O τίτλος του Ιεροψάλτη
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Μάιος 03, 2009 12:41 pm
α. Ιεροψάλτης
Ιεροψάλτης και Ψάλτης είναι γενικά ό ψάλλων εκκλησιαστικούς ύμνους. Είναι κατώτερος Κληρικός καί καθίσταται στό βαθμό του μέ χειροθεσία. Διορίζεται καί παύεται από τό Μητροπολίτη μετά από εισήγηση του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου.
Δεν εΐναι ένας απλός βοηθός τοϋ Λειτουργοΰ, αλλά κάτι περισσότερο' εΐναι ό αναντικατάστατος παραστάτης του. Είναι ό απαραίτητος παράγων της θείας Λατρείας. Ψάλλοντας τούς ύμνους καί απαγγέλλοντας τά αναγνώσματα γίνεται μυσταγωγός καί συντελεστής της κατανύξεως καί με-ταρσιώσεως τών πιστών.
Κατά τήν ορθόδοξη λειτουργική διδασκαλία δέν τελείται Θεία Λειτουργία άνευ της παρουσίας Ίεροψάλτου νοουμένου ώς εκπροσώπου τοϋ λαϊκοΰ στοιχείου κατά τήν Αναφορά τών κοινών προσευχών καί απαντήσεων (τοϋ λαοϋ) στίς δεήσεις τοϋ Ιερέα. Καλείται λοιπόν ό Ιεροψάλτης νά επιτελέσει έργο άξιοσημείωτο' καί συμβάλλει παραδειγματικότερα στήν αναγέννηση της Ενορίας έάν προσέχει περισσότερο:
(1) Τήν εμφάνιση του
Ή αμφίεση όλων τών Χριστιανών πρέπει νά είναι ανάλογη τοϋ ΐεροϋ χώρου (τοϋ Ναοΰ) στόν όποιο εισέρχονται. Αξιοπρεπής καί σύμφωνη μ' αυτά πού καθορίζει ό Θεός καί ή Εκκλησία Του: ιεροπρεπής. Ίεροπρέπεια στόν Ψάλτη κατά τήν τέλεση τοϋ λειτουργήματος του προσδίδει ή περιβολή τοϋ ράσου, καθαρού καί σιδερωμένου. Στους θερινούς μήνες, ας θεωρηθεί σάν μιά «θυσία», τήν οποία ό Θεός ανταμείβει...
Όταν κοσμικοί λειτουργοί, Δικαστικοί, Αξιωματικοί,
Διπλωμάτες, με παραδειγματική πειθαρχία ακόμη καί στίς πλέον θερμές ήμερες τοϋ θέρους, φέρουν τήν επίσημη αμφίεση τους καί προσέχουν τήν έν γένει παράσταση τους (λαιμοδέτη, κόμη, ξύρισμα κ.λπ.), γιατί νά υστερούν οί λειτουργοί τοϋ Υψίστου, οί Ιεροψάλτες, όταν μάλιστα πλησίον τους έχουν τούς Ιερείς πού φέρουν τό ράσο τους όλες τίς ώρες της ημέρας
(2) Τή στάση του
Ό Ιεροψάλτης συναισθάνεται τήν υψηλή καί
φοβερή διακονία του καί Ιεροψάλτης
δέ νιώθει ώς υπάλληλος ή
βεντέτα. Επιτελεί τήν αποστολή του «έν φόβω καί τρόμω». Γι' αυτό ή στάση του στό αναλόγιο είναι ευλαβής καί σεμνή, οπότε καί μ' αυτό τόν τρόπο συμβάλλει στήν πνευματική ανύψωση της Ενορίας του καί γενικότερα στήν αναγεννητική προσπάθεια της Εκκλησίας. Συγχρόνως προσέχει καί τίς παρακάτω επί μέρους εκδηλώσεις:
-Καταλαμβάνει έ'γκαιρα τό στασίδι του.
