Ορθοδοξία και περιβάλλον
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Οκτ 07, 2007 1:34 pm
Ορθόδοξη Ασκητική και Φυσικό Περιβάλλον
Γράφει ο π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
Ένα αγιορείτικο στιγμιότυπο
Πρωί στο κελί του Τιμίου Σταυρού του γέροντα Παϊσίου, κοντά στη Μονή Σταυρονικήτα. Τρίτη μέρα της Σαρακοστής. Είμαστε έξω στο σκεπαστό κι ο γέροντας βράζει γάλα στο καμινέτο, πάνω σʼ ένα κούτσουρο.
Παραδίπλα είναι, πλαγιασμένα στα χόρτα, τα δυο παιδιά του Γιάννη, που ανεβήκαμε μαζί στο Αγιονόρος -ο Γιάννης κάθεται μόνος του, απέναντι το βράχο.
Πιο εδώ είναι δυο επισκέπτες, κι αυτοί από τη Θεσσαλονίκη. Στέκονται όρθιοι, ακουμπώντας στην καστανιά. Πενηντάρηδες κι οι δύο, χλωμοί, στρυφνοί. Φαίνονται να είναι από κάποια παρεκκλησιαστική οργάνωση, γιατί κοιτάζουνε αυστηρά, κάπως επιτιμητικά τον γέροντα και σχολιάζουνε μεταξύ τους χαμηλόφωνα.
Τα παιδιά παίζουνε, κάνουνε φασαρία – οπότε γυρίζει ο Παΐσιος και τα λέει ήρεμα:
-Μην κάνετε θόρυβο, γιατί εδώ δίπλα, κάτω απʼ το χώμα, είναι κρυμμένοι Αμερικάνοι και θα ξυπνήσουν και θα ʽρθουν να μας χαλάσουν την ησυχία μας.
Τα παιδιά σταματούνε, σωπαίνουνε παραξενεμένα.
Ο Γιάννης απέναντι γέρνει πλάγια στο βράχο, πάνω στο σάκο του.
Ανάβει τσιγάρο.
Οι δύο επισκέπτες, που φαίνονται σκληροί ευσεβιστές, συνεχίζουν να βλέπουν με αποδοκιμασία τον γέροντα που προσέχει να μη φουσκώσει και χυθεί το γάλα. Ώσπου ο ένας δεν αντέχει και λέει στον καλόγερο:
-Γέροντα Παΐσιε, είμαστε στις πρώτες μέρες της Σαρακοστής, έχουμε αυστηρή νηστεία, κι εσύ βράζεις να πιεις γάλα;
Ο γέροντας σωπαίνει. Δεν απαντάει. Πιάνει και κατεβάζει το κατσαρόλι, γιατί το γάλα έβρασε. Μετά πάει στο κελί, φέρνει έξι μικρά, παλιά, πορσελάνινα φλιτζανάκια, τα βάζει μερακλίδικα στη σειρά κι αδειάζει με προσοχή το γάλα μέσα σʼ αυτά. Περιμένει λίγο να κρυώσει, ενώ όλοι τον κοιτάζουμε με απορία, σιωπηλοί.
Οι δυο ευσεβιστές τα βλέπουνε όλα αυτά με αποστροφή, γιατί σκέφτονται ότι αφού είμαστε όλοι εδώ οι επισκέπτες, έξι και τα φλιτζανάκια, άρα και σʼ αυτούς θα τολμήσει ο καλόγερος να προσφέρει γάλα, τέτοιες μέρες σκληρής νηστείας.
Ο γέροντας Παΐσιος παίρνει τα γεμάτα φλιτζανάκια ένα-ένα, τα βάζει σʼ ένα ξύλινο δίσκο, τα κουβαλάει και τʼ αφήνει σε απόσταση εφτά μέτρων, στο χώμα, στην άκρη ενός θάμνου.
Δεν περνούνε λίγα λεπτά, και πιο εκεί, μέσα από τα τσαλιά, βγαίνει πολύ προσεκτικά μια οχιά και ύστερα πέντε μικρά φιδάκια – τα παιδιά της.
Κρατάω την αναπνοή μου.
Τα φίδια έρχονται, πλησιάζουν όλα, ένα-ένα, σέρνοντας, περνούνε δίπλα μας, πάνε σιγά-σιγά στα φλιτζανάκια, κι αρχίζουν ήρεμα να πίνουν, να ρουφούνε το πρωινό γάλα τους.
