Σελίδα 3 από 3

Δημοσιεύτηκε: Κυρ Μαρ 04, 2007 11:31 pm
από NIKOSZ
Όσω ημείς δεν αξιούμεθα της οράσεως της μεγαλοπρεπούς δόξης της Θεότητος, επί τοσούτον δια της πλέον πιστής εσωτερικής κινήσεως του πνεύματος ημών θα υπάρχη έλεγχος ημών αυτών. Και εάν η ψυχή ημών είναι ανδρεία, τότε θα είπωμεν: Δια τας αδικίας μου εστερήθην του δώρου τούτου, διότι «ο πορευόμενος εν δικαιοσύνη και λαλών ευθείαν οδόν … ούτος οικήσει εν υψηλώ … και τον Βασιλέα μετά δόξης όψεται» (Ησ. λγʼ 15-18}. Παρά ταύτα μη δότε τόπον εις την απόγνωσιν· αντιθέτως ενθαρρύνθητε και εν μετανοία πενθήσατε περί εαυτών. Απορρίψατε τον άδικον λογισμόν, ότι τούτο είναι των εκλεκτών μόνον κλήρος, ο οποίος δύναται να φονεύση εντός ημών την αγίαν ελπίδα. Η αλήθεια, εις την οποίαν είναι αναγκαίον να στερεωθή η καρδία ημών είναι ότι ο Κύριος ουδένα «ερχόμενον προς Αυτόν εκβάλλει έξω» και απορρίπτει (Ιωάν. στ΄ 37}. Πάντες ημείς, άνευ εξαιρέσεως … εκλήθημεν εις την ιδίαν τελειότητα … }184} Ερευνήσατε μετά προσοχής όλην την ακολουθίαν της Εορτής και θα ίδητε μετά ποίας δυνάμεως η Εκκλησία προσκαλεί και πείθει πάντας προς ανάβασιν εις το αψηλάφητον Όρος της νοεράς Θεοπτίας, δεικνύουσα ούτω σαφώς ότι ουχί μόνον κατά την αρχαιότητα, ουχί μόνον εις τους Αποστόλους ηυδόκησεν ο Κύριος να φανερώση την «αυγήν» της Θεότητος Αυτού, αλλά και κατά την διάρκειαν πάντων των αιώνων, έως έτι και των ημερών ημών, δεν έπαυσε και ουδέποτε θα παύση κατά την επαγγελίαν Αυτού να εκχέη την ιδίαν εκείνην δωρεάν επί τους ακολουθήσαντας Αυτόν εξ όλης καρδίας.

Εκτός της νόθου ταπεινώσεως – «τούτο δεν είναι διʼ εμέ» –, εκτός της αδικαιολογήτου απογνώσεως, ήτις γεννάται εκ της ακηδίας και της ηδυπαθείας, φραγμός προς την θεωρίαν του Ακτίστου Φωτός αποβαίνει εισέτι και η τολμηρά έφεσις «όπως ίδωμεν τον Θεόν», και περιπτυχθώμεν Αυτόν δια της σκέψεως ημών, ως να ηθέλομεν να διεισδύσωμεν μετά δυνάμεως εις τα μυστήρια και εις τα έγκατα του Θείου Είναι και να δεσπόσωμεν Αυτού δια του νοός, ως να επρόκειτο περί αντικειμένου της γνώσεως ημών. Είναι δύσκολον να εύρωμεν λέξεις προς χαρακτηρισμόν της πνευματικής ουσίας αυτής της υπερηφάνου αξιώσεως του νοός ημών, αλλʼ είναι σπουδαίον διʼ ημάς να γνωρίσωμεν ότι εις παρομοίας περιπτώσεις συναντώμεν ουχί «φωτεινήν νεφέλην», αλλά γνόφον και σκότος, αποκρύπτοντα τον Θεόν. }185}

Όταν προσηλούμεν τους οφθαλμούς του νοός ημών απʼ ευθείας εις τον Ήλιον του Προαιωνίου Είναι, όπως ίδωμεν Αυτόν καθώς εστι, τότε οι οφθαλμοί ημών καταφλέγονται και αποτυφλούνται υπό του απροσίτου και εκτυφλωτικού Φωτός της Θεότητος, καθʼ όν τρόπον αποτυφλούνται και καταφλέγονται οι φυσικοί ημών οφθαλμοί, όταν γυμνοί, υπό ουδενός προστατευόμενοι, στρέφωνται κατʼ ευθείαν προς τον ήλιον. … «ιστάμενα κύκλω του Θρόνου του Υψίστου τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ, δυσί πτέρυξι κατακαλύπτοντα τα πρόσωπα αυτών».