-Δέν κάνει περιττές μετακινήσεις (εγκαταλείποντας τό στασίδι του γιά ανάπαυλα ή «αναψυχή»).
-Αποφεύγει τίς περιττές συζητήσεις. (Άργολογίες, άστεϊσμούς, μειδιάματα, μορφασμούς κ.λπ.).
-Κάνει μετρημένες κινήσεις. (Αποφεύγει τίς κινήσεις χειρών, κεφαλής ή τά κτυπήματα τών ποδών- προσηλωμένος στό αναλόγιο του αποφεύγει νά παρατηρεί τό εκκλησίασμα).
-Προσέχει τόν τρόπο διορθώσεως τών υφισταμένων
του.
(Λάθη ή παρατυπίες διορθώνονται με ευγένεια καί διάκριση, χωρίς ειρωνείες ή χειρονομίες...).
-Αποφεύγει τους περισπασμούς καί προσεύχεται. (Συγκεντρώνεται κατά τήν εκτέλεση της αποστολής του καί προσεύχεται γιά νά βοήθα καί τόν προσευχόμενο λαό. Κάνει πρώτος τό σημείο τοϋ σταυρού, όπου πρέπει ή «προβλέπεται». Στίς Καταβασίες κατέρχεται τοϋ στασιδίου του καί ενεργεί δεόντως στις ευλογίες τοϋ Ιερέα ή τίς προτροπές γιά κλίση τής κεφαλής. Μετέχει τακτικότερα στή Θεία Κοινωνία καί γενικά ενδιαφέρεται γιά τή συντήρηση καί συνέχιση τής ίεροψαλτικής παραδόσεως καί ψαλμωδίας στους επιγενόμενους).
(3) Τρόπο της ψαλμωδίας
Αυτό πού ό Ιεροψάλτης δημιουργεί μέ τήν εμφάνιση και τή στάση του γιά τήν επιτέλεση τής υψηλής του αποστολής, τό ολοκληρώνει μέ τόν τρόπο προσφοράς τής ψαλμωδίας. Ή καλή καί ωραία εκτέλεση τών ΰμνων συντελεί τά μέγιστα στήν επιδιωκόμενη λειτουργική αναγέννηση.
Ή ίεροψαλτική αποστολή επιτυγχάνει πλήρως, όταν ό λαός:
-Κατανοεί τό περιεχόμενο τών ψαλλόμενων ύμνων (στό μέτρο τοϋ δυνατοΰ).
-Γίνεται μέτοχος τών συναισθημάτων τοϋ Υμνογράφου καί διεγείρονται μέσα του ανάλογα συναισθήματα θρησκευτικής μεταρσιώσεως.
-Άνυψοϋται ή καρδιά του πρός τόν Ουράνιο Πατέρα καί επιτυγχάνεται ή «επαφή» τοϋ ανθρώπου μέ τόν Θεό.
Πρέπει λοιπόν οί Ιεροψάλτες νά καταβάλλουν προσπάθεια καί νά κατανοήσουν περισσότερο ότι.
(α) Τό ΰφος καί τό ήθος τής βυζαντινής μουσικής είναι εκκλησιαστικό καί πνευματικό, δηλ. ιεροπρεπές, καί πρέπει νά διατηρηθεί καί νά διαδοθεί, όχι μόνο ή τέχνη, αλλά καί ό χαρακτήρας της.
(β) Ό τρόπος τής ορθόδοξης ψαλμωδίας είναι μονοφωνικός (ποικιλλόμενος μόνο μέ τό ισοκράτημα) καί χορικός.
