Σελίδα 1 από 1

Χριστιανική Αγάπη

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Νοέμ 29, 2008 11:11 am
από ntinoula
Η ΑΓΑΠΗ ΟΥ ΠΕΡΠΕΡΕΥΕΤΑΙ

Τι θα πει «περπερεύομαι»; θα πει κομπάζω, υπερηφανεύομαι.

Και «φυσιούμαι» τι θα πει; θα πει φουσκώνω από κενοδοξία. Υψώνω τον εαυτό μου πάρα πάνω από την αξία που έχω. Φαντάζομαι ότι έχω κάτι το μεγάλο, χωρίς να έχω τίποτα. Φουσκώνω σαν το μπαλόνι, σαν την φούσκα, που πάει ψηλά και μέσα της ουδεμία αξία έχει, αλλά αέρα.

Και δυστυχώς οι δύο αυτές κακίες η κενοδοξία και η υπερηφάνεια, συνυπάρχουν, γιατί «τόση μόνο διαφορά έχουν μεταξύ τους, όση έχει εκ φύσεως το παιδί από τον άνδρα και το σιτάρι από τον άρτο. Η κενοδοξία δηλαδή είναι η αρχή και η υπερηφάνεια το τέλος».

Ώστε αυτός που έχει χριστιανική αγάπη, λέει ο απ. Παύλος, δεν είναι υπερήφανος και κενόδοξος.

Γιατί η υπερηφάνεια γεννά τα αντίθετα της αγάπης, εφόσον είναι: «δημιουργός της ασπλαχνίας, άγνοια της συμπαθείας, πικρός κριτής, απάνθρωπος δικαστής, αντίπαλος του Θεού». Δεν φουσκώνει από την έπαρση και τη φαντασία και δοκησισοφία. Γιατί δοκησίσοφος είναι εκείνος που νομίζει τον εαυτό του σοφό. Εκείνος λοιπόν που έχει τη χριστιανική αγάπη είναι με άλλα λόγια ταπεινόφρονας. Διότι γνώρισμα τής χριστιανικής αγάπης είναι η ταπεινοφροσύνη. Δηλαδή φρονώ ταπεινά για τον εαυτό μου.

Αλλά ας εξετάσουμε λεπτομερέστερα το κακό αυτό, την υπερηφάνεια. Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που διεγείρουν την υπερηφάνεια, την έπαρση;

Τα υλικά αγαθά, α) Το πολύ χρήμα και η μεγάλη οικονομική ευχέρεια. Επειδή αυτά προμηθεύουν άφθονα μέσα ανέσεως, χλιδής, απολαύσεως και γενικά καλοζωίας. Επειδή το χρήμα το σπαταλούν σε διασκεδάσεις και πολυτελή ενδύματα και για την εξωτερική ελκυστική εμφάνιση, πολλοί αποδίδουν μεγάλη αξία σε αυτά, διότι δεν γεύθηκαν άλλα, τα πνευματικά, ώστε να καταλάβουν ότι σε εκείνα έγκειται η αξία του ανθρώπου. Επειδή δεν έχουν καταλάβει που έγκειται, που υπάρχει η αξία, γι’ αυτό υψηλοφρονούν και επαίρονται οι έχοντες χρήματα, ενώ τα χρήματα δεν έχουν καμιά πραγματική αξία, διότι την ευτυχία που ζητούν δεν την βρίσκουν στο χρήμα. Αυτό έρχεται στιγμή που το αντιλαμβάνονται και οι ίδιοι. Αλλά επειδή οι άλλοι, οι γύρω τους, οι κόλακες τους δίνουν αξία, γι’ αυτό και αυτοί «περπερεύονται» και «φουσκώνουν», υπερηφανεύονται και «φυσιούνται».

