Από το βιβλίο "Διάλεξε το δρόμο σου"
Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Από το βιβλίο "Διάλεξε το δρόμο σου"
ΠΡΙΝ ΑΡΧΙΣΕΙΣ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Είναι ανάγκη να σου πω ότι το μικρό αυτό βιβλίο δεν έχει σκοπό να σε φορτώσει με γνώσεις. Άλλος είναι ο ρόλος που θέλει να παίξει. Θέλει να γίνει ένας καλός φίλος σου, ένας σύμβουλος που θα σε βοηθήσει να δεις πόσο σπουδαίο ζήτημα είναι για τη ζωή σου η πίστη και με πόση άρα προσοχή πρέπει να την κρατάς απείραχτη και αγνή μεσ’ τη καρδιά σου.
Η ζωή, είτε το θέλεις είτε όχι, θα θέσει κάποτε μπροστά σου το μεγάλο δίλημμα. Θα δεις μια μέρα να διασταυρώνωνται μπροστά σου οι δρόμοι της πίστεως και της απιστίας. Αλλοίμονο αν έλθει η στιγμή αυτή και σε βρει απροετοίμαστο. Για να νικήσεις και να διαλέξεις αποφασιστικά το δύσκολο, μα όμορφο, χαρούμενο και ηρωικό δρόμο της πίστεως, πρέπει να έχεις βαθειά μέσα σου πεισθεί ότι αυτός ο δρόμος είναι ο σωστός, ότι αυτός εξασφαλίζει και αυτής της ζωής την ευτυχία και της άλλης την μακαριότητα.
Να λοιπόν ο σκοπός αυτού του βιβλίου. Να σου δείξει ποιός είναι ο δρόμος ο σωστός και τότε με θάρρος να σου πει: ΔΙΑΛΕΞΕ, παιδί μου, ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΣΟΥ.
Είναι ανάγκη να σου πω ότι το μικρό αυτό βιβλίο δεν έχει σκοπό να σε φορτώσει με γνώσεις. Άλλος είναι ο ρόλος που θέλει να παίξει. Θέλει να γίνει ένας καλός φίλος σου, ένας σύμβουλος που θα σε βοηθήσει να δεις πόσο σπουδαίο ζήτημα είναι για τη ζωή σου η πίστη και με πόση άρα προσοχή πρέπει να την κρατάς απείραχτη και αγνή μεσ’ τη καρδιά σου.
Η ζωή, είτε το θέλεις είτε όχι, θα θέσει κάποτε μπροστά σου το μεγάλο δίλημμα. Θα δεις μια μέρα να διασταυρώνωνται μπροστά σου οι δρόμοι της πίστεως και της απιστίας. Αλλοίμονο αν έλθει η στιγμή αυτή και σε βρει απροετοίμαστο. Για να νικήσεις και να διαλέξεις αποφασιστικά το δύσκολο, μα όμορφο, χαρούμενο και ηρωικό δρόμο της πίστεως, πρέπει να έχεις βαθειά μέσα σου πεισθεί ότι αυτός ο δρόμος είναι ο σωστός, ότι αυτός εξασφαλίζει και αυτής της ζωής την ευτυχία και της άλλης την μακαριότητα.
Να λοιπόν ο σκοπός αυτού του βιβλίου. Να σου δείξει ποιός είναι ο δρόμος ο σωστός και τότε με θάρρος να σου πει: ΔΙΑΛΕΞΕ, παιδί μου, ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΣΟΥ.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Η ωραιότερη απόφασις
Υπήρχε κάποτε –τον 3ο αιώνα μ.Χ.− ένας ειδωλολάτρης που τον έλεγαν Χριστοφόρο και ήταν αληθινός γίγαντας στο σώμα και στη δύναμη. Ξαφνικά γεννήθηκε μεσ’ τη καρδιά του μια παράξενη επιθυμία. «Το καλλίτερο που έχω να κάνω-σκέφτηκε- είναι να βρω ποιός είναι ο δυνατώτερος άρχοντας του κόσμου και να γίνω υπηρέτης του» κι άρχισε να ψάχνει με ζήλο και να ρωτά γνωστούς και αγνώστους. -Ο δυνατώτερος άρχοντας , του είπε κάποιος, είναι ο βασιλιάς. Ο Χριστοφόρος τον άκουσε και μ’ όλη του την όρεξη αφοσιώθηκε στην υπηρεσία του βασιλιά, μέχρι μια μέρα που κάποιος μουσικός τραγούδησε μπροστά στο βασιλιά ένα τραγούδι που υμνούσε τη δύναμη του Σατανά. Ο βασιλιάς ακούγοντάς το κατατρόμαξε. Τότε ο Χριστοφόρος σκέφτηκε, ότι υπάρχει κι’ από το βασιλιά πιο δυνατός, ο Σατανάς.
Χωρίς να χάσει καιρό άρχισε να τον υπηρετεί.
Ακολουθώντας τώρα τον καινούργιο του αφέντη, έτυχε να περάσουν απ’ένα μέρος που υπήρχε ένας τεράστιος Εσταυρωμένος.
Στη θέα του Εσταυρωμένου, ο Σατανάς άρχισε να τρέμει και με βία άλλαξε δρόμο. Βλέποντας ο Χριστοφόρος την ταραχή του Σατανά, σκέφτηκε ότι ο Εσταυρωμένος πρέπει να είναι ισχυρότερος. Χωρίς να χάσει καιρό έτρεξε κοντά του και ρώτησε έναν μοναχό που ήταν εκεί μπροστά γονατισμένος:
−Πώς μπορώ να υπηρετήσω κι εγώ τον Εσταυρωμένο;
−Να προσεύχεσαι αδιάκοπα.
−Τι είναι αυτό που μου λες. Δεν έχω ιδέα.
−Αφού δεν ξέρεις τι είναι προσευχή, να νηστεύεις.
−Και πώς θα ζήσει ένα σώμα σαν το δικό μου, αν νηστέψω;
−Ε τότε, αδελφέ μου, να κάθεσαι εδώ στην όχθη του ποταμού και να βοηθάς αυτούς που θέλουν να περάσουν απέναντι. Είσαι πολύ κατάλληλος γι’αυτή τη δουλειά.
Έτσι ο Χριστοφόρος αφωσιώθηκε σ’αυτή τη δουλειά και χρόνια πολλά βοηθούσε τους ανθρώπους που ταξίδευαν.
Μια μέρα ήρθε και κάποιο παιδάκι και τον παρακάλεσε να το μεταφέρει απέναντι. Με προθυμία μεγάλη ο Χριστοφόρος δέχθηκε, το πήρε στους ώμους του και άρχισε να προχωρεί. Όσο προχωρούσε όμως, τόσο βαρύτερο του φαινόταν το φορτίο. Νόμιζε ότι ποτέ δεν είχε σηκώσει κάτι βαρύτερο. Με αφάνταστη προσπάθεια έφτασε στη μέση κι έλεγε ότι θα του ήταν αδύνατο να περάσει και το υπόλοιπο διάστημα. Έβαλε όλες του τις δυνάμεις και κατάφερε τέλος πάντων να περάσει και με κομμένη αναπνοή απόθεσε το παιδάκι κάτω και του είπε:
−Ολόκληρο τον κόσμο να σήκωνα δεν θα ήταν βαρύτερος από εσένα.
−Δίκιο έχεις, απάντησε το παιδάκι, γιατί πράγματι στα χέρια σου κρατούσες τον ίδιο το Δημιουργό του κόσμου.
Έτσι, ο ειδωλολάτρης εκείνος, έγινε με την ωραία του απόφαση να υπηρετεί τον ισχυρότερο κύριο, αληθινός «Χριστοφόρος».
Πάρε κι εσύ παιδί μου την ίδια απόφαση αν θέλεις να δεχτείς την επίσκεψη του Κυρίου.
Υπήρχε κάποτε –τον 3ο αιώνα μ.Χ.− ένας ειδωλολάτρης που τον έλεγαν Χριστοφόρο και ήταν αληθινός γίγαντας στο σώμα και στη δύναμη. Ξαφνικά γεννήθηκε μεσ’ τη καρδιά του μια παράξενη επιθυμία. «Το καλλίτερο που έχω να κάνω-σκέφτηκε- είναι να βρω ποιός είναι ο δυνατώτερος άρχοντας του κόσμου και να γίνω υπηρέτης του» κι άρχισε να ψάχνει με ζήλο και να ρωτά γνωστούς και αγνώστους. -Ο δυνατώτερος άρχοντας , του είπε κάποιος, είναι ο βασιλιάς. Ο Χριστοφόρος τον άκουσε και μ’ όλη του την όρεξη αφοσιώθηκε στην υπηρεσία του βασιλιά, μέχρι μια μέρα που κάποιος μουσικός τραγούδησε μπροστά στο βασιλιά ένα τραγούδι που υμνούσε τη δύναμη του Σατανά. Ο βασιλιάς ακούγοντάς το κατατρόμαξε. Τότε ο Χριστοφόρος σκέφτηκε, ότι υπάρχει κι’ από το βασιλιά πιο δυνατός, ο Σατανάς.
Χωρίς να χάσει καιρό άρχισε να τον υπηρετεί.
Ακολουθώντας τώρα τον καινούργιο του αφέντη, έτυχε να περάσουν απ’ένα μέρος που υπήρχε ένας τεράστιος Εσταυρωμένος.
Στη θέα του Εσταυρωμένου, ο Σατανάς άρχισε να τρέμει και με βία άλλαξε δρόμο. Βλέποντας ο Χριστοφόρος την ταραχή του Σατανά, σκέφτηκε ότι ο Εσταυρωμένος πρέπει να είναι ισχυρότερος. Χωρίς να χάσει καιρό έτρεξε κοντά του και ρώτησε έναν μοναχό που ήταν εκεί μπροστά γονατισμένος:
−Πώς μπορώ να υπηρετήσω κι εγώ τον Εσταυρωμένο;
−Να προσεύχεσαι αδιάκοπα.
−Τι είναι αυτό που μου λες. Δεν έχω ιδέα.
−Αφού δεν ξέρεις τι είναι προσευχή, να νηστεύεις.
−Και πώς θα ζήσει ένα σώμα σαν το δικό μου, αν νηστέψω;
−Ε τότε, αδελφέ μου, να κάθεσαι εδώ στην όχθη του ποταμού και να βοηθάς αυτούς που θέλουν να περάσουν απέναντι. Είσαι πολύ κατάλληλος γι’αυτή τη δουλειά.
Έτσι ο Χριστοφόρος αφωσιώθηκε σ’αυτή τη δουλειά και χρόνια πολλά βοηθούσε τους ανθρώπους που ταξίδευαν.
Μια μέρα ήρθε και κάποιο παιδάκι και τον παρακάλεσε να το μεταφέρει απέναντι. Με προθυμία μεγάλη ο Χριστοφόρος δέχθηκε, το πήρε στους ώμους του και άρχισε να προχωρεί. Όσο προχωρούσε όμως, τόσο βαρύτερο του φαινόταν το φορτίο. Νόμιζε ότι ποτέ δεν είχε σηκώσει κάτι βαρύτερο. Με αφάνταστη προσπάθεια έφτασε στη μέση κι έλεγε ότι θα του ήταν αδύνατο να περάσει και το υπόλοιπο διάστημα. Έβαλε όλες του τις δυνάμεις και κατάφερε τέλος πάντων να περάσει και με κομμένη αναπνοή απόθεσε το παιδάκι κάτω και του είπε:
−Ολόκληρο τον κόσμο να σήκωνα δεν θα ήταν βαρύτερος από εσένα.
−Δίκιο έχεις, απάντησε το παιδάκι, γιατί πράγματι στα χέρια σου κρατούσες τον ίδιο το Δημιουργό του κόσμου.
Έτσι, ο ειδωλολάτρης εκείνος, έγινε με την ωραία του απόφαση να υπηρετεί τον ισχυρότερο κύριο, αληθινός «Χριστοφόρος».
Πάρε κι εσύ παιδί μου την ίδια απόφαση αν θέλεις να δεχτείς την επίσκεψη του Κυρίου.
Το χαμόγελο είναι το φως του προσώπου μας που δείχνει πώς η καρδιά μας είναι μέσα.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Τα δώρα της πίστεως
Σκέφθηκες ποτέ τι δώρα σου χαρίζει η πίστη; Δυνατό χαρακτήρα. Αγνές αρχές. Ανώτερα ιδανικά.
Είναι παιδί μου, όμορφο πράγμα η σταθερότης, όταν εκδηλώνεται για το καλό. Στα μάτια δε του Θεού ο σταθερός στην πίστη άνθρωπος παίρνει αξία ιδιαίτερη. Να’χεις λοιπόν την φιλοδοξία όταν μιλούν για σένα να λένε ότι και για τον Ρωμαίο Φαβρίκιο. Την ξέρεις την ιστορία του; Αξίζει τον κόπο να στην πω. Κάποτε ο βασιλιάς της Ηπείρου, ο Πύρος, έβαλε τον αυλικό του Κινέα να εξαγοράσει με χρήματα τον Ρωμαίο συγκλητικό Φαβρίκιο. Ο Κινέας προσπάθησε όσο μπορούσε να εκτελέσει την εντολή του βασιλιά του, αλλά στάθηκε αδύνατο. Γύρισε λοιπόν πίσω και του είπε: −Πιο εύκολο είναι, μεγαλειότατε, να αλλάξει κανείς την πορεία του ήλιου, παρά να νικήσει τη σταθερότητα του Φαβρικίου. Να, παιδί μου, ένα παράδειγμα που αξίζει να το ζηλέψεις. Τίποτε να μην είναι ικανό να σε βγάλει από το δρόμο της αρετής και της αγνότητος. Τίποτε να μην μπορεί να σε χωρίσει από τον Πατέρα σου το Θεό.
٭ ٭ ٭
Θα έλθουν ασφαλώς στη ζωή σου, ημέρες κρίσιμες. Τότε, παιδί μου, θα σου χρειαστεί η δύναμη της υπομονής. Η πίστη μόνο είναι ικανή να σου δώσει. Έχεις ίσως διαβάσει τη φοβερή περιπέτεια του στρατού του Μ. Ναπολέοντος όταν υποχωρούσε απ’τη Ρωσία. Οι δυσκολίες και οι κίνδυνοι ξεπερνούσαν τις ανθρώπινες δυνάμεις και γι’αυτό οι στρατιώτες πέθαιναν κατά εκατοντάδες. Μια παγερή νύχτα ο Ναπολέων επιθεωρούσε το στρατόπεδό του όταν είδε μπροστά του μια ακτίνα φωτός.