(γ) Ό χρόνος εκτελέσεως των ύμνων, (ή χρονική αγωγή), είναι σοβαρό πρόβλημα γιά τήν εποχή της ταχύτητας πού ζοϋμε. Τά «παπαδικά» μέλη πρέπει νά χρησιμοποιούνται σέ σπάνιες περιπτώσεις καί ό σύντομος χρόνος (όχι ό βιαστικός), είναι αυτός πού προτίμα τό συνηθισμένο εκκλησίασμα. Δέ βοηθά τόν προσευχόμενο λαό «ή παράδοση μαθημάτων» από τό στασίδι, έστω καί εάν ό Ιεροψάλτης καυχιέται γιά τίς ικανότητες του.
(δ) Ή ψαλμωδία είναι μέσο καί όχι αυτοσκοπός. Στους Ναούς δέν ισχύει τό αξίωμα «ή τέχνη γιά τήν τέχνη». Στους Ιερούς Ναούς προσερχόμαστε μέ συναίσθηση της ά-μαρτωλότητάς μας έκζητοΰντες τό έ'λεος τοΰ Θεοϋ καί όχι γιά νά ευχαριστήσουμε τίς αισθήσεις μας καί ιδιαίτερα τήν άκοή. Γι' αυτό ή ψαλμωδία πρέπει νά «μυρίζει λιβάνι» (καί όχι «κολόνια»!...). Αυτό μπορεί νά τό καταλάβει ό καθένας άπό τήν ψαλμωδία της δεήσεως των «Ειρηνικών»: «Κύριε έλέησον». Ή φράση αυτή είναι ικετευτική, μέ θερμή παράκληση πρός τόν Κύριο νά γίνει ϊλεως πρός όλους γιά τίς αμαρτίες μας. Όταν κάποιος αισθάνεται τήν άμαρτωλότητά του, ικανοποιείται άπό τή βυζαντινή ψαλμωδία τοΰ «Κύριε έλέησον» πού ψάλλεται ταπεινά, εκλιπαρώντας τή θεία αγαθότητα καί δέν ευχαριστείται άπό τήν πολύφωνη, καλλίφωνη, τυπική, σχοινοτενή πολλές φορές καί ελκυστική στήν άκοή ψαλμωδία. Τό ϊδιο ισχύει καί γιά τίς δεήσεις «Παράσχου Κύριε» καί «Σοί Κύριε», πού πρέπει νά εκτελούνται μέ πλήρη συναίσθηση τοΰ νοήματος τους καί της αιτουμένης θείας αντιλήψεως.
(ε) Ή προσπάθεια δημιουργίας άπό τούς ζηλωτές Ιεροψάλτες μονοφωνικών χορών, έστω καί μέ τούς ολίγους βοηθούς πού ανέρχονται στό στασίδι τους, είναι ό,τι καλύτερο αναμένει σήμερα ό ευλαβής λαός άπό αυτούς καί γι' αυτό προσελκύουν...
(στ) Ό καλός Ιεροψάλτης
-Δέν επαίρεται γιά τό φωνητικό του τάλαντο πού ό Θεός τοΰ χάρισε.
-Βελτιώνει συνεχώς τίς μουσικές του γνώσεις -Ψάλλει άπλά μουσικά μέλη.
-Προσεύχεται στόν Θεό νά τόν φωτίζει καί νά τόν ενισχύει στό λειτούργημα του.
-Προσπαθεί κάθε φορά νά αποδίδει περισσότερο τό νόημα των ψαλλομένων ύμνων.
-Ό συνειδητός Ιεροψάλτης βρίσκεται σέ στενή συνεργασία καί επαφή μέ τόν Ιερέα του, τόν βοήθα, εάν χρειάζεται, ή βοηθιέται από αυτόν, άπλά καί ταπεινά, χωρίς παρεξηγήσεις, μέ πνεύμα αγάπης καί αμοιβαίας κατανοήσεως.
(ζ) Τέλος πρέπει νά έχουν υπόψη τους καί τά παρακάτω:
-Ό Τρισάγιος ύμνος έ'χει πανηγυρικό τόνο και γι' αυτό ψάλλεται θριαμβευτικά.