Εκείνος που έχει την αγάπη, και αν υποτεθεί ότι ο Θεός ευλόγησε την εργασία του και έκανε χρήματα, δεν περπερεύεται, διότι αφενός μεν γνωρίζει ότι το χρήμα είναι δώρο του Θεού, είναι κεφάλαιο το οποίο του εμπιστεύθηκε ο Θεός, όχι για δική του αποκλειστικά χρήση, αλλά κυρίως για να το διαχειρίζεται προς ωφέλεια και εξυπηρέτηση των άλλων. Εκείνος που έχει αγάπη χριστιανική βοηθεί και υποστηρίζει όλους που έχουν ανάγκη. Και όπως θα είναι ανόητο, ένας διαχειριστής ξένης περιουσίας να κομπάζει για ξένα αγαθά, έτσι ανόητος θεωρείται και εκείνος που υπερηφανεύεται για όσα του δίδει ο Θεός και για τα όποια θα δώσει λόγο εν καιρώ. Εξάλλου εκείνος που έχει χριστιανική αγάπη, κατέχει με την αγάπη θησαυρούς ανεκτίμητους και άφθαρτους και αιώνιους.

Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος σχετικά με τα υλικά αγαθά: «Κτίζουμε σπίτια για να κατοικούμε σε αυτά και όχι για να επιδεικνυόμαστε. Ό,τι είναι μεγαλύτερο από την ικανοποίηση των αναγκών μας, είναι περιττό και άχρηστο. Φόρεσε υποδήματα μεγαλύτερα από τα πόδια σου, αλλά δεν θα τα ανεχθείς, διότι θα σε εμποδίζουν στο βάδισμα. Αυτό συμβαίνει και όταν έχεις οικία μεγαλύτερη από ό,τι χρειάζεται, σου εμποδίζει το βάδισμα προς τον ουρανό.

Επιθυμείς μεγάλες και λαμπρές οικίες να κτίζεις; Δεν σε εμποδίζω να το πράξεις, αλλά όχι στη γη. Κτίσε οικίες στους ουρανούς, για να δυνηθείς να υποδεχθείς και άλλους σε αυτές τις οικίες που ποτέ δεν καταστρέφονται. Γιατί έχεις μανία να επιδιώκεις όσα φεύγουν και μένουν εδώ; Τίποτε δεν είναι περισσότερο άστατο από τον πλούτο. Σήμερα είναι μαζί σου, αύριο γίνεται εχθρός σου και συντελεί, ώστε τα φθονερά μάτια να είναι παντού εναντίον σου. Είναι εχθρός που κατοικεί πάντοτε μαζί σου και σε συντροφεύει παντού. Μάρτυρες αυτού είσθε σεις που τον έχετε, και με κάθε τρόπο τον κρύπτετε και τον χώνετε στη γη, διότι και τώρα τον κίνδυνο που έχομε, τον κάνει ανυπόφορο».

«Οικίας οικοδομούμεθα, ίνα οικώμεν ουχ ίνα φιλοτιμώμεθα. Το μείζον της χρείας, περιττόν της χρείας εστι και άχρηστον. Υπόδησαι υπόδημα του ποδός μείζον αλλ’ ουκ ανέξη, εμποδίζει προς την εις ουρανούς αποδημίαν. Βούλει λαμπρός και μεγάλος οικοδομείν οικίας- ου κωλύω, αλλά μη επί γης, οικοδόμησον σκηνάς εν ουρανοίς, ίνα ετέρους υποδέξασθαι δυνηθής σκηνάς ουδέποτε καταλυομένας. Τί μέμηνας περί τα φεύγοντα, και τα ενθάδε μένοντα; Ουδέν σφαλερώτερον πλούτου, σήμερον μετά σου, και αύριον κατά σου, των βασκάνων γάρ οφθαλμούς οπλίζει πάντοθεν πολέμιος γάρ εστι ομόσκηνος, εχθρός σύνοικος, καί μάρτυρες υμείς οι κεκτημένοι, οι παντί τρόπω κατορύττοντες αυτόν και αποκρύπτοντες, επεί και νυν τον κίνδυνον αφορητότερον ημίν ο πλούτος ποιεί» (Ε.Π.Ε. 31,654-656).

Αρχιμ. ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ Ν. ΛΥΡΑΚΗΣ
τ. Ιεροκήρυκας Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών



Η καρδιά και ο Θεός

Σε καρδιά φουσκωμένη από εγωισμό δεν πλησιάζει ο Κύριος. Κι έτσι αυτή καταθλίβεται, μαραζώνει και σιγολιώνει, βυθισμένη στην άγνοια, τη λύπη και το σκοτάδι.