−Πήγαινε να δεις τι είναι, είπε στον υπασπιστή του.
−Είναι ο συνταγματάρχης Ντρουώ, μεγαλειότατε , ανέφερε μετά την επιστροφή του ο υπασπιστής, γονατισμένος μέσα στην σκηνή του προσεύχεται.
Ο Ναπολέων κάλεσε ύστερα από λίγες μέρες τον συνταγματάρχη, τον ευχαρίστησε για την τεράστια ηθική συμβολή του στην αντιμετώπιση της φοβερής εκείνης καταστάσεως και τον προήγαγε σε στρατηγό. −Έμαθα στη ζωή μου, μεγαλειότατε, είπε ο Ντρουώ, να μην φοβάμαι τίποτε εκτός του Θεό. Από το φόβο του Θεού πηγάζει η δύναμη κι’η αντοχή μου στις δύσκολες στιγμές.
Έτσι είναι, παιδί μου. Η πίστη θα σε κάνει άνδρα πραγματικό. Θα σου χαρίσει θέληση ακατάβλητη και θάρρος, ώστε όλες τις δυσκολίες να τις υπερνικάς.
Άλλο πολύτιμο δώρο της πίστεως είναι η ηρεμία της συνειδήσεως και η βαθειά εσωτερική χαρά.
Μη ξεγελιέσαι απ’την απατηλή επιφάνεια και νομίζεις ότι οι φίλοι σου που φαίνονται αμέριμνοι και ρίχνονται με τα μούτρα στις κοσμικές «χαρές» είναι πραγματικά χαρούμενοι. Ευτυχία, μακριά από το Θεό, δεν υπάρχει παιδί μου. Αυτό που βλέπεις στους φίλους σου δεν είναι ευτυχία∙ είναι ένα χρυσόχρωμο κάλλυμα που κρύβει τη λύπη και την απογοήτευση του εσωτερικού.
Και όμως, τόσο εσύ που ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, όσο και ο άπιστος φίλος σου, έχετε μέσα σας ψυχή αθάνατη.
Αν μπορούσες όμως να τις βάλεις, τις δύο ψυχές, τη μία κοντά στην άλλη και να τις παραβάλεις, θα έβλεπες ότι η διαφορά τους είναι μεγάλη. Η ψυχή του άπιστου μοιάζει μ’ένα μαύρο κάρβουνο που δεν καταλαβαίνει το φως που το περιβάλλει. Η ψυχή όμως του πιστού είναι σαν το πολύτιμο διαμάντι που δέχεται τις ανταύγιες της θείας χάριτος και ακτινοβολεί παντού το άπλετο φως της, και κάνει θαύματα πραγματικά.
Από ένα τέτοιο θαύμα μιας πιστής ψυχής επέστρεψε στο Χριστό ο περίφανος μουσικός Σοπέν και ξαναβρήκε όπως ο ίδιος τ’ομολογούσε την πηγή της ευτυχίας. Το θαύμα έγινε όταν άρρωστος βαρειά, δέχθηκε την επίσκεψη ενός κληρικού παιδικού του φίλου, που του μίλησε για την αγάπη του Θεού.
٭ ٭ ٭
Έρχομαι τώρα και σ’ένα άλλο ανεκτίμητο δώρο της πίστεως. Είναι η παρηγοριά στις μέρες της θλίψεως.
Η ζωή είναι γεμάτη θλίψεις. Αφού ζεις, είναι αδύνατο να μην υποφέρεις. Κανείς απολύτως δεν υπάρχει που θα μείνει χωρίς λύπες και συμφορές. Κάποτε θα δεχτείς την επίσκεψη του θανάτου και πιο συχνά της αποτυχίας.
Ίσως τότε σου πουν οι φίλοι σου ότι για να παρηγορηθείς πρέπει να ριχτείς στις διασκεδάσεις. Μάταιος κόπος, παιδί μου. Όλες οι διασκεδάσεις του κόσμου είναι ανίκανες να σου γιατρέψουν τις ψυχικές πληγές. Μόνο ένας είναι σε θέση να δίνει πραγματική παρηγοριά. Η θρησκεία, η πίστη.
Αυτό το ένοιωσε βαθειά κι’ο Ναπολέων όταν από τις δόξες και τα μεγαλεία, βρέθηκε στη θλιβερή εξορία της Άγ. Ελένης και σαν μόνη παρηγοριά ζήτησε να του φέρουν το Ευαγγέλιο.
Πόσο δίκαιο είχε ο Γκαϊτε όταν έλεγε ότι η πίστη είναι κεφάλαιο που σχηματίζεται την εποχή της ευτυχίας, αλλά τους τόκους του τους απολαμβάνουμε όταν έρθουν οι δυστυχίες.
Είναι λοιπόν ανάγκη να θεμελιώσεις μέσα σου την πίστη και την εμπιστοσύνη στο Θεό, ώστε τώρα που ξανοίγεις τα φτερά σου για τον αγώνα της ζωής να είσαι έτοιμος και οπλισμένος. Κάνε, παιδί μου, αυτό που έκαναν και οι ιππότες όταν ξεκινούσαν για τον πόλεμο. Εκείνοι ακόνιζαν τα ξίφοι τους στις κολώνες της Εκκλησίας για να δείξουν την εμπιστοσύνη τους στο Θεό. Έτσι κι’εσύ παιδί μου, στήριξε την εμπιστοσύνη σου στο Θεό και προχώρα.
Προχώρα με θάρρος. Τίποτε δεν είναι ικανό να νικήσει αυτόν που πιστεύει.
Σκέφθηκες ποτέ τι δώρα σου χαρίζει η πίστη; Δυνατό χαρακτήρα. Αγνές αρχές. Ανώτερα ιδανικά.
Είναι παιδί μου, όμορφο πράγμα η σταθερότης, όταν εκδηλώνεται για το καλό. Στα μάτια δε του Θεού ο σταθερός στην πίστη άνθρωπος παίρνει αξία ιδιαίτερη. Να’χεις λοιπόν την φιλοδοξία όταν μιλούν για σένα να λένε ότι και για τον Ρωμαίο Φαβρίκιο. Την ξέρεις την ιστορία του; Αξίζει τον κόπο να στην πω. Κάποτε ο βασιλιάς της Ηπείρου, ο Πύρος, έβαλε τον αυλικό του Κινέα να εξαγοράσει με χρήματα τον Ρωμαίο συγκλητικό Φαβρίκιο. Ο Κινέας προσπάθησε όσο μπορούσε να εκτελέσει την εντολή του βασιλιά του, αλλά στάθηκε αδύνατο. Γύρισε λοιπόν πίσω και του είπε: −Πιο εύκολο είναι, μεγαλειότατε, να αλλάξει κανείς την πορεία του ήλιου, παρά να νικήσει τη σταθερότητα του Φαβρικίου. Να, παιδί μου, ένα παράδειγμα που αξίζει να το ζηλέψεις. Τίποτε να μην είναι ικανό να σε βγάλει από το δρόμο της αρετής και της αγνότητος. Τίποτε να μην μπορεί να σε χωρίσει από τον Πατέρα σου το Θεό.
٭ ٭ ٭
Θα έλθουν ασφαλώς στη ζωή σου, ημέρες κρίσιμες. Τότε, παιδί μου, θα σου χρειαστεί η δύναμη της υπομονής. Η πίστη μόνο είναι ικανή να σου δώσει. Έχεις ίσως διαβάσει τη φοβερή περιπέτεια του στρατού του Μ. Ναπολέοντος όταν υποχωρούσε απ’τη Ρωσία. Οι δυσκολίες και οι κίνδυνοι ξεπερνούσαν τις ανθρώπινες δυνάμεις και γι’αυτό οι στρατιώτες πέθαιναν κατά εκατοντάδες. Μια παγερή νύχτα ο Ναπολέων επιθεωρούσε το στρατόπεδό του όταν είδε μπροστά του μια ακτίνα φωτός.
−Πήγαινε να δεις τι είναι, είπε στον υπασπιστή του.
−Είναι ο συνταγματάρχης Ντρουώ, μεγαλειότατε , ανέφερε μετά την επιστροφή του ο υπασπιστής, γονατισμένος μέσα στην σκηνή του προσεύχεται.
Ο Ναπολέων κάλεσε ύστερα από λίγες μέρες τον συνταγματάρχη, τον ευχαρίστησε για την τεράστια ηθική συμβολή του στην αντιμετώπιση της φοβερής εκείνης καταστάσεως και τον προήγαγε σε στρατηγό. −Έμαθα στη ζωή μου, μεγαλειότατε, είπε ο Ντρουώ, να μην φοβάμαι τίποτε εκτός του Θεό. Από το φόβο του Θεού πηγάζει η δύναμη κι’η αντοχή μου στις δύσκολες στιγμές.
Έτσι είναι, παιδί μου. Η πίστη θα σε κάνει άνδρα πραγματικό. Θα σου χαρίσει θέληση ακατάβλητη και θάρρος, ώστε όλες τις δυσκολίες να τις υπερνικάς.
Άλλο πολύτιμο δώρο της πίστεως είναι η ηρεμία της συνειδήσεως και η βαθειά εσωτερική χαρά.
Μη ξεγελιέσαι απ’την απατηλή επιφάνεια και νομίζεις ότι οι φίλοι σου που φαίνονται αμέριμνοι και ρίχνονται με τα μούτρα στις κοσμικές «χαρές» είναι πραγματικά χαρούμενοι. Ευτυχία, μακριά από το Θεό, δεν υπάρχει παιδί μου. Αυτό που βλέπεις στους φίλους σου δεν είναι ευτυχία∙ είναι ένα χρυσόχρωμο κάλλυμα που κρύβει τη λύπη και την απογοήτευση του εσωτερικού.
Και όμως, τόσο εσύ που ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, όσο και ο άπιστος φίλος σου, έχετε μέσα σας ψυχή αθάνατη.
Αν μπορούσες όμως να τις βάλεις, τις δύο ψυχές, τη μία κοντά στην άλλη και να τις παραβάλεις, θα έβλεπες ότι η διαφορά τους είναι μεγάλη. Η ψυχή του άπιστου μοιάζει μ’ένα μαύρο κάρβουνο που δεν καταλαβαίνει το φως που το περιβάλλει. Η ψυχή όμως του πιστού είναι σαν το πολύτιμο διαμάντι που δέχεται τις ανταύγιες της θείας χάριτος και ακτινοβολεί παντού το άπλετο φως της, και κάνει θαύματα πραγματικά.
Από ένα τέτοιο θαύμα μιας πιστής ψυχής επέστρεψε στο Χριστό ο περίφανος μουσικός Σοπέν και ξαναβρήκε όπως ο ίδιος τ’ομολογούσε την πηγή της ευτυχίας. Το θαύμα έγινε όταν άρρωστος βαρειά, δέχθηκε την επίσκεψη ενός κληρικού παιδικού του φίλου, που του μίλησε για την αγάπη του Θεού.
٭ ٭ ٭
Έρχομαι τώρα και σ’ένα άλλο ανεκτίμητο δώρο της πίστεως. Είναι η παρηγοριά στις μέρες της θλίψεως.
Η ζωή είναι γεμάτη θλίψεις. Αφού ζεις, είναι αδύνατο να μην υποφέρεις. Κανείς απολύτως δεν υπάρχει που θα μείνει χωρίς λύπες και συμφορές. Κάποτε θα δεχτείς την επίσκεψη του θανάτου και πιο συχνά της αποτυχίας.
Ίσως τότε σου πουν οι φίλοι σου ότι για να παρηγορηθείς πρέπει να ριχτείς στις διασκεδάσεις. Μάταιος κόπος, παιδί μου. Όλες οι διασκεδάσεις του κόσμου είναι ανίκανες να σου γιατρέψουν τις ψυχικές πληγές. Μόνο ένας είναι σε θέση να δίνει πραγματική παρηγοριά. Η θρησκεία, η πίστη.
Αυτό το ένοιωσε βαθειά κι’ο Ναπολέων όταν από τις δόξες και τα μεγαλεία, βρέθηκε στη θλιβερή εξορία της Άγ. Ελένης και σαν μόνη παρηγοριά ζήτησε να του φέρουν το Ευαγγέλιο.
Πόσο δίκαιο είχε ο Γκαϊτε όταν έλεγε ότι η πίστη είναι κεφάλαιο που σχηματίζεται την εποχή της ευτυχίας, αλλά τους τόκους του τους απολαμβάνουμε όταν έρθουν οι δυστυχίες.
Είναι λοιπόν ανάγκη να θεμελιώσεις μέσα σου την πίστη και την εμπιστοσύνη στο Θεό, ώστε τώρα που ξανοίγεις τα φτερά σου για τον αγώνα της ζωής να είσαι έτοιμος και οπλισμένος. Κάνε, παιδί μου, αυτό που έκαναν και οι ιππότες όταν ξεκινούσαν για τον πόλεμο. Εκείνοι ακόνιζαν τα ξίφοι τους στις κολώνες της Εκκλησίας για να δείξουν την εμπιστοσύνη τους στο Θεό. Έτσι κι’εσύ παιδί μου, στήριξε την εμπιστοσύνη σου στο Θεό και προχώρα.
Προχώρα με θάρρος. Τίποτε δεν είναι ικανό να νικήσει αυτόν που πιστεύει.
Το χαμόγελο είναι το φως του προσώπου μας που δείχνει πώς η καρδιά μας είναι μέσα.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Ο Θεός είναι μαζί σου ΜΗ ΦΟΒΑΣΑΙ!!
Ο Καϊσαρ έπρεπε κάποτε να περάσει αμέσως ένα ποταμό. Το ρεύμα όμως ήταν τόσο ορμητικό και τόσο δυνατά φυσούσε ο αέρας, ώστε ο πλοίαρχος της λέμβου καταφοβισμένος δεν εννοούσε να ξεκινήσει. Ο Καϊσαρ όμως πήδηξε αποφασιστικά στη λέμβο και του φώναξε ατάραχος.