Γράφει ο π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
Ένα αγιορείτικο στιγμιότυπο
Πρωί στο κελί του Τιμίου Σταυρού του γέροντα Παϊσίου, κοντά στη Μονή Σταυρονικήτα. Τρίτη μέρα της Σαρακοστής. Είμαστε έξω στο σκεπαστό κι ο γέροντας βράζει γάλα στο καμινέτο, πάνω σʼ ένα κούτσουρο.
Παραδίπλα είναι, πλαγιασμένα στα χόρτα, τα δυο παιδιά του Γιάννη, που ανεβήκαμε μαζί στο Αγιονόρος -ο Γιάννης κάθεται μόνος του, απέναντι το βράχο.
Πιο εδώ είναι δυο επισκέπτες, κι αυτοί από τη Θεσσαλονίκη. Στέκονται όρθιοι, ακουμπώντας στην καστανιά. Πενηντάρηδες κι οι δύο, χλωμοί, στρυφνοί. Φαίνονται να είναι από κάποια παρεκκλησιαστική οργάνωση, γιατί κοιτάζουνε αυστηρά, κάπως επιτιμητικά τον γέροντα και σχολιάζουνε μεταξύ τους χαμηλόφωνα.
Τα παιδιά παίζουνε, κάνουνε φασαρία – οπότε γυρίζει ο Παΐσιος και τα λέει ήρεμα:
-Μην κάνετε θόρυβο, γιατί εδώ δίπλα, κάτω απʼ το χώμα, είναι κρυμμένοι Αμερικάνοι και θα ξυπνήσουν και θα ʽρθουν να μας χαλάσουν την ησυχία μας.
Τα παιδιά σταματούνε, σωπαίνουνε παραξενεμένα.
Ο Γιάννης απέναντι γέρνει πλάγια στο βράχο, πάνω στο σάκο του.
Ανάβει τσιγάρο.
Οι δύο επισκέπτες, που φαίνονται σκληροί ευσεβιστές, συνεχίζουν να βλέπουν με αποδοκιμασία τον γέροντα που προσέχει να μη φουσκώσει και χυθεί το γάλα. Ώσπου ο ένας δεν αντέχει και λέει στον καλόγερο:
-Γέροντα Παΐσιε, είμαστε στις πρώτες μέρες της Σαρακοστής, έχουμε αυστηρή νηστεία, κι εσύ βράζεις να πιεις γάλα;
Ο γέροντας σωπαίνει. Δεν απαντάει. Πιάνει και κατεβάζει το κατσαρόλι, γιατί το γάλα έβρασε. Μετά πάει στο κελί, φέρνει έξι μικρά, παλιά, πορσελάνινα φλιτζανάκια, τα βάζει μερακλίδικα στη σειρά κι αδειάζει με προσοχή το γάλα μέσα σʼ αυτά. Περιμένει λίγο να κρυώσει, ενώ όλοι τον κοιτάζουμε με απορία, σιωπηλοί.
Οι δυο ευσεβιστές τα βλέπουνε όλα αυτά με αποστροφή, γιατί σκέφτονται ότι αφού είμαστε όλοι εδώ οι επισκέπτες, έξι και τα φλιτζανάκια, άρα και σʼ αυτούς θα τολμήσει ο καλόγερος να προσφέρει γάλα, τέτοιες μέρες σκληρής νηστείας.
Ο γέροντας Παΐσιος παίρνει τα γεμάτα φλιτζανάκια ένα-ένα, τα βάζει σʼ ένα ξύλινο δίσκο, τα κουβαλάει και τʼ αφήνει σε απόσταση εφτά μέτρων, στο χώμα, στην άκρη ενός θάμνου.
Δεν περνούνε λίγα λεπτά, και πιο εκεί, μέσα από τα τσαλιά, βγαίνει πολύ προσεκτικά μια οχιά και ύστερα πέντε μικρά φιδάκια – τα παιδιά της.
Κρατάω την αναπνοή μου.
Τα φίδια έρχονται, πλησιάζουν όλα, ένα-ένα, σέρνοντας, περνούνε δίπλα μας, πάνε σιγά-σιγά στα φλιτζανάκια, κι αρχίζουν ήρεμα να πίνουν, να ρουφούνε το πρωινό γάλα τους.