-Ό Χερουβικός ύμνος λόγω ιερότητας καί κατανύξεως της στιγμής ψάλλεται μέ σιγανή φωνή, μέ δέος καί συστολή" (οί φωνασκίες δέν αρμόζουν καί επομένως είναι ακατάλληλος ό χρόνος αυτός γιά επίδειξη μουσικών ικανοτήτων καί γνώσεων).
-Τό «"Αξιον καί δίκαιον» πρέπει νά ψάλλεται ήπια, ώστε να ακούγεται ό Λειτουργός πού άναγινώσκει χαμηλόφωνα εκείνη τή στιγμή τήν υπέροχη ευχή «"Αξιον καί δίκαιον σέ ύμνεΐν...».
-Τό «Σέ ύμνοϋμεν», κατά τή διάρκεια της ψαλμωδίας τοΰ οποίου γίνεται ή επίκληση τοΰ Αγίου Πνεύματος γιά μετουσίωση τοΰ άρτου καί οϊνου σέ Σώμα καί Αίμα Χριστού, ψάλλεται πολύ σιγά, μόλις άκουόμενο. Έάν ή ψαλμωδία τελειώσει ενωρίτερα, θ' ακούγεται ή ευχή - δέηση τοΰ Λειτουργού.
-Τό «Άξιον έστι...» ψάλλεται πανηγυρικά καί θριαμβευτικά. Μεγαλύνουμε τή Θεοτόκο καί Παναγία μας μέ τόν ιερό αυτό «παιάνα».
(η) Όσο κακό κάνουν οί μή σεβόμενοι τήν αποστολή τους Ιεροψάλτες, τόσο καλό κάνουν οί σεμνοί, οί ευλαβείς καί προσεκτικοί υμνωδοί. Προσφέρουν καί προσφέρονται. Καί «άδοντες καί ψάλλοντες έν τή καρδία αυτών τω Κυρίω» (Έφ. ε', 19), οδηγούν τίς ψυχές στόν ουρανό καί γίνονται προπομποί τοΰ Παραδείσου!
Ιεροψάλτης και Ψάλτης είναι γενικά ό ψάλλων εκκλησιαστικούς ύμνους. Είναι κατώτερος Κληρικός καί καθίσταται στό βαθμό του μέ χειροθεσία. Διορίζεται καί παύεται από τό Μητροπολίτη μετά από εισήγηση του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου.
Δεν εΐναι ένας απλός βοηθός τοϋ Λειτουργοΰ, αλλά κάτι περισσότερο' εΐναι ό αναντικατάστατος παραστάτης του. Είναι ό απαραίτητος παράγων της θείας Λατρείας. Ψάλλοντας τούς ύμνους καί απαγγέλλοντας τά αναγνώσματα γίνεται μυσταγωγός καί συντελεστής της κατανύξεως καί με-ταρσιώσεως τών πιστών.
Κατά τήν ορθόδοξη λειτουργική διδασκαλία δέν τελείται Θεία Λειτουργία άνευ της παρουσίας Ίεροψάλτου νοουμένου ώς εκπροσώπου τοϋ λαϊκοΰ στοιχείου κατά τήν Αναφορά τών κοινών προσευχών καί απαντήσεων (τοϋ λαοϋ) στίς δεήσεις τοϋ Ιερέα. Καλείται λοιπόν ό Ιεροψάλτης νά επιτελέσει έργο άξιοσημείωτο' καί συμβάλλει παραδειγματικότερα στήν αναγέννηση της Ενορίας έάν προσέχει περισσότερο:
(1) Τήν εμφάνιση του
Ή αμφίεση όλων τών Χριστιανών πρέπει νά είναι ανάλογη τοϋ ΐεροϋ χώρου (τοϋ Ναοΰ) στόν όποιο εισέρχονται. Αξιοπρεπής καί σύμφωνη μ' αυτά πού καθορίζει ό Θεός καί ή Εκκλησία Του: ιεροπρεπής. Ίεροπρέπεια στόν Ψάλτη κατά τήν τέλεση τοϋ λειτουργήματος του προσδίδει ή περιβολή τοϋ ράσου, καθαρού καί σιδερωμένου. Στους θερινούς μήνες, ας θεωρηθεί σάν μιά «θυσία», τήν οποία ό Θεός ανταμείβει...