−Τράβα εμπρός. Ο Καϊσαρ είναι μαζί σου, μη φοβάσαι.
Κι εσύ, παιδί μου, όταν θα έρθει η στιγμή να αντιμετωπίσεις το άγριο ρεύμα της ζωής και θα βλέπεις απειλητικά να σηκώνονται μπροστά σου τα κύματα για να σε εμποδίσουν να βαδίσεις το δρόμο της αγνότητος και της πίστεως, μην αφήσεις να κυριεύσει την καρδιά σου φόβος. Στάσου σταθερός κι’ατάραχος και στρέφοντας αποφασιστικά το τιμόνι σου αντίθετα στη θύελλα, πές:
−Δεν φοβάμαι! Μαζί μου είναι ο Θεός!
Θα’χεις ακούσει ίσως τους φίλους σου να λένε ότι ο Χριστιανισμός θα σε κάνει αδρανή και μοιρολάτρη. Τίποτε πιο ανακριβές δεν υπάρχει απ’την αντίληψη αυτή. Ο Χριστιανισμός, παιδί μου, όχι μόνο μοιρολάτρη δεν θα σε κάνει, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Θα σου δώσει τη δύναμη της αποφασιστικότητας, τη διάθεση για δουλειά, τη γεναιότητα στις δυσκολίες. Και όλα αυτά γιατί σε διδάσκει να προσεύχεσαι και να ζητάς τη βοήθεια του Θεού κι’ακόμη γιατί σε καθοδηγεί να έχεις απόλυτη και σταθερή εμπιστοσύνη στον Ουράνιο Πατέρα σου. Αυτό είναι το υπέροχο και ακριβό μυστικό του Χριστιανού νέου.
Θέλεις ένα χειροπιαστό παράδειγμα;
Ένα καράβι δοκιμαζόταν σκληρά από την άγρια θύελλα. Τα κύματα το χτυπούσαν αλύπητα και οι επιβάτες είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι αυτές ήταν οι τελευταίες τους στιγμές. Αγωνία κατείχε τους πάντες. Μέσα όμως στη γενική απελπισία, ο μόνος που διατηρούσε την ψυχραιμία του και δεν έδειχνε το παραμικρό ίχνος ανησυχίας ήταν ένα μικρό παιδί. Ατάραχο κι’αδιάφορο για ότι συνέβαινε γύρω του έπαιζε.
−Δεν φοβάσε λοιπόν εσύ μικρέ; Το ρώτησε κάποιος επιβάτης.
−Όχι! απάντησε το παιδί. Γιατί να φοβηθώ; Το τιμόνι του πλοίου, το κρατά ο πατέρας μου!
Να παράδειγμα απολύτου εμπιστοσύνης που πρέπει να μιλήσει στην ψυχή του κάθε νέου. Ευτυχισμένος θα είσαι, παιδί μου, αν μέσα στις θύελλες και τις συμφορές της ζωής, μένεις κι’εσύ το ίδιο ατάραχος και λες:
−Δεν φοβάμαι! Το τιμόνι της ζωής μου το κρατά ο Πατέρας μου, ο Θεός!
Η πεποίθηση αυτή θα σε γεμίσει θάρρος. Θα σε κάνει δυνατό. Θα σε κάνει να ξεχωρίζεις απ’όλους τους άλλους φίλους σου, που στην πρώτη δοκιμασία, απογοητεύονται και τα χάνουν. Για σένα ότι κι’αν συμβεί, η μόνη λέξη που θα σου είναι άγνωστη, θα είναι η λέξη «απελπισία».
Και ξέρεις παιδί μου, πού οδηγεί η απελπισία; Στο θάνατο! Αμφιβάλλεις;
Κίνησαν κάποτε δυό βάτραχοι να κάνουν το γύρο του κόσμου. Πηγαίνοντας όμως δεν πρόσεξαν, κι’έπεσαν μέσα σ’ένα δοχείο με γάλα. Ο ένας έχασε αμέσως το θάρρος του, απελπίστηκε, εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια και πριν περάσει πολύ ώρα είχε πνηγεί.
Ο άλλος όμως δεν έχασε το θάρρος του.
−Είναι βέβαια πολύ σοβαρό αυτό που έπαθα, σκέφτηκε. Μπορεί να μου στοιχίσει τη ζωή. Γιατί όμως να παραδοθώ χωρίς να προσπαθήσω;
Κι’άρχισε, για ώρα πολύ, να κάνει κάθε είδους κίνηση και να προσπαθεί μ’όλες του τις δυνάμεις, ώσπου εξαντλήθηκε τελείως κι’απελπισμένος σκέφτηκε:
−Ήρθε το τέλος μου… Τίποτε δεν κατάφερα… σε λίγο θα είμαι στο βυθό.
Εκεί όμως που δεν είχε πια καμμιά ελπίδα, ένοιωσε κάτω από τα πόδια του κάτι στερεό… κάτι που γινόταν συνεχώς μεγαλύτερο. Βρέθηκε δηλαδή ο φίλος μας, πάνω σ’ένα κομμάτι βούτυρο! Καταλαβαίνεις βέβαια τι συνέβει. Χτυπώντας τόση ώρα το γάλα, το έκανε βούτυρο κι έτσι απέκτησε τη βάση απ’την οποία πήδηξε στην ελευθερία.
Μα τα δώρα της πίστεως δεν σταματούν. Μια άλλη πολύτιμη προσφορά της είναι και η γαλήνη μπροστά στο θάνατο.
Στον κόσμο αυτό, η ζωή και ο θάνατος συνεχώς εναλλάσονται. Οι πολλοί άνθρωποι, μπροστά στο φαινόμενο του θανάτου καταλαμβάνονται από τρόμο. Μόνο ο πιστός Χριστιανός μένει ήρεμος και γαλήνιος γιατί γνωρίζει ότι ο θάνατος δεν είναι εκμηδένιση οριστική, δεν είναι κλείσιμο παντοτεινό του βιβλίου, αλλά αντιθέτως είναι άνοιγμα ενός νέου βιβλίου πιο λαμπρού, είναι πέρασμα σε κόσμους πιο ευτυχισμένους και φωτεινούς.
Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να συγκριθεί σε ευτυχία με τον πιστό.
Ο πιστός βλέπει γύρω του την ομορφιά της φύσεως και σκέφτεται αμέσως πόσο ασύγκριτη πρέπει να είναι η ωραιότητα Εκείνου που κατασκεύασε όλη αυτή την ομορφιά.
Ο πιστός δοκιμάζει πίκρες και δοκιμασίες, αλλά υποφέρει με χαρά και καρτερία, έχοντας σταθερή τη σκέψη του στο ουράνιο στεφάνι που τον περιμένει.
Ο πιστός κι’όταν ακόμη φτάσει στο κατώφλι του θανάτου δεν κυριεύεται από αγωνία και φρίκη, αλλά αντίθετα χαίρει, γιατί ξέρει ότι η αθάνατη ψυχή του θα εγκαταλείψει το ασθενικό του σώμα και θα πετάξει ελεύθερη στη χαρά της αιωνιότητος και θα ευφραίνεται αιωνίως κοντά στον Πλάστη της.
Ο Καϊσαρ έπρεπε κάποτε να περάσει αμέσως ένα ποταμό. Το ρεύμα όμως ήταν τόσο ορμητικό και τόσο δυνατά φυσούσε ο αέρας, ώστε ο πλοίαρχος της λέμβου καταφοβισμένος δεν εννοούσε να ξεκινήσει. Ο Καϊσαρ όμως πήδηξε αποφασιστικά στη λέμβο και του φώναξε ατάραχος.
−Τράβα εμπρός. Ο Καϊσαρ είναι μαζί σου, μη φοβάσαι.
Κι εσύ, παιδί μου, όταν θα έρθει η στιγμή να αντιμετωπίσεις το άγριο ρεύμα της ζωής και θα βλέπεις απειλητικά να σηκώνονται μπροστά σου τα κύματα για να σε εμποδίσουν να βαδίσεις το δρόμο της αγνότητος και της πίστεως, μην αφήσεις να κυριεύσει την καρδιά σου φόβος. Στάσου σταθερός κι’ατάραχος και στρέφοντας αποφασιστικά το τιμόνι σου αντίθετα στη θύελλα, πές:
−Δεν φοβάμαι! Μαζί μου είναι ο Θεός!
Θα’χεις ακούσει ίσως τους φίλους σου να λένε ότι ο Χριστιανισμός θα σε κάνει αδρανή και μοιρολάτρη. Τίποτε πιο ανακριβές δεν υπάρχει απ’την αντίληψη αυτή. Ο Χριστιανισμός, παιδί μου, όχι μόνο μοιρολάτρη δεν θα σε κάνει, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Θα σου δώσει τη δύναμη της αποφασιστικότητας, τη διάθεση για δουλειά, τη γεναιότητα στις δυσκολίες. Και όλα αυτά γιατί σε διδάσκει να προσεύχεσαι και να ζητάς τη βοήθεια του Θεού κι’ακόμη γιατί σε καθοδηγεί να έχεις απόλυτη και σταθερή εμπιστοσύνη στον Ουράνιο Πατέρα σου. Αυτό είναι το υπέροχο και ακριβό μυστικό του Χριστιανού νέου.
Θέλεις ένα χειροπιαστό παράδειγμα;
Ένα καράβι δοκιμαζόταν σκληρά από την άγρια θύελλα. Τα κύματα το χτυπούσαν αλύπητα και οι επιβάτες είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι αυτές ήταν οι τελευταίες τους στιγμές. Αγωνία κατείχε τους πάντες. Μέσα όμως στη γενική απελπισία, ο μόνος που διατηρούσε την ψυχραιμία του και δεν έδειχνε το παραμικρό ίχνος ανησυχίας ήταν ένα μικρό παιδί. Ατάραχο κι’αδιάφορο για ότι συνέβαινε γύρω του έπαιζε.
−Δεν φοβάσε λοιπόν εσύ μικρέ; Το ρώτησε κάποιος επιβάτης.
−Όχι! απάντησε το παιδί. Γιατί να φοβηθώ; Το τιμόνι του πλοίου, το κρατά ο πατέρας μου!
Να παράδειγμα απολύτου εμπιστοσύνης που πρέπει να μιλήσει στην ψυχή του κάθε νέου. Ευτυχισμένος θα είσαι, παιδί μου, αν μέσα στις θύελλες και τις συμφορές της ζωής, μένεις κι’εσύ το ίδιο ατάραχος και λες:
−Δεν φοβάμαι! Το τιμόνι της ζωής μου το κρατά ο Πατέρας μου, ο Θεός!
Η πεποίθηση αυτή θα σε γεμίσει θάρρος. Θα σε κάνει δυνατό. Θα σε κάνει να ξεχωρίζεις απ’όλους τους άλλους φίλους σου, που στην πρώτη δοκιμασία, απογοητεύονται και τα χάνουν. Για σένα ότι κι’αν συμβεί, η μόνη λέξη που θα σου είναι άγνωστη, θα είναι η λέξη «απελπισία».
Και ξέρεις παιδί μου, πού οδηγεί η απελπισία; Στο θάνατο! Αμφιβάλλεις;
Κίνησαν κάποτε δυό βάτραχοι να κάνουν το γύρο του κόσμου. Πηγαίνοντας όμως δεν πρόσεξαν, κι’έπεσαν μέσα σ’ένα δοχείο με γάλα. Ο ένας έχασε αμέσως το θάρρος του, απελπίστηκε, εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια και πριν περάσει πολύ ώρα είχε πνηγεί.
Ο άλλος όμως δεν έχασε το θάρρος του.
−Είναι βέβαια πολύ σοβαρό αυτό που έπαθα, σκέφτηκε. Μπορεί να μου στοιχίσει τη ζωή. Γιατί όμως να παραδοθώ χωρίς να προσπαθήσω;
Κι’άρχισε, για ώρα πολύ, να κάνει κάθε είδους κίνηση και να προσπαθεί μ’όλες του τις δυνάμεις, ώσπου εξαντλήθηκε τελείως κι’απελπισμένος σκέφτηκε:
−Ήρθε το τέλος μου… Τίποτε δεν κατάφερα… σε λίγο θα είμαι στο βυθό.
Εκεί όμως που δεν είχε πια καμμιά ελπίδα, ένοιωσε κάτω από τα πόδια του κάτι στερεό… κάτι που γινόταν συνεχώς μεγαλύτερο. Βρέθηκε δηλαδή ο φίλος μας, πάνω σ’ένα κομμάτι βούτυρο! Καταλαβαίνεις βέβαια τι συνέβει. Χτυπώντας τόση ώρα το γάλα, το έκανε βούτυρο κι έτσι απέκτησε τη βάση απ’την οποία πήδηξε στην ελευθερία.
Μα τα δώρα της πίστεως δεν σταματούν. Μια άλλη πολύτιμη προσφορά της είναι και η γαλήνη μπροστά στο θάνατο.
Στον κόσμο αυτό, η ζωή και ο θάνατος συνεχώς εναλλάσονται. Οι πολλοί άνθρωποι, μπροστά στο φαινόμενο του θανάτου καταλαμβάνονται από τρόμο. Μόνο ο πιστός Χριστιανός μένει ήρεμος και γαλήνιος γιατί γνωρίζει ότι ο θάνατος δεν είναι εκμηδένιση οριστική, δεν είναι κλείσιμο παντοτεινό του βιβλίου, αλλά αντιθέτως είναι άνοιγμα ενός νέου βιβλίου πιο λαμπρού, είναι πέρασμα σε κόσμους πιο ευτυχισμένους και φωτεινούς.
Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να συγκριθεί σε ευτυχία με τον πιστό.
Ο πιστός βλέπει γύρω του την ομορφιά της φύσεως και σκέφτεται αμέσως πόσο ασύγκριτη πρέπει να είναι η ωραιότητα Εκείνου που κατασκεύασε όλη αυτή την ομορφιά.
Ο πιστός δοκιμάζει πίκρες και δοκιμασίες, αλλά υποφέρει με χαρά και καρτερία, έχοντας σταθερή τη σκέψη του στο ουράνιο στεφάνι που τον περιμένει.