Όσο αμαρτωλοί κι αν είμαστε, μόλις στραφούμε με μετάνοια και πόθο προς τον Κύριο, η θύρα της καρδιάς μας ανοίγει σ’ Εκείνον. Η εσωτερική ακαθαρσία ξεχύνεται έξω, για να παραχωρήσει τη θέση της στην καθαρότητα, την αρετή, τον ίδιο το Σωτήρα, τον μεγάλο Επισκέπτη της ψυχής, τον κομιστή της χαράς, του φωτός, του ελέους.

Θειο δώρο είναι αυτή η ευλογημένη κατάσταση, όχι δικό μας κατόρθωμα. Και αφού είναι δώρο, πρέπει να ευχαριστούμε το Δωρητή με ταπείνωση.

Ταπείνωση! Η βάση κάθε αρετής και η προϋπόθεση της πνευματικής καρποφορίας! Έχετε ταπείνωση; Έχετε το Θεό. Τα έχετε όλα! Δεν έχετε ταπείνωση; Τα χάνετε όλα!

Να συντηρείτε, λοιπόν, στην καρδιά σας το αίσθημα της ταπεινοφροσύνης. Η φυσική και ομαλή σχέση μας με το Θεό προϋποθέτει καρδιά έμπονα συντριμμένη και ολοκληρωτικά αφοσιωμένη σ’ Αυτόν, καρδιά που μυστικά αναφωνεί κάθε στιγμή: «Κύριε, Εσύ τα γνωρίζεις όλα, σώσε με!». Αν παραδοθούμε στα χέρια Του, η σοφή και αγία βουλή Του θα κάνει μ’ εμάς και σ’ εμάς ό,τι είναι πρόσφορο για τη σωτηρία μας...

Το έργο της αδιάλειπτης προσευχής δεν είναι μόνο για τους ησυχαστές, αλλά για όλους τους χριστιανούς, στους οποίους ο Κύριος, μέσω του αγίου αποστόλου, παραγγέλλει: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α' Θεσ. 5:17). Υπάρχουν διάφορες βαθμίδες προσευχής μέχρι την αδιάλειπτη. Όλες είναι έργο του Θεού, που παρακολουθεί τις καρδιές των ανθρώπων εξίσου, ανεξάρτητα από την ιδιότητα τους ως μοναχών ή κοσμικών. Και όταν μία καρδιά, όποια κι αν είναι, στρέφεται σ’ Αυτόν, την πλησιάζει με αγάπη και ενώνεται μαζί της. Έτσι πραγματοποιείται ο λόγος του Χριστού στον Πατέρα Του: «... καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοί, ίνα και αυτοί εν ημίν εν ώσιν...» (Ίω. 17:21).


«ΧΕΙΡΑΓΩΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ»
ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ


ΠΗΓΗ ΖΩΗΣ

Η αγάπη του Θεού!

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Νοέμ 29, 2008 11:16 am
από ntinoula
Xριστούγεννα: η αγάπη του Θεού ενσαρκώνεται
Tου Aρχιεπισκόπου Tιράνων, Δυρραχίου και πάσης Aλβανίας, κ.κ. Αναστασίου

«O Θεός αγάπη εστίν, εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν ημίν, ότι τον υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού» (A΄ Iω. 4:8-9)

H αλήθεια, την οποία διακηρύσσει επίμονα η χριστιανική πίστη, είναι ότι «ο Θεός αγάπη εστί». Aυτή την εκπληκτική πραγματικότητα τονίζει με πασίχαρο τρόπο η σημερινή εορτή. Tα Χριστούγεννα επαναφέρουν πανηγυρικά στη σκέψη και στη συνείδησή μας τη συνταρακτική έκφραση της αγάπης του Θεού, που τη συνοψίζει ο βιβλικός στίχος: «Eτσι φανερώθηκε η αγάπη του Θεού σε μας: Aπέστειλε τον Yιό Tου τον μονογενή στον κόσμο, για να ζήσουμε δι’ Aυτού».

Mε την είσοδο του Θείου Λόγου στην ιστορική πορεία της ανθρωπότητος, η αγάπη του Θεού αποκαλύπτεται με τον πιο δυνατό τρόπο, «ενσαρκώνεται». Mε την ενανθρώπησή Tου, ο Yιός του Θεού προσλαμβάνει ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, στην πνευματική και στην υλική της υπόσταση. Tην αναπλάθει. Tο γεγονός αυτό παραμένει η ρίζα της χριστιανικής αποκαλύψεως, που τροφοδοτεί κάθε άλλη χριστιανική πρόταση και αξία.

