταν δηλαδή με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη) παράδοση γιόρταζαν την ίδια μέρα με τρόπο κοντινό στον ιουδαϊκό: νήστευαν την ίδια μέρα και τελούσαν το ίδιο βράδυ Θεία Ευχαριστία. Αντίθετα, στη Δύση είχαν αποδεσμευθεί τελείως από τον ιουδαϊκό εορτασμό, νηστεύοντας (όπως κι εμείς σήμερα) Παρασκευή και Σάββατο της πασχάλειας εβδομάδας, που έπεφτε η 14η Νισάν και κοινωνώντας την πασχάλεια Θ. Ευχαριστία την Κυριακή. Κατά τις συζητήσεις του 155, μεταξύ του Ρώμης Ανικήτου και του Σμύρνης Πολυκάρπου, δεν βρέθηκε λύση, αλλά και δεν σημειώθηκε σχίσμα μεταξύ τους, όπως μας βεβαιώνει ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος.
Η έριδα αναζωπυρώθηκε το 166 και διατηρήθηκε και όλο τον 3ο αιώνα, χωρίς πάντως να οδηγήσει σε σχίσμα μεταξύ των ανατολικών και δυτικών Εκκλησιών: «η διαφωνία της νηστείας την ομόνοιαν της πίστεως συνίστησιν» έγραφε ο Ειρηναίος Λυών στον Ρώμης Βίκτορα με μια πολύ ενδιαφέρουσα συνηγορία υπέρ του λατρευτικού πλουραλισμού. Μετά από μακρά συζήτηση, η Α' Οικουμενική Σύνοδος (325) επικύρωσε τελικά την αποδέσμευση του χριστιανικού Πάσχα από το ιουδαϊκό και απαγόρευσε τον εορτασμό του με το εβραϊκό, ορίζοντας πως αν η 14η Νισάν έπεφτε Κυριακή, οι Χριστιανοί θα εόρταζαν την επόμενη Κυριακή.
Όπως είναι γνωστό, μια πλήρης περιστροφή γύρω από τον ήλιο (ηλιακό έτος) δεν αντιστοιχεί σε 365 ηλιακές ημέρες ακριβώς. Περισσεύουν κάτι ώρες και λεπτά. Γι' αυτό, το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο καθόριζε κάθε τέσσερα έτη την πρόσθεση μιας ημέρας στις 29/2, την «δις έκτη ημέρα», και γι' αυτό το έτος ονομαζόταν δίσεκτο. Η διαφορά, ωστόσο, δεν καλυπτόταν και πάλι εντελώς. Το αποτέλεσμα ήταν μετά από κάποιους αιώνες να υπάρχει άνοιγμα του πολιτικού ημερολογίου ως προς άλλα αστρονομικά δεδομένα (διάνυση ζωδιακών κύκλων από τον ήλιο κλπ.).
Όταν κάποιοι πρότειναν αλλαγή του ημερολογίου για το λόγο αυτό, το θέμα παρουσίασε δυσκολίες. Σημειωτέον, ότι ο πρώτος, που εισηγήθηκε μια τέτοια αλλαγή με βάση αστρονομικές παρατηρήσεις, ήταν ο Νικηφόρος Γρηγοράς το 1332 σε Λόγο του προς τον βυζαντινό Αυτοκράτορα, χωρίς αποτέλεσμα όμως, λόγω του πολιτικού κατακερματισμού των Ορθοδόξων σε πολλές ηγεμονίες (Λατινοκρατία).
Πολύ αργότερα, το 1582, ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ' διόρθωσε το ημερολόγιο, παραλείποντας 10 ημέρες (5-14/10/1582) και εισάγοντας το Γρηγοριανό ημερολόγιο (από το όνομά του), που έγινε δεκτό σε διάφορες χρονικές φάσεις από τις διάφορες χριστιανικές χώρες: από τις καθολικές αμέσως, η προτεσταντική Γερμανία το υιοθέτησε το 1700, η Αγγλία το 1752 κλπ. Το καινούριο ημερολόγιο παρέλειπε ορισμένες δίσεκτες ημέρες σε κάποιες χρονολογίες. Η Ορθόδοξη Εκκλησία το απέρριψε, επειδή φοβόταν ότι σε κάποιες φάσεις θα συνέπιπταν το ιουδαϊκό με το χριστιανικό Πάσχα. Πιο σημαντικός, όμως, φαίνεται ο κίνδυνος της ταύτισης του νέου ημερολογίου με το γενικότερο επιστημονικό «καπέλο», κάτω από το οποίο έβαλε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία την ανακάλυψη αυτή.
Έτσι, στις ορθόδοξες χώρες το Νέο Ημερολόγιο επιβλήθηκε μόνο μετά από κρατικές παρεμβάσεις (κάποιες φορές βίαιες), που σε κάποιες φάσεις μεταρρυθμιστικού οίστρου έφεραν το ημερολόγιο ως συνώνυμο της προόδου. Αυτό έγινε στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση το 1918, στην Ελλάδα το 1923, στη Βουλγαρία μετά τον πόλεμο κλπ. Πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες δεν το δέχθηκαν καθόλου, όπως π.χ. τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Σερβίας, το Άγιον Όρος κλπ. Σ' όλες τις περιπτώσεις ακολουθήθηκε το οικείο κρατικό ημερολόγιο, όμως πουθενά στους Ορθοδόξους δεν ακολουθήθηκε το νέο ημερολόγιο για τον εορτασμό του Πάσχα. Έτσι, ο υπολογισμός της 21/3 (εαρινής ισημερίας) και άρα της 14ης Νισάν κλπ. γίνεται με το Παλαιό (Ιουλιανό) Ημερολόγιο.
Συνεπώς, έχουμε τρεις χριστιανικές ομάδες αναφορικά με το Ημερολόγιο: α. τους δυτικούς Χριστιανούς, που έχουν Νέο Ημερολόγιο σε όλα, β. τους Ορθόδοξους του Νέου (π.χ. Εκκλησία της Ελλάδος), που έχουν Νέο στις ακίνητες (Χριστούγεννα, Δεκαπενταύγουστο κλπ.) και Παλαιό στις κινητές εορτές (Πάσχα), και γ. τους Ορθόδοξους του Παλαιού που έχουν παντού Παλαιό.
Γ. Το παλαιοημερολογιτικό ως ζήτημα εκκλησιαστικής ενότητας
Όπως έγινε μέχρι τώρα σαφές, η διαφορά αυτή δεν επηρεάζει ούτε την εκκλησιαστική ενότητα, ούτε το σωτηριώδες έργο της Εκκλησίας. Δεν υπάρχει σχίσμα, ούτε άλλος Χριστός κηρύττεται ανάμεσα στη Σερβική π.χ. και την Ελλαδική Εκκλησία. Το παλαιοημερολογιτικό στην Ελλάδα μετατράπηκε σε ζήτημα εκκλησιαστικής ενότητας, μετά το 1923, επειδή ομάδες πιστών διέρρηξαν την εκκλησιαστική κοινωνία, αρνούμενες να ακολουθήσουν την Εκκλησία της Ελλάδος στην υιοθέτηση του Νέου Ημερολογίου και ερμηνεύοντας το συγκεκριμένο επιστημονικό ζήτημα ως θέμα ορθής διαφύλαξης της πίστης. Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται μια οριστική διευθέτηση των διαφορών του ημερολογίου για όλη την Ορθόδοξη Εκκλησία, ώστε να διασφαλίζεται η ορατή ενότητα μέσα από τον συνεορτασμό όλων των πιστών.
*Ο κ. Δ. Μόσχος είναι Λέκτωρ Γενικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.