Ο πιστός κι’όταν ακόμη φτάσει στο κατώφλι του θανάτου δεν κυριεύεται από αγωνία και φρίκη, αλλά αντίθετα χαίρει, γιατί ξέρει ότι η αθάνατη ψυχή του θα εγκαταλείψει το ασθενικό του σώμα και θα πετάξει ελεύθερη στη χαρά της αιωνιότητος και θα ευφραίνεται αιωνίως κοντά στον Πλάστη της.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Η θρησκεία στη ζωή σου
Το πολυτιμότερο πράγμα στη ζωή σου είναι η Θρησκεία.
Αυτή σου γεμίζει τη ζωή με σκοπό.
Αυτή σε πλημμυρίζει με ενθουσιασμό ώστε ν’αγωνισθείς με διάθεση για το σκοπό σου.
Αυτή σου δίνει το φώς που φωτίζει το δρόμο της ζωής σου.
Αυτή χρωματίζει όλες σου τις πράξεις, ότι κιαν κάνεις, ώστε όλα να παίρνουν αξία και να γίνωνται αξιόμισθα.
Αυτή κάνει τη ζωή σου αληθινή προσευχή προς το Θεό και ακατάπαυστη δοξολογία στον Πανάγαθο Κύριο.
Βλέπω όμως, παιδί μου, μέσα στα μάτια σου, να σχηματίζεται μια απορία. Κάτι θέλεις να με ρωτήσεις, έτσι δεν είναι; Λοιπόν σ’ακούω.
«Η θρησκεία όμως, δεν έχει μόνο δώρα. Έχει κι’υποχρεώσεις. Έχει και καθήκοντα. Έχει και εντολές. Πώς λοιπόν θα είμαι άνθρωπος ελεύθερος, αφού γύρω μου θα υπάρχουν τόσα δεσμά»;
Βεβαίως και έχει εντολές η θρησκεία. Μου φαίνεται όμως ότι δεν σκέφτεσαι καλά όταν νομίζεις ότι οι εντολές του Θεού είναι για σένα δεσμά. Αντίθετα είναι μεγάλη ευεργεσία.
Οι αστρονόμοι μας βεβαιώνουν ότι αν έστω κι’ένα μονάχα άστρο ξέφευγε από την τροχιά του, ολόκληρος ο κόσμος θα καταστρεφόταν. Εκείνοι λοιπόν που κρατούν το Σύμπαν στη ζωή είναι οι φυσικοί νόμοι.
Το ίδιο συμβαίνει, παιδί μου, και με την ανθρώπινη ζωή. Αυτό που την συγκρατεί, την στηρίζει, της δίνει αξία και χαρά, είναι ο νόμος του Θεού. Πρέπει λοιπόν να καταλάβεις ότι τηρώντας τις εντολές του Θεού, δεν κάνεις τίποτε άλλο παρά να ευεργετείς τον ίδιο σου τον εαυτό, γιατί από την τήρηση αυτή των εντολών του Θεού, εξαρτάται η ευτυχία σου.
Εγώ θέλω να προχωρήσω, παιδί μου, ακόμη περισσότερο και να σου πω ότι οι δέκα εντολές που πριν τόσες χιλιάδες χρόνια νομοθέτησε ο Θεός, είναι ακόμη και θα είναι για πάντα, απολύτως απαραίτητες για οποιαδήποτε κοινωνία ανθρώπων. Χωρίς αυτές είναι αδύνατο να σταθεί κοινωνία. Αν λοιπόν δεν μας τις έδινε ο Θεός, έπρεπε οπωσδήποτε να τις επινοήσουμε.
Οι δέκα εντολές, δεν είναι τα δεσμά της ζωής μας. Είναι αντιθέτως το προστατευτικό μας τοίχος. Είναι αυτές που κάνουν την ανθρώπινη ζωή αξία να την ζει κανείς.
Για να σου φύγει κάθε αμφιβολία έλα να τις εξετάσουμε μία-μία.
Η πρώτη εντολή μας διδάσκει την λατρεία του ενός και μόνου αληθινού Θεού. Όταν σκεφτούμε την κατάπτωση του ειδωλολατρικού κόσμου και τι είδους θεούς λάτρευε, όταν σκεφτούμε σε πιο σκοτάδι θα βρισκόμαστε χωρίς την εντολή αυτή την πρώτη, τότε θα εκτιμήσουμε την αξία της καθώς και της δεύτερης που την συμπληρώνει.
Η τρίτη εντολή μας δείχνει πόσο ιερό πράγμα είναι ο όρκος και μας προτρέπει, να είμαστε πάντοτε ευθείς και ειλικρινείς. Ποιός μπορεί ν’αμφισβητήσει ότι η ευθύτητα και η ειλικρίνεια είναι πράγματα απαραίτητα για την πρόοδο του ατόμου και της κοινωνίας;
Η τέταρτη εντολή μας εξασφαλίζει την σωματική ανάπαυση που είναι τόσο απαραίτητη στα κουρασμένα μας μέλη.
Η πέμπτη εντολή στηρίζει την οικογένεια σε βάσεις γερές κι’αυτό πόσο σπουδαίο είναι για την κοινωνική ισορροπία το καταλαβαίνεις.
Η έκτη εντολή είναι αυτή που επέβαλε το σεβασμό της ζωής μας, που ήταν πράγμα τόσο ευτελές την εποχή εκείνη.
Η έβδομη εντολή είναι ο προστάτης της αγνότητος και η βάση για τη δημιουργία γερής και ρωμαλέας γενειάς, προλαμβάνουσα τις σαρκικές παρεκτροπές.
Η όγδοη και η δέκατη εντολή είναι οι προστάτες της ιδιοκτησίας.
Η ενάτη εντολή μας απαλλάσει από την πληγή του ψεύδους.
Μπορείς τώρα παιδί μου, να μην ομολογήσεις ότι οι δέκα εντολές είναι αληθινή ευλογία Θεού για την κοινωνία;
Η ζωή θα ήταν πολύ διαφορετική, πολύ καλλίτερη, αν όλοι οι άνθρωποι τηρούσαν με συνέπεια τις δέκα εντολές. Οι φυλακές και οι αστυνομίες θα ήταν περιττές, πολύ δε λιγότεροι θα ήταν οι άρρωστοι και τα νοσοκομεία. Τα ψυχιατρεία θα έλλειπαν. Το διαζύγιο θα ήταν άγνωστο. Οι κλειδαριές στις πόρτες θα ήταν περιττές και η τάξη των ελεγκτών άχρηστη. Οι τόσες κακίες που ασχημίζουν τη ζωή θα έλλειπαν και ο πόλεμος δεν θα έβρισκε τρόπο να ξαπλώσει τα μαύρα φτερά του.
Η όψη της γης θα γινόταν τελείως διαφορετική αν οι άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να συμμορφωθούν με τις εντολές του Θεού και να ακολουθούν πιστά το νόμο Του.
Το αν βέβαια οι άλλοι υπακούουν στους νόμους του Θεού, αυτό είναι κάτι που δεν μπορείς να το ρυθμίσεις εσύ. Το αν όμως εσύ θα υπακούσεις και θα συμμορφωθείς ή όχι, αυτό είναι κάτι που σε αφορά απολύτως και εξαρτάται από σένα.
Από τη στάση σου, παιδί μου, απέναντι στο νόμο του Θεού, εξαρτάται η ευτυχία σου στον κόσμο αυτό, αλλά και στην αιωνιότητα. Από σένα θα εξαρτηθεί αν θα κερδίσεις τα αγαθά τα «ητοιμασμένα από καταβολη̃ς κόσμου» ή θα δοκιμάσεις την τύχη του αποστάτη που πέφτει στα χέρια Εκείνου που με τόση αγνωμοσύνη αρνήθηκε.
Το πολυτιμότερο πράγμα στη ζωή σου είναι η Θρησκεία.
Αυτή σου γεμίζει τη ζωή με σκοπό.
Αυτή σε πλημμυρίζει με ενθουσιασμό ώστε ν’αγωνισθείς με διάθεση για το σκοπό σου.
Αυτή σου δίνει το φώς που φωτίζει το δρόμο της ζωής σου.
Αυτή χρωματίζει όλες σου τις πράξεις, ότι κιαν κάνεις, ώστε όλα να παίρνουν αξία και να γίνωνται αξιόμισθα.
Αυτή κάνει τη ζωή σου αληθινή προσευχή προς το Θεό και ακατάπαυστη δοξολογία στον Πανάγαθο Κύριο.
Βλέπω όμως, παιδί μου, μέσα στα μάτια σου, να σχηματίζεται μια απορία. Κάτι θέλεις να με ρωτήσεις, έτσι δεν είναι; Λοιπόν σ’ακούω.
«Η θρησκεία όμως, δεν έχει μόνο δώρα. Έχει κι’υποχρεώσεις. Έχει και καθήκοντα. Έχει και εντολές. Πώς λοιπόν θα είμαι άνθρωπος ελεύθερος, αφού γύρω μου θα υπάρχουν τόσα δεσμά»;
Βεβαίως και έχει εντολές η θρησκεία. Μου φαίνεται όμως ότι δεν σκέφτεσαι καλά όταν νομίζεις ότι οι εντολές του Θεού είναι για σένα δεσμά. Αντίθετα είναι μεγάλη ευεργεσία.
Οι αστρονόμοι μας βεβαιώνουν ότι αν έστω κι’ένα μονάχα άστρο ξέφευγε από την τροχιά του, ολόκληρος ο κόσμος θα καταστρεφόταν. Εκείνοι λοιπόν που κρατούν το Σύμπαν στη ζωή είναι οι φυσικοί νόμοι.
Το ίδιο συμβαίνει, παιδί μου, και με την ανθρώπινη ζωή. Αυτό που την συγκρατεί, την στηρίζει, της δίνει αξία και χαρά, είναι ο νόμος του Θεού. Πρέπει λοιπόν να καταλάβεις ότι τηρώντας τις εντολές του Θεού, δεν κάνεις τίποτε άλλο παρά να ευεργετείς τον ίδιο σου τον εαυτό, γιατί από την τήρηση αυτή των εντολών του Θεού, εξαρτάται η ευτυχία σου.
Εγώ θέλω να προχωρήσω, παιδί μου, ακόμη περισσότερο και να σου πω ότι οι δέκα εντολές που πριν τόσες χιλιάδες χρόνια νομοθέτησε ο Θεός, είναι ακόμη και θα είναι για πάντα, απολύτως απαραίτητες για οποιαδήποτε κοινωνία ανθρώπων. Χωρίς αυτές είναι αδύνατο να σταθεί κοινωνία. Αν λοιπόν δεν μας τις έδινε ο Θεός, έπρεπε οπωσδήποτε να τις επινοήσουμε.
Οι δέκα εντολές, δεν είναι τα δεσμά της ζωής μας. Είναι αντιθέτως το προστατευτικό μας τοίχος. Είναι αυτές που κάνουν την ανθρώπινη ζωή αξία να την ζει κανείς.
Για να σου φύγει κάθε αμφιβολία έλα να τις εξετάσουμε μία-μία.
Η πρώτη εντολή μας διδάσκει την λατρεία του ενός και μόνου αληθινού Θεού. Όταν σκεφτούμε την κατάπτωση του ειδωλολατρικού κόσμου και τι είδους θεούς λάτρευε, όταν σκεφτούμε σε πιο σκοτάδι θα βρισκόμαστε χωρίς την εντολή αυτή την πρώτη, τότε θα εκτιμήσουμε την αξία της καθώς και της δεύτερης που την συμπληρώνει.
Η τρίτη εντολή μας δείχνει πόσο ιερό πράγμα είναι ο όρκος και μας προτρέπει, να είμαστε πάντοτε ευθείς και ειλικρινείς. Ποιός μπορεί ν’αμφισβητήσει ότι η ευθύτητα και η ειλικρίνεια είναι πράγματα απαραίτητα για την πρόοδο του ατόμου και της κοινωνίας;
Η τέταρτη εντολή μας εξασφαλίζει την σωματική ανάπαυση που είναι τόσο απαραίτητη στα κουρασμένα μας μέλη.
Η πέμπτη εντολή στηρίζει την οικογένεια σε βάσεις γερές κι’αυτό πόσο σπουδαίο είναι για την κοινωνική ισορροπία το καταλαβαίνεις.
Η έκτη εντολή είναι αυτή που επέβαλε το σεβασμό της ζωής μας, που ήταν πράγμα τόσο ευτελές την εποχή εκείνη.
Η έβδομη εντολή είναι ο προστάτης της αγνότητος και η βάση για τη δημιουργία γερής και ρωμαλέας γενειάς, προλαμβάνουσα τις σαρκικές παρεκτροπές.
Η όγδοη και η δέκατη εντολή είναι οι προστάτες της ιδιοκτησίας.
Η ενάτη εντολή μας απαλλάσει από την πληγή του ψεύδους.
Μπορείς τώρα παιδί μου, να μην ομολογήσεις ότι οι δέκα εντολές είναι αληθινή ευλογία Θεού για την κοινωνία;
Η ζωή θα ήταν πολύ διαφορετική, πολύ καλλίτερη, αν όλοι οι άνθρωποι τηρούσαν με συνέπεια τις δέκα εντολές. Οι φυλακές και οι αστυνομίες θα ήταν περιττές, πολύ δε λιγότεροι θα ήταν οι άρρωστοι και τα νοσοκομεία. Τα ψυχιατρεία θα έλλειπαν. Το διαζύγιο θα ήταν άγνωστο. Οι κλειδαριές στις πόρτες θα ήταν περιττές και η τάξη των ελεγκτών άχρηστη. Οι τόσες κακίες που ασχημίζουν τη ζωή θα έλλειπαν και ο πόλεμος δεν θα έβρισκε τρόπο να ξαπλώσει τα μαύρα φτερά του.
Η όψη της γης θα γινόταν τελείως διαφορετική αν οι άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να συμμορφωθούν με τις εντολές του Θεού και να ακολουθούν πιστά το νόμο Του.
Το αν βέβαια οι άλλοι υπακούουν στους νόμους του Θεού, αυτό είναι κάτι που δεν μπορείς να το ρυθμίσεις εσύ. Το αν όμως εσύ θα υπακούσεις και θα συμμορφωθείς ή όχι, αυτό είναι κάτι που σε αφορά απολύτως και εξαρτάται από σένα.