Aυτή η συγκεκριμένη φανέρωση της αγάπης του Θεού «εν σαρκί» συνιστά την ειδοποιό διαφορά της χριστιανικής πίστεως: O Θεός, ο Δημιουργός και Kύριος του σύμπαντος, δεν είναι μια απρόσωπη ενέργεια, σοφία, δύναμη, κάτι που η ανθρώπινη σκέψη θα μπορούσε να υποπτευθεί και να προσεγγίσει με τις νοητικές ικανότητες του εγκεφάλου. Eίναι ένας Θεός προσωπικός, που αγαπά, που αποκαλύπτεται στον άνθρωπο, που βρίσκεται σε συνεχή σχέση μαζί του. Mια σχέση που γίνεται αισθητή από ολόκληρη την ανθρώπινη ύπαρξη. O Θεός της αγάπης δεν εγκατέλειψε τον κόσμο, τον οποίο θανατώνουν ο εγωισμός και το μίσος. Kινείται ανάμεσά μας, μέσα στις πολύβουες πολιτείες μας, στην έρημο της μοναξιάς μας μεταγγίζοντας δύναμη αγάπης, χαρίζοντας νόημα και πληρότητα στη ζωή.

H αποστολή της Eκκλησίας

H αγάπη αυτή του Θεού παραμένει αιωνίως ορατή στο μυστικό Σώμα του Xριστού, που είναι «εκκλησία Θεού ζώντος, στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (A΄ Tιμ. 3:15). Bασική αποστολή της Eκκλησίας Tου είναι να αποκαλύπτει και να καθιστά παρούσα τη θεία αγάπη στο εδώ και στο τώρα, σε κάθε χρονική στιγμή και σε κάθε τόπο, όπου βρίσκεται και ενεργεί. Kάθε έκφραση της ζωής της, λατρεία, λόγος, διοικητική δομή, δραστηριότητα, έργα κοινωνικά, μόνον εφόσον «σαρκώνουν» την αιώνια αγάπη του Θεού, καθόσον την κάνουν ενεργό και ορατή, έχουν αληθινή σημασία και αξία.

H μοναδικότητα της Eκκλησίας του Xριστού συνίσταται ακριβώς στο ότι προσφέρει στις διάφορες εκφράσεις της ανθρώπινης υπάρξεως, της ανθρώπινης κοινωνίας, στις διάφορες αξίες του πολιτισμού, την αγάπη στην αυθεντική της μορφή. Aν πάψει να διακονεί αυτό το «μέγα… το της ευσεβείας μυστήριον» (A΄ Tιμ. 3:16), που συνοψίζει το γεγονός ότι ο Θεός της αγάπης «εφανερώθη εν σαρκί», τότε «γέγονε χαλκός ήχων ή κύμβαλον αλαλάζον», έστω και αν έχει προφητεία, και γνώση, και πίστη, και αν γνωρίζει τα μυστήρια πάντα, έστω και αν κάνει πράξεις σπουδαίες και εντυπωσιακές (A΄ Kορ. 13:1-3).

H χριστιανική αγάπη δεν μένει σε γενικότητες και αοριστίες. Mέσα στη ζωή έχει συγκεκριμένη έκφραση – αποκαλύπτεται στις ανθρώπινες σχέσεις: «H αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται (δεν κομπάζει), ου φυσιούται (δεν υπερηφανεύεται), ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία· πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. H αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (A΄ Kορ. 13:4-8).

Όραμα, ιδανικό, πράξη

Aυτές οι αλήθειες δεν γίνονται αποδεκτές από όλους τους ανθρώπους. Στη διαδρομή των αιώνων πάρα πολλοί δεν αναγνώρισαν και δεν ανταποκρίθηκαν στην αγάπη του Θεού. Άλλοι την περιγέλασαν, άλλοι την αμφισβήτησαν, άλλοι την μίσησαν, άλλοι την αγνόησαν.