Όταν κοσμικοί λειτουργοί, Δικαστικοί, Αξιωματικοί,
Διπλωμάτες, με παραδειγματική πειθαρχία ακόμη καί στίς πλέον θερμές ήμερες τοϋ θέρους, φέρουν τήν επίσημη αμφίεση τους καί προσέχουν τήν έν γένει παράσταση τους (λαιμοδέτη, κόμη, ξύρισμα κ.λπ.), γιατί νά υστερούν οί λειτουργοί τοϋ Υψίστου, οί Ιεροψάλτες, όταν μάλιστα πλησίον τους έχουν τούς Ιερείς πού φέρουν τό ράσο τους όλες τίς ώρες της ημέρας
(2) Τή στάση του
Ό Ιεροψάλτης συναισθάνεται τήν υψηλή καί
φοβερή διακονία του καί Ιεροψάλτης
δέ νιώθει ώς υπάλληλος ή
βεντέτα. Επιτελεί τήν αποστολή του «έν φόβω καί τρόμω». Γι' αυτό ή στάση του στό αναλόγιο είναι ευλαβής καί σεμνή, οπότε καί μ' αυτό τόν τρόπο συμβάλλει στήν πνευματική ανύψωση της Ενορίας του καί γενικότερα στήν αναγεννητική προσπάθεια της Εκκλησίας. Συγχρόνως προσέχει καί τίς παρακάτω επί μέρους εκδηλώσεις:
-Καταλαμβάνει έ'γκαιρα τό στασίδι του.
-Δέν κάνει περιττές μετακινήσεις (εγκαταλείποντας τό στασίδι του γιά ανάπαυλα ή «αναψυχή»).
-Αποφεύγει τίς περιττές συζητήσεις. (Άργολογίες, άστεϊσμούς, μειδιάματα, μορφασμούς κ.λπ.).
-Κάνει μετρημένες κινήσεις. (Αποφεύγει τίς κινήσεις χειρών, κεφαλής ή τά κτυπήματα τών ποδών- προσηλωμένος στό αναλόγιο του αποφεύγει νά παρατηρεί τό εκκλησίασμα).
-Προσέχει τόν τρόπο διορθώσεως τών υφισταμένων
του.
(Λάθη ή παρατυπίες διορθώνονται με ευγένεια καί διάκριση, χωρίς ειρωνείες ή χειρονομίες...).
-Αποφεύγει τους περισπασμούς καί προσεύχεται. (Συγκεντρώνεται κατά τήν εκτέλεση της αποστολής του καί προσεύχεται γιά νά βοήθα καί τόν προσευχόμενο λαό. Κάνει πρώτος τό σημείο τοϋ σταυρού, όπου πρέπει ή «προβλέπεται». Στίς Καταβασίες κατέρχεται τοϋ στασιδίου του καί ενεργεί δεόντως στις ευλογίες τοϋ Ιερέα ή τίς προτροπές γιά κλίση τής κεφαλής. Μετέχει τακτικότερα στή Θεία Κοινωνία καί γενικά ενδιαφέρεται γιά τή συντήρηση καί συνέχιση τής ίεροψαλτικής παραδόσεως καί ψαλμωδίας στους επιγενόμενους).
(3) Τρόπο της ψαλμωδίας
Αυτό πού ό Ιεροψάλτης δημιουργεί μέ τήν εμφάνιση και τή στάση του γιά τήν επιτέλεση τής υψηλής του αποστολής, τό ολοκληρώνει μέ τόν τρόπο προσφοράς τής ψαλμωδίας. Ή καλή καί ωραία εκτέλεση τών ΰμνων συντελεί τά μέγιστα στήν επιδιωκόμενη λειτουργική αναγέννηση.