Από τη στάση σου, παιδί μου, απέναντι στο νόμο του Θεού, εξαρτάται η ευτυχία σου στον κόσμο αυτό, αλλά και στην αιωνιότητα. Από σένα θα εξαρτηθεί αν θα κερδίσεις τα αγαθά τα «ητοιμασμένα από καταβολη̃ς κόσμου» ή θα δοκιμάσεις την τύχη του αποστάτη που πέφτει στα χέρια Εκείνου που με τόση αγνωμοσύνη αρνήθηκε.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Η επανάσταση των δέντρων
Έχεις ακούσει για την επανάσταση των δέντρων; Είναι μια πολύ διδακτική ιστορία.
Μέσα σε μια ψηλή και περήφανη λεύκα γεννήθηκε κάποτε μια σκέψη αλαζονική με την οποία ξεσήκωσε ολόκληρο το δάσος.
«Αδέλφια μου−είπε στα άλλα δέντρα−το έχετε άραγε σκεφτεί ότι εμείς είμαστε οι πραγματικοί κύριοι της γης, αφού ούτε οι άνθρωποι ούτε τα ζώα είναι δυνατόν να ζήσουν χωρίς εμάς! Εμείς τους δίνουμε τροφή, δροσιά, υγεία. Όλοι λοιπόν έχουν την ανάγκη μας, ενώ εμείς δεν έχουμε από κανέναν ανάγκη. Ας λένε μερικοί ανόητοι ότι η ζωή μας εξαρτάται από τον ήλιο. Αυτό είναι παραμύθι που μας το λένε για να μας φοβίσουν. Μη το πιστεύετε λοιπόν αδέλφια. Είναι ανοησία. Είναι κουταμάρα που κανένα προωδευμένο και έξυπνο δέντρο δεν πρέπει να την πιστεύει!»
Μερικοί γεροπλάτανοι σαν άκουσαν αυτά τα απερίσκεπτα λόγια διαμαρτυρήθηκαν∙ η λεύκα όμως παίρνοντας θάρρος από τη σιωπή των νέων δέντρων που τα λόγια της τους άρεσαν, συνέχισε.
«Ξέρω, είπε, ότι μερικά παλιά, οπισθοδρομικά δέντρα , πιστεύουν το παραμύθι του ήλιου. Εμπιστεύομαι όμως στην προοδευτική νέα γεννιά, που έχει τόσο πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα της ελευθερίας. Γι’αυτό είμαι βέβαιη ότι η νέα γεννιά θα αποτινάξει το βαρύ ζυγό του ήλιου.
Εμπρός αδέλφια! Όλοι στον αγώνα της ελευθερίας. Ήρθε η μέρα να καταστραφεί το παλιοφάναρο που είναι κρεμασμένο στον ουρανό. Ζήτω η ελευθερία!»
Τα νέα δέντρα ζητωκραύγασαν μ’ενθουσιασμό και ήταν τόση η ορμή τους ώστε μέσα της πνίγηκε κάθε διαμαρτυρία των παλιών συνετών δέντρων.
Συνεπαρμένη από το θρίαμβό της η λεύκα συμπλήρωσε:
«Από σήμερα, αδέλφια, αρχίζει ο αγώνας μας! Προσέξτε να σας πω πώς θα πολεμήσουμε. Την ημέρα που ο εχθρός μας ο ήλιος μας πολεμά θα κρυβόμαστε και θα σταματούμε κάθε κίνηση. Τη νύχτα όμως θα αφήνουμε να ξεχυλίζει ο ζήλος μας.
Την νύχτα θ’ανθίζουμε. Την νύχτα θα σκορπάμε το άρωμά μας. Την νύχτα θα καρποφορούμε. Κάτω ο ήλιος. Ζήτω η ελευθερία!
Μετά την επαναστατική αγόρευση της λεύκας η συνέλευση των δέντρων διελύθει με την απόφαση να αρχίσει αμέσως η επανάσταση κατά του ήλιου.
Έτσι από τη μέρα εκείνη, έβλεπε κανείς το παράξενο θέαμα, όταν ο ήλιος ανέτελλε, τα δέντρα και όλα τα φυτά να μαζεύουν τα φύλλα τους και να κλείνουν τα λουλούδια τους, για να τ’ανοίξουν τη νύχτα προσπαθώντας να ζωογονηθούν από το λιγοστό κι’αδύνατο φως της σελήνης και των άστρων.
Δεν άργησαν όμως να φανούν τ’αποτελέσματα της εξωφρενικής αυτής επαναστάσεως. Το σιτάρι που αγέρωχα άλλοτε κρατούσε το κεφάλι του ψηλά, άρχισε να σέρνεται στη γη. Τα φύλλα των δέντρων ζάρωσαν και κιτρίνισαν. Τα λουλούδια μαράθηκαν. Έλεγες πως είχε αρχίσει ο χειμώνας κι’ας ήταν μόλις η αρχή του καλοκαιριού.
Μπροστά σ’αυτή την αθλιότητα, άρχισαν ν’ακούγωνται οι πρώτες διαμαρτυρίες εναντίον της λεύκας που τους είχε ξεσηκώσει σ’ένα τόσο ανόητο αγώνα. Εκείνη όμως με πείσμα προσπάθησε να τονώσει το θάρρος τους.
«Μη χάνετε το θάρρος σας αδέλφια. Η νίκη είναι δική μας! Δεν βλέπετε πόσο ωραιότερα μας έκανε η ελευθερία; Αν έχουμε κάπως αδυνατίσει τι σπουδαίο είναι; Αυτό είναι φυσική συνέπεια του αγώνα. Είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια. Το σπουδαίο, που ποτέ δεν πρέπει να το ξεχνάτε, είναι ότι χάρη στον αγώνα μας αποκτήσαμε λεπτότητα, ελευθερία, ατομισμό!»
Λίγα ανόητα δέντρα ξαναπίστεψαν τα λόγια της λεύκας και συνέχισαν τον ανθηλιακό τους αγώνα.
Τα πιο πολλά όμως κατάλαβαν τον κίνδυνο, μετάνοιωσαν και ξανάνοιξαν τα φύλλα και τα άνθη τους στις ζωογόνες ακτίνες του ήλιου. Δεν άργησαν ν’ακολουθήσουν το παράδειγμά τους και οι πιο φανατικοί αντάρτες. Κι’έτσι, μονάχα η περήφανη λεύκα συνέχισε τον ανόητο αγώνα της. Όταν όμως ξαναήρθε η άνοιξη και το δάσος ξαναντύθηκε την πράσινη, λαμπερή του στολή, μόνο η λεύκα παρουσίαζε θέαμα αποκρουστικό. Έδινε την εντύπωση ενός νεκρού μέσα στη σφύζουσα ζωή.
Ποιός θα το πίστευε όμως ότι η φανταστική αυτή ανταρσία που τόσο ανόητη φαίνεται σε κάθε λογικό άνθρωπο, θα γινόταν στ’αλήθεια από το δημιούργημα εκείνο που προικίστηκε με μυαλό;
Νόμισε − και νομίζει δυστυχώς και τώρα − ο άνθρωπος, ότι η υπακοή στον Ήλιο της Δικαιοσύνης, στο Θεό, είναι δουλεία, είναι σκλαβιά∙ και επαναστατεί για να βρει την ελευθερία του∙ κι’αντί γι’αυτήν, βρίσκει το θάνατο.
Πρόσεξε, παιδί μου, μήπως παρασυρθείς κι’εσύ απ’το θλιβερό παράδειγμα των ανθρώπων εκείνων που μιμούνται την ανόητη λεύκα.
Είναι μεγάλος ο κίνδυνος, γιατί λίγοι δυστυχώς παίρνουν τη ζωή τους στα σοβαρά. Οι πολλοί παρασύρονται απ’την επιπολαιότητά τους και την απειρία τους με συνέπειες οδυνηρές. Προσπαθούν να σκοτώσουν, όπως λένε, την ώρα τους, και μαζί μ’αυτή σκοτώνουν και την ψυχή τους.
Όταν προσπαθήσεις να τους συνεφέρεις και να τους κάνεις να σκεφτούν σοβαρά, σε κοιτάζουν με ειρωνία και κάνουν ότι μπορούν για να απαλαγούν από την ενοχλητική παρουσία σου.
Είναι δυστυχώς αλήθεια ότι το συνηθέστερο πράγμα είναι οι άνθρωποι εκείνοι που άλλο δεν κάνουν παρά να προσπαθούν να γεμίσουν τις τσέπες τους χρήματα και το στομάχι τους φαγητά και τη ζωή τους ηδονές. Γι’αυτούς τους δυστυχισμένους, είπε ο συγγραφεύς της Αποκαλύψεως ότι είναι ζωντανοί μόνο κατ’όνομα, ενώ στην πραγματικότητα είναι νεκροί (Αποκ. γ΄.1).
Είναι αφάνταστη η πνευματική τύφλωση∙ και η ηθική αναισθησία τους. Μοιάζουν με τα άμυαλα εκείνα πουλιά που βρίσκουν όλη τους την ευτυχία στους λίγους σπόρους ή τα σκουλίκια της γης.
Δεν μπορούν να σκεφτούν το μεγαλείο του αετού που ελεύθερος και μεγαλοπρεπής διασχίζει τα ύψη.
Κι’είναι στ’αλήθεια αετός ο άνθρωπος εκείνος που αγκαλιάζει με το μυαλό του το μεγαλείο της αιωνιότητος.
Πρόσεξε λοιπόν, παιδί μου, μήπως κλείσεις τα άνθη σου στις ακτίνες του νοητού ήλιου, γιατί έτσι θα καταδικάσεις τον εαυτό σου, μόνος σου, στο μαρασμό και το θάνατο.
Έχεις ακούσει για την επανάσταση των δέντρων; Είναι μια πολύ διδακτική ιστορία.
Μέσα σε μια ψηλή και περήφανη λεύκα γεννήθηκε κάποτε μια σκέψη αλαζονική με την οποία ξεσήκωσε ολόκληρο το δάσος.
«Αδέλφια μου−είπε στα άλλα δέντρα−το έχετε άραγε σκεφτεί ότι εμείς είμαστε οι πραγματικοί κύριοι της γης, αφού ούτε οι άνθρωποι ούτε τα ζώα είναι δυνατόν να ζήσουν χωρίς εμάς! Εμείς τους δίνουμε τροφή, δροσιά, υγεία. Όλοι λοιπόν έχουν την ανάγκη μας, ενώ εμείς δεν έχουμε από κανέναν ανάγκη. Ας λένε μερικοί ανόητοι ότι η ζωή μας εξαρτάται από τον ήλιο. Αυτό είναι παραμύθι που μας το λένε για να μας φοβίσουν. Μη το πιστεύετε λοιπόν αδέλφια. Είναι ανοησία. Είναι κουταμάρα που κανένα προωδευμένο και έξυπνο δέντρο δεν πρέπει να την πιστεύει!»
Μερικοί γεροπλάτανοι σαν άκουσαν αυτά τα απερίσκεπτα λόγια διαμαρτυρήθηκαν∙ η λεύκα όμως παίρνοντας θάρρος από τη σιωπή των νέων δέντρων που τα λόγια της τους άρεσαν, συνέχισε.
«Ξέρω, είπε, ότι μερικά παλιά, οπισθοδρομικά δέντρα , πιστεύουν το παραμύθι του ήλιου. Εμπιστεύομαι όμως στην προοδευτική νέα γεννιά, που έχει τόσο πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα της ελευθερίας. Γι’αυτό είμαι βέβαιη ότι η νέα γεννιά θα αποτινάξει το βαρύ ζυγό του ήλιου.
Εμπρός αδέλφια! Όλοι στον αγώνα της ελευθερίας. Ήρθε η μέρα να καταστραφεί το παλιοφάναρο που είναι κρεμασμένο στον ουρανό. Ζήτω η ελευθερία!»
Τα νέα δέντρα ζητωκραύγασαν μ’ενθουσιασμό και ήταν τόση η ορμή τους ώστε μέσα της πνίγηκε κάθε διαμαρτυρία των παλιών συνετών δέντρων.
Συνεπαρμένη από το θρίαμβό της η λεύκα συμπλήρωσε:
«Από σήμερα, αδέλφια, αρχίζει ο αγώνας μας! Προσέξτε να σας πω πώς θα πολεμήσουμε. Την ημέρα που ο εχθρός μας ο ήλιος μας πολεμά θα κρυβόμαστε και θα σταματούμε κάθε κίνηση. Τη νύχτα όμως θα αφήνουμε να ξεχυλίζει ο ζήλος μας.
Την νύχτα θ’ανθίζουμε. Την νύχτα θα σκορπάμε το άρωμά μας. Την νύχτα θα καρποφορούμε. Κάτω ο ήλιος. Ζήτω η ελευθερία!
Μετά την επαναστατική αγόρευση της λεύκας η συνέλευση των δέντρων διελύθει με την απόφαση να αρχίσει αμέσως η επανάσταση κατά του ήλιου.
Έτσι από τη μέρα εκείνη, έβλεπε κανείς το παράξενο θέαμα, όταν ο ήλιος ανέτελλε, τα δέντρα και όλα τα φυτά να μαζεύουν τα φύλλα τους και να κλείνουν τα λουλούδια τους, για να τ’ανοίξουν τη νύχτα προσπαθώντας να ζωογονηθούν από το λιγοστό κι’αδύνατο φως της σελήνης και των άστρων.
Δεν άργησαν όμως να φανούν τ’αποτελέσματα της εξωφρενικής αυτής επαναστάσεως. Το σιτάρι που αγέρωχα άλλοτε κρατούσε το κεφάλι του ψηλά, άρχισε να σέρνεται στη γη. Τα φύλλα των δέντρων ζάρωσαν και κιτρίνισαν. Τα λουλούδια μαράθηκαν. Έλεγες πως είχε αρχίσει ο χειμώνας κι’ας ήταν μόλις η αρχή του καλοκαιριού.
Μπροστά σ’αυτή την αθλιότητα, άρχισαν ν’ακούγωνται οι πρώτες διαμαρτυρίες εναντίον της λεύκας που τους είχε ξεσηκώσει σ’ένα τόσο ανόητο αγώνα. Εκείνη όμως με πείσμα προσπάθησε να τονώσει το θάρρος τους.