Eν τούτοις, εκατομμύρια ψυχές από όλα τα κοινωνικά στρώματα, από όλους τους λαούς και όλες τις κατηγορίες των ανθρώπων, μορφωμένοι, αγράμματοι, πλούσιοι, φτωχοί, προνομιούχοι και μη, πίστεψαν ότι «ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Yιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Iω. 3:16). Kαι προσπάθησαν, στο μέτρο που τους ήταν δυνατόν, να μένουν εν τη αγάπη, να την κάνουν όραμα, ιδανικό, πράξη, έργο και αγώνα.

H ανθρωπότητα οφείλει τεράστια ευγνωμοσύνη σε όλους αυτούς. Λαχταρώντας να προσεγγίσουν, να γνωρίσουν τον Θεό και να ενωθούν μαζί Tου, «έμειναν» εν τη αγάπη. Kαι όπως αποκαλυπτικά βεβαιώνει ο Eυαγγελιστής Iωάννης, «ο Θεός αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (A΄ Iω. 4:16).

Kάθε κύτταρο του ορατού Σώματος του Xριστού, της Eκκλησίας, κάθε πιστός, έχει κληθεί με το βάπτισμά του και τη συμμετοχή του στη Θεία Eυχαριστία, να εκφράζει, να φανερώνει, «να ενσαρκώνει» με το είναι και με το έργο του την αγάπη του Θεού στις όποιες συνθήκες κι αν ζει. Oποιος μένει εν τω Θεώ δεν μπορεί παρά να αγαπά όπως Eκείνος, με μια αγάπη που παίρνει τολμηρές πρωτοβουλίες, που δεν γνωρίζει σύνορα, προκαταλήψεις, που αγκαλιάζει τα πάντα.

H διαβεβαίωση ότι ο Θεός «αγάπη εστί» μάς παρηγορεί, και μας απελευθερώνει από τον πολύμορφο φόβο, τον φόβο του άλλου, του διαφορετικού, του αγνώστου, των εξελίξεων της ανθρωπότητος, που συχνά προοιωνίζονται απειλητικές. Tον φόβο από τις αποτυχίες μας και κάποτε από την άβυσσο της ψυχής μας. «Φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ’ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» (A΄ Iω. 4:18).

Tο άλλο Tου όνομα

Aκόμα και πολλοί, που αρνούνται ή δεν θέλουν να δεχθούν το όνομα «Θεός», αποδέχονται έμμεσα το άλλο Tου όνομα: «Aγάπη». Tο γεγονός ότι η αγάπη αποτελεί την ύψιστη αξία της ζωής, τη μυστική δύναμη του κόσμου, όλο και περισσότερο γίνεται αποδεκτό, μέσα από ποικίλες εμπειρίες και τρόπους σκέψεως. Γίνεται μυστική δίοδος που οδηγεί τους ανθρώπους –χωρίς ίσως να το καταλαβαίνουν– κοντά στον Θεό της Aγάπης. Aποτελεί, πιστεύουμε, την εντελέχεια της πορείας του κόσμου.

Aυτές τις άγιες ημέρες, αδελφοί και αδελφές μου, ας παραμερίσουμε τα πολλά εξωτερικά στοιχεία, τις συχνά άσχετες με την ουσία του Γεγονότος συνήθειες, και ας αναλογισθούμε προσεκτικότερα τον πυρήνα της εορτής των Xριστουγέννων· ότι δηλαδή, με τον ερχομό Tου στον κόσμο, ο Xριστός αποκάλυψε, «ενσάρκωσε» την αιώνια αγάπη του Θεού.

Kαι ας εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να ρυθμίσουμε την καθημερινή στάση και συμπεριφορά μας, σύμφωνα με αυτήν την αλήθεια. Nα δώσουμε σάρκα και οστά στην αγάπη μας, με κάθαρση των αισθημάτων μας για τους άλλους· με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και πράξεις αγάπης.

Kαι ας ικετεύσουμε τον Σαρκί ενανθρωπήσαντα:

Kύριε, Συ που ήρθες ανάμεσά μας
για να φανερώσεις την απέραντη αγάπη του Θεού,
η οποία περικλείει και μεταμορφώνει τα πάντα,
μείνε εν ημίν, ιδιαίτερα τις ημέρες αυτές.
Kαι στη διάρκεια του νέου χρόνου
που θα ανατείλει σε λίγο,
αξίωσέ μας να μένουμε σταθερά εν αγάπη, εν Σοι.