Και γνωριζόμενος και ορώμενος ο Θεός αναλλοιώτως διαμένει υπέρ πάσαν γνώσιν και όρασιν. Η απεριόριστος αύτη υπερβατικότης του Θεού εν τη «μυστική» γλώσση της θεολογίας καλείται «γνόφος». Η Καινή Διαθήκη ουδαμού χρησιμοποιεί δια τον Θεόν την λέξιν «γνόφος». Λέγει εις ημάς ότι «Ο Θεός Φως εστι και σκοτία εν Αυτώ ουκ έστι ουδεμία». Περί της υπερβατικότητος Αυτού και συνεπώς της τελείας «αορασίας», της τελείας «αγνωσίας» Αυτού η Καινή Διαθήκη λέγει τα εξής: «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» … Ότε ανεφάνησαν οι φιλόσοφοι και οι αιρετικοί, οι υποστηρίζοντες την δυνατότητα πλήρους γνώσεως του Θεού, τότε οι Άγιοι Πατέρες, δια να εκριζώσουν την ασύνετον ταύτην ιδέαν επέστρεψαν εις Παλαιοδιαθηκικάς εικόνας και γλώσσαν: }186}

Ούτω δια να πλήξουν ισχυρότερον την συνείδησιν των ασόφων σοφών, οι Πατέρες προσέφυγον εις την έννοιαν του «γνόφου», δια του οποίου ο Σοφός Νομοθέτης Μωϋσής συνεκράτει τον λαόν αυτού, εισέτι άπειρον της Θεογνωσίας, από της ασυνέτου εξάρσεως της ιδέας του «κατανοήσαι» τον Θεόν· και δια να μη παρεκκλίνουν από της Καινοδιαθηκικής Αποκαλύψεως, οι Πατέρες ωνόμασαν τον γνόφον τούτον «υπέρφωτον».

Η αληθής οδός προς θεωρίαν του Θείου Φωτός διέρχεται δια μέσου του έσω ανθρώπου. Όλη η σκέψις ημών, όλη η δύναμις της επιθυμίας ημών, οφείλουν να κατευθύνωνται μόνον προς το «τηρήσαι την εντολήν του Θεού άσπιλον και ανεπίληπτον» (Αʼ Τιμ. στ΄ 14}. Τότε το Θείον Φως, καθώς έδειξεν η πείρα των αιώνων, «πολυμερώς και πολυτρόπως» επισκέπτεται τον άνθρωπον. Και ουδείς δύναται να είπη ποτέ περί των ορίων της ευδοκίας του Θεού προς ημάς, διότι αύτη κείται εν αληθεία πέραν παντός ορίου. Οσονδήποτε και εάν τείνει ο άνθρωπος προς τον Θεόν, οσονδήποτε και εάν φλέγηται υπό της αγάπης προς Αυτόν, και πάλιν αι εκχύσεις του Φωτός θα παραμείνουν πέραν παντός ορίου και αριθμού, διότι δεν υπάρχει τέλος εις αυτάς, και όταν εισέτι το φως υπερβαίνη τας δυνάμεις της φύσεως ημών να υπομείνη την λάμψιν αυτού. Και ο μοναδικός δυνατός λόγος, η μοναδική επικύρωσις, ως προς πάντα ταύτα είναι ότι «ο Θεός Φως εστι, και σκοτία εν Αυτώ ουκ έστι ουδεμία», και ότι «Αυτός οικεί εν απροσίτω Φωτί» και εμφανίζεται πάντοτε εν τω φωτί και ως φως. }187}

«Τι ποιήσω ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω»;

Και εδόθη εις εμέ η απάντησις:

Προσεύχου, ως ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, όστις επί έτη εβόα, «Κύριε, φώτισόν μου το σκότος», και εισηκούσθη.

Προσεύχου δια των λόγων της εκκλησιαστικής ωδής, «Λαμψάτω, ώ Φωτοδότα, και εμοί τω αμαρτωλώ το φως Σου το απρόσιτον», και ενδυναμού εν τη πίστει, ενθυμούμενος ότι η Εκκλησία δεν προσεύχεται περί αδυνάτων πραγμάτων.

Εν συνεχεία ο ανήρ εκείνος ως να απέκλειε την δυνατότητα ότι τοιαύτη προσευχή θα παραμείνη άνευ της άνωθεν απαντήσεως, κατέκλεισε τον λόγον αυτού ως εξής:

«Όταν γνωρίση η ψυχή σου τούτο το φως, τότε, όταν συμβή να στερήται τούτου, θα φλέγηται διʼ αυτό και μιμούμενος τον Άγιον Συμεών τον Νέον Θεολόγον θα ζητής αυτό και θα κράζης προς αυτό:

Ελθέ, το φως το αληθινόν.

Ελθέ, η Ζωή η αιώνιος.

Ελθέ, των πεπτωκότων η έγερσις.

Ελθέ, των κειμένων η ανόρθωσις.

Ελθέ, των νεκρών η ανάστασις.

Ελθέ, Πανάγια Βασιλεύ.

Ελθέ, και σκήνωσον εν ημίν,

και μείνον αδιαστάτως εν ημίν,

και αδιαιρέτως Συ μόνος βασίλευε εν ημίν

εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». }188}


VI. ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ



Ολίγος χρόνος έμεινεν εις εμέ να ζήσω μεθʼ υμών. Αλλά Εκείνο το Πνεύμα, το οποίον συνδέει ημάς, είναι κατά την φύσιν Αυτού αιώνιον Πνεύμα. Και εις τούτο το Πνεύμα το Άγιον, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το Οποίον εφανέρωσεν εις ημάς ο Υιός Αυτού Ιησούς Χριστός, παραδίδω υμάς.

11 Μαρτίου 1993. }191}

Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ

ΕΚΔ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΕΣΣΕΞ ΑΓΓΛΙΑΣ 1996. Μετάφρασις εκ του ρωσικού και γαλλικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου.


Επιλεγμένα κείμενα από το βιβλίο.

Πηγη rel.gr , nektarios.gr