«Μη χάνετε το θάρρος σας αδέλφια. Η νίκη είναι δική μας! Δεν βλέπετε πόσο ωραιότερα μας έκανε η ελευθερία; Αν έχουμε κάπως αδυνατίσει τι σπουδαίο είναι; Αυτό είναι φυσική συνέπεια του αγώνα. Είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια. Το σπουδαίο, που ποτέ δεν πρέπει να το ξεχνάτε, είναι ότι χάρη στον αγώνα μας αποκτήσαμε λεπτότητα, ελευθερία, ατομισμό!»
Λίγα ανόητα δέντρα ξαναπίστεψαν τα λόγια της λεύκας και συνέχισαν τον ανθηλιακό τους αγώνα.
Τα πιο πολλά όμως κατάλαβαν τον κίνδυνο, μετάνοιωσαν και ξανάνοιξαν τα φύλλα και τα άνθη τους στις ζωογόνες ακτίνες του ήλιου. Δεν άργησαν ν’ακολουθήσουν το παράδειγμά τους και οι πιο φανατικοί αντάρτες. Κι’έτσι, μονάχα η περήφανη λεύκα συνέχισε τον ανόητο αγώνα της. Όταν όμως ξαναήρθε η άνοιξη και το δάσος ξαναντύθηκε την πράσινη, λαμπερή του στολή, μόνο η λεύκα παρουσίαζε θέαμα αποκρουστικό. Έδινε την εντύπωση ενός νεκρού μέσα στη σφύζουσα ζωή.
Ποιός θα το πίστευε όμως ότι η φανταστική αυτή ανταρσία που τόσο ανόητη φαίνεται σε κάθε λογικό άνθρωπο, θα γινόταν στ’αλήθεια από το δημιούργημα εκείνο που προικίστηκε με μυαλό;
Νόμισε − και νομίζει δυστυχώς και τώρα − ο άνθρωπος, ότι η υπακοή στον Ήλιο της Δικαιοσύνης, στο Θεό, είναι δουλεία, είναι σκλαβιά∙ και επαναστατεί για να βρει την ελευθερία του∙ κι’αντί γι’αυτήν, βρίσκει το θάνατο.
Πρόσεξε, παιδί μου, μήπως παρασυρθείς κι’εσύ απ’το θλιβερό παράδειγμα των ανθρώπων εκείνων που μιμούνται την ανόητη λεύκα.
Είναι μεγάλος ο κίνδυνος, γιατί λίγοι δυστυχώς παίρνουν τη ζωή τους στα σοβαρά. Οι πολλοί παρασύρονται απ’την επιπολαιότητά τους και την απειρία τους με συνέπειες οδυνηρές. Προσπαθούν να σκοτώσουν, όπως λένε, την ώρα τους, και μαζί μ’αυτή σκοτώνουν και την ψυχή τους.
Όταν προσπαθήσεις να τους συνεφέρεις και να τους κάνεις να σκεφτούν σοβαρά, σε κοιτάζουν με ειρωνία και κάνουν ότι μπορούν για να απαλαγούν από την ενοχλητική παρουσία σου.
Είναι δυστυχώς αλήθεια ότι το συνηθέστερο πράγμα είναι οι άνθρωποι εκείνοι που άλλο δεν κάνουν παρά να προσπαθούν να γεμίσουν τις τσέπες τους χρήματα και το στομάχι τους φαγητά και τη ζωή τους ηδονές. Γι’αυτούς τους δυστυχισμένους, είπε ο συγγραφεύς της Αποκαλύψεως ότι είναι ζωντανοί μόνο κατ’όνομα, ενώ στην πραγματικότητα είναι νεκροί (Αποκ. γ΄.1).
Είναι αφάνταστη η πνευματική τύφλωση∙ και η ηθική αναισθησία τους. Μοιάζουν με τα άμυαλα εκείνα πουλιά που βρίσκουν όλη τους την ευτυχία στους λίγους σπόρους ή τα σκουλίκια της γης.
Δεν μπορούν να σκεφτούν το μεγαλείο του αετού που ελεύθερος και μεγαλοπρεπής διασχίζει τα ύψη.
Κι’είναι στ’αλήθεια αετός ο άνθρωπος εκείνος που αγκαλιάζει με το μυαλό του το μεγαλείο της αιωνιότητος.
Πρόσεξε λοιπόν, παιδί μου, μήπως κλείσεις τα άνθη σου στις ακτίνες του νοητού ήλιου, γιατί έτσι θα καταδικάσεις τον εαυτό σου, μόνος σου, στο μαρασμό και το θάνατο.
Το χαμόγελο είναι το φως του προσώπου μας που δείχνει πώς η καρδιά μας είναι μέσα.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
¨ Μου είναι αδιάφορο! ..
Είναι αλήθεια ότι άπιστοι με όλη τη σημασία της λέξεως, λίγοι υπάρχουν. Αντιθέτως είναι πολλοί εκείνοι που ενώ δεν αρνούνται φανερά την πίστη, εν τούτοις δεν ζουν σύμφωνα με ότι αυτή καθορίζει.
Οι άνθρωποι αυτοί είναι αληθινά δυστυχισμένοι. Περισσότερο δυστυχισμένοι κι’από τους άπιστους. Είναι οι δειλοί, που δεν έχουν το σθένος να ενταχθούν σε μια παράταξη, αλλά μένουν διαρκώς αμφιταλαντευόμενοι, όπως θαυμάσια τους περιέγραψε ο Δάντης στην «Κόλαση». Είναι οι χλιαροί της Αποκαλύψεως τους οποίους ο Κύριος αποστρέφεται.
Αισθάνομαι λύπη αληθινή, όταν ανάμεσα στους ανθρώπους αυτούς διακρίνω και πολλούς νέους, που είναι μάλιστα και καλοί μαθητές και επιδίδονται σε πράγματα πολλά με αρκετή επιτυχία και μόνο για ένα − το σπουδαιότερο − αδιαφορούν. Για το αιώνιο μέλλον τους.
Πώς έφτασαν αλήθεια τα δύστυχα αυτά παιδιά στο θλιβερό αυτό σημείο; Η απάντηση δεν είναι τόσο εύκολη, γιατί οι αφορμές είναι πολλές. Καθ’ένας ίσως έχει και την ιδιαίτερη αφορμή του.
Άλλος παραπλανήθηκε απ’τα πολλά επιστημονικά και φιλοσοφικά βιβλία που διάβασε, τα οποία δημιούργησαν μέσα του ένα υπερτροφικό εγωϊσμό.
Άλλος έκοψε τις σχέσεις με την πίστη, απ’την αποστροφή που του προξένησε το κακό παράδειγμα κάποιου «πιστού» συμμαθητού του.
Οι πιο πολλοί όμως, δεν μπορούν κι’οι ίδιοι να εξηγήσουν το πώς κατάντησαν στο σημείο αυτό και βρίσκουν πρόχειρο να ρίχνουν τα βάρη στην κοινωνία.
Συναντά κανείς πολλές φορές μια αγωνιώδη προσπάθεια μερικών ανθρώπων να φανούν αδιάφοροι για το σοβαρότερο ζήτημα της ζωής τους. Μόλις τους κάνεις ένα υπαινιγμό, σου γυρίζουν τις πλάτες.
−Ωχ αδελφέ! Άφησέ με ήσυχο. Τι σχέση έχω εγώ με τους παπάδες σου!
Έτσι μιλούν οι απερίσκεπτοι ή αυτοί που φαίνονται απερίσκεπτοι. Οι δικές σου όμως σκέψεις ποιές είναι, παιδί μου;
Θέλω να πιστεύω ότι εσύ θα συναισθάνεσαι, ότι το σπουδαιότερο που έχεις να κάνεις, είναι να δώσεις οριστική και σοβαρή απάντηση στο ζήτημα του επί γης προορισμού σου.
Ότι θα κάνεις στον κόσμο αυτό, η επιτυχία σου ή η αποτυχία σ’αυτή τη ζωή, κρέμονται απ’την απάντησή σου στο ερώτημα αυτό.
Για ένα που βλέπει τα πράγματα με μάτι καθαρό, είναι τεράστια η διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο εκείνο που πέρα από τον τάφο δεν περιμένει τίποτε και σ’αυτόν που οραματίζεται μια άλλη ζωή, πιο φωτεινή και πιο χαρούμενη.
Να γιατί σου λέω παιδί μου, ότι το σπουδαιότερο που έχεις να κάνεις είναι να δώσεις όσο πιο σύντομα μπορείς, απάντηση στο βασικό αυτό ζήτημα και να θεμελιώσεις σταθερά τις πεποιθήσεις σου ώστε τίποτε να μην είναι ικανό να σε κλονίσει.
Κλείσε μέσα στην καρδιά σου το Θεό και θ’αποκτήσεις αμέσως φτερά και θα πετάξεις με ενθουσιασμό απέραντο, εκεί που καμμιά δύναμη, ούτε η μόρφωση ούτε οι θησαυροί μπορούν να σ’ανεβάσουν.
Η επιστήμη μπορεί να σε κάνει μια θαυμάσια μηχανή. Μηχανή όμως ψυχρή και ακίνητη γιατί θα της λείπει το ρεύμα∙ η κινητήρια δύναμη∙ ο Θεός.
Μη γελιέσαι, παιδί μου. Χαρακτήρας χωρίς Θεό δεν μορφώνεται. Θέληση χωρίς Θεό, είναι άχρηστη και επικίνδυνη.
Κι ο δυνατότερος λαμπτήρας είναι άχρηστος και περιττός, αν δεν τον συνδέσεις με την πηγή του ρεύματος.
Έτσι κι’ο πιο προικισμένος ανθρώπινος χαρακτήρας είναι άχρηστος, αν δεν έχει σαν βάση το Θεό που αξιοποιεί τα χαρίσματα και εμπνέει πόθους ευγενικούς και ανώτερους.
Ότι είναι η γη χωρίς τον ήλιο, η νύχτα χωρίς τη σελήνη, το κορμί χωρίς πνοή, ο άνθρωπος χωρίς σκοπό και πατρίδα, το παιδί χωρίς γονείς, η καρδιά χωρίς χαρά∙ αυτό είναι − και άπειρες φορές χειρότερο − η ψυχή εκείνη που δεν έχει μέσα της το Πνεύμα του Θεού.
Είναι αλήθεια ότι άπιστοι με όλη τη σημασία της λέξεως, λίγοι υπάρχουν. Αντιθέτως είναι πολλοί εκείνοι που ενώ δεν αρνούνται φανερά την πίστη, εν τούτοις δεν ζουν σύμφωνα με ότι αυτή καθορίζει.
Οι άνθρωποι αυτοί είναι αληθινά δυστυχισμένοι. Περισσότερο δυστυχισμένοι κι’από τους άπιστους. Είναι οι δειλοί, που δεν έχουν το σθένος να ενταχθούν σε μια παράταξη, αλλά μένουν διαρκώς αμφιταλαντευόμενοι, όπως θαυμάσια τους περιέγραψε ο Δάντης στην «Κόλαση». Είναι οι χλιαροί της Αποκαλύψεως τους οποίους ο Κύριος αποστρέφεται.
Αισθάνομαι λύπη αληθινή, όταν ανάμεσα στους ανθρώπους αυτούς διακρίνω και πολλούς νέους, που είναι μάλιστα και καλοί μαθητές και επιδίδονται σε πράγματα πολλά με αρκετή επιτυχία και μόνο για ένα − το σπουδαιότερο − αδιαφορούν. Για το αιώνιο μέλλον τους.
Πώς έφτασαν αλήθεια τα δύστυχα αυτά παιδιά στο θλιβερό αυτό σημείο; Η απάντηση δεν είναι τόσο εύκολη, γιατί οι αφορμές είναι πολλές. Καθ’ένας ίσως έχει και την ιδιαίτερη αφορμή του.
Άλλος παραπλανήθηκε απ’τα πολλά επιστημονικά και φιλοσοφικά βιβλία που διάβασε, τα οποία δημιούργησαν μέσα του ένα υπερτροφικό εγωϊσμό.
Άλλος έκοψε τις σχέσεις με την πίστη, απ’την αποστροφή που του προξένησε το κακό παράδειγμα κάποιου «πιστού» συμμαθητού του.
Οι πιο πολλοί όμως, δεν μπορούν κι’οι ίδιοι να εξηγήσουν το πώς κατάντησαν στο σημείο αυτό και βρίσκουν πρόχειρο να ρίχνουν τα βάρη στην κοινωνία.
Συναντά κανείς πολλές φορές μια αγωνιώδη προσπάθεια μερικών ανθρώπων να φανούν αδιάφοροι για το σοβαρότερο ζήτημα της ζωής τους. Μόλις τους κάνεις ένα υπαινιγμό, σου γυρίζουν τις πλάτες.
−Ωχ αδελφέ! Άφησέ με ήσυχο. Τι σχέση έχω εγώ με τους παπάδες σου!
Έτσι μιλούν οι απερίσκεπτοι ή αυτοί που φαίνονται απερίσκεπτοι. Οι δικές σου όμως σκέψεις ποιές είναι, παιδί μου;
Θέλω να πιστεύω ότι εσύ θα συναισθάνεσαι, ότι το σπουδαιότερο που έχεις να κάνεις, είναι να δώσεις οριστική και σοβαρή απάντηση στο ζήτημα του επί γης προορισμού σου.
Ότι θα κάνεις στον κόσμο αυτό, η επιτυχία σου ή η αποτυχία σ’αυτή τη ζωή, κρέμονται απ’την απάντησή σου στο ερώτημα αυτό.
Για ένα που βλέπει τα πράγματα με μάτι καθαρό, είναι τεράστια η διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο εκείνο που πέρα από τον τάφο δεν περιμένει τίποτε και σ’αυτόν που οραματίζεται μια άλλη ζωή, πιο φωτεινή και πιο χαρούμενη.
Να γιατί σου λέω παιδί μου, ότι το σπουδαιότερο που έχεις να κάνεις είναι να δώσεις όσο πιο σύντομα μπορείς, απάντηση στο βασικό αυτό ζήτημα και να θεμελιώσεις σταθερά τις πεποιθήσεις σου ώστε τίποτε να μην είναι ικανό να σε κλονίσει.