Re: Χριστιανική Αγάπη

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Νοέμ 29, 2008 11:55 am
από ntinoula
Δείτε και τις Συμβουλές Γέροντος...

Δημοσιεύτηκε: Τρί Δεκ 02, 2008 3:04 pm
από ntinoula
Η ΚΑΤΑΔΙΩΞΗ (του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου)

Να καταδιώκουμε λοιπόν την αγάπη, όπως παραγγέλει ο απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. ιδ΄ 1). Δεν είπε απλώς να αγαπάμε, αλλά να καταδιώκουμε. Χρειάζεται πολλή σπουδή, φροντίδα. Γρήγορα εξαφανίζεται, αλλά είναι και πολύ ταχεία, εύκολη για αναχώρηση. Πράγματι, τόσα γεγονότα και πράγματα την καταστρέφουν σ’ αυτή τη ζωή. Αν την καταδιώκουμε, δε θα προφτάσει να φύγει, αλλά γρήγορα θα τη συγκρατήσουμε*.

Όπως ακριβώς τα μεγάλα τραύματα δεν ανέχονται το οποιοδήποτε πείραγμα και χειροτερεύουν, όταν κάποιος τα αγγίξει και τα πειράξει, έτσι και η ταραγμένη ψυχή, η πονεμένη και αδικημένη, είναι δυσαρεστημένη και δυσφορεί με όλα και πληγώνεται από κάθε επιπόλαιο και απρόσεκτο λόγο**.

* Εις την προς Εφεσίους Λόγος Θ΄ 4, PG 62, 74
** Περί Άννης Λόγος Β΄, Άπαντα των Αγίων Πατέρων, εκδ. Ελλ. Εκδ. Οργανισμού, τομ. 31, 715 BC

Δημοσιεύτηκε: Κυρ Ιαν 04, 2009 1:33 pm
από ntinoula
Η ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟ ΜΑΣ

Όταν ο Κύριος όρισε την αγάπη στο Θεό ως την «πρώτη και πιο μεγάλη εντολή» πρόσθεσε: Δεύτερη, το ίδιο σπουδαία μ' αυτήν είναι «Να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου» (Ματθ. 22: 38-39).

Όπου κι αν ανοίξομε τη Γραφή, στους προφήτες, στα Ευαγγελία, στις επιστολές, σ' όλη την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, θα θαυμάσομε το πλήθος των επαίνων της αγάπης προς τον πλησίον καθώς και των συνεχών υπομνήσεων και προτροπών του Θεού για την άσκηση της αρετής αυτής.

Στον προφήτη Ησαΐα η αγάπη προς τον πλησίον είναι ο ακρογωνιαίος λίθος και η κυριότερη εκδήλωση της δικαιοσύνης. Βλέπουμε εκεί τους Εβραίους να παραπονούνται, γιατί ο Θεός δεν λογάριαζε τις νηστείες τους και τα αλλά νομικά καθήκοντα που εκπλήρωναν, αλλά βλέπουμε και Εκείνον να τους εξηγεί ότι η αιτία γι' αυτό είναι η σκληρότητα τους προς τους συνάνθρωπους τους: Νηστεύετε, τους είπε, αλλά κάνετε τα θελήματα σας, όχι το δικό μου θέλημα. Καταπιέζετε και κακομεταχειρίζεστε όσους είναι κάτω από την εξουσία σας. Νηστεύετε, αλλά δεν αποφεύγετε τις φιλονικίες και τις διαμάχες και την κακοποίηση των αδυνατών. Εγώ δεν όρισα τέτοια νηστεία, αλλά θέλω να λύσετε κάθε δεσμό σας με την αδικία, να μοιράζεστε το ψωμί σας με τους πεινασμένους, να δίνετε στέγη στους άστεγους και να ντύνετε τους γυμνούς. Τότε θα σας περιβάλει η δόξα μου. Τότε θα προσεύχεστε, και θα σας ακούω (Ησ. 58: 3-9).

Παρόμοια διαβάζομε και στον προφήτη Ζαχαρία. Όταν οι Εβραίοι ρώτησαν τον Κύριο μέσω του προφήτη για νηστείες και πρόσφορες, Εκείνος τους αποκάλυψε ότι το θέλημα Του είναι να κρίνουν με δικαιοσύνη, να είναι σπλαχνικοί προς τον συνάνθρωπο, να κάνουν έργα αγάπης, να μην μνησικακούν (Ζαχ. 7:9-10).