Ή ίεροψαλτική αποστολή επιτυγχάνει πλήρως, όταν ό λαός:
-Κατανοεί τό περιεχόμενο τών ψαλλόμενων ύμνων (στό μέτρο τοϋ δυνατοΰ).
-Γίνεται μέτοχος τών συναισθημάτων τοϋ Υμνογράφου καί διεγείρονται μέσα του ανάλογα συναισθήματα θρησκευτικής μεταρσιώσεως.
-Άνυψοϋται ή καρδιά του πρός τόν Ουράνιο Πατέρα καί επιτυγχάνεται ή «επαφή» τοϋ ανθρώπου μέ τόν Θεό.
Πρέπει λοιπόν οί Ιεροψάλτες νά καταβάλλουν προσπάθεια καί νά κατανοήσουν περισσότερο ότι.
(α) Τό ΰφος καί τό ήθος τής βυζαντινής μουσικής είναι εκκλησιαστικό καί πνευματικό, δηλ. ιεροπρεπές, καί πρέπει νά διατηρηθεί καί νά διαδοθεί, όχι μόνο ή τέχνη, αλλά καί ό χαρακτήρας της.
(β) Ό τρόπος τής ορθόδοξης ψαλμωδίας είναι μονοφωνικός (ποικιλλόμενος μόνο μέ τό ισοκράτημα) καί χορικός.
(γ) Ό χρόνος εκτελέσεως των ύμνων, (ή χρονική αγωγή), είναι σοβαρό πρόβλημα γιά τήν εποχή της ταχύτητας πού ζοϋμε. Τά «παπαδικά» μέλη πρέπει νά χρησιμοποιούνται σέ σπάνιες περιπτώσεις καί ό σύντομος χρόνος (όχι ό βιαστικός), είναι αυτός πού προτίμα τό συνηθισμένο εκκλησίασμα. Δέ βοηθά τόν προσευχόμενο λαό «ή παράδοση μαθημάτων» από τό στασίδι, έστω καί εάν ό Ιεροψάλτης καυχιέται γιά τίς ικανότητες του.
(δ) Ή ψαλμωδία είναι μέσο καί όχι αυτοσκοπός. Στους Ναούς δέν ισχύει τό αξίωμα «ή τέχνη γιά τήν τέχνη». Στους Ιερούς Ναούς προσερχόμαστε μέ συναίσθηση της ά-μαρτωλότητάς μας έκζητοΰντες τό έ'λεος τοΰ Θεοϋ καί όχι γιά νά ευχαριστήσουμε τίς αισθήσεις μας καί ιδιαίτερα τήν άκοή. Γι' αυτό ή ψαλμωδία πρέπει νά «μυρίζει λιβάνι» (καί όχι «κολόνια»!...). Αυτό μπορεί νά τό καταλάβει ό καθένας άπό τήν ψαλμωδία της δεήσεως των «Ειρηνικών»: «Κύριε έλέησον». Ή φράση αυτή είναι ικετευτική, μέ θερμή παράκληση πρός τόν Κύριο νά γίνει ϊλεως πρός όλους γιά τίς αμαρτίες μας. Όταν κάποιος αισθάνεται τήν άμαρτωλότητά του, ικανοποιείται άπό τή βυζαντινή ψαλμωδία τοΰ «Κύριε έλέησον» πού ψάλλεται ταπεινά, εκλιπαρώντας τή θεία αγαθότητα καί δέν ευχαριστείται άπό τήν πολύφωνη, καλλίφωνη, τυπική, σχοινοτενή πολλές φορές καί ελκυστική στήν άκοή ψαλμωδία. Τό ϊδιο ισχύει καί γιά τίς δεήσεις «Παράσχου Κύριε» καί «Σοί Κύριε», πού πρέπει νά εκτελούνται μέ πλήρη συναίσθηση τοΰ νοήματος τους καί της αιτουμένης θείας αντιλήψεως.