Κλείσε μέσα στην καρδιά σου το Θεό και θ’αποκτήσεις αμέσως φτερά και θα πετάξεις με ενθουσιασμό απέραντο, εκεί που καμμιά δύναμη, ούτε η μόρφωση ούτε οι θησαυροί μπορούν να σ’ανεβάσουν.
Η επιστήμη μπορεί να σε κάνει μια θαυμάσια μηχανή. Μηχανή όμως ψυχρή και ακίνητη γιατί θα της λείπει το ρεύμα∙ η κινητήρια δύναμη∙ ο Θεός.
Μη γελιέσαι, παιδί μου. Χαρακτήρας χωρίς Θεό δεν μορφώνεται. Θέληση χωρίς Θεό, είναι άχρηστη και επικίνδυνη.
Κι ο δυνατότερος λαμπτήρας είναι άχρηστος και περιττός, αν δεν τον συνδέσεις με την πηγή του ρεύματος.
Έτσι κι’ο πιο προικισμένος ανθρώπινος χαρακτήρας είναι άχρηστος, αν δεν έχει σαν βάση το Θεό που αξιοποιεί τα χαρίσματα και εμπνέει πόθους ευγενικούς και ανώτερους.
Ότι είναι η γη χωρίς τον ήλιο, η νύχτα χωρίς τη σελήνη, το κορμί χωρίς πνοή, ο άνθρωπος χωρίς σκοπό και πατρίδα, το παιδί χωρίς γονείς, η καρδιά χωρίς χαρά∙ αυτό είναι − και άπειρες φορές χειρότερο − η ψυχή εκείνη που δεν έχει μέσα της το Πνεύμα του Θεού.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Η δυστυχία της απιστίας
Ο άπιστος είναι άνθρωπος δυστυχισμένος, όσο κι’αν θέλει να κρύβεται. Βλέπει γύρω του το παναρμόνιο Σύμπαν, αντικρύζει όλα τα θαυμάσια της Δημιουργίας κι εν’τούτοις προσπαθεί να κρατά τα μάτια του κλειστά. Όλα τον ωθούν να παραδεχτεί την ύπαρξη Δημιουργού κι’αυτός επιμένει με πείσμα να τον αρνήται. Γεύεται τις καλές πράξεις των συνανθρώπων του και παρ’όλα αυτά δεν θέλει να παραδεχτεί ότι εμπνευστής των ευγενικών αυτών πράξεων είναι ο Θεός, που κάποια ημέρα όλα θα τα ανταμείψει.
Στα μάτια του συμβιβάζονται, όσο κι’αν διαμαρτύρεται κρυφά η ψυχή του, τα πιο απίθανα πράγματα. Ο δολοφόνος, που ξέφυγε απ’τη δικαιοσύνη και πεθαίνει πλούσιος από τα κλοπιμαία του θύματος, είναι γι’αυτόν ένας άνθρωπος ευτυχισμένος όπως οι τίμιοι αγωνιστές της ζωής.
Δέχεται ακόμη ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, γι’αυτό δεν αισθάνεται ηθικούς δισταγμούς και προσπαθεί συνεχώς να καταπνίγει τη φωνή της συνειδήσεως που διαμαρτύρεται.
Πώς να μην είναι δυστυχισμένος ένας τέτοιος άνθρωπος;
Η ζωή πολλές φορές είναι κουραστική, σκληρή. Οι κόποι και οι ταλαιπωρίες της μας γεμίζουν πολλές φορές αηδία και η ψυχή μας κυριεύεται από μια βαρειά μελαγχολία. Η σκέψη μας τότε κατακλύζεται από ερωτήματα. «Γιατί ζώ; Ποιός είναι ο σκοπός μου; Ποιό είναι το συμφέρον που έχω απ’τη ζωή;»
Αλλοίμονο σ’εκείνον που θα φτάσει σ’αυτή την κατάσταση και δεν θάναι σε θέση να απαντήσει ότι έχει σκοπό μεγάλο, υψηλό, ουράνιο.
Αλλοίμονο σ’αυτόν που δεν θα στηριχθεί σ’αυτές τις φοβερές στιγμές, στο μόνο δυνατό κι’ασάλευτο στήριγμα, στο Θεό.
Πίστεψε, παιδί μου, ότι η ζωή χωρίς το Θεό είναι αληθινά ανυπόφορη.
Ο Βίσμαρκ έλεγε ότι ο άνθρωπος που δεν πιστεύει και δεν θέλει ν’αναγνωρίσει το Θεό είναι αναπόφευκτο να καταντήσει στο σημείο να θεωρεί τη ζωή ανυπόφορη.
Ιδανικά χωρίς Θεό, δεν υπάρχουν.
Ελπίδα χωρίς Θεό, δεν μπορεί να δοκιμάζει η ψυχή.
Χωρίς Θεό, η ζωή γίνεται ζωώδης, θλιβερή, μαύρη.
Πρόσεχε λοιπόν, παιδί μου. Η πίστη είναι η δύναμη που σε ανυψώνει, σου δίνει φτερά, σε κάνει ευτυχισμένο. Φύλαγέ την παιδί μου σαν τον πολυτιμότερό σου θησαυρό.
Ο άπιστος είναι άνθρωπος δυστυχισμένος, όσο κι’αν θέλει να κρύβεται. Βλέπει γύρω του το παναρμόνιο Σύμπαν, αντικρύζει όλα τα θαυμάσια της Δημιουργίας κι εν’τούτοις προσπαθεί να κρατά τα μάτια του κλειστά. Όλα τον ωθούν να παραδεχτεί την ύπαρξη Δημιουργού κι’αυτός επιμένει με πείσμα να τον αρνήται. Γεύεται τις καλές πράξεις των συνανθρώπων του και παρ’όλα αυτά δεν θέλει να παραδεχτεί ότι εμπνευστής των ευγενικών αυτών πράξεων είναι ο Θεός, που κάποια ημέρα όλα θα τα ανταμείψει.
Στα μάτια του συμβιβάζονται, όσο κι’αν διαμαρτύρεται κρυφά η ψυχή του, τα πιο απίθανα πράγματα. Ο δολοφόνος, που ξέφυγε απ’τη δικαιοσύνη και πεθαίνει πλούσιος από τα κλοπιμαία του θύματος, είναι γι’αυτόν ένας άνθρωπος ευτυχισμένος όπως οι τίμιοι αγωνιστές της ζωής.
Δέχεται ακόμη ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, γι’αυτό δεν αισθάνεται ηθικούς δισταγμούς και προσπαθεί συνεχώς να καταπνίγει τη φωνή της συνειδήσεως που διαμαρτύρεται.
Πώς να μην είναι δυστυχισμένος ένας τέτοιος άνθρωπος;
Η ζωή πολλές φορές είναι κουραστική, σκληρή. Οι κόποι και οι ταλαιπωρίες της μας γεμίζουν πολλές φορές αηδία και η ψυχή μας κυριεύεται από μια βαρειά μελαγχολία. Η σκέψη μας τότε κατακλύζεται από ερωτήματα. «Γιατί ζώ; Ποιός είναι ο σκοπός μου; Ποιό είναι το συμφέρον που έχω απ’τη ζωή;»
Αλλοίμονο σ’εκείνον που θα φτάσει σ’αυτή την κατάσταση και δεν θάναι σε θέση να απαντήσει ότι έχει σκοπό μεγάλο, υψηλό, ουράνιο.
Αλλοίμονο σ’αυτόν που δεν θα στηριχθεί σ’αυτές τις φοβερές στιγμές, στο μόνο δυνατό κι’ασάλευτο στήριγμα, στο Θεό.
Πίστεψε, παιδί μου, ότι η ζωή χωρίς το Θεό είναι αληθινά ανυπόφορη.
Ο Βίσμαρκ έλεγε ότι ο άνθρωπος που δεν πιστεύει και δεν θέλει ν’αναγνωρίσει το Θεό είναι αναπόφευκτο να καταντήσει στο σημείο να θεωρεί τη ζωή ανυπόφορη.
Ιδανικά χωρίς Θεό, δεν υπάρχουν.
Ελπίδα χωρίς Θεό, δεν μπορεί να δοκιμάζει η ψυχή.
Χωρίς Θεό, η ζωή γίνεται ζωώδης, θλιβερή, μαύρη.
Πρόσεχε λοιπόν, παιδί μου. Η πίστη είναι η δύναμη που σε ανυψώνει, σου δίνει φτερά, σε κάνει ευτυχισμένο. Φύλαγέ την παιδί μου σαν τον πολυτιμότερό σου θησαυρό.
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Πού βρίσκεται η ευτυχία;
Αυτό που θα σου πω τώρα παιδί μου, θα στο διδάξει οπωσδήποτε η ζωή. Πίστεψέ με λοιπόν από τώρα, ότι είναι αδύνατον να υπάρξει ευτυχία αληθινή, χωρίς την πίστη στο Θεό, χωρίς την πνοή της αγάπης Του, χωρίς τη γλυκειά ελπίδα που πηγάζει απ’Αυτόν.
Πλαστήκαμε από τον Θεό και είναι φυσικό μονάχα στο Θεό να βρίσκουμε την ανάπαυσή μας.
Αδύνατο είναι επίσης να υπάρξει ειρήνη μακριά από το Θεό. Όλα τα πράγματα μέσα στο Σύμπαν ακολουθούν το δρόμο που τους καθορίζει η φύση τους. Τα αστέρια κινούνται συνεχώς γιατί τα σπρώχνει η έλξη. Το οξυγόνο και το άζωτο έχουν καθορισμένο τρόπο αναμίξεως. Η φλόγα της φωτιάς υψώνεται πάντοτε προς τα επάνω. Η πέτρα όταν την αφήσεις θα πέσει πάντα προς τη γη. Το λάδι ανεβαίνει πάντα στην επιφάνεια του νερού.
Έτσι και η ψυχή κατευθύνεται προς το Θεό. Όσο κι’αν προσπαθήσεις να την κρατήσεις μακριά Του, είναι μάταιος ο κόπος και αναταραχή μόνο δημιουργείς.
Είναι μεγάλο το δράμα της ψυχής εκείνης που ενώ θέλει να πετάξει κοντά στο Θεό και να χαρεί την παρουσία Του, εν τούτοις το «σκεύος» της επιμένει να την κρατά δεμένη στους σκοτεινούς διαδρόμους της λύπης και της παρανομίας.
Σε κάτι τέτοιες περιστάσεις περιστάσεις είναι που ακούστηκαν οι σπαραχτικές εκείνες κραυγές σαν αυτή:
Απ’την καρδιά μου χάθηκε, πέταξε η χαρά,
απ΄τη στιγμή που έχασα, της ζωοδότρας πίστης τα φτερά.
Ή αυτό το ακόμη σπαραχτικότερο:
Χαρά και ευτυχία είν’ο θάνατος,
όταν ζεις τη ζωή σου χωρίς πίστη.
Ποιά νάναι όμως της απιστίας η αφορμή; Γίνονται άραγε οι άνθρωποι άπιστοι επειδή προοδεύουν στις γνώσεις τις επιστημονικές ή επειδή ζουν μια ζωή παράνομη κι’αμαρτωλή;
Μου φαίνεται πως για τους περισσότερους ισχύει ο δεύτερος λόγος.
Η φλόγα της πίστεως για να υψωθεί ολόλαμπρη προς τον ουρανό, είναι ανάγκη, είναι απαραίτητο να την φυσήξει ο καθαρός αέρας της ηθικής. Η μολυσμένη πνοή της ανηθικότητος αδυνατίζει και στο τέλος σβήνει τη φλόγα αυτή.
Κι’όμως παιδί μου, το πόσο απαραίτητη είναι η πίστη, εκτός των άλλων περιπτώσεων της καθημερινής ζωής, μπορείς να το αντιληφθείς, αν μελετήσεις τις τελευταίες στιγμές εκείνων που έζησαν τη ζωή τους σαν άπιστοι. Οι περισσότεροι άρπαξαν στα χέρια τους με μια απελπισμένη κίνηση το σωσίβιο της πίστεως και έστρεψαν τα μάτια τους ικετευτικά στον Πολυεύσπλαγχνο Θεό.
Θέλεις μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα;
Ο περίφημος φιλόσοφος της απαισιοδοξίας ο Σοπεγχάουερ που σκληρά πολέμησε τη χριστιανική πίστη, όταν κάποτε αρρώστησε, άρχισε να επικαλήται τη βοήθεια του Θεού. Κατάπληκτος τότε ο γιατρός του τον ρώτησε:
−Ώστε αγαπητέ μου φιλόσοφε, υπάρχει Θεός;
−Μέσα στον πόνο η φιλοσοφία είναι μηδέν. Απάντησε ο «άπιστος» φιλόσοφος. Ο Θεός είναι το πάν. Όταν γίνω καλά θα αλλάξω ζωή και αντιλήψεις.
Ο επίσης άπιστος ποιητής Χάϊν, λίγο πριν το θάνατό του έγραφε στην αδελφή του: «Στη ζωή μου ύψωσα θρασή το μέτωπό μου εναντίον του Θεού, γι’αυτό κυλιέμαι τώρα στη γη σαν σκουλήκι. Δόξα και τιμή στον Κύριο τον εν Ουρανοίς!»
Στη διαθήκη του σημείωνε:
«Πάνε τέσσερα χρόνια που άφησα τις ανόητες και αλαζονικές μου ιδέες και ξαναγύρισα στην πίστη. Επέστρεψα στο Θεό. Πεθαίνω σαν πιστός και με άκρα ταπείνωση ζητώ το έλεος του Κυρίου».
Ο πιο βάναυσος και θρασύς άπιστος απ’τους σύγχρονους του ήταν χωρίς αμφιβολία ο Γάλλος λογοτέχνης Ανατόλ Φράνς. Μεγάλα ήταν τα κέρδη που του έδιναν τα βιβλία του στα οποία εκήρυττε την απιστία και την ανηθικότητα. Παρ’όλα όμως τα κέρδη, ήταν αληθινά δυστυχισμένος.
Να τί αναφέρει σχετικώς ο ιδιαίτερος γραμματεύες του Μπουσόν:
«Αν μπορούσες − του είπε κάποτε ο Φράνς − να δεις μεσ’την ψυχή μου θα έφριττες. Είναι αδύνατο να έζησε στον κόσμο άνθρωπος δυστυχέστερος από μένα. Πολλοί με ζηλεύουν εγώ όμως ποτέ δεν γνώρισα την ευτυχία. Δεν θυμάμαι να υπήρξα ευτυχής ούτε μια μέρα, ούτε μια μόνο στιγμή!»