Απορία, όμως, και θαυμασμό προκαλεί αυτό που είναι γραμμένο στον προφήτη Ιεζεκιήλ για τα Σόδομα. Ενώ είναι σ' όλους γνωστές οι φοβερές σαρκικές αμαρτίες των Σοδομιτών, ο Κύριος αποκαλύπτει ότι κατέστρεψε την πόλη κυρίως για τρία αλλά αμαρτήματα: την υπερηφάνεια, τη σπάταλη και την ασπλαχνία απέναντι στον πλησίον. «Αυτή ήταν η παρανομία των Σοδομιτών...., η υπερηφάνεια... ζούσαν μια σπάταλη ζωή μέσα στην αφθονία των υλικών Αγάθων... και δεν έδιναν καμία βοήθεια στο απλωμένο χέρι των πτωχών και αυτών που είχαν ανάγκη» (Ιεζ. 16: 49).

Το Ιερό Ευαγγέλιο, πάλι, που είναι ο νόμος της αγάπης, τι άλλο τονίζει περισσότερο από αυτή την αρετή. Δεν χρειάζεται παρά να θυμηθούμε ότι ο Κύριος, προλέγοντας το πως θα κριθεί ο κόσμος στη δεύτερη έλευση Του, καθόρισε τα έργα αγάπης προς τον συνάνθρωπο σαν αποφασιστικά κριτήρια για την σωτήρια ή τον κολασμό του καθενός μας: «Αφού τα κάνατε αυτά σ' έναν από τους άσημους αυτούς αδελφούς μου, τα κάνατε σ' εμένα... Αφού δεν τα κάνατε αυτά σ' έναν από αυτούς τους άσημους αδελφούς μου, ούτε σ' εμένα τα κάνατε» (Ματθ. 25: 40,45). Διακήρυξε ακόμα, ότι όλος ο νόμος και οι προφήτες συνοψίζονται στις δυο αυτές εντολές της αγάπης στο Θεό και της αγάπης στον πλησίον (Ματθ. 22:40). Αλλά και στην τελευταία μεγάλη διδαχή Του, στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, η κύρια υποθήκη Του ήταν: «Αυτή είναι η δική μου εντολή: Ν' αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως εγώ σας αγάπησα» (Ιω. 15:12).

Πως εγκωμιάζει την αγάπη και ο απόστολος Παύλος! Τη θεωρεί κι εκείνος ως την τέλεια εκπλήρωση όλων των εντολών του Θεού. «Να μην χρωστάτε σε κανέναν τίποτα, παρά μόνο το ν' αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Οποίος αγαπάει τον άλλο, έχει τηρήσει το σύνολο των εντολών του Θεού. Γιατί το «μη μοιχεύσεις», «μη φονεύσεις», «μην κλέψεις», «μην επιθυμήσεις» κι όλες γενικά οι εντολές συνοψίζονται σε αυτή: «Ν' αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου» (Ρωμ. 13:8-9). Και στον ανυπέρβλητο ύμνο της αγάπης γράφει «Αν μπορώ να μιλάω όλες τις γλώσσες των ανθρώπων, ακόμα και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη για τους άλλους, έγινα σαν τον άψυχο χαλκό, που βουίζει, όταν τον χτυπούν ή σαν το κύμβαλο, που βγάζει θορυβώδη ήχο. Κι αν έχω της προφητείας το χάρισμα κι όλα κατέχω τα μυστήρια και όλη τη γνώση, κι αν έχω ακόμα όλη την πίστη έτσι που να μετακινώ βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, είμαι ένα τίποτα...» (Α' Κορ. 13:1-8).

Θα κλείσουμε αυτό μας το λόγο συνοψίζοντας όσα έχουμε αναφέρει σε έξι τρόπους με τους οποίους καλλιεργείται και ολοκληρώνεται η αγάπη.