(ε) Ή προσπάθεια δημιουργίας άπό τούς ζηλωτές Ιεροψάλτες μονοφωνικών χορών, έστω καί μέ τούς ολίγους βοηθούς πού ανέρχονται στό στασίδι τους, είναι ό,τι καλύτερο αναμένει σήμερα ό ευλαβής λαός άπό αυτούς καί γι' αυτό προσελκύουν...
(στ) Ό καλός Ιεροψάλτης
-Δέν επαίρεται γιά τό φωνητικό του τάλαντο πού ό Θεός τοΰ χάρισε.
-Βελτιώνει συνεχώς τίς μουσικές του γνώσεις -Ψάλλει άπλά μουσικά μέλη.
-Προσεύχεται στόν Θεό νά τόν φωτίζει καί νά τόν ενισχύει στό λειτούργημα του.
-Προσπαθεί κάθε φορά νά αποδίδει περισσότερο τό νόημα των ψαλλομένων ύμνων.
-Ό συνειδητός Ιεροψάλτης βρίσκεται σέ στενή συνεργασία καί επαφή μέ τόν Ιερέα του, τόν βοήθα, εάν χρειάζεται, ή βοηθιέται από αυτόν, άπλά καί ταπεινά, χωρίς παρεξηγήσεις, μέ πνεύμα αγάπης καί αμοιβαίας κατανοήσεως.
(ζ) Τέλος πρέπει νά έχουν υπόψη τους καί τά παρακάτω:
-Ό Τρισάγιος ύμνος έ'χει πανηγυρικό τόνο και γι' αυτό ψάλλεται θριαμβευτικά.
-Ό Χερουβικός ύμνος λόγω ιερότητας καί κατανύξεως της στιγμής ψάλλεται μέ σιγανή φωνή, μέ δέος καί συστολή" (οί φωνασκίες δέν αρμόζουν καί επομένως είναι ακατάλληλος ό χρόνος αυτός γιά επίδειξη μουσικών ικανοτήτων καί γνώσεων).
-Τό «"Αξιον καί δίκαιον» πρέπει νά ψάλλεται ήπια, ώστε να ακούγεται ό Λειτουργός πού άναγινώσκει χαμηλόφωνα εκείνη τή στιγμή τήν υπέροχη ευχή «"Αξιον καί δίκαιον σέ ύμνεΐν...».
-Τό «Σέ ύμνοϋμεν», κατά τή διάρκεια της ψαλμωδίας τοΰ οποίου γίνεται ή επίκληση τοΰ Αγίου Πνεύματος γιά μετουσίωση τοΰ άρτου καί οϊνου σέ Σώμα καί Αίμα Χριστού, ψάλλεται πολύ σιγά, μόλις άκουόμενο. Έάν ή ψαλμωδία τελειώσει ενωρίτερα, θ' ακούγεται ή ευχή - δέηση τοΰ Λειτουργού.
-Τό «Άξιον έστι...» ψάλλεται πανηγυρικά καί θριαμβευτικά. Μεγαλύνουμε τή Θεοτόκο καί Παναγία μας μέ τόν ιερό αυτό «παιάνα».
(η) Όσο κακό κάνουν οί μή σεβόμενοι τήν αποστολή τους Ιεροψάλτες, τόσο καλό κάνουν οί σεμνοί, οί ευλαβείς καί προσεκτικοί υμνωδοί. Προσφέρουν καί προσφέρονται. Καί «άδοντες καί ψάλλοντες έν τή καρδία αυτών τω Κυρίω» (Έφ. ε', 19), οδηγούν τίς ψυχές στόν ουρανό καί γίνονται προπομποί τοΰ Παραδείσου!