Αυτό είναι, αγαπητό μου παιδί, το κατάντημα της ψυχής χωρίς Θεό. Υπάρχει αλήθεια, φρικτότερη κατάσταση;
Αυτό που θα σου πω τώρα παιδί μου, θα στο διδάξει οπωσδήποτε η ζωή. Πίστεψέ με λοιπόν από τώρα, ότι είναι αδύνατον να υπάρξει ευτυχία αληθινή, χωρίς την πίστη στο Θεό, χωρίς την πνοή της αγάπης Του, χωρίς τη γλυκειά ελπίδα που πηγάζει απ’Αυτόν.
Πλαστήκαμε από τον Θεό και είναι φυσικό μονάχα στο Θεό να βρίσκουμε την ανάπαυσή μας.
Αδύνατο είναι επίσης να υπάρξει ειρήνη μακριά από το Θεό. Όλα τα πράγματα μέσα στο Σύμπαν ακολουθούν το δρόμο που τους καθορίζει η φύση τους. Τα αστέρια κινούνται συνεχώς γιατί τα σπρώχνει η έλξη. Το οξυγόνο και το άζωτο έχουν καθορισμένο τρόπο αναμίξεως. Η φλόγα της φωτιάς υψώνεται πάντοτε προς τα επάνω. Η πέτρα όταν την αφήσεις θα πέσει πάντα προς τη γη. Το λάδι ανεβαίνει πάντα στην επιφάνεια του νερού.
Έτσι και η ψυχή κατευθύνεται προς το Θεό. Όσο κι’αν προσπαθήσεις να την κρατήσεις μακριά Του, είναι μάταιος ο κόπος και αναταραχή μόνο δημιουργείς.
Είναι μεγάλο το δράμα της ψυχής εκείνης που ενώ θέλει να πετάξει κοντά στο Θεό και να χαρεί την παρουσία Του, εν τούτοις το «σκεύος» της επιμένει να την κρατά δεμένη στους σκοτεινούς διαδρόμους της λύπης και της παρανομίας.
Σε κάτι τέτοιες περιστάσεις περιστάσεις είναι που ακούστηκαν οι σπαραχτικές εκείνες κραυγές σαν αυτή:
Απ’την καρδιά μου χάθηκε, πέταξε η χαρά,
απ΄τη στιγμή που έχασα, της ζωοδότρας πίστης τα φτερά.
Ή αυτό το ακόμη σπαραχτικότερο:
Χαρά και ευτυχία είν’ο θάνατος,
όταν ζεις τη ζωή σου χωρίς πίστη.
Ποιά νάναι όμως της απιστίας η αφορμή; Γίνονται άραγε οι άνθρωποι άπιστοι επειδή προοδεύουν στις γνώσεις τις επιστημονικές ή επειδή ζουν μια ζωή παράνομη κι’αμαρτωλή;
Μου φαίνεται πως για τους περισσότερους ισχύει ο δεύτερος λόγος.
Η φλόγα της πίστεως για να υψωθεί ολόλαμπρη προς τον ουρανό, είναι ανάγκη, είναι απαραίτητο να την φυσήξει ο καθαρός αέρας της ηθικής. Η μολυσμένη πνοή της ανηθικότητος αδυνατίζει και στο τέλος σβήνει τη φλόγα αυτή.
Κι’όμως παιδί μου, το πόσο απαραίτητη είναι η πίστη, εκτός των άλλων περιπτώσεων της καθημερινής ζωής, μπορείς να το αντιληφθείς, αν μελετήσεις τις τελευταίες στιγμές εκείνων που έζησαν τη ζωή τους σαν άπιστοι. Οι περισσότεροι άρπαξαν στα χέρια τους με μια απελπισμένη κίνηση το σωσίβιο της πίστεως και έστρεψαν τα μάτια τους ικετευτικά στον Πολυεύσπλαγχνο Θεό.
Θέλεις μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα;
Ο περίφημος φιλόσοφος της απαισιοδοξίας ο Σοπεγχάουερ που σκληρά πολέμησε τη χριστιανική πίστη, όταν κάποτε αρρώστησε, άρχισε να επικαλήται τη βοήθεια του Θεού. Κατάπληκτος τότε ο γιατρός του τον ρώτησε:
−Ώστε αγαπητέ μου φιλόσοφε, υπάρχει Θεός;
−Μέσα στον πόνο η φιλοσοφία είναι μηδέν. Απάντησε ο «άπιστος» φιλόσοφος. Ο Θεός είναι το πάν. Όταν γίνω καλά θα αλλάξω ζωή και αντιλήψεις.
Ο επίσης άπιστος ποιητής Χάϊν, λίγο πριν το θάνατό του έγραφε στην αδελφή του: «Στη ζωή μου ύψωσα θρασή το μέτωπό μου εναντίον του Θεού, γι’αυτό κυλιέμαι τώρα στη γη σαν σκουλήκι. Δόξα και τιμή στον Κύριο τον εν Ουρανοίς!»
Στη διαθήκη του σημείωνε:
«Πάνε τέσσερα χρόνια που άφησα τις ανόητες και αλαζονικές μου ιδέες και ξαναγύρισα στην πίστη. Επέστρεψα στο Θεό. Πεθαίνω σαν πιστός και με άκρα ταπείνωση ζητώ το έλεος του Κυρίου».
Ο πιο βάναυσος και θρασύς άπιστος απ’τους σύγχρονους του ήταν χωρίς αμφιβολία ο Γάλλος λογοτέχνης Ανατόλ Φράνς. Μεγάλα ήταν τα κέρδη που του έδιναν τα βιβλία του στα οποία εκήρυττε την απιστία και την ανηθικότητα. Παρ’όλα όμως τα κέρδη, ήταν αληθινά δυστυχισμένος.
Να τί αναφέρει σχετικώς ο ιδιαίτερος γραμματεύες του Μπουσόν:
«Αν μπορούσες − του είπε κάποτε ο Φράνς − να δεις μεσ’την ψυχή μου θα έφριττες. Είναι αδύνατο να έζησε στον κόσμο άνθρωπος δυστυχέστερος από μένα. Πολλοί με ζηλεύουν εγώ όμως ποτέ δεν γνώρισα την ευτυχία. Δεν θυμάμαι να υπήρξα ευτυχής ούτε μια μέρα, ούτε μια μόνο στιγμή!»
Αυτό είναι, αγαπητό μου παιδί, το κατάντημα της ψυχής χωρίς Θεό. Υπάρχει αλήθεια, φρικτότερη κατάσταση;
- ntinoula
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1428
- Εγγραφή: Πέμ Μαρ 09, 2006 6:00 am
- Τοποθεσία: Θεσσαλῶν Νίκη
Θέλεις να καταστραφείς;
Γνωρίζεις την περίπτωση του Γάλλου λογοτέχνου Λαβεδάν;
Ήταν φανατικός άθεος. Δεν άφηνε ευκαιρία να μην ειρωνευτεί τη χριστιανική πίστη. Απρόοπτα όμως ο κόσμος βρέθηκε μπροστά σ’αυτή τη διακήρυξή του:
«Κορόϊδευα την πίστη κι’είχα τη γνώμη πως ήμουν σοφός. Δεν ήμουν όμως, παρά ένας κοινός απατεώνας που ξεγελούσα και τον εαυτό μου κι’εσάς που με διαβάζατε και με πιστεύατε. Τώρα θέλω να διακηρύξω ότι αυτά που έγραφα ήταν όλα ψέματα, κι’αρρωστημένες φαντασίες. Εκείνος που αφήνει το Θεό, πηγαίνει στην καταστροφή. Δεν ξέρω πότε θα πεθάνω. Θέλω όμως να φωνάξω για να το ακούσετε όλοι, ότι δεν έχω το θάρρος να πεθάνω άπιστος… Ας χαρεί λοιπόν η ψυχή μου γιατί μπορώ τώρα γονατιστός να φωνάξω: Πιστεύω, πιστεύω, πιστεύω!»
Πολύ ενδιαφέρον επίσης έχει και το τέλος του «Πατριάρχου της απιστίας», του Βολταίρου.
Βαρειά αρρώστεια τον είχε καθηλώσει στο κρεβάτι. Μέσα στην αγωνία του ζήτησε να του φέρουν ιερέα και εξωμολογήθηκε, αφού ανακάλεσε και απεκήρυξε τις συκοφαντίες του κατά της Εκκλησίας. Ζήτησε να προσευχηθούν οι φίλοι του για τη σωτηρία της αμαρτωλής ψυχής του.
Ο Θεός όμως, δεν θέλησε να τον πάρει τότε κοντά Του και έτσι ο Βολταίρος ξαναγύρισε στις συνήθειές του, μέχρις ότου η αρρώστεια ήρθε ξανά περισσότερο τώρα απειλητική. Ζήτησε και πάλι τον ιερέα, αλλά οι άπιστοι φίλοι του δεν θέλησαν να ικανοποιήσουν την επιθυμία του κι’αγνόησαν τις επίμονες παρακλήσεις του. Τότε απελπισμένος άρχισε να παραμιλά με τρόπο φρικτό.
«Με πιάνουν − φώναζε − με τραβούν. Με σέρνουν μπροστά στο Θρόνο του Θεού. Ο Διάβολος προσπαθεί να με τραβήξει. Να η κόλαση… κρύψτε με, κρύψτε με…».
Οι φίλοι του τότε τον εγκατέλειψαν και την τελευταία στιγμή ήρθε ο ιερεύες, αλλά ήταν πλέον αργά. Ο Βολταίρος ήταν πλέον ανίκανος να κάνει οτιδήποτε. Έτσι μέσα σ’αυτή τη φρικτή αγωνία, πέθανε, ο «Πατριάρχης της απιστίας». Η νοσοκόμα μάλιστα που τον περιποιήθηκε, από εκείνη την στιγμή όταν επρόκειτο να πάει σε άλλον ασθενή ρωτούσε πρώτα να μάθει αν είναι άπιστος ή πιστός. «Είδα το τέλος του Βολταίρου, έλεγε, και δεν θέλω ποτέ πια να ξαναδώ θάνατο άπιστου».
Αυτά είναι τα αποτελέσματα της αποκηρύξεως του Θεού. Πρόσεχε λοιπόν, παιδί μου. Η επιπολαιότητα στο ζήτημα της πίστεως πληρώνεται πολύ ακριβά.
Γνωρίζεις την περίπτωση του Γάλλου λογοτέχνου Λαβεδάν;
Ήταν φανατικός άθεος. Δεν άφηνε ευκαιρία να μην ειρωνευτεί τη χριστιανική πίστη. Απρόοπτα όμως ο κόσμος βρέθηκε μπροστά σ’αυτή τη διακήρυξή του:
«Κορόϊδευα την πίστη κι’είχα τη γνώμη πως ήμουν σοφός. Δεν ήμουν όμως, παρά ένας κοινός απατεώνας που ξεγελούσα και τον εαυτό μου κι’εσάς που με διαβάζατε και με πιστεύατε. Τώρα θέλω να διακηρύξω ότι αυτά που έγραφα ήταν όλα ψέματα, κι’αρρωστημένες φαντασίες. Εκείνος που αφήνει το Θεό, πηγαίνει στην καταστροφή. Δεν ξέρω πότε θα πεθάνω. Θέλω όμως να φωνάξω για να το ακούσετε όλοι, ότι δεν έχω το θάρρος να πεθάνω άπιστος… Ας χαρεί λοιπόν η ψυχή μου γιατί μπορώ τώρα γονατιστός να φωνάξω: Πιστεύω, πιστεύω, πιστεύω!»
Πολύ ενδιαφέρον επίσης έχει και το τέλος του «Πατριάρχου της απιστίας», του Βολταίρου.
Βαρειά αρρώστεια τον είχε καθηλώσει στο κρεβάτι. Μέσα στην αγωνία του ζήτησε να του φέρουν ιερέα και εξωμολογήθηκε, αφού ανακάλεσε και απεκήρυξε τις συκοφαντίες του κατά της Εκκλησίας. Ζήτησε να προσευχηθούν οι φίλοι του για τη σωτηρία της αμαρτωλής ψυχής του.
Ο Θεός όμως, δεν θέλησε να τον πάρει τότε κοντά Του και έτσι ο Βολταίρος ξαναγύρισε στις συνήθειές του, μέχρις ότου η αρρώστεια ήρθε ξανά περισσότερο τώρα απειλητική. Ζήτησε και πάλι τον ιερέα, αλλά οι άπιστοι φίλοι του δεν θέλησαν να ικανοποιήσουν την επιθυμία του κι’αγνόησαν τις επίμονες παρακλήσεις του. Τότε απελπισμένος άρχισε να παραμιλά με τρόπο φρικτό.
«Με πιάνουν − φώναζε − με τραβούν. Με σέρνουν μπροστά στο Θρόνο του Θεού. Ο Διάβολος προσπαθεί να με τραβήξει. Να η κόλαση… κρύψτε με, κρύψτε με…».
Οι φίλοι του τότε τον εγκατέλειψαν και την τελευταία στιγμή ήρθε ο ιερεύες, αλλά ήταν πλέον αργά. Ο Βολταίρος ήταν πλέον ανίκανος να κάνει οτιδήποτε. Έτσι μέσα σ’αυτή τη φρικτή αγωνία, πέθανε, ο «Πατριάρχης της απιστίας». Η νοσοκόμα μάλιστα που τον περιποιήθηκε, από εκείνη την στιγμή όταν επρόκειτο να πάει σε άλλον ασθενή ρωτούσε πρώτα να μάθει αν είναι άπιστος ή πιστός. «Είδα το τέλος του Βολταίρου, έλεγε, και δεν θέλω ποτέ πια να ξαναδώ θάνατο άπιστου».
Αυτά είναι τα αποτελέσματα της αποκηρύξεως του Θεού. Πρόσεχε λοιπόν, παιδί μου. Η επιπολαιότητα στο ζήτημα της πίστεως πληρώνεται πολύ ακριβά.
Το χαμόγελο είναι το φως του προσώπου μας που δείχνει πώς η καρδιά μας είναι μέσα.