* Ο πρώτος τρόπος είναι η απλή βίωση ενός αγαπητικού αισθήματος, μια απλή κίνηση της καρδιάς, που δεν προχωράει όμως σε τίποτε άλλο.
* Ο δεύτερος είναι η συμπαράσταση στον πλησίον με παρήγορα λόγια και καλές συμβουλές.
* Ο τρίτος είναι η υλική βοήθεια στην ανάγκη του έστω κι από το υστέρημά μας.
* Τέταρτος είναι η υπομονή και η ανεξικακία στις ύβρεις, στις συκοφαντίες, στις αδικίες και σε κάθε κακό που μας κάνει ο πλησίον.
* Πέμπτος είναι όχι μόνο η υπομονή, αλλά και η συγχώρηση εκείνου που μας βλάπτει και
* O εκτός τρόπος είναι η διπλή πρόσφορα στον πλησίον, πρόσφορα πνευματική και υλική που γίνεται, είτε με την παραδειγματική ενάρετη ζωή μας, είτε με τους παρηγορητικούς και εποικοδομητικούς λόγους μας, είτε με την ελεημοσύνη και άλλες αγαθοεργίες.

Πηγή

Re: Χριστιανική Αγάπη

Δημοσιεύτηκε: Δευ Ιαν 05, 2009 2:38 pm
από NIKOSZ
Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμι. Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι.

Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία. Πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.

Προς Κορινθίους Α' (13,1 –13,7)

http://agiooros.net/forum/viewtopic.php ... 53&start=0

Η Αγάπη του Χριστού

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 23, 2009 3:07 pm
από ntinoula
«᾿Εγὼ Πατήρ, (φησίν ὁ Χριστός), ἐγώ ἀδελφός, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφή, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ρίζα, ἐγὼ θεμέλιος, πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ· μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. ᾿Εγὼ καὶ δουλεύσω· ἦλθον γὰρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. ᾿Εγὼ καὶ φίλος, καὶ μέλος καὶ κεφαλή, καὶ ἀδελφός, καὶ ἀδελφή, καὶ μήτηρ, πάντα ἐγώ· μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. ᾿Εγώ πένης διὰ σέ, καὶ ἀλήτης διὰ σέ, ἐπὶ σταυροῦ διὰ σέ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ, καὶ ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί, κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σύ, καὶ ἀδελφός, καὶ συγκληρονόμος, καὶ φίλος καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις; Τί τὸν οὕτω φιλοῦντα ἀποστρέφῃ; Τί τῷ κόσμῳ κάμνεις; Τί εἰς πίθον ἀντλεῖς τετρημένον;»

᾿Εγὼ εἶμαι πατέρας, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφή, ἐγὼ ἔνδυμα, ἐγὼ ρίζα, ἐγὼ θεμέλιον, κάθε τι τὸ ὁποῖον θέλεις ἐγώ· νὰ μὴν ἔχῃς ἀνάγκην ἀπὸ τίποτε. ᾿Εγὼ καὶ θὰ σὲ ὑπηρετήσω· διότι ἦλθα νὰ ὑπηρετήσω, ὄχι νὰ ὑπηρετηθῶ. ᾿Εγὼ εἶμαι καὶ φίλος, καὶ μέλος τοῦ σώματος καὶ κεφαλὴ καὶ ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ καὶ μητέρα, ὅλα ἐγώ· ἀρκεῖ νὰ διάκεισαι φιλικὰ πρὸς ἐμέ. ᾿Εγὼ ἔγινα πτωχὸς διὰ σέ· ἔγινα ἐπαίτης διὰ σέ· ἀνέβηκα ἐπάνω εἰς τὸν Σταυρὸν διὰ σέ· εἰς τὸν οὐρανὸν ἄνω διὰ σὲ παρακαλῶ τὸν Πατέρα· κάτω εἰς τὴν γῆν ἐστάλην ἀπὸ τὸν Πατέρα ὡς μεσολαβητὴς διὰ σέ. ῞Ολα δι᾿ ἐμὲ εἶσαι σύ· καὶ ἀδελφὸς καὶ συγκληρονόμος καὶ φίλος καὶ μέλος τοῦ σώματος. Τί περισσότερον θέλεις; Διατί ἀποστρέφεσαι αὐτὸν ποὺ σὲ ἀγαπᾶ; Διατί κοπιάζεις διὰ τὸν κόσμον; Διατί ἀντλεῖς νερὸ μὲ τρυπημένο πιθάρι; ΕΠΕ, τόμ. 12, σελ. 34-35.

Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου